Ταξιδεύοντας με καράβι το καλοκαίρι του 2022

ρομιλντα Facebook Twitter
Μου αρέσει να ταξιδεύω με συμβατικά, «αργά» πλοία στο κατάστρωμα. Δεν είναι μόνο ο ορίζοντας ή η θάλασσα, αλλά κυρίως πως το καράβι είναι ένας αυτοτελής κόσμος, αποκομμένος από οτιδήποτε άλλο. Φωτ.: Σπύρος Στάβερης
0

ΔΕΝ ΞΕΡΩ ΠΩΣ ΕΙΧΑ φανταστεί το καλοκαίρι του 2022. Θα ήταν το πρώτο μετά την πανδημία (θα υπάρξει άραγε ποτέ αυτό το «μετά»); Το καλοκαίρι που παντρεύτηκαν και βάφτισαν οι πάντες τα παιδιά τους;

Σταμάτησα να αναρωτιέμαι την ημέρα που άρχισα να κοιτάω ακτοπλοϊκά εισιτήρια για μια βάφτιση στη Σίφνο (αν ποτέ παντρευτώ ή βαφτίσω το παιδί μου, θα πάρω εκδίκηση για όλα τα γαμήλια τριήμερα στις άκρες της Ελλάδας και της υφηλίου ‒ έχω φτάσει μέχρι τη Σάντα Ρόζα στη Βόρεια Καλιφόρνια για να γίνω παράνυμφος).

Είχα ακούσει πως τα ακτοπλοϊκά είχαν ακριβύνει, απλώς δεν είχα καταλάβει πόσο. Για τρία άτομα και ένα αυτοκίνητο οι τιμές έμοιαζαν αστρονομικές 480, 550, 620 ευρώ.

Σκέφτηκα πως το φετινό καλοκαίρι ίσως να μείνει στην ιστορία ως το καλοκαίρι που συνειδητοποιήσαμε πως το καράβι για τα νησιά του Αιγαίου αποτελεί πλέον κάποιου είδους μυθική εμπειρία που κοστίζει περίπου όσο ένα αεροπορικό εισιτήρια για ευρωπαϊκό προορισμό.

Μετά τις πρώτες ώρες απλώς αποδέχεσαι πως ίσως να μείνεις εκεί για πάντα, να τρως άψητα τοστ, να κοιτάς τα κύματα και να πίνεις κακούς καφέδες. Υπάρχει κάτι το τρομερά ανακουφιστικό σε αυτόν τον ιδρυματισμό στη μέση της θάλασσας, κάτι σαν πειθαρχία.

Όταν ήμουν παιδί πίστευα, πως το καράβι ήταν μαγικό. Κυρίως γιατί αγαπούσα πολύ τη θάλασσα και η μόνη διαδρομή που έκανα κάθε καλοκαίρι ήταν το Ηγουμενίτσα - Κέρκυρα που κρατούσε δύο ώρες και δεν είχε κακοκαιρία.

Συνειδητοποίησα ότι το στομάχι μου δεν αντέχει τα μποφόρ σε ένα από τα πρώτα μου ταξίδια για τη Φολέγανδρο, μια διαδρομή που τότε κρατούσε πάνω από δέκα ώρες. «Δεν πας μια βόλτα; Έχεις το ίδιο χρώμα με τη μοκέτα», μου είπε μια φίλη μου την ώρα που σχεδόν είχα αγκαλιάσει το τραπεζάκι του καφενείου δίπλα στο μπαρ.

Από μια ηλικία και μετά σταμάτησα να ταξιδεύω με «κλειστά καράβια» ή δελφίνια. Δεν ήταν απλώς πως δεν άντεχα να μη βγαίνω έξω αλλά κυρίως πως με 5 μποφόρ, την ίδια ώρα που κάποιοι διάβαζαν ανέμελα ή κατάστρωναν τα ταξιδιωτικά τους σχέδια, εγώ, χαπακωμένη με δραμαμίνες, ξερνούσα σαν το κουτάβι ή αργοπέθαινα στη θέση μου σαν κέρινο ομοίωμα της Μαντάμ Τισό.

Μου αρέσει να ταξιδεύω με συμβατικά, «αργά» πλοία στο κατάστρωμα. Δεν είναι μόνο ο ορίζοντας ή η θάλασσα, αλλά κυρίως πως το καράβι είναι ένας αυτοτελής κόσμος, αποκομμένος από οτιδήποτε άλλο. Μετά τις πρώτες ώρες απλώς αποδέχεσαι πως ίσως να μείνεις εκεί για πάντα, να τρως άψητα τοστ, να κοιτάς τα κύματα και να πίνεις κακούς καφέδες. Υπάρχει κάτι το τρομερά ανακουφιστικό σε αυτόν τον ιδρυματισμό στη μέση της θάλασσας, κάτι σαν πειθαρχία.

Θυμάμαι ένα ταξίδι για την Αστυπάλαια. Είχαμε φύγει Μεγάλη Τετάρτη στις πέντε το απόγευμα. Το πλοίο ήταν γεμάτο, οι διάδρομοι είχαν γεμίσει με πλαστικές καρέκλες. Ήμασταν μεγάλη παρέα, αλλά βαριόμουν. Στη Νάξο και στην Πάρο έβγαζα φωτογραφίες από τα λιμάνια, χάζευα από την κουπαστή. Στη μία το πρωί, όταν φτάσαμε πια στη Δονούσα, είχα απλώς αποδεχτεί πως θα έμενα εκεί για πάντα. Μετρούσα τα αμάξια που αποβιβάζονταν σε κάθε στάση και διάβαζα ένα βιβλίο ‒ το κινητό δεν έπιανε έτσι κι αλλιώς. Έβλεπα μόνο το σκοτάδι έξω από το φινιστρίνι. 

Και φυσικά υπάρχουν και δρομολόγια που ξεπερνούν κάθε φαντασία. Μια φορά γυρίσαμε από την Ανάφη με ένα καράβι που έκανε δεκατέσσερις ώρες να φτάσει στον Πειραιά. Ήταν πριν από την ανακαίνιση κι έτσι είχε ακόμα δερμάτινους άσπρους καναπέδες και μεγάλα παιχνίδια πάκμαν από τη δεκαετία του ’80. Το μπάνιο είχε ροζ αχηβάδες για νιπτήρες.

Έκανε δεκάδες στάσεις, σε κάθε πιθανό και απίθανο νησί, αλλά έμπαιναν μόνο όσοι δεν ήξεραν ή όσοι έκαναν φριχτή οικονομία, συνήθως σε oμάδες που θύμιζαν κολεκτίβες: χίπηδες από ελεύθερο κάμπινγκ με κιθάρες και τουμπελέκια, πολυμελείς οικογένειες που πήγαιναν να προσκυνήσουν θαυματουργές εικόνες σε νησιά και φοιτητές από το εξωτερικό που, χωμένοι στα sleeping bags, τους συνωστίζονταν ξαπλωμένοι κάτω από τα νέον φώτα, τουρτουρίζοντας από το κρύο. Το air condition ήταν τόσο χαμηλά, που είχαμε τυλιχτεί με τζιν μπουφάν, παρεό και πετσέτες θαλάσσης, μοιάζαμε με μπάμπουσκες.

Ένας από την ευρύτερη παρέα, γνωστός και ως «μουγκός», αναγκάστηκε επιτέλους να μας μιλήσει. Μας ανέλυσε με κάθε λεπτομέρεια την πτυχιακή εργασία για το μεταπτυχιακό του, το οποίο είχε τελειώσει δεκαπέντε χρόνια πριν. Για μια στιγμή πίστεψα πως θα μείνω εκεί για πάντα να κοιμάμαι στη μοκέτα.

Κάποιος μου είπε ότι το θρυλικό αυτό καράβι έχει αποσυρθεί, αλλά όταν το έψαξα λίγο παραπάνω, μου βγήκε η τοποθεσία του κάπου μεταξύ Σητείας και Ρόδου. Κοίταξα από περιέργεια πόσο θα μου κόστιζε να ταξιδέψω φέτος με αυτό ‒ μιλάμε για ένα καράβι σαράντα δύο ετών. Το εισιτήριο για δύο ενήλικες, ένα παιδί και ένα αμάξι μού βγήκε 400 ευρώ.

Οπτική Γωνία
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Επιστροφή με το "Ρομίλντα". Αύγουστος 2006.

Φωτογραφία / Επιστροφή με το «Ρομίλντα». Αύγουστος 2006.

Φωτογραφικό «ημερολόγιο καταστρώματος» (Μέρος 2) ενταγμένο στις δράσεις της ελληνικής συμμετοχής στη 10η Διεθνή Έκθεση Αρχιτεκτονικής της Μπιενάλε Βενετίας με θέμα «Το Αιγαίο: μία διάσπαρτη πόλη». Επίτροποι ήταν ο Ηλίας Κωνσταντόπουλος και ο Λόης Παπαδόπουλος, επιμελητές οι Κατερίνα Κοτζιά, Ηλίας Κωνσταντόπουλος, Λόης Παπαδόπουλος, Κορίνα Φιλοξενίδου. Φωτ.: Σπύρος Στάβερης
ΣΠΥΡΟΣ ΣΤΑΒΕΡΗΣ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Γιατί κανείς δεν μας προστατεύει από τον ανεξέλεγκτο θόρυβο;

Οπτική Γωνία / Γιατί δεν μας προστατεύει κανείς από τον ανεξέλεγκτο θόρυβο;

Η Κομισιόν στέλνει τη χώρα στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο επειδή δεν έχει υιοθετήσει τα απαραίτητα σχέδια δράσης για την ηχορρύπανση. Τι σημαίνει αυτό για την καθημερινότητά μας; Μιλά στη LiFO ο ομότιμος καθηγητής του ΑΠΘ, Γεώργιος Παπανικολάου.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Ένας κανονικός αφελληνισμός

Οπτική Γωνία / Ένας κανονικός αφελληνισμός

Στη θέση εκείνων των ξένων που καλλιεργούσαν μια αληθινή σχέση με την Ελλάδα, πολλαπλασιάζονται τα φιμέ τζάμια των υπερπολυτελών τζιπ, αόρατοι και αδιάφοροι μεσάζοντες, αγοραστές επαύλεων που υπενοικιάζονται ή έχουν γίνει φρούρια με μικρούς ιδιωτικούς στρατούς τραμπούκων.
ΝΙΚΟΛΑΣ ΣΕΒΑΣΤΑΚΗΣ
Δημήτρης Νανόπουλος: «Ζούμε το τέλος του ανθρώπου και τη γέννηση ενός νέου τύπου ύπαρξης»

Οπτική Γωνία / Δημήτρης Νανόπουλος: «Ζούμε το τέλος του ανθρώπου και τη γέννηση ενός νέου τύπου ύπαρξης»

Ο διακεκριμένος ακαδημαϊκός και θεωρητικός φυσικός μιλά για την προέλευση της συνείδησης, τoν εγκέφαλο ως κβαντική μηχανή και το μέλλον του ανθρώπου ως υβριδίου τεχνολογίας και βιολογίας.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
«Η ομοφοβία δεν είναι ιδεολογική τοποθέτηση αλλά μια μορφή βίας»

Οπτική Γωνία / «Η ομοφοβία δεν είναι ιδεολογική τοποθέτηση αλλά μια μορφή βίας»

Ένα 13χρονο παιδί δεν άντεξε την ομοφοβία και έδωσε τέλος στη ζωή του. Ο ψυχίατρος-ψυχαναλυτής Σάββας Σαββόπουλος εξηγεί πώς μπορούν οι γονείς και οι εκπαιδευτικοί να εντοπίσουν έγκαιρα τα σημάδια της αυτοκτονικής διάθεσης.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Antinero: Καταγγελία-μαμούθ για το μεγαλύτερο πρόγραμμα δασικής πρόληψης

Ρεπορτάζ / Antinero: Πώς το «μεγαλύτερο πρόγραμμα δασικής πρόληψης» έγινε πεδίο καταγγελιών

Με εκατομμύρια ευρώ να έχουν ήδη διατεθεί, το πρόγραμμα Antinero μπαίνει στο στόχαστρο: 213 φορείς και πολίτες υπέβαλαν αναφορά στην Ε.Ε., αμφισβητώντας τη νομιμότητα και την αποτελεσματικότητά του.
ΝΤΙΝΑ ΚΑΡΑΤΖΙΟΥ
ΕΠΕΞ Οι ψαράδες της Αμοργού πέτυχαν κάτι που δεν έχει ξαναγίνει στην Ελλάδα

Οπτική Γωνία / Οι ψαράδες της Αμοργού πέτυχαν κάτι που δεν έχει ξαναγίνει στην Ελλάδα

Πήραν τη θάλασσα στα χέρια τους, πριν να είναι πολύ αργά και την χάσουν. Το «Αμοργόραμα» δεν είναι απλώς μια ιδέα, αλλά στοίχημα ζωής – και πρότυπο για την αλιεία όλης της χώρας.
ΛΑΣΚΑΡΙΝΑ ΛΙΑΚΑΚΟΥ
Μετρό-φούρνος: Ως πότε θα λιώνουμε και υπογείως;

Ρεπορτάζ / Μετρό-φούρνος: Ως πότε θα λιώνουμε και υπογείως;

Είκοσι τρένα που εκτελούν δρομολόγια στην μπλε και την κόκκινη γραμμή δεν έχουν κλιματισμό, ενώ το air condition στους παλιούς συρμούς της πράσινης γραμμής θυμίζει λοταρία: ποτέ δεν ξέρεις αν θα πετύχεις δροσιά ή ζέστη.
ΝΤΙΝΑ ΚΑΡΑΤΖΙΟΥ
Dr. Zeina Jallad: «Ονειρεύομαι ένα μέλλον όπου τη ζωή των παιδιών μας δεν θα την ορίζει το γεγονός ότι υποφέρουν αλλά ότι ευημερούν»

Οπτική Γωνία / Zeina Jallad: «Ονειρεύομαι έναν ουρανό χωρίς πυραύλους και drones»

Η διευθύντρια του Κέντρου Μελετών Παλαιστινιακής Γης και καθηγήτρια στο Αμερικανικό Πανεπιστήμιο της Βηρυτού μιλά στη LiFO για την αποτυχία του διεθνούς δικαίου και το «sumud» ως καθημερινή εξέγερση απέναντι στην εξόντωση.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ