ΛΙΓΟ ΚΑΙΡΟ ΠΡΙΝ από την πρεμιέρα του Karate Kid (1984), ο σκηνοθέτης Τζον Άβιλντσεν και ο σεναριογράφος Ρόμπερτ Μαρκ Κέιμεν παρακολούθησαν μια δοκιμαστική προβολή της ταινίας τους με παρουσία κοινού στο Baronet Theatre στην Τρίτη Λεωφόρο της Νέας Υόρκης. Κάπνισαν ένα τσιγάρο μαριχουάνας και ήπιαν μερικές τεκίλες ενώ περίμεναν τις πρώτες αντιδράσεις του κοινού για μια ταινία που ο ίδιος ο μοντέρ της, ο Μπαντ Σμιθ, την είχε ήδη απορρίψει ως «μια ταινιούλα για την οποία δεν θα έδινε δεκάρα κανείς». Όταν, μετά το τέλος της προβολής, πλησίασαν την κεντρική είσοδο και είδαν κάποια υψηλόβαθμα στελέχη της κινηματογραφικής βιομηχανίας να προσπαθούν να κάνουν το «λάκτισμα του γερανού» από την διάσημη τελευταία σκηνή της ταινίας, κατάλαβαν ότι είχαν στα χέρια τους μια απρόσμενη επιτυχία.
Το θρυλικό πλέον χτύπημα με το οποίο ο Ντάνι ΛαΡούσο (Ράλφ Μάτσιο) εξουδετερώνει, παρά τον σοβαρό τραυματισμό του, τον αντίπαλό του, ήταν μια έμπνευση του Κέιμεν. «Εγώ το επινόησα», θυμάται σήμερα ο ίδιος. «Ήταν κάτι που σκέφτηκα εκείνη τη στιγμή. Βρίσκεσαι στον αέρα σχεδόν, δεν έχεις ισορροπία. Τα χέρια σου δεν είναι σε θέση να αμυνθούν. Είναι απλά τόσο κινηματογραφικό». Ένα εντελώς απίθανο και παράλογο σύμφωνα με τους ειδικούς των πολεμικών τεχνών. Και επίσης εντελώς αντικανονικό. «Σε ένα πραγματικό τουρνουά, ένα τέτοιο λάκτισμα θα οδηγούσε σε αυτόματο αποκλεισμό», παραδέχεται ο Πατ Τζόνσον, ο χορογράφος της ταινίας.
Τέσσερις δεκαετίες αργότερα, με την έκτη ταινία της σειράς να είναι έτοιμη για κυκλοφορία, η επίδρασή της στην ποπ κουλτούρα είναι αναμφισβήτητη — και αυτό ήταν κάτι που κανείς δεν θα μπορούσε να προβλέψει, καθώς αρχικά η ταινία προοριζόταν να είναι απλώς μια κόπια των ταινιών “Rocky”, αλλά για εφήβους.
Το Karate Kid σημάδεψε μια γενιά εφήβων που ονειρεύονταν τέτοια αεροπλανικά χτυπήματα και και λαβές με τα πόδια, γέμισε τα γυμναστήρια με παιδιά που φαντασιώνονταν ότι θα αντιστεκόντουσαν ηρωικά στους νταήδες που τους κακοποιούσαν και πυροδότησε ένα πραγματικό πάθος για τις πολεμικές τέχνες. Χιλιάδες νέοι ανακάλυψαν μια αρχαία τέχνη, ίσως επειδή οι προηγούμενες ταινίες του είδους διαδραματίζονταν σε ναούς των Σαολίν σε μακρινά και εξωτικά μέρη, ενώ αυτή διαδραματιζόταν σε μια μικρομεσαία γειτονιά του Λος Άντζελες και δεν περιλάμβανε αρχαίες κατάρες και παλιούς μύθους, αλλά μόνο το αιώνιο φαινόμενο του εκφοβισμού όσων είναι διαφορετικοί και ευαίσθητοι.

Τέσσερις δεκαετίες αργότερα, με την έκτη ταινία της σειράς να είναι έτοιμη για κυκλοφορία, η επίδρασή της στην ποπ κουλτούρα είναι αναμφισβήτητη — και αυτό ήταν κάτι που κανείς δεν θα μπορούσε να προβλέψει, καθώς αρχικά η ταινία προοριζόταν να είναι απλώς μια κόπια των ταινιών “Rocky”, αλλά για εφήβους. Η Columbia δεν προσπάθησε καν να το κρύψει, προσλαμβάνοντας τον σκηνοθέτη και τον συνθέτη (Μπιλ Κόντι) του πρώτου Rocky, ενώ το κύριο τραγούδι του Karate Kid ήταν ένα απομεινάρι από το Rocky III. Το Karate Kid όμως βασίστηκε σε μια πρωτότυπη ιστορία. Ο παραγωγός Τζέρι Γουάιντραουμπ είχε αγοράσει τα δικαιώματα ενός άρθρου για ένα οκτάχρονο αγόρι από τη Χαβάη, γιο μιας ανύπαντρης μητέρας, ο οποίος είχε ζητήσει να γραφτεί σε μαθήματα καράτε για να μπορεί να αντισταθεί στους νταήδες της γειτονιάς που συστηματικά τον χτυπούσαν. Τελικά κέρδισε τη μαύρη ζώνη και στην πορεία βρήκε έναν μέντορα, ο οποίος τον πήρε υπό την προστασία του. Ο παραγωγός διέγνωσε ότι υπάρχει εκεί μια κινηματογραφική ιστορία, ειδικά σε μια εποχή που οι ταινίες για εφήβους είχαν αρχίσει να γνωρίζουν μεγάλη επιτυχία.
Επικοινώνησε αμέσως με την Columbia, και το στούντιο κάλεσε με τη σειρά του τον σεναριογράφο Ρόμπερτ Κέιμεν. Ο Κέιμεν — που τότε ήταν σχεδόν αρχάριος, αλλά σήμερα είναι καθιερωμένος χάρη στη συνεργασία του με τον Λικ Μπεσόν στις σειρές ταινιών Taken και Transporter με πρωταγωνιστές τους Λίαμ Νίσον και Τζέισον Στέιθαμ — ήταν η σωστή επιλογή. Στην εφηβεία του είχε υποστεί κι αυτός bullying και είχε μάθει πολεμικές τέχνες προκειμένου να αντιμετωπίσει τους διώκτες του.

Με προϋπολογισμό μόλις 8 εκατομμυρίων δολαρίων, η ταινία απέφερε κέρδη άνω των 100 εκατομμυρίων δολαρίων και έγινε μια από τις πιο κερδοφόρες ταινίες εκείνης της χρονιάς, κερδίζοντας παράλληλα και κάποιους κριτικούς επαίνους. «Το Karate Kid ήταν μια από τις ευχάριστες εκπλήξεις του 1984 — μια συναρπαστική, γλυκιά και συγκινητική ιστορία με μια από τις πιο ενδιαφέρουσες φιλίες που έχουμε δει εδώ και καιρό», είχε γράψει τότε ο αείμνηστος Ρότζερ Έμπερτ.
Ακολούθησαν τέσσερα κινηματογραφικά sequels, μια σειρά κινουμένων σχεδίων, ένα μιούζικαλ και, το 2018, το Cobra Kai, το οποίο γεννήθηκε δειλά στο YouTube για να εξελιχτεί σε μια από τις πιο δημοφιλείς σειρές του Netflix. Και τώρα έρχεται το Karate Kid: Legends. Δεν υπάρχει πλέον ο Κος Μιγιάκι, ο χαρακτήρας που αποθέωσε ο Πατ Μορίτα, ο οποίος απεβίωσε το 2005, αλλά πρωταγωνιστούν ο Τζάκι Τσαν και ο Ραλφ Μάτσιο, ο οποίος επιστρέφει στη μεγάλη οθόνη για να επαναλάβει τον ρόλο που καθόρισε την καριέρα του.
Με στοιχεία από El Pais