Γιατί οι μπατονέτες καταλήγουν στη θάλασσα;

Γιατί οι μπατονέτες καταλήγουν στη θάλασσα; Facebook Twitter
0

Το 90% των πλαστικών απορριμμάτων που συλλέγονται στις θάλασσες, είναι άχρηστο και δεν υπάρχει ενδιαφέρον να ανακυκλωθεί, αναφέρει η περιβαλλοντολόγος Χριστίνα Κονταξή.

Η Χριστίνα Κονταξή θέτει τον προβληματισμό της σχετικά με την «επόμενη μέρα», μετά τους περιορισμούς χρήσης της πλαστικής σακούλας.

Όπως λέει χαρακτηριστικά, η χώρα μας συμμορφώθηκε μεν με την Ευρωπαϊκή οδηγία για την μείωση της κατανάλωσης αλλά δεν είναι διακριτό πού μετακυλίστηκε το κέρδος των σούπερ- μάρκετ από την προμήθεια πλαστικών σακουλών.

«Δεν είδα μείωση των τιμών στα ράφια», είπε χαρακτηριστικά, προσθέτοντας ότι οι περισσότεροι άνθρωποι αγνοούν πως δεν υπάρχει στην Ελλάδα εργοστάσιο διαχείρισης βιοαποικοδομήσιμων-λιπασματοποιήσιμων συσκευασιών που κυκλοφορούν ευρέως.

«Επιπλέον, το 90% των πλαστικών απορριμμάτων που συλλέγονται στις θάλασσες, είναι άχρηστο και δεν υπάρχει ενδιαφέρον να ανακυκλωθεί. Παρακολουθήστε έναν απ' αυτούς που κλέβουν με καροτσάκι από τους κάδους τα ανακυκλώσιμα. Παίρνουν μόνο αυτά που έχουν αξία, όπως τα αλουμίνια ή το χαρτί», συμπλήρωσε η κ. Κονταξή.

Αναφέρθηκε μάλιστα και σε μια δράση καθαρισμού που έγινε το περασμένο καλοκαίρι στον Σχοινιά όπου μαζεύτηκαν 260 κιλά απορρίμματα. «Από αυτά, τα 100 πήγαν σε ΧΥΤΑ γιατί δεν είχαν αξία, ενώ και τα υπόλοιπα, δεν είναι σίγουρο ότι θα ανακυκλωθούν. Όσο για τις μπατονέτες που γίνεται πολύ λόγος για την χρήση τους, τις συναντάμε στα θαλάσσια οικοσυστήματα, γιατί πολύ απλά, τις πετάμε μέσα στην τουαλέτα και λόγω ανεπαρκούς επεξεργασίας υγρών αποβλήτων, καταλήγουν στη θάλασσα», υπογράμμισε.

Η σημερινή εικόνα του Θερμαϊκού Κόλπου: Καθαρός αλλά με συχνές εξάρσεις φαινομένων υποβάθμισης

Σχετικά με τον όρμο Θεσσαλονίκης την τελευταία 20ετία παρατηρείται βελτίωση, όσον αφορά την οικολογική ποιότητα του νερού, όμως οι επιστήμονες προβληματίζονται για την αυξανόμενη συχνότητα και μεγαλύτερη ένταση σε φαινόμενα κακής ποιότητας.

Η καθηγήτρια Βιολογίας του ΑΠΘ, Μαρία Μουστάκα παρουσίασε συγκριτικά στοιχεία, σε κοινές παραμέτρους που καταγράφηκαν το χρονικό διάστημα 1997 έως το 2018, από το Ελληνικό Κέντρο Θαλασσίων Ερευνών (ΕΛ.ΚΕ.Θ.Ε.) και την ερευνητική ομάδα του τμήματος Βιολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. 

«Ναι μεν είναι βέβαιο ότι η κατάσταση είναι πολύ καλύτερη από το 1997, που είχαμε κακή οικολογική ποιότητα νερού, ωστόσο τα τελευταία χρόνια καταγράφουμε σποραδικά μεν και χωρίς διάρκεια αλλά με μεγάλη ένταση, περιστατικά που συντελούν στην κακή ποιότητα νερού» εξηγεί η κ. Μουστάκα.

«Αν και οι επιστήμονες», όπως ξεκαθαρίζει, «δεν γνωρίζουν επακριβώς τα αίτια, μελετούν κυρίως το εισερχόμενο φορτίο στον όρμο από ανθρωπογενείς δραστηριότητες και την επίδραση της κλιματικής αλλαγής». Στην κατεύθυνση μάλιστα αυτή, γίνονται και πειράματα με δείγματα νερού από τον Θερμαϊκό κόλπο προκειμένου να διαπιστωθεί, «αν για παράδειγμα σε περιόδους παρατεταμένου καύσωνα, λόγω κλιματικής αλλαγής, αυξάνονται οι παρασιτικοί οργανισμοί και επηρεάζεται το τροφικό πλέγμα».

Με πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ

Περιβάλλον
0

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ