Πολλοί άνθρωποι στο άκουσμα της φράσης «γαστρονομική απόγνωση» σκέφτονται λύσεις, απαντήσεις και προτάσεις που θα δώσει ένας ειδικός για τα τοπ 7 εστιατόρια της Αθήνας, τα 11 πιο ξεχωριστά brunch και τα 5 σουβλάκια που πρέπει οπωσδήποτε να φάμε προτού φύγουμε από τον μάταιο τούτο κόσμο.
Λόγω μιας μικρής διάσπασης προσοχής που έχω, κατάλαβα ότι δεν μπορώ να φτιάξω «λίστες». Γιατί όταν ξεκινάω να θυμάμαι ποια ήταν τα καλύτερα εστιατόρια, πάντα με καταλαμβάνει το αίσθημα μήπως αδικήσω κάποιον ή με προλαβαίνει η καθημερινότητα.
Πολλοί νομίζουν ότι οι γαστρονομικοί συντάκτες δεν είναι καθημερινοί άνθρωποι και περνούν τις ημέρες της ζωής τους σαν σύγχρονες Μαρίες Αντουανέτες, τρώγοντας παντεσπάνι που τους το ταΐζουν μάγειρες στο στόμα.
Για να είμαι ειλικρινής, έχω ξεχάσει από πότε έχουν να με ταΐσουν στο στόμα. Η τελευταία φορά που θυμάμαι, ήταν ένα Πάσχα, εδώ και πολλά χρόνια, που ο θείος μου ο Κωστάκης στο χωριό, από τη χαρά του που είχε να με δει 10 χρόνια, ξέχασε ότι μόλις είχε σφάξει και σουβλίσει 2-3 αρνιά και ήρθε και να με αγκαλιάσει, καταστρέφοντας τη μοναδική μου πασχαλινή εμφάνιση. Από τη στενοχώρια του που με λέρωσε, με τάιζε εκείνη την Κυριακή πετσούλες στο στόμα. Σαν λαίμαργο σαρκοφάγο, δεν αρνιόμουν, ξεχνώντας ότι η μεγάλη ποσότητα λίπους με χτυπάει στο στομάχι. Όσο διαρκούσε ο πόνος, ορκίστηκα ότι δεν θα φάω κρέας με λίπος ποτέ ξανά στη ζωή μου. Μια μέρα κράτησε αυτό βέβαια και μετά ξέχασα εντελώς τους όρκους μου.
Όσο για τους λεκέδες από το φαγητό βρήκα τη λύση: φοράω πάντα μπλε σκούρα – να το κάνετε κι εσείς. Άσε που κόβουν κιόλας και σου λένε όλοι ότι αδυνάτισες.
Το βράδυ, προτού με πάρει ο ύπνος, χαμογέλασα και ένιωσα περήφανος που με ένα προϊόν έφτιαξα τρία φαγητά. Είναι οι μικρές νίκες της καθημερινότητας. «Τις μεγάλες νίκες να τρέμεις», μου έλεγε η γιαγιά μου!
Δεν τρώω μόνο έξω, μαγειρεύω και στο σπίτι γιατί έχω μια αγαπημένη γυναίκα, έναν προβληματικό έφηβο και μια γάτα! Θα ήθελα να τρώγαμε κάθε μέρα απ’ έξω αλλά μετά θα ερχόντουσαν οι γιαγιάδες και η Πρόνοια και θα μας παίρνανε το παιδί. Για να μη συμβεί αυτό, τις καθημερινές, κάθε μεσημέρι προσπαθώ να μαγειρέψω κάτι υγιεινό.
Αυτήν την εβδομάδα βαριόμουν να πάω σε σούπερ μάρκετ, κρεοπωλείο και μανάβικο, τα πήρα όλα delivery. Όταν παραγγέλνεις delivery είναι σαν να αναζητάς το τυχαίο – ιδιαίτερα στη μαναβική, θα σου φέρουν ό,τι πιο άγουρο υπάρχει. Νομίζω ότι είμαι ο μοναδικός άνθρωπος στον κόσμο που προτιμά το delivery για προϊόντα που θα χρησιμοποιήσει για να μαγειρέψει και όχι για έτοιμο φαγητό.
Προσπαθώ κάθε Δευτέρα να φτιάχνω όσπρια, κυρίως φακές – εύκολο φαγητό. Βάζεις μια κούπα φακή, ένα κρεμμύδι τριμμένο, μια κουταλιά πελτέ, μια δάφνη, πιπέρι, αλάτι, λίγο κίμινο και μέσα σε 2 ώρες έτοιμο το φαγητό της ημέρας! Να δίνετε λεφτά σε μια καλή φακή. Κοστίζει 1-2€ παραπάνω, αλλά δεν τρως τις ώρες σου πάνω από την κατσαρόλα και η φακή είναι εξαιρετική. Προσπαθώ να εντάξω και μια δεύτερη μέρα με όσπρια μέσα στην εβδομάδα, αλλά αυτό συνήθως προκαλεί επαναστάσεις. Θα φτιάξω ένα κοτόπουλο με πατάτες, με λεμόνι και σκόρδο σε ταψί μιας χρήσης – είναι βαρετό το πλύσιμο του ταψιού.
Όσο οι τομάτες είναι ακόμα ζουμερές, στο μενού της εβδομάδας μπαίνει μια μακαρονάδα με σάλτσα. Μη σου πω κι ένα μπιφτέκι γαλοπούλας – κάποια στιγμή θα σας δώσω μια συνταγή για μπιφτέκι γαλοπούλας που θα ξεχάσετε ότι αυτό που τρώτε προέρχεται από το πιο άγευστο κρέας του κόσμου. Η συνταγή μου δίνει απάντηση στο ερώτημα «γιατί να φας μπιφτέκι γαλοπούλας αν δεν κάνεις δίαιτα;».
Μέσα στην εβδομάδα, για να σπάει το μαρτύριο της καθημερινής μαγειρικής, έχω θεσπίσει δύο ειδικές ημέρες: την σουβλάκι day και την πίτσα day. Burger day δεν υπάρχει, γιατί δεν μπορώ τα smashed. Ούτε πίτα day υπάρχει, γιατί πια στην Αθήνα δύσκολα βρίσκεις μια καλή σπανακόπιτα – μόνο μπάμπκα και cinnamon rolls.

Στη σουβλάκι day έχω μαρκάρει γύρω στα 30 σουβλατζίδικα που πρέπει να δοκομάσω –όχι μέχρι να φύγω από τον μάταιο τούτο κόσμο, αλλά μέχρι το τέλος του χρόνου– και επιλέγω ένα κάθε εβδομάδα. Πηγαίνω μάλιστα να παραλάβω την παραγγελία μου από το μαγαζί. Αυτή την εβδομάδα πήγαμε στο πρώτο κεμπαπτζίδικο που άνοιξε στην Ελλάδα, το Αιγυπτιακόν στη Νίκαια, και παραγγείλαμε 3 σουβλάκια με μπιφτέκι, τομάτα και κρεμμύδι – απλότητα και νοστιμιά. Τα πήραμε και τραβήξαμε προς την παραλιακή, για να τα φάμε πριν δύσει ο ήλιος, ανέμελοι όπως παλιά! Όχι, η Λου, η γυναίκα μου, δεν είχε τα πόδια της απλωμένα στο αυτοκίνητο σαν ηρωίδα του Ταραντίνο. Και προσοχή, μην ξεχάσετε τα σκουπίδια από τα σουβλάκια στο αμάξι: το επόμενο πρωί η μυρωδιά θα είναι ανυπόφορη!
Στην πίτσα day πήγαμε στην Κυψέλη, στη Φωκίωνος Νέγρη. Τι ωραίος πεζόδρομος είναι η Φωκίωνος! Ένας φίλος μου λέει πως είναι η La Rambla της Αθήνας. Η Lisa, με πίτσα ψημένη σε ξυλόφουρνο, είναι μια εξαιρετική επιλογή. Με μια πεπερόνι και δυο ποτήρια μπύρα, ο λογαριασμός στο τέλος δεν ξεπέρασε τα 20-25€. Στο τέλος περπατήσαμε 2-3 φορές πάνω κάτω τη Φωκίωνος για να χαζέψουμε κόσμο και να κάνουμε και τη γυμναστική της εβδομάδας.
Το σαββατοκύριακο δεν πήγαμε σε κάποιο εστιατόριο. Οι διακοπές και η έναρξη της σχολικής χρονιάς μάς είχε ήδη εξαντλήσει οικονομικά. Έτσι, το Σάββατο το πρωί πήρα 2 κιλά μοσχαρίσιο κιμά για το μενού του σαββατοκύριακου. Το Σάββατο έφτιαξα μια γαμάτη μακαρονάδα με κιμά, απλή όμως, γιαγιαδίστικη, χωρίς καρότο και σέλερι.
Το Σάββατο το βράδυ είδα το «Black Rabbit», μέτρια απομίμηση του «Όζαρκ», όμως έχω μια τρέλα με τον Τζουντ Λο – μάλιστα ήθελα να του μοιάσω όταν ήμουν έφηβος. Με τον κιμά έφτιαξα κάτι σαν μπουρίτος – για την ακρίβεια εγώ τα βάφτισα έτσι, για να παρηγορηθούμε που μείναμε μέσα. Μαργαρίτα δεν φτιάξαμε, συμβιβάστηκα με ένα αναψυκτικό. Την Κυριακή, με τον κιμά που περίσσεψε, έφτιαξα κανελόνια, πάλι σε ταψάκι μιας χρήσης – κάποια στιγμή θα σας δώσω και γι’ αυτά τη συνταγή.
Το βράδυ, προτού με πάρει ο ύπνος, χαμογέλασα και ένιωσα περήφανος που με ένα προϊόν έφτιαξα τρία φαγητά. Είναι οι μικρές νίκες της καθημερινότητας. «Τις μεγάλες νίκες να τρέμεις», μου έλεγε η γιαγιά μου!
Τι μαρτύριο αυτοί οι δύο μήνες! Ο Σεπτέμβρης κι ο Οκτώβρης είναι οι μήνες που όλοι θυμούνται ότι τους χρωστάς. Άσε που δεν ξέρεις και τι να φορέσεις! Και άσε που εγώ πάντα παίρνω 5-6 κιλά το καλοκαίρι και δεν μου μπαίνει τίποτα χειμωνιάτικο! Και άσε που χάνεται και το φως και σκοτεινιάζει πιο γρήγορα! Και άσε που θέλεις να ταξιδέψεις πάλι!
Ρεμί