Η Μαρίνα Σταμάτη επέστρεψε στο νησί της και συνέχισε την παράδοση της αγγειοπλαστικής, που κουβαλά η οικογένειά της εδώ και έξι γενιές. Η παράδοση αυτή έχει μια δύναμη μαγνητική, όπως την περιγράφει.
Καθώς είχε την ευκαιρία να σπουδάσει το αντικείμενο, το γνωρίζει σε βάθος και είναι σε θέση να δει την παραδοσιακή τέχνη με μια άλλη ματιά και να την κατανοήσει ως πολιτισμικό φαινόμενο, ως γλώσσα, ως τρόπο αφήγησης του εαυτού και της κοινότητάς της.
Μιας κοινότητας που παραμένει ακόμα ολοζώντανη, διατηρώντας τη βαθιά της σχέση με την αγγειοπλαστική –που την έκανε γνωστή σε όλη την Ελλάδα για τα «ψυγεία Μανταμάδου»–, παρά τον μαρασμό των περισσότερων παραδοσιακών εργαστηρίων στο χωριό.
Ακολουθεί η ιστορία της Μαρίνας με τα δικά της λόγια.
«Γεννήθηκα και μεγάλωσα στον Μανταμάδο της Λέσβου, ένα χωριό με σπουδαία και ζωντανή παράδοση στην αγγειοπλαστική. Προέρχομαι από οικογένεια αγγειοπλαστών έξι γενεών, οπότε μεγάλωσα κυριολεκτικά μέσα στον πηλό, το χώμα και η μυρωδιά του εργαστηρίου ήταν η φυσική μου συνέχεια. Αυτή η σχέση με την ύλη, την τεχνική και τη γη έγινε αργότερα και τρόπος κατανόησης του κόσμου.
«Παρά τις περιπλανήσεις μου, η Λέσβος υπήρξε πάντα ο τόπος αναφοράς μου. Η επιστροφή μου στο νησί ήταν φυσική ανάγκη: το χώμα, οι άνθρωποι και η μνήμη της τέχνης μάς επαναφέρουν πάντα στις ρίζες μας».
Οι σπουδές μου, προπτυχιακές, μεταπτυχιακές και διδακτορικές, έγιναν όλες στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου στη Μυτιλήνη. Κατά τη διάρκεια της διδακτορικής μου έρευνας έζησα για μεγάλο διάστημα στην Αθήνα, όπου ολοκλήρωσα σημαντικό μέρος της επιτόπιας μελέτης μου. Εκεί είχα την ευκαιρία να έρθω σε στενή επαφή με κεραμίστριες και αγγειοπλάστες, να παρακολουθήσω εργαστήρια, να γνωρίσω τεχνικές, τεχνολογίες και καλλιτεχνικές προσεγγίσεις που επηρέασαν βαθιά τον τρόπο με τον οποίο βλέπω την τέχνη και τον ρόλο της στην κοινωνία.
Παρά τις περιπλανήσεις μου, η Λέσβος υπήρξε πάντα ο τόπος αναφοράς μου. Η επιστροφή μου στο νησί ήταν φυσική ανάγκη: το χώμα, οι άνθρωποι και η μνήμη της τέχνης μάς επαναφέρουν πάντα στις ρίζες μας.
Και βέβαια, όσα κι αν έμαθα ταξιδεύοντας, ο μεγάλος μου δάσκαλος ήταν και παραμένει ο πατέρας μου, ο Στέλιος Σταμάτης. Είναι ένας από τους καλύτερους μαστόρους και τροχατζήδες στην Ελλάδα, με δεξιοτεχνία και γνώση που κουβαλά τις γενιές των αγγειοπλαστών πριν από εμάς. Από εκείνον έμαθα την πραγματική ουσία της αγγειοπλαστικής τέχνης: την υπομονή, την ακρίβεια, την αγάπη για το υλικό και τον απόλυτο σεβασμό στην παράδοση.
Παρότι έζησα στην Αθήνα για τις ανάγκες της διδακτορικής μου έρευνας και συνεχίζω να ταξιδεύω πολύ –έχω επισκεφθεί περίπου 70 χώρες– η Λέσβος και ειδικά το χωριό μου, ο Μανταμάδος, ήταν πάντα η φωλιά μου. Είναι ο τόπος όπου βρίσκονται οι άνθρωποι που αγαπώ, το σημείο από όπου μπορώ να ξεκινώ και όπου νιώθω ότι επιστρέφω πραγματικά.
Η παράδοση της αγγειοπλαστικής, που κουβαλά η οικογένειά μου εδώ και έξι γενιές, έχει μια δύναμη σχεδόν μαγνητική. Όπου κι αν ταξιδέψω, ό,τι κι αν γνωρίσω, νιώθω πως με τραβάει πίσω, όχι από υποχρέωση, αλλά από βαθιά επιθυμία. Είναι μια τέχνη που με ηρεμεί, με γαληνεύει και μου θυμίζει ποια είμαι.
Ταυτόχρονα, οι ακαδημαϊκές μου σπουδές μού έδωσαν την ευκαιρία να δω την παραδοσιακή τέχνη με μια άλλη ματιά: να την κατανοήσω ως πολιτισμικό φαινόμενο, ως γλώσσα, ως τρόπο αφήγησης του εαυτού και της κοινότητάς μου. Αυτή η διπλή οπτική, της παράδοσης και της επιστημονικής έρευνας, είναι κάτι που περνάει πια και στις δημιουργίες μου αλλά και στον τρόπο που αντιλαμβάνομαι την τέχνη των προγόνων μου. Έτσι, η απόφαση να επιστρέψω δεν ήταν ποτέ πραγματικά απόφαση. Ήταν μια φυσική κίνηση προς τον τόπο στον οποίον ανήκω.
Ο Μανταμάδος της Λέσβου είναι ένας τόπος ιδιαίτερος, ένας ζωντανός οργανισμός που κουβαλά ιστορία, τέχνη και πίστη. Στον Μανταμάδο η γη δεν είναι απλώς χώμα, είναι μνήμη, τέχνη και ζωή. Από αυτήν τη γη, πλούσια σε άργιλο, ξεπηδά εδώ και αιώνες η αγγειοπλαστική παράδοση που έκανε το χωριό μας γνωστό σε όλο το Αιγαίο και ακόμη παραπέρα. Μόλις σαράντα εκατοστά κάτω από το έδαφος κρύβεται η πρώτη ύλη ενός μικρού θαύματος: το χώμα, πλούσιο σε άργιλο, που γίνεται πηλός στα χέρια των μαστόρων και στη συνέχεια μεταμορφώνεται σε σκεύη, σε αντικείμενα καθημερινότητας, τέχνης και πολιτισμού.
Κάποτε, η παραλία του Μανταμάδου ήταν από τα σημαντικότερα αγγειοπλαστικά κέντρα της Χώρας. Εβδομήντα εργαστήρια, από τον Παλαιό και τον Ανοιχτό ως τον Ασπροπόταμο, τον Άγιο Στέφανο και τη Χρυσή Άμμο (“Καμήλα”) δούλευαν αδιάκοπα. Κάθε εργαστήριο ήταν μια οικογένεια, μια μικρή κοινότητα δεμένη με τον πηλό, το νερό και τη φωτιά. Οι άντρες δούλευαν στο χώμα και στον τροχό, οι γυναίκες στο καμίνι, στη διακόσμηση και στη φροντίδα του σπιτιού. Μαζί φύλαγαν και μετέφεραν μια τέχνη που περνούσε από γενιά σε γενιά.
Από τα χέρια αυτών των ανθρώπων γεννήθηκαν τα ξακουστά κουμάρια (στάμνες) του Μανταμάδου, τα “ψυγεία Μανταμάδου” όπως είναι γνωστά στους παλαιότερους. Φτιαγμένα από το πορώδες, χοντρόκοκκο χώμα του χωριού, κρατούσαν το νερό δροσερό. Ήταν εξαγώγιμο προϊόν, ταξιδεύοντας από την Αλεξανδρούπολη μέχρι την Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, φτάνοντας ακόμη και στη Σίφνο και τη Σκύρο, νησιά με δική τους παράδοση, που όμως αναγνώριζαν την αξία των μανταμαδιώτικων αγγείων.
Ο διάκοσμος των σκευών, λιτός αλλά καλαίσθητος, φέρει σύμβολα που μιλούν για τις αξίες του τόπου μας: η σπείρα, σύμβολο ενότητας και ειρήνης, και η φτέρη, σύμβολο φιλίας και ελευθερίας.
Σήμερα, στο χωριό λειτουργούν μόλις δύο παραδοσιακά αγγειοπλαστεία και στην παραλία απομένει ένα. Συνεχίζουμε να φτιάχνουμε τα σκεύη των προγόνων μας με τον ίδιο ακριβώς τρόπο, αλλά παράλληλα δημιουργούμε και πιο σύγχρονα αντικείμενα, από χρηστικά κεραμικά μέχρι πιο καλλιτεχνικές φόρμες που ανταποκρίνονται στις ανάγκες του σημερινού κόσμου και των επισκεπτών που φτάνουν από κάθε μέρος του πλανήτη.
Ο Μανταμάδος, όμως, δεν είναι μόνο η τέχνη του πηλού. Είναι και ο Ταξιάρχης του, ένα από τα πιο εμβληματικά προσκυνήματα της Λέσβου. Ο Ταξιάρχης του Μανταμάδου, με το ανάγλυφο του Αρχαγγέλου φτιαγμένο, σύμφωνα με την παράδοση, από χώμα και αίμα, είναι τόπος βαθιάς πίστης και συγκίνησης. Το μοναστήρι και η ιστορία του καθορίζουν τον χαρακτήρα του χωριού, την πνευματικότητά του και τον τρόπο που οι άνθρωποι αντιλαμβάνονται τη ζωή, την προστασία και την κοινότητα. Όλα αυτά μαζί, η γη, η τέχνη, η μνήμη, η πίστη, συνθέτουν τον Μανταμάδο: έναν τόπο που ζει μέσα στον χρόνο, αλλά δεν χάνει ποτέ την ψυχή του.
Η παραμονή μου εκτός νησιού ήταν κυρίως για ακαδημαϊκούς λόγους. Έζησα στην Αθήνα για το διδακτορικό μου ενώ έχω εργαστεί και σε χώρους που σχετίζονταν με την εκπαίδευση, όμως ποτέ δεν απομακρύνθηκα πραγματικά από το αγγειοπλαστείο της οικογένειάς μου. Το εργαστήριο ήταν και είναι σημείο αναφοράς σε όλη τη ζωή μου. Ό,τι κι αν κάνω, όπου κι αν ταξιδέψω, εκεί επιστρέφω. Είναι ο τόπος που με γειώνει, που μου θυμίζει ποια είμαι.
Ζώντας σε άλλους τόπους, εμπλεκομένη και σε άλλους εργασιακούς χώρους, απέκτησα εμπειρίες, εικόνες και ερεθίσματα που με βοήθησαν να ανοίξω τον τρόπο σκέψης μου. Η πρωτεύουσα μού έδωσε την ένταση της πόλης, τη δυνατότητα επαφής με ανθρώπους της τέχνης και της ακαδημαϊκής ζωής, την πρόσβαση σε εργαστήρια, εκθέσεις, σεμινάρια. Αυτές οι εμπειρίες με διαμόρφωσαν και με ωρίμασαν καλλιτεχνικά και επαγγελματικά.
Από την άλλη, η καθημερινότητα σε μια μεγάλη πόλη έχει και δυσκολίες: τον ρυθμό που σε εξαντλεί, την έλλειψη χρόνου, το αίσθημα ότι βρίσκεσαι διαρκώς σε μια κίνηση που δεν είναι πάντα δική σου. Στο νησί, στο χωριό, η ζωή έχει άλλη ποιότητα. Υπάρχει χώρος για δημιουργία, για επαφή με τη φύση, για ανθρώπινες σχέσεις που δεν είναι επιφανειακές.
Το μεγαλύτερο θετικό για μένα είναι ότι στη Λέσβο μπορώ να συνδυάζω την ακαδημαϊκή πλευρά της δουλειάς μου με την καλλιτεχνική. Είμαι τυχερή που έχω δίπλα μου τους γονείς μου, ανθρώπους που με στηρίζουν, με αποδέχονται και με αγαπούν ουσιαστικά. Το να δουλεύω μαζί τους δεν είναι απλώς εργασία, είναι χαρά και δημιουργία. Είμαστε μια καλλιτεχνική ομάδα, όχι μόνο μια οικογένεια. Έτσι, παρά τα όσα κέρδισα από τη ζωή σε μεγαλύτερους τόπους, εδώ νιώθω ότι ζω πιο αληθινά και πιο κοντά σε ό,τι με εκφράζει.
Αγαπώ βαθιά το χωριό μου και τις συνήθειές του. Αγαπώ ακόμα και όσα κάποιοι κατηγορούν στις μικρές κοινωνίες. Εδώ οι άνθρωποι ξέρουν καλά ο ένας τον άλλον, νοιάζονται πραγματικά για τον συγχωριανό τους. Είμαστε περίπου 1.100 κάτοικοι και, διακριτικά πάντα, σε μια στιγμή ανάγκης κάποιος θα εμφανιστεί να βοηθήσει. Είναι μια μορφή αλληλεγγύης που δεν τη συναντάς εύκολα αλλού.
Στον Μανταμάδο υπάρχουν πολλοί νέοι άνθρωποι που προσπαθούν καθημερινά να κρατήσουν την κοινότητα ζωντανή και δημιουργική. Έχουμε νηπιαγωγείο, δημοτικό, γυμνάσιο και λύκειο, κάτι που επιτρέπει στα παιδιά να μεγαλώνουν εδώ χωρίς να χρειάζεται να μετακινούνται καθημερινά. Έχουμε και ομάδες χορού, γιόγκα, πιλάτες, αθλητικούς και φυσιολατρικούς συλλόγους, συλλόγους γυναικών, καφενεία, καφετέριες, ουζερί, ένα ενεργό πολιτιστικό κέντρο όπου γίνονται εκδηλώσεις για μικρούς και μεγάλους. Κάθε καλοκαίρι διοργανώνεται η Παλλεσβιακή Έκθεση Κεραμικής που φέτος συμπληρώνει 30 χρόνια συνεχούς παρουσίας. Και φυσικά, έχουμε τον Ταξιάρχη μας, χάρη στον οποίο το χωριό βρίσκεται γερά χαραγμένο στον χάρτη της Ελλάδας, όχι απλώς ως ένα όμορφο χωριουδάκι αλλά ως τόπος με ιστορία, πίστη και ταυτότητα.
Αν μπορούσα να αλλάξω κάτι, θα ήθελα να είμαστε περισσότεροι. Χρόνο με τον χρόνο, όπως σε όλη την Ελλάδα, ο πληθυσμός μειώνεται. Μακάρι να μπορούσαμε να κρατήσουμε ή και να φέρουμε πίσω νέους ανθρώπους, να συνεχιστεί η ζωή, η τέχνη, οι φωνές και η ενέργεια του χωριού. Γιατί ο Μανταμάδος αξίζει να παραμείνει ζωντανός και δυνατός.
Το εργαστήριο δεν είναι απλώς η δουλειά μου. Είναι το σπίτι μου. Εκεί γεννήθηκα, εκεί μεγάλωσα, εκεί ζω ακόμη. Είναι ο χώρος όπου η καθημερινότητα και η δημιουργία γίνονται ένα. Με τον πατέρα μου, τον Στέλιο, δουλεύουμε μαζί στον τροχό, εκεί όπου ο πηλός αρχίζει να παίρνει μορφή. Με τη μητέρα μου, την Ειρήνη, “πλουμίζουμε”, όπως λέμε στο χωριό, τα κεραμικά, τους δίνουμε δηλαδή τον διάκοσμο, την προσωπικότητα και τη ζεστασιά τους.
Η κατασκευή ενός κεραμικού αντικειμένου είναι μια επίπονη και χρονοβόρα διαδικασία, που συχνά διαρκεί μέρες ή και εβδομάδες. Πλάσιμο, στέγνωμα, διακόσμηση, ψήσιμο – κάθε στάδιο έχει τη δική του σημασία και σε όλα συμμετέχω. Τα γνωρίζω από τότε που μπορώ να θυμηθώ τον εαυτό μου. Είναι ένας κύκλος που επαναλαμβάνεται, αλλά ποτέ δεν είναι ίδιος, πάντα έχει κάτι καινούργιο να με μάθει.
Μου αρέσει επίσης η επαφή με τον κόσμο. Να εξηγώ στους επισκέπτες και στους ταξιδιώτες ότι δεν μπαίνουν σε έναν χώρο που απλώς “πουλάει” κεραμικά ή τουριστικά αντικείμενα. Μπαίνουν σε ένα οικογενειακό εργαστήρι που υπηρετεί τη λαϊκή παράδοση, όπου όλα είναι απολύτως χειροποίητα και όπου μπορούν να μας δουν να δουλεύουμε, αφού εργαστήριο και πωλητήριο βρίσκονται στον ίδιο χώρο.
Και η αλήθεια είναι πως μου αρέσει να είμαι συνεχώς σκονισμένη, γεμάτη χώμα και χρώματα. Με απελευθερώνει. Με φέρνει πιο κοντά στην ουσία αυτής της τέχνης, και στη δική μου ταυτότητα μέσα σε αυτήν.
Παράλληλα, μου αρέσει να πειραματίζομαι με νέες φόρμες και σχέδια, να συνδυάζω το παλιό με το νέο. Να σέβομαι την παράδοση, αλλά και να της δίνω χώρο να αναπνεύσει μέσα στο σήμερα. Μέσα από αυτή την ανάγκη έκφρασης γεννήθηκε και η αγαπημένη μου ενότητα, οι Θηλυκότητες.
Κάθε Θηλυκότητα αναδεικνύει και εμπλουτίζει την παραδοσιακή ελληνική κεραμική μέσα από σύγχρονες μορφές. Τα έργα διερευνούν τη γυναικεία πολυπλοκότητα μέσα από την ώσμωση κλασικών μοτίβων και αφαιρετικών γραμμών, δοκιμάζοντας νέα χρώματα και υλικά. Κεραμικές πλαγγόνες συναντούν παραδοσιακά μανταμαδιώτικα σταμνιά, δημιουργώντας σώματα και μορφές από χώμα και νερό, που καλούν τον θεατή να αφουγκραστεί την ουσία της θηλυκότητας.
Οι επισκέπτες του εργαστήριου καλούνται να αναστοχαστούν πάνω στη σύγχρονη γυναικεία συνθήκη, την ταυτότητα φύλου, τις αμφισημίες του σήμερα και τα ανοιχτά ερωτήματα του αύριο. Να ανακαλύψουν θηλυκότητες που υπερβαίνουν τις παραδοσιακές έμφυλες τοποθετήσεις και αναιρούν τις αναμενόμενες κοινωνικές κατασκευές.
Αυτή είναι η δική μου συμβολή: να συνεχίζω την παράδοση, να τη σέβομαι, αλλά και να της ανοίγω δρόμους. Να κρατάω το παρελθόν ζωντανό και ταυτόχρονα να δημιουργώ χώρο για το μέλλον της κεραμικής μας.
Η αγγειοπλαστική είναι μια πανάρχαια τέχνη, με πρωταρχικές ύλες το χώμα και το νερό. Από τη φύση της έχει αντοχή στον χρόνο. Πιστεύω πως το μέλλον της τέχνης του πηλού είναι, σε έναν βαθμό, ήδη διασφαλισμένο, όχι όμως απαραίτητα το μέλλον των παραδοσιακών αγγειοπλαστών, που πια είμαστε ελάχιστοι.
Την ίδια στιγμή, η κεραμική ανθίζει εντυπωσιακά στον δυτικό κόσμο τα τελευταία χρόνια. Παντού ανοίγουν νέα στούντιο, άνθρωποι όλων των ηλικιών αφιερώνουν χρόνο στο να πλάθουν πηλό, να δημιουργούν με τα χέρια τους, να ξαναβρίσκουν αυτή την επαφή με τα φυσικά υλικά. Η μετάβαση αυτή είναι όμορφη: από τη σταμνά και το πιθάρι περάσαμε στα εφυαλωμένα χρηστικά κεραμικά, και τώρα σε μια νέα εποχή, όπου κυριαρχούν πιο εικαστικές, πιο “τυχαίες”, πιο αρτιστίκ φόρμες.
Αυτή η τάση όμως διαφέρει πολύ από την παραδοσιακή αγγειοπλαστική, όπου ο τεχνίτης δημιουργεί στον τροχό αντικείμενα με συγκεκριμένη μορφή και απόλυτη ακρίβεια, με στόχο την παραγωγή όσο το δυνατόν περισσότερων αντικειμένων, χωρίς τη χρήση μηχανών, καλουπιών ή πρεσών. Είναι ένα άλλο επίπεδο δεξιοτεχνίας.
Για να διασφαλιστεί πραγματικά το μέλλον αυτής της παραδοσιακής τέχνης, θα ήθελα να δω περισσότερη εκπαίδευση, μαθητεία, στήριξη νέων ανθρώπων που θέλουν να μπουν στο επάγγελμα. Να δημιουργηθούν χώροι μάθησης, να ενισχυθούν τα εργαστήρια, να γίνει η τέχνη προσβάσιμη σε όσους θέλουν να τη γνωρίσουν. Αν υπάρχουν άνθρωποι να συνεχίσουν, τότε η τέχνη δεν θα χαθεί ποτέ. Αυτή είναι η ουσία».
Στείλτε τις προτάσεις σας για τη στήλη «Γειτονιές της Ελλάδας» στο [email protected]