Αξίζει το remake του δανέζικου «Guilty» με τον Τζέικ Γκίλενχαλ που προβάλλεται στο Netflix;

Αξίζει το remake του δανέζικου Guilty με τον Τζέικ Γκίλενχαλ που προβάλλεται στο Netflix; Facebook Twitter
Στο Guilty ο Τζίλενχαλ υποδύεται και πάλι έναν αστυνομικό που αναζητά τη λύτρωση μέσω μιας υπόθεσης που προκύπτει.
0

Στο Prisoners (2013) του Ντενί Βιλνέβ ο Τζέικ Τζίλενχαλ έχει θεωρητικά τον πιο άχαρο ρόλο, εκείνον του αστυνομικού που αναλαμβάνει το σκέλος της αστυνομικής διαδικασίας. Ο ίδιος όμως δίνει στον χαρακτήρα του στοιχεία που δεν υπάρχουν στο σενάριο.

Οι γερμένοι ώμοι, η κόπωση στην ομιλία και η εμμονή στο βλέμμα φανερώνουν έναν άνθρωπο για τον οποίο η υπόθεση που ανέλαβε, πέρα από τη διάσωση των νεαρών κοριτσιών και την αποκατάσταση της δικαιοσύνης, αφορά και τη σωτηρία της ψυχής του. Έτσι γεννά από μόνος του μια υπο-ιστορία λύτρωσης μέσα στο έργο, ξεκινώντας από την υπόκωφη ένταση και φτάνοντας μεθοδικά μέχρι την εκδήλωση και την εκτόνωσή της.

Στο Guilty, αμερικανικό ριμέικ του ομώνυμου δανέζικου θρίλερ που έφτασε μέχρι την προεπιλογή για το ξενόγλωσσο Όσκαρ το 2018, υποδύεται και πάλι έναν αστυνομικό που αναζητά τη λύτρωση μέσω μιας υπόθεσης που προκύπτει. Μόνο που ο Τζίλενχαλ δεν είναι πια ο ίδιος ηθοποιός. Δεν γνωρίζουμε αν το κακό ξεκίνησε από το Nightcrawler ή από τη μοναδική αστοχία του Μπονγκ, το Okja, η ουσία είναι ότι κάπου εκεί ο Τζίλενχαλ αλλάζει υποκριτικά, γίνεται ένας ηθοποιός του οποίου τα εκφραστικά μέσα βρίσκονται διαρκώς σε υπερδιέγερση, ένας πρωταγωνιστής που κάνει τον Πατσίνο των ‘90s να φαντάζει σαν Πατσίνο των ‘70s συγκριτικά.

Στο Guilty ο Τζίλενχαλ ξεκινά σχεδόν με το καλημέρα με τη μηχανή στη μεγάλη σκάλα. Και με αυτό τον τρόπο όταν οι έξυπνοι ελιγμοί της πλοκής εντείνουν το αδιέξοδο του χαρακτήρα, το ξέσπασμά του δεν έχει τον ανάλογο αντίκτυπο, ακριβώς γιατί δεν μοιάζει για τέτοιο – ας μην πιάσουμε την κάθαρση του φινάλε. 

Στο Guilty ο Τζίλενχαλ ξεκινά σχεδόν με το καλημέρα με τη μηχανή στη μεγάλη σκάλα. Και με αυτό τον τρόπο όταν οι έξυπνοι ελιγμοί της πλοκής εντείνουν το αδιέξοδο του χαρακτήρα, το ξέσπασμά του δεν έχει τον ανάλογο αντίκτυπο, ακριβώς γιατί δεν μοιάζει για τέτοιο.

Όλο το εγχείρημα, αν και σε γενικές γραμμές εξαιρετικά πιστό στο original, σε βαθμό που να μην έχει κάτι για να αποζημιώσει μη «παρθένους» θεατές, είναι πιο εξωστρεφές από εκείνο το φιλμ.

Στο τηλεφωνικό κέντρο της αμέσου δράσεως, όπου ο κεντρικός ήρωας κάνει τη βάρδιά του και θα εμπλακεί σε μια υπόθεση απαγωγής, την οποία θα αναλάβει προσωπικά, ώστε να εξιλεωθεί για κρίματα του παρελθόντος, έχουν προστεθεί video wall, όπου φαίνονται πυρκαγιές που μαίνονται στην περιοχή. Λες και το σκοτεινό background, που τόσο πετυχημένα διόγκωνε το αίσθημα κλειστοφοβίας στο πρωτότυπο, θα κούραζε τον θεατή κι έπρεπε να του ανοίξουμε ένα παράθυρο στον έξω κόσμο, για να σπάσουμε την οπτική  μονοτονία.

Οι πυρκαγιές έχουν, φυσικά, και συμβολικό χαρακτήρα, θα σβήσουν όταν ο ήρωας κάνει το σωστό κι αυτή είναι η έτερη διαφορά του remake από το πρωτότυπο. Εδώ η μεταμέλεια όχι μόνο κατονομάζεται, αλλά υπερτονίζεται, σε βαθμό που το θεματικό κέντρο βάρους μετατοπίζεται.

Έτσι, από ένα φιλμ που άνετα μπορεί να διαβαστεί σαν κριτική πάνω στην ευκολία με την οποία εξάγουμε συμπεράσματα στη σοσιαλμιντιακή μας πραγματικότητα και στα επακόλουθα λαϊκά δικαστήρια, καταλήγουμε με μια καταγγελία κατά της αστυνομικής βίας και της κατάχρησης εξουσίας, η οποία δεν στηρίζεται επαρκώς από τη δραματουργία.

Φυσικά, επειδή πρέπει να σκεφτούμε κι εκείνον τον θεατή που ιδέα δεν έχει για την προϊστορία του έργου και απλά θα πατήσει το play όταν ο αλγόριθμος του Netflix το φέρει μπροστά στην οθόνη του, το remake του Guilty κρατά το ενδιαφέρον χάρη στη σφιχτοδεμένη του πλοκή και την ένταση των διαλογικών αντεγκλήσεων, αμφότερες πιστές στο πρωτότυπο, σε βαθμό που αναρωτιέσαι πόσες εργατοώρες έφαγε ο Νικ Πιτζολάτο του True Detective πάνω στη σεναριακή διασκευή.

Αν, όμως, αναζητάς να ακούσεις την ιστορία ενός χαρακτήρα έγκλειστου κυριολεκτικά και μεταφορικά, ευρισκόμενου σε οριακό σημείο κι απεγνωσμένου να λυτρωθεί, ανεξάρτητα από το κόστος, και τη θες οπωσδήποτε σε πακέτο συγκλονιστικής παράστασης για έναν ρόλο, θα την εντοπίσεις στο Locke (2013) του Στίβεν Νάιτ με τον Τομ Χάρντι, ένα γνήσιο υπαρξιστικό διαμαντάκι που έχει αδίκως ξεχαστεί.

Οθόνες
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Eno: Ένα μοναδικό ντοκιμαντέρ για έναν μέγα οραματιστή και δημιουργό

Daily / Eno: Ένα μοναδικό ντοκιμαντέρ για έναν μέγα οραματιστή και δημιουργό

Η εκδοχή του ντοκιμαντέρ για τον Brian Eno που είδαμε στις Νύχτες Πρεμιέρας ήταν μοναδική και αποκλειστική για τη συγκεκριμένη προβολή, αυτό που μένει όμως σε κάθε περίπτωση είναι η μαγνητικά χαρισματική και πάντα προσηνής προσωπικότητά του.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΛΙΤΑΚΗΣ
«Εμείς, το Τέρας»: Όλες οι ταινίες του μεγάλου αφιερώματος του 65ου Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης

Οθόνες / «Εμείς, το Τέρας»: Όλες οι ταινίες του μεγάλου αφιερώματος του 65ου Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης

Toντ Μπράουνινγκ, Ντέιβιντ Λιντς, Σαμπρόλ, Μιγιαζάκι, Κρόνενμπεργκ και Σπάικ Τζόνζι: Οι ταινίες που θα διερευνήσουν και θα διευρύνουν την έννοια του «τέρατος» στο φετινό Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
Disclaimer: Ο Κουαρόν ακολουθεί τους δικούς του ρυθμούς ακόμα και στην τηλεόραση

Pulp Fiction / Disclaimer: Ο Κουαρόν ακολουθεί τους δικούς του ρυθμούς ακόμα και στην τηλεόραση

Το αφήγημα και η αφήγηση μιας πολύπλοκης τραγωδίας στην πρώτη τηλεοπτική σκηνοθεσία, αν και ευτυχώς κινηματογραφικής προσέγγισης, του βραβευμένου με Όσκαρ Μεξικανού σκηνοθέτη.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
«Apartment 7A»: Η Ρόζμαρι δεν μένει (ακόμα) εδώ

Οθόνες / «Apartment 7A»: Η Ρόζμαρι δεν μένει (ακόμα) εδώ

Άλλο ένα prequel εμβληματικής ταινίας τρόμου, αυτήν τη φορά του πολυσήμαντου «Μωρού της Ρόζμαρι», με τις Τζούλια Γκάρνερ και Νταϊάν Γουίστ σε ερμηνευτική φόρμα, αλλά το αποτέλεσμα να κινείται σε ρηχά νερά.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
Will & Harper: Μαθήματα αποδοχής, συμπερίληψης και βαθιάς φιλίας

Daily / Will & Harper: Μαθήματα αποδοχής, συμπερίληψης και βαθιάς φιλίας

Όταν η παλιά του φιλική επαφή από το Saturday Night Live αποκάλυψε στον έκπληκτο Γουίλ Φέρελ ότι έχει ξεκινήσει διαδικασία φυλομετάβασης, ο διάσημος κωμικός είχε την ιδέα να κάνουν μαζί ένα ταξίδι στην αμερικανική ενδοχώρα και να καταγράψουν την εμπειρία τους σ’ αυτή την ταινία.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΛΙΤΑΚΗΣ
Ο σκληρός ρεαλισμός του Sam Fuller στο φαντασιακό ρεπερτόριο της Cindy Sherman

Pulp Fiction / Ο σκληρός ρεαλισμός του Sam Fuller στο φαντασιακό ρεπερτόριο της Cindy Sherman

Η διάσημη φωτογράφος ξεχωρίζει μία από τις πιο αγαπημένες της ταινίες, το The naked kiss του Σάμιουελ Φούλερ, ένα σκανδαλώδες, παραγνωρισμένο, αλλά πάντα μοντέρνο κοινωνικό νουάρ από το 1964.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Όλα όσα μου έμαθε η καθηγήτρια Μακγκόναγκαλ

Οθόνες / Όλα όσα μου έμαθε η καθηγήτρια Μακγκόναγκαλ

Η Μάγκι Σμιθ πέρασε στην αιωνιότητα, αφήνοντας πίσω της ένα έργο μνημειώδες και μια κληρονομιά αδιασάλευτη, τόσο θεατρικά όσο και κινηματογραφικά. Ως φόρο τιμής, επιλέγω τρεις αγαπημένες στιγμές από τον ρόλο που με σύστησε σε αυτή.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΝΤΑΤΣΗΣ
MAGGIE SMITH

Απώλειες / Μάγκι Σμιθ (1934-2024): Μια ηθοποιός καθηλωτική στη διακριτική της διαδρομή

Οι κυρίες τη θαύμασαν στο «Downton Abbey», τα παιδιά τη λάτρεψαν στον Χάρι Πότερ, το θέατρο και το σινεμά έχασαν τη βασίλισσα της ένρινης ειρωνείας και έναν εθνικό θησαυρό της Αγγλίας.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ