«Απ' τα βουνά πηγάζει η ελπίδα, γι' αυτό επιστρέφουμε και τα προστατεύουμε»

«Το ότι ζω στα βουνά το θεωρώ το μεγαλύτερο επίτευγμα και τη μεγαλύτερη τύχη στη ζωή μου» Facebook Twitter
«Χρειάζεται αυτάρκεια το βουνό, υλική και συναισθηματική, σαν κι αυτή που έχει καλλιεργήσει ο σύντροφός μου, η οικογένειά του, όλοι οι άνθρωποι που ζουν εδώ, και πλέον καλλιεργώ κι εγώ».
0

Η Άρτεμις Μπλατσή κλείνει πέντε χρόνια στη Στρώμη, ένα μικρό, ορεινό χωριό στις παρυφές της Γκιώνας. Όλα ξεκίνησαν όταν ένιωσε το βουνό να την καλεί, μετά την απώλεια του πατέρα της. «Το μέρος με μάγεψε, με θεράπευσε και έκανε κάτι μέσα μου να μετακινηθεί», μου είπε για την πρώτη της επίσκεψη στον τόπο που σε λίγο καιρό θα έκανε σπίτι της.

Στους ρυθμούς της Στρώμης, λοιπόν, η Άρτεμις όχι μόνο βρήκε ξανά το νόημα της ζωής, με αυτάρκεια και προσαρμοστικότητα, αλλά έκανε και μια μεγάλη επαγγελματική αλλαγή. Η ζωή εκεί της έδειξε ότι μπορεί να συνδυάσει την αγάπη για τη φύση με την ψυχοθεραπεία. Εκπαιδεύτηκε στην Οικοψυχολογία, το πεδίο που μελετά τη σύνδεση του ανθρώπου με το φυσικό περιβάλλον και τους τρόπους με τους οποίους οι εμπειρίες στη φύση μπορούν να συνδυαστούν με την ψυχοθεραπεία για να υποστηρίξουν την προσωπική ανάπτυξη, και εκτός από τις online ατομικές συνεδρίες που προσφέρει, διοργανώνει στην Οίτη ομαδικά retreats. Επίσης, άνοιξε και έναν χώρο για παροχή ψυχοθεραπείας στο χωριό Πολύδροσο της Φωκίδας, κάτι που θεωρώ εξαιρετικά σημαντικό για την αξιοβίωτη ανάπτυξη της ευρύτερης περιοχής.

Ακολουθεί η ιστορία της με τα δικά της λόγια.

«Τα βουνά που με περιέβαλλαν και έκλειναν τους δρόμους για τις εύκολες διαφυγές μού έδειξαν ότι αυτό που απαιτούν και αυτό που έχουν να διδάξουν σε όσους θέλουν να ζουν εκεί είναι η αυτάρκεια, η επαφή με αυτό το κομμάτι μέσα μας που είναι ακόμα "άγριο", όχι εξημερωμένο, και μπορεί να επιβιώνει και να δημιουργεί αυτόνομα».

«Είμαι η Άρτεμις και ζω σε ένα μικρό χωριό στις παρυφές της Γκιώνας, τη Στρώμη. Μεγάλωσα και έζησα στην Αθήνα μέχρι τα 35 μου. Σπούδασα, εργαζόμουν και κινούμουν καθημερινά για πάνω από δεκαεφτά χρόνια στο κέντρο της. Ωστόσο, από παιδί είχα μεγάλη αγάπη για τη φύση και ένιωθα μεγάλη έλξη προς έναν πιο φυσικό τρόπο ζωής. Είναι οικογενειακό μας αστείο μια ηχογράφηση σε κασέτα που ακούγομαι ως νήπιο να επαναλαμβάνω: "Μπαμπά, πάμε ’το βουνό;". Γύρω στα 30 μου βρήκα μια διέξοδο προς τη φύση με το να γίνω συνοδός βουνού στην Πάρνηθα και να ξεκινήσω πεζοπορίες με ορειβατικούς συλλόγους.

«Το ότι ζω στα βουνά το θεωρώ το μεγαλύτερο επίτευγμα και τη μεγαλύτερη τύχη στη ζωή μου» Facebook Twitter
«Απολαμβάνουμε την ησυχία, που είναι το πιο πολύτιμο δώρο! Όλα αυτά κάτω από τις συγκλονιστικές κορφές, ανάμεσα στην Γκιώνα, την Οίτη και τα Βαρδούσια».

Λίγο πριν από τα 30 μου αποφάσισα να ακολουθήσω και το άλλο μου παιδικό όνειρο, που ήταν να γίνω ψυχολόγος. Έτσι, παράλληλα με τις δουλειές μου, ολοκλήρωσα ένα προπτυχιακό πρόγραμμα Ψυχολογίας και ξεκίνησα ένα μεταπτυχιακό πρόγραμμα εκπαίδευσης στην προσωποκεντρική ψυχοθεραπεία.

Η ζωή μου ήταν γεμάτη με πολλά ενδιαφέροντα, παρέες, δουλειά, σπουδές και είχε έναν χαρακτήρα δραστήριο και συλλογικό. Ταυτόχρονα όμως μου γινόταν όλο και πιο αισθητή η πίεση του να ζεις στην πόλη, η φασαρία, η ένταση, το τρέξιμο, η ασχήμια και άρχιζα ολοένα και περισσότερο να ασφυκτιώ.

Όλη αυτή η ζωή σταμάτησε ξαφνικά με το ξέσπασμα του Covid. Όταν βρέθηκα στην πρώτη καραντίνα κλεισμένη στο σπίτι και αποκομμένη απ’ όλα αυτά που συνιστούσαν προηγουμένως τον κόσμο μου, συνειδητοποίησα ότι αυτό που απέμενε από την πόλη για μένα ήταν τέσσερις τοίχοι, ανυπόφορη μοναξιά και ανούσιο σκρολάρισμα. Αυτή η συνειδητοποίηση με έκανε να σκεφτώ πως ήταν επιτακτικό κάτι να αλλάξει.

Ωστόσο, είχε ήδη προηγηθεί και μια προσωπική τομή που με ωθούσε στην ανάγκη για αλλαγή. Λίγους μήνες πριν από το ξέσπασμα του Covid είχε πεθάνει ο πατέρας μου και ακόμα επεξεργαζόμουν το πένθος αυτής της απώλειας. Πριν από την πρώτη καραντίνα, λοιπόν, το να ταξιδεύω μόνη ήταν ο τρόπος μου να βρίσκω νόημα και παρηγοριά στη θλίψη που ένιωθα. Ένα τέτοιο ταξίδι ήταν και αυτό που με έφερε πρώτη φορά στον τόπο που τώρα κατοικώ.

Το βράδυ έπειτα από το πρώτο μνημόσυνο του πατέρα μου άκουσα μια φωνή στο μυαλό μου να μου λέει: "Πρέπει να πας στο βουνό". Άρχισα επί τόπου να αναζητώ ορειβατικά καταφύγια όπου θα μπορούσα να κατευθυνθώ και σε ένα παιχνίδι της τύχης εμφανίστηκε μπροστά μου μια διαφήμιση για το Καταφύγιο Οίτη, έναν ξενώνα σε ένα μέρος που δεν ήξερα ότι υπάρχει, αλλά ήταν απόλυτα προσβάσιμο και σε κοντινή απόσταση. Το επόμενο πρωί ήμουν στον δρόμο για την Οίτη και την ορεινή Φωκίδα. Το μέρος με μάγεψε, με θεράπευσε και έκανε κάτι μέσα μου να μετακινηθεί.

«Το ότι ζω στα βουνά το θεωρώ το μεγαλύτερο επίτευγμα και τη μεγαλύτερη τύχη στη ζωή μου» Facebook Twitter
Η Στρώμη.

Στο Καταφύγιο γνώρισα για πρώτη φορά και τον Σταμάτη, τον νεαρό ιδιοκτήτη του, που είχε αφήσει την Αθήνα χρόνια πριν και ζούσε στη Στρώμη. Ήταν ένας άνθρωπος γνήσιος και καθαρός, όπως ακριβώς το βουνό. Έναν ολόκληρο χρόνο αργότερα, με τον Σταμάτη θα γινόμασταν ζευγάρι. Η δεύτερη καραντίνα ήρθε την πρώτη εβδομάδα της σχέσης μας και μας απομάκρυνε. Αυτό μας ήταν δύσκολο. Έτσι, έναν μήνα αργότερα τολμήσαμε να κάνουμε κάτι που ίσως να μην κάναμε υπό άλλες συνθήκες. Αποφασίσαμε να μείνουμε μαζί μέχρι να περάσουν "οι δύο επόμενες εβδομάδες που ήταν κρίσιμες", όπως έλεγαν τότε τα δελτία ειδήσεων. Ταξίδεψα μέχρι το σπίτι του στη Στρώμη με μια τσάντα και ξεκίνησα να ζω στον καινούργιο αυτό κόσμο.

Οι δύο βδομάδες έγιναν πέντε ολόκληροι μήνες στο βουνό, με ησυχία, βόλτες και απίστευτη ομορφιά. Έτσι, όταν στο τέλος της καραντίνας ήρθε η ώρα να επιστρέψω στην Αθήνα, απλώς δεν μπορούσα. Είχα δει πως η ζωή μπορεί να είναι διαφορετική και η πόλη μού φαινόταν πια αφόρητη. Επέστρεψα ίσα για να παραιτηθώ και από τον Ιούλιο του 2021 κατοικώ μόνιμα στη Στρώμη.

Η αλλαγή αυτή ήταν πολύ απότομη και ξάφνιασε πολλούς ανθρώπους από τον περίγυρό μου. Άκουσα σχόλια όπως ότι δεν θα αντέξω πάνω από τρία χρόνια, είχα όμως την ενθάρρυνση της οικογένειάς μου και ταυτόχρονα είχαν ωριμάσει οι συνθήκες για μένα. Είχα κλείσει πια τον κύκλο εργασίας ως υπάλληλος και δούλευα σιγά σιγά ως ψυχολόγος. Η online κουλτούρα που αναπτύχθηκε τον καιρό του Covid έκανε εφικτό το να δουλεύω ακόμα και από ένα τόσο απομακρυσμένο μέρος.

Η πραγματικότητα όμως είναι πως η μετάβασή μου στο βουνό δεν ήταν καθόλου εύκολη. Παρόλο που είχα ήδη ζήσει στο χωριό κατά τη διάρκεια του lockdown, η επιστροφή στην post-Covid κανονικότητα κατέδειξε με πολύ έντονο τρόπο τους περιορισμούς του μέρους, που δεν σχετίζονταν με τους περιορισμούς του lockdown.

Τα ορεινά χωριά της Ελλάδας έχουν ελάχιστους κάτοικους και οι κοινότητες δεν είναι πια ακμάζουσες. Οι υποδομές είναι ανύπαρκτες. Έτσι, για σούπερ μάρκετ, φαρμακείο, βενζινάδικο, κέντρο υγείας, ATM, σχολείο κ.λπ. πρέπει να διανύουμε αποστάσεις περίπου μίας ώρας, κάτι που είναι δύσκολο να γίνεται καθημερινά ή με άσχημες καιρικές συνθήκες. Κυρίως, όμως, βρέθηκα να προσπαθώ να προσαρμοστώ από μια ζωή με πολλούς ανθρώπους, ερεθίσματα και διεξόδους σε μια ζωή μοναχική και περιορισμένη. Τα συναισθήματα που αναδύθηκαν εκεί ήταν δύσκολα και μου πήρε χρόνο να τα κατονομάσω και να τα μεταβολίσω.

«Το ότι ζω στα βουνά το θεωρώ το μεγαλύτερο επίτευγμα και τη μεγαλύτερη τύχη στη ζωή μου» Facebook Twitter
Οικογένεια άγριων αλόγων στο Καταφύγιο Οίτη. Φωτ.: Καταφύγιο Οίτη/ Facebook

Όμως, όσο βάραινε πάνω μου το στερητικό για όσα μου έλειπαν από την πόλη, αναδυόταν μέσα μου αργά και η συνειδητοποίηση για το ποιο είναι το "φάρμακο" που προσφέρουν τα βουνά. Τα βουνά που με περιέβαλλαν και έκλειναν τους δρόμους για τις εύκολες διαφυγές μού έδειξαν ότι αυτό που απαιτούν και αυτό που έχουν να διδάξουν σε όσους θέλουν να ζουν εκεί είναι η αυτάρκεια, η επαφή με αυτό το κομμάτι μέσα μας που είναι ακόμα "άγριο", όχι εξημερωμένο, και μπορεί να επιβιώνει και να δημιουργεί αυτόνομα.

Χρειάζεται λοιπόν αυτάρκεια το βουνό, υλική και συναισθηματική, σαν κι αυτή που έχει καλλιεργήσει ο σύντροφός μου, η οικογένειά του, όλοι οι άνθρωποι που ζουν εδώ, και πλέον καλλιεργώ κι εγώ. Παράγουμε την τροφή μας στους κήπους μας, κόβουμε τα ξύλα μας, μαθαίνουμε να επιδιορθώνουμε ό,τι χαλάει, εξερευνούμε τα όρια και τις δυνατότητες της δημιουργικότητάς μας και μαθαίνουμε από το βουνό την ταπεινότητα και την προσαρμογή.

Τελικά άντεξα παραπάνω από τρία χρόνια‧ φέτος τον Δεκέμβρη κλείνω πέντε χρόνια στο βουνό. Πέντε χρόνια μιας ζωής που μόνο ονειρευόμουν και ποτέ δεν πίστευα ότι θα ζήσω!

Παντρευτήκαμε με τον Σταμάτη σε μια τελετή στο δάσος. Μένουμε σε ένα παλιό πέτρινο σπίτι που κινείται και αναπνέει μαζί με εμάς. Το πρωί ξυπνάμε με τον ήλιο χωρίς ξυπνητήρι, την ημέρα μας τη συνοδεύει το μόνιμο κελάρυσμα ενός καταρράκτη, το χειμώνα μάς σκεπάζει το χιόνι και μας ζεσταίνει νύχτα-μέρα μια φωτιά. Τα βράδια του καλοκαιριού βλέπουμε πυγολαμπίδες και ακούμε αηδόνια να κελαηδούν μέχρι τα χαράματα. Το φθινόπωρο όλο το τοπίο μετατρέπεται σε ένα καλειδοσκόπιο χρωμάτων και την άνοιξη όλα γίνονται μια μεθυστική καταπράσινη κατάνυξη. Ζούμε δίπλα σε άγρια άλογα στα λιβάδια, σε αλεπούδες που έρχονται στην αυλή μας κρυφά, σε ζώα που φροντίζουμε και άλλα που ποτέ δεν βλέπουμε, αλλά αναγνωρίζουμε την παρουσία τους. Και απολαμβάνουμε την ησυχία, που είναι το πιο πολύτιμο δώρο! Όλα αυτά κάτω από τις συγκλονιστικές κορφές, ανάμεσα στην Γκιώνα, την Οίτη και τα Βαρδούσια.

«Το ότι ζω στα βουνά το θεωρώ το μεγαλύτερο επίτευγμα και τη μεγαλύτερη τύχη στη ζωή μου» Facebook Twitter
Φωτ.: Καταφύγιο Οίτη/ Facebook

Μέσα σε αυτά τα πέντε χρόνια πάρα πολλά έχουν αλλάξει για μένα αλλά και για τον τόπο. Για μένα πήρε μορφή μια επαγγελματική κατεύθυνση. Η ζωή εδώ μού έδειξε ότι μπορώ να συνδυάσω την αγάπη μου για τη φύση και την ψυχοθεραπεία. Έτσι, εκπαιδεύτηκα στην Οικοψυχολογία, το πεδίο που μελετά τη σύνδεση του ανθρώπου με το φυσικό περιβάλλον και τους τρόπους με τους οποίους εμπειρίες στη φύση μπορούν να συνδυαστούν με την ψυχοθεραπεία για να υποστηρίξουν την προσωπική ανάπτυξη.

Σήμερα, εκτός από τις online ατομικές συνεδρίες που προσφέρω, διοργανώνω στην Οίτη ομαδικά retreats για να διευκολύνω με ασφάλεια και θεραπευτική πλαισίωση τη μεταμορφωτική εμπειρία τού να συναντάς τον εαυτό σου στη φύση. Ακόμα, αναγνωρίζοντας την περιορισμένη παρουσία υπηρεσιών ψυχικής υγείας στην ευρύτερη περιοχή, αποφάσισα να δημιουργήσω έναν χώρο για παροχή ψυχοθεραπείας διαθέσιμο στην τοπική κοινωνία, κι έτσι άνοιξα το γραφείο μου στο χωριό Πολύδροσο της Φωκίδας.

Μια σημαντική αλλαγή για την περιοχή είναι ότι πλέον όλο και περισσότεροι νέοι άνθρωποι έρχονται στα χωριά, π.χ. στον Αθανάσιο Διάκο, στο Οινοχώρι, στην Παύλιανη, στο Πολύδροσο, στο Σερνικάκι, στην Καλοσκοπή. Νέοι που έκαναν κι αυτοί την προσωπική τους τομή, επέλεξαν μια διαφορετική ζωή και δημιουργούν στον τόπο. Δεν είμαστε πολλοί και συχνά οι αποστάσεις δεν μας βοηθούν, όμως υπάρχουμε, βρισκόμαστε, αλληλοϋποστηριζόμαστε και ελπίζουμε να αποτελέσουμε μαγιά για μια νέα κοινωνία.

Ωστόσο, υπάρχουν και αλλαγές που με φοβίζουν. Το να ζεις τόσο κοντά στη φύση αποκαλύπτει με τη μεγαλύτερη γλαφυρότητα τις πιέσεις που αυτή αντιμετωπίζει. Όλα αυτά τα χρόνια εδώ έχω δει τα καλοκαίρια να γίνονται θερμότερα και τους χειμώνες να υποχωρούν, βλέπω τα έλατα να ξεραίνονται μαζικά και τα νερά να στερεύουν και είναι μια μεγάλη καθημερινή υπόμνηση ότι η φύση λυγίζει υπό το βάρος των κλιματικών αλλαγών και της ανθρώπινης παρέμβασης.

«Το ότι ζω στα βουνά το θεωρώ το μεγαλύτερο επίτευγμα και τη μεγαλύτερη τύχη στη ζωή μου» Facebook Twitter
Η θέα από το Καταφύγιο Οίτη με το λιβάδι με τα άλογα.

Η ανθρώπινη παρέμβαση είναι ο παράγοντας που απειλεί με τη μεγαλύτερη αλλαγή τον τόπο. Στην περιοχή δρομολογείται η τοποθέτηση ανεμογεννητριών, υδροηλεκτρικά έργα, εξορύξεις. Αυτές οι παρεμβάσεις αφορούν βιομηχανικές εγκαταστάσεις μεγάλου βεληνεκούς, που δεν υπολογίζουν την οικολογική αξία ή τις ήπιες αναπτυξιακές προοπτικές του μέρους και θα διαταράξουν ανεπίστρεπτα τα οικοσυστήματα και τους υδρολογικούς κύκλους των βουνών. Εξίσου όμως σημαντικό είναι ότι θα διαρρήξουν οριστικά την ακεραιότητα του τοπίου, την αίσθηση του μεγαλειώδους και απείραχτου, η οποία γεννά το δέος και την ηρεμία που νιώθει ο άνθρωπος στη φύση. Ως οικοψυχολόγος, βλέπω στην πράξη πόσο ευεργετική είναι αυτή η εμπειρία για την ψυχή και γνωρίζω καλά τις ψυχικές συνέπειες που προκαλεί η απώλειά της.

Είμαι λοιπόν στο χωριό εδώ και πέντε χρόνια, με την ομορφιά και τις δυσκολίες του, με τις αλλαγές που μας δίνουν ελπίδα αλλά και εκείνες που μας προβληματίζουν, και θέλω να είμαι εδώ για πολλά χρόνια ακόμα. Το βουνό μού έδωσε εσωτερική δύναμη, καθαρότητα αντίληψης και μια καινούργια κατεύθυνση στη ζωή, μαζί με μια βαθιά ηρεμία πνεύματος. Το ότι ζω στα βουνά το θεωρώ το μεγαλύτερο επίτευγμα και τη μεγαλύτερη τύχη στη ζωή μου. Εύχομαι όσοι άνθρωποι το ονειρεύονται, να το καταφέρουν – με επίγνωση ότι έχει δυσκολίες, απαιτεί βαθιά προσωπική αλλαγή και ευοδώνεται όταν πλησιάζεις τον κόσμο αυτόν με σεβασμό, χωρίς αλαζονεία και χωρίς αντιλήψεις για εύκολο πλουτισμό μέσα από την καταστροφή. Γιατί όπως στα βουνά γεννιέται το νερό που πίνουμε, ίσως γεννιέται και η ελπίδα που χρειαζόμαστε για το μέλλον. Γι' αυτό αξίζει να επιστρέφουμε σε αυτά και να τα προστατεύουμε».

Instagram: @self_in_nature

Στείλτε τις προτάσεις σας για τη στήλη «Γειτονιές της Ελλάδας» στο [email protected]

Ταξίδια
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

«Φεύγαμε από τη Βίτσα και κλαίγαμε, γιατί ξέραμε ότι θα αργούσαμε να ξαναπάμε»

Γειτονιές της Ελλάδας / «Φεύγαμε από τη Βίτσα και κλαίγαμε, γιατί ξέραμε ότι θα αργούσαμε να ξαναπάμε»

Ο Τάσος Ανέστης άφησε πίσω του τις πισίνες και τους παιδότοπους της Αθήνας και μετακόμισε σε ένα Ζαγοροχώρι για να μεγαλώσουν τα παιδιά του με μυρωδιές του δάσους και βόλτες στα ποτάμια και τα βουνά.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΥΡΙΑΖΗΣ
Σε ένα μικρό χωριό στο Ζαγόρι έχουν γυριστεί 60 ταινίες μικρού μήκους

Γειτονιές της Ελλάδας / Σε ένα μικρό χωριό στο Ζαγόρι έχουν γυριστεί 60 ταινίες μικρού μήκους

Η Βαγγελιώ Ρετάλη μιλά για το Zagoriwood, ένα φεστιβάλ που για λίγες μέρες κάθε καλοκαίρι μετατρέπει τα ήσυχα Κάτω Πεδινά σε επίκεντρο κινηματογραφικής συνάντησης και δημιουργίας.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΥΡΙΑΖΗΣ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Χους εις τέφραν, εις ύδωρ. Στα νερά του Γάγγη κλείνει ο κύκλος

Φωτογραφία / Άλλη μια μέρα στον Γάγγη που καίνε νεκρούς

Μια φωτογραφική περιπλάνηση στο Βαρανάσι και στον κόσμο του, με τελικό προορισμό τον Γάγγη, όπου η καύση νεκρών, παρότι ενέχει το στοιχείο του μεταφυσικού, μοιάζει με μία ακόμα καθημερινή δραστηριότητα.
ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΒΛΑΧΟΠΟΥΛΟΣ
Αξέχαστες στιγμές από ένα ταξίδι στην Κεντρική Αμερική

Nothing Days / Αξέχαστες στιγμές από ένα ταξίδι στην Κεντρική Αμερική

Η πιο μοντέρνα βιβλιοθήκη (που δεν κλείνει ποτέ), ένα ξημέρωμα στην κορυφή του κόσμου, μια πράσινη λίμνη, μια καθολική εκκλησία όπου λατρεύονται οι θεοί των Μάγια και ένα σεβίτσε από όρχεις ταύρου (που θέλουμε να ξεχάσουμε).
M. HULOT
48 ώρες στην Καρδαμύλη

Ταξίδια / 48 ώρες στην Καρδαμύλη

Στο χαρακτηρισμένο «τοπίο ιδιαίτερου φυσικού κάλλους» κάνουμε ένα ταξίδι στον χρόνο και στην Ιστορία, επισκεπτόμαστε το σπίτι του Λι Φέρμορ, θυμόμαστε τον Όμηρο, κάνουμε μπάνιο με θέα, και ξέρουμε ότι θα επιστρέψουμε ξανά.
ΚΟΡΙΝΑ ΦΑΡΜΑΚΟΡΗ
Βαλκάνια με ιταλικό φινίρισμα: Ένα road trip στην Ίστρια

Ταξίδια / Βαλκάνια με ιταλικό φινίρισμα: Ένα road trip στην Ίστρια

Στο κροατικό κομμάτι της μεγαλύτερης χερσονήσου της Αδριατικής πίνουμε κρασί από τη Μονεμβασιά και rakija, επισκεπτόμαστε ρωμαϊκά μνημεία, χαζεύουμε φωτισμένους γερανούς και θυμόμαστε τις ταινίες του Γουές Άντερσον.
ΚΟΡΙΝΑ ΦΑΡΜΑΚΟΡΗ
Στη λίμνη Ατιτλάν της Γουατεμάλας με έναν ερωτιάρη άγιο

Nothing Days / Στη λίμνη Ατιτλάν της Γουατεμάλας με έναν ερωτιάρη άγιο

Ο Μαξιμόν είναι ένας κακός άγιος που πίνει και καπνίζει και φιλοξενείται κάθε χρόνο σε διαφορετικό σπίτι στο Σαντιάγκο της λίμνης Ατιτλάν. Η λατρεία του είναι ένα μείγμα καθολικής πίστης και παγανισμού που έχει τις ρίζες του στις παραδόσεις των Μάγια.  
M. HULOT
Χώρα, Τζανάκι, Βάτσες: Η Αστυπάλαια είναι ακόμα μαγική

Ταξίδια / Χώρα, Τζανάκι, Βάτσες: Η Αστυπάλαια είναι ακόμα μαγική

Ένα ταξίδι-αστραπή στο νησί, μια μυσταγωγική διαδρομή προς τις Βάτσες, η Μαλτεζάνα -που μοιάζει με ωδή στα εγχώρια '80s- και οι τηγανητές πατάτες της Μαρίας στο Βαθύ, που κάνουν κάποιους να της φιλούν, κυριολεκτικά, τα χέρια.
ΤΖΟΥΛΗ ΑΓΟΡΑΚΗ
Τα νησιά πριν από τον (πιο πρόσφατο) χαμό

Ταξίδια / Τα νησιά πριν από τον (πιο πρόσφατο) χαμό

Όχι, δεν μιλάμε για την ασπρόμαυρη Ελλάδα με τα γαϊδουράκια και τις ασπρισμένες αυλές, αλλά για τις εποχές που η Μύκονος δεν είχε VIP ζώνες, η Πάρος δεν είχε drones, και η Αστυπάλαια δεν κατακλυζόταν από influencers.
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
«Ποιος λοιπόν, δεν θέλει να μείνει στον παράδεισο;»

Γειτονιές της Ελλάδας / «Ποιος δεν θέλει να μείνει στον Παράδεισο;»

Ο Άγγελος Δημητρακόπουλος άφησε την Αθήνα και εγκαταστάθηκε με τη γυναίκα του σε ένα μικρό ορεινό χωριό στα Βαρδούσια, δουλεύοντας στο παραδοσιακό παντοπωλείο τους και κάνοντας «ό,τι ηρεμεί την ψυχούλα τους».
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΥΡΙΑΖΗΣ