Κωστής Παπαγιώργης: Ένας αδηφάγος αναγνώστης, ένας ανατρεπτικός βιβλιοκριτικός

Κωστής Παπαγιώργης: Ένας αδηφάγος αναγνώστης, ένας ανατρεπτικός βιβλιοκριτικός Facebook Twitter
Οι βιβλιοκρισίες του δεν είναι μόνο αποκαλυπτικές ενός νέου τρόπου προσέγγισης του κειμένου αλλά και απολαυστικές στην ανάγνωση και την παπαγιωργική τροπικότητά τους. Γιατί η αλήθεια είναι ‒και ας το παραδεχτούμε‒ ότι κανείς δεν κατάφερε να του μοιάσει. Φωτο: Σπύρος Στάβερης / LiFO
0



Ο ΚΩΣΤΗΣ ΠΑΠΑΓΙΩΡΓΗΣ ΔΕΝ ΣΗΚΩΣΕ
ποτέ το δάχτυλο, αφού η κανονιστικότητα ή εξωκειμενική αλήθεια δεν ήταν ποτέ του γούστου του: υποτελής, όπως έλεγε, των κειμένων και των λεξικών, ανίχνευε πάντα στην αυταξία τους την αδήριτη αλήθεια τους.

Με απόλυτη γνώση και πλήρη συνείδηση του ρόλου του, έγραφε για τα βιβλία καθιερώνοντας έναν νέο τρόπο ανάδειξής τους, που διαχωριζόταν από τη βιβλιοκριτική ‒την οποία θεωρούσε προβληματική και λόγω κοσμοθεωρίας‒, φροντίζοντας να φέρνει το κείμενο κοντά στο κέντρο του κόσμου, σε οτιδήποτε βιωμένο και απτό.

Πολύ ορθώς, λοιπόν, οι φίλοι του και επιμελητές Δημήτρης Καράμπελας και Γιάννης Αστέρης, οι οποίοι συνέλεξαν με περισσή φροντίδα τις βιβλιοκριτικές του στην ανθολογία «Κωστής Παπαγιώργη - Τα βιβλία των άλλων, Ι τόμος» (κυρίως από την πολύχρονη συνεργασία του με τη LIFO και το Αθηνόραμα), τονίζουν τον σωκρατικό του ρόλο, που δεν έχει μόνο να κάνει με το ότι ο αλησμόνητος συγγραφέας και θεωρητικός συνήθιζε να χτυπάει σαν άλλη αλογόμυγα το κουρασμένο φιλολογικό corpus αλλά κυρίως με τη βαθιά αγάπη του, παρότι αγοραφοβικός, για τον δημόσιο βίο, τις ζωντανές συζητήσεις, το πολύβουο σύμπαν, το οποίο δεν έθετε σε αντιπαράθεση με τα βιβλία αλλά το ταύτιζε απόλυτα μαζί τους.

Άλλωστε, ο ίδιος είχε προ πολλού διακηρύξει τη βαθιά έχθρα του απέναντι σε κάθε είδος doctus cum libro ‒βλέπε εκείνο το αξέχαστο εισαγωγικό κείμενο στα «Σιαμαία και Ετεροθαλή»‒, γνωρίζοντας πως αυτό που προέχει είναι η ενσαρκωμένη και απόλυτα εμπειρική σχέση με τα βιβλία. Εξάλλου, είχε ζήσει έναν βίο που αναλώθηκε in vino veritas και in studiis veritas (όπως ήθελε να αναγράφεται στο δικό του επιτάφιο επίγραμμα, μαζί με κάποια από τις συμβουλές του υπεραγαπημένου του Πασκάλ).

Θέλοντας να διαχωρίσει την υψηλή φιλοσοφία από τον «κλασαυχενισμό», όπως έλεγε, των εύκολων φιλολογικών θεωρήσεων, ο βιβλιοκριτικός Παπαγιώργης διαμόρφωσε μια προσέγγιση του κειμένου που μετερχόταν τα ίδια τα εργαλεία του εκάστοτε συγγραφέα ή δοκιμιογράφου. Μιλούσε, έτσι, για τον Ντοστογιέφσκι με όρους ακραιφνώς ντοστογιεφσκικούς ή για τον Όμηρο με τη γλώσσα της «Ιλιάδας».

Αυτόν είχε στο μυαλό του όταν επέμενε ότι «διαφθείρουμε το πνεύμα μας και την αίσθησή μας με τις συνομιλίες – και τα ιδιαίτερα ήθη», μια συμβουλή που οφείλει να μας ακολουθεί πάντα ‒ ήτοι «σκάσε και δούλευε». Γράφε πρώτα, διάβαζε, και μετά μίλα. Δεν έχεις δικαίωμα να κοιτάς ασκαρδαμυκτί ‒άλλη μια αγαπημένη του λέξη!‒ τη ζωή αν δεν γίνεις ένας Σάντσο Πάντσα της γραφής ή το αντίστροφο.

Ακολουθώντας ο ίδιος πρώτος τη συμβουλή κατά γράμμα, διαχώριζε τη δική του προσηνή και διόλου αλαζονική φιλαναγνωστική στάση από κάθε φιλισταίο της κουλτούρας (βλέπε το σχετικό κείμενό του «Βoιωτοί και Φιλισταίοι», όπου αναρωτιόταν πώς «μπορεί ένας ποιητής, και μάλιστα πασίγνωστος, να γράφει δοκίμια για την καταγωγή της τέχνης και το νόημα της ελευθερίας, να διδάσκει στο πανεπιστήμιο, να είναι εκδότης περιοδικών, ζωγράφος με πολλές εκφράσεις, δημοσιογραφικά μορφωμένος, όσο και αναγνώστης του άνθους της σκέψης, περισπούδαστος και χωρίς απορίες και να μην έχει καταλάβει τίποτα»).

Ήταν ένα κείμενο που κατέληγε στην περίφημη συμβουλή του Βάρναλη προς τους μαθητές του, τους οποίους προέτρεπε να μάθουν να απολαμβάνουν τις ξαφνικές συνουσίες και μετά να περιποιούν τιμές στα υψηλά ιδανικά του έρωτα ‒ μια συμβουλή που ο Παπαγιώργης, αντίστοιχα, απηύθυνε σε κάθε ρέκτη της γραφής και του λόγου.

Καταργώντας, επομένως, στην πράξη τον διαχωρισμό μεταξύ υψηλής και χαμηλής κουλτούρας, που ακόμα κατατρύχει τα ελληνικά ήθη σε κάθε ευκαιρία, υποστήριζε πως μοναδικό του κατόρθωμα ήταν ότι παρέμεινε στην αγορά, χωρίς να είναι αγοραίος, φέρνοντας τους μισάνθρωπους, τους ερωτοχτυπημένους και τους μέθυσους κοντά στη «Γραμματολογία» του Ντεριντά ή την «Οντολογία» του Μάρτιν Χάιντεγκερ, τις οποίες γνώριζε όσο λίγοι.

Ο λόγος που τα αναφέρουμε όλα αυτά είναι για να τονίσουμε τον σκόπιμο διαχωρισμό ενός λόγιου με σπάνια σκευή, όπως αναμφισβήτητα ήταν ο Κωστής Παπαγιώργης, από τους άτεγκτους και αυστηρούς βιβλιοκριτικούς, για λόγους όχι μόνο βαθιά φιλαναγνωστικούς αλλά και οντολογικούς. Θέλοντας να διαχωρίσει την υψηλή φιλοσοφία από τον «κλασαυχενισμό», όπως έλεγε, των εύκολων φιλολογικών θεωρήσεων, ο βιβλιοκριτικός Παπαγιώργης διαμόρφωσε μια προσέγγιση του κειμένου που μετερχόταν τα ίδια τα εργαλεία του εκάστοτε συγγραφέα ή δοκιμιογράφου. Μιλούσε, έτσι, για τον Ντοστογιέφσκι με όρους ακραιφνώς ντοστογιεφσκικούς ή για τον Όμηρο με τη γλώσσα της «Ιλιάδας».

Με τον τρόπο αυτό καθιέρωσε μια καινοφανή θεωρητική προσέγγιση που δεν έβλεπε τα κείμενα αφ' υψηλού αλλά σε απόλυτη σύμπνοια ‒ή συμπάθεια, όπως θα έλεγε ο ίδιος‒ με εκείνα.

Όπως επισημαίνει ο Δημήτρης Καράμπελας στην εισαγωγή του βιβλίου: «Η παπαγιωργική σελίδα στα διάφορα έντυπα με τα οποία συνεργαζόταν είναι ένας νέος δημοκρατικός πνευματικός χώρος που συγκροτούνταν κάθε εβδομάδα απ' την αρχή, και στον οποίον συνυπήρχαν, αψηφώντας τις κατεστημένες ιεραρχήσεις και προκαταλήψεις, συγγραφείς διάσημοι και αφανείς, περιθωριακοί και επίσημοι εκδότες, υψηλά και λαϊκά λογοτεχνικά είδη ‒ μια σελίδα που τελικά κατακερματίσαμε σε κείμενα αυτονομημένα και απομονωμένα, σκορπίζοντάς τα σε απομακρυσμένες ενότητες και τόμους. Αυτό που χάνεται είναι η ηθική της συνύπαρξης, η πίστη του Παπαγιώργη ότι τίποτα δεν είναι ανάξιο να συζητηθεί και να κριθεί, ότι δεν μπορούμε ποτέ να προκαταλάβουμε τι είναι και τι δεν είναι λογοτεχνία ‒ η κοινή φροντίδα με την οποία περιέβαλλε τα διηγήματα του Σωτήρη Δημητρίου, τις φιλοσοφικές παραβολές της Κάρεν Μπλίξεν, ένα συνωμοσιολογικό ανάγνωσμα για τους Ροδόσταυρους, τα "Θεατρικά" του Κώστα Πρετεντέρη, ένα πολυγραφημένο φυλλάδιο του αναρχικού χώρου, το "Ημερολόγιο Πένθους" του Μπαρτ, το "Αλφαβητάρι του ψαρά" και αναρίθμητα πρωτόλεια άγνωστων συγγραφέων, πολλοί απ' τους οποίους έμειναν τελικά, ή προς το παρόν, στο ένα και μοναδικό βιβλίο».

Με απόλυτο σεβασμό στην παπαγιωργική οπτική, που είχε προ πολλού αποκηρύξει τα δημοσιογραφικά του κείμενα, αλλά και με την καίρια τακτική των ανθρώπων που ευτυχώς φροντίζουν να «καταστρατηγούν», όπως έκανε ο μακαρίτης Μαξ Μπροντ με τον Φραντς Κάφκα, τις επιθυμίες των αποθανόντων, ο Γιάννης Αστέρης και ο Δημήτρης Καράμπελας εξηγούν αναλυτικά τον λόγο που περιέσωσαν τα βιβλιοκριτικά κείμενα του Κωστή Παπαγιώργη, τα οποία μας παραδίδουν αποθησαυρισμένα και ζωντανά, ακριβώς όπως τη στιγμή που γράφονταν, απελευθερώνοντας έναν λαγαρό πλούτο όμορφων ελληνικών, απότοκων μιας λόγιας γλώσσας αλλά και μιας εκδημοτικισμένης λαϊκής ευθυγράμμισης.

Εν προκειμένω, στις σύντομες αλλά και μεγαλύτερες βιβλιοκρισίες μπορεί κανείς να ανιχνεύσει τις απαρχές της παπαγιωργικής κοσμοθεωρίας που κατακεραύνωνε τον εκσυγχρονιστικό «σουσουδισμό», άμεσα συνδεδεμένο με τη συστηματική αποθέωση μοναχά της Εσπερίας ‒αυτό το bon pour l'Οrient‒, ενώ αντιθέτως κορφολογούσε τις πιο όμορφες στιγμές της σύγχρονης ελληνικής λογοτεχνίας, από τη Μάρω Δούκα και τη Ζυράννα Ζατέλη έως τον Πάνο Κουτρουμπούση και τον Κωστή Γκιμοσούλη.

Θαυμάζει έτσι κανείς όχι μόνο το διορατικό βλέμμα του έμπειρου αναγνώστη αλλά και την φιλοπαίγμονα διάσταση του σωκρατικού Παπαγιώργη. Έχει, μάλιστα, την αίσθηση ότι πίσω από αυτά τα ασπαίροντα κείμενα, τα οποία έσπαγαν το φράγμα της όποιας σοβαροφάνειας με τον ίδιο τρόπο που το κάνουν οι νεκροζώντανοι της «Παλατινής Ανθολογίας», βλέπει μπροστά του ζωντανό τόσο τον θεωρητικό όσο και τον χιουμορίστα Παπαγιώργη, ο οποίος ήξερε πώς να απευθύνεται στους συγγραφείς, ακόμα και με προσωπικές παραινέσεις, όπως στον Μιχάλη Μακρόπουλο, τον οποίον προειδοποιεί να μην πάει από υπερβολική «χρήση απαγορευμένων ουσιών» στην αφήγηση ή στον Τάκη Σιμώτα, τον οποίον προτρέπει να μην κρατάει το μαύρο χαβιάρι για τον εαυτό του.

Επομένως, οι βιβλιοκρισίες του δεν είναι μόνο αποκαλυπτικές ενός νέου τρόπου προσέγγισης του κειμένου αλλά και απολαυστικές στην ανάγνωση και την παπαγιωργική τροπικότητά τους. Γιατί η αλήθεια είναι ‒και ας το παραδεχτούμε‒ ότι κανείς δεν κατάφερε να του μοιάσει.

Βιβλίο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Η Θεσσαλονίκη πριν

Βιβλίο / «ΣΑΛΟΝΙΚΗ»: Ένα σπουδαίο βιβλίο για τη Θεσσαλονίκη

Το πρωτότυπο βιβλίο του Γιάννη Καρλόπουλου παρουσιάζει μέσα από 333 καρτ ποστάλ του εικοστού αιώνα –αποτυπώματα επικοινωνίας– την εξέλιξη της φωτογραφίας και της τυπογραφίας από το 1912 μέχρι τα τέλη των ’80s.
M. HULOT
Η επαναστατική φιλοσοφία του Διογένη, του αυθεντικού Κυνικού

Βιβλίο / Η επαναστατική φιλοσοφία του Διογένη, του αυθεντικού Κυνικού

Μια νέα βιογραφία αναζητεί τα ίχνη του Έλληνα φιλοσόφου: κάτι ανάμεσα σε άστεγο και αλήτη, δηλητηριώδη κωμικό και performance artist, επιδείκνυε την περιφρόνησή του για τις συμβάσεις της αστικής τάξης της αρχαίας Αθήνας.
THE LIFO TEAM
Η πρώτη αγάπη: Ένας τόπος όπου ζεις πραγματικά

Βιβλίο / Αρρώστια είναι ν’ αγαπάς, αρρώστια που σε λιώνει*

«Ανοίξτε, ουρανοί»: Το queer μυθιστόρημα ενηλικίωσης του Βρετανοϊρλανδού ποιητή Σον Χιούιτ αποτελεί το εντυπωσιακό ντεμπούτο του στην πεζογραφία, προσφέροντας μια πιστή, ποιητική και βαθιά συγκινητική απεικόνιση του πρώτου έρωτα.
ΕΙΡΗΝΗ ΓΙΑΝΝΑΚΗ
Είναι το «Singapore Sling» η πιο παρεξηγημένη ταινία του ελληνικού σινεμά;

Βιβλίο / Είναι το «Singapore Sling» η πιο παρεξηγημένη ταινία του ελληνικού σινεμά;

Μια συζήτηση με τη Μαρί Λουίζ Βαρθολομαίου Νικολαΐδου για την ταινία που αδικήθηκε στην εποχή της, αλλά σήμερα προκαλεί εκ νέου το ενδιαφέρον, και για την «επιστροφή» της μέσα από ένα βιβλίο.
ΜΑΡΙΑ ΠΑΠΠΑ
Ντόμινικ Αμερένα: «Έκανα το πειραματόζωο σε ιατρικές δοκιμές για να έχω χρόνο να γράφω ελεύθερα»

Βιβλίο / Ντόμινικ Αμερένα: «Έκανα το πειραματόζωο σε ιατρικές δοκιμές για να έχω χρόνο να γράφω ελεύθερα»

Το πρώτο βιβλίο του Αυστραλού συγγραφέα Ντόμινικ Αμερένα, με τίτλο «Τα θέλω όλα», που πήρε διθυραμβικές κριτικές, κυκλοφορεί στα ελληνικά. Βασικό του θέμα είναι πόσο μπορείς να προσποιηθείς ότι είσαι κάποιος άλλος για να καταφέρεις τους στόχους σου.
M. HULOT
ΕΠΕΞ Μπορούμε να αγαπήσουμε ξανά την Πανεπιστημίου;

Βιβλίο / Μπορούμε να αγαπήσουμε ξανά την Πανεπιστημίου;

«Ένας δρόμος που μοιάζει με κοίτη ποταμού και παρασύρει τους πάντες χωρίς περιορισμούς και απαγορεύσεις», όπως γράφουν οι συγγραφείς του βιβλίου «Οδός Πανεπιστημίου (19ος-20ός αιώνας) - Ιστορία και ιστορίες», Θανάσης Γιοχάλας και Ζωή Βαΐου.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Γιάννης Σολδάτος: «Ο μεγαλύτερος εχθρός μου είναι ο μικροαστισμός» ή «Το σινεμά ως μαζικό λαϊκό θέαμα έχει σχεδόν τελειώσει»

Βιβλίο / Γιάννης Σολδάτος: «Το σινεμά ως μαζικό λαϊκό θέαμα έχει σχεδόν τελειώσει»

Μια συζήτηση με τον σκηνοθέτη, εκδότη και συγγραφέα της συνοπτικής «Ιστορίας του Ελληνικού Κινηματογράφου» που πρόσφατα επανακυκλοφόρησε εμπλουτισμένη και σε ενιαία μορφή από τις εκδόσεις Αιγόκερως.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Απόστολος Βέττας: «Στο θέατρο οι πιστοί δηλώνουν την πίστη τους με το χειροκρότημα»

Βιβλίο / Απόστολος Βέττας: «Στο θέατρο οι πιστοί δηλώνουν την πίστη τους με το χειροκρότημα»

Ο σπουδαίος σκηνογράφος συγκέντρωσε την πολύτιμη σαραντάχρονη εμπειρία του σε ένα δίτομο λεξικό για τη σκηνογραφία, αναδεικνύοντάς την ως αυτόνομη τέχνη και καταγράφοντας την εξέλιξή της στο ελληνικό θέατρο.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Μ. Αναγνωστάκης «Η χαμηλή φωνή»

Το πίσω ράφι / Μανόλης Αναγνωστάκης: «Τι μένει λοιπόν από τον ποιητή, αν μένει τίποτα;»

Τρεις δεκαετίες μετά την πρώτη της δημοσίευση, η προσωπική ανθολογία του Μανόλη Αναγνωστάκη «Χαμηλή Φωνή» παρουσιάζεται στην Ελληνοαμερικανική Ένωση, υπενθυμίζοντας τους θεωρούμενους ήσσονες ποιητές μας, όσους έμειναν έξω από κάθε μορφής υψηλή ποίηση.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Το παρασκήνιο της διαγραφής του Αντώνη Σαμαρά και άλλες ιστορίες…

Βιβλίο / Το παρασκήνιο της διαγραφής του Αντώνη Σαμαρά και άλλες ιστορίες

Προδημοσίευση από τα «Αδημοσίευτα», το νέο βιβλίο του Νίκου Χασαπόπουλου, όπου ο έμπειρος πολιτικός συντάκτης αποκαλύπτει ιστορίες και παρασκήνια που διαμόρφωσαν την πολιτική ζωή της χώρας.
THE LIFO TEAM
Δημήτρης Καράμπελας: «Σήμερα κανείς δεν πιστεύει στην αλληγορία»

Βιβλίο / Δημήτρης Καράμπελας: «Σήμερα κανείς δεν πιστεύει στην αλληγορία»

Ένας από τους ελάχιστους διανοούμενους στη χώρα, που υπήρξε προνομιακός συνομιλητής του Παπαγιώργη και του Λορεντζάτου. Το τελευταίο του βιβλίο «Το πνεύμα και το τέρας» συνιστά μια ανανέωση του δοκιμιακού λόγου στην Ελλάδα.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Για τον Ομάρ Καγιάμ

Ποίηση / «Πίνε, και μη θαρρείς κουτέ, και συ πως είσαι κάτι»: Τα Ρουμπαγιάτ του Ομάρ Καγιάμ

Πεθαίνει σαν σήμερα το 1131 ο μεγάλος Ιρανός ποιητής που έγραψε αριστουργηματικά ποιήματα για τη ματαιότητα των πραγμάτων, τη μεγαλοσύνη της στιγμής και το νόμο του εφήμερου.
ΝΙΚΟΛΑΣ ΝΤΑΜΟΝ ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ
Το πίσω ράφι/ Μαρία Πάουελ «Δεσμά αίματος»

Το πίσω ράφι / «Η ευλογία αλλά και η κατάρα που είναι η οικογένεια»

Η Μαρία Πάουελ, με τη νουβέλα της «Δεσμά αίματος», ζωντάνεψε μια βυθισμένη στη μοναξιά και κυριευμένη από πάθος γυναίκα χωρίς να μαρτυρήσει ούτε ένα από τα εξωτερικά της χαρακτηριστικά, κι εξερεύνησε ένα θέμα που ίσως δεν θα πάψει ποτέ να μας ταλανίζει, την οικογένεια.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ