Επί δεκαετίες, οι επιστήμονες του Μουσείου Φυσικών Επιστημών του Ντένβερ ταξίδευαν μέχρι τη Βόρεια Ντακότα, την Αρκτική και άλλες μακρινές περιοχές, αναζητώντας απολιθώματα δεινοσαύρων για τις συλλογές τους. Τελικά, όπως αποδείχθηκε, ένα αξιοσημείωτο εύρημα βρισκόταν ακριβώς κάτω από τα πόδια τους.
Τον Ιανουάριο, κατά τη διάρκεια γεωτρήσεων για την εγκατάσταση γεωθερμικού συστήματος θέρμανσης στον χώρο στάθμευσης του μουσείου, οι εργαζόμενοι έφτασαν σε βάθος 233 μέτρων. Εκεί, ανακάλυψαν κομμάτια απολιθωμένων σπονδύλων από φυτοφάγο δεινόσαυρο, ηλικίας περίπου 67,5 εκατομμυρίων ετών.
Το μουσείο ανακοίνωσε την ανακάλυψη αυτή την εβδομάδα, σημειώνοντας ότι πρόκειται για το παλαιότερο και βαθύτερο απολίθωμα δεινοσαύρου που έχει εντοπιστεί ποτέ εντός των ορίων της πόλης του Ντένβερ.
Ένα τυχαίο δείγμα που έκρυβε ιστορία εκατομμυρίων ετών
Η γεώτρηση είχε σχεδιαστεί για να φτάσει έως και τα 300 μέτρα, ώστε να εξεταστεί η καταλληλότητα του υπεδάφους για εγκατάσταση γεωθερμικού συστήματος. Οι γεωλόγοι του μουσείου αποφάσισαν να συλλέξουν δείγματα πετρωμάτων κατά τη διάρκεια της διαδικασίας, γνωρίζοντας ότι το υπέδαφος χρονολογείται από την Ύστερη Κρητιδική περίοδο.
Ανάμεσα στα δείγματα, ένα συγκεκριμένο κομμάτι πέτρας φαινόταν ασυνήθιστο, καθώς είχε ανοιχτό χρώμα και ήταν πορώδες και εύθραυστο. Ο γεωλόγος Μπομπ Ρέινολντς, που το εξέτασε πρώτος, ειδοποίησε αμέσως τους συναδέλφους του. Ο Τζέιμς Χάγκαρντον, επιμελητής γεωλογίας του μουσείου, θυμάται να του λέει: «Νομίζω ότι μόλις βρήκαμε δεινόσαυρο».

Μετά από μελέτη και ανασύσταση των θραυσμάτων, οι επιστήμονες κατέληξαν ότι πρόκειται για σπονδύλους από φυτοφάγο δεινόσαυρο της οικογένειας των ορνιθόποδων, χωρίς όμως να μπορούν να προσδιορίσουν με ακρίβεια το είδος. Οι σπόνδυλοι είχαν σχήμα που θύμιζε «στοίβα από μάρκες του πόκερ» ή «μπιφτέκι», σύμφωνα με τη σχετική δημοσίευση.
Ο δεινόσαυρος που ζούσε εκεί που σήμερα βρίσκεται το Ντένβερ
Πριν από σχεδόν 68 εκατομμύρια χρόνια, η περιοχή του σημερινού Ντένβερ ήταν τροπικό δάσος. Οι πρώτες κορυφογραμμές των Βραχωδών Ορέων μόλις άρχιζαν να σχηματίζονται, ενώ το οικοσύστημα φιλοξενούσε φυτοφάγους και σαρκοφάγους δεινόσαυρους. Οι επιστήμονες εκτιμούν ότι τα οστά ανήκουν σε έναν ορνιθόποδο, ομάδα μεσαίου μεγέθους φυτοφάγων δεινοσαύρων που ζούσαν την Ύστερη Κρητιδική περίοδο, συχνά δίπλα σε πυκνή βλάστηση και υπό την απειλή θηρευτών όπως ο Τυραννόσαυρος Ρεξ.
Μαζί με τα οστά, εντοπίστηκαν και απολιθωμένα υπολείμματα φυτών, ενδεχομένως δέντρα της εποχής ή και μέρος της διατροφής του ζώου.
Η ανακάλυψη θεωρείται εξαιρετικά σπάνια, όχι μόνο λόγω του βάθους και της θέσης, αλλά και επειδή οι γεωτρητικές δειγματοληψίες αυτού του τύπου σπάνια διατηρούνται ή μελετώνται. Το δείγμα που βρέθηκε είχε διάμετρο μόλις 6,5 εκατοστά και πάρθηκε από σημείο μικρότερο από μια ανθρώπινη γροθιά. Όπως σχολιάζει η μελέτη των επιστημόνων, είναι πιθανό αντίστοιχα ευρήματα να έχουν χαθεί στο παρελθόν.

«Είναι μια υπενθύμιση ότι κάτω από τα πόδια μας υπάρχουν ιστορίες που περιμένουν να αποκαλυφθούν», σημειώνεται χαρακτηριστικά στην έρευνα. Το μουσείο δεν ανακοίνωσε αμέσως την ανακάλυψη, καθώς περίμενε την ολοκλήρωση της επιστημονικής αξιολόγησης και τη δημοσίευση της σχετικής μελέτης.
Το απολίθωμα εκτίθεται ήδη
Τα σπονδυλικά θραύσματα του ορνιθόποδου βρίσκονται ήδη στο ισόγειο του μουσείου, ως μέρος της μεγάλης έκθεσης δεινοσαύρων. Εκεί εκτίθεται επίσης ένα ακόμη εντυπωσιακό εύρημα: ένας νεαρός T. rex που ανακαλύφθηκε τυχαία από οικογένεια στη Βόρεια Ντακότα το 2022.
Όσο για την προοπτική περαιτέρω ανασκαφής κάτω από το μουσείο, ο Χάγκαρντον ήταν σαφής: «Αν προσπαθούσαμε να σκάψουμε πιο βαθιά, το μουσείο θα κατέρρεε».
Με πληροφορίες από Washington Post