Ο Μαγιακόφσκι της επανάστασης και του έρωτα αποκαλύπτεται σε μια νέα βιογραφία

Ο Μαγιακόφσκι της επανάστασης και του έρωτα αποκαλύπτεται σε μια νέα βιογραφία Facebook Twitter
Η απόδοση στα ελληνικά, ακόμα κι αν πολλές φορές ξαφνιάζει με τη δημοτικίζουσα αυθάδειά της, συνάδει απόλυτα με το τολμηρό ύφος του Μαγιακόφσκι και το τέμπο μιας άλλης εποχής.
2

Ήξερε ότι είναι όλος εκρήξεις και χρώμα. Ήξερε επίσης ότι δεν αντέχει τη φθορά. Έγραφε σαν αλλοπαρμένος δημιουργός που γδέρνει το χαρτί με τη σάρκα κι έκανε έρωτα σαν πεινασμένος λύκος ρουφώντας τις στιγμές, όπως ρουφούσαν οι στίχοι του τα άστρα. Δεν είναι τυχαίο ότι επέστρεφε ποιητικά είτε στα αστέρια είτε στο χώμα, όντας γήινος, σχεδόν χοϊκός, και ταυτόχρονα ονειροπαρμένος.

Ο Βλαντίμιρ Μαγιακόφσκι αυτοκτόνησε τον Απρίλη του 1930 στα 37 του χρόνια όχι από απελπισία αλλά από αδυναμία να προσαρμοστεί στο οριοθετημένο σύμπαν που του επεφύλασσε ο 20ος αιώνας: ένα σύμπαν πολύ μικρό για να χωρέσει το μεγαλείο της ποίησης που τον ενέπνευσε και την απεραντοσύνη της τέχνης που κατοικούσε πάντα.

Δεν πρόλαβε να μεγαλώσει, διατηρώντας μέχρι τέλους την παιδικότητά του, ακριβώς γιατί οι παράδοξες λέξεις και οι ξέφρενοι ρυθμοί δεν ταίριαζαν με τον ενήλικο κόσμο του Κόμματος.

Ήταν ένας ιδιόμορφος χαρακτήρας τον οποίο προσέγγισε με τον απαραίτητο σεβασμό και τη δικαιοσύνη που θα ταίριαζε στον πιο παρεξηγημένο, ίσως, ποιητή του 20ού αιώνα στη μυθιστορηματική βιογραφία του Φλέγομαι (εκδόσεις Μεταίχμιο) ο Σουηδός Τούρμπγιερν Σέβε, δίνοντάς του τον πρώτο λόγο.

Η απόδοση στα ελληνικά, ακόμα κι αν πολλές φορές ξαφνιάζει με τη δημοτικίζουσα αυθάδειά της, συνάδει απόλυτα με το τολμηρό ύφος του Μαγιακόφσκι και το τέμπο μιας άλλης εποχής.

Προφανώς ο Γρηγόρης Κονδύλης επιδίωκε να μεταφέρει στο χαρτί τα ελληνικά που θα ταίριαζαν με την απόδοση των ποιημάτων του Ρώσου ποιητή από τον Μήτσο Αλεξανδρόπουλο. Γι' αυτό και η αποστολή που κατάφερε να φέρει εις πέρας είναι σπουδαία.

Για τον Μαγιακόφσκι δεν υφίσταται επανάσταση έξω από την τέχνη και τον έρωτα. Τα ποιήματά του είναι σχεδόν εξ ολοκλήρου εμπνευσμένα από μια γυναίκα ή καταλήγουν πάντα σε αυτήν.


Καταρχάς, είναι αξιοζήλευτη η γλώσσα του κειμένου που αφουγκράζεται τις εσωτερικές και εξωτερικές διακυμάνσεις του Μαγιακόφσκι: άλλοτε εκτοξεύεται λεκτικά με ανάλογες εντάσεις και άλλοτε αποκαλύπτει έναν ασθματικό ρυθμό δίχως τελείες και κόμματα, όπως ακριβώς ήθελε πολλές φορές να είναι τα κείμενα ο ίδιος ο ποιητής.

Το υλικό που είχε να διαχειριστεί ο συγγραφέας μιας τέτοιας βιογραφίας είναι τεράστιο και αποκαλύπτει βαθιά γνώση όχι μόνο των πολιτικών συγκρούσεων μιας απέραντης χώρας που μετατρέπεται από τσαρική αυτοκρατορία σε κομμουνιστική αλλά και των διαφόρων πόλεων που επισκέπτεται ο Βολόντια: από την πιο ανοιχτή στα γράμματα Οδησσό έως το πιο δεκτικό στη διαφορετικότητα Σοβιέτ του Πέτρογκραντ, όπου κατοικούσε.

Στο μακρινό Μεξικό ο Σέβε βάζει τον ήρωά του να συνομιλήσει με τον Ντιέγκο Ριβέρα για την καταγωγή των χρωμάτων και των φυλών, ενώ στην Αμερική τον υποβάλλει σε έναν εσωτερικό διάλογο με τον Σέργουντ Άντερσον και τον κάνει να αγαπήσει το Χάρλεμ, όπου έβρισκε κάτι «από τα αναρχικά πανηγύρια του Νέστορ Μάχνο».

Φροντίζει, δηλαδή, να αναδείξει τα αστικά χαρακτηριστικά που είναι σύμφυτα με το οντολογικό σχέδιο ενός ποιητή που αγάπησε τις πόλεις, σε αντίθεση με τη φύση, την οποία μίσησε από τότε που η ζωή τού στέρησε νωρίς τον δασοφύλακα πατέρα του. Κάποια στιγμή, μάλιστα, ο Μαγιακόφσκι ταυτίστηκε με τον Δον Κιχώτη, παρομοιάζοντας τον εαυτό του με έναν σατιρικό συγγραφέα θεατρικών και παιδικών βιβλίων, αλλά και με έναν αλλόκοτο ποιητή που αντιμετώπιζε τη βαρύτητα της ύπαρξης με αυθάδικο γέλιο.

Η αντάρα που προξένησε η επιβλητική μορφή του και το βροντερό του δόρυ ήταν ανάλογη με το βιομηχανικό εργοστάσιο που έστησε στην καρδιά της ποίησης, γεμάτο από υλικά σκουριασμένα, ριγμένα στις σκοτεινές γειτονιές της πόλης τη νύχτα: «Παίρνω την παρατημένη μου καρδιά/ και την κουβαλώ/ σαν τον σκύλο που στην τρώγλη κουβαλά/ το πόδι που του έκοψε το τρένο».


Από τα πρώτα του εκείνα βήματα ως μέλους μιας παράδοξης φουτουριστικής παρέας που περιόδευε στις διάφορες πόλεις της προεπαναστατικής Ρωσίας έως την τελευταία του περίοδο, κατά την οποία, αναγνωρισμένος ποιητής πια, είδε τη Μόσχα να τον υποδέχεται ως έναν ευφάνταστο κοσμοπολίτη, οι πόλεις ήταν εκεί για να αποκαλύψουν το χαμένο μεγαλείο και τα εσωτερικά τους όργανα.

Ίσως γι' αυτό, όπως αποκαλύπτει και το βιβλίο, στον Μαγιακόφσκι δεν άρεσε ποτέ ο Σαγκάλ, ο οποίος συνήθιζε να αντικρίζει τις πόλεις μόνο από ψηλά.

Σε αντίθεση με τον διάσημο ζωγράφο, ο ίδιος δεν ήθελε απόσταση αλλά εγγύτητα και θόρυβο: κρεβάτια που τρίζουν, εξεγέρσεις και νέες μορφές έκφρασης και ανατροπής, καθώς, όπως έγραφε, μαζί με τον Μπουρλιούκ και τον Κάμενσκι, στο δικό τους φουτουριστικό μανιφέστο: «Ο ελεύθερος λόγος του δημιουργικού ατόμου θα γράφεται στο εξής σε τοίχους, ταμπλό, δρόμους, αμάξια, άμαξες, πάνω σε τραμ και στα ρούχα των ανθρώπων».

Ίσως γι' αυτό βρέθηκε πιο κοντά στους επαναστάτες, διατρανώνοντας ωστόσο τη βαθιά του απέχθεια προς τη γραφειοκρατία και κηρύσσοντας τον πόλεμο σε οτιδήποτε θύμιζε οριοθέτηση, καθοδήγηση ή Κόμμα. Σάμπως να ανδρώθηκε μαζί με τον ρωσικό μοντερνισμό και τις τολμηρές αντηχήσεις του, επιβάλλοντας μια αλλόκοτη και σουρεαλιστική γλώσσα: εμβληματική είναι η σκηνή της γνωριμίας του με τον Μπουλγκάκοφ, ο οποίος του συστήνει τους πρωτοποριακούς συγγραφείς της εποχής, μεταξύ των οποίων τον συγγραφέα της Πετρούπολης Μπέλι.


Για τον Μαγιακόφσκι δεν υφίσταται επανάσταση έξω από την τέχνη και τον έρωτα, και ας κατηγορήθηκε γι' αυτό από τους κριτικούς της εποχής και τους μπολσεβίκους. Τα ποιήματά του είναι σχεδόν εξ ολοκλήρου εμπνευσμένα από μια γυναίκα ή καταλήγουν πάντα σε αυτήν: από την όμορφη Μαρία έως την αισθαντική Έλσα –άσχετα με το αν λάτρεψε τελικά την αδελφή της Λίλι– και από την ελεύθερη Λαρίσα έως την πιο επιβλητική Βερόνικα.

Στις φαντασιώσεις του επανέρχεται, όπως επιμένει εμφατικά ο Σέβε, η μορφή της Άνα Αχμάτοβα, αλλά και της σταρ της εποχής Βέρα Χολόντναγια. Γυναίκες πραγματικές, σύντροφοι και μούσες που τροφοδότησαν την ανέφικτη εικόνα που έτρεφε ο Βολόντια για τον έρωτα που δεν χωρούσε στην πραγματική ζωή: «Συντρίμμια η βάρκα της αγάπης/ πάνω στην καθημερινότητα».

Δεν του άρεσε η γλυκερή αίσθηση που κατέτρυχε τους ποιητές και συγγραφείς της εποχής, ούτε μπορούσε να ενστερνιστεί τις εκφραστικές επιταγές που επέβαλλαν τα διάφορα ρομάντζα (ακόμα και ο Λένιν φαίνεται κάποια στιγμή να κλαίει, διαβάζοντας την Κυρία με τις Καμέλιες). Για εκείνον: «Έρωτας δεν είναι λάβα ρέουσα/ Ούτε και κάρβουνο πυρακτωμένο/ που ρέει από το ηφαίστειο του στέρνου/ κι από τα κυματιστά πυκνά δάση του./ Έρωτας είναι να τρέχεις τις μικρές ώρες/ μ' ένα τσεκούρι π' αστράφτει τη νύχτα/ σε τρύπια σεντόνια να πέφτεις».

Είναι ακριβώς ο έρωτας που ένιωθε για την παντοτινή αγαπημένη του Λίλι Γιούρεβνα Μπρικ, στην οποία είχε αφιερώσει το «Σύννεφο με παντελόνια» και πάνω στη ράχη της οποίας έγραφε τον «Αυλό των Σπονδύλων». Σύζυγος της Λίλι ήταν ο εκδότης του Όλιπ και όλοι μαζί ενεπλάκησαν σε ένα παράξενο τρίγωνο το οποίο, όπως φανερώνει το βιβλίο, έκρυβε αγάπη και απόλυτο σεβασμό, ακόμα και στις πιο δύσκολες στιγμές του (στο τέλος, μάλιστα, έγινε εξάγωνο!).

Είναι συγκλονιστική η στιγμή που ο Μαγιακόφσκι διαβάζει το «Σύννεφο με παντελόνια» στο σπίτι του Όσιπ και της Λίλι, με τον Γκόργκι –τον οποίο, παρεμπιπτόντως, δεν εκτίμησε ποτέ– να ακούει σχεδόν εκστασιασμένος. Σε ένα βιβλίο, άλλωστε, που φέρει τον τίτλο Φλέγομαι, από τον ομώνυμο στίχο, δεν μπορεί να μην έχουν σημασία οι στιγμές, ειδικά αυτή στο νοσοκομείο λίγο πριν από το επερχόμενο τέλος ή όταν ο Μαγιακόφσκι γράφει σε μια χαρτοπετσέτα το τρίπτυχο της ζωής του, Τέχνη - Επανάσταση - Σεξουαλικότητα.


Με μια λέξη, «δημιουργία». Με αυτήν απαντούσε στον λαϊκισμό, στους αχθοφόρους της επανάστασης οι οποίοι επέμεναν στη ματαιότητα της καλλιτεχνικής πράξης: «Πιο όμορφο είναι, φυσικά, να πλανίζεις ξύλα. Η δουλειά μας, όμως, εμάς των ποιητών είναι να πλανίζουμε τα αργόστροφα κεφάλια των ανθρώπων» απαντά σε έναν εργάτη που ενίσταται για την αναγκαιότητα του καλλιτεχνικού έργου.

«Χρειαζόμαστε ο ένας τον άλλον, εργάτη. Ο εργάτης του λόγου και ο εργάτης της γης –και σε καιρό πολέμου– ο εργάτης των σφαγών». Τον Μαγιακόφσκι δεν τον πείραξε ποτέ το βαθύ κόκκινο της επανάστασης ή του αίματος αλλά η έλλειψη εναλλαγών και η αχρωματοψία σε έναν ασπρόμαυρο κόσμο: «Τα χρώματα δεν θα τα πειράξετε... ειδικά το κόκκινο. Θέλω την κοινωνία μας πολύχρωμη, με πολλή μουσική και ποίηση. Δεν φοβάμαι τις εντελώς αντίθετες απόψεις. Με διεγείρουν υπερβολικά οι διενέξεις. Αν εξαφανίσετε όλες τις διαφορές, τότε θα πέσει βουβαμάρα και τα χρώματα θα χαθούν».

Αυτός είναι εν ολίγοις ο πάντοτε απρόβλεπτος Μαγιακόφσκι του Σέβε και όλων σχεδόν των ανθρώπων, σε μια βιογραφία που μπορεί να είναι μυθιστορηματική, αλλά υπερτονίζει την αλήθεια.

Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO

Βιβλίο
2

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

«Μικρή μου, ας τους αφήσουμε αυτούς τους κερατάδες τους καλόγερους»

Lifo Videos / «Μικρή μου, ας τους αφήσουμε αυτούς τους κερατάδες τους καλόγερους»

Η Αγλαΐα Παππά διαβάζει ένα απόσπασμα από τις βέβηλες και αμφιλεγόμενες «120 Μέρες των Σοδόμων» του Μαρκησίου ντε Σαντ, ένα βιβλίο αναγνωρισμένο πλέον ως αξεπέραστο λογοτεχνικό αριστούργημα και χαρακτηρισμένο ως «εθνικός θησαυρός» της Γαλλίας.
THE LIFO TEAM
Το «προπατορικό αμάρτημα» του Τζο Μπάιντεν

Βιβλίο / Ποιο ήταν το θανάσιμο σφάλμα του Τζο Μπάιντεν;

Ένα νέο βιβλίο για τον πρώην Πρόεδρο αποτελεί καταπέλτη τόσο για τον ίδιο όσο και για τη δουλοπρεπή κλίκα πιστών και μελών της οικογένειάς του, που έκαναν το παν για να συγκαλύψουν τον ραγδαίο εκφυλισμό της γνωστικής του ικανότητας.
THE LIFO TEAM
ΕΠΕΞ Συγγραφείς/ Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου

Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου / 8 Έλληνες συγγραφείς ξαναγράφουν τους μύθους και τις παραδόσεις

Η Λυσιστράτη ερμηνεύει τις ερωτικές σχέσεις του σήμερα, η Ιφιγένεια διαλογίζεται στην παραλία και μια Τρωαδίτισσα δούλα γίνεται πρωταγωνίστρια: 8 σύγχρονοι δημιουργοί, που συμμετέχουν με τα έργα τους στο φετινό Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου, συνομιλούν με τα αρχαία κείμενα και συνδέουν το παρελθόν με επίκαιρα ζητήματα.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Τζούντιθ Μπάτλερ: «Θέλουμε να ζήσουμε με ανοιχτή ή με κλειστή καρδιά;»

Τζούντιθ Μπάτλερ / «Θέλουμε να ζήσουμε με ανοιχτή ή με κλειστή καρδιά;»

Μια κορυφαία προσωπικότητα της σύγχρονης παγκόσμιας διανόησης μιλά στη LiFO για τo «φάντασμα» της λεγόμενης ιδεολογίας του φύλου, για το όραμα μιας «ανοιχτόκαρδης κοινωνίας» και για τις εμπειρίες ζωής που της έμαθαν να είναι «ένας άνθρωπος ταπεινός και ταυτόχρονα θαρραλέος».
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Ντίνος Κονόμος

Βιβλίο / «Ο κύριος διευθυντής (καλό κουμάσι) έχει αποφασίσει την εξόντωσή μου…»

Ο Ντίνος Κονόμος, λόγιος, ιστοριοδίφης και συγγραφέας, υπήρξε συνεχιστής της ζακυνθινής πνευματικής παράδοσης στον 20ό αιώνα. Ο συγγραφέας Φίλιππος Δ. Δρακονταειδής παρουσιάζει έργα και ημέρες ενός ανθρώπου που «δεν ήταν του κόσμου τούτου».
ΦΙΛΙΠΠΟΣ Δ. ΔΡΑΚΟΝΤΑΕΙΔΗΣ
Η ζωή του Καζαντζάκη σε graphic novel από τον Αλέν Γκλικός

Βιβλίο / Ο Νίκος Καζαντζάκης όπως δεν τον είχαμε ξαναδεί σε ένα νέο graphic novel

Ο ελληνικής καταγωγής Γάλλος συγγραφέας Αλέν Γκλικός καταγράφει την πορεία του Έλληνα στοχαστή στο graphic novel «Καζαντζάκης», όπου ο περιπετειώδης και αντιφατικός φιλόσοφος και μυθιστοριογράφος ψυχαναλύεται για πρώτη φορά και συστήνεται εκ νέου στο ελληνικό κοινό.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
«Πετρίτης»: Το πιο γρήγορο πουλί στον κόσμο και η άγρια, αδάμαστη ομορφιά του

Ηχητικά Άρθρα / Πετρίτης: Το πιο γρήγορο πουλί στον κόσμο και η άγρια, αδάμαστη ομορφιά του

Ο Τζoν Άλεκ Μπέικερ αφιέρωσε δέκα χρόνια από τη ζωή του στην παρατήρηση ενός πετρίτη και έγραψε ένα από τα πιο ιδιαίτερα βιβλία της αγγλικής λογοτεχνίας – μια από τις σημαντικότερες καταγραφές της άγριας ζωής που κινδυνεύει να χαθεί για πάντα. Κυκλοφόρησε το 1967 αλλά μόλις τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια οι κριτικοί και το κοινό το ανακάλυψαν ξανά.
M. HULOT
Μπενχαμίν Λαμπατούτ: «Ας μην αφήνουμε τον Θεό στους πιστούς» 

Βιβλίο / Μπενχαμίν Λαμπατούτ: «Αν αξίζει ένα πράγμα στη ζωή, αυτό είναι η ομορφιά»

Εν όψει της εμφάνισής του στη Στέγη Ιδρύματος Ωνάση, στις 21 Μαΐου, ο Λατινοαμερικανός συγγραφέας-φαινόμενο Μπενχαμίν Λαμπατούτ μιλά στη LiFO για τον ρόλο της τρέλας στη συγγραφή, τη σχέση επιστήμης και λογοτεχνίας και το μεγαλείο της ήττας – και δηλώνει ακόμα φανατικός κηπουρός και εραστής της φύσης.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Το πίσω ράφι/ Άντονι Μπέρτζες: «Έρνεστ Χέμινγουεϊ»

Το Πίσω Ράφι / Ο Χέμινγουεϊ ήταν ένας φωνακλάς νταής αλλά κι ένας σπουδαίος συγγραφέας του 20ού αιώνα

Η βιογραφία «Έρνεστ Χέμινγουεϊ - Μια ζωή σαν μυθοπλασία» του Βρετανού συγγραφέα Άντονι Μπέρτζες αποτυπώνει όχι μόνο την έντονη και περιπετειώδη ζωή του κορυφαίου Αμερικανού ομοτέχνου του αλλά και όλο το εύρος της αντιφατικής προσωπικότητάς του.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
21η Διεθνής Έκθεση Βιβλίου Θεσσαλονίκης

Βιβλίο / 21η ΔΕΒΘ: Εξωστρέφεια και καλύτερη οργάνωση αλλά μένουν ακόμα πολλά να γίνουν

Απολογισμός της 21ης ΔΕΒΘ που πραγματοποιήθηκε για πρώτη φορά υπό την αιγίδα του νεοσύστατου ΕΛΙΒΙΠ. Σε ποιο βαθμό πέτυχε τους στόχους της και ποια στοιχήματα μένει ακόμα να κερδίσει;
ΚΟΡΙΝΑ ΦΑΡΜΑΚΟΡΗ
Η ποίηση όχι μόνο αλλάζει τον κόσμο, τον δημιουργεί» ​​​​​​/Μια νέα ανθολογία ελληνικής queer ποίησης μόλις κυκλοφόρησε στα ισπανικά /11 Έλληνες ποιητές σε μια νέα ισπανική queer ανθολογία /Queer ελληνική ποίηση σε μια νέα δίγλωσση ισπανική ανθολογία

Βιβλίο / Μια Ισπανίδα καθηγήτρια μεταφράζει ελληνική queer ποίηση

Η María López Villalba, καθηγήτρια Νέων Ελληνικών στο Πανεπιστήμιο της Μάλαγα, μετέφρασε 11 ελληνικά ποιήματα, σε μια πρόσφατη ανθολογία που προσφέρει στο ισπανόφωνο κοινό την ευκαιρία να γνωρίσει τη σύγχρονη ελληνική queer –και όχι μόνο– ποίηση.
M. HULOT
«Κανείς δεν μας επέβαλε να έχουμε όλοι μια μονστέρα στο σαλόνι»

Βιντσέντζο Λατρόνικο / «Κανείς δεν μας επέβαλε να έχουμε όλοι μια μονστέρα στο σαλόνι»

Ο Ιταλός συγγραφέας και υποψήφιος για το βραβείο Booker, Βιντσέντζο Λατρόνικο, μιλά στη LIFO για το πολυσυζητημένο βιβλίο του «Τελειότητα», στο οποίο αποτυπώνει την αψεγάδιαστη αλλά ψεύτικη ζωή μιας ολόκληρης γενιάς ψηφιακών νομάδων στην Ευρώπη, καθώς και τη μάταιη αναζήτηση της ευτυχίας στην ψηφιακή εποχή.
M. HULOT
Μεσσαλίνα: Ακόλαστη μέγαιρα ή πολύ έξυπνη για την εποχή της;

Ηχητικά Άρθρα / Μεσσαλίνα: Ακόλαστη μέγαιρα ή πολύ έξυπνη για την εποχή της;

Το όνομά της έχει συνδεθεί με την εικόνα μιας αδίστακτης, σεξουαλικά ακόρεστης και επικίνδυνης γυναίκας. Ένα νέο βιβλίο, όμως, έρχεται να αμφισβητήσει αυτή τη στερεοτυπική αφήγηση και να φωτίσει μια διαφορετική εκδοχή της ιστορίας της.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Rene Karabash

Βιβλίο / Rene Karabash: «Θέλω πίσω τη γυναικεία δύναμη που μου στέρησαν οι άνδρες»

Η Βουλγάρα συγγραφέας Rene Karabash μιλά για το μυθιστόρημά της «Ορκισμένη», που τιμήθηκε με το βραβείο Ελίας Κανέτι, και στο οποίο εστιάζει στην ιστορία των «ορκισμένων παρθένων» γυναικών των Βαλκανίων που επέλεξαν να ζήσουν ως άνδρες.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Δυο γυναίκες συγγραφείς αποκαλύπτουν τα κρυφά μυστικά της γραφής

Βιβλίο / Όλες οι γυναίκες του κόσμου στο νέο βιβλίο της Αμάντας Μιχαλοπούλου

Στο «Μακρύ ταξίδι της μιας μέσα στην άλλη», η μητρότητα γίνεται ο συνδετικός κρίκος που ενώνει όλες τις μητέρες και όλες τις κόρες με τις γυναίκες της Ιστορίας που θαυμάσαμε, αλλά και τις ανώνυμες «Παναγίες» που κράτησαν στους ώμους τους τα βάρη της ανθρωπότητας.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
«Ένας μύθος λέει πως αν χάσεις κάτι στην Αθήνα, θα το βρεις στον Ελαιώνα»

Βιβλίο / «Ένας μύθος λέει πως αν χάσεις κάτι στην Αθήνα, θα το βρεις στον Ελαιώνα»

Στο νέο του βιβλίο, «Lost Things Found», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Hyper Hypo, ο εικαστικός φωτογράφος Αντώνης Θεοδωρίδης εξερευνά τον μαγικό κόσμο της υπαίθριας αγοράς του Ελαιώνα.
ΙΩΝΑΣ ΚΑΛΛΙΜΑΝΗΣ
Ντιντιέ Εριμπόν: «Καιρός για ένα κίνημα των ηλικιωμένων!»

Ντιντιέ Εριμπόν / Ντιντιέ Εριμπόν: «Να πάψουμε να βλέπουμε τους ηλικιωμένους ως κοινωνικούς παρίες»

Από τους σημαντικότερους και πιο επιδραστικούς σύγχρονους Γάλλους στοχαστές, ο Ντιντιέ Εριμπόν συνδύασε στα βιβλία του τα δύσκολα βιώματα της νεότητάς του με μια εμπεριστατωμένη, αλλά και εικονοκλαστική, κοινωνικοπολιτική «ακτινογραφία» της γαλλικής κοινωνίας. 
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ

σχόλια

1 σχόλια