Souvlakination: Ένας Ελληνοκύπριος που αγαπάει πολύ το σουβλάκι

Souvlakination: Ένας Ελληνοκύπριος που αγαπάει πολύ το σουβλάκι Facebook Twitter
«Το σουβλάκι παραδοσιακά είναι απλό. Καλό κρέας με καλή ντομάτα και κρεμμύδι σε αφράτη πίτα από οικογενειακό φούρνο». Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO
0

Ο Αλέξανδρος Μυλωνάς έχει πάθος για το σουβλάκι. Ο άνθρωπος που κρύβεται πίσω από το πολύ δημοφιλές προφίλ στο Instagram «Souvlakination» κάνει αυτό που υποδηλώνει και το όνομα του προφίλ: ασχολείται με σουβλάκια, τα δοκιμάζει, τα κρίνει, τα σχολιάζει, πάντα όμως με σεβασμό και προσοχή, χωρίς ακρότητες και υπερβολές. Το μεγάλο ενδιαφέρον είναι ότι ο Αλέξανδρος είναι ελληνοκυπριακής καταγωγής και γέννημα-θρέμμα του Λονδίνου‧ εκεί κατοικεί και για τα ελληνικά και κυπριακά μαγαζιά που ανεβάζει πρέπει να κάνει ολόκληρο ταξίδι κάθε φορά. Στο site του, που έχει το ίδιο όνομα, Souvlakination.com, μπορεί να βρει κανείς πολλές πληροφορίες για το σουβλάκι και την ιστορία του, αλλά και κλασικές ελληνικές συνταγές και ιστορίες από κυπριακά και ελληνικά μαγαζιά του Λονδίνου που είναι συνήθως μικρά, συνοικιακά και δύσκολα τα παρουσιάζουν τα μέσα. Ο Αλέξανδρος είναι 26 χρονών, έχει σπουδάσει Ιστορία και η μελέτη που κάνει είναι σοβαρή και σημαντική, γιατί πολλά από τα μέρη που πρόλαβε να καταγράψει δεν υπάρχουν πια – τα μικρά μαγαζιά σε λίγα χρόνια θα εξαφανιστούν επειδή δεν αντέχουν τον ανταγωνισμό των αλυσίδων εστίασης. Τον συναντήσαμε στην Αθήνα και είχε πολύ ενδιαφέροντα πράγματα να πει.

«Γεννήθηκα το 1999 στο Λονδίνο και εκεί μεγάλωσα. Οι παππούδες μετακόμισαν από την Κύπρο και την Ελλάδα τη δεκαετία του ’60. Ήμασταν, και είμαστε ακόμα, πολύ κοντά και κάπως έτσι μεγάλωσα σε ένα πολύ ελληνικό και κυπριακό σπίτι, με αυλές γεμάτες λαχανικά, μυρωδικά και φρούτα και κουζίνες γεμάτες μυρωδιές, φακές και άλλα παραδοσιακά φαγητά που δεν εκτιμούσα τόσο πολύ τότε.

«Το σουβλάκι μάς θυμίζει τα παιδικά μας χρόνια, γι’ αυτό είναι τόσο δημοφιλές. Και συνδέεται πολύ με το συναίσθημα, γι’ αυτό είναι τόσο απογοητευτικό όταν τρως ένα κακό σουβλάκι».

Στο σπίτι μιλούσαν όλοι ελληνικά, ωστόσο πήγαινα και στο ελληνικό σχολείο –το οποίο σιχαινόμουν– δυο φορές την εβδομάδα, όπου κάναμε και μαθήματα χορού και παραστάσεις την 25η Μαρτίου. Ευτυχώς, υπήρχε ένα κυπριακό σουβλατζίδικο στον δρόμο για το σπίτι και εκεί ξεκίνησε το κόλλημά μου με το σουβλάκι. Δεν υπήρχαν τόσο πολλοί Έλληνες τότε στο Λονδίνο, υπήρχαν πιο πολλοί Κύπριοι, έτσι είχαμε πολλά κυπριακά μαγαζιά.

Στο αγγλικό σχολείο με θεωρούσαν Έλληνα, προτού ακόμα πάω στην Ελλάδα ή στην Κύπρο για διακοπές. Η αλήθεια, ωστόσο, είναι ότι δεν ένιωσα ποτέ σπίτι μου την Αγγλία. Έρχομαι με κάθε ευκαιρία στην Ελλάδα και πάω στην Κύπρο, πλέον, πολλές φορές τον χρόνο.

Σπούδασα Ιστορία στο University College London (UCL). Στην Αγγλία δεν μετράει τόσο πολύ τι ακριβώς σπουδάζεις, όπως εδώ, άρα δεν σκόπευα ποτέ να γίνω δάσκαλος ή ιστορικός ή να δουλέψω σε μουσείο. Μετά έγινα πωλητής σε μια tech εταιρεία και τώρα είμαι αυτοαπασχολούμενος. Κάνω διάφορα πράγματα, κυρίως social media marketing. Μπορεί να πληρωνόμουν καλύτερα πριν, αλλά προτιμώ να κάνω πράγματα στα οποία πιστεύω.

Κανείς από την οικογένειά μου δεν ασχολείται επαγγελματικά με το φαγητό. Όμως τα πρώτα μου χρόνια τα πέρασα στο σπίτι του παππού και της γιαγιάς, όπου ακολουθούσα τη γιαγιά στην κουζίνα συνεχώς. Όταν έφτιαχνε ψωμί είχε τη ζύμη σε ένα μπολ πάνω σε μια καρέκλα, έσκυβε και ζύμωνε. Μια μέρα, όταν ήμουν δύο χρονών, πήρα την απόφαση να ζυμώσω μαζί της και μετά, σιγά σιγά, ξεκίνησε να μου μαθαίνει κάποια πράγματα στην κουζίνα. Φτιάχναμε μαζί ψωμιά και παραδοσιακές κυπριακές πίτες. Μαγείρευα για τους δικούς μου από εννιά χρονών με τη βοήθεια της μαμάς μου, της γιαγιάς και ενός βιβλίου του Jamie Oliver. Από τότε ήμουν καλοφαγάς. Έβλεπα “Masterchef”, Gennaro Contaldo και Gordon Ramsay στην τηλεόραση, και με τους φίλους που γνώρισα στο πανεπιστήμιο τρώγαμε έξω συνέχεια. Επίσης, οι θείοι και οι παππούδες μου έψηναν σούβλες και ο παππούς είχε χτίσει ξυλόφουρνο όπου έψηνε κλέφτικο. Ακόμα και σήμερα ψήνουμε όλοι μαζί, τουλάχιστον μια φορά τον μήνα. Γι’ αυτό ξεχωρίζει η ελληνική κουζίνα παγκοσμίως. Αν και δεν είμαστε όλοι μας επαγγελματίες, αγαπάμε το φαγητό πάρα πολύ, μαγειρεύουμε με μεράκι, καλλιεργούμε στις αυλές μας και πολλές φορές το φαγητό είναι αυτό που μας ενώνει ως οικογένεια, όχι μόνο όταν τρώμε έξω με την παρέα μας.

Souvlakination: Ένας Ελληνοκύπριος που αγαπάει πολύ το σουβλάκι Facebook Twitter
Πιστεύω ότι ο κόσμος μαθαίνει ακόμα για το σουβλάκι. Σε χώρες με πολλούς Έλληνες έχει γίνει δημοφιλές, αλλά όχι τόσο όσο η πίτσα, ας πούμε. Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO

Όταν ξεκίνησε η τρέλα με το φαγητό στα social, ήμουν ήδη μεγάλος foodie‧ τόσο, που ξεκίνησα έναν λογαριασμό με φαγητό το 2018, αλλά δεν πέτυχε και τόσο πολύ. Κάποια στιγμή συνειδητοποίησα ότι τα αγαπημένα μου εστιατόρια ήταν τα κυπριακά σουβλατζίδικα και οι ταβέρνες που πηγαίναμε παλιά. Μικρά, ανεξάρτητα, υποτιμημένα μαγαζιά και οικογενειακές επιχειρήσεις, τα οποία δεν πλήρωναν τότε για διαφημίσεις ή social media marketing.

Ένα από αυτά ήταν το Andy’s Kebab House στο Oakwood, όπου πήγαινα τακτικά έπειτα από το ελληνικό σχολείο στο Λονδίνο. Είχε αλλάξει το όνομα και άλλαξαν και οι ιδιοκτήτες κάποια στιγμή, αλλά εκεί ξεκίνησε ο εθισμός. Μικρό και ταπεινό, γωνιακό μαγαζί γεμάτο τσίκνες, μοσχοβόλαγε μέχρι το ελληνικό σχολείο και έτρεχαν τα σάλια μου κάθε φορά που έβγαινα. Είχε κυπριακά σουβλάκια, απλά, αλμυρά, ζουμερά, χοντρά. Θυμάμαι και στη μεγάλη κυπριακή γιορτή του κρασιού που είχαμε κάποτε στο Alexandra Palace (έναν μεγάλο χώρο όπου ήταν τα παλιά γραφεία του BBC) να ψήνουν εκατοντάδες σουβλάκια ταυτόχρονα. Μιλάμε για σύννεφα τσίκνας. Αυτό είναι το αγαπημένο μας φαγητό ως παροικίας, αλλά το είχαμε δεδομένο. Και αναρωτιόμουνα γιατί δεν έβλεπα τέτοια σουβλατζίδικα και τέτοιες ταβέρνες στο Instagram τότε.

Ξεκίνησα τον λογαριασμό στα τέλη Αυγούστου το 2023, σε μια παραλία κοντά στο χωριό του παππού μου στην Ελλάδα. Εκεί μου ήρθε η ιδέα. Κανείς δεν ανέβαζε σουβλατζίδικα στην Αγγλία, επειδή μάλλον δεν ήταν trendy και, μετά, όταν άρχισαν να πληρώνονται οι influencers, τέτοια μαγαζιά δεν πλήρωναν. Οπότε ανέλαβα την ευθύνη να τους στηρίξω, προβλέποντας τις αλλαγές που γίνονταν στην εστίαση. Πλέον αλυσίδες έχουν εξαπλωθεί σε όλο το Λονδίνο και αυτήν τη στιγμή είναι η πιο δύσκολη εποχή να έχεις εστιατόριο. Υπολογίζεται ότι 6.000 ανεξάρτητα εστιατόρια θα κλείσουν μέχρι το τέλος του 2025 στην Αγγλία, σύμφωνα με ειδικούς. Φέτος, χάσαμε την πιο δημοφιλή ταβέρνα του Λονδίνου, το Βρυσάκι. Ο ιδιοκτήτης του ήταν ο ίδιος που είχε το Andy’s, οπότε πέρασε και αυτό το μαγαζί σε άλλα χέρια.

Η αλήθεια είναι ότι δεν περίμενα τέτοιες αντιδράσεις και συμπαράσταση για το Souvlakination. Ο λογαριασμός ήταν τέρμα για χαβαλέ στην αρχή, παρότι πήγαινα σε όλα αυτά τα μαγαζιά με στόχο να γίνει νορμάλ το να ανεβάζουμε και παραδοσιακά, ανεξάρτητα μαγαζιά στο Instagram και να μην ξεχαστούν. Τώρα φοβάμαι να τα ανεβάσω κάποιες φορές, μήπως το μαγαζί γίνει viral, με αποτέλεσμα να σκάνε τουρίστες και να μην μπορούν να παραγγείλουν πια οι ντόπιοι.

Το πρώτο πράγμα που μου φέρνει στο μυαλό η λέξη “σουβλάκι” είναι χαρά, αλήθεια, ειλικρίνεια, όμορφες αναμνήσεις με την οικογένεια, κοινότητα, την κουβέντα στο μαγαζί, τη μυρωδιά, τη σιωπή όταν το τρως. Το σουβλάκι μάς θυμίζει τα παιδικά μας χρόνια, γι’ αυτό είναι τόσο δημοφιλές. Και συνδέεται πολύ με το συναίσθημα, γι’ αυτό είναι τόσο απογοητευτικό όταν τρως ένα κακό σουβλάκι.

Σίγουρα ο γύρος είναι πιο δημοφιλής. Η ποιότητα του κρέατος δεν φαίνεται τόσο πολύ στον γύρο συνήθως, ενώ στο καλαμάκι δεν μπορείς να κρύψεις τίποτα. Οπότε ο κόσμος έχει συνηθίσει να παραγγέλνει γύρο, ακόμα και εργοστασιακό, αντί να ψάξει για μαγαζιά που φτιάχνουν ωραία καλαμάκια. Και κάπως έτσι έχει γίνει πιο δημοφιλής ο εργοστασιακός γύρος πάρα το καλό σουβλάκι, στο εξωτερικό ιδίως. Ο γύρος είναι τόσο δημοφιλής στη Θεσσαλονίκη επειδή εκεί, από τη δεκαετία του ’70 κι έπειτα, άνοιξαν μερικά εργοστάσια παραγωγής γύρου. Το πιο δημοφιλές post του Souvlakination είναι ένα reel πέντε δευτερολέπτων στη Θεσσαλονίκη, με έναν τεράστιο γύρο στο “Γύρος Αριστοτέλους”. Έχει 30 εκατομμύρια προβολές στο Instagram.

Το σουβλάκι είναι παρακατιανό. Δηλαδή είναι το φαγητό των φτωχών, των απλών ανθρώπων. Στην αρχαία Ελλάδα μοιραζόταν το κρέας σε σουβλάκια, έτσι ώστε να είναι ίσες οι μερίδες στις θυσίες. Είναι διαδεδομένο, είναι φθηνό και έτσι μας ενώνει. Επίσης, αν δεν τρως κρέας, μπορείς να πάρεις ένα οικολογικό. Το σουβλάκι παραδοσιακά είναι απλό. Καλό κρέας με καλή ντομάτα και κρεμμύδι σε αφράτη πίτα από οικογενειακό φούρνο.

Souvlakination: Ένας Ελληνοκύπριος που αγαπάει πολύ το σουβλάκι Facebook Twitter
Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO

Στον Κώστα, στη Φιλελλήνων 7, βρίσκεις και τα δύο αυτά χαρακτηριστικά, απλότητα και παράδοση. Είναι το πιο απλό αλλά γευστικό σουβλάκι που μπορείς να βρεις στο κέντρο, με μεγάλη παράδοση που ξεκίνησε από τον παππού του σημερινού ιδιοκτήτη. Πηγαίνουν και ντόπιοι αλλά και πολλοί τουρίστες, λόγω του σημείου και της ιστορίας του μαγαζιού. Μπορεί να μην είναι το αγαπημένο μου σουβλατζίδικο στην Αθήνα, μπορεί να έχει πολύ hype, αλλά περνάμε από εκεί όλοι και πάντα σχηματίζονται ουρές, κάτι το οποίο αποδεικνύει πόσο πετυχημένο και δημοφιλές μπορεί να είναι το απλό, παραδοσιακό street food ακόμα και το 2025. Πρέπει να είμαστε περήφανοι και ευγνώμονες που υπάρχουν τέτοια μαγαζιά, με τόση ιστορία και καλό φαγητό, με τόση πελατεία το 2025 στην Ελλάδα· κι ο ιδιοκτήτης να αποφασίζει να συνεχίσει την παράδοση, ακριβώς όπως έκανε ο παππούς του πριν από εβδομήντα χρόνια. Απίστευτο, σπανιότατο, στο Λονδίνο δεν υπάρχουν τέτοια μαγαζιά.

Πάντως, έχουν ανοίξει πολλά ελληνικά σουβλατζίδικα στο Λονδίνο τελευταία. Τα περισσότερα ψήνουν εργοστασιακούς γύρους, σουβλάκια, κεμπάπ κ.λπ. και η αλήθεια είναι ότι το φαγητό δεν έχει πολύ χαρακτήρα ούτε ποιότητα σε τέτοια μαγαζιά, αν και χορταίνει τους πεινασμένους. Υπάρχουν πολλά τέτοια μαγαζιά και στην Ελλάδα πλέον, το ξέρω, αλλά δεν έχει νόημα να μιλάμε για διαφορετικά μαγαζιά όταν έχουν όλα ακριβώς το ίδιο προϊόν. Στην Αγγλία έχουμε κι άλλο εμπόδιο. Η πρώτη ύλη δεν είναι τόσο ποιοτική ή γευστική όπως εδώ, γι’ αυτό ξετρελαίνονται οι τουρίστες με το φαγητό στην Ελλάδα. Ωστόσο έχουμε κάποια κυπριακά σουβλατζίδικα (ή σουβλιτζίδικα στα κυπριακά) στα προάστια που κάνουν τη διαφορά, με χειροποίητα σουβλάκια, ψημένα με περισσότερο μεράκι και προσοχή. Θα βρεις κι άλλες επιλογές, όπως η κυπριακή σούβλα, και μερικούς μεζέδες σε αυτά τα μαγαζιά.

Το Fig Tree Grill είναι το καλύτερο σημείο για κυπριακά σουβλάκια και σεφταλιά σε όλη την Αγγλία, τόσο καλό που συνήθως δυσκολεύομαι να βρω ανάλογης ποιότητας σουβλάκι στην Κύπρο. Οι Κύπριοι βάζουν μόνο αλάτι στο σουβλάκι, οπότε το κρέας πρέπει να είναι πολύ καλής ποιότητας. Στο Mitsi Tavernaki θα βρεις κυπριακές πίτες, σούβλες, ψητά, αλλά και χειροποίητο γύρο σε ελληνική –να την πούμε– πίτα. Αν ψάχνεις κάτι στο κέντρο, ο Pittagoras έχει τέσσερα μαγαζιά και ένας από τους συνέταιρους, ο Ηλίας, συνεχίζει για τρίτη γενιά την παράδοση του παππού του, ο οποίος ήταν ο πρώτος πού σέρβιρε καλαμάκια στην Κεφαλονιά.

Το φθηνότερο σουβλάκι (τυλιχτό) που θα βρεις στο Λονδίνο κάνει 7-8 λίρες. Για μια καλή κυπριακή πίτα παίζει να πληρώσεις 10-19 λίρες, ανάλογα με το πόσα υλικά έχει μέσα. Ένα καλαμάκι από χονδρεμπόρους κάνει 3-5 λίρες. Το πιο ακριβό σουβλάκι που έχω φάει είναι σίγουρα στο Fig Tree, αλλά είναι το καλύτερο, οπότε δεν έχω παράπονο.

Αν υπάρχει ιδανικό σουβλάκι; Καταρχάς, αν δεν είναι καλή η πρώτη ύλη, δεν θα είναι καλό το σουβλάκι. Το καλαμάκι πρέπει να είναι φτιαγμένο από νωπό κρέας, ψημένο γρήγορα σε δυνατή φωτιά (στα κάρβουνα) για να είναι ζουμερό, με πολύ λίγο ή καθόλου μαρινάρισμα για να μην κρύβεται η γεύση του κρέατος. Το κρεμμύδι πρέπει να είναι ψιλοκομμένο και η ντομάτα ώριμη. Όχι πατάτες μέσα στο τυλιχτό. “Πλακώνουν” όλα τα άλλα υλικά, τη γεύση του κρέατος και γίνεται όλη η πίτα πιο στεγνή. Δεν με πειράζει αν το σουβλάκι έχει γιαούρτι, σάλτσα, μουστάρδα ή τζατζίκι, ό,τι βάζει το μαγαζί. Τρώω τα πάντα, αλλά από μαγαζιά που εστιάζουν σε ένα πράγμα κι έτσι ξεχωρίζουν. Π.χ. στην Αθήνα, αν θέλεις γύρο, να πας στον Αχιλλέα, αν θέλεις κεμπάπ, να πας στον Τόμας, για μπιφτέκι να πας στον Γιώργο ή στον Λευτέρη. Ωστόσο προτιμώ καλαμάκι, γιατί μου θυμίζει τα σουβλάκια που έτρωγα ως παιδί. Θεωρώ ότι δεν χρειάζεται να πειράξουμε το σουβλάκι. Ίσως για μια αλλαγή ή for fun να το κάνουμε στο σπίτι, αλλά το παραδοσιακό, απλό σουβλάκι, φτιαγμένο από τα σωστά χέρια, είναι αναντικατάστατο.

Πιστεύω ότι ο κόσμος μαθαίνει ακόμα για το σουβλάκι. Σε χώρες με πολλούς Έλληνες έχει γίνει δημοφιλές, αλλά όχι τόσο όσο η πίτσα, ας πούμε. Υπάρχουν και στερεότυπα στη διασπορά, βέβαια, όπως η ιδέα πως το σουβλάκι πάντα έχει τζατζίκι και γύρο. Ίσως δεν γνωρίζουν οι ξένοι ακόμα πόσες μορφές μπορεί να πάρει το σουβλάκι.

Τα τελευταία δύο χρόνια έχω φάει σουβλάκια στην Αθήνα, στη Θεσσαλονίκη, στην Κόρινθο, στην Πελοπόννησο, στην Αιτωλοακαρνανία, στην Ήπειρο, στα Επτάνησα και στην Κύπρο. Και στο εξωτερικό, σε οχτώ χώρες συνολικά. Όταν τρως σε τόσα πολλά μαγαζιά και μέρη, γίνεται πιο δύσκολο να βρεις κάτι ιδιαίτερο. Από την άλλη, έχω πολλά μαγαζιά στο μυαλό μου με ξεχωριστό σουβλάκι. 

Το καλύτερο καλαμάκι που έχω φάει παραμένει εκείνο στο χωριό του παππού, εκεί όπου ξεκίνησα την αναζήτηση. Πολύ απλό, ζουμερό, μαλακό, με αρκετό αλάτι και λίγο λεμόνι. Σε πολλά χωριά θα βρεις σουβλάκια, από ντόπια κρέατα μεν, σκληρά δε, πολλές φορές καλυμμένα από λαδολέμονο και μαρινάδες. Οι σουβλατζούδες, όμως, στις ταβέρνες του χωριού του παππού, στο Τρίκορφο Ναυπακτίας, κάνουν “παπάδες”. Πέρα από την ποιότητα του κρέατος, ανεξαρτήτως προέλευσης, είναι και το ψήσιμο και οι λεπτομέρειες που μετράνε. Το απλό, σκέτο σουβλάκι χρειάζεται ακόμα περισσότερη προσοχή στη λεπτομέρεια. 

Αυτό το απλό, τετράγωνο σουβλάκι με ξίγκι που κάποτε έβρισκες παντού στα ΚΤΕΛ και σε λιμάνια, π.χ. στο Ρίο-Αντίρριο, έχει εξαφανιστεί, όπως καταλαβαίνω. Δεν τρελάθηκα όταν δοκίμασα τα σουβλάκια στο λιμάνι του Ρίου πρόσφατα. Καμία σχέση με αυτό που θυμάται η οικογένειά μου από παλιά. Όμως στον Ισθμό της Κορίνθου υπάρχουν ακόμα καλά καλαμάκια και κάνω μια στάση εκεί όταν μπορώ, όποτε περνάω. Τα καλαμάκια στο Κανάλι είναι από τα αγαπημένα μου σε όλη την Ελλάδα. Απλό, παραδοσιακό καλαμάκι με ξίγκι, αλατορίγανη, λεμόνι και ψωμάκι. Ό,τι καλύτερο. Δεν πρόκειται να απογοητευτείς εκεί.

Στην Αθήνα, όπως πολλοί άλλοι, τρελαίνομαι για τον γύρο του Αχιλλέα και τα σουβλάκια του Λευτέρη στην Ομόνοια. Πηγαίνω με κάθε ευκαιρία και στη Βόλβη, στους Κωστάδες. Αγαπώ τη σάλτσα της Λίλας. Αλλά το αγαπημένο μου σουβλάκι από αυτά που έχω φάει στην Αθήνα είναι στον Κορυδαλλό, στο Κοχύλι. Πολύ ισορροπημένο, ευχάριστο και απλό σουβλάκι, γεμάτο γεύση. Κάθε μπουκιά όνειρο.

Στη Θεσσαλονίκη ο γύρος στο Εξπρές σε ταξιδεύει σε άλλες, καλές εποχές. Αξέχαστος. Αλλά εκτιμώ και τον λεπτοκομμένο τραγανό γύρο του Γιώτη στην Κάτω Τούμπα. Αγαπημένα μαγαζιά και τα δύο.

Και στην Κύπρο υπάρχουν τα λιτά, οικογενειακά μαγαζιά, που ίσως πρέπει να περιμένεις λίγο για την παραγγελία σου, αλλά πάντα παραμένουν στο μυαλό μου. Ένα συγκεκριμένο μαγαζί που έχω ξεχωρίσει πρόσφατα είναι μια ταβέρνα στο χωριό Πρόδρομος, πάνω στην οροσειρά του Τροόδους. Η αλήθεια είναι ότι έκανα μια στάση καθώς γυρνούσα από τα βουνά και η μυρωδιά ήταν τόσο λαχταριστή, που ήταν αδύνατο να μη φάω μια πίτα. Μάλλον με επηρέασε το ότι έτρωγαν και ιερείς εκεί εκείνη τη στιγμή. Περίμενα 30 λεπτά για να την ετοιμάσουν, αλλά άξιζε. Ντόπιο κρέας, σωστά αλατισμένο, τέλειο ψήσιμο και τα πιο γευστικά λαχανικά, ντομάτα, αγγούρι, κρεμμύδι, μαϊντανός, παραδοσιακά της Κύπρου. Τίποτε άλλο. Έπαθα πλάκα. Louis Restaurant λέγεται.

Είναι πάντα σε τέτοια μικρά χωριά που καταλαβαίνεις πως όντως το καλύτερο φαγητό συνήθως έρχεται από ντόπιους, μικρούς παραγωγούς και μικρά μαγαζιά που δεν συμβιβάζονται, δεν αλλάζουν πολύ με τον καιρό, δεν βιάζονται για τίποτα. Αλλά έχουν τα καλύτερα, τα πιο νόστιμα υλικά που μπορείς να βρεις. Αναρωτιέμαι κάποιες φορές αν οι επόμενες γενιές θα έχουν την ευκαιρία να ανακαλύψουν αυτή την αλήθεια. Είναι η ποιότητα των υλικών και το προσεγμένο ψήσιμο που κάνει το καλό σουβλάκι».

Τον ρωτάω τι έχει αλλάξει στη ζωή του το Souvlakination και τι του έχει προσφέρει, πέρα από την ευκαιρία να δοκιμάζει φαγητά που του αρέσουν.

«Για να είμαι ειλικρινής, έρχονται δουλειές μέσω του Souvlakination, αν και δεν είναι πολλές, και δεν είναι πάντα σε μορφή διαφημίσεων στη σελίδα», λέει. «Συνήθως δεν πληρώνομαι από αυτά που ανεβάζω, το κάνω απλώς από πάθος. Προφανώς έχω μια καλύτερη αφορμή πλέον να δοκιμάσω ωραία φαγητά σε διαφορετικά εστιατόρια, κάτι που πάντα έκανα. Αλλά το μεγαλύτερο πλεονέκτημα είναι ότι έχω κάνει πολλούς φίλους. Μιλάω συχνά με πολλούς σεφ, ιδιοκτήτες, σουβλατζήδες, δημοσιογράφους, συγγραφείς, foodies και τρελούς σαν εμένα. Αυτό μετράει πιο πολύ, η ευκαιρία να γνωρίσω ανθρώπους με τα ίδια ενδιαφέροντα και να ανταλλάξουμε ιδέες, απόψεις και γνώσεις».

— Πες μου για τις seven commandments (οι επτά εντολές) που βρίσκουν τα άτομα που επισκέπτονται τον λογαριασμό σου στο Instagram.
Πιστεύω ότι μαζί με το κοινό έρχεται μια ευθύνη και βέβαια ο στόχος δεν είναι το προσωπικό κέρδος αλλά να αλλάξουμε τον τρόπο με τον οποίο σκεφτόμαστε για το φαγητό – για το καλό όλων μας. Κάποιοι με ρωτάνε τι κάνω με τη σελίδα, νομίζουν πως απλώς ανεβάζω αξιολογήσεις για σουβλατζίδικα και εστιατόρια, αλλά όσοι ακολουθούν το περιεχόμενο και διαβάζουν τι ακριβώς γράφω θα καταλάβουν πως υπάρχει ένα βαθύτερο νόημα. Μπορεί και να είναι τέρμα χαβαλές κάποιες φορές, αλλά πάντα συζητάμε σημαντικά θέματα, όπως τι κάνει ένα σουβλάκι ή ένα γεύμα να είναι καλό, ποιοι και πόσοι είναι υπεύθυνοι γι’ αυτό.

Θα ήθελα τα άτομα που μπαίνουν στη σελίδα, το πρώτο πράγμα που θα βλέπουν να είναι οι αξίες και το όραμα του πρότζεκτ, για να είναι ξεκάθαρο απ’ την αρχή. Οι seven commandments περιγράφουν τις αρχές στις όποιες βασίζεται το καλό φαγητό. Τι ακριβώς κάνει το φαγητό να είναι καλό, τι να φάμε, πού να φάμε και πώς. Πολλά από αυτά μπορεί να είναι δεδομένα εδώ στην Ελλάδα, αλλά στην Αγγλία φυλάμε Θερμοπύλες. Το καλό φαγητό είναι ήδη μια ιστορία των χαμένων ονείρων σε πολλές χώρες. Και φοβάμαι για το μέλλον. Χωρίς μικρά μαγαζιά, αγρότες και τους μικρούς παραγωγούς, δεν θα έχουμε καλό, γευστικό φαγητό με θρεπτικά συστατικά. Χωρίς όλα αυτά, δεν θα έχουμε καλά σουβλάκια. Μόνος μου δεν μπορώ να τους προστατέψω, αλλά δεκάδες χιλιάδες μαζί… θα ήταν πιο εύκολο, αν δεν μας εμπόδιζαν πλατφόρμες όπως το Instagram. Από τους 76.000 που επέλεξαν να βλέπουν το περιεχόμενο μου, ούτε το ένα τέταρτο δεν έχει δει εκείνο το post.

instagram
souvlakination.com

Γεύση
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Από arrancini μέχρι καλαμάκι συκώτι στο χέρι: Αυτό είναι το νέο αθηναϊκό street food

Γεύση / Από arrancini μέχρι καλαμάκι συκώτι στο χέρι: Αυτό είναι το νέο αθηναϊκό street food

H Αθήνα έχει πολλά στριτφουντάδικα. Όμως κάποια νέα, εκτός από το ότι ανεβάζουν το επίπεδο, έχουν καταφέρει να γίνουν instant συνήθεια για το προσεγμένο φαγητό τους, αλλά όχι μόνο γι' αυτό.
ΖΩΗ ΠΑΡΑΣΙΔΗ
«Όταν παραγγέλνεις delivery μαναβική, θα σου φέρουν ό,τι πιο άγουρο υπάρχει»

Οι γαστρονομικές απογνώσεις του Κυρίου Ρεμί / «Όταν παραγγέλνεις delivery μαναβική, θα σου φέρουν ό,τι πιο άγουρο υπάρχει»

Ο κύριος Ρεμί τρώει σπίτι του πιο συχνά απ' ότι νομίζεις, προτείνει να παίρνεις καλύτερες φακές και λέει αυτό που ξέρουμε όλοι και δεν λέμε για το delivery.
ΡΕΜΙ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Μάνος Μακρυγιαννάκης: «Στο Philema, στις Βρυξέλλες, κάνουν ουρά για ξινόμαυρο και ξινόχοντρο»

Το κρασί με απλά λόγια / Μάνος Μακρυγιαννάκης: «Στο Philema κάνουν ουρά για ξινόμαυρο και ξινόχοντρο»

Ο «πρεσβευτής» της ελληνικής κουζίνας στις Βρυξέλλες, αναπολεί τα παιδικά του Χριστούγεννα στην Κρήτη και μιλά για τον ρόλο του Philema – του εστιατορίου που εδώ και έντεκα χρόνια προσφέρει στους «καλεσμένους» του αποκλειστικά ελληνικά προϊόντα και ελληνικά κρασιά.
ΥΡΩ ΚΟΛΙΑΚΟΥΔΑΚΗ - ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΟΡΦΑΝΙΔΗΣ
Στον «Σήφη» ξέρουν από καλή κρητική κουζίνα

Γεύση / Στον «Σήφη» για γαμοπίλαφο και αυγά με στάκα και απάκι

Εδώ και σχεδόν πέντε δεκαετίες, μια οικογενειακή ταβέρνα στον Άγιο Δημήτριο, με την κυρά-Φωφώ σταθερά στο τιμόνι, σερβίρει φαγητά και μεζέδες όπως ακριβώς θα τους έβρισκες σε ένα αυθεντικό κρητικό καφενείο.
ΝΙΚΗ ΜΗΤΑΡΕΑ
Χριστουγεννιάτικος κορμός, μια γλυκιά ιστορία που συνεχίζεται στα καλύτερα ζαχαροπλαστεία της πόλης

Γεύση / Χριστουγεννιάτικος κορμός, ένα σοκολατένιο έπος. Εδώ οι καλύτεροι

Ξεκίνησε ως ένα ρολό παντεσπάνι με αφράτη σοκολάτα γκανάς και ζάχαρη άχνη, σύμβολο της καλοτυχίας. Πλέον κάθε ζαχαροπλάστης κάνει μια δική του παραλλαγή, μετατρέποντάς το σε γλυκό έργο τέχνης.
ΝΙΚΗ ΜΗΤΑΡΕΑ
«Το Αμύνταιο είναι το El Dorado της ελληνικής αμπελουργίας»

Το κρασί με απλά λόγια / «Το Αμύνταιο είναι το El Dorado της ελληνικής αμπελουργίας»

Σε μια συνέντευξη εφ όλης της ύλης η εμβληματική προσωπικότητα του ελληνικού κρασιού, ο Άγγελος Ιατρίδης, εξηγεί ότι πήγε στο Αμύνταιο πριν από τριάντα χρόνια επειδή είδε ότι θα άντεχε στην κλιματική αλλαγή και μιλάει για τη μεγάλη ανάπτυξη του Κτήματος Άλφα από τα 4.000 στρέμματα στα 14.000.
ΥΡΩ ΚΟΛΙΑΚΟΥΔΑΚΗ - ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΟΡΦΑΝΙΔΗΣ
Η εποχή του Ευχέλαιου της μεσογειακής διατροφής ή Τα μυστήρια της εποχής της ελιάς

Γεύση / Ελιές με χταπόδι: Στο Αιγαίο τις φτιάχνουν απλά, όπως τις μαντινάδες

Κολυμπάτες, ελίδια, κλαστάδες, σταφιδολιές, ψαρολιές, κουροπολιές, νερατζολιές: όπως και να την πεις, η ελιά παραμένει ένα μικρό σύμβολο του μεσογειακού πολιτισμού. Mε το χταπόδι πώς ταιριάζει;
ΝΙΚΟΣ Γ. ΜΑΣΤΡΟΠΑΥΛΟΣ