Σεμπαστιάο Σαλγάδο: Ξανασπέρνοντας την αποψιλωμένη γη της φωτογραφίας

Σεμπαστιάο Σαλγάδο: Ξανασπέρνοντας την αποψιλωμένη γη της φωτογραφίας Facebook Twitter
© Sebastião Salgado
2

Τα πάντα, λέει, θα μπορούσαν να έχουν εξελιχθεί διαφορετικά. Θα μπορούσε να μην έχει φύγει ποτέ από τη Βραζιλία, να 'ταν οδηγός τρακτέρ σε φάρμα, να ζούσε σε παραγκούπολη. Θα μπορούσε να 'χει σταδιοδρομήσει ως οικονομολόγος ή να έχει ειδικευτεί σε πορτρέτα διασημοτήτων και να ζει πλουσιοπάροχα. Θα μπορούσε να 'χει μπει κάτω από την ταμπέλα «ο φωτογράφος της απόπειρας δολοφονίας του Ρίγκαν» κι έτσι να αναγνωρίζεται μέχρι σήμερα. Για τον Σεμπαστιάο Σαλγάδο το ότι δεν συνέβη τίποτε από τα παραπάνω ήταν «απλώς θέμα τύχης». Ωστόσο, βλέποντάς τον στο «Αλάτι της γης» του Βέντερς ή διαβάζοντας το φρεσκοτυπωμένο οδοιπορικό του «Από τη γη μου στη Γη» (μτφρ. Κ. Σχινά, εκδ. Στερέωμα), αντιλαμβάνεσαι πως, στο μυαλό του, μεγάλη τύχη σημαίνει και μεγάλη συνέπεια. Αυτή τον ώθησε να απαθανατίσει εικόνες απίστευτης φρίκης και οδύνης, αλλά και απίστευτης ομορφιάς, κι αυτή τον καθιστά πρότυπο στα μάτια όσων εξακολουθούν να ονειρεύονται έναν κόσμο καλύτερο και δικαιότερο. Από τους πιο σημαντικούς –αν όχι ο σημαντικότερος– και πολυβραβευμένους φωτορεπόρτερ της εποχής μας, ο ίδιος ο Σαλγάδο είναι λιγότερο γνωστός από τις μαυρόασπρες, επιβλητικές εικόνες του. Όσο περισσότερα, όμως, μαθαίνεις για κείνον, τόσο οι ελπίδες σου αναπτερώνονται.

Ούτε φωτοδημοσιογράφος ούτε στρατευμένος. Φωτογράφος σκέτο. Έτσι συστήνεται. Σαράντα χρόνια τώρα, από τις «Άλλες Αμερικές» ή το «Χέρι του ανθρώπου» ως το «Έξοδοι» και το «Γένεσις», από τις στρατιές των νεκρών, των μεταναστών, των εργατών, των χρυσοθήρων, ως το ινγκουάνα που θυμίζει οπλισμένο πολεμιστή του Μεσαίωνα, «όλες μου οι φωτογραφίες αντιστοιχούν σε στιγμές που τις έζησα έντονα. Η ζωή, η ζωή μου με ώθησε να τις δημιουργήσω. Γιατί υπήρξε μέσα μου μια οργισμένη παρόρμηση που με έσπρωχνε στον συγκεκριμένο τόπο. Άλλοτε με καθοδηγούσε η ιδεολογία άλλοτε απλώς η περιέργεια...».  

Ο Σαλγάδο το ξέρει, καμιά φωτογραφία δεν μπορεί ν' αλλάξει από μόνη της τον κόσμο. Αν όμως συνδυαστεί με κείμενα, ταινίες και με τη δράση ανθρωπιστικών οργανώσεων, γίνεται μέρος ενός ευρύτερου κινήματος καταγγελίας της βίας, του αποκλεισμού, της περιβαλλοντικής καταστροφής. 

Η φωτογραφία για τον Σαλγάδο, πέρα από πάθος, είναι κι ένα είδος γραφής, «μια γλώσσα με μεγάλη δύναμη». Ζητούμενο για τον ίδιο ήταν «η παραγωγή φωτογραφικών αφηγήσεων, τεμαχισμένων σε ποικίλα ρεπορτάζ που αναπτύσσονται σε μακρά διάρκεια». Ο μόνος τρόπος για ν' αφηγηθείς μια ιστορία, επιμένει, «είναι να επιστρέφεις στο ίδιο μέρος πολλές φορές· μέσα από αυτήν τη διαλεκτική διαδικασία αναπτύσσεις το θέμα σου». Να επεξεργάζεσαι ένα ζήτημα σε βάθος, όχι να πετάς «σαν πεταλουδίτσα» από δω κι από κει. Nα τι έχει προσδώσει συνοχή σε μια δουλειά, όπως η δική του, απλωμένη από τον Αμαζόνιο ως τη Νιγηρία και από το Ιράκ ως την Ανταρκτική. Αυτό, και η συναισθηματική ισορροπία ανάμεσα στη γυναίκα του και τους δυο γιους τους, ο ένας από τους οποίους πάσχει από σύνδρομο Down, αλλά ουδέποτε έχει μπει εσωτερικός σε ίδρυμα. «Σήμερα, όταν κάνω αναδρομές στο παρελθόν, ανακαλύπτω μια αρμονία μεταξύ του ποιος είμαι, τι κάνω και από πού προέρχομαι...».

Γιος ενός αγρότη που προοριζόταν για φαρμακοποιός, ο Σεμπαστιάο Σαλγάδο γεννήθηκε το 1944 στη Βραζιλία, στην επαρχία Μίνας Ζεράις, σε μια πλατιά κοιλάδα φημισμένη για τα ορυχεία της, σε μια μεγάλη, αυτοτροφοδοτούμενη φάρμα με καμιά τριανταριά οικογένειες μέσα, ιδιοκτησίας του πατέρα του. Η Βραζιλία δεν είχε μπει ακόμα στην οικονομία της αγοράς, δεν είχε αρχίσει να μακελεύει τα δάση της και ο ίδιος είχε την αίσθηση πως μεγάλωνε σ' έναν παράδεισο. «Μερικοί λένε: ο Σαλγάδο είναι μεγαλομανής. Γεννήθηκα, όμως, σε μια τεράστια χώρα, είμαι συνηθισμένος στις αχανείς εκτάσεις και στις μετακινήσεις. Όταν ήμουν μικρός, οι γονείς μου με άφηναν να επισκέπτομαι τις μεγαλύτερες αδελφές μου, που ήταν ήδη παντρεμένες. Έκανα διαδρομές αντίστοιχες με αυτές ανάμεσα στο Παρίσι και τη Μόσχα ή τη Λισαβόνα. Η επικοινωνία δεν ήταν εύκολη...».

Σεμπαστιάο Σαλγάδο: Ξανασπέρνοντας την αποψιλωμένη γη της φωτογραφίας Facebook Twitter
Δεν κατάγομαι από το βόρειο ημισφαίριο του πλανήτη και δεν συμμερίζομαι την ενοχή που αισθάνονται ορισμένοι συνάδελφοί μου. Δεν φωτογραφίζω την υλική φτώχεια επειδή αισθάνομαι ενοχή... © Sebastião Salgado

Τηλέφωνο πρωτοείδε στα δεκαπέντε, όταν πήγε στην πόλη, στο Γυμνάσιο. Στα είκοσί του θα ερωτευτεί μια νεαρή μουσικό, τη Λέλια, που θα στέκεται έκτοτε σαν βράχος πλάι του. Απόφοιτος της Νομικής, θα ξεκινήσει με υποτροφία ένα μεταπτυχιακό στη Μακροοικονομική, στο πανεπιστήμιο του Σάο Πάολο. Την ίδια εποχή γίνεται πραξικόπημα. Περνάει στην αντίσταση. Ώσπου, το καλοκαίρι του '69, για να μη χωθούν στη βαθιά παρανομία, αυτοεξορίζονται με τη Λέλια στην «πατρίδα των ανθρώπινων δικαιωμάτων και της δημοκρατίας» και συνεχίζουν από τη Γαλλία τη δράση τους.

«Όταν με ρωτούν πώς οδηγήθηκα στην κοινωνική φωτογραφία-ντοκουμέντο, απαντώ ότι είναι απλώς προέκταση της πολιτικής στράτευσης και των ριζών μου», επαναλαμβάνει ο Σαλγάδο στη Γαλλίδα δημοσιογράφο Ιζαμπέλ Φρανκ, σε ένα από τα κεφάλαια του «Από τη γη μου στη Γη» που προέκυψε από τις συνομιλίες τους. Η στροφή του από την οικονομία στη φωτογραφία έγινε όσο ζούσε μικροπαντρεμένος στο Παρίσι, ανάμεσα σε επίσης εκπατρισμένους από τις δικτατορίες της Λατινικής Αμερικής. «Ήταν εντελώς φυσιολογικό ν' αρχίσω να φωτογραφίζω τους πρόσφυγες, αυτούς που δεν είχαν χαρτιά...». Αν διάλεξε την Αφρική για το πρώτο από τα μεγάλα ρεπορτάζ του, ήπειρο που είχε γνωρίσει καλά ως σύμβουλος της Παγκόσμιας Τράπεζας, δεν ήταν για να αναδείξει τα τοπία ή το φολκλόρ της αλλά την πείνα που τη σάρωνε. «Η Λέλια κι εγώ διαπιστώναμε πως ο κόσμος ήταν χωρισμένος στα δύο: στη μια πλευρά ελευθερία για κείνους είχαν τα πάντα και στην άλλη στέρηση για εκείνους που δεν είχαν τίποτε. Μέσα από τις φωτογραφίες μου θέλησα να δείξω αυτό τον κόσμο, τον αξιοπρεπή και τον λεηλατημένο, σε μια ευρωπαϊκή κοινωνία αρκετά ευαισθητοποιημένη, ώστε ν' αποδεχτεί αυτήν την έκκληση».

Σεμπαστιάο Σαλγάδο: Ξανασπέρνοντας την αποψιλωμένη γη της φωτογραφίας Facebook Twitter
Κανείς δεν μπορεί να με πείσει ότι ο ατομικισμός είναι αξία, όπως ούτε ο κυνισμός εξάλλου. Το ζήτημα δεν είναι να γυρίσουμε πίσω. Κανείς δεν θέλει να εγκαταλείψει τις ανέσεις της σύγχρονης ζωής... © Sebastião Salgado

Ο Σαλγάδο το ξέρει, καμιά φωτογραφία δεν μπορεί ν' αλλάξει από μόνη της τον κόσμο. Αν όμως συνδυαστεί με κείμενα, ταινίες και με τη δράση ανθρωπιστικών οργανώσεων, γίνεται μέρος ενός ευρύτερου κινήματος καταγγελίας της βίας, του αποκλεισμού, της περιβαλλοντικής καταστροφής. «Δεν κατάγομαι από το βόρειο ημισφαίριο του πλανήτη και δεν συμμερίζομαι την ενοχή που αισθάνονται ορισμένοι συνάδελφοί μου. Δεν φωτογραφίζω την υλική φτώχεια επειδή αισθάνομαι ενοχή... Θέλησα να δείξω τον λιμό στην Αφρική στους κατοίκους των πλούσιων χωρών, ώστε να συνειδητοποιήσουν πως η πείνα είναι η κύρια συνέπεια μιας παγκόσμιας ανισορροπίας...». Για τον ίδιο λόγο θέλησε ν' ακουστεί η φωνή των ακτημόνων της Βραζιλίας, όταν, έπειτα από είκοσι χρόνων δικτατορία, μάχονταν για την αναδιανομή των αγροτικών εκτάσεων, να δείξει εκπατρισμένους που παλεύουν με τις επιδημίες και τους πολέμους υπό καθεστώς διαρκούς ανασφάλειας, να μιλήσει για τους εργάτες που διασχίζουν πεζή πενήντα χιλιόμετρα τη μέρα μέσα σε τροπικά δάση για να μαζέψουν θειάφι, πνιγμένοι στο δηλητήριο, να μεταδώσει τον πυρετό εκείνων που σαν μυρμήγκια τρυπώνουν σ' έναν ωκεανό λάσπης, αναζητώντας φλέβες χρυσού.

Με αποκορύφωμα τη γενοκτονία της Ρουάντα, ο Σεμπαστιάο Σαλγάδο είδε στη διάρκεια των ρεπορτάζ του τόσο μίσος, τόσο πόνο, τόση βία, που, στα τέλη της δεκαετίας του '90, ένιωσε να τον εγκαταλείπουν οι δυνάμεις του. Όμως, «ακόμη και στην καρδιά της θηριωδίας, φωτογράφιζα μ' όλη μου την ψυχή. Σκεφτόμουν ότι ο κόσμος έπρεπε να γνωρίζει... Οι φωτογράφοι βρίσκονται εκεί για να παίξουν τον ρόλο του καθρέφτη, όπως και οι δημοσιογράφοι. Γι' αυτό, μη μου μιλάτε για οφθαλμοπορνεία!». Εκείνη την περίοδο ήταν που, ως αντίδοτο στην κατάθλιψη, ρίχτηκε με τη Λέλια σε μια «τρελή περιπέτεια», κυριολεκτικά αναζωογονητική: να ξαναφυτέψουν την αποψιλωμένη γη που είχαν κληρονομήσει από τους γονείς του, να ανασυστήσουν τον παράδεισο των παιδικών του χρόνων. Πράγματι, σήκωσαν γη και ουρανό για να βρουν συμμάχους και γρήγορα κατάφεραν να φυτέψουν δύο εκατομμύρια δέντρα τριακοσίων και πλέον ειδών, δημιουργώντας μια προστατευμένη περιοχή ιδιαίτερου φυσικού κάλλους, το πρώτο εθνικό πάρκο της Βραζιλίας. Όπως, μάλιστα, υπολογίζει ο Σαλγάδο, ως το 2050 τα δέντρα που θα έχουν φυτευτεί στην κοιλάδα θα ξεπερνούν τα πενήντα εκατομμύρια! Και μόνο γι' αυτό θα 'πρεπε να του στήσουμε άγαλμα. Γεγονός είναι πως ο ίδιος, από το 2000 κι έπειτα, άρχισε να στρέφεται προς τα απάτητα μέρη του πλανήτη, από τις διακεκαυμένες ζώνες ως τις παγωμένες βουνοκορφές, ανακαλύπτοντας «την αρμονία των απαρχών του κόσμου» αλλά και τον βαθύτερο εαυτό του. Και στη συνέχεια, πήγε να συναντήσει τον άνθρωπο «εκεί όπου ζούσαμε όλοι μας δεκάδες εκατομμύρια χρόνια πριν», να βρει ομάδες που ζουν ακόμα σε ισορροπία με τη φύση, να φωτογραφίσει φυλές που αγνοούσαμε την ύπαρξή τους και οι οποίες δεν είναι κατ' ανάγκην οι πιο απομακρυσμένες από τον πολιτισμό μας.

«Ανησυχώ», λέει ο Σαλγάδο, «παρατηρώντας ότι σχεδόν κάθε τεχνολογικό επίτευγμα, τελικά, μας απομονώνει. Καθώς συνεχίζεται η υλική εξέλιξη, ο καθένας μας καθίσταται ικανός να κάνει ολοένα και περισσότερα μόνος, στη γωνιά του. Ωστόσο, η ιστορία της ανθρωπότητας είναι μια ιστορία συλλογικότητας. Εμείς, αντίθετα, διασπάμε τους δεσμούς μας με τους άλλους, γινόμαστε ατομικιστές. Κανείς δεν μπορεί να με πείσει ότι ο ατομικισμός είναι αξία, όπως ούτε ο κυνισμός εξάλλου. Το ζήτημα δεν είναι να γυρίσουμε πίσω. Κανείς δεν θέλει να εγκαταλείψει τις ανέσεις της σύγχρονης ζωής... Όμως δεν πρέπει να χάσουμε τα σημεία αναφοράς μας, το ένστικτό μας, την πνευματικότητά μας. Αυτό που μας βοήθησε να επιβιώσουμε ως σήμερα είναι η αίσθηση της κοινότητας. Κι αυτό θέλησα να μεταγγίσω στις φωτογραφίες μου». Τον ευχαριστούμε και του υποκλινόμαστε.

Σεμπαστιάο Σαλγάδο: Ξανασπέρνοντας την αποψιλωμένη γη της φωτογραφίας Facebook Twitter
Σκεφτόμουν ότι ο κόσμος έπρεπε να γνωρίζει... Οι φωτογράφοι βρίσκονται εκεί για να παίξουν τον ρόλο του καθρέφτη, όπως και οι δημοσιογράφοι. Γι' αυτό, μη μου μιλάτε για οφθαλμοπορνεία! © Sebastião Salgado
Σεμπαστιάο Σαλγάδο: Ξανασπέρνοντας την αποψιλωμένη γη της φωτογραφίας Facebook Twitter
Θέλησα να δείξω τον λιμό στην Αφρική στους κατοίκους των πλούσιων χωρών, ώστε να συνειδητοποιήσουν πως η πείνα είναι η κύρια συνέπεια μιας παγκόσμιας ανισορροπίας... © Sebastião Salgado
Σεμπαστιάο Σαλγάδο: Ξανασπέρνοντας την αποψιλωμένη γη της φωτογραφίας Facebook Twitter
© Sebastião Salgado

2

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ocean Vuong: «Πίσω από τη βιτρίνα της χιπστεριάς κρύβεται ο φόβος»

ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΟ / Ocean Vuong: «Πίσω από τη βιτρίνα της χιπστεριάς κρύβεται ο φόβος»

Ο Αυτοκράτορας της Χαράς είναι ένα λογοτεχνικό επίτευγμα. Ένα μεγάλο μυθιστόρημα με ιστορίες απλών ανθρώπων που τις σχέσεις τους ορίζουν η καλοσύνη και η αλληλεγγύη. Με αφορμή την κυκλοφορία του, ένας από τους πιο ταλαντούχους συγγραφείς της γενιάς του μιλάει για τη λογοτεχνία, τους ήρωές του, την queer ταυτότητα και την κατάσταση όπως διαμορφώνεται στην Αμερική του Τραμπ σε μια συνέντευξη-ποταμό.
M. HULOT
Η Λυδία Κονιόρδου διαβάζει τον μονόλογο της Λούλας Αναγνωστάκη «Ο oυρανός κατακόκκινος»

Lifo Videos / «Ιδού εγώ»: Η Λυδία Κονιόρδου ερμηνεύει το «Ουρανός Κατακόκκινος» της Λούλας Αναγνωστάκη στο LIFO.gr

O απολογισμός ζωής μιας γυναίκας που βλέπει γύρω της τον κόσμο να διαλύεται, η προσωπική εμπλοκή στη συλλογική μνήμη, μια ποιητική εκδοχή της δυστυχίας που γεννά η σύγχρονη πραγματικότητα.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Φεστιβάλ Βιβλίου Χανίων: Τόπος συνάντησης για τη λογοτεχνία και τις ιδέες

Βιβλίο / Φεστιβάλ Βιβλίου Χανίων: Τόπος συνάντησης για τη λογοτεχνία και τις ιδέες

Με ένα πλούσιο πρόγραμμα με καλεσμένους από 16 χώρες και τιμώμενο πρόσωπο τον ποιητή Τίτο Πατρίκιο, το φετινό φεστιβάλ σημείωσε τη μεγαλύτερη προσέλευση στην ιστορία του.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Γιατί μας γοητεύει ακόμα ο «Καβγατζής της Βρέστης»;

The Review / Γιατί μας γοητεύει ακόμα ο «Καβγατζής της Βρέστης»;

Ο Χρήστος Παρίδης και η Βένα Γεωργακοπούλου, με αφορμή τη νέα έκδοση του έργου του Ζαν Ζενέ, εξετάζουν τους λόγους που μπορεί να μας αφορά ακόμα και σήμερα το θρυλικό βιβλίο του 1945. ― ΠΕΡΙΕΧΕΙ ΤΟΛΜΗΡΗ ΓΛΩΣΣΑ
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
100 βιβλία που ξεχωρίσαμε για αυτό το καλοκαίρι

Βιβλίο / 100 βιβλία να διαβάσεις κάτω από ένα αρμυρίκι ή στην πόλη με το κλιματιστικό στο φούλ

Κλασική λογοτεχνία, σύγχρονοι συγγραφείς, δοκίμια, ιστορία, αυτοβελτίωση, βιβλία για το «μικρό» να μην είναι όλη την ώρα στο iPad. Kάτι για όλους για να περάσει όμορφα, ήσυχα και ποιοτικά το καλοκαίρι.
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΜΑΡΙΑ ΔΡΟΥΚΟΠΟΥΛΟΥ
Κι όμως, πέρασε μισός αιώνας από την αυγή των Talking Heads

Βιβλίο / Κι όμως, πέρασε μισός αιώνας από την αυγή των Talking Heads

Τέτοιες μέρες πριν από πενήντα χρόνια, το γκρουπ έκανε το ντεμπούτο του στην σκηνή του θρυλικού κλαμπ CBGB στη Νέα Υόρκη, κι ένα νέο βιβλίο ακολουθεί την πορεία τους από τις πρώτες τους ημέρες μέχρι το είδος εκείνο της επιτυχίας που συνήθως έρχεται με τα δικά της προβλήματα
THE LIFO TEAM
Η βιογραφία του Μίλαν Κούντερα κυκλοφόρησε μόλις στα ελληνικά

Βιβλίο / Η βιογραφία του Μίλαν Κούντερα κυκλοφόρησε μόλις στα ελληνικά

Η Γαλλίδα κριτικός λογοτεχνίας της «Monde», Φλοράνς Νουαβίλ, στο «Μίλαν Κούντερα: Γράψιμο... Τι ιδέα κι αυτή!», αποκαλύπτει καίριες στιγμές και συγγραφικές αλήθειες του καλού της φίλου, αναιρώντας όλες τις κατηγορίες που συνδέονταν με το όνομά του.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Πάουλο Σκoτ

Βιβλίο / Πάουλο Σκoτ: «Στη Βραζιλία ο ρατσισμός είναι παντού, στη λογοτεχνία, στους στίχους της σάμπα»

Πότε ρεαλιστικό, πότε στρατευμένο, πότε αστυνομικής υφής, πότε μια τρελή και ξεκαρδιστική σάτιρα. Οι «Φαινότυποι» του Πάουλο Σκοτ είναι ένα αξιοσημείωτο βιβλίο. Μιλήσαμε με τον Βραζιλιάνο συγγραφέα για τη λογοτεχνία, την κατάσταση στη Βραζιλία και την αξία των λογοτεχνικών βραβείων.
ΒΕΝΑ ΓΕΩΡΓΑΚΟΠΟΥΛΟΥ
Κώστας Σπαθαράκης, εκδότης.

Κώστας Σπαθαράκης / Κώστας Σπαθαράκης: «Δεν έχουμε αφηγήσεις για τις ερωτικές μας σχέσεις, για τα νιάτα μας»

Για τον άνθρωπο πίσω από τις εκδόσεις αντίποδες, το μεγαλύτερο όφελος ήταν ότι, ενώ του άρεσε να είναι χωμένος μέσα στα βιβλία – μια μοναχική και ίσως ναρκισσιστική συνήθεια –, στην πορεία έμαθε να τη μετατρέπει σε εργαλείο κοινωνικότητας και επαφής με τους γύρω του.
M. HULOT
Χουάν Γκαμπριέλ Βάσκες: Ζούμε το τέλος του ανθρωπισμού

Βιβλίο / Χουάν Γκαμπριέλ Βάσκες: «Ζούμε το τέλος του ανθρωπισμού»

Ο πολυβραβευμένος Κολομβιανός συγγραφέας μιλά στη LiFO για τη βία που στοιχειώνει τη χώρα του, τη δύναμη της λογοτεχνίας να ανασύρει όσα κρύβει η Ιστορία, αλλά και για την αρχαιοελληνική φιλοσοφία ως σταθερή επιρροή του.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
H Gen Z όχι μόνο διαβάζει αλλά συγχρόνως αλλάζει και την ίδια την έννοια της ανάγνωσης

Βιβλίο / Η Gen Z δεν διαβάζει απλώς· επαναπροσδιορίζει την ανάγνωση

Οι εκπρόσωποι αυτής της γενιάς λατρεύουν την απόδραση, παίρνουν την λεγόμενη fan fiction τόσο σοβαρά όσο και τη λίστα Booker, αναβιώνουν κλασικά βιβλία από την Τζέιν Όστεν έως τον Ντοστογιέφσκι και μοιράζονται ιστορίες στις δικές τους κοινότητες.
THE LIFO TEAM
Γιατί ο Πέρσιβαλ Έβερετ πήρε το Πούλιτζερ με το «James»

Βιβλίο / Γιατί ο Πέρσιβαλ Έβερετ πήρε το Πούλιτζερ με το «James»

Ο Πέρσιβαλ Έβερετ έγραψε ένα άκρως επίκαιρο, δεδομένων των τελευταίων ημερών, βιβλίο, που ταυτόχρονα φιλοδοξεί να καταστεί κλασικό, για τον ρατσισμό και τη χαμένη ανθρωπιά, και κέρδισε το Εθνικό Βραβείο Λογοτεχνίας των ΗΠΑ και το Πούλιτζερ.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
«Πάμε στη Χονολουλού»: Ένα βιβλίο για τον μποέμ ρεμπέτη, κιθαρίστα και σκιτσογράφο Κώστα Μπέζο, που ξαναγράφει την ιστορία της Ελλάδας πριν από το 1940

Βιβλίο / «Πάμε στη Χονολουλού»: Ένα βιβλίο για τον μποέμ ρεμπέτη Κώστα Μπέζο

Τη δεκαετία του ’30 άνθισε στην Ελλάδα ένα μουσικό είδος «διαφυγής» από τη σκληρή πραγματικότητα, οι χαβάγιες. Ο Κώστας Μπέζος, αινιγματική μορφή μέχρι πρόσφατα και σημαντικός ρεμπέτης και σκιτσογράφος, έγραψε μια ανείπωτη ιστορία, διαφορετική από αυτή που η επίσημη ιστορία έχει καταγράψει για την εποχή του Μεσοπολέμου.  
M. HULOT
Εύα Μπαλταζάρ: «Η αγάπη που σε φυλακίζει δεν είναι αγάπη»

Βιβλίο / Εύα Μπαλταζάρ: «Η αγάπη που σε φυλακίζει δεν είναι αγάπη»

Η Καταλανή συγγραφέας, που έχει εξελιχθεί σε σημείο αναφοράς της σύγχρονης queer λογοτεχνίας, μεταφράζεται παγκοσμίως και τη θαυμάζει ο Αλμοδόβαρ, μιλά στη LiFO για το τι σημαίνει να ζεις ελεύθερα.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ