Αμερικάνικος Βούβαλος

Αμερικάνικος Βούβαλος Facebook Twitter
0

Ο Ντέιβιντ Μάμετ, ο αμερικανοεβραίος συγγραφέας του «Αμερικάνικου Βούβαλου» (1975), που παρουσιάζεται στο θέατρο Πορεία, προκάλεσε μεγάλη συζήτηση το περασμένο καλοκαίρι στους κύκλους συγγραφέων και διανοούμενων της Αμερικής αλλά και στο χώρο της κινηματογραφικής βιομηχανίας όπου δραστηριοποιείται ως επιτυχημένος σεναριογράφος. Ο λόγος; Η στροφή του σε μια σκέψη καθαρά συντηρητική που ακυρώνει το μέχρι πρότινος τολμηρό, προοδευτικό προφίλ του.

Επί δεκαετίες βασικός εκπρόσωπος των liberal στις τάξεις των αμερικανών συγγραφέων και σεναριογράφων, ο Μάμετ προκαλεί την πρώτη ρήξη με το παρελθόν του μ’ ένα άρθρο στο Village Voice («Why I Am No Longer a Brain-Dead Liberal», 11.3.2008) όπου ομολογεί ότι αυτά που είχε πιστέψει και είχε εκφράσει με τον έναν ή τον άλλο τρόπο έχουν διαψευστεί. Υποστηρίζοντας το δικαίωμά του να επαναπροσδιορίσει τις ιδέες και τη στάση του με μια φράση του Τζον Μέιναρντ Κέινς: «Όταν τα στοιχεία αλλάζουν, αλλάζω τη γνώμη μου. Εσείς τι κάνετε, κύριε;», αναρωτιέται στη συνέχεια πώς μπόρεσε για τόσο μεγάλο διάστημα να πιστεύει ότι όλα στη χώρα του ήταν πάντα λάθος και την ίδια στιγμή να υποστηρίζει ότι οι άνθρωποι είναι κατά βάθος καλοί. «Ξανάθεσα το ζήτημα στον εαυτό μου και κατέληξα ότι δεν είναι οι άνθρωποι καλοί κατά βάθος, παρότι αυτή η άποψη για την ανθρώπινη φύση κινητοποίησε τη γραφή μου τα τελευταία 40 χρόνια. Νομίζω ότι οι άνθρωποι υπό συνθήκες πίεσης, μπορεί να συμπεριφερθούν σα γουρούνια και αυτό είναι πράγματι όχι μόνο ένα κατάλληλο θέμα, αλλά το μοναδικό θέμα για το δράμα» γράφει, για να καταλήξει ότι και στην Αμερική οι άνθρωποι είναι εξίσου ‘κακοί’ όπως και στον υπόλοιπο κόσμο, αλλά τουλάχιστον έχουν την τύχη να ζουν σε μια χώρα που λειτουργεί υπό τους όρους ενός εξαιρετικά αποτελεσματικού, συμπαγούς Συντάγματος!

Τις εν λόγω απόψεις του συμπλήρωσε, τρία χρόνια μετά, με το βιβλίο «Τhe Secret Knowledge –On the dismantling of American culture» που κυκλοφόρησε αρχές του περασμένου Ιουνίου. Εδώ πια, ο θεμιτός κατά τ’ άλλα προβληματισμός του, φτάνει να  δικαιολογεί την ελευθερία της αγοράς αλλά όχι και το κράτος δικαίου, επιτιθέμενος κατά της εξυγίανσης του συστήματος υγείας και των επιδομάτων κοινωνικής πρόνοιας. Φτάνει, ακόμη, να καταγγέλλει τη στάση των προοδευτικών και αριστερών της Δύσης, που κατηγορούν τις τακτικές του κράτους του Ισραήλ, να υποστηρίζει ότι το διοξείδιο του άνθρακα δεν είναι βλαβερό για την ατμόσφαιρα και να ρωτά ειρωνικά και ρητορικά «πού θα βρούμε ενέργεια, αν υιοθετήσουμε την άποψη της Αριστεράς που απορρίπτει την πυρηνική ενέργεια;»!

Ας δεχθώ, όμως, ότι η ζωή και οι ιδέες του συγγραφέα μπορούν να λειτουργούν ανεξάρτητα από το έργο του και δεν μπορούν να μειώσουν την αξία του, εφόσον όντως αξίζει, κι ας δούμε τι συμβαίνει με τον «Αμερικάνικο Βούβαλο». Ο Μάμετ παρακολουθεί μια ημέρα τριών ανδρών που ζουν στο περιθώριο της ευνομούμενης πολιτείας. Ο Ντον, 48 ετών, έχει παλιατζίδικο και έχει υπό την προστασία του τον Μπομπ, έναν νεαρό για όλες τις δουλειές. Το τρίτο πρόσωπο είναι ο Τιτς, φίλος του Ντον (στο τραπέζι του πόκερ), ένας ρατσιστής και αντιδραστικός φτωχοδιάβολος, με σπουδαίο ταλέντο να βρωμίζει ακόμη και τις πιο αγνές σχέσεις –αν μπορεί να υπάρξουν τέτοιες.

Η πλοκή εξελίσσεται γύρω από μια ληστεία νομισμάτων που σχεδιάζεται εκ του προχείρου και δεν πραγματοποιείται ποτέ. Η δράση μετατοπίζεται από ένα “έξω” που υπόσχεται και απειλεί, σ’ ένα “μέσα” που αφορά στην εξαθλιωμένη, και εν πλήρει συγχύσει συναισθηματική/διανοητική κατάσταση των προσώπων. Αυτό που μοιάζει να προκύπτει ως συμπέρασμα είναι ότι ακόμη και στον, κατά τεκμήριο ανήθικο, κόσμο των business, όπου η κλοπή αθωώνεται στο όνομα του κέρδους, η ανάγκη για σχέσεις φιλίας και επιστοσύνης μεταξύ ομοίων είναι ανυπέρβλητη. Ισχύει δηλαδή το εξής παράδοξο και κυνικό: χρειάζεται πίστη κι εμπιστοσύνη στους φίλους και συνεργάτες σου για να μπορέσεις να καταφέρεις κάτι σ’ ένα σύστημα που δείχνει εμπιστοσύνη μόνο σ’ ό,τι αποφέρει κέρδη και πλούτο.

Νομίζω ότι ο «Αμερικανικός Βούβαλος» μικραίνει αν περιορίσουμε την ερμηνεία του στο κοινωνικό στάτους των ηρώων. Με μία μετακίνηση, που θα λειτουργούσε θαυμάσια αν ο Μάμετ δεν υιοθετούσε μια γλώσσα που βρίθει από τις συνήθεις βωμολοχίες των ταπεινών και καταφρονεμένων της Αμερικής, τα τρία πρόσωπα θα μπορούσαν να κινούνται σ’ ένα καλοβαλμένο κατάστημα με αντίκες, με πελάτες πλούσιους  κλεπταποδόχους και συλλέκτες. Θα μπορούσε ακόμη η ίδια πλοκή να εξελίσσονταν στο γραφείο κάποιου υψηλά ιστάμενου πολιτικού προσώπου, που θέλει να κλέψει απόρρητα έγγραφα. Γιατί το ζήτημα του έργου δεν είναι τόσο το πλαίσιο όσο οι σχέσεις και οι ανάγκες που τις τροφοδοτούν και τις προσδιορίζουν -κι αυτές έχουν να κάνουν περισσότερο με την ανθρώπινη φύση παρά με ειδικές κοινωνικές, πολιτικές και οικονομικές συνιστώσες.

Σωστά το επισημαίνει ο Βάλτερ Μπένγιαμιν στον «Μονόδρομο»: «Η ιδέα της πάλης των τάξεων μπορεί να παραπλανήσει. Εδώ δεν πρόκειται για έναν αγώνα δύναμης όπου θα κριθεί ποιος υποκύπτει και ποιος νικά. Δεν πρόκειται για μια πάλη που μετά την έκβασή της ο νικητής θα είναι καλά και ο ηττημένος όχι. Μ’ αυτό το σκεπτικό τα γεγονότα συγκαλύπτονται ρομαντικά. Γιατί η μπουρζουαζία, είτε νικήσει στον αγώνα είτε νικηθεί, μένει καταδικασμένη να καταστραφεί από τις εσωτερικές της αντιφάσεις, που με την ανάπτυξή της αποβαίνουν φονικές».

Δεν κατάλαβα τι ακριβώς προσπάθησε ο Δημήτρης Τάρλοου, καθοδηγώντας τους ηθοποιούς τους σε μια τόσο φωνασκούσα ερμηνεία. Ειδικά ο καλός Γιώργος Γάλλος έπαιζε οκτάβες πάνω από την ένταση που σηκώνει τόσο το μέγεθος της θεατρικής αίθουσας όσο και η δραματουργική ισορροπία –οι μικροαπατεώνες της ιστορίας δεν μπορεί να φωνάζουν τα σχέδια τους-  παρασύροντας κατά στιγμές και τον, σπουδαίο στις ψυχολογικές διακυμάνσεις του ρόλου του, Αλέξανδρο Μυλωνά. Το μέτρο που έλειψε δίνει μόνον ο νέος Παναγιώτης Καλαντζής, με την χαμηλόφωνη και εσωτερικευμένης έντασης ερμηνεία του.

Να υποθέσω ότι η σκηνοθεσία θέλησε να κρατήσει αποστάσεις από το στιλ του αμερικανικού ρεαλισμού ή να παρωδήσει την αμερικανική παράδοση ιστοριών με γκάγκστερ, έχοντας για πρότυπο το μοναδικό Pulp Fiction του Ταραντίνο; Το μόνο βέβαιο είναι ότι όχι μόνο η πρόθεσή της δεν λειτούργησε αλλά ότι ο «Αμερικανικός Βούβαλος» κρατάει πολύ κι οι διάλογοι γίνονται συχνά φλύαροι. Δεν έπρεπε να είναι μεγαλύτερο από μονόπρακτο.

Θέατρο
0

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ο Σίμος Κακάλας ξορκίζει τα χάλια μας με μια κωμωδία γέλιου και αίματος

Θέατρο / Ο Σίμος Κακάλας ξορκίζει τα χάλια μας με μια κωμωδία γέλιου και αίματος

Τα «Κακά σκηνικά» είναι «μια κωμική κόλαση» αφιερωμένη στη ζοφερή ελληνική πραγματικότητα, μια απόδραση από τα χάλια της χώρας, του θεάτρου, του παγκόσμιου γεωπολιτικού γίγνεσθαι, ένα ξόρκι στην κατάθλιψη.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Χρήστος Παπαδόπουλος: «Κάθε μορφή τέχνης χρειάζεται το εσωτερικό βάθος»

Θέατρο / Χρήστος Παπαδόπουλος: «Mε αφορά πολύ το "μαζί"»

Το «τρομερό παιδί» από τη Νεμέα που συμπληρώνει φέτος δέκα χρόνια στη χορογραφία ανοίγει το φετινό 31ο Διεθνές Φεστιβάλ Χορού Καλαμάτας με τους Dance On Ensemble και το «Mellowing», μια παράσταση για τη χάρη και το σθένος της ωριμότητας.  
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Κάνεις χορό γιατί αυτή είναι η μεγάλη σου ανάγκη

Χορός / «Κάνουμε χορό γιατί αυτή είναι η μεγάλη μας ανάγκη»

Με αφορμή την παράσταση EPILOGUE, ο διευθυντής σπουδών της σχολής της Λυρικής Σκηνής Γιώργος Μάτσκαρης και έξι χορευτές/χορεύτριες μιλούν για το δύσκολο στοίχημα τού να ασχολείται κανείς με τον χορό στην Ελλάδα σήμερα.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Μαρία Κωνσταντάρου: «Ερωτεύτηκα αληθινά στα 58»

Οι Αθηναίοι / Μαρία Κωνσταντάρου: «Δεν παίζω πια γιατί δεν υπάρχουν ρόλοι για την ηλικία μου»

Μεγάλωσε χωρίς τη μάνα της, φώναζε «μαμά» μια θεία της, θυμάται ακόμα τις παιδικές της βόλτες στον βασιλικό κήπο. Όταν είπε πως θέλει να γίνει ηθοποιός, ο πατέρας της είπε «θα σε σφάξω». Η αγαπημένη ηθοποιός που έπαιξε σε μερικές από τις σημαντικότερες θεατρικές παραστάσεις αλλά και ταινίες της εποχής της είναι η Αθηναία της εβδομάδας.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ο Γιάννος Περλέγκας ανεβάζει τον «Κατσούρμπο» του Χορτάτση

Θέατρο / Γιάννος Περλέγκας: «Ο Κατσούρμπος μας είναι μια απόπειρα να γίνουμε πιο αθώοι»

Ο Γιάννος Περλέγκας σκηνοθετεί το έργο του Χορτάτση στο πλαίσιο του στο πλαίσιο του Κύκλου Ρίζες του Φεστιβάλ Αθηνών. Τον συναντήσαμε στις πρόβες όπου μας μίλησε για την αξία του Κρητικού συγγραφέα και του έργου του και την ανάγκη για περισσότερη λαϊκότητα στο θέατρο. Κάτι που φιλοδοξεί να μας δώσει με αυτό το ανέβασμα.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Βασίλης Παπαβασιλείου

Απώλειες / Βασίλης Παπαβασιλείου (1949-2025): Ένας σπουδαίος διανοητής του ελληνικού θεάτρου

«Αυτό, λοιπόν, το οφείλω στο θέατρο: τη σωτηρία από την κακομοιριά μου»: Ο σκηνοθέτης, μεταφραστής, ηθοποιός και δάσκαλος Βασίλης Παπαβασιλείου πέθανε σε ηλικία 76 ετών.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
ΕΠΕΞ ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΓΚΟΤΣΟΠΟΥΛΟΣ

Θέατρο / Δημήτρης Γκοτσόπουλος: «Ήμουν ένα αγρίμι που είχε κατέβει από τα βουνά»

Ο ταλαντούχος ηθοποιός φέτος ερμηνεύει τον Νεοπτόλεμο στον «Φιλοκτήτη» του Σοφοκλή. Πώς κατάφερε από ένα αγροτικό περιβάλλον να πρωταγωνιστήσει σε μεγάλες τηλεοπτικές επιτυχίες και γιατί πέρασε ένα ολόκληρο καλοκαίρι στην Πολύαιγο, διαβάζοντας «Βάκχες»;
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Γιάννης Χουβαρδάς: «Το κοινό που έρχεται να σε δει είναι ο καθρέφτης σου»

Θέατρο / Γιάννης Χουβαρδάς: «Το κοινό που έρχεται να σε δει είναι ο καθρέφτης σου»

Ο κορυφαίος Έλληνας σκηνοθέτης διασκευάζει φέτος τις τραγωδίες του Οιδίποδα σε ένα ενιαίο έργο και μιλά στη LiFO, για το πώς η μοίρα είναι μια παρεξηγημένη έννοια, ενώ σχολιάζει το αφήγημα περί «καθαρότητας» της Επιδαύρου, καθώς και τις ακραίες αντιδράσεις που έχει δεχθεί από το κοινό.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
ΓΙΑ 28 ΜΑΙΟΥ Elena Souliotis: Η Ελληνίδα που θα γινόταν η επόμενη Κάλλας 

Θέατρο / Elena Souliotis: Η Ελληνίδα που θα γινόταν η επόμενη Κάλλας 

Σαν σήμερα, το 1943, γεννήθηκε η Ελληνίδα σοπράνο που διέπρεψε για μια ολόκληρη δεκαετία στην Ευρώπη και την Αμερική, αλλά κάηκε εξαιτίας μιας σειράς ιδιαίτερα απαιτητικών ρόλων, τους οποίους ερμήνευσε πολύ νωρίς. Ο κόντρα τενόρος Άρης Χριστοφέλλης, ένας από τους λίγους στην Ελλάδα που γνωρίζουν σε βάθος την πορεία της, περιγράφει την άνοδο και την πτώση της.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Δημήτρης Καπουράνης: «Το αόρατο νήμα που ενώνει τα παιδιά μεταναστών είναι το πένθος»

Θέατρο / Δημήτρης Καπουράνης: «Το αόρατο νήμα που ενώνει τα παιδιά μεταναστών είναι το πένθος»

Από τους Αγίους Σαράντα της Αλβανίας μέχρι τη σκηνή του Εθνικού Θεάτρου, η ζωή του βραβευμένου ηθοποιού, τραγουδιστή και σεναριογράφου είναι μια διαρκής προσπάθεια συμφιλίωσης με την απώλεια. Η παράσταση «Μια άλλη Θήβα» τον καθόρισε, ενώ ο ρόλος του στο «Brokeback Mountain» τού έσβησε κάθε ομοφοβικό κατάλοιπο. Δηλώνει πως αυτό που τον ενοχλεί βαθιά είναι η αδράνεια απέναντι σε όσα συμβαίνουν γύρω μας.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Μιχαήλ Μαρμαρινός: Το έπος μάς έμαθε να αναπνέουμε ΟΙ ΥΠΟΛΟΙΠΟΙ ΑΡΚΕΤΟΙ ΤΙΤΛΟΙ ΣΤΟ ΤΕΛΟΣ

Θέατρο / Μιχαήλ Μαρμαρινός: «Από μια κοινωνία της αιδούς, γίναμε μια κοινωνία της ξεδιαντροπιάς»

Με τη νέα του παράσταση, ο Μιχαήλ Μαρμαρινός επιστρέφει στην Οδύσσεια και στον Όμηρο και διερευνά την έννοια της φιλοξενίας. Αναλογίζεται το «απύθμενο θράσος» της εποχής μας, εξηγεί τη στενή σχέση του έπους με το βίωμα και το θαύμα που χάσαμε και παραμένει σχεδόν σιωπηλός για τη νέα του θέση ως καλλιτεχνικός διευθυντής του Φεστιβάλ Αθηνών.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
13 λόγοι για να πάμε φέτος στο Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου

Θέατρο / 13 λόγοι για να πάμε φέτος στο Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου

Τέχνη με φαντασία, αστείρευτη δημιουργία, πρωτοποριακές προσεγγίσεις: ένα επετειακό, εορταστικό, πολυσυλλεκτικό πρόγραμμα για τα 70 χρόνια του Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου μέσα από 83 επιλογές από το θέατρο, τη μουσική και τον χορό.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Κυνηγώντας τον χαμένο χρόνο σε ένα έργο για την εξουσία

Θέατρο / «Δελφίνοι ή Καζιμίρ και Φιλιντόρ»: Ένα έργο για τη μόνιμη ήττα μας από τον χρόνο

Ο Θωμάς Μοσχόπουλος σκηνοθετεί και γράφει ένα έργο-παιχνίδι, εξετάζοντας τις σχέσεις εξουσίας, τον δημιουργικό αντίλογο και τη μάταιη προσπάθεια να ασκήσουμε έλεγχο στη ζωή.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
ΕΠΕΞ ΧΛΟΗ ΟΜΠΟΛΕΝΣΚΙ: Σκηνογράφος-ενδυματολόγος του θεάτρου και της όπερας

Οι Αθηναίοι / Χλόη Ομπολένσκι: «Τι είναι ένα θεατρικό έργο; Οι δυνατότητες που δίνει στους ηθοποιούς»

Ξεκίνησε την καριέρα της ως βοηθός της Λίλα ντε Νόμπιλι, υπήρξε φίλη του Γιάννη Τσαρούχη, συνεργάστηκε με τον Κάρολο Κουν και τον Λευτέρη Βογιατζή, δούλεψε με τον Φράνκο Τζεφιρέλι και, για περισσότερο από 20 χρόνια, με τον Πίτερ Μπρουκ. Η διεθνούς φήμης σκηνογράφος και ενδυματολόγος Χλόη Ομπολένσκι υπογράφει τα σκηνικά και τα κοστούμια στην «Τουραντότ» του Πουτσίνι και αφηγείται τη ζωή της στη LiFO.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
«Φάουστ» του Άρη Μπινιάρη, ένα μιούζικαλ από την Κόλαση

Θέατρο / Φάουστ: Ένα μιούζικαλ από την κόλαση

«Ζήσε! Μας λέει ο θάνατος, ζήσε!», είναι το ρεφρέν του τραγουδιού που επαναλαμβάνεται ξανά και ξανά, εν μέσω ομαδικών βακχικών περιπτύξεων – Κριτική της Λουίζας Αρκουμανέα για την παράσταση «Φάουστ» του Γκαίτε σε σκηνοθεσία Άρη Μπινιάρη στο Εθνικό Θέατρο.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ