Ένας σχεδόν ολοκληρωμένος σκελετός που βρέθηκε στην Ιουρασική ακτή του Ντόρσετ έχει ταυτοποιηθεί ως νέο είδος ιχθυόσαυρου, ενός προϊστορικού θαλάσσιου ερπετού που κάποτε κυριαρχούσε στους ωκεανούς.
Ο ιχθυόσαυρος, μεγέθους δελφινιού, ονομάστηκε Xiphodracon goldencapensis, ή αλλιώς «Ξιφόδρακος του Ντόρσετ», και αποτελεί το μοναδικό γνωστό δείγμα του είδους του. Οι επιστήμονες λένε ότι τα σημάδια στο κρανίο του υποδεικνύουν πως ο «Ξιφόδρακος» πιθανότατα σκοτώθηκε από δάγκωμα στο κεφάλι, πιθανώς από ένα πολύ μεγαλύτερο είδος ιχθυόσαυρου.
Ανακαλύφθηκε για πρώτη φορά από έναν έμπειρο συλλέκτη απολιθωμάτων στην περιοχή Golden Cap του Ντόρσετ το 2001 και στη συνέχεια αποκτήθηκε από μουσείο στον Καναδά. Μόνο πρόσφατα αναλύθηκε πλήρως από ειδικούς και δημοσιεύθηκε επιστημονική μελέτη που το αναγνωρίζει ως νέο είδος ιχθυόσαυρου. «Σκέφτηκα πολύ το όνομα», δήλωσε ο ειδικός στους ιχθυόσαυρους Δρ. Ντιν Λόμαξ, συγγραφέας της μελέτης που ταυτοποίησε τον σκελετό ως νέο είδος.
Οι ιχθυόσαυροι ταξινομούνται ως θαλάσσια ερπετά, όχι δεινόσαυροι, καθώς ζούσαν ολόκληρη τη ζωή τους στο νερό. Πιστεύεται ότι αυτό το συγκεκριμένο είδος κολυμπούσε στις θάλασσες πριν από περίπου 185 εκατομμύρια χρόνια, μια περίοδο από την οποία έχουν βρεθεί ελάχιστα απολιθώματα ιχθυόσαυρων. «Εκείνη την εποχή, οι ιχθυόσαυροι ήταν εξαιρετικά σπάνιοι, και ο Ξιφόδρακος είναι το πιο πλήρες δείγμα που έχει βρεθεί ποτέ από εκείνη την περίοδο», δήλωσε ο Δρ. Λόμαξ. «Αποτελεί ένα χαμένο κομμάτι του παζλ στην εξέλιξη των ιχθυόσαυρων».

Ο «Ξιφόδρακος» εκτιμάται ότι είχε μήκος περίπου 3 μέτρα και παρουσίαζε χαρακτηριστικά που δεν έχουν παρατηρηθεί σε άλλα είδη. Το πιο περίεργο εύρημα ήταν ένα οστέινο εξόγκωμα κοντά στο ρουθούνι, ενώ το κρανίο του είχε τεράστιες οφθαλμικές κόγχες και μακριά ρύγχος σε σχήμα ξίφους, το οποίο χρησιμοποιούσε για να πιάνει ψάρια και καλαμάρια.
Οι ερευνητές εντόπισαν επίσης ενδείξεις για το πώς έζησε και πώς πέθανε.
«Τα οστά των άκρων και τα δόντια είναι παραμορφωμένα, κάτι που δείχνει σοβαρό τραυματισμό ή ασθένεια ενώ το ζώο ήταν ακόμα ζωντανό», δήλωσε η συγγραφέας της μελέτης Δρ. Έριν Μάξγουελ από το Κρατικό Μουσείο Φυσικής Ιστορίας της Στουτγάρδης. «Το κρανίο φέρει δάγκωμα από μεγάλο αρπακτικό, πιθανότατα άλλον, πολύ μεγαλύτερο ιχθυόσαυρο, κάτι που μας δίνει μια πιθανή αιτία θανάτου. Η ζωή στους ωκεανούς της Μεσοζωικής εποχής ήταν επικίνδυνη υπόθεση».
Ο «Ξιφόδρακος» είναι ένα από τα πολλά απολιθώματα ιχθυόσαυρων που έχουν βρεθεί κατά μήκος της Ιουρασικής Ακτής του Ντόρσετ, περιοχή γνωστή από τις πρώτες ανακαλύψεις της Μέρι Άνινγκ στις αρχές του 19ου αιώνα. Το συγκεκριμένο απολίθωμα ανακαλύφθηκε το 2001 από τον συλλέκτη Κρις Μουρ και μεταφέρθηκε στο Βασιλικό Μουσείο του Οντάριο στον Καναδά, όπου χρειάστηκαν πάνω από 15 χρόνια για την πλήρη ανάλυσή του.
«Δεν θέλω να περιαυτολογήσω, αλλά έχω βρει μερικούς ιχθυόσαυρους», δήλωσε ο Μουρ αστειευόμενος σε βιντεοκλήση από το Ντόρσετ. Ο ίδιος έχει ανακαλύψει περίπου 15 δείγματα, πολλά από τα οποία, όπως και ο «Ξιφόδρακος», αποδείχθηκαν νέα είδη. «Σκοπεύω να το γιορτάσω, αλλά δεν έχω αποφασίσει ακόμα πώς, με σαμπάνια ή ένα φλιτζάνι τσάι», πρόσθεσε χαμογελώντας.
Με πληροφορίες από BBC