Να με θυμάσαι όταν τρως!

Να με θυμάσαι όταν τρως! Facebook Twitter
0

 

 

Τρίτη 03.06


Καλύτερα απ' όλους το είπε ο Προυστ νομίζω: «Όταν όμως από ένα μακρινό παρελθόν τίποτα δεν επιζεί, αφού πεθάνουν οι άνθρωποι, αφού καταστραφούν τα άψυχα, μόνες, οι πιο φθαρτές, αλλά πιο μακρόβιες, πιο άυλες, πιο επίμονες, πιο πιστές, η όσφρηση και η γεύση ζουν για καιρό ακόμα σαν τις ψυχές, για να θυμούνται, να περιμένουν, να ελπίζουν, επάνω σε αυτά τα ερείπια, να βαστούν χωρίς να λυγίζουν, πάνω στη μικρή, σχεδόν άυλη σταγόνα τους, το τεράστιο οικοδόμημα της ανάμνησης».


Για πολλούς ανθρώπους, και όχι μόνο για τους καλοφαγάδες, αυτό που αποκαλούμε αναμνήσεις είναι συνήθως ένα πλέγμα από οσμές και γεύσεις που μέσω τους καταγράφουν τη ζωή τους. Το σκέφτομαι τώρα που διαβάζω το έξοχο βιβλίο του Επίκουρου που μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Ίκαρος. Το βιβλίο έχει τίτλο Η γεύση της μνήμης. Αναμνήσεις και εξομολογήσεις ενός κριτικού εστιατορίων. Πέραν του αποσπάσματος από τον Προυστ που βρίσκεται στην αρχή αυτού του υπέροχου βιβλίου που κάπως με βοήθησε αυτήν τη δύσκολη μέρα, θα ήθελα να μη γράψω κάτι άλλο γι' αυτό μέχρι την επόμενη εβδομάδα που θα το ολοκληρώσω.


Με αφορμή, όμως, αυτό το βιβλίο, που είναι ένα food memoir, ένα βιβλίο δηλαδή που καταγράφει τη γαστρονομική βιογραφία ενός ατόμου, θέλω να πω πως αυτό το είδος της λογοτεχνίας είναι για μένα κάτι πολύ μαγικό που έτσι, ως διά μαγείας, εμφανίζεται και μου επιβάλλεται ως χρήσιμο όταν είμαι λίγο στα κάτω μου.


Αγαπώ το φαγητό, το ξέρω. Και σίγουρα μέσα από τη μαγειρική παίρνω ανείπωτες χαρές. Τα food memoirs, ωστόσο, δεν είναι μόνο για τη δόξα του φαγητού. Είναι υπέροχες, μεγαλειώδεις ιστορίες από ανθρώπους που συγκινούνται από μια γεύση ή συγκλονίζονται από μια άλλη. Είναι κυρίως βιβλία γι' αυτούς που έχουν πιστέψει όσα λέει ο Προυστ. Ότι δηλαδή, μέσω μιας γεύσης ή μιας οσμής, ένα παρελθόν που προφανώς κρυβόταν μέσα σε στάχτες παίρνει σάρκα και οστά κι έρχεται να σε βρει στο παρόν, να σου εξηγήσει ποιος είσαι και γιατί είσαι έτσι όπως είσαι.


Μπορεί να μην είναι για όλους αυτό, αλλά για μένα είναι. Να, όπως προχθές, που ήμουν στο νησί μου, ένα μέρος που επιμένει να διαγράφει όλες του τις μνήμες. Να μη θυμάται τίποτα. Πας στα σπίτια για να φας και στα εστιατόρια και νομίζεις πως είσαι στην Αυστρία ή κάπου αλλού στην κεντρική Ευρώπη. Θέλει να αντιγράφει τα μεγάλα και τα σπουδαία που βλέπει στην τηλεόραση και διαβάζει στα ξένα περιοδικά. Και, φυσικά, έχει ξεχάσει ή αγνοεί παντελώς τη δική του γαστρονομική παράδοση που είναι σπουδαία κι έχει ρίζες σε χίλια δυο πράγματα και, κυρίως, δεν είναι καταγεγραμμένη. Εκεί, λοιπόν, μέσα στην ξενομανία που βιώνεις, στα σούσι, τα σασίμι με ψάρια που έρχονται με κούριερ από άλλες θάλασσες, τα ιταλικά, τα κινέζικα, τα μεξικάνικα και τα αραβικά, κάθεσαι ένα μεσημέρι και τρως το «λουβί» της μάνας σου ή μυρίζεις την «τηγάνιση» από κρεμμύδια και ελαιόλαδο που περιχύνεται πάνω στις φακές και όλες οι κυψελίδες του μυαλού σου παίρνουν φωτιά και θυμάσαι χίλια δυο, καλά και κακά, από τα παλιά. Το σίγουρο είναι πως έτσι ξέρεις ότι ζεις, ενώ με τα άλλα δεν την παλεύεις, αφού δεν τα κατέχεις. Σας φιλώ.

0

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Το πρώτο ελληνικό ουίσκι: Όταν μια παρέα φίλων εμφιάλωσε το όνειρό της

Radio Lifo / Aυτό είναι το πρώτο ελληνικό ουίσκι

Μια ομάδα εννέα φίλων, χωρίς καμία επαγγελματική σχέση με την ποτοποιία, κατάφερε με πείσμα και πολλή αγάπη για το ουίσκι να δημιουργήσει το πρώτο ελληνικό single malt whisky. Δύο από αυτούς, ο Γιάννης Χριστοφορίδης και ο Ντίνος Οικονομόπουλος, μιλούν στη Μερόπη Κοκκίνη γι' αυτό το «ταξίδι» από το κριθάρι και το νερό του Ταΰγετου μέχρι τα βαρέλια vinsanto και τις αμέτρητες δυσκολίες.
ΜΕΡΟΠΗ ΚΟΚΚΙΝΗ
«Το 2025 είναι εξαιρετική χρονιά για τον οινολόγο, ο καλλιεργητής όμως κλαίει»

Το κρασί με απλά λόγια / «Το 2025 είναι εξαιρετική χρονιά για τον οινολόγο, ο καλλιεργητής όμως κλαίει»

Πώς κύλησε ο φετινός τρύγος σε διαφορετικές γωνιές του κόσμου; Από τον βορρά ως τον νότο της Ελλάδας, αλλά και σε εμβληματικές περιοχές όπως το Μπορντώ, η Βουργουνδία και η Μεντόζα, οι Έλληνες οινολόγοι καταθέτουν την εμπειρία τους και μιλούν για τις προκλήσεις που φέρνει η κλιματική αλλαγή.
THE LIFO TEAM
Το Χάνι της Ρέρεσης είναι ένα από τα τελευταία της Ελλάδας

Γεύση / Παγόνια, αντίκες και μαγειρευτά σε ένα χάνι που αντέχει στον χρόνο

Το Χάνι της Ρέρεσης, ένα από τα τελευταία της Ελλάδας, παραμένει ανοιχτό για ταξιδιώτες και ντόπιους, με την κυρία Νίτσα να κρατά ζωντανή την παράδοση της φιλοξενίας σε ένα μαγειρείο που θυμίζει λαογραφικό μουσείο.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
47’ στο Hygge με την Anne Meurling

Γεύση / Hygge: Ένας φούρνος που μυρίζει θαλπωρή στην Ιπποκράτους

Με νοσταλγία για τις συνταγές της πατρίδας της, μια Σουηδέζα φτιάχνει ψωμί, γλυκά, αέρινο βούτυρο και άψογη μηλόπιτα, δημιουργώντας ατμόσφαιρα βόρειας Ευρώπης - μόλις δυο βήματα από τη λεωφόρο Αλεξάνδρας.
M. HULOT
«Μα πώς γεμίζει αυτή η τρύπα;»: Πριν από 40 χρόνια, τα «Δυο Λουξ» ξάφνιασαν τα Χανιά

Θρυλικά Μπαρ / «Μα πώς γεμίζει αυτή η τρύπα;»: Πριν από 40 χρόνια, τα «Δυο Λουξ» ξάφνιασαν τα Χανιά

Ξέρετε πολλές τσαγερί που να έχουν εξελιχθεί σε ολοήμερα στέκια, να έχουν μισθώσει λεωφορεία για να δουν οι θαμώνες τους μια έκθεση σε άλλον νομό ή να βγάζουν μια βάρκα γεμάτη με μελομακάρονα για κέρασμα στον δρόμο; Και όμως, αυτό το μέρος υπάρχει και έχει ξενυχτήσει γενιές στο λιμάνι των Χανίων.
ΖΩΗ ΠΑΡΑΣΙΔΗ
Χταπόδι με σύκα: Μια για πολλούς άγνωστη και σίγουρα απρόσμενη συνταγή

Γεύση / Χταπόδι με σύκα: Μια για πολλούς άγνωστη και σίγουρα απρόσμενη συνταγή

«Όπου υπάρχουν συκιές, λίγο πιο πέρα αρχίζουν τα βότσαλα και μετά η Μεσόγειος και μετά το χταπόδι. Και κάπου, σ’ ένα πανηγυρικό τραπέζι, συναντώνται το χταπόδι και τα σύκα. Μαγειρεμένο το χταπόδι, μαγειρεμένα και τα λιόκαφτα, ξερά σύκα».
ΝΙΚΟΣ Γ. ΜΑΣΤΡΟΠΑΥΛΟΣ
Η ιεροτελεστία του πανηγυρικού πιλαφιού του Δεκαπενταύγουστου στο Καρπάθιο

Γεύση / Tα πιλάφια του Δεκαπενταύγουστου: Έτσι τιμούν τη μεγάλη γιορτή σε Κάσο και Κάρπαθο

Ακολουθώντας τελετουργικό χρόνων, στήνουν καζάνια πάνω σε φωτιές και φτιάχνουν πιλάφι, κρέας κοκκινιστό και τηγανητές πατάτες για να τιμήσουν τη μεγαλύτερη γιορτή του καλοκαιριού.
ΝΙΚΟΣ Γ. ΜΑΣΤΡΟΠΑΥΛΟΣ