H ομορφιά του νησιού είχε κάτι το αιχμηρό: Ξαναδιαβάζοντας τον «Υπνοβάτη» της Καραπάνου

H ομορφιά του νησιού είχε κάτι το αιχμηρό: Ξαναδιαβάζοντας τον «Υπνοβάτη» της Καραπάνου Facebook Twitter
Φωτ.: Αναστασία Βουτυροπούλου / LiFO
0



ΜΕΤΑ ΦΟΒΟΥ ΘΕΟΥ ξαναδιάβασα μετά από δεκαετίες το βιβλίο που τόσο με είχε συνεπάρει σε πολύ νεαρή και ευεπηρέαστη ηλικία. Δεν παίζουν μ' αυτά. Κι αν δεν αναγνώριζα πλέον καθόλου εκείνον τον εικοσάχρονο που αναζητούσε ένα σύγχρονο ελληνικό μυθιστόρημα να αγαπήσει και το βρήκε, με κεραυνοβόλο τρόπο, στον Υπνοβάτη;


Βαθιά ανακούφιση. Εγώ ήμουν, τελικά, σε μεγάλο βαθμό και τότε, δεν ήταν άλλος. Αν μη τι άλλο, εκτός του ότι παρασύρθηκα αμέσως και πάλι στο ύφος, στο πνεύμα (και στο χιούμορ), στο σύμπαν και στους χαρακτήρες του βιβλίου, μου φάνηκε πολύ πιο βαθιά και μοιραία ενήλικο απ' όσο θα μπορούσα να αντιληφθώ τότε αυτό το πυρετώδες όνειρο που (κατ)έγραψε η Μαργαρίτα Καραπάνου με φόντο τη στοιχειωμένη αποικία μποέμ καλλιτεχνών, συγγραφέων και εστέτ απόκληρων που κατοικεί, σαν από πάντα και για πάντα, σε ένα νησί.

Το νησί είναι, φυσικά, η Ύδρα της συγγραφέως, αλλά στο βιβλίο μένει ακατονόμαστο και οικουμενικό, πεδίο αρχέγονου μυστικισμού και σύγχρονων ματαιώσεων, που υπερβαίνει τα συμβατικά χωροχρονικά πλαίσια, παρότι στην ιστορία εμφανίζονται με το αληθινό τους όνομα διάφορα μέρη και στέκια – ελάχιστα από τα οποία υπάρχουν ακόμα, 33 χρόνια μετά την πρώτη έκδοση του Υπνοβάτη. Η ίδια η Καραπάνου, πάντως, είχε πει κάποτε σε μια συνέντευξή της ότι «θα μπορούσε να είναι η Πάτμος, αλλά όχι βέβαια η Σύρος ή η Σάμος». Αυτό γίνεται σαφές όταν διαβάσει κανείς το βιβλίο.

Οι χαρακτήρες περιφέρονται σαν φαντάσματα που στοιχειώνουν το καθαρτήριο του νησιού, συγχρόνως όμως στοιχειώνονται και οι ίδιοι από άλλα φαντάσματα που δεν κατοικούν πλέον εκεί, μνημονεύονται όμως στις νυχτερινές τελετουργικές εξιστορήσεις ως ήρωες και ηρωίδες της μυθολογίας του μέρους.


Όχι ότι την έχει ανάγκη την επικαιρότητα ένα τόσο εκ φύσεως υπερβατικό αφήγημα, ο Υπνοβάτης όμως αποκτά στις μέρες μας μια έξτρα καίρια διάσταση λόγω μιας πρόσφατης αναθεώρησης της διεθνούς της χρυσής μποεμίας που κατοικούσε κάποτε στην Ύδρα, με την ανάδειξη της σκοτεινής όψης αυτής της κοινότητας, που συχνά είχε να κάνει με τον χρόνιο αλκοολισμό και την αίσθηση υψηλού δράματος των εκλεκτών μελών της, όπως καταγράφηκε κυρίως στο περσινό ντοκιμαντέρ Marianne & Leonard: Words of Love αλλά και στο φετινό μπεστ-σέλερ της Polly Samson, A theatre for dreamers.

Η ίδια, προετοιμάζοντας το έδαφος για την κυκλοφορία του βιβλίου, είχε γράψει στα τέλη του περασμένου Μαρτίου ένα άρθρο στην «Guardian» με τον ξεκάθαρων προθέσεων τίτλο «Bohemian Τragedy: Ο Λέοναρντ Κοέν και η κατάρα της Ύδρας». Η Ύδρα συγχρόνως ως τζετ-σετ καταφύγιο υψηλής μποεμίας και ως σανατόριο ψυχών χαμένων σε ένα αιώνιο λυκόφως σαν αυτό που κυριαρχεί στην ατμόσφαιρα του Υπνοβάτη:


Το νησί είχε περάσει όλα τα στάδια της αγάπης, της αδιαφορίας, του κενού... Η ομορφιά του είχε αποκτήσει κάτι το αιχμηρό εκεί που άλλοτε ήταν όλο καμπύλες, ακόμα και τα πουλιά τραγουδούσαν με νότες ψηλές, σκληρές, οι εποχές αλλάζανε απότομα, σαν να έπεφτε μια λεπίδα και τις χώριζε πριν προλάβουν να κάνουνε τον κύκλο τους.


Σε έναν τέτοιον κόσμο εμφανίζεται στο βιβλίο, ως από μηχανής θεός (κυριολεκτικά) ή ως άγγελος-εξολοθρευτής, ο πανέμορφος, σαγηνευτικός, ιδιοφυής, πανταχού παρών, φασίζων Μανόλης με στολή αστυνόμου, για να σπείρει τον «τρόμο της αληθινής αγάπης» και να προκαλέσει την Αποκάλυψη που τόσο μοιάζει να έχει ανάγκη αυτή η «παρέα των ξένων με τα βιβλία τους και τις ζωγραφικές, με τα μεθύσια τους και την παράξενη συνενοχή τους».


Όποιος ξένος ερχόταν στο νησί τον καταπίνανε αμέσως, τον κάνανε δικό τους, κι είχαν καταντήσει να μοιάζουν όλοι τους σαν αδέλφια, σα να 'χε κάνει κατάληψη στο νησί μια τεράστια οικογένεια, υπακούοντας σε κάποιο σύνθημα μυστικό απ' τα πέρατα του κόσμου, και είχε διαλέξει αυτόν τον τόπο σαν τελευταίο σταθμό, όπως οι άρρωστοι ελέφαντες μαζεύονται και κρύβονται για να πεθάνουν σε τόπους μυστικούς μέσα στη ζούγκλα. (...) Ξεμέθυστοι μισιούνται, θα μπορούσαν να αλληλοσπαραχτούν σε ένα δευτερόλεπτο, σαν άγρια θηρία που έχουν πέσει στην ίδια παγίδα.


«Ήμουν άρρωστη, πολύ άρρωστη, είχα κατάθλιψη».


«Είχες θλίψη» τη διόρθωσε τρυφερά ο Μανόλης. «Μη λες ποτέ κατάθλιψη, είναι μια λέξη φτωχή, που σημαίνει έλλειψη του πόνου».


Έβρεχε και σε λίγο έπρεπε να πάνε στα άδεια σπίτια τους, να περπατήσουν τους άδειους και σκοτεινούς δρόμους του νησιού, να μπούνε στα υγρά κρεβάτια τους, να αποφύγουνε τα όνειρα. Ο καθένας ευχόταν με τον δικό του τρόπο κάτι να συμβεί. Δεν βλέπανε πως οι νύχτες είχαν αλλάξει υφή και πως ο ουρανός ανέπνεε σαν δέρμα, παλλόταν και τύλιγε το νησί σαν ιστός αράχνης.

Αν κανείς αναζητούσε σώνει και καλά πρωταγωνιστές στον θίασο των πολύχρωμων (παρότι σκοταδόψυχων κατά βάση), ευφυών, εκφραστικών και αλαφροΐσκιωτων χαρακτήρων που περιφέρεται στο βιβλίο, θα μπορούσε να εκλέξει, εκτός από τον κλονισμένο θεάνθρωπο Μανόλη, τη Λούκα (ένα είδος alter ego της συγγραφέως) και τον αμετάκλητα καταραμένο και τελειωμένο Mark, οι οποίοι λειτουργούν περιστασιακά και ως συνείδηση (ή ως συλλογικό ασυνείδητο) αυτής της κοινότητας, παρότι εκείνος διαπράττει μία από τις απεχθέστερες πράξεις που περιγράφονται στο βαρύ εγκληματολόγιο του βιβλίου...


Ο Mark άναψε το χιλιοστό τσιγάρο της βραδιάς. «Όταν δεν έρχομαι εδώ, τις νύχτες πάω στο μπαρ, γυρίζω σπίτι μεθυσμένος, είναι πάντα τέσσερις, ανοίγω το μαγνητόφωνο και μιλάω, μετά πέφτω στο κρεβάτι και ακούω τη φωνή μου. Τα αντέχω όλα, αλλά όχι τη σιωπή στις τέσσερις μετά το μπαρ. Δεν είναι από μοναξιά, δεν αισθάνομαι πια μόνος, κάποτε αισθανόμουν μόνος, αλλά αισθανόμουν και τόσα άλλα, όχι, τη σιωπή είναι που δεν αντέχω, όταν το σπίτι γύρω μου σφύζει από σιωπή γίνομαι σαν μια τρύπα που γεμίζει με χώματα, πέτρες, σα να πέφτουνε μπάζα και να σφηνώνουν μέσα μου...».


Ο Mark άνοιξε τα μάτια. Σκοτείνιαζε, έβγαινε το φεγγάρι, το νησί έκπαγλο, περίμενε το βλέμμα του. Σκέφτηκε πως αυτό ήταν η Κόλαση. Να έχεις αιωνίως μπροστά σου την ίδια ομορφιά και το μάτι σου να μην μπορεί να ξεκουραστεί πάνω σε κάτι το άσχημο, το αδιάφορο. Να 'χεις περάσει ζωές ολόκληρες, αλλά το βλέμμα σου να πέφτει πάντα στον ίδιο βράχο, στην ίδια θάλασσα, και το αιώνιο αυτό τοπίο να καταπίνει αθόρυβα αγάπες, μίση, πόνους αβάσταχτους, χαρές, και να παραμένει το ίδιο, λείο και μυστικό, κι εσύ να πρέπει αιώνια να το κοιτάς.


Οι χαρακτήρες περιφέρονται σαν φαντάσματα που στοιχειώνουν το καθαρτήριο του νησιού, συγχρόνως όμως στοιχειώνονται και οι ίδιοι από άλλα φαντάσματα που δεν κατοικούν πλέον εκεί, μνημονεύονται όμως στις νυχτερινές τελετουργικές εξιστορήσεις ως ήρωες και ηρωίδες της μυθολογίας του μέρους.


Η Λεωνόρα ήταν αδύνατη και πάντα φορούσε άσπρα. Είχε ένα πρόσωπο μακρύ με κάτι το ατέλειωτο... αλλά τα μάτια της ήταν μικρά και πονηρά, σαν τα μάτια που έχουνε οι κούκλες και οι καρχαρίες. Είχε κάτι το ρομαντικό και το χυδαίο. Δεν μπορώ να την περιγράψω περισσότερο, γιατί στο βάθος ήτανε τρελή, κι έτσι δανειζότανε τα βλέμματα των άλλων για να υπάρξει, δεν είχε τίποτα το μόνιμα δικό της... Κάθε φορά που την έβλεπα, ήταν και μια άλλη Λεωνόρα, ανήκε στο βλέμμα που την είχε κοιτάξει πριν από μένα, κι εγώ έβλεπα πια απομεινάρια, θρύμματα, κομμάτια ασύνδετα που είχανε αφήσει πάνω της οι άλλοι.


«Ο θεός ήτανε κουρασμένος...» Η φράση που ανοίγει το βιβλίο μοιάζει σχεδόν παροιμιώδης και αυτομάτως κλασική, θέτει πάντως μια υπερφυσική/μεταφυσική διάσταση που παραμονεύει διαρκώς σε όλη την ιστορία, κάνοντας την εμπειρία ανάγνωσης του Υπνοβάτη να μοιάζει με όνειρο – ή με όνειρο μέσα σε όνειρο όπου βρίσκεται και χάνεται ο αναγνώστης μαζί με τους χαρακτήρες...


«Καμιά φορά», είπε ο Μανόλης, «αισθάνομαι πως το νησί ολόκληρο είναι ένα όνειρο, όπου όλοι μας έχουμε μια θέση και έναν ρόλο, προσπαθούμε να καταλάβουμε το νόημά του, αλλά δεν μπορούμε, γιατί είμαστε μέρος αυτού του ονείρου, ίσως μάλιστα και οι πρωταγωνιστές. Ίσως ακόμα, σαν υπνοβάτες, να περπατάμε σ' ένα νησί ανύπαρκτο, να ονειρευόμαστε εμείς ένα νησί ανύπαρκτο, να βλέπουμε όλοι την ίδια στιγμή το ίδιο όνειρο.

Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.

 

Το νέο τεύχος της LiFO δωρεάν στην πόρτα σας με ένα κλικ.

Βιβλίο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Λυμπεράκη – Καραπάνου: «Στην Ύδρα κατάλαβα πόσο συνυφασμένες ήταν η ζωή και η λογοτεχνία γι' αυτές τις δύο γυναίκες»

Βιβλίο / Λυμπεράκη – Καραπάνου: «Στην Ύδρα κατάλαβα πόσο συνυφασμένες ήταν η ζωή και η λογοτεχνία γι' αυτές τις δύο γυναίκες»

Η μεταφράστρια της αγγλόφωνης έκδοσης του κλασικού βιβλίου της Μαργαρίτας Λυμπεράκη «Τα ψάθινα καπέλα», που μόλις κυκλοφόρησε με τίτλο «Three Summers», γράφει για την εμπειρία της με τις δύο αείμνηστες Ελληνίδες συγγραφείς και για την ιδιοσυγκρασιακή σχέση τους ως μητέρας και κόρης.

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Γιατί ο Πέρσιβαλ Έβερετ πήρε το Πούλιτζερ με το «James»

Βιβλίο / Γιατί ο Πέρσιβαλ Έβερετ πήρε το Πούλιτζερ με το «James»

Ο Πέρσιβαλ Έβερετ έγραψε ένα άκρως επίκαιρο, δεδομένων των τελευταίων ημερών, βιβλίο, που ταυτόχρονα φιλοδοξεί να καταστεί κλασικό, για τον ρατσισμό και τη χαμένη ανθρωπιά, και κέρδισε το Εθνικό Βραβείο Λογοτεχνίας των ΗΠΑ και το Πούλιτζερ.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
«Πάμε στη Χονολουλού»: Ένα βιβλίο για τον μποέμ ρεμπέτη, κιθαρίστα και σκιτσογράφο Κώστα Μπέζο, που ξαναγράφει την ιστορία της Ελλάδας πριν από το 1940

Βιβλίο / «Πάμε στη Χονολουλού»: Ένα βιβλίο για τον μποέμ ρεμπέτη Κώστα Μπέζο

Τη δεκαετία του ’30 άνθισε στην Ελλάδα ένα μουσικό είδος «διαφυγής» από τη σκληρή πραγματικότητα, οι χαβάγιες. Ο Κώστας Μπέζος, αινιγματική μορφή μέχρι πρόσφατα και σημαντικός ρεμπέτης και σκιτσογράφος, έγραψε μια ανείπωτη ιστορία, διαφορετική από αυτή που η επίσημη ιστορία έχει καταγράψει για την εποχή του Μεσοπολέμου.  
M. HULOT
Εύα Μπαλταζάρ: «Η αγάπη που σε φυλακίζει δεν είναι αγάπη»

Βιβλίο / Εύα Μπαλταζάρ: «Η αγάπη που σε φυλακίζει δεν είναι αγάπη»

Η Καταλανή συγγραφέας, που έχει εξελιχθεί σε σημείο αναφοράς της σύγχρονης queer λογοτεχνίας, μεταφράζεται παγκοσμίως και τη θαυμάζει ο Αλμοδόβαρ, μιλά στη LiFO για το τι σημαίνει να ζεις ελεύθερα.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
ΕΠΕΞ Φάνη, ψηλά το κεφάλι!

Βιβλίο / Φάνη, ψηλά το κεφάλι!

Το πρώτο βιβλίο του Φάνη Παπαδημητρίου είναι μια συγκινητική εξομολόγηση για το ατύχημα στα 19 του που τον καθήλωσε σε αμαξίδιο, την πάλη του με τον τζόγο και τον αγώνα που έδωσε να ξαναφτιάξει τη ζωή του «μετά το τσουνάμι που ήρθε και τα σάρωσε όλα».
M. HULOT
«Τι ωραίο πλιάτσικο!»: Όταν η «αργόσχολη» τάξη εργάζεται σκληρά για το Κακό

Το πίσω ράφι  / «Τι ωραίο πλιάτσικο!»: Όταν η «αργόσχολη» τάξη εργάζεται σκληρά για το Κακό

Πιστή στην κλασική μορφή του μυθιστορήματος, αλλά ταυτόχρονα ανατρεπτική και μεταμοντέρνα, η καυστική σάτιρα του Τζόναθαν Κόου για τη βρετανική άρχουσα τάξη των αρχών της δεκαετίας του ’90 διαβάζεται μονορούφι.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
ΕΠΕΞ Γυναικείες φωνές από διαφορετικά μέρη του κόσμου

Βιβλίο / Από τη Μαλαισία μέχρι το Μεξικό: 5 νέα βιλία που αξίζει να διαβάσετε

5 συγγραφείς από διαφορετικά σημεία του πλανήτη χαράζουν νέους δρόμους στη λογοτεχνία. Ανάμεσά τους, η Τζόχα Αλχάρθι που κέρδισε το Booker και η βραβευμένη με Πούλιτζερ Κριστίνα Ριβέρα Γκάρσα.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Ποιοι ήταν οι αληθινοί «σκλάβοι» της ηδονής στην Αρχαία Ρώμη;

Αρχαιολογία / Ποιοι ήταν οι αληθινοί «σκλάβοι» της ηδονής στην Αρχαία Ρώμη;

Η διακεκριμένη ιστορικός Mary Beard στο βιβλίο της «Οι Ρωμαίοι Αυτοκράτορες. Οι ηγεμόνες του αρχαίου ρωμαϊκού κόσμου», παρουσιάζει τη ζωή και το έργο των αυτοκρατόρων μέσα από ανεκδοτολογικές αφηγήσεις και συναρπαστικές λεπτομέρειες, που θυμίζουν απολαυστικό μυθιστόρημα. Ένα από τα πιο ενδιαφέροντα κεφάλαια εστιάζει στον ρόλο των δούλων, τόσο στην καθημερινή ζωή όσο και στη σεξουαλική ζωή των Ρωμαίων αυτοκρατόρων.
M. HULOT
Τα μικρά ανεξάρτητα βιβλιοπωλεία ενώνουν τις δυνάμεις τους

Βιβλίο / Τα μικρά ανεξάρτητα βιβλιοπωλεία ενώνουν τις δυνάμεις τους

Από την Αμοργό ως την Αλεξανδρούπολη και από την Ξάνθη ως τη Μυτιλήνη, τα μικρά βιβλιοπωλεία αποκτούν για πρώτη φορά συλλογική φωνή. Βιβλιοπώλες και βιβλιοπώλισσες αφηγούνται τις προσωπικές τους ιστορίες, αλλά και τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
«Μικρή μου, ας τους αφήσουμε αυτούς τους κερατάδες τους καλόγερους»

Lifo Videos / «Μικρή μου, ας τους αφήσουμε αυτούς τους κερατάδες τους καλόγερους»

Η Αγλαΐα Παππά διαβάζει ένα απόσπασμα από τις βέβηλες και αμφιλεγόμενες «120 Μέρες των Σοδόμων» του Μαρκησίου ντε Σαντ, ένα βιβλίο αναγνωρισμένο πλέον ως αξεπέραστο λογοτεχνικό αριστούργημα και χαρακτηρισμένο ως «εθνικός θησαυρός» της Γαλλίας.
THE LIFO TEAM
Το «προπατορικό αμάρτημα» του Τζο Μπάιντεν

Βιβλίο / Ποιο ήταν το θανάσιμο σφάλμα του Τζο Μπάιντεν;

Ένα νέο βιβλίο για τον πρώην Πρόεδρο αποτελεί καταπέλτη τόσο για τον ίδιο όσο και για τη δουλοπρεπή κλίκα πιστών και μελών της οικογένειάς του, που έκαναν το παν για να συγκαλύψουν τον ραγδαίο εκφυλισμό της γνωστικής του ικανότητας.
THE LIFO TEAM
ΕΠΕΞ Συγγραφείς/ Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου

Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου / 8 Έλληνες συγγραφείς ξαναγράφουν τους μύθους και τις παραδόσεις

Η Λυσιστράτη ερμηνεύει τις ερωτικές σχέσεις του σήμερα, η Ιφιγένεια διαλογίζεται στην παραλία και μια Τρωαδίτισσα δούλα γίνεται πρωταγωνίστρια: 8 σύγχρονοι δημιουργοί, που συμμετέχουν με τα έργα τους στο φετινό Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου, συνομιλούν με τα αρχαία κείμενα και συνδέουν το παρελθόν με επίκαιρα ζητήματα.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Τζούντιθ Μπάτλερ: «Θέλουμε να ζήσουμε με ανοιχτή ή με κλειστή καρδιά;»

Τζούντιθ Μπάτλερ / «Θέλουμε να ζήσουμε με ανοιχτή ή με κλειστή καρδιά;»

Μια κορυφαία προσωπικότητα της σύγχρονης παγκόσμιας διανόησης μιλά στη LiFO για τo «φάντασμα» της λεγόμενης ιδεολογίας του φύλου, για το όραμα μιας «ανοιχτόκαρδης κοινωνίας» και για τις εμπειρίες ζωής που της έμαθαν να είναι «ένας άνθρωπος ταπεινός και ταυτόχρονα θαρραλέος».
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ