«Bande à part»: Η πιο ανάλαφρη ταινία του Ζαν-Λικ Γκοντάρ

«Bande à part»: Η πιο ανάλαφρη ταινία του Ζαν-Λικ Γκοντάρ Facebook Twitter
Το «Bande à part» είναι μια ταινία που ξεχειλίζει από ευφορία, ακόμα κι αν «μαυρίζει» λίγο στο τέλος.
0

«Το μόνο που χρειάζεσαι για να κάνεις μια ταινία είναι ένα κορίτσι και ένα όπλο» είναι η φράση που αποδίδεται συχνά στον Ζαν-Λικ Γκοντάρ, μα στην πραγματικότητα είναι δανεική από τον Γκρίφιθ. Στην πρώτη ταινία της εταιρείας παραγωγής Anoushka που σύστησε με την Άνα Καρίνα, o Γκοντάρ θα ακολουθήσει και θα εμπλουτίσει το δίδαγμα του Γκρίφιθ, κάνοντας μια ταινία με ένα όπλο, ένα κορίτσι αλλά και δυο αγόρια που βλέπουν πολλές ταινίες.

Περίπου μετά το πρώτο δεκάλεπτο, σε ένα μάθημα Aγγλικής Φιλολογίας που παρακολουθούν οι χαρακτήρες, η καθηγήτρια γράφει στον μαυροπίνακα ότι το κλασικό ισούται με το μοντέρνο. Ουσιαστικά πρόκειται για ένα από τα δεκάδες κλεισίματα του ματιού του Γαλλοελβετού δημιουργού προς θεατές και κριτικούς οι οποίοι, παρακινημένοι απ’ όσα είχαν δει από εκείνον μέχρι τότε, ίσως να έβρισκαν συμβατική την επιλογή του να επιστρατεύσει ένα πιο παραδοσιακό σχήμα για τη νέα του δουλειά.

Σκεφτείτε ότι, αν και βασικός γκονταρικός τίτλος και αγαπημένη ταινία του Ταραντίνο, σπάνια θα δεις το «Bande à part» να τοποθετείται στις κορυφαίες δουλειές του σκηνοθέτη από τους πιο σκληροπυρηνικούς φαν του, που συνηθίζουν να λένε ότι είναι μια ταινία του Γκοντάρ για εκείνους που δεν τους αρέσει ο Γκοντάρ. Κι όμως, τα υλικά μπορεί να είναι γνώριμα, αλλά κάθε άλλο παρά παραδοσιακός είναι ο τρόπος που τα διαχειρίζεται ο Γκοντάρ.

Πέρα από μοντέρνο, ως φιλμ που σχολιάζει τον εαυτό του, το «Bande à part» είναι και μεταμοντέρνο, καθώς βρίσκεται σε ευθύ διάλογο με ταινίες και έργα τέχνης και πολιτιστικά στοιχεία έξω από αυτό – σκεφτείτε πως ακόμα και μαγαζί με πινακίδα «nouvelle vague» εμφανίζεται στην οθόνη.

Ήδη από τoυς τίτλους αρχής ξέρεις ότι θα παρακολουθήσεις κάτι διαφορετικό, καθώς βλέπεις κοντινά πλάνα των τριών βασικών προσώπων να εναλλάσσονται σε ρυθμό αστραπιαίο, εναρμονισμένο με τη μελωδία και σίγουρα ασυνήθιστο για την εποχή.

«Bande à part»: Η πιο ανάλαφρη ταινία του Ζαν-Λικ Γκοντάρ Facebook Twitter
«Το μόνο που χρειάζεσαι για να κάνεις μια ταινία είναι ένα κορίτσι και ένα όπλο» είναι η φράση που αποδίδεται συχνά στον Ζαν-Λικ Γκοντάρ, μα στην πραγματικότητα είναι δανεική από τον Γκρίφιθ.

Ένα σχετικά άγνωστο trivia θέλει τον σκηνοθέτη να απευθύνεται στον θρυλικό σχεδιαστή τίτλων Ζαν Φουσέ και να τον ρωτά πελαγωμένος με ποιον τρόπο θα μπορούσε να μοντάρει μια σεκάνς με πάρα πολύ μικρά πλάνα για τους τίτλους αρχής. Ο Φουσέ, δίχως να χάσει χρόνο, του απάντησε ανέκφραστος «απλώς κόψε τα πλάνα σε μικρότερη διάρκεια και ένωσε τα μεταξύ τους», με τον Γκοντάρ να ενθουσιάζεται με την απλότητα της απάντησης, την οποία ‒κι όμως‒ δεν είχε σκεφτεί.

Κατά τη διάρκεια της ταινίας ένας αφηγητής, ο ίδιος ο Γκοντάρ, παρεμβαίνει στη δράση, απευθυνόμενος σε εμάς τους θεατές. Mερικά λεπτά μετά την έναρξη ενημερώνει όποιον θεατή μπήκε στην αίθουσα εκείνη τη στιγμή για το πώς έχει η ιστορία, ενώ στη διάσημη σκηνή χορού στο café διακόπτει τη μουσική για να μας εξηγήσει τι σκέφτεται καθένας από τους χαρακτήρες, ενώ χορεύουν.

H διάσημη σκηνή χορού στο café

Κι αν ένα έργο που σπάει τον τέταρτο τοίχο και σχολιάζει τον εαυτό του έχει καταστεί κανόνας στις μέρες μας, τότε συνιστούσε σωστή επανάσταση. Μάλιστα, πέρα από μοντέρνο, ως φιλμ που σχολιάζει τον εαυτό του, το «Bande à part» είναι και μεταμοντέρνο, καθώς βρίσκεται σε ευθύ διάλογο με ταινίες και έργα τέχνης και πολιτιστικά στοιχεία έξω από αυτό – σκεφτείτε πως ακόμα και μαγαζί με πινακίδα «nouvelle vague» εμφανίζεται στην οθόνη.

Αν κάτι ξεχωρίζει τη συγκεκριμένη ταινία του Γκοντάρ από άλλες που προηγήθηκαν και από τις περισσότερες που ακολούθησαν, είναι ότι όλα αυτά τα τεχνάσματα που εξυπηρετούν ένα κινηματογραφικό είδος, το crime movie, τίθενται στην υπηρεσία μιας ιστορίας. Ακόμα και η αλληλεπίδραση εικόνας και πραγματικότητας, που θα απασχολούσε τον Γκοντάρ στο σύνολο της καριέρας του, αλλά με έναν πιο δοκιμιακό τρόπο, υπάρχει και εδώ, αλλά προκύπτει μέσα από την ιστορία, δεν αποτελεί αυτοσκοπό. Ακόμα και η κατάληξη του εγκλήματος δεν είναι πικρή για λόγους ηθικής ούτε τόσο για εναρμονισμό με το είδος αλλά μάλλον για να καταστεί σαφής η διαφορά μεταξύ των συνεπειών μιας εγκληματικής πράξης στο σινεμά και των συνεπειών της τον πραγματικό κόσμο. 

«Bande à part»: Η πιο ανάλαφρη ταινία του Ζαν-Λικ Γκοντάρ Facebook Twitter
Αν κάτι ξεχωρίζει τη συγκεκριμένη ταινία του Γκοντάρ από άλλες που προηγήθηκαν και από τις περισσότερες που ακολούθησαν, είναι ότι όλα αυτά τα τεχνάσματα που εξυπηρετούν ένα κινηματογραφικό είδος, το crime movie, τίθενται στην υπηρεσία μιας ιστορίας.

Η ιδέα υπάρχει μέσα στην εικόνα, αλλά αποτελεί απλώς ένα μέρος της αντί να συμπίπτει ολοκληρωτικά με αυτήν ή να προηγείται, ενώ στη φιλμογραφία του συμβαίνει συχνότερα το αντίθετο. Προσέξτε π.χ. σε μια σκηνή, όπου οι τρεις τους βρίσκονται σε αυτοκίνητο εν κινήσει, πώς το κορίτσι είναι τοποθετημένο ανάμεσα στα δύο αγόρια και πώς ο δεξιός και ο αριστερός υαλοκαθαριστήρας κινούνται προς το μέρος της, υποδηλώνοντας τόσο την ερωτική τους διάθεση προς εκείνη όσο και τον ασφυκτικό χαρακτήρα του φλερτ τους.

Θα ακούσεις κάποιους επικριτές του Γκοντάρ να στηλιτεύουν την προχειρότητα της mise en scène στο σινεμά του και, ομολογουμένως, σε πολλές ταινίες της επόμενης φάσης της καριέρας του, όταν το σινεμά του γίνεται (ακόμα) πιο διανοητικό και σταδιακά προσεγγίζει τη video art, οι ιδέες αναδεικνύονται κυρίως μέσα από το μοντάζ. Πρόκειται, όμως, για μια πλήρως συνειδητή επιλογή. Δεν είναι ότι δεν μπορούσε, το έχει αποδείξει επανειλημμένα στο παρελθόν άλλωστε. Απλώς δεν ήθελε, δεν τον ενδιέφερε πια αυτό το σινεμά.

Για να μην κρύβομαι πίσω από το δάχτυλό μου, προτιμώ ασυζητητί τον Γκοντάρ αυτής της πρώτης περιόδου. Ναι, μοιάζει με ένα μεγάλο παιδί που παίζει με τα παιχνίδια του, μα, εδώ που τα λέμε, μέχρι τέλους τέτοιο παρέμεινε – κι αυτό δεν μπορεί να μην το εκτιμάς, ακόμα κι αν βρίσκεις το σινεμά του απωθητικό. Η διαφορά, τουλάχιστον στα μάτια μου, είναι ότι σε αυτό το στάδιο της καριέρας του η προσέγγισή του και η στάση του ξεχειλίζουν από θετικότητα.

«Bande à part»: Η πιο ανάλαφρη ταινία του Ζαν-Λικ Γκοντάρ Facebook Twitter
Η ενστικτώδης, αυθάδικη, ελευθέρια αισθητική του Γκοντάρ θα ήταν λιγότερο ελκυστική δίχως την αίσθηση ελευθερίας που αποπνέει η Καρίνα μπροστά από τον φακό στις συνεργασίες της μαζί του.

Παρακολουθείς έναν δημιουργό που εξερευνά τις δυνατότητες του μέσου, έναν κινηματογραφιστή συνεπαρμένο από τη χαρά και τον ενθουσιασμό της ανακάλυψης, ενώ τα έργα που ακολούθησαν είναι προϊόντα κάποιου που στέκεται περισσότερο στις αδυναμίες και τους περιορισμούς της κινηματογραφικής γλώσσας και πασχίζει να τις αναδείξει συνήθως με τον (όχι και τόσο λανθάνοντα) ναρκισσισμό της μετριοφροσύνης και της επισήμανσης της αποτυχίας του – προφανώς ο Γκοντάρ ζούσε και ανέπνεε σινεμά και συνέχιζε να κάνει τέτοιο, επειδή πίστευε στο μέσο, στη δύναμη και στη δυναμική του και (μάλλον) επειδή θεωρούσε ότι το κάνει καλά, παρά τους μυριάδες αφορισμούς που προσπαθούσαν να μας πείσουν για το αντίθετο.

Ακριβώς λόγω αυτής της θετικότητας, το «Bande à part» είναι μια ταινία που ξεχειλίζει από ευφορία, ακόμα κι αν «μαυρίζει» λίγο στο τέλος. Και αν ανήκεις στους (ευλογημένους) θεατές που θα το δουν τώρα για πρώτη φορά, ειλικρινά δεν θα ξέρεις τι να πρωτοσυγκρατήσεις βγαίνοντας από την αίθουσα.

Με την πάροδο του χρόνου, υποθέτουμε ότι θα μείνουν αποθηκευμένες στο μνημονικό σου οι μελωδίες του Λεγκράν που ευτυχώς, παρά το πείραγμα του Γκοντάρ στους τίτλους αρχής, δεν ήταν οι τελευταίες του, η επιδραστική σκηνή του χορού στο café, ο γύρος του Λούβρου σε ελάχιστο χρόνο, που αρκετοί από εμάς επιχειρήσαμε να μιμηθούμε σε επισκέψεις μας σε μουσεία, έστω και μόνο με γοργό βάδισμα, προβάλλοντας ως δικαιολογία το (προσχηματικό) επιχείρημα ότι ο πραγματικός χρόνος ποτέ δεν συμπίπτει με τον φιλμικό και ότι η πραγματικότητα δεν έχει την υπερβολή του σινεμά, ενώ δεν το κάναμε τρέχοντας, όπως οι ήρωες στο έργο, ξεκάθαρα λόγω ενδιάθετης ντροπής και αγνής δειλίας.

Ίσως να μείνει και η απόφαση των ηρώων να περιμένουν να πέσει η νύχτα για να προχωρήσουν στη διάρρηξη, επειδή «έτσι κάνουν στα b-movies», καθώς και όλες οι άλλες διακινηματογραφικές και διακειμενικές αναφορές. 

Η σκηνή στο Λούβρο

Kαι, αναπόφευκτα, θα σφηνωθεί στο κεφάλι σου η εικόνα της Άνα Καρίνα, η ανεπιτήδευτη κίνησή της μέσα στο κάδρο, η πλήρης απουσία αυταρέσκειας, παρά το παρουσιαστικό της, το οποίο θα δικαιολογούσε πλήρη άρση του καταλογισμού και πανηγυρική αθώωση ενώπιον Θεού και ανθρώπων. Η ενστικτώδης, αυθάδικη, ελευθέρια αισθητική του Γκοντάρ θα ήταν λιγότερο ελκυστική δίχως την αίσθηση ελευθερίας που αποπνέει η Καρίνα μπροστά από τον φακό στις συνεργασίες της μαζί του.

Και μπορεί για εμάς να μην υπήρξε ποτέ πιο μαγνητική από όσο στο παραγνωρισμένο μιούζικαλ «Anna» (1967), ένα pet project του Σερζ Γκενσμπούργκ σε σκηνοθεσία Πιερ Κοραλνίκ, ωστόσο, όταν σκεφτόμαστε την Καρίνα, συνειρμικά οδηγούμαστε πάντα στο café του «Bande à Parte». Και είμαστε πεπεισμένοι ότι βρίσκεται ακόμα εκεί και χορεύει κάθε βράδυ και δείχνει τόσο cool ακριβώς επειδή λικνίζεται σαν να τηλεμεταφέρεται σε έναν εντελώς δικό της κόσμο, αποκομμένο από τους συμπρωταγωνιστές της, πέρα όχι μόνο από τον δικό μας αλλά και από τον φιλμικό της ίδιας της ταινίας. Ποιος ξέρει, ίσως να ταξιδεύει σε εκείνη τη μαγική πόλη, για την οποία μιλούσε ο Χατζιδάκις.

Η ταινία «Bande à part» προβάλλεται ξανά στα θερινά σινεμά από την Πέμπτη 3 Αυγούστου.

Οθόνες
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΚΥΡΙΑΚΗ 20/11-Όταν ο Όρσον Γουέλς δούλευε σε φιλμ της σειράς για να χρηματοδοτήσει τις ταινίες του

Ηχητικά Άρθρα / Όταν ο Όρσον Γουέλς δούλευε σε φιλμ της σειράς για να χρηματοδοτήσει τις ταινίες του

Οι «δεύτερες» εμφανίσεις του κατά τ’ άλλα ιδιοφυούς σκηνοθέτη που αναγκάστηκε να συμμετάσχει και σε φιλμ της σειράς, χρησιμοποιώντας τις αμοιβές για να χρηματοδοτήσει τις ταινίες του.
ΑΚΗΣ ΚΑΠΡΑΝΟΣ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Θανάσης Βαλτινός: Η νουβέλα «Η Κάθοδος των Εννιά» του διακεκριμένου συγγραφέα

Οθόνες / «Η Κάθοδος των Εννιά»: Η διάσημη νουβέλα του Θανάση Βαλτινού

Πεθαίνει σαν σήμερα ο διακεκριμένος Έλληνας συγγραφέας. Αυτή είναι η ιστορία ενός από τα εμβληματικότερα βιβλία του και η βραβευμένη μεταφορά της στον κινηματογράφο, το 1984, από τον Χρίστο Σιοπαχά.
ΦΩΝΤΑΣ ΤΡΟΥΣΑΣ
Η Ιζαμπέλ Ιπέρ έπαιξε σε 120 ταινίες. Σε αυτές τις 10 ξεπέρασε τον εαυτό της

Οθόνες / Η Ιζαμπέλ Ιπέρ έπαιξε σε 120 ταινίες. Σε αυτές τις 10 ξεπέρασε τον εαυτό της

Με αφορμή το αφιέρωμα που ετοίμασε το Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης για μία από τις σπουδαιότερες ηθοποιούς της εποχής μας, επιλέγουμε 10 ταινίες της, στις οποίες έχει αποτυπωθεί η τεράστια υποκριτική της δυναμική και η ικανότητά της να μεταμορφώνεται εσωτερικά με κάθε ρόλο.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Βιμ Βέντερς: Τι θα δούμε στο μεγάλο αφιέρωμα που έρχεται στη Στέγη

Οθόνες / Βιμ Βέντερς: Τι θα δούμε στο μεγάλο αφιέρωμα που έρχεται στη Στέγη

Ένα μοναδικό μεγάλο αφιέρωμα στον σπουδαίο δημιουργό για ένα τριήμερο σε όλους τους χώρους της Στέγης, με προβολές των ταινιών του, ένα masterclass και μια συζήτησή του με την Αφροδίτη Παναγιωτάκου στην Κεντρική Σκηνή.
M. HULOT
Steve Blame: «Το σημαντικότερο πράγμα στη ζωή είναι να παραμένεις καλός άνθρωπος»

Οθόνες / Steve Blame: «Το σημαντικότερο πράγμα στη ζωή είναι η καλοσύνη»

Υπήρξε από τις πιο αναγνωρίσιμες διεθνώς τηλεοπτικές περσόνες, όντας ο κεντρικός παρουσιαστής του MTV. Σήμερα ο 66χρονος τηλεοπτικός παραγωγός, συγγραφέας και σεναριογράφος ζει πλέον μόνιμα στην Αθήνα, όμως ο έρωτας με την Ελλάδα κρατάει από πολύ παλιά. Ο Steve Blame αφηγείται τη ζωή του στη LifO.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Oι 10 Καλύτερες Ελληνικές Ταινίες των ‘20s μέχρι τώρα

Η λίστα / Oι 10 καλύτερες ελληνικές ταινίες των '20s μέχρι τώρα

Ποιες ελληνικές ταινίες της τρέχουσας δεκαετίας έχουν ξεχωρίσει μέχρι στιγμής; Ρωτήσαμε 20 κριτικούς κινηματογράφου, ανθρώπους του ευρύτερου κινηματογραφικού χώρου και αθεράπευτους σινεφίλ και σας παρουσιάζουμε το top 10 που προέκυψε μέσα από το συναρπαστικό, σύνθετο μωσαϊκό του σύγχρονου ελληνικού σινεμά.
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
«Η αλήθεια είναι πως δεν μπορώ να εξηγήσω απόλυτα γιατί επιστρέφω διαρκώς εκεί»

Γειτονιές της Ελλάδας / «Επιστρέφοντας, μπορεί να πιάσουμε πάλι το νήμα»

Ο σκηνοθέτης Δημήτρης Κουτσιαμπασάκος μας μιλά για το χωριό όπου γεννήθηκε, το Αρματολικό στη νότια Πίνδο, αλλά και για το νέο του ντοκιμαντέρ, «Τα τέρματα του Αυγούστου», που διαδραματίζεται εκεί.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΥΡΙΑΖΗΣ
Το Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης έχει τα πιο ψαγμένα αφιερώματα

Οθόνες / Το Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης έχει τα πιο ψαγμένα αφιερώματα

Από μια ρετροσπεκτίβα στην Ιζαμπέλ Ιπέρ μέχρι έναν πλήρη οδηγό του έργου του Γιώργου Τσεμπερόπουλου και από το spotlight στον Μαρσέλ Πανιόλ μέχρι μια ανατρεπτική ματιά στην έννοια του plot twist, οι θεματικές ενότητες του φεστιβάλ διατηρούν αμείωτο το ενδιαφέρον μας.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
Γιούλη Τσαγκαράκη: «Κάθε σπίτι έχει τον δικό του Νετανιάχου, τον δικό του Τραμπ»

Οθόνες / Γιούλη Τσαγκαράκη: Η θεία Σταματίνα από τις «Σέρρες» του Γιώργου Καπουτζίδη μιλά στη LifO

Η ταλαντούχα ηθοποιός με τον ρόλο της ίντερσεξ θείας έσπασε ταμπού και άνοιξε ξανά μια σειρά συζητήσεων για το φύλο, την LGBTQI+ κοινότητα, τα ανθρώπινα δικαιώματα. Πώς ετοιμάστηκε για το ρόλο; Πώς βλέπει τις αντιδράσεις;
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Τι θα δούμε στο 66ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης

Σινεμά / Τι θα δούμε στο 66ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης

Η νέα ταινία της Ιζαμπέλ Ιπέρ, φιλμ που έρχονται από τις Κάννες, πρεμιέρες, οι μικρού μήκους του Γιώργου Τσεμπερόπουλου και οι ελληνικές συμμετοχές των διαγωνιστικών τμημάτων είναι μερικοί από τους λόγους που θα μας στείλουν και φέτος στις αίθουσες του αγαπημένου κινηματογραφικού θεσμού.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Το αμερικανικό σινεμά δίνει τη μία μάχη μετά την άλλη

Pulp Fiction / Το αμερικανικό σινεμά δίνει τη μία μάχη μετά την άλλη

Προτροπή για αντίσταση ή παραίνεση για τρομοκρατία; Το αριστούργημα του Πολ Τόμας Άντερσον «Μια μάχη μετά την άλλη», οι εξαιρετικές πρόσφατες αλληγορίες «Weapons» και «Eddington», αλλά και οι αξέχαστες κινηματογραφικές αναφορές τους απασχολούν τον Θοδωρή Κουτσογιαννόπουλο και τον αρχισυντάκτη της LiFO Γιάννη Πανταζόπουλο.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Επιτρέπεται να θαυμάζουμε σήμερα τη Λένι Ρίφενσταλ;

Ιδέες / Επιτρέπεται να θαυμάζουμε σήμερα τη Λένι Ρίφενσταλ;

Με αφορμή το νέο ντοκιμαντέρ για μια από τις πιο αμφιλεγόμενες προσωπικότητες του 20ού αιώνα, ξαναθυμόμαστε τι είχαν απαντήσει στη LiFO οι Πέπη Ρηγοπούλου, Θωμάς Μοσχόπουλος, Δημήτρης Στεφανάκης, Θάνος Παπακωνσταντίνου, Πάνος Κούτρας και Θεόφιλος Τραμπούλης.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
«Boots»: Μια σειρά για το τι σημαίνει «να είσαι gay στον στρατό»

Οθόνες / «Boots»: Kάτι καλό θα κάνει αυτή η σειρά για να την αποκαλούν «woke σκουπίδι»

H τηλεοπτική σειρά οκτώ επεισοδίων του Netflix, που έχει προκαλέσει έντονες αντιδράσεις, προσεγγίζει με μοναδικό και συγκινητικό τρόπο το θέμα της ομοφοβίας στον στρατό. 
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Η Ειρήνη Παπά μέσα από 9 ταινίες και 1 ντοκιμαντέρ

Οθόνες / Ειρήνη Παπά: Οι σημαντικότερες ταινίες της για ένα πενθήμερο στην Ταινιοθήκη

Την αποκάλεσαν «Καρυάτιδα», συνέβαλε στο να φτάσει το αρχαίο δράμα στο Χόλιγουντ, υπήρξε μια αληθινή σταρ. Αυτή την εβδομάδα μπορούμε να δούμε ξανά την «Αντιγόνη», τις «Τρωάδες», το «Ζ» και άλλες ταινίες που η Ειρήνη Παπά σφράγισε με την ερμηνεία της.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Η αιώνια και οικουμενική θεία Μπεμπέκα

Daily / Η αιώνια και οικουμενική θεία Μπεμπέκα

Η αναγγελία του θανάτου της Άννας Κυριακού προκάλεσε βαθιά συγκίνηση και θλίψη καθώς πολλοί έμοιαζαν να πενθούν όχι τόσο την απώλεια της ίδιας της ηθοποιού όσο του χαρακτήρα της στις «Tρεις Χάριτες», κι ας έχουν περάσει τρεις δεκαετίες από τότε.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΛΙΤΑΚΗΣ