Οι παραθυρεοειδείς είναι τέσσερις μικροί αδένες που βρίσκονται ανά δύο πίσω από τον κάθε λοβό του θυρεοειδούς. Παρά το μικρό μέγεθός τους, έχουν τεράστια σημασία για τον μεταβολισμό του ασβεστίου, μέσω της παραγωγής της παραθορμόνης.
Η υπερλειτουργία των παραθυρεοειδών χαρακτηρίζεται από αυξημένη παραγωγή παραθορμόνης, που επηρεάζει τον μεταβολισμό του ασβεστίου, προκαλώντας χαρακτηριστικές κλινικές εκδηλώσεις στο πλαίσιο του λεγόμενου πρωτοπαθούς υπερπαραθυρεοειδισμού. Στις περισσότερες περιπτώσεις (85%), ο πρωτοπαθής υπερπαραθυρεοειδισμός οφείλεται σε μονήρες αδένωμα παραθυρεοειδούς. Αυτό σημαίνει ότι από τους τέσσερις παραθυρεοειδείς πάσχει μόνον ο ένας. Στις υπόλοιπες περιπτώσεις (15%), ο πρωτοπαθής υπερπαραθυρεοειδισμός οφείλεται σε διάχυτη υπερπλασία και των τεσσάρων παραθυρεοειδών, σε διπλό αδένωμα ή (εξαιρετικά σπάνια) σε καρκίνο παραθυρεοειδών.
Το αδένωμα παραθυρεοειδούς είναι καλοήθης πάθηση. Η αυξημένη παραθορμόνη που παράγεται από το αδένωμα προκαλεί «κινητοποίηση» του ασβεστίου από τα οστά. Αποδεσμεύεται έτσι ασβέστιο από τα οστά στο αίμα, με αποτέλεσμα την εμφάνιση υπερασβεστιαιμίας (επίπεδα ασβεστίου στο αίμα πάνω από τα ανώτερα φυσιολογικά όρια). Ο συνδυασμός υπερασβεστιαιμίας και υπερπαραθορμοναιμίας (αυξημένα επίπεδα παραθορμόνης στο αίμα) θέτει τη διάγνωση του πρωτοπαθούς υπερπαραθυρεοειδισμού. Στη συνέχεια, το ασβέστιο αποβάλλεται σε αυξημένες ποσότητες στα ούρα, με αποτέλεσμα την εμφάνιση της χαρακτηριστικής υπερασβεστιουρίας.
Τα δύο βασικά όργανα που παρουσιάζουν βλάβη (όργανα-στόχος) στον πρωτοπαθή υπερπαραθυρεοειδισμό είναι τα οστά και οι νεφροί. Τα οστά παρουσιάζουν οστεοπενία/οστεοπόρωση. Σε παραμελημένες περιπτώσεις, μπορεί να παρατηρηθεί ινώδης κυστική οστεΐτιδα ή παθολογικά κατάγματα. Οι νεφροί μπορεί να παρουσιάσουν νεφρολιθίαση λόγω της καθίζησης των αυξημένων ποσοτήτων ασβεστίου στα ούρα ή σπανιότερα νεφρασβέστωση. Στην νεφρασβέστωση το πλεονάζον ασβέστιο εναποτίθεται στο παρέγχυμα (ιστό) του νεφρού.
Πέραν αυτών, υπάρχουν πολλά συμπτώματα που μπορεί να συνοδεύουν τον υπερπαραθυρεοειδισμό, όπως εύκολη κόπωση, καταβολή δυνάμεων, διαταραχές μνήμης, διαταραχές του ύπνου, κατάθλιψη, μυαλγίες, αρθραλγίες κ.λπ. Τα συμπτώματα αυτά, εντούτοις, μπορεί να οφείλονται και σε πολλά άλλα αίτια και για τον λόγο αυτόν χαρακτηρίζονται ως μη ειδικά. Η επιτυχής αντιμετώπιση του πρωτοπαθούς υπερπαραθυρεοειδισμού συνοδεύεται από ύφεση των συμπτωμάτων αυτών εφόσον οφείλονται πράγματι σε αυτήν τη νόσο.
Η θεραπεία είναι χειρουργική (αφαίρεση παραθυρεοειδούς, παραθυρεοειδεκτομή). Ο ασθενής εξέρχεται λίγες μόνο ώρες μετά την επέμβαση και επανέρχεται άμεσα στις καθημερινές του ασχολίες, με ελάχιστο πόνο. Σήμερα, η παραθυρεοειδεκτομή γίνεται με ελάχιστα επεμβατική τεχνική και με άριστο αισθητικό αποτέλεσμα. Η διαγνωστική διερεύνηση και η θεραπευτική αντιμετώπιση του πρωτοπαθούς υπερπαραθυρεοειδισμού θα πρέπει να γίνεται κατά προτίμηση από εξειδικευμένο χειρουργό θυρεοειδούς-παραθυρεοειδών για την επιτυχή και οριστική αντιμετώπιση του προβλήματος, με τη μέγιστη δυνατή ασφάλεια.