Αντεστραμμένη νύχτα
Η Μαργκερίτ Ντυράς και ο άγριος κομμουνισμός
"Ήμασταν είκοσι πέντε, είκοσι επτά χρονών, ήταν το Σεν Ζερμέν ντε Πρε. Είχαμε βρει ένα διαμέρισμα, εκεί, στην οδό Saint-Benoît. Εκεί συνέβησαν όλα, όλα όσα καθόρισαν τα νιάτα μας, τα συναισθηματά μας, τις πεποιθήσεις μας, την τρέλα μας, εκεί συνέβησαν. Όλοι μας ήμασταν υπέρ αυτού που δεν γνωρίζαμε ακόμα, δηλαδή της πολιτικής δύναμης του λαού. Μας συνεπήρε τρελά ο κομμουνισμός. Λέγαμε ότι ο λαός είχε το δικαίωμα να αποφασίζει για τον αγώνα του. Ήταν πράγματα ταυτόχρονα πολύ στοιχειώδη, και πολύ επικίνδυνα, θαυμάσια νεανικά και βαθιά αληθινά. 'Οπως γίνεται συνήθως, δεν γράψαμε πάνω σ' αυτά, δεν γράφει κανείς για την ευτυχία."
Marguerite Duras
Autour du groupe de la rue Saint-Benoît de 1942 à 1964 : l’esprit d’insoumission [1992-1993], βίντεο των Jean Mascolo και Jean Marc Turine, Παρίσι, 2002.
Οι εξαιρετικές εκδόσεις Abrüpt μόλις κυκλοφόρησαν το Quelque chose de rouge dans la nuit (Κάτι κόκκινο μέσα στη νύχτα) του Clément Willer. Το βιβλίο αναφέρεται στον ετερόδοξο κομμουνισμό της Μαργκερίτ Ντυράς, με βάση τη μελέτη ορισμένων κειμένων της, της ομάδας της οδού Saint-Benoît, σχετικά με έναν άγριο κομμουνισμό που κυρίως "δεν πρέπει να οικοδομηθεί". Όπως συνηθίζουν, το βιβλίο είναι ελεύθερα διαθέσιμο στον ιστότοπό τους, αλλά υπάρχει και σε καλά βιβλιοπωλεία.
Clément Willer
lundimatin#501, 15 Δεκεμβρίου 2025
Ο Clément Willer γεννήθηκε το 1993. Είναι κάτοχος διδακτορικού στη Λογοτεχνία από το Πανεπιστήμιο του Κεμπέκ στο Μόντρεαλ και το Πανεπιστήμιο του Στρασβούργου. Έχει γράψει για διάφορα περιοδικά: Spirale στο Μόντρεαλ, Novo στη Μυλούζ, Aventures στο Παρίσι, Cahiers Marguerite Duras και Espace Maurice Blanchot.
Μια νύχτα, μια νύχτα του χειμώνα, είδα ένα παράξενο όνειρο. Ξαναδιάβαζα ένα κείμενο που έγραφα, για τον κομμουνισμό της Ντυράς, σαν να ήμουν ξύπνιος και η ζωή να συνεχιζόταν. Αλλά δεν ήμουν στο σπίτι μου, στο δωμάτιό μου· ήμουν σε ένα σχεδόν άδειο δωμάτιο, ίσως ένα δωμάτιο ξενοδοχείου, στους τοίχους του οποίου διαδέχονταν οι σκιές των σύννεφων. Από το παράθυρο δεν διέκρινες τίποτα άλλο εκτός από αυτά τα σύννεφα: το δωμάτιο φαινόταν να βρίσκεται σε έναν ψηλό όροφο ενός μεγάλου κτιρίου, σε μια άγνωστη πόλη.
Ένιωθα καλά εκεί, ελαφρώς αφηρημένος από τις σκιές των σύννεφων και ταυτόχρονα απόλυτα συγκεντρωμένος. Ξαφνικά, μια φράση μού εμφανίστηκε. Δεν σχηματιζόταν στο μυαλό μου, όχι, ήταν σαν να γραφόταν από μόνη της στη φωτεινή γκρίζα ατμόσφαιρα που έλουζε το δωμάτιο. Αιωρήθηκε για μια στιγμή και μετά εξαφανίστηκε. Δεν σκέφθηκα να τη σημειώσω. Μου φαινόταν προφανής, αδύνατο να τη ξεχάσω. Άφησα το στυλό μου, σήκωσα το κεφάλι και κοίταζα τα σύννεφα από το παράθυρο. Μου φαινόταν ότι περνούσαν με ασυνήθιστη ταχύτητα, σαν να τα έσπρωχνε ένας πολύ δυνατός άνεμος.
Ξυπνώντας, πήγα στο παράθυρο και για να ξαναβρώ το νήμα αυτής της μυστικής χαράς, συνέχισα να κοιτάζω τα σύννεφα. Επίσης, έδινα μια αόριστη προσοχή στους περαστικούς που πήγαιναν στο γραφείο τους ή αλλού. Συνέχιζα να νιώθω παράξενα ελαφρύς, ακόμα κι αν δεν μπορούσα να θυμηθώ τη φράση που είχε εμφανιστεί στο όνειρό μου. Είχε γίνει μία μακρινή, αδιευκρίνιστη βουή. Μόνο μερικές λέξεις ήταν ακόμα κατανοητές: κάτι σαν "διασχίζοντας τα ερείπια".
Κάτι για το οποίο ήμουν σίγουρος ήταν η λέξη "ερείπια", που εξακολουθούσε να εκπέμπει το αχνό φως της στην ομιχλώδη ατμόσφαιρα του πρωινού, σαν ένα νέον στη στροφή ενός σκοτεινού δρόμου. Επαναλαμβάνοντας αυτή τη λέξη, προσπαθούσα να καταλάβω τι μπορούσε να σημαίνει. Αφήνοντας το παράθυρο για να πάω να φτιάξω καφέ, καταλάβαινα σιγά-σιγά ότι έπρεπε να υπάρχει μια σχέση μεταξύ της ιδέας ότι πρέπει να καταφέρουμε να περάσουμε τα ερείπια που συσσωρεύονται γύρω μας και της ιδέας ότι πρέπει να καταφέρουμε να μην οικοδομήσουμε τον κομμουνισμό, όπως λέει κάπου η Ντυράς.
Αν επιδιώξουμε να οικοδομήσουμε τον κομμουνισμό, κινδυνεύουμε να αναπαράγουμε τις λογικές του παραγωγισμού που διέπουν τον κόσμο όπως είναι και που έχουν διεισδύσει βαθιά μέσα στις ψυχές μας. Πριν αρχίσουμε να κάνουμε οτιδήποτε, θα πρέπει να απαλλαγούμε από αυτό το θετικιστικό παράδειγμα που μας στοιχειώνει: θα πρέπει να δεχτούμε την ομορφιά του χρόνου, της ευθραυστότητας, της παροδικότητας. Τότε ίσως θα μπορούσαμε να πραγματοποιήσουμε κάτι από αυτή την μελλοντική κοινότητα, αυτή την ανομοιογενή κοινότητα που θα κατοικούσε στην νυχτερινή αντίστροφη πλευρά του κόσμου.
Δεν μπορούμε να φωτίσουμε τα πάντα σε αυτόν τον άγριο κομμουνισμό· ό, τι πιο πολύτιμο έχει βρίσκεται στη σκιά του. Δεν μπορούμε να κατανοήσουμε πλήρως τι θα ήταν ένας τρόπος μη δράσης που θα αντιστοιχούσε σε έναν εντελώς διαφορετικό τρόπο δράσης. Αυτός ο τρόπος δράσης, διαποτισμένος από αρνητικότητα, πρέπει ακόμα να τον εφεύρουμε. Πρέπει να διασχίσουμε το πεδίο των ερειπίων, όμοιο με τον κόσμο που έχει ρημάξει ο καπιταλισμός. Πρέπει να βρούμε ρωγμές στην πολυμορφική ιδεολογία του, που μολύνει όλους τους τρόπους με τους οποίους ενεργούμε, σκεφτόμαστε, αγωνιζόμαστε, αγαπάμε. Πρέπει να αναγνωρίσουμε αυτές τις αντιφάσεις με τις οποίες παλεύουμε και να τις αντιμετωπίσουμε με τρυφερότητα· κάθε αμφισημία που ανακαλύπτουμε στον εαυτό μας είναι ένα σημάδι ότι κάτι είναι ζωντανό, ότι μια καρδιά χτυπά, παλεύει. Πρέπει να εμπιστευτούμε αυτό που μπορεί να προκύψει ανεξήγητα: μια φράση, μια μουσική, ένας έρωτας, μια απεργία.
Βασικά, αυτό που πρέπει να ανατραπεί είναι η ιεραρχία μεταξύ δράσης και αδράνειας. Το να περιπλανιέσαι στα ερείπια, να μην οικοδομείς τον κομμουνισμό, να δίνεις μια ευκαιρία σε έναν κομμουνισμό του διάσπαρτου, μπορεί να σημαίνει πάνω απ' όλα, και πολύ απλά: να μιλάς στα καφέ, να σιωπάς στα καφέ, να κοιτάς το πρόσωπο κάποιου που αγαπάς, να κοιτάς το πρόσωπο κάποιου που δεν γνωρίζεις, να κοιτάς τα σύννεφα. Είναι πιθανό ότι το απόλυτα μελλοντικό που έχουμε να είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με το πιο παλιό που έχουμε. Δεν πρέπει να παραβλέπουμε αυτά τα θραύσματα μιας άγνωστης ζωής, αφιερωμένης στο μυστήριο των πραγμάτων εκείνων που δεν μπορούν να γίνουν ούτε εμπορεύματα ούτε θεωρίες.
Έτσι μπορεί να συνοψιστεί το πρόγραμμα, η απουσία προγράμματος του άγριου κομμουνισμού: να περιπλανιέσαι, να μιλάς, να ακούς, να κοιτάς. Αυτή η λίστα, όπως όλες οι λίστες, είναι ελλιπής. Αλλά αφήνει να διαφαίνεται τι θα μπορούσε να προκύψει με την απώλεια του παλιού κόσμου· σκιαγραφεί έναν μυστικό τρόπο να πράττεις, να πράττεις διαφορετικά, απενεργοποιώντας το θετικιστικό παράδειγμα που ρυθμίζει την αναπαραγωγή της κυριαρχίας. Σκιαγραφεί το περίγραμμα μιας ζωής που, προς το παρόν, μπορούμε να ορίσουμε μόνο αρνητικά: μια μη καπιταλιστική ζωή, μια μη φασιστική ζωή, μια αόρατη ζωή.
*
Η Μαργκερίτ Ντυράς ήταν ενθουσιώδης μέλος του Γαλλικού Κομμουνιστικού Κόμματος από το 1944 έως το 1950, αλλά η λογοτεχνία της κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου χαρακτηριζόταν από μια απόγνωση και μια σκοτεινότητα που έρχονταν σε αντίθεση με τη σταλινική πολιτιστική προοπτική, αλλά, ίσως για αυτόν ακριβώς τον λόγο, δεν στερούνταν μιας πραγματικής επαναστατικής διάστασης. Έτσι, αν διαβάσουμε το διήγημα Le Boa που δημοσιεύθηκε στο Les Temps modernes το 1947 και δώσουμε ιδιαίτερη προσοχή σε ορισμένες μυστικές συγγένειες με προσωπικότητες που θεωρούνταν προκλητικές από την άποψη της κομμουνιστικής ορθοδοξίας, όπως ο Μωρίς Μπλανσό και ο Βάλτερ Μπένγιαμιν, των οποίων τα κείμενα εμφανίστηκαν στο ίδιο τεύχος, θα παρατηρήσουμε ότι η Μαργκερίτ Ντυράς παρέχει τα κλειδιά για να σκεφτούμε έναν άλλο κομμουνισμό, έναν κομμουνισμό φτιαγμένο από "συναισθήματα τρόμου και έκστασης", έναν άγριο κομμουνισμό, έναν μεσσιανικό κομμουνισμό.
Clément Willer
Δείτε ακόμα στο Αλμανάκ:
Μια κοινωνία μέσα στη ψύχωση: ο νέος ψυχοκαπιταλισμός