Η ΦΕΤΙΝΗ ΑΝΑΓΝΩΣΤΙΚΗ ΧΡΟΝΙΑ μου ξεκίνησε δυναμικά – μέσα σε τρεις εβδομάδες ολοκλήρωσα την εξονυχιστικά λεπτομερή βιογραφία της Σίλβια Πλαθ «Red Comet: The Short Life and Blazing Art of Sylvia Plath». Αυτοί οι χρόνοι, βέβαια, θα ήταν αδιανόητοι αν διάβαζα το βιβλίο στο χαρτί – με σχεδόν 1.200 σελίδες, αυτό το λαχταριστό τούβλο θα κατασκήνωνε στο κομοδίνο μου ως το καλοκαίρι, δίνοντάς μου μικρά καθημερινά τσιμπήματα ενοχής.
Όμως, αντί να το διαβάσω, το άκουσα. Οι 1.200 σελίδες έγιναν 45 ώρες, οι οποίες απλώθηκαν μέσα στην καθημερινότητά μου. Η Σίλβια Πλαθ πέρασε από την εφηβεία στην ενηλικίωση όσο μαγείρευα ή έπλενα τα πιάτα, είδε τα πρώτα της ποιήματα να δημοσιεύονται όσο περπατούσα από και προς τη δουλειά, γνώρισε τον Τεντ Χιούζ όσο έκανα μπάνιο και αυτοκτόνησε ενώ οδηγούσα προς το ΙΚΕΑ.
Αν ακόμα σκέφτεστε «με τίποτα», χρειάζεται να λάβετε υπόψη ότι σίγουρα δεν είναι όλα τα βιβλία κατάλληλα για audiobooks, ειδικά αν είστε αρχάριοι στον κόσμο τους. Οι βιογραφίες είναι, ας πούμε, μια καλή αρχή, αφού το κυρίως ενδιαφέρον τους δεν είναι η λογοτεχνικότητα του κειμένου αλλά η πληροφορία.
Ο ελέφαντας στο δωμάτιο, η συγκέντρωση, δεν είναι πραγματικό πρόβλημα στην περίπτωση των audiobooks, τουλάχιστον όχι περισσότερο από ό,τι σε οτιδήποτε άλλο κάνουμε πλέον στην καθημερινότητά μας. Βλέπουμε reels, ποστ φίλων και απαντάμε σε μηνύματα ενώ δουλεύουμε ή περπατάμε, αλλά θα τα χαλάσουμε στα audiobooks που επίσης μπορείς να τα σταματήσεις, να γυρίσεις πίσω και να ξανακούσεις το σημείο που έχασες; Σε άρθρο του στον «New Yorker», ο Paul Grimstad εξομολογείται ότι άκουγε την «Έρημη Χώρα» του Τ.Σ. Έλιοτ στην ουρά για το ταχυδρομείο, ενώ μια φορά στο σούπερ μάρκετ η αφήγηση του Τζέρεμι Άιρονς ως Χάμπερτ Χάμπερτ στη «Λολίτα» του Ναμπόκοφ τον συνεπήρε τόσο που άρχισε να διαβάζει τις γεύσεις των κράκερ με τη φωνή του.
Πώς περνά όμως κανείς από το να σκέφτεται «Ναμπόκοφ σε audiobook; Ιεροσυλία!» στο να απολαμβάνει την ακρόασή του στον διάδρομο με τα κράκερ;
Πατώντας στο ενδιάμεσο σκαλί των podcasts, είναι η απάντηση. Αν μπορείς να ακούσεις μια συνέντευξη, ένα ηχητικό ντοκιμαντέρ ή μια συζήτηση μίας ώρας με άνεση, τότε μπορείς εύκολα να ακούσεις ένα σύντομο audiobook δύο ή τριών ωρών, ακόμα και μέσα σε ένα απόγευμα. Αν το καλοσκεφτούμε, πέρα από το γεγονός ότι τα ηχητικά βιβλία έχουν δεκαετίες ιστορίας (ξεκίνησαν να ηχογραφούνται για άτομα με προβλήματα όρασης ήδη από τη δεκαετία του ‘30), στην πραγματικότητα δεν είναι μακριά από τη συνήθεια του ραδιοφώνου, όπου μπορούσες, μεταξύ άλλων, να ακούσεις και θεατρικές παραστάσεις!
Αν ακόμα σκέφτεστε «με τίποτα», χρειάζεται να λάβετε υπόψη ότι σίγουρα δεν είναι όλα τα βιβλία κατάλληλα για audiobooks, ειδικά αν είστε αρχάριοι στον κόσμο τους. Οι βιογραφίες είναι, ας πούμε, μια καλή αρχή, αφού το κυρίως ενδιαφέρον τους δεν είναι η λογοτεχνικότητα του κειμένου αλλά η πληροφορία. Τα σύντομα δοκίμια για όποιο θέμα σας ενδιαφέρει, το χρονικό ενός εγκλήματος ή μιας δικαστικής υπόθεσης ή και εύληπτα βιβλία ψυχολογίας είναι επίσης beginner friendly. Αλλά και σύντομα μυθιστορήματα, κάτι που «παίζει» πολύ και σας έχει κινήσει την περιέργεια, αλλά δεν είναι, ας πούμε, το «Μαγικό Βουνό», Φρόιντ ή το «Infinite Jest».
Η αγορά των audiobooks έχει εξελιχθεί εντυπωσιακά μέσα στα χρόνια –έχουν και τα δικά τους βραβεία, τα Audie Αwards–, προσφέροντας ακουστικές εμπειρίες υψηλού επιπέδου, ειδικά όταν ο αφηγητής είναι ο ίδιος ο συγγραφέας – μπορείς να ακούσεις τον Ντέιβιντ Λιντς να διαβάζει το «Catching the Big Fish: Meditation, Consciousness, and Creativity» ή τον David Foster Wallace να διαβάζει το «Consider the Lobster». Με μια απλή αναζήτηση, μπορεί κανείς να βρει άφθονα audiobooks στα αγγλικά αλλά και στα ελληνικά και μάλιστα κάποια διατίθενται δωρεάν (και για παιδιά) στην ψηφιακή βιβλιοθήκη του υπουργείου Παιδείας.
Η όλη υπόθεση, πάντως, έχει το know-how της. Εκτός από την επιλογή του βιβλίου, οι περισσότερες εφαρμογές διαθέτουν και ένα σύντομο απόσπασμα τριών λεπτών, έτσι ώστε, πριν το αγοράσεις, να ακούσεις τη φωνή και το ύφος του αφηγητή και να αποφασίσεις αν θέλεις να τον ακούσεις για άλλες 5 ή 45 ώρες. Το περασμένο καλοκαίρι δεινοπάθησα ακούγοντας τις «Συζητήσεις με φίλους» της Σάλι Ρούνεϊ, επειδή η αφηγήτρια μού φαινόταν υπερβολικά θεατρική και βάραινε αφύσικα τη φωνή της όταν μιλούσαν αρσενικοί χαρακτήρες, σαν σε παιδικό παραμύθι.
Δεν ξέρω αν υπάρχει μια υψηλότερη αναγνωστική πίστα που ξεκλειδώνεις με την τριβή και σου επιτρέπει να απολαμβάνεις μεγάλα κλασικά έργα σε ακουστική μορφή – μια πίστα που θα σου επιτρέπει, για παράδειγμα, να πας για πρωινό τρέξιμο ακούγοντας Ντοστογιέφσκι. Όπως και να ‘χει, γούστα είναι αυτά και σίγουρα η αίσθηση του χαρτιού δεν συγκρίνεται. Η επιτυχία, όμως, μπορεί να βρίσκεται στον συνδυασμό: ακούς ένα σύντομο δοκίμιο κάνοντας δουλειές, διαβάζεις κλασικούς στο χαρτί πριν κοιμηθείς και, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, διαβάζεις περισσότερο. Και από αυτό μόνο κερδισμένος βγαίνει κανείς.