Topa: Το καφενείο της Κυψέλης που έχει γίνει talk of the town

Topa Facebook Twitter
Η πρόταση του Topa δεν είναι fusion, δεν μπλέκουν τα πράγματα για να δώσουν νέες κρητικο-βασκικές συνταγές. Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/ LIFO
0

Το ότι εμφανίστηκε ένα χαλαρό και προσεγμένο μέρος για μεζέδες και τα συναφή στην Αθήνα είναι πάντα μια καλή είδηση – για μένα σίγουρα, αλλά δεν είμαι μόνη σε αυτό. Κάθε γενιά θέλει να έχει τα δικά της καφενεία, ενώ το να έχεις τη δυνατότητα να βγεις αυθόρμητα, χωρίς κράτηση, είναι κάτι το ανακουφιστικό τώρα πια, μάλιστα έχει φτάσει να ακούγεται στ’ αυτιά μας λες και πρόκειται για μια συνθήκη από μια άλλη, μακρινή εποχή.

Μια ομάδα που τρέχει ένα άλλο επιτυχημένο μαγαζί αποφάσισε αυτήν τη φορά να στήσει κάτι λιγότερο καθωσπρέπει, σε καμία περίπτωση εντελώς χύμα, αλλά κουλ. Στάθηκε τυχερή, μια και στον εξωτερικό χώρο που βρήκαν πάνω στον πεζόδρομο της Φωκίωνος Nέγρη κάνουν σκιά μερικά δέντρα έτσι που ακόμα κι αυτές τις καυτές μέρες μπορούμε να σταθούμε, έχοντας και μια αίσθηση ότι είμαστε κάπου εκτός Αθηνών. 

Ο Άρης Σκλαβενίτης και ο Δάνης Αγαπητός, το δίδυμο που γνωρίζουμε από το εκλεπτυσμένο Oinoscent του Συντάγματος, μαζί με τον σεφ τους Γιάννη Τσικουδάκη έφτιαξαν αυτό που στην Ελλάδα λέμε «καφενείο», στην Ισπανία το αποκαλούν «taverna» και στην Κυψέλη Topa, που στα βασκικά σημαίνει «στην υγειά μας». Ανοίγουν από νωρίς, σερβίρουν μικρά πιάτα, μας περιμένουν για να δοκιμάσουμε λίγο απ’ όλα ή ακόμα και να τσιμπήσουμε λίγες αλατσοελιές, βολβούς, πιπεριές Padrón και παστό τόνο με αμύγδαλα μαζί με τη μπίρα μας. Το καφενειακό μενού τους δεν είναι τυπικό και σύνηθες για την Αθήνα – δηλαδή είναι πολύ πιθανό να ξεκινήσουν μια νέα τάση και να το δούμε να κοπιάρεται.

Η Κρήτη φημίζεται για τα αργά της μαγειρέματα, ενώ στη Χώρα των Βάσκων οι διαδικασίες είναι πιο γρήγορες και παίζουν πολλά ωμά. Αυτή η διαφορά, όμως, ήταν που βοήθησε τον Γιάννη Τσικουδάκη να διαμορφώσει ένα ενδιαφέρον μενού που έχει απ’ όλα, δανειζόμενος κάποια στοιχεία από εδώ και κάποια από εκεί.

Από τη μια, η λογική των all-day tapas μπαρ που παίζουν στη Χώρα των Βάσκων ήταν αυτή που γοήτευσε πολύ τον σεφ και όποιον άλλον έχει ταξιδέψει προς τα εκεί και έχει μπει στη διαδικασία να μετακινηθεί από το ένα στο άλλο για να δοκιμάσει όσο περισσότερα μπορεί μέσα σε μια μέρα. Από την άλλη, η κουζίνα με την οποία μεγάλωσε είναι πολύ δημοφιλής και αγαπητή στην Αθήνα. Χανιώτης γαρ, διέκρινε πολλά κοινά μεταξύ των δύο αυτών τόπων: ότι γαστρονομικά κινούνται απλά, αλλά όχι απλοϊκά, ότι δίνουν έμφαση στην πρώτη ύλη, «και είναι και γλεντζέδες, ξεροκέφαλοι, πότες, ενώ τόσο οι μεν όσο και οι δε θέλουν να είναι ανεξάρτητοι, ακόμα και αν το εκφράζουν με διαφορετικό τρόπο».

Topa Facebook Twitter
Ο σομελιέ Άρης Σκλαβενίτης και ο σεφ, Γιάννης Τσικουδάκης. Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/ LIFO
Topa Facebook Twitter
Εκτός από τσικουδιές και μπύρες, στο Topa θα ευχαριστηθείτε κρασί. Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/ LIFO

Ωστόσο, έχουν και τις αντιθέσεις τους: η Κρήτη φημίζεται για τα αργά της μαγειρέματα, ενώ στη Χώρα των Βάσκων οι διαδικασίες είναι πιο γρήγορες και παίζουν πολλά ωμά. Αυτή η διαφορά, όμως, ήταν που βοήθησε τον Γιάννη Τσικουδάκη να διαμορφώσει ένα ενδιαφέρον μενού που έχει απ’ όλα, δανειζόμενος κάποια στοιχεία από εδώ και κάποια από εκεί.

Έτσι, στο Topa θα γευτούμε τσιγαριαστό αρνί που λειτουργεί ως δούρειος ίππος για να δοκιμάσουμε και μια pluma μαύρου χοίρου medium rare που δεν μας είναι μια οικεία γεύση. Οι χοχλιοί είναι ένα κοινό στοιχείο: τους αξιοποιούν στη Χώρα των Βάσκων, ενώ στην Ελλάδα, αν υπάρχει ένα μέρος που φημίζεται γι’ αυτούς, είναι η Κρήτη.

Η πρόταση του Topa δεν είναι fusion, δεν μπλέκουν τα πράγματα για να δώσουν νέες κρητικο-βασκικές συνταγές. Εκτός, λοιπόν, από τα ντόπια πιάτα, τον ντάκο, τις πατάτες με στάκα, τα φρέσκα σκιουφιχτά με καραμελωμένα κρεμμύδια και τα κεφτεδάκια προβατίνας, βρίσκουμε Jamon Serrano ή Iberico, bikini τοστ, τορτίγια Bilbao αλλά και το κλασικό και γευστικά έντονο pintxo Gilda, δηλαδή το καλαμάκι στο οποίο περνάνε μια πολύ βουτυράτη ελιά, αντζούγια Καλαβρίας ωρίμανσης ενός έτους, γαύρο μαρινάτο και πιπεριά τσίλι. Για την ιστορία, λέγεται πως αυτή η μπουκιά πήρε το όνομά της από το ομώνυμο φιλμ νουάρ με τη Ρίτα Χέιγουορθ, μια και είναι τόσο πολύπλευρη όσο ο κεντρικός χαρακτήρας της ταινίας.

Το μοναδικό fusion πιάτο σερβίρεται για επιδόρπιο και είναι ένα βασκικό cheesecake με κρητικά τυριά, γαλένι, μυζήθρα και γραβιέρα, και κρητικό πετιμέζι – αλλά it makes sense.

Topa Facebook Twitter
Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/ LIFO
Topa Facebook Twitter
Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/ LIFO

Ο σεφ φέρνει από τον τόπο του ΠΟΠ τυριά, πηχτόγαλο, ξύγαλο, και τυροζούλι, που μπορεί να είναι, λίγο πολύ, γνωστά, «αλλά συχνά στο νησί τα λέμε όλα “μυζήθρες” και δεν τα αναδεικνύουμε, παρότι έχει γίνει πολλή δουλειά γύρω από αυτά». Κάτι ακόμα που ήρθε να αναδείξει το Τοpa είναι ότι όσον αφορά το βερμούτ, τόσα χρόνια στην Ελλάδα ζούμε στα σκοτάδια, χωρίς να λοξοδρομούμε από την οδό που έδειξαν οι γείτονες Ιταλοί. Αλλά υπάρχει κι άλλη, και είναι πολύ δροσιστική και ευκολόπιοτη, χωρίς πολλά-πολλά.

Ενώ, λοιπόν, οι Έλληνες γνωρίζουμε και καταναλώνουμε το βερμούτ μόνο στην dry εκδοχή του, προς Ισπανία μεριά το αντιμετωπίζουν αλλιώς: είναι του γλυκού, το καταναλώνουν καθημερινά, το πουλάνε και το αγοράζουν σε χαμηλή τιμή, ενώ έχουν και την ατάκα «la hora del vermut» («η ώρα του βερμούτ»).

Topa Facebook Twitter
Jamon . Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/ LIFO
Topa Facebook Twitter
Γλυκό βερμούτ «preparado». Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/ LIFO
Topa Facebook Twitter
Τορτίγια Bilbao. Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/ LIFO
Topa Facebook Twitter
Mύδια escabeche. Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/ LIFO
Topa Facebook Twitter
Φρυγανισμένο ψωμί με ντομάτα. Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/ LIFO

Στο Topa, λοιπόν, σερβίρουν τέτοιο γλυκό βερμούτ –λευκό και κόκκινο– «preparado», δηλαδή ισορροπούν τη γλυκάδα του με λίγο στυμμένο χυμό λεμόνι, σόδα και πάγο. Εκεί μπορεί να δείτε με άλλο μάτι και τον μηλίτη, μια και αυτός που εισάγουν από μια sidrería με παράδοση από το 1595 δεν έχει καμία σχέση με αυτόν του εμπορίου. Φέρνει σε φυσικό κρασί, είναι ένα αφιλτράριστο προϊόν που δεν γλυκίζει και ταιριάζει πολύ με τηγανητά και σαλάτες.

Καφενείο χωρίς μπίρες και τσικουδιές δεν γίνεται, όπως δεν γίνεται και μαγαζί του Άρη –ο οποίος έχει διακριθεί ως ο καλύτερος Έλληνας Οινοχόος το 2016, το 2019 και το 2023, κερδίζοντας τον Πανελλήνιο Διαγωνισμό, ενώ θα εκπροσωπήσει την Ελλάδα στον Παγκόσμιο Διαγωνισμό Οινοχόων το 2026– και του Δάνη χωρίς ποικιλία σε καλό κρασί. Οk, μπορεί εδώ να μη διαθέτουν πάνω από χίλιες ετικέτες, αλλά έχουν φτάσει τους ογδόντα επτά κωδικούς, με τη φιάλη να ξεκινάει από τα 18 ευρώ και το ποτήρι από τα 4,50. Kι αν η όρεξή σας τραβάει κάτι πιο premium σε κρασί, θα βρείτε. 

Φωκίωνος Νέγρη 43, Κυψέλη, 210, 8660889

Γεύση
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Θύμηση, μια νέα κρεμερία στο Παγκράτι

Γεύση / Θύμηση: Ο Νίκος και ο πατέρας του έφεραν ξανά το γαλακτοπωλείο στο Παγκράτι

Παίρνει στοιχεία από τα παλιά γαλακτοπωλεία αλλά δεν στέκεται εκεί. Προσθέτει γλυκά –λευκά, όπως αυτά που του αρέσουν– και πίτες. Αυτή η κρεμερία είναι μία από τις καλύτερες ιδέες που έχουμε δει στο χώρο της ζαχαροπλαστικής φέτος.
ΜΙΝΑ ΚΑΛΟΓΕΡΑ
Τα σαλιγκάρια και ένα λάθος αιώνων που οφείλει να διορθωθεί

Nothing Days / Τα σαλιγκάρια και ένα λάθος αιώνων που οφείλει να διορθωθεί

Από την πιο αρχαία καλλιέργεια στην ιστορία μέχρι τις γκουρμέ, ακριβές εκδοχές τους, τα σαλιγκάρια κατέληξαν από βασική τροφή να γίνουν υποτιμημένη και σπάνια, και η αφορμή για τοξικά σχόλια στα social media.
M. HULOT
Οι γεύσεις του καλοκαιριού που φυλάξαμε για το χειμώνα

Γεύση / Φρυγανισμένα, λιόκαφτα, παστά, ξιδάτα: Έτσι μένει η γεύση του καλοκαιριού

Η τέχνη της συντήρησης των τροφών πάει χιλιάδες χρόνια πίσω και έχει ακόμα λόγο ύπαρξης γιατί μεταμορφώνει τα υλικά σε κάτι άλλο. Και αυτό το «άλλο» έχει γαστρονομική και συναισθηματική αξία.
ΝΙΚΟΣ Γ. ΜΑΣΤΡΟΠΑΥΛΟΣ
Το πρώτο ελληνικό ουίσκι: Όταν μια παρέα φίλων εμφιάλωσε το όνειρό της

Radio Lifo / Aυτό είναι το πρώτο ελληνικό ουίσκι

Μια ομάδα εννέα φίλων, χωρίς καμία επαγγελματική σχέση με την ποτοποιία, κατάφερε με πείσμα και πολλή αγάπη για το ουίσκι να δημιουργήσει το πρώτο ελληνικό single malt whisky. Δύο από αυτούς, ο Γιάννης Χριστοφορίδης και ο Ντίνος Οικονομόπουλος, μιλούν στη Μερόπη Κοκκίνη γι' αυτό το «ταξίδι» από το κριθάρι και το νερό του Ταΰγετου μέχρι τα βαρέλια vinsanto και τις αμέτρητες δυσκολίες.
ΜΕΡΟΠΗ ΚΟΚΚΙΝΗ
«Το 2025 είναι εξαιρετική χρονιά για τον οινολόγο, ο καλλιεργητής όμως κλαίει»

Το κρασί με απλά λόγια / «Το 2025 είναι εξαιρετική χρονιά για τον οινολόγο, ο καλλιεργητής όμως κλαίει»

Πώς κύλησε ο φετινός τρύγος σε διαφορετικές γωνιές του κόσμου; Από τον βορρά ως τον νότο της Ελλάδας, αλλά και σε εμβληματικές περιοχές όπως το Μπορντώ, η Βουργουνδία και η Μεντόζα, οι Έλληνες οινολόγοι καταθέτουν την εμπειρία τους και μιλούν για τις προκλήσεις που φέρνει η κλιματική αλλαγή.
THE LIFO TEAM
Το Χάνι της Ρέρεσης είναι ένα από τα τελευταία της Ελλάδας

Γεύση / Παγόνια, αντίκες και μαγειρευτά σε ένα χάνι που αντέχει στον χρόνο

Το Χάνι της Ρέρεσης, ένα από τα τελευταία της Ελλάδας, παραμένει ανοιχτό για ταξιδιώτες και ντόπιους, με την κυρία Νίτσα να κρατά ζωντανή την παράδοση της φιλοξενίας σε ένα μαγειρείο που θυμίζει λαογραφικό μουσείο.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
47’ στο Hygge με την Anne Meurling

Γεύση / Hygge: Ένας φούρνος που μυρίζει θαλπωρή στην Ιπποκράτους

Με νοσταλγία για τις συνταγές της πατρίδας της, μια Σουηδέζα φτιάχνει ψωμί, γλυκά, αέρινο βούτυρο και άψογη μηλόπιτα, δημιουργώντας ατμόσφαιρα βόρειας Ευρώπης - μόλις δυο βήματα από τη λεωφόρο Αλεξάνδρας.
M. HULOT
«Μα πώς γεμίζει αυτή η τρύπα;»: Πριν από 40 χρόνια, τα «Δυο Λουξ» ξάφνιασαν τα Χανιά

Θρυλικά Μπαρ / «Μα πώς γεμίζει αυτή η τρύπα;»: Πριν από 40 χρόνια, τα «Δυο Λουξ» ξάφνιασαν τα Χανιά

Ξέρετε πολλές τσαγερί που να έχουν εξελιχθεί σε ολοήμερα στέκια, να έχουν μισθώσει λεωφορεία για να δουν οι θαμώνες τους μια έκθεση σε άλλον νομό ή να βγάζουν μια βάρκα γεμάτη με μελομακάρονα για κέρασμα στον δρόμο; Και όμως, αυτό το μέρος υπάρχει και έχει ξενυχτήσει γενιές στο λιμάνι των Χανίων.
ΖΩΗ ΠΑΡΑΣΙΔΗ
Χταπόδι με σύκα: Μια για πολλούς άγνωστη και σίγουρα απρόσμενη συνταγή

Γεύση / Χταπόδι με σύκα: Μια για πολλούς άγνωστη και σίγουρα απρόσμενη συνταγή

«Όπου υπάρχουν συκιές, λίγο πιο πέρα αρχίζουν τα βότσαλα και μετά η Μεσόγειος και μετά το χταπόδι. Και κάπου, σ’ ένα πανηγυρικό τραπέζι, συναντώνται το χταπόδι και τα σύκα. Μαγειρεμένο το χταπόδι, μαγειρεμένα και τα λιόκαφτα, ξερά σύκα».
ΝΙΚΟΣ Γ. ΜΑΣΤΡΟΠΑΥΛΟΣ