Γιάννης Ράγκος: Ο δημοσιογράφος που μελετά τα ελληνικά εγκλήματα των τελευταίων δύο αιώνων Facebook Twitter
Το ότι όσοι κάνουν ένα έγκλημα είναι άνθρωποι που οικειοθελώς προσχωρούν στο ταξίδι προς την κόλαση με ενδιέφερε και άρχισα να ερευνώ υποθέσεις αληθινών εγκλημάτων. Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO

Γιάννης Ράγκος: Ο δημοσιογράφος που μελετά τα ελληνικά εγκλήματα των τελευταίων δύο αιώνων

0

Ο Γιάννης Ράγκος είναι βέρος Αθηναίος και κάτοικος του ιστορικού κέντρου εδώ και χρόνια. Είναι δημοσιογράφος από πολύ νεαρή ηλικία – έχει εργαστεί ως έμμισθος ή freelance δημοσιογράφος σε περιοδικά, εφημερίδες, ραδιοφωνικούς σταθμούς, τηλεοπτικές εκπομπές, ντοκιμαντέρ και blog/sites, καλύπτοντας ποικίλα ρεπορτάζ.

Έχει συνεργαστεί με μερικές από τις πιο δημοφιλείς σειρές της ελληνικής τηλεόρασης και από το 2000 είναι συγγραφέας λογοτεχνικών βιβλίων, βιβλίων έρευνας, αλλά και ταξιδιωτικών οδηγών. Με τον συγγραφέα Δημοσθένη Παπαμάρκο έκαναν τη σεναριακή διασκευή για το graphic novel «Ερωτόκριτος», σε σχέδια του Γιώργου Γούση, το οποίο απέσπασε πέντε βραβεία (Καλύτερο Κόμικ, Καλύτερο Σχέδιο, Καλύτερη Καλλιτεχνική Επιμέλεια, Καλύτερο Σενάριο και Καλύτερο Εξώφυλλο) στα Ελληνικά Βραβεία Κόμικς 2017, καθώς και για το κόμικ «Στα μυστικά του βάλτου», σε σχέδια Παναγιώτη Πανταζή.

Πρόσφατα κυκλοφόρησε το «Ληστές – Η ζωή και ο θάνατος των Γιάννη και Θύμιου Ντόβα», συνεργαζόμενος στο σενάριο με τον Γιώργο Γούση, και ξαναδουλεμένο το «Μυρίζει Αίμα», το non-fiction crime novel που είχε κυκλοφορήσει το 2008.

Είναι τακτικό μέλος της Ένωσης Συντακτών Περιοδικού-Ηλεκτρονικού Τύπου (ΕΣΠΗΤ) και της Διεθνούς Ομοσπονδίας Δημοσιογράφων (IFJ), ιδρυτικό μέλος της Ελληνικής Λέσχης Συγγραφέων Αστυνομικής Λογοτεχνίας (ΕΛΣΑΛ) και μέλος της Διεθνούς Ομοσπονδίας Αστυνομικών Συγγραφέων (IACW).


— Με τον Γιάννη Ράγκο, τον ήρωα της Επανάστασης, έχεις συγγένεια;

Είναι μακρινός πρόγονός μου. Μάλιστα, έχω όλο το αρχείο του, που έχει κυκλοφορήσει σε μια έκδοση από το Εθνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο, αλλά είναι πολύ μακρινή η καταγωγή. Ήταν από τον Βάλτο της Αιτωλοακαρνανίας, είχε το αρματολίκι εκεί και ήταν αντίπαλος και αντίζηλος του Καραϊσκάκη. Έγινε και στρατηγός μετά.


— Γιατί έγινες δημοσιογράφος;

Δεν υπάρχει συγκεκριμένη αιτία, αλλά θα σου πω πώς το αποφάσισα. Το 1981, όταν έγιναν οι σεισμοί στις Αλκυονίδες, είχαν οι γονείς μου κάποιους φίλους με εξοχικό έξω απ' την Κόρινθο, στο Βραχάτι. Πήγαμε, λοιπόν, μια βόλτα όλοι μαζί να δουν σε τι κατάσταση ήταν το σπίτι τους, και επειδή η περιοχή είχε πληγεί πάρα πολύ, ό,τι έβλεπα το κατέγραφα. Έκανα ένα είδος ρεπορτάζ. Τότε, στο σχολείο όπου πήγαινα, στο Παλαιό Φάληρο, βγάζαμε ένα μαθητικό περιοδικό και έγραψα εκεί τι είδα στο επιτόπιο ρεπορτάζ που είχα κάνει. Μου άρεσε τόσο πολύ η διαδικασία της καταγραφής και της αποτύπωσης, που στα 15 μου είπα «θέλω να γίνω δημοσιογράφος».

Και πράγματι, από τα 19 μου χρόνια, πρωτοετής στο πανεπιστήμιο –μπήκα στο τμήμα Πολιτικών Επιστημών στην Πάντειο σχολή τότε–, ξεκίνησα να δουλεύω στη «Ναυτεμπορική», ως νεαρός ρεπόρτερ. Έκανα πειραϊκό και ναυτιλιακό ρεπορτάζ, ως βοηθός του συντάκτη. Μου άρεσε το στοιχείο της έρευνας, της αποτύπωσης και της καταγραφής το γεγονότος, επειδή μου άρεσαν η γλώσσα και το γράψιμο.

Δεν αγαπώ το έγκλημα ως έγκλημα, αυτό το λέω με μεθύστερη γνώση. Αυτό που διαπίστωσα είναι ότι πάντα με είλκυαν, όχι μόνο στην πραγματική ζωή αλλά και στα διαβάσματά μου, οι ιστορίες ανθρώπων με τραγικό πεπρωμένο. 


— Κι αυτό σε οδήγησε στη συγγραφή;

Το πρώτο μου βιβλίο το έβγαλα το 2000, όταν ήμουν πια 34 χρονών. Ήταν μια δημοσιογραφική έρευνα που έκανα για πέντε χρόνια, από το '94 έως το '99, για την περίφημη υπόθεση της νάρκης στον Γοργοπόταμο το '64, όταν γιορτάστηκε για πρώτη φορά η επέτειος του σαμποτάζ του '42. Τότε είχε γίνει επίσημος εορτασμός από την κυβέρνηση Κέντρου, με εκπροσώπους κομμάτων κ.λπ., και με τη λήξη του εορτασμού εξερράγη μια νάρκη στο σημείο. Σκοτώθηκαν 13 άνθρωποι και τραυματίστηκαν 100. Η επίσημη εκδοχή ήταν ότι ήταν μια παλιά νάρκη από ένα ναρκοπέδιο κάτω από τη Γέφυρα του Γοργοποτάμου. Έκανα ένα θέμα στο «Ποντίκι», αλλά το υλικό που συγκεντρώθηκε ήταν τόσο πολύ, που σκέφτηκα να το κάνω βιβλίο.

Αναδρομικά, μετά την κυκλοφορία του βιβλίου, μπορώ να πω ότι δεν ήθελα να γίνω δημοσιογράφος, ήθελα συγγραφέας, και παραστράτησα. Ωστόσο, μου αρέσει η ερευνητική δημοσιογραφία, γι' αυτό κι έχω κάνει διάφορα ρεπορτάζ. Εκτός από πειραϊκό και ναυτιλιακό, έχω κάνει πολύ ελεύθερο, καλλιτεχνικό, πολιτικό, κοινοβουλευτικό...

Γιάννης Ράγκος: Ο δημοσιογράφος που μελετά τα ελληνικά εγκλήματα των τελευταίων δύο αιώνων Facebook Twitter
Ένας «ευτυχισμένος» άνθρωπος μπορεί να είναι πολύ καλά με τον εαυτό του και μπράβο του, αλλά για μένα, που τον παρατηρώ απέξω, είναι ένας πληκτικός άνθρωπος. Δεν μου λέει τίποτα. Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO


— Το ενδιαφέρον σου για το έγκλημα πώς προέκυψε;

Δεν αγαπώ το έγκλημα ως έγκλημα, αυτό το λέω με μεθύστερη γνώση. Αυτό που διαπίστωσα είναι πάντα με είλκυαν, όχι μόνο στην πραγματική ζωή αλλά και στα διαβάσματά μου, οι ιστορίες ανθρώπων με τραγικό πεπρωμένο. Ένα γαλλικό γνωμικό λέει ότι «οι ευτυχισμένοι άνθρωποι δεν έχουν ιστορία». Ένας «ευτυχισμένος» άνθρωπος μπορεί να είναι πολύ καλά με τον εαυτό του και μπράβο του, αλλά για μένα, που τον παρατηρώ απέξω, είναι ένας πληκτικός άνθρωπος. Δεν μου λέει τίποτα. Οι άνθρωποι που μας ελκύουν το ενδιαφέρον είναι αυτοί που έχουν τις αντιφάσεις τους, που φτάνουν στα όριά τους και τα υπερβαίνουν, που δοκιμάζουν πράγματα, που έχουν δηλαδή ένα είδος τραγικού πεπρωμένου. Αυτός ήταν ο λόγος, συν η γοητεία που ασκεί η εξιχνίαση ενός μυστηρίου, το ερευνητικό στοιχείο δηλαδή, που με οδήγησε στην αστυνομική λογοτεχνία, πρωτίστως ως αναγνώστη.

Η μεθοδολογία της έρευνας που ακολουθείται και στην αστυνομική λογοτεχνία από την πλευρά του ερευνητή με γοήτευε. Όταν ήμουν στην εφηβεία μου, 15-16 χρονών, και διάβαζα Άγκαθα Κρίστι, μου είπε ο πατέρας μου –που διάβαζε και ήταν ένας πολύ καλλιεργημένος άνθρωπος–, «διάβασε Χάμετ, Τσάντλερ, Χάισμιθ και Σιμενόν, κορυφαίους συγγραφείς». Και τους διαβάζω και πέφτω ξερός, μου αποκαλύπτεται ένας ολόκληρος νέος κόσμος. Στα βιβλία τους υπήρχε και μια βαθιά λογοτεχνικότητα, εκτός των άλλων.


Αυτό το στοιχείο, λοιπόν, το ότι οι άνθρωποι που κάνουν ένα έγκλημα είναι άνθρωποι που οικειοθελώς προσχωρούν στο ταξίδι προς την κόλαση, με ενδιέφερε και άρχισα να ερευνώ υποθέσεις αληθινών εγκλημάτων.

Η βασική μου εμπλοκή ξεκίνησε ως εξής. Τέλη του '90 ήμουν ένας πολύ νεαρός δημοσιογράφος – τότε δούλευα ως ξένος ανταποκριτής, ήμουν στο γραφείο Τύπου του Φεστιβάλ Αθηνών και έκανα καλλιτεχνικό ρεπορτάζ. Μου γίνεται μια πρόταση από τον Πάνο τον Κοκκινόπουλο για μια εκπομπή που ετοίμαζε στον ΑΝΤ1 τότε, την περίφημη «Ανατομία ενός Εγκλήματος». Ήταν ένα concept που είχε φέρει ο Μαστοράκης, ο οποίος ήταν υπεύθυνος προγράμματος του ΑΝΤ1, το docudrama, μια σειρά βασισμένη σε αληθινές ιστορίες. Ήθελαν έναν δημοσιογράφο και με ρώτησε αν με ενδιέφερε. Ήταν έγκλημα και έρευνα και με ενδιέφερε. Και αληθινές ιστορίες.

Ξεκίνησα την έρευνα για να παραδώσω υλικό στους σεναριογράφους και τους σκηνοθέτες, για να μετατραπεί αυτό σε σενάριο, να γίνουν τα γυρίσματα κ.λπ., οπότε, αν και η εκπομπή ξεκίνησε το '91, εγώ δούλεψα στον ΑΝΤ1 από τα τέλη του '90 μέχρι το '95. Η σειρά έκανε πάταγο στην εποχή της, ήταν ένα concept πολύ καινούργιο για την Ελλάδα, με εξαιρετικούς συντελεστές και καστ. Δεν ήταν μόνο ο Πάνος ο Κοκκινόπουλος, ήταν κι άλλοι σκηνοθέτες σημαντικοί, και ο Πέτρος ο Μάρκαρης στο σενάριο... Υπήρχαν περιπτώσεις που χρειάστηκε να κάνω και οκτώ μήνες έρευνα για να μαζέψουμε το υλικό.

Αυτό το πράγμα, λοιπόν, που διήρκεσε τέσσερα χρόνια, με οδήγησε στη συγκέντρωση ενός υλικού, γύρω στις 90 με 100 υποθέσεις εγκλημάτων που διέτρεχαν όλο τον 19ο και τον 20ό αιώνα. Το κριτήριό μας στην «Ανατομία ενός Εγκλήματος» ήταν να είναι υποθέσεις που έχουν τελεσιδικήσει από δικαστικής πλευράς, και για λόγους ηθικής τάξης αλλά και για λόγους τυπικής κάλυψης. Πηγαίναμε με την απόφαση του δικαστηρίου. Αν το δικαστήριο είχε καταδικάσει κάποιον, ήταν ένοχος. Το λέω γιατί υπήρχαν περιπτώσεις που οι καταδικασμένοι ένοχοι δεν είχαν αποδεχτεί ακόμα την απόφαση και όταν εμείς παρουσιάζαμε την υπόθεσή τους, μάς έστελναν επιστολές και μας έλεγαν «είμαι αθώος, γιατί με παρουσιάζεις ένοχο;». Πάντα, όμως, είχαμε τη δικαστική απόφαση ως οδηγό.

Η συνεργασία με τον Πάνο Κοκκινόπουλο συνεχίστηκε το '96 και το '97 στη «Διπλή Αλήθεια», μια εκπομπή παρόμοιου χαρακτήρα στην ΕΡΤ, και το 2000-2002 στον Alpha κάναμε τον «Κόκκινο Κύκλο». Όλο αυτό το δυσεύρετο υλικό της δικής μου δεκαετούς ερευνητικής δουλειάς, δημοσιογραφικής και όχι επιστημονικής, κατέληξε να είναι 150 υποθέσεις στο αρχείο μου. Επομένως, με αυτή την έννοια ταυτίστηκα με το έγκλημα, χωρίς να έχω κάνει ποτέ μου αστυνομικό ρεπορτάζ. Και, βέβαια, σε αυτήν τη διαδικασία συνάντησα συγκλονιστικά γεγονότα, μάλιστα το μυθιστόρημα που γράφω τώρα βασίζεται σε όλο αυτό το υλικό που έχω στο αρχείο μου. Είναι ένα non-fiction novel πάλι, όπως και το «Μυρίζει Αίμα», απλώς διατρέχει πια όλο τον 20ό αιώνα.


Πρέπει να σου πω το εξής: το υλικό που έχω, δηλαδή φάκελοι σε ένα μέρος της βιβλιοθήκης στο γραφείο μου, και κάθε φάκελος είναι και μία υπόθεση, περιλαμβάνει δημοσιεύματα εφημερίδων, δικαστικά έγγραφα, προανακριτικό υλικό, ανάλογα με την κάθε περίπτωση, απομαγνητοφωνημένες συνεντεύξεις, οπτικοακουστικό υλικό που έχω πάρει από τα αρχεία των καναλιών στα οποία δούλευα, υλικό που είτε έχει παίξει είτε όχι, αμοντάριστο, που το έχω σε VHS. Αυτό το υλικό, λοιπόν, είναι πραγματολογικού ενδιαφέροντος, αφορά κάποιον που θέλει να κάνει μια μελέτη σε ένα φαινόμενο εγκληματολογικό.

Έχουν έρθει πάρα πολλές φορές φοιτητές του Παντείου και της Νομικής Σχολής να πάρουν πρωτογενές υλικό για να δουλέψουν πάνω σ' αυτό. Ένας αστυνομικός συντάκτης πιθανόν να έχει ένα ακόμα μεγαλύτερο αρχείο, με τις υποθέσεις με τις οποίες έχει ασχοληθεί προφανώς, αλλά πιάνουν αυτά τα 20-30χρόνια που έκανε στο αστυνομικό ρεπορτάζ. Το δικό μου αρχείο, επειδή ήταν έτσι η φύση της δουλειάς μου, έχει επεκταθεί σε σχεδόν δύο αιώνες. Ξεκινάω από το 1830 και φτάνω μέχρι το 2005.

Γιάννης Ράγκος: Ο δημοσιογράφος που μελετά τα ελληνικά εγκλήματα των τελευταίων δύο αιώνων Facebook Twitter
Το ιστορικό ρεπορτάζ είναι αυτό που λένε οι Αγγλοσάξονες «historical feature stories». Στη δυτική Ευρώπη και στην Αμερική υπάρχουν δημοσιογράφοι που ειδικεύονται σε αυτά τα θέματα και ερευνούν ένα θέμα για έναν χρόνο. Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO


— Από κει προέκυψαν και τα «Ξεχασμένα Πρωτοσέλιδα»;

Αυτό το βιβλίο δεν έχει μόνο εγκλήματα, είναι δημοσιογραφικό. Το 2000 κυκλοφόρησα το πρώτο μου βιβλίο και το πρώτο λογοτεχνικό το έβγαλα το 2004, τη «Στάση του Εμβρύου» – ήταν το πρώτο μου μυθιστόρημα. Το 2000 είπα ότι θέλω να γίνω συγγραφέας κι εκείνη την περίοδο, που κράτησε ίσως και έναν χρόνο, έτυχε να λυθούν κάποιες συμβάσεις εργασίας, να σταματήσουν κάποιες συνεργασίες κ.λπ. και τότε έκανα μια επιλογή – γιατί ήταν χρυσή εποχή εκείνη, και είχα φτάσει να έχω δέκα δουλειές ταυτόχρονα ως δημοσιογράφος. Έβγαζα σχεδόν τρεις φορές περισσότερα απ' όσα χρειαζόμουν για να ζω καλά και είπα «όχι, θα περιορίσω τις δημοσιογραφικές μου δουλειές, άρα και το εισόδημά μου, για να ελευθερώσω χρόνο για να γράψω».

Είμαι 35 χρόνια επαγγελματίας δημοσιογράφος και 20 χρόνια επαγγελματίας συγγραφέας, και παρότι το βασικό μου εισόδημα προέρχεται από τη δημοσιογραφία, αν με ρωτήσεις τι δουλειά κάνω, λέω πρώτα ότι είμαι συγγραφέας και μετά ότι είμαι δημοσιογράφος πια. Επειδή αποφάσισα να μην κάνω πια ρεπορτάζ της τρέχουσας επικαιρότητας, άρχισα να κάνω άλλα θέματα, που ήταν πιο ερευνητικά και δεν απαιτούσαν τόσο πολύ χρόνο και deadlines, οπότε στράφηκα σε δύο πράγματα που μου άρεσαν πολύ και τα έκανα και νωρίτερα, το ταξιδιωτικό και το ιστορικό ρεπορτάζ, μια δημοσιογραφικού τύπου προσέγγιση σε άγνωστες πτυχές της Ιστορίας, που συνίσταται στην ανακάλυψη άγνωστων ντοκουμέντων ή μιας πτυχής ενός ήδη γνωστού γεγονότος που δεν έχει φωτιστεί πολύ, με κάποια νέα στοιχεία.

Διεξάγοντας αυτά τα ρεπορτάζ, έκανα πρωτότυπες ιστορικές έρευνες για διάφορα γεγονότα που ήταν άγνωστα. Συνεργάζομαι πολλά χρόνια τώρα, δεκατέσσερα για την ακρίβεια, με την «Ιστορία Εικονογραφημένη» του Πάπυρου, που τώρα, βέβαια, έχει αλλάξει ιδιοκτησία. Είναι το παλιότερο περιοδικό που κυκλοφορεί στην Ελλάδα σήμερα, από το 1968 συγκεκριμένα. Και από αυτό το υλικό, 30 κομμάτια –πολλά θέματα, κυρίως της μικροϊστορίας, τα μικρά γεγονότα, και κάποια εγκλήματα μεταξύ αυτών–, έκανα μια επιλογή και έβγαλα το 2016 τα «Ξεχασμένα Πρωτοσέλιδα». Είναι θέματα που στην εποχή τους έκαναν αίσθηση και έγιναν πρωτοσέλιδα, όμως στην πορεία του χρόνου ξεχάστηκαν.

Επίσης, οι έρευνες για τα εγκλήματα που έκανα πιο παλιά έχουν και το στοιχείο της ιστορικής έρευνας, διότι ένα έγκλημα, πέρα από το καθαρά αστυνομικό του κομμάτι, πώς έγινε, πώς αποκαλύφθηκε, πώς συνελήφθη ο δράστης, πόσο δικάστηκε, αποκαλύπτει όλη την εποχή του. Είναι ένας καθρέφτης της. Ακόμα και ένα έγκλημα πάθους αποκαλύπτει την εποχή του, αρκεί να θέλεις να το δεις έτσι, να ψάξεις τα στοιχεία που σχετίζονται με το κοινωνικό περιβάλλον στο οποίο έγινε το έγκλημα και με το οποίο το έγκλημα συνδέεται.

Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η υπόθεση Αθανασόπουλου, το 1931. Συμμετέχουν στον φόνο η γυναίκα του, η μάνα της (η πεθερά του), η υπηρέτρια και ένας ανιψιός της πεθεράς, ο Μοσκιός. Και ως ηθικός αυτουργός εμφανίζεται ο Μοσκιός, που καταδικάζεται σε ισόβια επειδή είχε ένα θέμα ψυχολογικό και έπεσε λίγο στα μαλακά. Οι γυναίκες, ενώ η πρόταση ήταν για θανατική ποινή, καταδικάζονται σε ισόβια δεσμά και μάλιστα βγήκαν το '41, με την είσοδο των Γερμανών στην Ελλάδα και την έναρξη της Κατοχής, επειδή μέχρι τότε οι γυναίκες θεωρούνταν ότι είχαν μειωμένο καταλογισμό! Άρα, είχαν ένα ελαφρυντικό στοιχείο και μειωνόταν η ποινή τους μόνο και μόνο επειδή ήταν γυναίκες. Να μια αντίληψη της κοινωνίας πώς επιδρούσε στην ποινή. Είναι κοινωνικό γεγονός το έγκλημα και εντάσσεται πλήρως στην κοινωνία.


Το ιστορικό ρεπορτάζ είναι αυτό που λένε οι Αγγλοσάξονες «historical feature stories». Στη δυτική Ευρώπη και στην Αμερική υπάρχουν δημοσιογράφοι που ειδικεύονται σε αυτά τα θέματα και ψάχνουν ένα θέμα και για έναν χρόνο. Εκεί όμως υπάρχουν τα μέσα που τους διαθέτουν χρόνο και χρήμα για να κάνουν μια έρευνα, γι' αυτό και γίνονται δημοσιογραφικές αποκαλύψεις συγκλονιστικές για γεγονότα που έχουν γίνει πριν από '30 και '40 χρόνια. Στην Ελλάδα είναι πάρα πολύ υποβαθμισμένο αυτό, το κάνουν κάποιοι λίγοι δημοσιογράφοι τα τελευταία χρόνια, αλλά δεν είναι είδος που χαίρει ιδιαίτερης εκτίμησης.


— Πες μου για τη «Στάση του Εμβρύου».

Πριν από το 2000 είχα γράψει σενάρια για μικρού μήκους ταινίες που έκαναν φίλοι μου. Γύρω στο 2002 σχεδιάζαμε με έναν φίλο σκηνοθέτη να προτείνουμε μια ιδέα για σειρά σε ένα κανάλι, έπεσε η ιδέα, αλλά δεν έγινε τελικά. Είχα στο μυαλό μου αυτό το σενάριο κι ένα βράδυ που είμαστε καλεσμένοι με τη γυναίκα μου για φαγητό, γύρω στις 5 μου χτυπάει μια φλασιά και μου έρχεται όλη η ιστορία με πυρήνα αυτό που είχαμε σκεφτεί. Και γράφω πυρετωδώς 15 σελίδες.

Έγραψα μια σκαλέτα σε ένα βράδυ. Κι αυτός ο σκελετός οδήγησε στο πρώτο μου μυθιστόρημα που λεγόταν «Η στάση του εμβρύου», ένα κλασικό whodunit αστυνομικό μυθιστόρημα. Υπάρχει ένας φόνος στην αρχή, υπάρχει κι ένας ερευνητής, που είναι αστυνομικός, και κάνω κι ένα tribute στον Γιάννη Μαρή, γιατί η δολοφονία γίνεται με τον τρόπο που γίνεται στο «Έγκλημα στο Κολωνάκι», με ένα αγαλματίδιο με το οποίο σπάνε το κεφάλι κάποιου. Ερευνώντας την υπόθεση, ο αστυνομικός ανακαλύπτει και κομμάτια του δικού του εαυτού. Κάνει κι ένα υπαρξιακό ταξίδι ψυχαναλυτικό, και από κει προκύπτει και η στάση του εμβρύου.

Είχε ατέλειες τεχνικές, αλλά είχε καλές κριτικές και το 2016 είχα την τιμή να χαρακτηριστεί ως ένα από 40 αντιπροσωπευτικότερα ελληνικά αστυνομικά μυθιστορήματα από το 1953 μέχρι τότε. Τη χρονιά εκείνη, για την Παγκόσμια Έκθεση Βιβλίου της Φρανκφούρτης βγήκε από το ελληνικό περίπτερο ένας τόμος για την ιστορία του ελληνικού μυθιστορήματος και είχε κι ένα αφιέρωμα στα αστυνομικά μυθιστορήματα από το «Έγκλημα στο Κολωνάκι» του Μαρή μέχρι το 2016. Είχαν συμπεριλάβει και τη «Στάση του Εμβρύου». Το 2008 έγραψα το δεύτερο βιβλίο, το «Μυρίζει αίμα», το οποίο ξανακυκλοφόρησε τώρα...


— Έχεις προσθέσει κάτι στη νέα έκδοση;

Ένα 10%. Έχω αλλάξει, έχω προσθέσει κι έχω αφαιρέσει. Όταν κάνω ένα θέμα δεν σημαίνει ότι τελειώνει η προσέγγισή μου σε αυτό. Όταν ανακαλύψω μετά ένα επιπλέον στοιχείο ή πληροφορία γι' αυτό, το κρατάω και σε μια ενδεχομένως επαναδημοσίευση ή επαναπροσέγγιση του θέματος το συμπληρώνω.

Η υπόθεση του «Μυρίζει αίμα» είναι βασισμένη σε αληθινό γεγονός, στην ιστορία των δύο Γερμανών, Χέρμαν Ντουφτ και Χανς Μπασενάουερ, που ήταν οι πρώτοι serial killers επί ελληνικού εδάφους το 1969, οι οποίοι σε διάστημα μερικών ημερών έκαναν έξι φόνους και πέντε ληστείες.

Κάνω την έρευνα για την υπόθεση για την «Ανατομία ενός Εγκλήματος», το δίνω για την εκπομπή, γίνεται το επεισόδιο, που λεγόταν «Εν Ψυχρώ» και το είχε σκηνοθετήσει ο Μπάμπης ο Σπανός, γράφω γι' αυτό σε διάφορα sites και κάποια στιγμή, το 2007, λέω ότι αυτό είναι καταπληκτικό υλικό για να γίνει λογοτεχνία. Εκεί, λοιπόν, κάνω επιπλέον έρευνα και ανακαλύπτω λεπτομέρειες που προσθέτουν ακόμα μία απόχρωση στην εικόνα που ήδη υπήρχε, και όλο αυτό το χρησιμοποίησα το 2008 για να βγάλω το «Μυρίζει αίμα».

Τώρα, από το '08 μέχρι το '19, προστέθηκε κάποιο καινούργιο υλικό, όπως μια μαρτυρία της Ελληνίδας αρραβωνιαστικιάς του Μπασενάουερ, όταν τον επισκέφτηκε στη φυλακή της Αίγινας, η οποία έγινε μια ολόκληρη νέα σκηνή στο βιβλίο. Ξαναδουλεύτηκε και λογοτεχνικά. Είναι το πρώτο βιβλίο αστυνομικής λογοτεχνίας που βασίζεται σε αληθινή ιστορία (δηλωμένα) και είναι και από τα λίγα ελληνικά μυθιστορήματα που ανήκουν σε αυτό που λέμε non-fiction novel.

Τώρα δουλεύω το τρίτο μου μυθιστόρημα, που πάλι βασίζεται σε αληθινά εγκλήματα, με τη διαφορά ότι εδώ κάνω ένα βήμα παρακάτω. Η ιστορία εξελίσσεται στο σήμερα, αλλά ψηλαφώ όλη την ελληνική Ιστορία του 20ού αιώνα μέσα από υποθέσεις αληθινών εγκλημάτων. Δεν είναι ντοκουμέντο, μέσα από τη λογοτεχνική φόρμα γίνεται αυτό. Είναι ένας αναστοχασμός του 20ού αιώνα από μια άλλη σκοπιά, όχι από την πλευρά των πολιτικών ή των διπλωματικών γεγονότων αλλά από τη σκοπιά των πραγματικών εγκλημάτων. Εδώ πρωταγωνιστής είμαι κατ' ουσίαν εγώ, πρωταγωνιστής είναι το άλτερ έγκο μου με έναν τρόπο. Ενδιάμεσα, από το 2008 μέχρι σήμερα, έχω γράψει διηγήματα που έχουν δημοσιευτεί σε διάφορους συλλογικούς τόμους.

Γιάννης Ράγκος: Ο δημοσιογράφος που μελετά τα ελληνικά εγκλήματα των τελευταίων δύο αιώνων Facebook Twitter
Όταν κάνω ένα θέμα δεν σημαίνει ότι τελειώνει η προσέγγισή μου σε αυτό. Όταν μετά ανακαλύψω ένα επιπλέον στοιχείο ή πληροφορία γι' αυτό, το κρατάω και σε μια ενδεχομένως επαναδημοσίευση ή επαναπροσέγγιση του θέματος, το συμπληρώνω. Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO


— Το «Balkan Noir» τι είναι;

Το 2010 ιδρύθηκε η Ελληνική Λέσχη Συγγραφέων Αστυνομικής Λογοτεχνίας (ΕΛΣΑΛ) – ήμασταν 25 συγγραφείς, τώρα έχουμε φτάσει τους 45. Ως ΕΛΣΑΛ έχουμε επαφή με τη διεθνή ομοσπονδία αστυνομικών συγγραφέων, την Ιnternational Αssociation of Crime Writers. Κάποια στιγμή είχα πάει μόνος μου στην ετήσια συνάντηση της Διεθνούς Ομοσπονδίας το 2011 στην Ελβετία, στη Ζυρίχη, και στις συζητήσεις εκεί με έναν Ρουμάνο κι έναν Βούλγαρο, συγγραφείς και οι δύο, μεταξύ κρασιού και φαγητού, λέμε «δεν κάνουμε το Balkan Νoir;».

Το 2016 αναφέρω αυτήν τη κουβέντα σε έναν φίλο, εξαιρετικό συγγραφέα, το Βασίλη τον Δανέλλη, και του λέω «γιατί δεν το κάνουμε αλήθεια αυτό; Ξέρουμε τι γίνεται στην τελευταία χώρα της Σκανδιναβίας, της Ασίας και της Αμερικής και δεν ξέρουμε τι γίνεται δίπλα μας». Και με αυτούς που ήξερα αρχικά, τον Βούλγαρο και τον Ρουμάνο, κάναμε μια έρευνα δύο ετών και καταλήξαμε να κυκλοφορήσει ένας τόμος το 2018 με τίτλο «Balkan Noir», όπου 3 συγγραφείς από κάθε χώρα, με διηγήματα γραμμένα επί τούτου, πρωτότυπα. Έπρεπε να διαδραματίζονται στη χώρα του καθενός και στη σύγχρονη εποχή, έτσι τρεις Σέρβοι, τρεις Κροάτες, τρεις Βούλγαροι, τρεις Έλληνες (ο Δανέλλης, εγώ και ο Αντρέας ο Αποστολίδης), τρεις Τούρκοι, τρεις Ρουμάνοι και τρεις Σλοβένοι έγραψαν 21 διηγήματα από 7 διαφορετικές χώρες. Επίσης, ένας τέταρτος από κάθε χώρα, πανεπιστημιακός, ιστορικός ή κριτικός, έχει γράψει μια εισαγωγή για την αστυνομική λογοτεχνία στη χώρα του. Το ιστορικό κομμάτι, τι γίνεται σήμερα κ.λπ.

Είναι η πρώτη φορά στα διεθνή εκδοτικά χρονικά που υπάρχει ένας τόμος με έργα σύγχρονα. Τώρα γίνονται συζητήσεις να μεταφραστεί στα ρουμανικά και στα αγγλικά και στόχος είναι να βγει σε όλες τις χώρες που συμμετέχουν.


— Τι άλλο κάνεις αυτή την περίοδο;

Στο τεύχος της «Ιστορίας» του Νοεμβρίου έχω κάνει ένα θέμα για τον περίφημο Πέτρο Κουλαξίδη, τον οποίον, αν τον τσεκάρεις Google, θα σου βγάλει ότι είναι ο πρώτος Έλληνας serial killer. Είναι ψευδές εν μέρει. Λέει ότι σκότωσε οκτώ γυναίκες τη δεκαετία του '20. Αρχίζω να ψάχνω για τέσσερις μήνες σε εφημερίδες και, πράγματι, υπήρχε ένας Κουλαξίδης που το '20 ομολόγησε ότι σκότωσε την τελευταία του γυναίκα, αλλά δύο πρώην σύζυγοί του και άλλες 6-7 ερωμένες του είχαν μυστηριωδώς εξαφανιστεί ή πεθάνει.

Αυτός δεν αποδέχτηκε ότι τις σκότωσε, μόνο τη δολοφονία της γυναίκας του ομολόγησε, την οποία διέπραξε για λόγους τιμής, επειδή τον κεράτωνε με τον κουμπάρο. Το δικαστήριο δεν μπόρεσε ποτέ να τεκμηριώσει ότι όλες τις γυναίκες τις είχε σκοτώσει ο ίδιος, αλλά ήταν μυστηριώδεις οι συνθήκες του θανάτου τους και θεωρήθηκε ύποπτος. Ήταν πολλές συμπτώσεις μαζί. Αυτός καταδικάστηκε σε θάνατο και εκτελέστηκε το '30. Επειδή ήταν Ρωσοπόντιος, από την τότε Σοβιετική Ένωση, θεωρούνταν και κουμουνιστής, και συνέδεαν τη δράση του ως «βρικόλακα», επειδή ήταν κουμουνιστής. Να, πάλι, το κοινωνικό και πολιτικό πλαίσιο που λέγαμε. Έχει μεγάλο ενδιαφέρον όλο αυτό, το ότι έμεινε στην ιστορία ως «ο κόκκινος βρικόλακας».

Βιβλίο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Η αδίστακτη φόνισσα του Λεωνιδίου

Αληθινά εγκλήματα / Σταυρούλα Γκουβούση: Η αδίστακτη φόνισσα του Λεωνιδίου

Η ηθοποιός Νένα Μεντή αφηγείται την ανατριχιαστική ιστορία της Σταυρούλας Γκουβούση, η οποία στις 7 Ιανουαρίου του '59 έδεσε με σχοινί την έγκυο νύφη της και με τη βοήθεια του γιου της την πέταξε ζωντανή στην στέρνα του σπιτιού της και την έπνιξε.
Υπόθεση Λυμπέρη: Η τελευταία εκτέλεση στην Ελλάδα

Αληθινά εγκλήματα / Υπόθεση Λυμπέρη: Η τελευταία εκτέλεση στην Ελλάδα

Στις αρχές Ιανουαρίου του 1972, ο 29χρονος Βασίλης Λυμπέρης πυρπόλησε το σπίτι της πεθεράς του, στη περιοχή των Βριλησσίων Αττικής, καίγοντας την ίδια, την εν διαστάσει σύζυγό του και τα δύο ανήλικα παιδιά τους. Η υπόθεση συντάραξε την κοινή γνώμη και αποτέλεσε το βασικό θέμα συζήτησης για πολλές εβδομάδες, κυρίως λόγω της πρωτοφανούς αγριότητας της. Μερικούς μήνες αργότερα, ο δράστης στήθηκε απέναντι στις κάνες του εκτελεστικού αποσπάσματος. Χωρίς να το γνωρίζει εκείνη τη μέρα περνούσε στην Ιστορία: ήταν ο τελευταίος θανατοποινίτης που εκτελέστηκε στην Ελλάδα.
Χέρμαν Ντουφτ & Χανς Μπασενάουερ: Οι πρώτοι serial killers στην Ελλάδα

Αληθινά εγκλήματα / Χέρμαν Ντουφτ & Χανς Μπασενάουερ: Οι πρώτοι serial killers στην Ελλάδα

Την άνοιξη του 1969, οι Γερμανοί Χέρμαν Ντουφτ και Χανς Μπασενάουερ έφτασαν στην Αθήνα και σε διάστημα σαράντα ημερών διέπραξαν έξι δολοφονίες, πέντε ληστείες και έναν βαρύ τραυματισμό. Ήταν η πρώτη φορά, που στην Ελλάδα δρούσαν δύο «αυθεντικοί» κατά συρροή δολοφόνοι (serial killers), οι οποίοι καθώς διάλεγαν «τυχαίους» στόχους προκάλεσαν τον τρόμο σε μεγάλη μερίδα του πληθυσμού και άλλαξαν βίαια και οριστικά τη σχέση της ελληνικής κοινωνίας με την ίδια την έννοια του εγκλήματος…

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ο Μανώλης Πιμπλής και η Σταυρούλα Παπασπύρου μιλούν για την αγαπημένη εκπομπή των booklovers

Οθόνες / «Βιβλιοβούλιο»: Μια διόλου σοβαροφανής τηλεοπτική εκπομπή για το βιβλίο

Ο Μανώλης Πιμπλής και η Σταυρούλα Παπασπύρου ήταν κάποτε «ανταγωνιστές». Και πια κάνουν μαζί την αγαπημένη εκπομπή των βιβλιόφιλων, τη μοναδική που υπάρχει για το βιβλίο στην ελληνική τηλεόραση, που επικεντρώνεται στη σύγχρονη εκδοτική παραγωγή και έχει καταφέρει να είναι ευχάριστη και ενημερωτική.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Θανάσης Καστανιώτης: «Αν έκανα ένα δείπνο για συγγραφείς, δίπλα στον Χέμινγουεϊ θα έβαζα τη Ζυράννα Ζατέλη»

The Book Lovers / Θανάσης Καστανιώτης: «Αν έκανα ένα δείπνο για συγγραφείς, δίπλα στον Χέμινγουεϊ θα έβαζα τη Ζυράννα Ζατέλη»

Ο Νίκος Μπακουνάκης συζητάει με τον εκδότη Θανάση Καστανιώτη για την μεγάλη διαδρομή των εκδόσεών του και τη δική του, προσωπική και ιδιοσυγκρασιακή σχέση με τα βιβλία και την ανάγνωση.
ΝΙΚΟΣ ΜΠΑΚΟΥΝΑΚΗΣ
Τελικά, είναι ο Τομ Ρίπλεϊ γκέι; 

Βιβλίο / Τελικά, είναι γκέι ο Τομ Ρίπλεϊ;

Το ερώτημα έχει τη σημασία του. Η δολοφονία του Ντίκι Γκρίνλιφ από τον Ρίπλεϊ, η πιο συγκλονιστική από τις πολλές δολοφονίες που διαπράττει σε βάθος χρόνου ο χαρακτήρας, είναι και η πιο περίπλοκη επειδή είναι συνυφασμένη με τη σεξουαλικότητά του.
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
«Ο Δον Κιχώτης» του Θερβάντες: Ο θρίαμβος της λογοτεχνίας και της ανιδιοτελούς φιλίας

Σαν Σήμερα / «Ο Δον Κιχώτης» του Θερβάντες: Ο θρίαμβος της λογοτεχνίας και της ανιδιοτελούς φιλίας

Η ιστορία ενός αλλοπαρμένου αγρότη που υπερασπίζεται υψηλά ιδανικά είναι το πιο γνωστό έργο του σπουδαιότερου Ισπανού συγγραφέα, που πέθανε σαν σήμερα το 1616.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Ο Γουσταύος Κλάους στη χώρα του κρασιού: Μια γοητευτική βιογραφία του Βαυαρού εμπόρου

Βιβλίο / Γουσταύος Κλάους: Το γοητευτικό στόρι του ανθρώπου που έβαλε την Ελλάδα στον παγκόσμιο οινικό χάρτη

Το βιβλίο «Γκούτλαντ, ο Γουσταύος Κλάους και η χώρα του κρασιού» του Νίκου Μπακουνάκη είναι μια θαυμάσια μυθιστορηματική αφήγηση της ιστορίας του Βαυαρού εμπόρου που ήρθε στην Πάτρα στα μέσα του 19ου αιώνα και δημιούργησε την Οινοποιία Αχαΐα.
M. HULOT
Η (μεγάλη) επιστροφή στην Ιαπωνική λογοτεχνία

Βιβλίο / Η (μεγάλη) επιστροφή στην ιαπωνική λογοτεχνία

Πληθαίνουν οι κυκλοφορίες των ιαπωνικών έργων στα ελληνικά, με μεγάλο μέρος της πρόσφατης σχετικής βιβλιοπαραγωγής, π.χ. των εκδόσεων Άγρα, να καλύπτεται από ξεχωριστούς τίτλους μιας γραφής που διακρίνεται για την απλότητα, τη φαντασία και την εμμονική πίστη στην ομορφιά.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Κλαούδια Πινιέιρο: «Είμαι γυναίκα, συγγραφέας, μητέρα, ειλικρινής, κουρελιασμένη»

Βιβλίο / Κλαούδια Πινιέιρο: «Είμαι γυναίκα, συγγραφέας, μητέρα, ειλικρινής, κουρελιασμένη»

Παρόλο που οι κριτικοί και οι βιβλιοπώλες κατατάσσουν τα βιβλία της στην αστυνομική λογοτεχνία, η συγγραφέας που τα τελευταία χρόνια έχουν λατρέψει οι Έλληνες αναγνώστες, μια σπουδαία φωνή της λατινοαμερικανικής λογοτεχνίας και του φεμινισμού, μοιάζει να ασφυκτιά σε τέτοια στενά πλαίσια.
ΓΙΩΡΓΟΣ ΔΟΥΛΟΣ
Κωστής Γκιμοσούλης: «Δυο μήνες στην αποθήκη»

Το πίσω ράφι / «Δυο μήνες στην αποθήκη»: Οι ατέλειωτες νύχτες στο νοσοκομείο που άλλαξαν έναν συγγραφέα

Ο Κωστής Γκιμοσούλης έφυγε πρόωρα από τη ζωή. Με τους όρους της ιατρικής, ο εκπρόσωπος της «γενιάς του '80» είχε χτυπηθεί από μηνιγγίτιδα. Με τους δικούς του όρους, όμως, εκείνο που τον καθήλωσε και πήγε να τον τρελάνει ήταν ο διχασμός του ανάμεσα σε δύο αγάπες.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Έτσι μας πέταξαν μέσα στην Ιστορία

Βιβλίο / Το φιλόδοξο λογοτεχνικό ντεμπούτο του Κώστα Καλτσά είναι μια οικογενειακή σάγκα με απρόβλεπτες διαδρομές

«Νικήτρια Σκόνη»: Μια αξιοδιάβαστη αφήγηση της μεγάλης Ιστορίας του 20ού και του 21ου αιώνα στην Ελλάδα, από τα Δεκεμβριανά του 1944 έως το 2015.
ΝΙΚΟΣ ΜΠΑΚΟΥΝΑΚΗΣ
Γκρέγκορ φον Ρετσόρι: Αποχαιρετώντας μια Ευρώπη που χάνεται

Βιβλίο / Γκρέγκορ φον Ρετσόρι: Αποχαιρετώντας μια Ευρώπη που χάνεται

Ένας από τους τελευταίους κοσμοπολίτες καλλιτέχνες και συγγραφείς αυτοβιογραφείται στο αριστουργηματικό, σύμφωνα με κριτικούς και συγγραφείς όπως ο Τζον Μπάνβιλ, βιβλίο του «Τα περσινά χιόνια», θέτοντας ερωτήματα για τον παλιό, σχεδόν μυθικό κόσμο της Ευρώπης που έχει χαθεί για πάντα.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
CARRIE

Βιβλίο / H Carrie στα 50: Το φοβερό λογοτεχνικό ντεμπούτο του Στίβεν Κινγκ που παραλίγο να καταλήξει στα σκουπίδια

Πάνω από 60 μυθιστορήματα που έχουν πουλήσει περισσότερα από 350 εκατομμύρια αντίτυπα μετράει σήμερα ο «βασιλιάς του τρόμου», όλα όμως ξεκίνησαν πριν από μισό αιώνα με την πρώτη περίοδο μιας ντροπαλής και περιθωριοποιημένης μαθήτριας γυμνασίου.
THE LIFO TEAM
Οι «Αρχάριοι» του Ρέιμοντ Κάρβερ, ήρωες τσακισμένοι από το κυνήγι του αμερικανικού ονείρου

Το πίσω ράφι / Οι «Αρχάριοι» του Ρέιμοντ Κάρβερ, ήρωες τσακισμένοι από το κυνήγι του αμερικανικού ονείρου

Γεννημένος στο Όρεγκον τα χρόνια που ακολούθησαν την οικονομική κρίση του '29, γιος μιας σερβιτόρας κι ενός εργάτη σε εργοστάσιο ξυλείας, ο κορυφαίος εκπρόσωπος του «βρόμικου ρεαλισμού» βίωσε στο πετσί του την αθλιότητα, τις δυσκολίες και την αποξένωση που αποτύπωσε στο έργο του.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Μιχάλης Μακρόπουλος: «Ζούμε σε μια εποχή βαθιάς μοναξιάς, μέσα σε μια θάλασσα διαδικτυακών “φίλων”».

Βιβλίο / Μιχάλης Μακρόπουλος: «Ζούμε στη βαθιά μοναξιά των διαδικτυακών μας “φίλων”»

Ο συγγραφέας και μεταφραστής μιλά για τη δύναμη της λογοτεχνίας, για τα βιβλία που διαβάζει και απέχουν απ’ όσα σήμερα «συζητιούνται», για τη ζωή στην επαρχία αλλά και για το πόσο τον ενοχλεί η «αυτοπροσωπολατρία στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης».
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ