«Όνειρο αληθινό»: Το πρώτο αφήγημα του Βασίλη Κιμούλη όπου πρωταγωνιστεί η Μαργαρίτα Καραπάνου

«Όνειρο αληθινό»: Διαβάστε το πρώτο αφήγημα, όπου πρωταγωνιστεί η Μαργαρίτα Καραπάνου, στην οποία αφιερώνεται και η έκδοση Facebook Twitter
Η Μαργαρίτα Καραπάνου.
0

I

Μαργαρίτα

Η πόρτα είναι ορθάνοιχτη. Μπαίνω μέσα και βλέπω τη Μαργαρίτα να τακτοποιεί κάτι χαρτιά σε ντάνες στο στρογγυλό τραπέζι του σαλονιού. Έχει κόψει κοντά τα μαλλιά της και τα ’χει βάψει στο χρώμα του χαλκού.

«Γεια σου, Μαργαρίτα».

«Γεια σου, Μπαντ Μπόι».

Τη φιλάω. Μοσχοβολάει σαπούνι και κρέμες. Κάθεται στην πολυθρόνα της κρατώντας ένα τετράδιο.

«Πάρε αυτή την καρέκλα, Μπαντ Μπόι». Βολεύομαι πλάι της.

«Θα μου στρίψεις ένα τσιγάρο;» Της στρίβω ένα τσι- γάρο.

«Μ’ αρέσει ο καπνός Virginia».

Δεν μιλάμε, μόνο καπνίζουμε. Απόλυτη σιωπή. Σαν να βρισκόμαστε στο διάστημα.

«Χαμένοι στο διάστημα», λέω. Γελάει συνωμοτικά. Γνώρισα τη Μαργαρίτα τη χρονιά που έβγαλε το

Ναι, την ιστορία μιας μανιοκατάθλιψης με ηρωίδα τη Λώρα.

Η Ύδρα μού θυμίζει αφρικανικό λιμάνι, καθώς πηδάω απ’ το θαλάσσιο ταξί στην αποβάθρα. Στο ταξίδι, η θερμοκρασία στο καντράν του αυτοκινήτου ανέβαινε σταθερά μέχρι τους σαράντα επτά βαθμούς. Άκουγα τα λάστιχα στην άσφαλτο να τσιτσιρίζουν.

Την περασμένη εβδομάδα πέθανε το σκυλάκι της, η Λου. Ήταν πολύ γριά. Τα πόδια της δεν τη βάσταγαν πια. Γάβγιζε όμως δυνατά.

Η Μαργαρίτα τώρα πενθεί και θέλει νέο σκύλο.

«Βρήκα μια άλλη ράτσα σκύλου», λέει. «Είναι πάρα πολύ άσχημα σκυλιά. Θα πάρω ένα και θα το ονομάσω Μπέλα».

Την κουράζει  όμως  να  το  βγάζει  έξω  κάθε  μέρα.

Ποιος θα το πηγαίνει βόλτα;

«Η Κατερίνα θα το βγάζει έξω βόλτα κι εσύ θα το ταΐζεις», της λέω.

«Όχι, η βόλτα είναι το πιο σημαντικό για τα σκυλιά. Αν το βγάζει έξω η Κατερίνα, θ’ αγαπήσει την Κατερίνα».

«Ναι, αλλά αν το ταΐζεις εσύ, θ’ αγαπήσει κι εσένα».

«Εγώ θέλω να αγαπήσει μόνο εμένα».

Τώρα γράφει ένα καινούργιο βιβλίο με ήρωες σκυλιά και θέλει να μου διαβάσει.

«Βάλε καφέ κι έλα».

Η κουζίνα της αστράφτει σαν μικροβιολογικό εργαστήριο. Στην καφετιέρα υπάρχει φρέσκος καφές για έναν λόχο.

Επιστρέφω με δυο κούπες. Αφήνω τη μία στο τραπεζάκι της, δίπλα στον πρώτο τόμο της γαλλικής έκδοσης του Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο.

Μετά τη Μαργαρίτα καταλήγω στο αγαπημένο μου καφέ στη γειτονιά μου.

Στο διπλανό τραπέζι κάθεται ένα ζευγάρι. Μου φαίνονται Αμερικανοί, αλλά μπορεί να είναι κι απ’ το Μάντσεστερ, από λόγια που κλέβω. Η ένρινη φωνή της κοπέλας μού τρυπάει τα τύμπανα. Εκείνος έχει μια φωνή σαν μπαμπάκι.

Παραδίπλα κάθισε ένα ζευγάρι μεγαλύτερης ηλικίας. Η γυναίκα αλλάζει γνώμη και ξανασηκώνεται για να κάτσει πιο πέρα. Ο άντρας κοπανάει τις παλάμες του στα μπούτια του, σηκώνεται και την ακολουθεί.

ονειρο αληθινο
Το βιβλίο του Βασίλη Κιμούλη «Όνειρο αληθινό» θα κυκλοφορήσει στις 28/11 από τις εκδόσεις Αιώρα. Το έργο στο εξώφυλλο είναι της εικαστικού Μάτως Ιωαννίδου.

Η κοπέλα με τη στριγκιά φωνή παίρνει απ’ την τσάντα της μια φωτογραφική μηχανή μιας χρήσης και τη δίνει στον σύντροφό της. «Κι αν δεν ανάψει το φλας, δεν πειράζει», του λέει. Βγάζει τον σκούφο της και είναι τελείως φαλακρή.

Συζητάνε για φαγητά κι εκείνη περιγράφει κάτι σαν να είναι η πιο συγκλονιστική εμπειρία της ζωής της, ινδικό ίσως, δεν ακούω καλά, πάντως είχε πολύ κάρι. Εκείνος μιλάει για φις εντ τσιπς. Η απαλή φωνή του με υπνωτίζει, αλλά αρχίζει να με εκνευρίζει.

Νιώθω ζεστά μέσα στον κόσμο. Πίνω το κρασί μου και σε λίγο θα στρίψω κι άλλο τσιγάρο.

Η Ύδρα μού θυμίζει αφρικανικό λιμάνι, καθώς πηδάω απ’ το θαλάσσιο ταξί στην αποβάθρα. Στο ταξίδι, η θερμοκρασία στο καντράν του αυτοκινήτου ανέβαινε σταθερά μέχρι τους σαράντα επτά βαθμούς. Άκουγα τα λάστιχα στην άσφαλτο να τσιτσιρίζουν.

Το βράδυ τα παιδιά χορεύουν στην προκυμαία και τραγουδάνε «Τούτη η γης που την πατούμε, όλοι μέσα θε να μπούμε». Παρακολουθώ τη γιορτή απ’ τη βεράντα του σπιτιού της Μαργαρίτας.

«Δεν νομίζω ότι μπορούσε να υπάρξει καλύτερο τέλος για τον φετινό εορτασμό», λέει ο τελετάρχης.

Είναι ένας απίστευτα καυτός Ιούνιος, σαν να έχει ξεπηδήσει μέσα από τις σελίδες του Υπνοβάτη. Η Αθήνα με πνίγει και η Μαργαρίτα με φυγαδεύει στο νησί. Κάποιο ερωτικό μαράζι παίζει και νιώθω σαν χαμένος.

Τις περισσότερες φορές δεν είναι ξεκάθαρο. Υπάρχει κάποια έλξη, αλλά αυτό είναι μόνο; Το μόνο δεν έχει να κάνει με το σεξ, αλλά με το παιχνίδι της γοητείας.

«Η ζωή μου ήτανε μπερδεμένη, χαοτική», γράφει η Μαργαρίτα στο Rien ne va plus, «αλλά από κάτω κρυβότανε μια συγκρότηση, μια συνέχεια, ένας κρυφός σκοπός, ίσως σαν όλες τις ζωές».

Ακολουθώ τις διαδρομές της, απ’ την κουζίνα στο μπάνιο, απ’ το μπάνιο στην κρεβατοκάμαρα, απ’ την κρεβατοκάμαρα στο βιράνι, τη μακρόστενη σάλα με τα έξι παράθυρα που βλέπουν τη θάλασσα, και πάλι έξω στη βεράντα του δευτέρου ορόφου κι από κει ξανά κάτω, μέσ’ από μυστικές καταπακτές που καταλήγουν σε ντουλάπες με κόκορες ζωγραφισμένους επάνω στα πορτόφυλλα.

«Είναι ένα σπίτι που έχει ζήσει πολλά», λέει η Μαργαρίτα.

«Όταν το πήρα, ήταν κυριολεκτικά ερείπιο», είχε πει η μητέρα της σε μια συνέντευξή της το 1985, στο περιοδικό Ταχυδρόμος.

Το σπίτι βρίσκεται στην πιο παλιά συνοικία της Ύδρας, την Κιάφα. Ο έρωτας της Λυμπεράκη  με  το νησί χρονολογούνταν απ’ όταν τη φιλοξένησε στο σπίτι του (το οποίο αργότερα κάηκε) ο Χατζηκυριάκος-Γκίκας. Το αγόρασε το 1959, έναν χρόνο προτού ξεκινήσουν τα γυρίσματα της Φαίδρας του Ντασέν με τη Μερκούρη, όπου είχε γράψει το σενάριο.

Το βράδυ ακούγονται τριξίματα, βήματα, ομιλίες, ανάσες. Το πρωί τηλεφωνώ στη Μαργαρίτα.

«Έχει φαντάσματα το σπίτι», μου λέει. «Και το δικό μου φάντασμα».

Και ύστερα: «Σήμερα πουλήθηκε το σπίτι».

Πουλήθηκα μαζί με το σπίτι, σκέφτομαι, και όλη αυτή η ιστορία για κάποιον λόγο μού θυμίζει το Στρίψιμο της βίδας.

Η Μαργαρίτα γράφει βιβλία βαθιά σαν πηγάδια.

«Ζω για να γράφω», λέει.

Εγώ γράφω ιστορίες απώλειας. Της διαβάζω κι όποια ιστορία τής φτιάξει το κέφι την κουβεντιάζουμε.

«Γράφε νωρίς το πρωί», με συμβουλεύει. «Τίποτα δεν μεσολαβεί ανάμεσα στα όνειρα και το γράψιμο».

«Φοβάμαι πως δεν θα τα καταφέρω ποτέ να γράψω κάτι με πλοκή που να μη μοιάζει ψεύτικη», της λέω.

«Η πλοκή», μου λέει, «είναι το πιο εύκολο πράγμα.

Αυτό που κρύβεται από πίσω έχει σημασία».

Πίνουμε καφέ στο Ciao. Στο μπροστινό τραπέζι κάθονται δυο τύποι. Ο ένας φοράει γούνα και μοιάζει με αρκούδα. Ο άλλος τον κοιτάζει με μάτια θαμμένα στο λίπος. Η αρκούδα καρφώνει στο στόμα ένα πούρο σαν κανόνι ενώ μαλάζει το γόνατο του φίλου.

«Θα βάλω πολλούς φόνους στο βιβλίο», λέω στη Μαργαρίτα.

«Σκότωνε, σκότωνε».

«Πεθαίνω της πείνας».

«Κι εγώ».

Κάνουμε σλάλομ αγκαζέ ανάμεσα στα τραπεζάκια της πλατείας κι ανηφορίζουμε στου Φιλίππου. Μας βολεύουν μέσα, στο γωνιακό τραπέζι. Δίπλα μας κάθεται ο θείος της ο ζωγράφος. Έχει στηρίξει το μπαστουνάκι του στην καρέκλα.

Τρώμε μέχρι σκασμού συζητώντας για το γράψιμο.

Χαλαρά, μη μας κάτσει το στιφάδο.

Ο θείος της, τον παρακολουθώ πώς κόβει σε μπουκιές το ψάρι και ρίχνει λαδολέμονο. Ο τακτικός, οργανωμένος, συστηματικός τεμαχισμός της πραγματικότητας. Με τον ίδιο τρόπο ζωγραφίζει.

«Θα φάμε και γλυκό;»

Περπατάμε πολύ αργά. Ο ήλιος μάς ζεσταίνει την πλάτη.

«Οι κινήσεις μας είναι σαν σημεία στίξης», λέω.

«Μη γράφεις μονάχα, ζήσε κιόλας», λέει η Μαργαρίτα. «Η ζωή είναι πολύ ωραία. Τα έχεις όλα, χωρίς να έχεις τίποτα».

Η Άννα έχει μόλις σχολάσει και πίνουμε κρασί στην μπάρα του Duende. Η παράσταση που έστησε με αποσπάσματα από έργα του Βιζυηνού είναι ό,τι ομορφότερο έχω δει στη ζωή μου στο θέατρο.

Το πρόσωπό της λάμπει σαν πανσέληνος. Τα μάτια της σπιθίζουν σαν καρβουνάκια στη στάχτη. Την κοιτάζω που μου μιλάει, αλλά ακόμη βλέπω στο μυαλό μου μια σκηνή απ’ το έργο.

Ο νέος καλπάζει με τ’ άλογό του στο πυκνό δάσος. Τρέχει να προλάβει την αγαπημένη του που ξεψυχάει. Η μορφή της γλιστράει μέσα απ’ τα δάχτυλά του σαν άμμος κι αυτή η στιγμή, αν προλάβει να της μιλήσει, θα διώξει τον θάνατο γιατί θ’ αξίζει μια ολόκληρη ζωή. Τρέχει στο δάσος και τα κλαδιά μαστιγώνουν το πρόσωπό του· τρέχει γαντζωμένος στο σβέρκο του αλόγου και ήδη της μιλάει.

Σ’ αυτή τη σκηνή η φίλη μου είναι ο νέος, η αγαπημένη του, το άλογο, η ζωή κι ο θάνατος – όλα μαζί.

Ενώ στρίβει τσιγάρο, της λέω ότι η Μαργαρίτα μού έμαθε πως το λευκό χαρτί απλώνεται σαν έκταση που πρέπει να τρέξεις και ότι το γράψιμο είναι ένα άλογο που καλπάζει. Κρατάς γερά το χαλινάρι, αλλά τ’ αφήνεις να σε πάει όπου θέλει. Και τα δυο ταυτόχρονα.

«Και ο ηθοποιός τη στιγμή που βγαίνει στη σκηνή γίνεται ηθοποιός», μου λέει.

Βιβλίο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Μαργαρίτα Καραπάνου: «Αισθάνομαι νικήτρια, αλλά με την πολύ βαθιά έννοια»

Βιβλίο / Μαργαρίτα Καραπάνου: «Αισθάνομαι νικήτρια, αλλά με την πολύ βαθιά έννοια»

Σαν σήμερα πεθαίνει η Μαργαρίτα Καραπάνου. Ο Βασίλης Κιμούλης που την γνώρισε και συνεργάστηκε μαζί της στενά, γράφει για την ξεχωριστή Ελληνίδα συγγραφέα και δημοσιεύει ανέκδοτα ντοκουμέντα.
ΒΑΣΙΛΗΣ ΚΙΜΟΥΛΗΣ
Λυμπεράκη – Καραπάνου: «Στην Ύδρα κατάλαβα πόσο συνυφασμένες ήταν η ζωή και η λογοτεχνία γι' αυτές τις δύο γυναίκες»

Βιβλίο / Λυμπεράκη – Καραπάνου: «Στην Ύδρα κατάλαβα πόσο συνυφασμένες ήταν η ζωή και η λογοτεχνία γι' αυτές τις δύο γυναίκες»

Η μεταφράστρια της αγγλόφωνης έκδοσης του κλασικού βιβλίου της Μαργαρίτας Λυμπεράκη «Τα ψάθινα καπέλα», που μόλις κυκλοφόρησε με τίτλο «Three Summers», γράφει για την εμπειρία της με τις δύο αείμνηστες Ελληνίδες συγγραφείς και για την ιδιοσυγκρασιακή σχέση τους ως μητέρας και κόρης.
«Με λένε Μαργαρίτα Καραπάνου και είμαι συγγραφέας, από εκεί και πέρα όλα είναι αχνά για μένα»

Daily / «Με λένε Μαργαρίτα Καραπάνου, είμαι συγγραφέας, από εκεί και πέρα όλα είναι αχνά για μένα»

Ένα σπάνιο ντοκουμέντο προβλήθηκε ως επεισόδιο της σειράς εκπομπών «Το μαγικό των ανθρώπων» και μπορεί να το δει κανείς στην πλατφόρμα της ΕΡΤ: μια συνέντευξη της Μαργαρίτας Καραπάνου που είχε γυριστεί το 1998, δέκα χρόνια πριν από τον θάνατο της, και δεν είχε προβληθεί ποτέ.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΛΙΤΑΚΗΣ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

100 βιβλία που ξεχωρίσαμε για αυτό το καλοκαίρι

Βιβλίο / 100 βιβλία να διαβάσεις κάτω από ένα αρμυρίκι ή στην πόλη με το κλιματιστικό στο φούλ

Κλασική λογοτεχνία, σύγχρονοι συγγραφείς, δοκίμια, ιστορία, αυτοβελτίωση, βιβλία για το «μικρό» να μην είναι όλη την ώρα στο iPad. Kάτι για όλους για να περάσει όμορφα, ήσυχα και ποιοτικά το καλοκαίρι.
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΜΑΡΙΑ ΔΡΟΥΚΟΠΟΥΛΟΥ
Κι όμως, πέρασε μισός αιώνας από την αυγή των Talking Heads

Βιβλίο / Κι όμως, πέρασε μισός αιώνας από την αυγή των Talking Heads

Τέτοιες μέρες πριν από πενήντα χρόνια, το γκρουπ έκανε το ντεμπούτο του στην σκηνή του θρυλικού κλαμπ CBGB στη Νέα Υόρκη, κι ένα νέο βιβλίο ακολουθεί την πορεία τους από τις πρώτες τους ημέρες μέχρι το είδος εκείνο της επιτυχίας που συνήθως έρχεται με τα δικά της προβλήματα
THE LIFO TEAM
Η βιογραφία του Μίλαν Κούντερα κυκλοφόρησε μόλις στα ελληνικά

Βιβλίο / Η βιογραφία του Μίλαν Κούντερα κυκλοφόρησε μόλις στα ελληνικά

Η Γαλλίδα κριτικός λογοτεχνίας της «Monde», Φλοράνς Νουαβίλ, στο «Μίλαν Κούντερα: Γράψιμο... Τι ιδέα κι αυτή!», αποκαλύπτει καίριες στιγμές και συγγραφικές αλήθειες του καλού της φίλου, αναιρώντας όλες τις κατηγορίες που συνδέονταν με το όνομά του.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Πάουλο Σκoτ

Βιβλίο / Πάουλο Σκoτ: «Στη Βραζιλία ο ρατσισμός είναι παντού, στη λογοτεχνία, στους στίχους της σάμπα»

Πότε ρεαλιστικό, πότε στρατευμένο, πότε αστυνομικής υφής, πότε μια τρελή και ξεκαρδιστική σάτιρα. Οι «Φαινότυποι» του Πάουλο Σκοτ είναι ένα αξιοσημείωτο βιβλίο. Μιλήσαμε με τον Βραζιλιάνο συγγραφέα για τη λογοτεχνία, την κατάσταση στη Βραζιλία και την αξία των λογοτεχνικών βραβείων.
ΒΕΝΑ ΓΕΩΡΓΑΚΟΠΟΥΛΟΥ
Κώστας Σπαθαράκης, εκδότης.

Κώστας Σπαθαράκης / Κώστας Σπαθαράκης: «Δεν έχουμε αφηγήσεις για τις ερωτικές μας σχέσεις, για τα νιάτα μας»

Για τον άνθρωπο πίσω από τις εκδόσεις αντίποδες, το μεγαλύτερο όφελος ήταν ότι, ενώ του άρεσε να είναι χωμένος μέσα στα βιβλία – μια μοναχική και ίσως ναρκισσιστική συνήθεια –, στην πορεία έμαθε να τη μετατρέπει σε εργαλείο κοινωνικότητας και επαφής με τους γύρω του.
M. HULOT
Χουάν Γκαμπριέλ Βάσκες: Ζούμε το τέλος του ανθρωπισμού

Βιβλίο / Χουάν Γκαμπριέλ Βάσκες: «Ζούμε το τέλος του ανθρωπισμού»

Ο πολυβραβευμένος Κολομβιανός συγγραφέας μιλά στη LiFO για τη βία που στοιχειώνει τη χώρα του, τη δύναμη της λογοτεχνίας να ανασύρει όσα κρύβει η Ιστορία, αλλά και για την αρχαιοελληνική φιλοσοφία ως σταθερή επιρροή του.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
H Gen Z όχι μόνο διαβάζει αλλά συγχρόνως αλλάζει και την ίδια την έννοια της ανάγνωσης

Βιβλίο / Η Gen Z δεν διαβάζει απλώς· επαναπροσδιορίζει την ανάγνωση

Οι εκπρόσωποι αυτής της γενιάς λατρεύουν την απόδραση, παίρνουν την λεγόμενη fan fiction τόσο σοβαρά όσο και τη λίστα Booker, αναβιώνουν κλασικά βιβλία από την Τζέιν Όστεν έως τον Ντοστογιέφσκι και μοιράζονται ιστορίες στις δικές τους κοινότητες.
THE LIFO TEAM
Γιατί ο Πέρσιβαλ Έβερετ πήρε το Πούλιτζερ με το «James»

Βιβλίο / Γιατί ο Πέρσιβαλ Έβερετ πήρε το Πούλιτζερ με το «James»

Ο Πέρσιβαλ Έβερετ έγραψε ένα άκρως επίκαιρο, δεδομένων των τελευταίων ημερών, βιβλίο, που ταυτόχρονα φιλοδοξεί να καταστεί κλασικό, για τον ρατσισμό και τη χαμένη ανθρωπιά, και κέρδισε το Εθνικό Βραβείο Λογοτεχνίας των ΗΠΑ και το Πούλιτζερ.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
«Πάμε στη Χονολουλού»: Ένα βιβλίο για τον μποέμ ρεμπέτη, κιθαρίστα και σκιτσογράφο Κώστα Μπέζο, που ξαναγράφει την ιστορία της Ελλάδας πριν από το 1940

Βιβλίο / «Πάμε στη Χονολουλού»: Ένα βιβλίο για τον μποέμ ρεμπέτη Κώστα Μπέζο

Τη δεκαετία του ’30 άνθισε στην Ελλάδα ένα μουσικό είδος «διαφυγής» από τη σκληρή πραγματικότητα, οι χαβάγιες. Ο Κώστας Μπέζος, αινιγματική μορφή μέχρι πρόσφατα και σημαντικός ρεμπέτης και σκιτσογράφος, έγραψε μια ανείπωτη ιστορία, διαφορετική από αυτή που η επίσημη ιστορία έχει καταγράψει για την εποχή του Μεσοπολέμου.  
M. HULOT
Εύα Μπαλταζάρ: «Η αγάπη που σε φυλακίζει δεν είναι αγάπη»

Βιβλίο / Εύα Μπαλταζάρ: «Η αγάπη που σε φυλακίζει δεν είναι αγάπη»

Η Καταλανή συγγραφέας, που έχει εξελιχθεί σε σημείο αναφοράς της σύγχρονης queer λογοτεχνίας, μεταφράζεται παγκοσμίως και τη θαυμάζει ο Αλμοδόβαρ, μιλά στη LiFO για το τι σημαίνει να ζεις ελεύθερα.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
ΕΠΕΞ Φάνη, ψηλά το κεφάλι!

Βιβλίο / Φάνη, ψηλά το κεφάλι!

Το πρώτο βιβλίο του Φάνη Παπαδημητρίου είναι μια συγκινητική εξομολόγηση για το ατύχημα στα 19 του που τον καθήλωσε σε αμαξίδιο, την πάλη του με τον τζόγο και τον αγώνα που έδωσε να ξαναφτιάξει τη ζωή του «μετά το τσουνάμι που ήρθε και τα σάρωσε όλα».
M. HULOT
«Τι ωραίο πλιάτσικο!»: Όταν η «αργόσχολη» τάξη εργάζεται σκληρά για το Κακό

Το πίσω ράφι  / «Τι ωραίο πλιάτσικο!»: Όταν η «αργόσχολη» τάξη εργάζεται σκληρά για το Κακό

Πιστή στην κλασική μορφή του μυθιστορήματος, αλλά ταυτόχρονα ανατρεπτική και μεταμοντέρνα, η καυστική σάτιρα του Τζόναθαν Κόου για τη βρετανική άρχουσα τάξη των αρχών της δεκαετίας του ’90 διαβάζεται μονορούφι.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ