Ο Πολ Τζιαμάτι αξίζει πραγματικά ένα Όσκαρ

Πολ Τζιαμάτι: Ένας σολίστας με μορφή καρατερίστα Facebook Twitter
Αξίζει, πραγματικά, ένα Όσκαρ ο ίδιος κι άλλο ένα τo μάτι του, που ακολουθεί τη δική του, αυτόνομη πορεία και καταλήγει να έχει καίρια δραματουργική σημασία.
0

Αν και ο Κίλιαν Μέρφι εμφανίζεται σχεδόν σε κάθε σκηνή του «Οppenheimer», αν και ο Μπράντλεϊ Κούπερ δίνει την πιο Oscar bait ερμηνεία της σεζόν στο «Maestro», πληθαίνουν οι φωνές που θέλουν τον Πολ Τζιαμάτι να είναι εκείνος που θα φύγει με το Όσκαρ Α’ Ανδρικού Ρόλου τη βραδιά της 10ης Μαρτίου του 2024. Και, ως γνωστόν, οι φωνές έχουν δίκιο. Οι φωνές έχουν πάντα δίκιο.

Αν το Όσκαρ έρθει, θα είναι μια δίκαιη αναγνώριση για τον Αμερικανό ηθοποιό, που το καλοκαίρι θα κλείσει τα 57 του χρόνια. O Tζιαμάτι ανήκει σε εκείνη την κάστα ερμηνευτών που εμφανίζονται στην οθόνη και η ταινία αυτομάτως ανεβαίνει μισό αστεράκι. «Έχω συμφιλιωθεί με την ιδέα ότι στη συνείδηση του κόσμου είμαι κάτι ανάμεσα σε αυτόν τον τύπο που έπαιζε σε εκείνη την ταινία και στον ηθοποιό που μοιάζει με καλαμάρι», είχε δηλώσει αυτοσαρκαζόμενος.

Σε μια άλλη εποχή, όταν οι «φάτσες» μπορούσαν να είναι (και) πρωταγωνιστές, το πρωταγωνιστικό status του Τζιαμάτι θα ήταν ακλόνητο. Στις μέρες μας, τον έχουμε στον νου μας κυρίως ως καρατερίστα. Στην πραγματικότητα, είναι ένας σολίστας με μορφή καρατερίστα και ήρθε το «Holdovers» του Αλεξάντερ Πέιν για να μας το υπενθυμίσει.

Ο Ελληνοαμερικανός δημιουργός χρειαζόταν κάποιον για να υποδυθεί έναν ιδιότροπο καθηγητή ελληνορωμαϊκής ιστορίας σε ιδιωτικό εκπαιδευτήριο για πλουσιόπαιδα, δύσκολο με τους ανθρώπους και εξαιρετικά αντιδημοφιλή μεταξύ συναδέλφων και μαθητών, κάποιον που να γνωρίζει τον «τρόπο του Πέιν» και τον ερμηνευτικό τόνο που υπαγορεύει, κι αυτός ο κάποιος δεν θα μπορούσε να είναι άλλος από τον Τζιαμάτι.

Mέχρι να φτάσει στο σημείο που βρίσκεται σήμερα, τράβηξε πολύ κουπί. Έχοντας ήδη καταγράψει περάσματα σε «Mighty Aphrodite», «Sabrina» και «Donnie Brasco», η πρώτη ταινία στην οποία θα ξεχωρίσει έρχεται το 1997. Είναι το «Private Parts», όπου ενσαρκώνει έναν αρνητικό χαρακτήρα στο πλευρό του αυτοβιογραφούμενου Χάουαρντ Στερν. Μέχρι το τέλος της δεκαετίας ακολουθούν κι άλλοι μικροί ρόλοι σε ταινίες μεγάλων – ξανά Γούντι Άλεν, Πίτερ Γουίαρ, Στίβεν Σπίλμπεργκ και Μίλος Φόρμαν.

Πολ Τζιαμάτι: Ένας σολίστας με μορφή καρατερίστα Facebook Twitter
Κάπου εκεί έρχεται το «American Splendor» (2003), ένα χαρακτηριστικό δείγμα αμερικανικού indie της εποχής. Για πρώτη φορά η λέξη Όσκαρ μπαίνει στην ίδια πρόταση με το όνομα του Τζιαμάτι, χωρίς, όμως, να οδηγήσει σε υποψηφιότητα.

Η αλλαγή του αιώνα τον βρίσκει να πραγματοποιεί ένα όνειρο ζωής, συμμετέχοντας σε μια ταινία του αγαπημένου του franchise, του «Planet of the Apes» (2001). Είναι από τους λίγους που δεν παραπονέθηκαν ποτέ για το πολύωρο μέικ απ και από τους ακόμα λιγότερους που νιώθουν ευγνώμονες για τη συμμετοχή τους σε μια ταινία συνώνυμη του δημιουργικού ναδίρ του Tιμ Μπάρτον.   

Aκολουθούν δυο αβαρείς κωμωδίες, η μια έχει ελληνικό τίτλο «Πολύ Χοντρός Ψεύτης», η άλλη ο «Αστραποκλανιάρης». Δεν χρειάζεται να ξέρετε κάτι παραπάνω γι’ αυτές, αν και η πρώτη έχει οπαδούς ανάμεσα στους Αμερικανούς millennials. Κάπου εκεί έρχεται το «American Splendor» (2003), ένα χαρακτηριστικό δείγμα αμερικανικού indie της εποχής. Ο Τζιαμάτι υποδύεται τον κομίστα Χάρβεϊ Πέκαρ, εμφανίζεται κι ο ίδιος ο Πέκαρ, καθώς και τα σκίτσα του, σε ένα φιλμ που τιμά το πνεύμα της τέχνης του βιογραφούμενου κι έκανε περισσότερο κόσμο να προσέξει τον πρωταγωνιστή του. Για πρώτη φορά η λέξη Όσκαρ μπαίνει στην ίδια πρόταση με το όνομα του Τζιαμάτι, χωρίς, όμως, να οδηγήσει σε υποψηφιότητα.

Την επόμενη χρονιά μπαίνουν στη ζωή του ο Αλεξάντερ Πέιν και το «Sideways» (2004). Στην ταινία ο Τζιαμάτι μπαίνει στα παπούτσια του Μάιλς, ενός καταθλιπτικού επίδοξου συγγραφέα που αναμένει ενημέρωση για το αν θα εκδοθεί το χειρόγραφό του και λατρεύει το κρασί, αλλά όχι το μερλό – «αν παραγγείλει κάποιος μερλό, σηκώνομαι και φεύγω», λέει σε μια χαρακτηριστική σκηνή. Ο κολλητός του πρόκειται να παντρευτεί σε λίγες μέρες.

Οι δυο τους πηγαίνουν πολυήμερο bachelor σε αμπελώνες με στόχο να δοκιμάσουν κρασιά και στη διαδρομή τους τσακώνονται, ερωτεύονται δύο φίλες και μπλέκουν σε μια σειρά από ευτράπελα. Χρειάζεται κάποιες ισορροπίες η κωμωδία του Πέιν, απαιτεί κάποιον που θα παίξει τη σκηνή του ξεσπάσματος με τον κουβά με όρους φάρσας, αλλά όχι τόσο υπερβολικά ώστε να φαντάζουν παράταιρες σκηνές σαν εκείνη του συγκινητικού μονολόγου, που ο ήρωας εξηγεί τι του αρέσει στο πινό νουάρ, περιγράφει τον εαυτό του και τις επιθυμίες του.  

Πολ Τζιαμάτι: Ένας σολίστας με μορφή καρατερίστα Facebook Twitter
Στο «Sideways» δύο κολλητοί πηγαίνουν πολυήμερο bachelor σε αμπελώνες με στόχο να δοκιμάσουν κρασιά και στη διαδρομή τους τσακώνονται, ερωτεύονται δύο φίλες και μπλέκουν σε μια σειρά από ευτράπελα.

Μικρή παρένθεση, για ένα ενδιαφέρον ανέκδοτο. Στα πρώτα χρόνια μετά την κυκλοφορία της ταινίας, οι πωλήσεις του πινό νουάρ αυξήθηκαν κατά 16%, ενώ του μερλό έπεσαν κατά 2%, ακριβώς λόγω της κριτικής που εκφέρει τόσο πειστικά ο Τζιαμάτι ως Μάιλς στην ταινία. Το κωμικό της υπόθεσης (για μας, όχι για τους οινοπαραγωγούς) είναι ότι ο χαρακτήρας κατακρίνει το μερλό απλώς επειδή ο Πέιν έβαλε τον ηθοποιό να αναφέρει διαφορετικά κρασιά και κανένα δεν ακουγόταν τόσο αστείο όσο το μερλό. Οι ειδικοί ονόμασαν την επίδραση της ταινίας στις πωλήσεις των δύο ποικιλιών «Sideways Effect».

Πίσω στα δικά μας, έντυπα και ιστοσελίδες παραληρούν, κοινό και κριτική αγκαλιάζουν την ταινία, ο Τζιαμάτι γίνεται πρόσωπο των ημερών και, μοιραία, ακολουθούν οι οσκαρικές υποψηφιότητες. Κι ενώ οι συμπρωταγωνιστές του, Τόμας Χέιντεν Τσερτς και Βιρτζίνια Μάντσεν, είναι υποψήφιοι για Όσκαρ, ο ίδιος μένει εκτός της πεντάδας Α’ Ανδρικού Ρόλου, παρά το γεγονός ότι ήταν υποψήφιος στα βραβεία του Σωματείου Ηθοποιών. Όλοι έκαναν λόγο για κανονική κλοπή και δεν τους αδικούμε.

Η οσκαρική υποψηφιότητα θα έρθει, τελικά, την επόμενη χρονιά, στην κατηγορία του Β’ Ανδρικού Ρόλου, με το «Cinderella Man». Ξέρουμε τι σκέφτεστε, ότι του το χρωστούσαν, ότι τα μέλη της Ακαδημίας ήθελαν να επανορθώσουν για την περσινή αβλεψία τους. Σίγουρα τέτοια αφηγήματα βοηθούν, είναι, όμως, μια δίκαιη υποψηφιότητα.

Στην ταινία ο Τζιαμάτι είναι ο Μίκι στον Ρόκι του Ράσελ Κρόου, αλλά ένας ευγενής και πιο έκδηλα συμπονετικός Μίκι, σε σχέση με τον γεροπαραξενο Μπέρτζες Μέρεντιθ στο αγαπημένο franchise του Σταλόνε. Αν θέλετε να εξακριβώσετε τη σπουδαιότητα της ερμηνείας, προσέξτε στη σκηνή της ελεημοσύνης του Μπράντοκ στη λέσχη, πώς χαμηλώνει τους τόνους μιας κατά τα άλλα ενεργητικής ερμηνείας, ώστε να μην κλέψει την προσοχή από τον συμπρωταγωνιστή του Ράσελ Κρόου, ώστε να μη μετατοπίσει το κέντρο βάρους του δράματος. Αυτό θα πει «υποστηρικτική» ερμηνεία.

Πολ Τζιαμάτι: Ένας σολίστας με μορφή καρατερίστα Facebook Twitter
Η οσκαρική υποψηφιότητα θα έρθει, τελικά, την επόμενη χρονιά, στην κατηγορία του Β’ Ανδρικού Ρόλου με το «Cinderella Man».

Αν και κάποιοι θεωρούν ότι πασχίζει να καταπιεί την οθόνη, ότι επιχειρεί να καπελώσει τους πάντες και τα πάντα μπρος στον φακό, στην πραγματικότητα ο Τζιαμάτι είναι συνεργατικός τόσο μπροστά από τον φακό όσο και πίσω από αυτόν – δεν έχουμε ακούσει ποτέ παράπονο από σκηνοθέτη ή ηθοποιό για αυτόν. Την επόμενη χρονιά βρίσκεται για πρώτη φορά πρωταγωνιστής σε μεγάλη και ακριβή στουντιακή παραγωγή, στο «Lady in the Water» (2006) του (τότε) αστεριού του αμερικανικού θρίλερ Μ. Νάιτ Σιάμαλαν. Δυστυχώς, πετυχαίνει τον Σιάμαλαν σε φάση άκρατου ναρκισσισμού, όταν δεν άκουγε κανέναν και έσταζε χολή για τις (άδικα, εδώ που τα λέμε) εχθρικές κριτικές προς το «Village» του.

Μετά από τέσσερις μεγάλες επιτυχίες σερί, ο Ινδοαμερικανός αποτυγχάνει παταγωδώς. Ως πρόσωπο της ταινίας ο Τζιαμάτι χρεώνεται κι αυτός την αποτυχία, κι ας είναι καταπληκτικός στον ρόλο του ανθρώπου της διπλανής πόρτας που κουβαλάει ένα μεγάλο κρίμα, το οποίο εξομολογείται μέσω της νεράιδας Στόρι –της ιστορίας δηλαδή– για να θεραπευτεί. Είναι μια σκηνή ικανή να συγκινήσει ακόμα κι όσους βρίσκουν αδιανόητη σαχλαμάρα ό,τι προηγήθηκε, κι αυτό αποτελεί επίτευγμα του ηθοποιού.

Την ίδια χρονιά έχει γοητευτικό ερμηνευτικό μπρα ντε φερ με τον Έντουαρντ Νόρτον στο αγαπημένο του κοινού «The Illusionist», ως διεφθαρμένος επιθεωρητής που κατά βάθος θέλει να κάνει το σωστό, αλλά κι ως άνθρωπος της λογικής που θέλει να πιστέψει στη μαγεία, μα τον μεγάλο ρόλο και τα βραβεία θα τα βρει, τελικά, μέσω της μικρής οθόνης.

Το «John Adams» (2008) ανήκει στα χαρακτηριστικά δείγματα peak TV των ‘00s. Mοιραία, λόγω περιεχομένου, η σειρά δεν έκανε θραύση εκτός των συνόρων των ΗΠΑ, εκεί, όμως, όλοι μιλούσαν γι ’αυτήν και βασικά όλοι μιλούσαν γι’ αυτόν, τον Πολ Τζιαμάτι, που κατέβαζε στην οθόνη σελίδες διαλόγων απνευστί, με επιδεξιότητα μεγάλου περφόρμερ. Για την εμφάνισή του στο «John Adams» κατέκτησε Χρυσή Σφαίρα, Emmy και το σχετικό Βραβείο του Σωματείου Ηθοποιών.

Πολ Τζιαμάτι: Ένας σολίστας με μορφή καρατερίστα Facebook Twitter
«Barney’s Version» (2010).

Δυστυχώς, στο σινεμά τα πρωταγωνιστικά του εγχειρήματα περνούν απαρατήρητα, είτε πρόκειται για το μεταμοντέρνο «Cold Souls» (2009), που, ομολογουμένως, έπασχε από τη νόσο της πρώτης ταινίας –ο δημιουργός δεν κρατιέται και θέλει να πει τα πάντα–, είτε για feelgood διαμαντάκια σαν το «Barney’s Version» (2010), που με τη φανταστική τελική σκηνή του αλλάζει τον χαρακτήρα όσων είδαμε και κονιορτοποιεί τις (όποιες) ενστάσεις μας, είτε για το «Win Win» (2011) του Τομ ΜακΚάρθι, που έπεσε πάνω σε μια μεταβατική περίοδο για το αμερικανικό indie.

Για τα επόμενα χρόνια θα βολευτεί στον ρόλο του καρατερίστα, μα ενός καρατερίστα με εκτόπισμα – δεν τον βάζει τυχαία ως αντίπαλο δέος του (φίλου του στην πραγματική ζωή) Φίλιπ Σέιμουρ Χόφμαν ο Τζορτζ Κλούνεϊ στο «Ides of March» (2011). Tυποποιείται ελαφρώς σε ρόλους κακών, αλλά τιμά πάντα το ψωμί του και βρίσκει καταφύγιο στη μικρή οθόνη και στο «Billions», ως εισαγγελέας που έχει βάλει στόχο ζωής να δει τον χρηματιστή Ντέμιαν Λούις πίσω από τα σίδερα της φυλακής και απολαμβάνει τις βραδιές S&M με τη σύζυγό του – η πρώτη σκηνή του πιλότου της σειράς αποτελεί σίγουρα έναν ευφάνταστο τρόπο για να τραβήξεις το ενδιαφέρον του κοινού. Η σειρά κράτησε για 7 σεζόν, με την τελευταία να προβάλλεται πριν μερικούς μήνες.

Πολ Τζιαμάτι: Ένας σολίστας με μορφή καρατερίστα Facebook Twitter
Εκφράσεις τύπου «tour de force» δεν είναι αρκετές για να περιγράψουν τον κωμικό χείμαρρο που εξαπολύει ο ηθοποιός επί της οθόνης κατά τα 133 λεπτά που διαρκεί το "Holdovers" (2023).

Και κάπου εκεί έρχεται ξανά ο Αλεξάντερ Πέιν στην καριέρα του και στη ζωή του. Ο Ελληνοαμερικανός δημιουργός χρειαζόταν κάποιον για να υποδυθεί έναν ιδιότροπο καθηγητή ελληνορωμαϊκής ιστορίας σε ιδιωτικό εκπαιδευτήριο για πλουσιόπαιδα, δύσκολο με τους ανθρώπους και εξαιρετικά αντιδημοφιλή μεταξύ συναδέλφων και μαθητών, κάποιον που να γνωρίζει τον «τρόπο του Πέιν» και τον ερμηνευτικό τόνο που υπαγορεύει, κι αυτός ο κάποιος δεν θα μπορούσε να είναι άλλος από τον Τζιαμάτι.

Εκφράσεις τύπου «tour de force» δεν είναι αρκετές για να περιγράψουν τον κωμικό χείμαρρο που εξαπολύει ο ηθοποιός επί της οθόνης κατά τα 133 λεπτά που διαρκεί το «Holdovers» (2023) – μα δείτε τον τρόπο που γυμνάζεται. Και είναι αυτός ο χείμαρρος που καθιστά ξεχωριστές τις (δραματικές) στιγμές, όπου χαμηλώνουν η ένταση και το tempo και ο χαρακτήρας του στριφνού δασκάλου σπάει, δίνοντας τη θέση του σε έναν ενήλικα που παραμένει «holdover» – θα καταλάβετε όταν δείτε την ταινία.  

Αξίζει, πραγματικά, ένα Όσκαρ ο ίδιος κι άλλο ένα τo μάτι του, που ακολουθεί τη δική του, αυτόνομη πορεία και καταλήγει να έχει καίρια δραματουργική σημασία. Ούτε ο Τζιαμάτι, ούτε ο Αλεξάντερ Πέιν –ο «Μεγαλέξανδρος», όπως τον αποκαλεί σε συνεντεύξεις ο πρωταγωνιστής– αποκαλύπτουν το τέχνασμα που χρησιμοποίησαν για το μάτι του χαρακτήρα.

Ίσως μας το φυλάνε για τη βραδιά των Όσκαρ. Όπως γράψαμε και στην εισαγωγή, η οσκαρική του υποψηφιότητα είναι πολύ πιθανό να μεταφραστεί σε νίκη στην απονομή της 10ης Μαρτίου. Ακόμα κι αν αυτό δεν συμβεί τελικά, είμαστε πεπεισμένοι ότι έχει πυροδοτήσει ήδη μια ολική επαναφορά του Τζιαμάτι στους ζουμερούς κινηματογραφικούς ρόλους, προς μεγάλη μας ευχαρίστηση. Ένας Θεός (του σινεμά) ξέρει πόσο μας είχε λείψει.

Οθόνες
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Αλεξάντερ Πέιν: «Νομίζετε πως οι παλιοί σκηνοθέτες κάθονταν να αναλύουν τις ταινίες τους;»

Οθόνες / Αλεξάντερ Πέιν: «Νομίζετε πως οι παλιοί σκηνοθέτες κάθονταν να αναλύουν τις ταινίες τους;»

Ο βασιλιάς της κινηματογραφικής χαρμολύπης και ένας από τους σπουδαιότερους σύγχρονους κινηματογραφιστές σε μια ζουμερή συζήτηση με αφορμή τα «Παιδιά του χειμώνα», μια από τις καλύτερες ταινίες της σεζόν.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

To αριστουργηματικό Ran του Κουροσάβα και 8 ακόμα λόγοι για να πάτε σινεμά

Οθόνες / To αριστουργηματικό Ran του Κουροσάβα και 8 ακόμα λόγοι για να πάτε σινεμά

Μια ταινία βασισμένη σε βιβλίο του Στίβεν Κινγκ, η επιστροφή του Ντάρεν Αρονόφσκι, η καλύτερη ταινία του Κουροσάβα σε επανέκδοση και το τέταρτο μέρος της σειράς ταινιών θρίλερ «Το Κάλεσμα» – Τι παίζει από σήμερα σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη.
THE LIFO TEAM
«Η φωνή της Χιντ Ρατζάμπ» ζωντανεύει στη Βενετία

Ανταπόκριση από τη Βενετία / «Η φωνή της Χιντ Ρατζάμπ» ζωντανεύει στη Βενετία

Έκκληση από τους συντελεστές της ταινίας της Κάουτερ Μπεν Χάνια να σταματήσουν επιτέλους οι δολοφονίες παιδιών στη Γάζα, με αφορμή το σπαρακτικό τηλεφώνημα της 6χρονης Παλαιστίνιας.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
A House of Dynamite

Ανταπόκριση από τη Βενετία / «House of Dynamite»: Η Κάθριν Μπίγκελοου πατάει το κουμπί – και μας κόβει την ανάσα

Με χειρουργική ακρίβεια, η πρώτη γυναίκα που τιμήθηκε με Όσκαρ σκηνοθεσίας μας πείθει ανατριχιαστικά για τον επικείμενο πυρηνικό όλεθρο.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Ο μάγος του Κρεμλίνου

Ανταπόκριση από τη Βενετία / «Ο μάγος του Κρεμλίνου»: Ο ρυθμιστής του Πούτιν δεν χωρά σε ταινία

Πίσω από το ψυχρό πρόσωπο της εξουσίας, κρύβεται ο ψίθυρος ενός σύγχρονου Ρασπούτιν. Ο Ολιβιέ Ασαγιάς τον ακολουθεί – αλλά μήπως τον πρόδωσε η φόρμα;
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
No other choice

Ανταπόκριση από τη Βενετία / «No other choice»: Η ταινία που θα οδηγήσει τον Παρκ Τσαν-γουκ στα Όσκαρ

Ο Κορεάτης σκηνοθέτης παραμένει ένας από τους μεγάλους σύγχρονους κινηματογραφιστές, αν και η αντικαπιταλιστική του σάτιρα «No other choice» δεν είναι η καλύτερή του ταινία.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
«Είναι σαν να κάνεις τον Δράκουλα χορτοφάγο»: Γιατί το σέξι τέρας του Φρανκενστάιν που παίζει ο Τζέικομπ Ελόρντι είναι λάθος

Οθόνες / Γιατί το σέξι τέρας του νέου «Φρανκενστάιν» είναι λάθος

Στη διασκευή του κλασικού μυθιστορήματος της Μέρι Σέλεϊ από τον Γκιγιέρμο ντελ Τόρο πρωταγωνιστεί ο «εξωφρενικά όμορφος» Τζέικομπ Ελόρντι στον ρόλο του τέρατος – πράγμα που έχει ως αποτέλεσμα μια ταινία χωρίς ειρμό. 
THE LIFO TEAM
O Στίβεν Κινγκ στο σινεμά: Οι 10 καλύτερες μεταφορές

Οθόνες / O Στίβεν Κινγκ στο σινεμά: Οι 10 καλύτερες μεταφορές

Είναι εντυπωσιακός ο αριθμός διασκευών του έργου του δημοφιλούς συγγραφέα που θα δούμε στο πανί, στο γυαλί και στο σανίδι, κι αυτό στάθηκε αφορμή για ένα αφιέρωμα στις καλύτερες ταινίες που ενέπνευσαν τα γραπτά του.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
Φρανκενστάιν: Ένα θεσπέσιο μελόδραμα που σε παρασύρει και σε ματώνει

Ανταπόκριση από τη Βενετία / Φρανκενστάιν: Ένα θεσπέσιο μελόδραμα που σε παρασύρει και σε ματώνει

O Γκιγιέρμο Ντελ Τόρο θα έκανε την Μέρι Σέλεϊ περήφανη. Ο δικός του Φρανκενστάιν κατορθώνει να μην προδώσει το πνεύμα του πολυδιασκευασμένου μυθιστορήματός της.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
After the Hunt: Το #MeToo στα χέρια του Λούκα Γκουαντανίνο είναι μια μπερδεμένη υπόθεση

Ανταπόκριση από τη Βενετία / After the Hunt: Το #MeToo στα χέρια του Γκουαντανίνο είναι μια μπερδεμένη υπόθεση

Ο Λούκα Γκουαντανίνο νοσταλγεί τη χαμένη τέχνη του διαλόγου, αλλά το After the Hunt χάνει το δίκιο του στην ακαδημαϊκή φλυαρία και τις σεναριακές αστοχίες.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Όλα του γάμου δύσκολα: 10 ταινίες για να δείτε μετά το «Ρόουζ εναντίον Ρόουζ»

Οθόνες / Όλα του γάμου δύσκολα: 10 ταινίες για να δείτε μετά το «Ρόουζ εναντίον Ρόουζ»

Από το «Awful Truth» του Λίο ΜακΚάρεϊ στο «Gone Girl» του Ντέιβιντ Φίντσερ κι από τις μπεργκμανικές «Σκηνές από έναν γάμο» στο «Revolutionary Road» του Σαμ Μέντες, ανατρέχουμε σε δέκα ταινίες για όσους ενώθηκαν ενώπιον Θεού κι ανθρώπων «μέχρι να τους χωρίσει ο θάνατος».   
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
ΒΟΥΓΟΝΙΑ

Ανταπόκριση από τη Βενετία / «Βουγονία»: Κριτική για τη νέα ταινία του Γιώργου Λάνθιμου

«Είναι περιπέτεια η "Βουγονία", fun και πιο περίπλοκη απ’ ότι δείχνει» - Ο Θοδωρής Κουτσογιαννόπουλος καταγράφει τις εντυπώσεις του από την παγκόσμια πρεμιέρα της ταινίας στο 82ο Φεστιβάλ Βενετίας.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Terence Stamp (1938-2025): Ο μάγκας του Λονδίνου που θα γινόταν Τζέιμς Μποντ

Οθόνες / Terence Stamp (1938-2025): Ο μάγκας του Λονδίνου που θα γινόταν Τζέιμς Μποντ

«Το άτακτο αγόρι του βρετανικού σινεμά βρήκε τον δρόμο του σε ώριμες επιλογές, είτε παίζοντας κάποιον αδυσώπητο κακό είτε αφήνοντας τα λακωνικά του διακριτικά σαν στάμπα, όνομα και πράγμα, σε σύντομες εμφανίσεις – εννοείται πως έχει υποδυθεί και τον διάβολο!»
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
The Karate Kid: Πώς η «ταινιούλα που δεν θα έβλεπε κανείς» εξελίχθηκε σε παγκόσμιο φαινόμενο

Οθόνες / The Karate Kid: Πώς η «ταινιούλα που δεν θα έβλεπε κανείς» εξελίχθηκε σε παγκόσμιο φαινόμενο

Η ταινία σημάδεψε μια γενιά εφήβων που φαντασιώνονταν ότι θα αντιστεκόντουσαν ηρωικά στους νταήδες που τους κακοποιούσαν καθημερινά. Και τώρα, ο μύθος επιστρέφει για έκτη φορά στην οθόνη, με πρωταγωνιστές τον Τζάκι Τσαν και τον Ραλφ Μάτσιο
THE LIFO TEAM
Ο άνθρωπος που έφερε την μαύρη μουσική κουλτούρα στο σαλόνι εκατομμυρίων σπιτιών

Daily / Ο άνθρωπος που έφερε τη μαύρη μουσική κουλτούρα στο σαλόνι εκατομμυρίων σπιτιών

Το ντοκιμαντέρ «Sunday Best: The untold story of Ed Sullivan» αναδεικνύει τη συμβολή του Εντ Σάλιβαν και της δημοφιλέστατης τηλεοπτικής εκπομπής του στην ανάδειξη τεράστιων μορφών της μαύρης μουσικής, από τη Nίνα Σιμόν και τον Τζέιμς Μπράουν μέχρι την Tίνα Τέρνερ και τον Στίβι Γουόντερ.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΛΙΤΑΚΗΣ