«Στην ερημιά με χάρι»: Ο Γιάννης Κωνσταντινίδης για τη Ζυράννα Ζατέλη

Στην ερημιά με χάρι Facebook Twitter
Με πιο απλά λόγια, η συλλογή της Στην ερημιά με χάρι –ίσως ακόμα και σήμερα, σχεδόν σαράντα χρόνια μετά– φέρει εκείνη την εντελώς ανεπαίσθητη θαμπάδα στο λούστρο της δόξας της, που συχνά βαραίνει ένα «δεύτερο παιδί», σε σύγκριση με το πρωτότοκο. 
0

Εκδόθηκε πρώτη φορά το 1986, δύο μόλις χρόνια μετά την ξαφνική και απαστράπτουσα εμφάνιση της Ζυράννας Ζατέλη στην ελληνική πεζογραφία με την Περσινή Αρραβωνιαστικιά, την πρώτη της συλλογή διηγημάτων, η οποία υπήρξε τόσο εντυπωσιακή και απροσδόκητη, ώστε να πειστούν όλοι πως κάτι ρηξικέλευθο παρουσιάστηκε. Κάτι τόσο δυνατό και αναπάντεχο, αλλά ταυτόχρονα τόσο ήρεμο που, από την πρώτη στιγμή, ήταν βέβαιο ότι θα κατακτούσε την εκτίμηση που του άξιζε και θα όριζε ένα καινοφανές λογοτεχνικό πεδίο στα ελληνικά γράμματα.  

Η πρώτη υποδοχή έργου της, λοιπόν, υπήρξε τόσο πανηγυρική, ώστε να εξαντληθούν τα αποθέματα ενθουσιασμού του αναγνωστικού κοινού, σε σημείο που αυτό να μην αντιδράσει με τη θέρμη που θα ταίριαζε στο ύψος της περιστάσεως που θα όριζε δύο χρόνια αργότερα η συλλογή της Στην ερημιά με χάρι. Κι είναι ίσως λίγο κρίμα που συνέβη αυτό, όχι επειδή το δεύτερο βιβλίο της δεν αγαπήθηκε όσο του αξίζει αλλά γιατί η καταξίωση τού συνέβη λίγο πιο βραδυφλεγώς. Ενώ θα έπρεπε από την πρώτη κιόλας στιγμή να αναγνωριστεί ευθέως ότι προχωρούσε πολύ πιο μπροστά στον δρόμο που είχε διανοίξει το πρώτο της. 

Ο αναγνώστης αντιλαμβάνεται την αυτοτέλεια του καθενός από τα διηγήματα της συλλογής. Όμως δεν θα υπήρχε νόημα στο να απομονώσει το ένα από το άλλο, γιατί όλα μαζί συνιστούν ένα τόσο συνεκτικό όλον, που οποιαδήποτε έκφραση προτιμήσεων, όσο αναμενόμενη ή θεμιτή κι αν είναι, θα έθιγε το υπέροχο πέπλο που είναι τόσο φίνα υφασμένο με δυνάμεις μαγικές και απόκοσμες και το οποίο τυλίγει όλα αυτά τα διηγήματα μαζί, κάνοντάς τα να φαίνονται ως ένα έργο χωρίς ορατές ραφές.

Με πιο απλά λόγια, η συλλογή της Στην ερημιά με χάρι –ίσως ακόμα και σήμερα, σχεδόν σαράντα χρόνια μετά– φέρει εκείνη την εντελώς ανεπαίσθητη θαμπάδα στο λούστρο της δόξας της, που συχνά βαραίνει ένα «δεύτερο παιδί», σε σύγκριση με το πρωτότοκο. 

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ
Γιάννης Κωνσταντινίδης

Ωστόσο, αρκεί μια ματιά στον πίνακα των περιεχομένων για να αντιληφθεί κάποιος από τη συνάρθρωση των είκοσι ενός διηγημάτων σε τέσσερις ενότητες, που ακολουθούν μια αόριστη, αλλά σαφή (χρονολογική μάλλον) σειρά, ότι κρατά στα χέρια του κάτι πολύ πιο αβίαστα και στιβαρά δομημένο, συνεπώς και πιο φινιρισμένο. 

Την ίδια ακριβώς αίσθηση νιώθει κάποιος και όταν διαβάζει το μικρό σημείωμα για τη συλλογή από τον Κωστή Παπαγιώργη, που τυπώθηκε στο οπισθόφυλλο της δεύτερης κυκλοφορίας του βιβλίου από τις εκδόσεις Καστανιώτη, περί τα δέκα χρόνια μετά την πρώτη από τις εκδόσεις Σιγαρέττα, και λέει: «Έχοντας περάσει ακροποδητί τη γνωστή δοκιμασία του ανθρώπου που γράφει για να διαβάσει τι έχει ζήσει, η Ζατέλη κατάφερε να φέρει τη γραφή της σε ένα σημείο όπου, άθελά της σχεδόν, τελούνται απίθανες κλεψιγαμίες ανάμεσα στις άδηλες δυνάμεις της ζωής. Μέσα από βελόνες που ταξιδεύουν, μοσχαροκεφαλές που δίνονται πεσκέσι, δάχτυλα παράξενα και κάθε λογής μεταμορφώσεις, μια απόκοσμη βαθύτητα διεκδικεί το βιβλίο σαν στέγη. Επαφίεται στον αναγνώστη να υποψιαστεί ότι παρόμοιοι ψυχισμοί βλέπουν τη λογοτεχνία όχι ως μέγιστη επιτυχία, αλλά απλώς ως ευγενή συμβιβασμό». Ο (συγχωρεμένος) Κωστής Παπαγιώργης εκφράζει πράγματι τον θαυμασμό του για το βιβλίο μέσα από αυτό το σημείωμα, αλλά συγχρόνως το «φορτώνει» με μερικά «άδικα βαρίδια», τα οποία αποδέχθηκαν (και εμπλούτισαν) πολλοί απ’ όσους αναφέρθηκαν, στη συνέχεια, σε αυτά τα διηγήματα. Κι αυτό συνέβη σε σημείο που σήμερα τα εν λόγω «βαρίδια» κρέμονται ως «αγαθές μομφές» από τη συλλογή και θα έπρεπε, επιτέλους, να τα αποτινάξει από πάνω της για να μπορεί κάποιος να την κοιτάζει αποκλειστικά και μόνο με θαυμασμό, όπως της αξίζει. 

Συγκεκριμένα, ανάμεσα σε αυτά, εκείνο που φαίνεται να επαναλαμβάνεται πιο συχνά είναι ότι η Ζατέλη «γράφει για να διαβάσει αυτά που έχει ζήσει». Ενώ, αν όφειλε να πει κάποιος κάτι σχετικά με ένα τόσο υποθετικό ζήτημα, θα μπορούσε να αντιτάξει το εξής επιχείρημα, ως πιο συμβατό με το συνολικό έργο της: «Γράφει για να διαβάσει αυτά που δεν έχει ζήσει».

Εξάλλου, ως προς αυτό το ζήτημα, η ίδια είχε πει κάποτε, μιλώντας για τη διάσταση μεταξύ της πραγματικότητας και της λογοτεχνικής μετάπλασής της, πως συντάσσεται με τη θέση του Γκαίτε: «Ό,τι γράφουμε συνέβη, τίποτα δεν συνέβη όπως το γράφουμε».

Επιπλέον, στο σημείωμα του οπισθόφυλλου η περιβόητη και απαράμιλλη καθαρολογία του Παπαγιώργη λειτουργεί ως δορά προβάτου που επιχειρεί να συγκαλύψει τα σουβλερά δόντια του λύκου-κριτικού, ο οποίος, ως άλλος θεός Δίας, ανησυχεί λιγάκι, διαπιστώνοντας ότι μια καινούργια Μεγάλη Θεά έκανε την εμφάνισή της στην επικράτεια της αυθεντίας και ίσως οι πιστοί στραφούν λατρευτικά προς τη δύναμή της, που είναι τόσο θελκτική και θηλυκή. 

Και είναι γεγονός ότι η ματιά του Παπαγιώργη ήταν τότε κάπως πιο πατριαρχική απ’ όσο θα αντέχαμε σήμερα και κατά κάποιον τρόπο προσπαθούσε μεν να εξάρει τις αρετές και τη φρεσκάδα του λογοτεχνικού στυλ της Ζατέλη, αλλά μόνο τόσο-όσο, δηλαδή χωρίς να σηκώσει τα χέρια ψηλά για να τους παραδοθεί ως οικειοθελής αιχμάλωτός τους, ενώ θα ήταν το μόνο που όφειλε να κάνει. 

ερημια
ΚΑΝΤΕ ΚΛΙΚ ΕΔΩ ΓΙΑ ΝΑ ΤΟ ΑΓΟΡΑΣΕΤΕ: Ζυράννα Ζατέλη, Στην ερημιά με χάρι, Εκδόσεις Καστανιώτη, σελ.: 360

Γι’ αυτό και χρησιμοποιεί τόσο πολλές λέξεις με διφορούμενο (άρα, τελικά, μάλλον αρνητικό) πρόσημο, όπως είναι, για παράδειγμα, οι «κλεψιγαμίες», (δηλαδή, οι παράνομες ερωτικές σχέσεις) «ανάμεσα στις άδηλες δυνάμεις της ζωής», τη στιγμή που σε αυτήν τη συλλογή και γενικότερα στα έργα της Ζατέλη μεταξύ των εν λόγω δυνάμεων επέρχονται μόνο απαράμιλλες και αξέχαστες συνουσίες.

Κυρίως όμως, εκείνο που φάνταζε εξαρχής δύσπεπτο όσο και ύποπτο στην ανδροκρατούμενη συντεχνία της ελληνικής πεζογραφίας της δεκαετίας του 1980 είναι ότι οι ηρωίδες της  –εκείνες οι απίθανες αυθύπαρκτες «βαμπ» των απροσδιόριστων αγροτικών επαρχιών– δεν ήταν απλώς αυτονομημένες και αυτόφωτες. Συνέβαινε και κάτι πολύ χειρότερο: ήταν εξίσου αυτάρκεις. Μπορεί να ισορροπούσαν κάπου στις παρυφές της κοινωνίας και να διατηρούσαν περιορισμένες επαφές μαζί της, αλλά η θέση τους εκεί ήταν ευσταθής, ίσως και ακλόνητη. Και για τον λόγο αυτό, από μακριά τουλάχιστον, έδειχναν να είναι ηγεμονικές φιγούρες που αργά ή γρήγορα θα διεκδικούσαν και κάτι ακόμα. Όμως κανείς δεν θα μπορούσε να μαντέψει και να υπολογίσει τι θα μπορούσε να είναι αυτό. Φαινόταν μόνο πιθανότερο ότι θα επρόκειτο για κάτι απειλητικό προς την ευταξία της μικροκοινωνίας. 

Στην πραγματικότητά όμως, οι ηρωίδες αυτές δεν διεκδικούσαν τίποτα παραπάνω από το να είναι όσο διαφορετικές ήταν. 

Η Ανατολή, για παράδειγμα, η ηρωίδα του διηγήματος με τίτλο «Ο αέρας της Ανατολής» –μια φοβερή, απομονωμένη, ανεξάντλητη ασθενής που φορούσε κάτι τεράστια παπούτσια σαν εκείνα των κλόουν, χρώματος πράσινου σαν της πιπεριάς, με κόκκινες κοκάλινες αγκράφες, και έδενε τα μαλλιά της σε κότσο «ημισέλινο», επειδή αγνοούσε ότι είχε παρέλθει η μόδα του– το γνωρίζει καλά αυτό και σαρκάζει: «Με φοβούνται λες και είμαι το ίδιο το κακό […] και πες πως είμαι. Και λοιπόν; Δεν ξέρουν πως το κακό, όσο το φοβάσαι, θρέφεται;». Αυτό και μόνο θα αρκούσε ίσως για να πειστεί κάποιος πως μια τέτοια περιθωριακή φιγούρα δεν θα κινηθεί ποτέ διεκδικητικά ενάντια στη μικροκοινωνία που την περιβάλλει (και η οποία, από μια συμπόνια κενή συναισθήματος, τη συντηρεί εν ζωή, αφήνοντάς της καθημερινά ένα πιάτο φαγητό στο περβάζι του παραθύρου της). Θα γίνεται όμως ολοένα και πιο διαβόητη καθώς οι γύρω της θα τη δαιμονοποιούν όλο και περισσότερο, ως πρόχειρο και παντοτινό αποδιοπομπαίο τράγο. Την ίδια στιγμή, όμως, η περιθωριοποιημένη Ανατολή, με το επί της ουσίας μηδενικό ανθρώπινο κεφάλαιό της, έχει τέτοια συνείδηση της αυτονομίας της, που περιφρονεί. Και η περιφρόνησή της ξεκινά από την ίδια την αδελφή της, τη «χαζή Ανθούλα», που ποθεί τους τυποποιημένους ρόλους ζωής για μια γυναίκα, όπως τους περιέγραφαν τα λαϊκά αισθηματικά περιοδικά. Και για τον λόγο αυτό, η Ανατολή υπογραμμίζει, με όση υπεροψία χωρά στο ύφος της, ότι η Ανθούλα «από τα δεκαπέντε της […] έκλαιγε και χτυπούσε τα πόδια της, φωνάζοντας πως θέλει να γίνει υπηρέτρια, όπως άλλες ονειρεύονται να γίνουν βασίλισσες». Και με αυτήν τη φράση η Ανατολή υπονοεί ταυτόχρονα πως η ίδια έχει καταφέρει να είναι ένα είδος βασίλισσας, και μόνο επειδή αντέχει να παραμένει μόνη «στην ερημιά με χάρι». Πρόκειται για το διήγημα που δίνει τον τίτλο στη συλλογή, για του οποίου της πηγές έμπνευσης η Ζατέλη έχει πει το εξής αποκαλυπτικό: «Συχνά ονειρεύομαι φράσεις ή ξυπνώ το πρωί –δεν είμαι σε ύπνο ακριβώς– κι ένας στίχος, μία φράση σφηνώνεται στο μυαλό μου. Αυτήν τη φράση, “Στην ερημιά με χάρι”, την ονειρεύτηκα κι έστησα το διήγημα πάνω σ’ αυτήν».

Μιλώντας όμως για «βασίλισσες» ως έναν τύπο της θηλυκής ύπαρξης και όχι ως αναγνωρισμένο αξίωμα, το διήγημα της συλλογής που ίσως συνοψίζει με τον πιο ξεκάθαρο τρόπο το είδος τους είναι μάλλον «Η μοσχαροκεφαλή». Σε αυτό, η ηρωίδα με το όνομα Μαρθάννα Μπετκάβα στέκεται κατά υποδειγματικό τρόπο στη μεθόριο του φάσματος του πιθανού, την οποία τόσο καλά –σπιθαμή προς σπιθαμή της– γνωρίζει η Ζατέλη. Με τα λιμαρισμένα και κομμένα κατάλευκα δόντια της και τα μαύρα γάντια που φτάνουν σχεδόν ως τις μασχάλες της, η Μαρθάννα Μπετκάβα είναι ένα πρότυπο της γυναικείας φύσης που όσο κι αν μεγαλώνει, δεν εννοεί να αποποιηθεί καμιά από τις θεμελιώδεις φιλάρεσκες κινήσεις και στάσεις της. 

Η Μαρθάννα, με την τόσο γοητευτική λάμψη του σκότους της ως περσόνα, ζει όλη της τη ζωή με την απόλαυση της ανάμνησης μιας δικής της πράξης εκφοβισμού, η οποία ήταν να πετάξει μια αιμοστάζουσα μοσχαροκεφαλή στην αυλή της γυναίκας η οποία παντρεύτηκε τελικά τον ξυλοκόπο που εκείνη ποθούσε. Η δε παντρεμένη γυναίκα αποδίδει όλη τη βαριά μοίρα του γάμου και της οικογένειάς της σ’ εκείνη την «κατάρα» της Μαρθάννας που θεωρεί ότι της την έστειλε μαζί με την αιμοστάζουσα μοσχαροκεφαλή. 

Ζυράννα Ζατέλη Facebook Twitter
Η Ζυράννα Ζατέλη με τη Σέρκα της

Έτσι, οι δύο αυτές γυναίκες, ενώπιον της εκκωφαντικής πραγματικότητας που βιώνουν, παραβλέπουν τις «στεγνές» ερμηνείες της που θα τους πρόσφερε η λογική, για να προτιμήσουν εκείνες που παρέχουν η φαντασία και η πίστη σε απόκοσμες δυνάμεις και θα ήταν ικανές να τιθασεύσουν το πραγματικό (ούτως ώστε να είναι πιο υποφερτό, αν και αιωνίως άλυτο). 

Ως εκ τούτου, η γυναίκα του ξυλοκόπου αποδέχεται τη δύσκολη μοίρα της επειδή θεωρεί ότι μια άλλη γυναίκα φταίει για όσα περνά. Ενώ η Μαρθάννα καθηλώνεται από πολύ νωρίς στη θέση της μοναξιάς, γλιτώνοντας έτσι από το ψυχικό κόστος τού να εμπλακεί σε κάποια άλλη ερωτική σχέση. Γιατί ο έρωτας –αυτή η τόσο δυνατή σχέση με τον άλλο– θα ήταν και ο μεγαλύτερος κίνδυνος εξαιτίας του οποίου ενδεχομένως να υποχρεωνόταν να εκχωρήσει κάτι από την αυταρέσκειά της. Οπότε φορτώνει στη γυναίκα του ξυλοκόπου τη συνθήκη της μοναξιάς που βιώνει και κατ’ αυτόν τον τρόπο είναι απαλλαγμένη από κάθε ευθύνη για τη μονήρη κατάστασή της. Ωστόσο, ούσα η κόρη ενός «φοβεού» πατέρα (όπως η ίδια τον περιγράφει, μια και με τα κομμένα δόντια της δεν μπορούσε πια να προφέρει το ρο), καταλαβαίνουμε και το αίτιο που κρατά τη Μαρθάννα στον μάταιο «θρόνο» της μοναχικότητας. Εκείνος μας ξεκαθαρίζει ότι δεν μπορούσε «να διανοηθεί για την κόρη του κανέναν άντρα ως σύζυγο […] μετά την αμετάτρεπτη τύχη της να έχει έναν τέτοιο πατέρα» και αναρωτιόταν «ποιος νεαρός ή έστω ώριμος κύριος θα είχε τα φόντα να τον επισκιάσει, να τον αντικαταστήσει στη ζωή της;», για να απαντήσει μόνος του και με βεβαιότητα: «Ουδείς!» 

Τα διηγήματα της συλλογής Στην ερημιά με χάρι περιέχουν όλα τη φανταστική-μαγική διάσταση της ερμηνείας της ζωής. Σε αυτήν έγκειται το ότι είναι τόσο συναρπαστικά. Όμως, ακριβώς δίπλα σε αυτήν παρατίθεται, με διακριτικό τρόπο, σχεδόν σαν άρρητη, αλλά σαφώς παρούσα, και η ακριβής, λογική εξήγησή της. Σε αυτήν βρίσκεται όλη η ψυχογραφική δεινότητα της Ζατέλη. Κι έτσι, ο αναγνώστης είναι ελεύθερος να επιλέξει ποια από τις ερμηνείες προτιμά, αλλά δεν μπορεί να γλιτώσει την έκθεσή του στην επιρροή και των δύο. 

Ο αναγνώστης αντιλαμβάνεται επίσης την αυτοτέλεια του καθενός από τα διηγήματα της συλλογής. Όμως δεν θα υπήρχε νόημα στο να απομονώσει το ένα από το άλλο, γιατί όλα μαζί συνιστούν ένα τόσο συνεκτικό όλον, που οποιαδήποτε έκφραση προτιμήσεων, όσο αναμενόμενη ή θεμιτή κι αν είναι, θα έθιγε το υπέροχο πέπλο που είναι τόσο φίνα υφασμένο με δυνάμεις μαγικές και απόκοσμες και το οποίο τυλίγει όλα αυτά τα διηγήματα μαζί, κάνοντάς τα να φαίνονται ως ένα έργο χωρίς ορατές ραφές.

Υπάρχουν και κάποιοι που διατείνονται ότι η συλλογή Στην ερημιά με χάρι πάσχει από το ότι οι ιστορίες της δεν έχουν ισχυρή πλοκή. Όμως ποιος έχει ανάγκη να αποπροσανατολιστεί λόγω μιας πλοκής, όταν του παρέχεται μια τόσο πλήρης πρόσβαση στις αχανείς πεδιάδες του ανθρώπινου ψυχισμού, στις οποίες φυσά απαλά ένας αληγής άνεμος μελαγχολίας; 

«Ουδείς!» όπως θα απαντούσε σε αυτή την ερώτηση ο αειθαλής πατέρας της δεσποινίδας Μπετκάβα. Και αυτό είναι το «φοβεό». Αποτελεί επίσης τον κύριο λόγο για τον οποίον η συγκεκριμένη συλλογή θα πλέει γοητεύοντας, εις το διηνεκές, στην ερημιά –του χρόνου πια– με χάρι και θα είναι ένα κλασικό αριστούργημα της ελληνικής πεζογραφίας.

ΑΓΟΡΑΣΤΕ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΕΔΩ

Ο Γιάννης Κωνσταντινίδης είναι αρθρογράφος και θεατρικός συγγραφέας. Ο μονόλογός του Λουκούμι κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Αλεξάνδρεια. Άλλα θεατρικά έργα του είναι τα: Ο Οικοδιδάσκαλος ή το δικαίωμα στην αμεριμνησία, Σατωβριάνδου και Γ’ Σεπτεμβρίου, Mr & Mr Vodka, Νήσοι Τόνγκα, Προσάρτηση, Ακαταμάχητη κ.ά.

Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.

Το νέο τεύχος της LiFO δωρεάν στην πόρτα σας με ένα κλικ.

Βιβλίο
0

ΑΦΙΕΡΩΜΑ

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Κωστής Παπαγιώργης: Ένας αδηφάγος αναγνώστης, ένας ανατρεπτικός βιβλιοκριτικός

Βιβλίο / Κωστής Παπαγιώργης: Ένας αδηφάγος αναγνώστης, ένας ανατρεπτικός βιβλιοκριτικός

Η ανθολογία με τα βιβλιοκριτικά κείμενα του Κωστή Παπαγιώργη από τις εκδόσεις Καστανιώτη μάς θυμίζουν τη μεγάλη συμβολή του συγγραφέα και θεωρητικού στα ελληνικά γράμματα και τη μεγάλη τομή στην προσέγγιση και ανάγνωση των κειμένων.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

«Πώς αλλάζει κανείς, πώς φτάνει σε σημείο να μην αναγνωρίζει τον εαυτό του»

Το πίσω ράφι / «Πώς αλλάζει κανείς, πώς φτάνει σε σημείο να μην αναγνωρίζει τον εαυτό του»

Το μυθιστόρημα «Δαμάζοντας το κτήνος» της Έρσης Σωτηροπούλου είναι χτισμένο στην εικόνα της «μοναξιάς που μοιράζονται πολλοί άνθρωποι μαζί». Επανεκδίδεται σε λίγες μέρες από τον Πατάκη.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Μάργκαρετ Άτγουντ: «Δεν νομίζω να με αγαπούσε ο Πλάτωνας»

Βιβλίο / Μάργκαρετ Άτγουντ: «Δεν νομίζω να με αγαπούσε ο Πλάτωνας»

Γεννήθηκε σαν σήμερα μία από τις σημαντικότερες συγγραφείς της εποχής μας. Στη συνέντευξή της στη LifO δίνει (ανάμεσα σε άλλα) οδηγίες για το γράψιμο και τη ζωή, τη γνώμη της για τον Πλάτωνα αλλά και για την αξία των συμβολικών μύθων.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Σεξ, (πολλά) ναρκωτικά και rock & roll με τον Μάρτιν Σκορσέζε

Βιβλίο / Σεξ, (πολλά) ναρκωτικά και rock & roll με τον Μάρτιν Σκορσέζε

Στο νέο βιβλίο του, που κυκλοφορεί δύο χρόνια μετά τον θάνατό του, ο Ρόμπι Ρόμπερτσον, ο ηγέτης του θρυλικού συγκροτήματος The Band, μιλάει για όσα έζησε με τον διάσημο σκηνοθέτη και κολλητό του στο ηδονιστικό Χόλιγουντ της δεκαετίας του '70.
THE LIFO TEAM
Ο «Θάνατος του Βιργιλίου» και τρία ακόμα λογοτεχνικά διαμάντια

Βιβλίο / Ο «Θάνατος του Βιργιλίου» και τρία ακόμα λογοτεχνικά διαμάντια

Τα έργα-σταθμοί της λογοτεχνίας, από την υψηλή ποίηση μέχρι τη μυθοπλασία, ανέκαθεν αποτύπωναν τα ακραία σημεία των καιρών, γι’ αυτό είναι επίκαιρα. Παραθέτουμε τέσσερα αντιπροσωπευτικά παραδείγματα που βγήκαν πρόσφατα.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Ζοζέ Σαραμάγκου: Η ζωή ενός αντισυμβατικού συγγραφέα

Βιβλίο / Ζοζέ Σαραμάγκου: «Πιστεύω πως ό,τι είναι να γίνει δικό μας, θα φτάσει τελικά στα χέρια μας»

Σαν σήμερα γεννήθηκε ο σπουδαίος Πορτογάλος λογοτέχνης που ξεκίνησε να γράφει για να δοκιμάσει «τι στ’ αλήθεια μπορεί ν’ αξίζει ως συγγραφέας» και έφτασε να πάρει Νόμπελ Λογοτεχνίας.
ΕΛΠΙΔΑ ΜΟΥΡΚΑΚΟΥ
Ένας ύμνος για την γκέι αγάπη και τη φιλία σε έναν κόσμο όπου θερίζει το Aids

Βιβλίο / Ο ξεχασμένος «Κωνσταντίνος» του Παναγιώτη Ευαγγελίδη κυκλοφορεί ξανά

Ένας ύμνος για την γκέι αγάπη και τη φιλία σε έναν κόσμο που τον θερίζει το AIDS. Μια τολμηρή ματιά την Αθήνα των ’90s μέσα από το απελπισμένο στόρι δύο γκέι εραστών. Ο «Κωνσταντίνος» του Παναγιώτη Ευαγγελίδη ήταν εκτός κυκλοφορίας για τρεις σχεδόν δεκαετίες. Σε λίγες μέρες κυκλοφορεί ξανά.
M. HULOT
Μαρκ Μπρέι: «Είναι δύσκολο να είσαι αντιφασίστας σήμερα στις ΗΠΑ»

Βιβλίο / Μαρκ Μπρέι: «Είναι δύσκολο να είσαι αντιφασίστας σήμερα στις ΗΠΑ»

Ο ιστορικός και συγγραφέας του βιβλίου «Antifa», που εγκατέλειψε πρόσφατα οικογενειακώς τις ΗΠΑ εξαιτίας απειλών που δέχτηκε για τη ζωή του, μιλά για την αμερικανική πολιτική σκηνή και για το αντιφασιστικό κίνημα σήμερα.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Νόρμαν Μέιλερ «Μάγισσα τέχνη»

Το πίσω ράφι / Νόρμαν Μέιλερ: «Οι καλλιτέχνες δίνουν όρκο να είναι εγωιστές. Ειδάλλως, δεν θα γίνει τίποτα»

Ο Αμερικανός συγγραφέας ξεκίνησε μη μπορώντας να συντάξει μια πρόταση, αλλά με το πρώτο του μυθιστόρημα ξεχώρισε. Έκτοτε διαβάστηκε, αμφισβητήθηκε, προκάλεσε κι έμεινε ως το τέλος διαυγής και θαρραλέος.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Εμμανουήλ Καραλής: Πολλοί είναι δίπλα σου στα μετάλλια, στο χειροκρότημα και στη λάμψη, αλλά μετά οι προβολείς σβήνουν

Οι Αθηναίοι / Manolo: «Πολλοί είναι δίπλα σου στα μετάλλια, αλλά μετά οι προβολείς σβήνουν»

Έχει μάθει να περνά τον πήχη, να ξεπερνά τους φόβους και να καταρρίπτει στερεότυπα. Θεωρεί ότι η ζωή του αθλητή μοιάζει πολύ με τη ζωή του μοναχού. Ο πρωταθλητής στο άλμα επί κοντώ αφηγείται τη ζωή του και μιλά για τα παιδικά του χρόνια, τις όμορφες και δύσκολες στιγμές, την ψυχική του υγεία, τον έρωτα, την πίστη και την αγάπη που τον κρατούν όρθιο.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Τι ήξερε ο Παζολίνι;

Βιβλίο / Τι ήξερε ο Παζολίνι;

Πενήντα χρόνια μετά την άγρια δολοφονία του, οι προγνώσεις του για τον φασισμό είναι πιο επείγουσες από ποτέ, σημειώνει η Βρετανίδα συγγραφέας Ολίβια Λέινγκ, το νέο βιβλίο της οποίας περιστρέφεται γύρω από τη δημιουργία του «Σαλό (120 Μέρες στα Σόδομα)».
THE LIFO TEAM
Μαύρη, λεσβία, μητέρα, πολεμίστρια, ποιήτρια, καρκινοπαθής

Βιβλίο / Μαύρη, λεσβία, μητέρα, πολεμίστρια, ποιήτρια, καρκινοπαθής

Η διάσημη συγγραφέας Όντρι Λορντ αντιμετώπισε τη διάγνωσή της με το θάρρος και το ακτιβιστικό πνεύμα που πάντα τη διέκρινε: Τα «Ημερολόγια Καρκίνου» δεν είναι μια «καταγραφή δακρύων μόνο» αλλά και μια κραυγή οργής εναντίον της καταπίεσης που βιώνουν οι γυναίκες.
ΕΙΡΗΝΗ ΓΙΑΝΝΑΚΗ
Η Μάργκαρετ Άτγουντ στο μονοπάτι του πένθους

Βιβλίο / Η Μάργκαρετ Άτγουντ στο μονοπάτι του πένθους

Σ’ ένα απόσπασμα από τα απομνημονεύματά της με τίτλο «Book of Lives: A Memoir of Sorts», που προδημοσιεύει η «Guardian», η διάσημη συγγραφέας περιγράφει τον τρόπο που βίωσε την απώλεια του επί μισό αιώνα συντρόφου της Γκρέαμ Γκίμπσον το 2019.
THE LIFO TEAM
«Intermezzo»: Το βιβλίο της Σάλι Ρούνεϊ που έσπασε όλα τα αναγνωστικά ρεκόρ

Βιβλίο / «Intermezzo»: Το βιβλίο της Σάλι Ρούνεϊ που έσπασε όλα τα αναγνωστικά ρεκόρ

Σε λίγες μέρες κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πατάκη το πολυαναμενόμενο νέο βιβλίο της Ιρλανδής συγγραφέως, που έχει κάνει ρεκόρ πωλήσεων και αναγνωσιμότητας. Καταγράφουμε τις πρώτες εντυπώσεις από την ανάγνωσή του.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Άμιτι Γκέιτζ «Ο καλός πατέρας»

Το πίσω ράφι / Έχουν και οι ψεύτες τη χάρη τους. Στα μυθιστορήματα τουλάχιστον

Ο «Καλός πατέρας» της Άμιτι Γκέιτζ πραγματεύεται την κατασκευή της ανθρώπινης ταυτότητας, τον άρρηκτο δεσμό γονιού και παιδιού και τη μεταναστευτική εμπειρία, θίγοντας όψεις του αμερικανικού ονείρου.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ