LIVE!

Ένας νομπελίστας οικονομολόγος μας μαθαίνει πώς να τρώμε

Το 2022 μπες στην κουζίνα! Facebook Twitter
Ως γνήσιος Ινδός, συνήθως δεν προγραμματίζει ένα «πιάτο» αλλά ένα ολόκληρο γεύμα.
0

Το μεγαλύτερο λάθος που κάνουμε είναι να σκεφτούμε τι θα φάμε την ώρα που πεθαίνουμε της πείνας. Τότε, αναμφισβήτητα, το γρήγορο φαγητό γίνεται μονόδρομος, είτε μαγειρέψουμε κάτι βιαστικό στο σπίτι είτε παραγγείλουμε. Και, ναι, συμφωνώ, ένα τηγανητό αυγό με μια σαλάτα εποχής είναι ένα από τα πιο νόστιμα και θρεπτικά φαγητά που γίνεται στο πιτς-φιτίλι, αλλά πόσες φορές την εβδομάδα μπορείς να το φας; Και το βασικότερο: πόσες φορές σε κάνει να αισθάνεσαι ευτυχής και χορτάτος; 

Δεν τρώμε μόνο για να χορτάσουμε. Ούτε γιατί το καλό φαγητό μάς προσφέρει θρεπτικά συστατικά, απαραίτητα για τη μακροζωία μας. Το καλό καθημερινό φαγητό είναι πηγή χαράς και ευχαρίστησης, μια μικρή γιορτή που μπορούμε να προσφέρουμε στον εαυτό μας και τους αγαπημένους μας. Και σαν κάθε γιορτή χρειάζεται σκέψη, ενθουσιασμό και φυσικά προγραμματισμό. 

Διάβασα στις διακοπές το βιβλίο «Cooking to save your life» του νομπελίστα οικονομολόγου Abhijit Banerjee, που έχει την έδρα Ford του αμερικανικού πανεπιστήμιου ΜΙΤ, και απόλαυσα κάθε συνταγή όχι επειδή ήταν σπουδαία αλλά για το πλαίσιο μέσα στο οποίο εντάσσεται καθεμία, τους λόγους που ο Banerjee μαγειρεύει τη μια μέρα chaat και κοτόπουλο με αμύγδαλα και σταφίδες και την άλλη biryani, ή ψητό αβοκάντο, ή αποδομημένη σαλάτα του Καίσαρα. 

Άλλη απόλαυση σου δίνει μια ζεστή χορτόσουπα με πολύ λεμόνι και καυτερό τσίλι ένα χειμωνιάτικο βράδυ και άλλη μια μακαρονάδα με κιμά και πολύ τριμμένο τυρί στο τέλος μιας κουραστικής εβδομάδας ή μιας στενόχωρης μέρας, που τα πράγματα ίσως να μην πήγαν όπως ακριβώς περιμέναμε, έτσι δεν είναι;

Όπως εξομολογήθηκε σε μια συνέντευξή του ο εξηντάχρονος foodie Ινδο-αμερικανός νομπελίστας, κάθε πρωί που πάει με το σκούτερ του στη δουλειά σκέφτεται πρωτίστως τι θα μαγειρέψει το βράδυ και μετά τις λεπτομέρειες για τις συναντήσεις που έχει και τις λοιπές επαγγελματικές του υποχρεώσεις. Με το που φτάνει στο σπίτι, μπαίνει στην κουζίνα του σπιτιού του με αμείωτο ενθουσιασμό για να μαγειρέψει για τον ίδιον και τη σύζυγό του Esther Duflo (που μαζί κέρδισαν το Νόμπελ το 2019, χάρη στην οικονομική θεωρία τους για την ανακούφιση της παγκόσμιας φτώχειας) ή καλωσορίζει την παρέα του και όλοι μαζί μαγειρεύουν. Σπάνια τρώει έξω τα βράδια και θεωρεί το φαγητό πρωτίστως απόλαυση και πηγή βαθιάς χαράς και ψυχικής ικανοποίησης, γι’ αυτό και τον απασχολεί τόσο πολύ – άλλο τόσο βέβαια τον ενθουσιάζει.

Ως γνήσιος Ινδός, συνήθως δεν προγραμματίζει ένα «πιάτο» αλλά ένα ολόκληρο γεύμα, με το κυρίως αλλά και τα συνοδευτικά του, όπως θα έτρωγε κάποιος τόσο σε ένα ινδικό σπίτι όσο και σε ένα παραδοσιακά ελληνικό (π.χ. σούπα με όσπρια και δίπλα παστό ψάρι, ή λουκάνικο, ή ταραμοσαλάτα). 

Το 2022 μπες στην κουζίνα! Facebook Twitter
Όπως εξομολογήθηκε σε μια συνέντευξή του ο εξηντάχρονος foodie Ινδο-αμερικάνος νομπελίστας, κάθε πρωί που πάει με το σκούτερ του στη δουλειά σκέφτεται πρωτίστως τι θα μαγειρέψει το βράδυ, και μετά τις λεπτομέρειες για τις συναντήσεις που έχει και τις λοιπές επαγγελματικές του υποχρεώσεις.

Όσοι μαγειρεύουμε καθημερινά το φαγητό μας νιώθουμε πολύ καλά τι εννοεί ο καθηγητής Banerjee. Άλλη απόλαυση σου δίνει μια ζεστή χορτόσουπα με πολύ λεμόνι και καυτερό τσίλι ένα χειμωνιάτικο βράδυ και άλλη μια μακαρονάδα με κιμά και πολύ τριμμένο τυρί στο τέλος μιας κουραστικής εβδομάδας ή μιας στενόχωρης μέρας, που τα πράγματα ίσως να μην πήγαν όπως ακριβώς περιμέναμε, έτσι δεν είναι; Άλλα μαγειρεύουμε όταν περιμένουμε την αγάπη μας για ένα ρομαντικό δείπνο και άλλα όταν δεν κουμπώνει το παντελόνι. Άλλα το Πάσχα και άλλα τη Σαρακοστή, άλλα στον καλοκαιρινό καύσωνα (μόνο φρούτα;) και άλλα όταν τελειώνει ο μισθός (μόνο ψωμί;).

Η επιλογή του καθημερινού φαγητού μοιάζει τελικά με έναν σύνθετο αλγόριθμο που μπορεί να επηρεάζεται πρωτίστως από προσωπικές επιλογές και τα κέφια μας, αλλά δεν είναι άσχετη από τη γαστριμαργική μόδα της εποχής και τις συνταγές του αγαπημένου μας food blogger, τις κοινωνικές συνθήκες του τόπου όπου ζούμε (απλώς θυμηθείτε την έξαρση των σπιτικών φουρνισμάτων στο πρώτο lockdown, που δημιούργησε μοναδικά σπιτικά ψωμιά αλλά και έλλειψη ξηρής μαγιάς στα σούπερ μάρκετ!), τα χρήματα που διαθέτει ο καθένας και τον τόπο ή τη χώρα από την οποία προέρχεται (άλλη χαρά κάνει ο Σαλονικιός φοιτητής όταν φτάνει η μαμά με τα τρίγωνα και άλλη ο Κρητικός με τους χοχλιούς!), ή τις θρησκευτικές του πεποιθήσεις (οι πιστοί χριστιανοί ορθόδοξοι νηστεύουν σχεδόν τις μισές μέρες του χρόνου, απέχοντας από τα ζωικά τρόφιμα). 

cooking book
To εξώφυλλο του «Cooking to save your life» του νομπελίστα οικονομολόγου Abhijit Banerjee

Μια και βρισκόμαστε καταμεσής του χειμώνα, λοιπόν, σκέφτηκα να σας δώσω μια παλιά, απλή συνταγή μου, τη «Σούπα Τίποτα» (που, όπως λέει ο οικονομολόγος Banerjee για κάποιες δικές του συνταγές με φθηνά συστατικά, δεν είναι μόνο νόστιμη αλλά «σου δίνει και την ικανοποίηση ότι δημιούργησες κάτι τόσο νόστιμο από τόσο ταπεινά υλικά»).

Με τη σούπα αυτή συνήθως σερβίρω και δύο συνοδευτικά που σας τα δίνω εδώ για να χουχουλιάσετε μαζί τους τώρα με το κρύο αλλά και αν είστε αρχάριος στην κουζίνα, αν είστε χορτοφάγος, όταν διαβάζετε για την εξεταστική, αλλά δεν θέλετε να παραγγείλετε και, τέλος, αν είστε σαν εμένα και αρνείστε πεισματικά να πετάξετε στα σκουπίδια οτιδήποτε, ακόμα και το τελευταίο μαραμένο πράσο στο ψυγείο, που όταν με κοιτάζει παραπονεμένο, μου θυμίζει ότι είναι ώρα να αλλάξουμε το διατροφικό μας σύστημα, μειώνοντας τα τροφικά απορρίμματα, άρα και την παγκόσμια παραγωγή της τροφής, μειώνοντας τελικά τα δύο κυρίαρχα ρυπογόνα χημικά, το άζωτο και το φώσφορο, που προέρχονται κυρίως από τις εντατικές αγροτικές καλλιέργειες για ανθρώπινη (σαλατικά) και ζωική κατανάλωση (ζωοτροφές κυρίως για βοοειδή). 

Έτσι εύχομαι να τρώμε το 2022, συνειδητά, για να υποστηρίξουμε σε προσωπικό επίπεδο τις διεθνείς περιβαλλοντικές προσπάθειες για το κλίμα και με χαρά να συνεχίσουμε να ζούμε αισιόδοξοι, ευτυχείς και χορτάτοι – ολοένα και περισσότεροι.  

Η Σούπα Τίποτα

Το 2022 μπες στην κουζίνα! Facebook Twitter
Μια σούπα με ό,τι λαχανικά έχουμε σπίτι.

Υλικά

Ό,τι λαχανικά έχουμε σπίτι (όλα ή σε όποιο συνδυασμό σας αρέσει), π.χ. πατάτες, λίγη κολοκύθα, κολοκύθια, κρεμμύδια, μπρόκολο, σέλινο, σέλερι, καρότο, πράσο, μαϊντανό, ρέβα, κρεμμύδι. Δεν είναι κακή ιδέα και λίγο λάχανο.

½ φλιτζάνι πορτοκαλί φακές ή μικρά άσπρα φασόλια Φενεού (μουλιασμένα αποβραδίς)

Λίγο βούτυρο ή ελαιόλαδο

Αλάτι και πιπέρι, κουρκουμάς, λίγη πάπρικα και προαιρετικά μια καυτερή πιπερίτσα

Σχοινόπρασο για τη διακόσμηση σε κάθε μπολ

Εκτέλεση

Βάζουμε σε μια μέτρια κατσαρόλα τα λαχανικά με τόσο νερό όσο να τα σκεπάζει.

Αν χρησιμοποιήσουμε άσπρο μικρό φασόλι (το έχουμε μουλιάσει αποβραδίς), βράζουμε λίγο παραπάνω τη σούπα, άρα κόβουμε τα λαχανικά σε μεγαλύτερα κομμάτια.

Αντίθετα, αν χρησιμοποιήσουμε κόκκινες φακές, απλώς τις προσθέτουμε τα τελευταία 10-15 λεπτά της βράσης, μαζί με τα μυρωδικά (π.χ. μαϊντανό), την πάπρικα και τον κουρκουμά.

Βράζουμε τα λαχανικά και τα όσπρια σε μέτρια φωτιά για 40-50 λεπτά, με το καπάκι κλειστό, για να διατηρήσουν το χρώμα τους τα λαχανικά.

Όταν τα λαχανικά και τα όσπρια έχουν μαλακώσει πολύ καλά αφαιρούμε μια κούπα νερό (για να βεβαιωθούμε ότι δεν θα γίνει πολύ αραιή η σούπα όταν τη λιώσουμε με το μπλέντερ χειρός). Αλέθουμε τα λαχανικά, προσθέτοντας ξανά το ζουμάκι αν είναι πολύ σφιχτή. 

Προσθέτουμε λίγα σπιτικά κρουτόν, μια κουταλιά γιαούρτι ή λίγο φρέσκο βούτυρο. Γαρνίρουμε με σχοινόπρασο. 

Σερβίρουμε τη σούπα ζεστή και βάζουμε την υπόλοιπη στο ψυγείο για την επόμενη μέρα ή στην κατάψυξη για κάποια άλλη μέρα (μέσα στην επόμενη εβδομάδα).

Τα εύκολα σπιτικά κρουτόν για κάθε σούπα και κάθε φυλλώδη σαλάτα

Για σπιτικά τραγανά κρουτόν χρησιμοποιούμε το φρέσκο ή το χθεσινό ψωμί, κομμένο σε τετραγωνάκια ή τσιμπητά, με τα δάχτυλα, σε μπουκίτσες. Βάζουμε σε δυνατή φωτιά ένα αντικολλητικό τηγάνι με μια κουταλίτσα βούτυρο και τα κουνάμε μέχρι να ροδίσουν. 

Τα πασπαλίζουμε με φρέσκο κόλιανδρο, ξηρούς καρπούς (κολοκυθόσπορο, σπασμένα φιστίκια, ακόμα και παπαρουνόσπορο), αρωματικά (θρούμπι, θυμάρι, μαραθόσπορο και σίγουρα φασκόμηλο, που τους πάει πολύ), καυτερό πιπέρι ή κουρκουμά και θαλασσινό αλάτι και τα ανακατεύουμε κουνώντας το τηγάνι για λίγα λεπτά ακόμα.

Έτσι γίνονται και στον φούρνο, με ελαιόλαδο αντί για βούτυρο, αλλά πάντα λίγα λεπτά και σε δυνατή φωτιά.

Τραγανά κριτσίνια με πίτα για σουβλάκια

Όσο καλύτερης ποιότητας είναι οι πίτες (για σουβλάκια) που διαλέγουμε, τόσο πιο αφράτα γίνονται τα σπιτικά αυτά κριτσίνια με θαλασσινό αλάτι, ελαιόλαδο και δενδρολίβανο.

Το 2022 μπες στην κουζίνα! Facebook Twitter
Τα σερβίρουμε ζεστά με τζατζίκι, καροτοτζατζίκι, με λίγο αρωματισμένο ελαιόλαδο, με ντοματίνια και αγγουράκια, με χούμους και φάβα, με ταραμοσαλάτα και, φυσικά, με τη Σούπα Τίποτα.

Υλικά

Πίτες για σουβλάκια

Ελαιόλαδο

Πάπρικα γλυκιά ή καυτερή

Δενδρολίβανο φρέσκο ή αποξηραμένο ή/και ρίγανη, θρούμπι

Αλάτι θαλασσινό σε νιφάδες

Σουσάμι ή/και μαυροκούκι

Πιπέρι

Μια πρέζα κύμινο (προαιρετικό)

Πώς τα φτιάχνουμε

Κόβουμε τις στρογγυλές πίτες σε μακρόστενα μπαστουνάκια.

Τις βάζουμε σε καλά λαδωμένο αντικολλητικό ταψί του φούρνου, τη μία δίπλα στην άλλη, χωρίς να εφάπτονται.

Τα ραντίζουμε με νερό (βρέχοντας τις παλάμες μας και τινάζοντάς τες πάνω από τις πίτες), αλείφουμε με ελαιόλαδο και τα πασπαλίζουμε με θαλασσινό αλάτι σε νιφάδες και λίγη πάπρικα (καυτερή επίσης, αν προτιμάτε).

Προσθέτουμε και το δενδρολίβανο.

Τα ψήνουμε σε δυνατό φούρνο (180-200 βαθμούς) για δέκα λεπτά, στον αέρα.

Τα σερβίρουμε ζεστά με τζατζίκι, καροτοτζατζίκι, με λίγο αρωματισμένο ελαιόλαδο, με ντοματίνια και αγγουράκια, με χούμους και φάβα, με ταραμοσαλάτα και, φυσικά, με τη Σούπα Τίποτα. 






 

Γεύση
0

LIVE!

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

 Δέκα πιάτα που τρώμε τώρα

Γεύση / Δέκα πιάτα Αθηναϊκών εστιατορίων που τρώμε τώρα

Τα απολαύσαμε μέσα στο 2021, σε μια ταραχώδη χρονιά για τα αθηναϊκά (κι όχι μόνο) εστιατόρια. Κάποια σερβίρονται για λίγους μήνες, ενώ άλλα αποτελούν αξίες τόσο σταθερές που αν βγουν από το μενού προκαλούν διαμαρτυρίες. Άρτι αφιχθέντα ή signature πλέον, αυτά είναι τα πιάτα που θα αποζητάμε και το ‘22.
ΖΩΗ ΠΑΡΑΣΙΔΗ
ΛΙΝΟΥ ΣΟΥΜΠΑΣΗΣ & ΣΙΑ: Το νέο εστιατόριο της είναι ένα κράμα από απλό φαγητό, φυσικά κεριά, ένα εκδοτικό οίκο και μια δισκογραφική εταιρεία.

Γεύση / Λινού Σουμπάσης & Σία: Απλό, νόστιμο φαγητό και φυσικά κεριά σε έναν νέο χώρο στου Ψυρρή

Σε έναν φωτεινό χώρο χωρίς διακόσμηση μαγειρεύει ένας νέος σεφ που ξέρει να αναδεικνύει τη δύναμη των υλικών του, πωλούνται «σύμβολα προσφοράς και αφιέρωσης» και θα στήνονται κυριακάτικα τραπέζια κάτω από ένα γραφείο που δεν θέλει να έχει δημιουργικά όρια.
ΖΩΗ ΠΑΡΑΣΙΔΗ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

«Χίλιες φορές μακαρόνια παρά σπανακόρυζο»

Οι γαστρονομικές απογνώσεις του Κυρίου Ρεμί / «Χίλιες φορές μακαρόνια παρά σπανακόρυζο»

Ο Κύριος Ρεμί στοχάζεται πάνω στα όρια της κριτικής εστιατορίων, μαγειρεύει τέσσερις παστιτσάδες μέσα στην εβδομάδα και δεν έχει κάτι προσωπικό με το σπανακόρυζο. Απλώς δεν είναι μακαρονάδα!
ΡΕΜΙ
«Όταν παραγγέλνεις delivery μαναβική, θα σου φέρουν ό,τι πιο άγουρο υπάρχει»

Οι γαστρονομικές απογνώσεις του Κυρίου Ρεμί / «Όταν παραγγέλνεις delivery μαναβική, θα σου φέρουν ό,τι πιο άγουρο υπάρχει»

Ο κύριος Ρεμί τρώει σπίτι του πιο συχνά απ' ότι νομίζεις, προτείνει να παίρνεις καλύτερες φακές και λέει αυτό που ξέρουμε όλοι και δεν λέμε για το delivery.
ΡΕΜΙ
Από τη Νεμέα στην Καλιφόρνια: Ο Άρης Τσέλεπος ταξιδεύει στην καρδιά του αμερικανικού κρασιού

Το κρασί με απλά λόγια / Από τη Νεμέα στην Καλιφόρνια: Ο Άρης Τσέλεπος ταξιδεύει στην καρδιά του αμερικανικού κρασιού

Ο χαρισματικός οινοποιός Άρης Τσέλεπος μεταφέρει την Υρώ Κολιακουδάκη-Dip WSET και τον Παναγιώτη Ορφανίδη στη Napa Valley και στα αμπέλια της Καλιφόρνιας μέσα από μια συναρπαστική συζήτηση για το κρασί και τα μαθήματα που μπορεί να αντλήσει η Ελλάδα από μια από τις πιο εμβληματικές οινοπαραγωγικές περιοχές του κόσμου.
ΥΡΩ ΚΟΛΙΑΚΟΥΔΑΚΗ & ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΟΡΦΑΝΙΔΗΣ
Θύμηση, μια νέα κρεμερία στο Παγκράτι

Γεύση / Θύμηση: Ο Νίκος και ο πατέρας του έφεραν ξανά το γαλακτοπωλείο στο Παγκράτι

Παίρνει στοιχεία από τα παλιά γαλακτοπωλεία αλλά δεν στέκεται εκεί. Προσθέτει γλυκά –λευκά, όπως αυτά που του αρέσουν– και πίτες. Αυτή η κρεμερία είναι μία από τις καλύτερες ιδέες που έχουμε δει στο χώρο της ζαχαροπλαστικής φέτος.
ΜΙΝΑ ΚΑΛΟΓΕΡΑ
Τα σαλιγκάρια και ένα λάθος αιώνων που οφείλει να διορθωθεί

Nothing Days / Τα σαλιγκάρια και ένα λάθος αιώνων που οφείλει να διορθωθεί

Από την πιο αρχαία καλλιέργεια στην ιστορία μέχρι τις γκουρμέ, ακριβές εκδοχές τους, τα σαλιγκάρια κατέληξαν από βασική τροφή να γίνουν υποτιμημένη και σπάνια, και η αφορμή για τοξικά σχόλια στα social media.
M. HULOT
Οι γεύσεις του καλοκαιριού που φυλάξαμε για το χειμώνα

Γεύση / Φρυγανισμένα, λιόκαφτα, παστά, ξιδάτα: Έτσι μένει η γεύση του καλοκαιριού

Η τέχνη της συντήρησης των τροφών πάει χιλιάδες χρόνια πίσω και έχει ακόμα λόγο ύπαρξης γιατί μεταμορφώνει τα υλικά σε κάτι άλλο. Και αυτό το «άλλο» έχει γαστρονομική και συναισθηματική αξία.
ΝΙΚΟΣ Γ. ΜΑΣΤΡΟΠΑΥΛΟΣ
Το πρώτο ελληνικό ουίσκι: Όταν μια παρέα φίλων εμφιάλωσε το όνειρό της

Radio Lifo / Aυτό είναι το πρώτο ελληνικό ουίσκι

Μια ομάδα εννέα φίλων, χωρίς καμία επαγγελματική σχέση με την ποτοποιία, κατάφερε με πείσμα και πολλή αγάπη για το ουίσκι να δημιουργήσει το πρώτο ελληνικό single malt whisky. Δύο από αυτούς, ο Γιάννης Χριστοφορίδης και ο Ντίνος Οικονομόπουλος, μιλούν στη Μερόπη Κοκκίνη γι' αυτό το «ταξίδι» από το κριθάρι και το νερό του Ταΰγετου μέχρι τα βαρέλια vinsanto και τις αμέτρητες δυσκολίες.
ΜΕΡΟΠΗ ΚΟΚΚΙΝΗ
«Το 2025 είναι εξαιρετική χρονιά για τον οινολόγο, ο καλλιεργητής όμως κλαίει»

Το κρασί με απλά λόγια / «Το 2025 είναι εξαιρετική χρονιά για τον οινολόγο, ο καλλιεργητής όμως κλαίει»

Πώς κύλησε ο φετινός τρύγος σε διαφορετικές γωνιές του κόσμου; Από τον βορρά ως τον νότο της Ελλάδας, αλλά και σε εμβληματικές περιοχές όπως το Μπορντώ, η Βουργουνδία και η Μεντόζα, οι Έλληνες οινολόγοι καταθέτουν την εμπειρία τους και μιλούν για τις προκλήσεις που φέρνει η κλιματική αλλαγή.
THE LIFO TEAM
Το Χάνι της Ρέρεσης είναι ένα από τα τελευταία της Ελλάδας

Γεύση / Παγόνια, αντίκες και μαγειρευτά σε ένα χάνι που αντέχει στον χρόνο

Το Χάνι της Ρέρεσης, ένα από τα τελευταία της Ελλάδας, παραμένει ανοιχτό για ταξιδιώτες και ντόπιους, με την κυρία Νίτσα να κρατά ζωντανή την παράδοση της φιλοξενίας σε ένα μαγειρείο που θυμίζει λαογραφικό μουσείο.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ