ΕΙΝΑΙ ΤΟΣΟ ΕΓΓΕΝΩΣ λεπτό και διακριτικό στο μελαγχολικό, σαγηνευτικό του ξεδίπλωμα αυτό το κινηματογραφικό κομψοτέχνημα που προσγειώθηκε στο Netflix προ μερικών ημερών (δείτε το τουλάχιστον σε όσο πιο μεγάλη οθόνη γίνεται) ώστε σχεδόν ντρέπεται κανείς να το λούσει με γλαφυρούς επαίνους, όσο κι αν του αξίζουν.
Βασισμένη στην ομώνυμη νουβέλα του σπουδαίου Αμερικανού συγγραφέα Ντένις Τζόνσον, η μόλις δεύτερη ταινία του εξαιρετικά ταλαντούχου Κλιντ Μπέντλεϊ αφηγείται με μοναδική ευαισθησία και διαύγεια – κάπου ανάμεσα σε ελεγεία και ύμνο – τη ενήλικη ζωή ενός απλού άνδρα των αρχών του περασμένου αιώνα, από το καλοκαίρι του 1917 στα δάση των Βορειοδυτικών ΗΠΑ μέχρι περίπου την πτήση του Apollo 8 γύρω από τη Σελήνη το 1968, ένα γεγονός που ο ήρωας, ηλικιωμένος πια, παρατηρεί στην τηλεόραση μιας βιτρίνας σε μια από τις σπάνιες επισκέψεις του σε μεγαλούπολη.
Το μεγαλύτερο μέρος της ταινίας όμως διαδραματίζεται στη μεθόριο, στη φύση, ανάμεσα στα δέντρα, εκεί όπου ο υλοτόμος κεντρικός χαρακτήρας περνάει τις ώρες του ανάμεσα σε συναδέλφους του, οι οποίοι συγκροτούν έναν εξαίσιο θίασο (ή ένα χορό αρχαίας τραγωδίας) τις νύχτες γύρω από τη φωτιά.
Με εμφανείς επιρροές από το σινεμά του Τέρενς Μάλικ, ο Μπέντλεϊ μπολιάζει την πλημμυρισμένη από εξαίσια κάδρα ταινία του, με την υφή ενός επαναλαμβανόμενου ονείρου ή μιας επίμονης ανάμνησης.
Ένα τέτοιο βράδυ, ο πιο ηλικιωμένος και ο πιο θυμόσοφος εξ αυτών (ο Γουίλιαμ Μέισι σε μια μνημειώδη ερμηνεία), δηλώνει ότι η δουλειά που κάνουν είναι ιδιαίτερα σκληρή «όχι μόνο για το σώμα αλλά και για την ψυχή. Κόβουμε δέντρα που ήταν εδώ για πάνω από 500 χρόνια. Αυτό σου βαραίνει την ψυχή, είτε το αναγνωρίζεις είτε όχι. Ο κόσμος είναι περίπλοκα συνδεδεμένος. Κάθε φορά που τραβάμε ένα νήμα, δεν ξέρουμε πώς αυτό μπορεί να επηρεάσει το σχέδιο των πραγμάτων». Ένας νεαρός ξυλοκόπος χαμογελάει σαρκαστικά και τον πληροφορεί ότι η δική του ψυχή του είναι ανάλαφρη. «Έτσι ακριβώς ένιωθα κι εγώ όταν ήμουν νέος», του απαντά σκυθρωπός ο παλαίμαχος. «Έτσι ακριβώς».
Με εμφανείς επιρροές από το σινεμά του Τέρενς Μάλικ, ο Μπέντλεϊ μπολιάζει την πλημμυρισμένη από εξαίσια κάδρα ταινία του, με την υφή ενός επαναλαμβανόμενου ονείρου ή μιας επίμονης ανάμνησης, αυτό όμως που προκαλεί το μεγαλύτερο δέος είναι ο συμπαγής τρόπος με τον οποίο εξισορροπεί την τραχύτητα της πραγματικότητας με τον λυρισμό της φαντασίας.
«Κάποτε υπήρχαν περάσματα στον παλιό κόσμο, έστριβες μια γωνία και βρισκόσουν αντιμέτωπος με ένα μεγάλο μυστήριο», ακούγεται να λέει ο αφηγητής (ο ηθοποιός Γουίλ Πάτον) στην αρχή της ταινίας, ενώ σε ένα από τα πρώτα πλάνα βλέπουμε ένα ζευγάρι άρβυλα καρφωμένα σε ένα δέντρο. Είναι ένα από τα πολλά εικαστικά μοτίβα της ταινίας. Αργότερα μαθαίνουμε ότι αυτό ήταν κάτι σαν τελετουργικό στη μνήμη των πεσόντων (των υλοτόμων αλλά και των δέντρων).
«Ένας ερημίτης στο δάσος είναι εξίσου σημαντικός με έναν ιεροκήρυκα στο άμβωνα», λέει αργότερα στην ταινία μια δασολόγος (υπέροχη όπως πάντα η Κέρι Κόντον) στον Ρόμπερτ, τον κεντρικό χαρακτήρα, ο οποίος έχει γίνει ασκητής (ή μάρτυρας) μετά από την ανείπωτη τραγωδία που σημάδεψε ανεξίτηλα την ύστερη πορεία του. Εκείνος δεν απαντά αλλά το πρόσωπό του τα λέει όλα. Ο Τζόελ Έντγκερτον είναι εξαίρετος στον πρωταγωνιστικό ρόλο, χαρίζοντας με τον πιο εκφραστικό τρόπο πλούσιο συναισθηματικό βάθος σ’ έναν εκ φύσεως στωικό και λακωνικό χαρακτήρα.
Η φωτογραφία και η δουλειά στην κάμερα από τον Αντόλφο Βελόζο είναι αριστουργηματική (βοηθά και το γύρισμα σε αναλογία εικόνας 3:2) ενώ κρίσιμη επίσης στην υποβλητική ατμόσφαιρα της ταινίας είναι και η μουσική υπόκρουση του Μπράις Ντράσνερ (του συγκροτήματος The National), ο οποίος εξελίσσεται σε επιφανή συνθέτη κινηματογραφικών σάουντρακ. Επίσης, μετά από χρόνια συγκινήθηκα με κομμάτι του Νικ Κέιβ, το οποίο έγραψαν μαζί και ερμηνεύει ο δεύτερος. Πρόκειται για το ομώνυμο με τον τίτλο της ταινίας τραγούδι που ακούγεται στους τίτλους τέλους, ενώ νοιώθεις ήδη μια λύτρωση και μια ανάταση μετά από αυτό το λυρικό έπος που μόλις παρακολούθησες.
Train Dreams | Official Trailer | Netflix