Ποιος ήταν ο Μπαλντεσάρι; Από πού ήρθε; Δεν τον ήξερα πριν τον γνωρίσω. Και αφού τον γνώρισα… δεν έπαψα να τον θαυμάζω. Παρέμεινε παιδί ως τον θάνατό του το 2020. Ήταν η επιβεβαίωση της θεωρίας του Πικάσο ότι παίρνει πολλές δεκαετίες να γίνει κανείς παιδί. Αλλά ας πιάσουμε το νήμα από την αρχή.
Ο Τζον Μπαλντεσάρι γεννήθηκε στην Καλιφόρνια το 1931, πήρε πτυχίο (B.A.) από το πολιτειακό κολέγιο του Σαν Ντιέγκο το 1953, σπούδασε ιστορία της τέχνης στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια στο Μπέρκλεϊ και ολοκλήρωσε το μεταπτυχιακό του (M.A.) στη Ζωγραφική στο Σαν Ντιέγκο το 1957. Συνέχισε με μεταπτυχιακές σπουδές στο Chouinard Art Institute και στο UCLA. Δίδαξε στο CalArts (1970-1988) και στο UCLA (1996-2007). Η πλούσια καριέρα του περιλαμβάνει πάνω από 300 ατομικές και 1.000 ομαδικές εκθέσεις στις ΗΠΑ και στην Ευρώπη, με έργα ζωγραφικής, χαρακτικά, βιβλία τέχνης, βίντεο, ταινίες, πινακίδες και δημόσια έργα.
Οι πολυάριθμες διακρίσεις του περιλαμβάνουν το National Medal of Arts (2014), βραβεία από το International Print Center New York, το Americans for the Arts και το Golden Lion for Lifetime Achievement της Μπιενάλε της Βενετίας (2009), καθώς και συμμετοχές στην Aμερικανική Ακαδημία Τεχνών και Γραμμάτων και στην Αμερικανική Ακαδημία Τεχνών και Επιστημών.
Αν και χαρακτηρίστηκε «εννοιολογικός», ο Μπαλντεσάρι απεχθανόταν τις ταμπέλες. Όπως και οι φίλοι του, ο Λιχτενστάιν και ο Όλντενμπεργκ, έλεγε «δεν είμαι εννοιολογικός καλλιτέχνης – είμαι καλλιτέχνης».
Η έκθεση στο BOZAR, στις Βρυξέλλες, επικεντρώνεται σε έργα του από τη δεκαετία του 1980 ως τη δεκαετία του 2000, αναδεικνύοντας τη διαρκή, διεθνή και μεγάλη σημασία της καλλιτεχνικής του πρακτικής, ακόμη και για τις νεότερες γενιές που μεγάλωσαν εξ ολοκλήρου στην ψηφιακή εποχή. Η έκθεση (που θα διαρκέσει ως την 1η Φεβρουαρίου 2026) αποτελεί απαραίτητο συαθμό για όποιον επιθυμεί να κατανοήσει τις λεπτές αποχρώσεις, τη δυναμική και την τρέλα της πρωτοπορίας του δεύτερου μισού του 20ού αιώνα.
 Σε αυτό το άρθρο θα δούμε αποσπασματικά και βιαστικά μερικές αλήθειες και γεγονότα που αφορούν τον Μπαλντεσάρι. Το ύφος είναι ηθελημένα εκπαιδευτικό και επιτηδευμένο, προκειμένου να κινήσει την περιέργεια για το έργο αυτού του διάσημου «άγνωστου» καλλιτέχνη.
Τα στοιχεία που παρατίθενται συνδυάζουν ανακάλυψη, αποκάλυψη, περιέργεια και περιπέτεια, τον ιδανικό τρόπο να τον προσεγγίσουμε και να τον χαρούμε.
1.
Η γλώσσα και η εικόνα είναι ισότιμες. Η μεγάλη τομή στην τέχνη του Μπαλντεσάρι ήρθε όταν άρχισε να ενώνει τις λέξεις με τις εικόνες, θεωρώντας και τα δύο ως ισότιμα μέσα επικοινωνίας. Για εκείνον, μια λέξη μπορούσε να γίνει εικόνα και μια εικόνα να μιλήσει όπως ένα κείμενο. Η στρατηγική του ήταν πάντα ο διάλογος με αυτό που γράφεται, με αυτό που δεν λέγεται, αλλά περιγράφεται. Ίσως να του είχε κάνει εντύπωση το ρητό του Τζορτζ Όργουελ «αν η σκέψη μπορεί να διαφθείρει τη γλώσσα, τότε και η γλώσσα μπορεί να διαφθείρει τη σκέψη». Προτείνει εικόνες που από τη φύση τους δεν μπορεί να είναι διεφθαρμένες. Και οι εικόνες είναι ό,τι δείχνουν. Μια και αναφερθήκαμε σε διάσημα αποφθέγματα, ίσως και ο Nέλσον Μαντέλα να τον είχε εμπνεύσει, λέγοντας πως «αν μιλάς σε κάποιον μια γλώσσα που καταλαβαίνει, αγγίζεις το μυαλό του∙ αλλά αν του μιλάς στη δική του γλώσσα, αγγίζεις την καρδιά του». Αυτό ακριβώς κατάφερε ο Μπαλντεσάρι, να μιλά στην καρδιά μας μέσα από τη γλώσσα του οικείου: τη γλώσσα-εικόνα της καθημερινής μας εμπειρίας, των media, των ονείρων και του περιβάλλοντός μας.
 2.
Όχι άλλη βαρετή τέχνη. Το πιο γνωστό έργο του ξεκίνησε ως οδηγία προς τους φοιτητές του να γράψουν επανειλημμένα τη φράση «I will not make any more boring art» (δεν θα κάνω άλλη βαρετή τέχνη) στους τοίχους μιας γκαλερί. Μετατράπηκε σε πνευματώδη και επαναστατική δήλωση ενάντια στη ρουτίνα και τoν εφησυχασμό (ίσως και τη «βαρεμάρα») στην τέχνη.
 3.
Η τέχνη ως αναγέννηση. Το 1970, ο Μπαλντεσάρι έκαψε όλα τα έργα ζωγραφικής που είχε δημιουργήσει από το 1953 ως το 1966 σε ένα αποτεφρωτήριο στο Σαν Ντιέγκο. Δημοσίευσε μια αγγελία αποτέφρωσης, έβαλε τις στάχτες σε μια τεφροδόχο και έφτιαξε μερικά μπισκότα με αυτές, συμβολίζοντας το τέλος της ζωγραφικής και μια νέα, εννοιολογική αρχή. Ακολούθησε έτσι το παράδειγμα πολλών άλλων καλλιτεχνών (Mικελάντζελο, Βίνσεντ βαν Γκογκ, Κλοντ Μονέ, Καμίγ Κλοντέλ, Φράνσις Μπέικον, Τζάσπερ Τζονς, Τζόρτζια Ο'Κίφ, Γκούσταφ Μέτζγκερ, Μπάνκσι). Πλούσιο θέμα για ανάλυση και ψυχανάλυση (το αντικείμενο ως εικόνα/αντίτυπο του εαυτού, καθαρτική απελευθέρωση της έντασης, ένας αγώνας με την τελειομανία ή μια συμβολική πράξη επιθετικότητας και ελέγχου;).
 I had abandoned painting because I thought there was something else out there. It wasn’t a notion unique to me. A lot of artists in the world were feeling this kind of malaise that Abstract Expressionism was running out of steam… I was always interested in language. I thought why not? If a painting by the normal definition of the term is paint on canvas, why can’t it be painted words on canvas?... If we talk about painting, what constitutes a painting?
4.
Ο καλλιτέχνης που αρνήθηκε τις ταμπέλες. Αν και χαρακτηρίστηκε «εννοιολογικός καλλιτέχνης», ο Μπαλντεσάρι απεχθανόταν τις ταμπέλες. Όπως και οι φίλοι του, ο Λιχτενστάιν και ο Όλντενμπεργκ, έλεγε «δεν είμαι εννοιολογικός καλλιτέχνης – είμαι καλλιτέχνης».
 5.
Χιούμορ με βάθος – χιούμορ και βάθος. Από τα μέσα της δεκαετίας του ’80, οι έγχρωμες τελείες που τοποθετούσε στα πρόσωπα έγιναν σήμα κατατεθέν του. Θύμιζαν αυτοκόλλητα τιμών και εκπτώσεων, συνδυάζοντας ανωνυμία, εμπορευματοποίηση και χιούμορ. Ο ίδιος είπε: «Ένιωθα ότι έτσι εξισορροπούσα το πεδίο». Η χρήση του παραλόγου, των χρωματιστών κύκλων στα πρόσωπα και οι παιχνιδιάρικες λεζάντες δεν ήταν απλώς για την πρόκληση γέλιου. Το χιούμορ, έλεγε, βοηθά να βλέπουμε τον κόσμο υπό άλλη γωνία, με κριτική ματιά και ανθρωπιά. Και τι πιο ανθρώπινο από το παιχνίδι και την «ιδιωτικότητα»;
6.
Η τέχνη γεννιέται από την τέχνη και έχει (πάντα) συνέχεια. Ο Μπαλντεσάρι λάτρευε την ιστορία της τέχνης και συχνά αναφερόταν σε αγαπημένους δασκάλους όπως οι Γκόγια και Τζιότο – μάλιστα, έδωσε τα ονόματά τους στους σκύλους του! Η σειρά του «Γκόγια» συνδύαζε εικόνα και κείμενο για να διερευνήσει τα όρια της γλώσσας, να «διασκεδάσει» με την ιστορία της τέχνης και να αναδείξει μια συνέχεια που ξεπερνάει τον χρόνο και μιλάει για τη μνήμη, την ιστορία και το συνολικό υποσυνείδητο, να αποδείξει με άλλα λόγια ότι κάθε δημιουργία είναι διάλογος με το παρελθόν (αρκετά φροϊδικό, νομίζω).
7.
Η διδασκαλία ως τέχνη. Ο Μπαλντεσάρι ήταν δάσκαλος όλη του τη ζωή. Δίδαξε σε όλες τις βαθμίδες –από το νηπιαγωγείο έως το CalArts– και έβλεπε τη διδασκαλία ως δημιουργική πράξη. Στο CalArts μετέτρεψε τη διδασκαλία σε εννοιολογική πρακτική, ενθαρρύνοντας τους φοιτητές να σκέφτονται αντί να αναπαράγουν, επαναπροσδιορίζοντας τη σημασία της καλλιτεχνικής εκπαίδευσης. «Η τέχνη είναι επικοινωνία», έλεγε∙ έτσι έβλεπε και τη διδασκαλία. Πολλοί μαθητές του, όπως οι Ντέιβιντ Σαλ και Μάικ Κέλεϊ, έγιναν σπουδαίοι καλλιτέχνες.
 8.
Η επιλογή είναι ο πυρήνας της τέχνης. Πίστευε ότι η δημιουργία τέχνης είναι, στην ουσία, η πράξη της επιλογής: συγκεκριμένου χρώματος, συγκεκριμένης λέξης, συγκεκριμένης εικόνας. Η ίδια η απόφαση –όχι η τεχνική– δίνει νόημα στο έργο. Η απόφαση είναι η αρχή των πάντων, η δημιουργός δύναμη όλων των μη γραμμικών δυναμικών συστημάτων που αναπτύσσονται και παρατηρούνται στην τέχνη, η θεότητα της δημιουργίας.
 9.
Ο ρόλος των pointers και της επιλογής. Ο Μπαλντεσάρι έτεινε συχνά τον δείκτη (χειρονομία pointer) –ένα χέρι που δείχνει κάτι ή μια οδηγία προς τον θεατή– ως μέρος του ίδιου του έργου. Με αυτόν τον τρόπο έκανε την πράξη της επιλογής ορατή, προσκαλώντας μας να αναρωτηθούμε όχι μόνο τι βλέπουμε αλλά και πώς και γιατί το βλέπουμε.
10.
Ανάθεση και συνεργασία ως τέχνη. Συχνά προσλάμβανε άλλους (ζωγράφους επιγραφών, ερασιτέχνες, ακόμη και φοιτητές) για να δημιουργήσουν τα έργα του, θέτοντας ερωτήματα για τη «συγγραφή» και την ιδιοκτησία στην τέχνη.
I get bored easily, I like to do things that I’ve never tried before.
11.
Ένας σουρεαλιστής στην ψηφιακή εποχή. Από αναλογικά στιγμιότυπα φιλμ έως παιχνιδιάρικες ψηφιακές συνθέσεις, ο Μπαλντεσάρι γεφύρωσε τον σουρεαλισμό με τα σύγχρονα μέσα, εξερευνώντας τον τρόπο που αλλάζει το νόημα μέσα από την επανάληψη και το πλαίσιο, τη συνήθεια και την καθημερινότητα.
 12.
Η επιρροή του Χόλιγουντ και η οπτική κουλτούρα. Μεγαλώνοντας στη νότια Καλιφόρνια, είχε αφομοιώσει τον κόσμο του κινηματογράφου, της τηλεόρασης και της διαφήμισης. Η τέχνη του έχει κινηματογραφική αισθητική, χρησιμοποιεί το μοντάζ και περικοπές για να χειριστεί την αφήγηση και την προσδοκία. Παρά το χιούμορ του, το έργο του έχει ηθικές αποχρώσεις. Ο Μπαλντεσάρι πίστευε ότι η τέχνη προσφέρει «πνευματική τροφή», κάτι που καταλάβαιναν ακόμη και οι νεαροί παραβάτες τους οποίους δίδασκε.
13.
Pop culture και παιχνιδιάρικη διάθεση. Η εμφάνισή του το 2017 στο «The Simpsons» («3 scenes plus a tag from a marriage») αντικατοπτρίζει το χιούμορ και τη διαχρονική του απήχηση, μια αναγνώριση της θέσης του ως καλλιτέχνη και εικονικού (μήπως και εθνικού) συμβόλου.
 14.
«A brief history of John Baldessari» με αφηγητή τον Tομ Γουέιτς. Το 2012 δημιούργησε μια μικρού μήκους ταινία για τη ζωή του, στην οποία την αφήγηση έκανε ο μουσικός Tομ Γουέιτς. Μια σουρεαλιστική, αυτοσαρκαστική βιογραφία γεμάτη πνεύμα και χιούμορ – το τέλειο πορτρέτο ενός μεγάλου καλλιτέχνη. Η τέχνη του Μπαλντεσάρι είναι μια διαρκής πρόσκληση να κοιτάζουμε, να σκεφτόμαστε και να γελάμε. Μέσα από μια τελεία, μια φράση ή έναν καμένο καμβά μάς προτρέπει να παραμείνουμε περίεργοι, να συνεχίσουμε να αναρωτιόμαστε τι μπορεί να είναι η τέχνη και γιατί έχει σημασία.
«A brief history of John Baldessari»
15.
Το βίντεο, ο κινηματογράφος και η επίδοση ως κεντρικά μέσα. Αν και είναι γνωστός για τα έργα του με κείμενο και εικόνα, ο Μπαλντεσάρι θεωρούσε το βίντεο, τον κινηματογράφο και τη δράση αναπόσπαστα στοιχεία της δουλειάς του. Στο έργο «I am making art» (1971) στέκεται μπροστά στην κάμερα, επαναλαμβάνοντας τη φράση «I am making art» σε κάθε πόζα – μια ειρωνική δήλωση για τη φύση της δημιουργίας.
Όπως ο Γκόγια, ο Μπαλντεσάρι συνδύαζε την ομορφιά με τη βαρβαρότητα και το χιούμορ με την τραγικότητα. Για εκείνον, ο Γκόγια ήταν πρότυπο καλλιτέχνη που αντιμετώπιζε με σοβαρότητα την ηθική διάσταση της τέχνης, χωρίς να χάνει το πνεύμα και το χιούμορ του. Μέσα από αυτήν τη διπλή στάση –κριτική και παιχνίδι– ο Μπαλντεσάρι κατάφερε να γεφυρώσει την υψηλή τέχνη με τη λαϊκή κουλτούρα, όπως έκανε ο Γκόγια στην εποχή του. Αλλά για τον Γκόγια θα επανέλθουμε σύντομα!
«I am making art» (1971) @ MoMA
Μερικές πηγές:
baldessari.org
youtube.com
bozar.be/en
art21.org
artmonthly.co.uk
I am making art
metmuseum.org
mariangoodman.com
querinistampalia.org
theguardian.com
O Νικόλαος X. Αντωνίου ζει και εργάζεται στις Βρυξέλλες ως σύμβουλος επικοινωνίας εδώ και 26 χρόνια. Παράλληλα, είναι καλλιτέχνης και συλλέκτης έργων τέχνης.