Όταν ο «Γλάρος» ορμάει στους θεατές

Όταν ο «Γλάρος» ορμάει στους θεατές Facebook Twitter
Ο Τσέχοφ βασανίζεται από το ερώτημα της όρασης: τι βλέπει ένας καλλιτέχνης και τι το κοινό του; Φωτ.: Γκέλυ Καλαμπάκα
0

Μια αυτοσχέδια σκηνή έχει στηθεί στο αγρόκτημα του Σόριν: οι ήρωες του Γλάρου, μελαγχολικοί, ανήσυχοι, απορροφημένοι στις σκέψεις τους, συγκεντρώνονται σιγά σιγά γύρω της. Τους έχει καλέσει όλους ο Τρέπλιεφ, καθώς απόψε θα παρουσιάσει το πρώτο θεατρικό έργο του. Θα το ερμηνεύσει η Νίνα, με την οποία ο νεαρός συγγραφέας δηλώνει παράφορα ερωτευμένος.

«Όπου να ’ναι θ’ αρχίσει»: η μαυροφορεμένη Μάσα ανυπομονεί για την έναρξη της παράστασης. «Όπου να ’ναι θ’ αρχίσει»: ο Τρέπλιεφ κοιτάζει όλο αγωνία το ρολόι του. Θ’ αρχίσει ή έχει ήδη αρχίσει; Ποιο έργο παρακολουθούμε; Ποιανού συγγραφέα; Ποιοι είναι οι «θεατές» και ποιοι οι «ηθοποιοί»;

Ο Τσέχοφ βασανίζεται από το ερώτημα της όρασης: τι βλέπει ένας καλλιτέχνης και τι το κοινό του; Πώς μεταφέρει αυτό που βλέπει στη σελίδα ή στη σκηνή; Η θεατρική πραγματικότητα της εποχής τον απογοητεύει ξανά και ξανά. Μελοδράματα και φάρσες: «αυτό είναι όλο;» αναρωτιέται. Αληθοφανή σκηνικά, δραματικές εξάρσεις και προσποιητή αφοσίωση στα μεγάλα ιδανικά της τέχνης;

Η αγανάκτηση του νεαρού Τρέπλιεφ αντανακλά εν μέρει εκείνη του δημιουργού του: «Κατά τη γνώμη μου, το σημερινό θέατρο δεν είναι παρά ρουτίνα και σύμβαση. Όταν ανοίγει η αυλαία και βλέπω αυτά τα περίφημα ταλέντα, αυτούς τους αρχιερείς της τέχνης, να προσπαθούν να μας δείξουν πώς τρώνε οι άνθρωποι, πώς πίνουν, πώς περπατάνε, πώς ερωτεύονται, πώς φοράνε τα σακάκια και τις γραβάτες τους... Όταν τους βλέπω, μ’ αυτές τις φτηνές εικόνες και μ’ αυτές τις φτηνές φράσεις, να αγωνίζονται να βγάλουν κάποιο ηθικό δίδαγμα... τότε το βάζω στα πόδια, σαν τον Μοπασάν που έτρεχε μακριά από τον πύργο του Άιφελ, γιατί τον αρρώσταινε η χυδαιότητά του».

Αυτή την πορεία απομάγευσης του Τρέπλιεφ ακολουθεί η παράσταση του Δημήτρη Καραντζά, η οποία επιχειρεί να αποδώσει όχι μόνο τον ψυχικό κυματισμό αλλά και τον δημιουργικό εγκλωβισμό του τσεχοφικού ήρωα.

Δεν αρκεί, φυσικά, η νεανική οργή, ακόμα και η δικαιολογημένη, για να μετουσιωθεί η ζωή σε τέχνη. Τότε λοιπόν, τι; Τι είδους αρετές πρέπει να διαθέτει κανείς για να γίνει Τολστόι;

Όταν ο «Γλάρος» ορμάει στους θεατές Facebook Twitter
Τι είδους αρετές πρέπει να διαθέτει κανείς για να γίνει Τολστόι; Όλοι στο έργο ονειρεύονται μια τέτοια υψηλή θέση, όλοι τη θαυμάζουν ή τη ζηλεύουν, κανένας όμως δεν μοιάζει να την έχει κατακτήσει ή, έστω, να γνωρίζει πώς. Φωτ.: Γκέλυ Καλαμπάκα

Όλοι στο έργο ονειρεύονται μια τέτοια υψηλή θέση, όλοι τη θαυμάζουν ή τη ζηλεύουν, κανένας όμως δεν μοιάζει να την έχει κατακτήσει ή, έστω, να γνωρίζει πώς. Και σίγουρα όχι ο Τρέπλιεφ, όσο κι αν υψώνει τη γροθιά του, όσο κι αν διαισθάνεται την έλλειψη αυθεντικότητας που διαπνέει το κυρίαρχο, «εμπορικό» θέατρο που τον απωθεί, όσο κι αν καταφεύγει –ειδικά στην αρχή– σε μεγαλόσχημες δηλώσεις που μαρτυρούν την άγουρη, αδοκίμαστη ακόμη συνείδησή του.

«Χρειαζόμαστε νέες φόρμες», επιμένει στην πρώτη πράξη, λίγο προτού αποτολμήσει την παρθενική συγγραφική εμφάνισή του ενώπιον κοινού. Θα χρειαστεί να υπομείνει πολλά –το σφυροκόπημα του χρόνου, την οδύνη του ανεκπλήρωτου έρωτα, την αγωνία της γραφής, τη βάσανο της κριτικής– για να φτάσει, λίγα χρόνια αργότερα, στην τέταρτη πράξη του έργου, να καταλάβει ότι οι «νέες φόρμες» δεν σημαίνουν τίποτα από μόνες τους, αποκομμένες από τον παλμό μιας βαθιάς επιθυμίας. Ούτε, όμως, η συνειδητοποίηση αυτή θα σταθεί αρκετή να στηρίξει την εύθραυστη ύπαρξή του.

Αυτή την πορεία απομάγευσης του Τρέπλιεφ ακολουθεί η παράσταση του Δημήτρη Καραντζά, η οποία επιχειρεί να αποδώσει όχι μόνο τον ψυχικό κυματισμό αλλά και τον δημιουργικό εγκλωβισμό του τσεχοφικού ήρωα. «Πώς θα ήταν η παράστασή μας αν τη σκηνοθετούσε ο Τρέπλιεφ;» είναι σαν να αναρωτιούνται οι συντελεστές. Το αποτέλεσμα του εν λόγω πειράματος παρουσιάζει σίγουρα ενδιαφέρον.

Από την πρώτη στιγμή, από την ώρα που εισερχόμαστε στην αίθουσα, ο Αινείας Τσαμάτης/Τρέπλιεφ βρίσκεται ήδη στη σκηνή, μετακινεί έπιπλα, τακτοποιεί αντικείμενα, κατεβαίνει στην πλατεία, δρασκελίζει τα σκαλιά, στέκεται σε διάφορα σημεία, μας κοιτάζει διερευνητικά, επιδεικνύει όλα τα «συμπτώματα» του σκηνοθέτη που ταλανίζεται από υπερένταση τη βραδιά της πρεμιέρας του έργου του.

Όταν ο «Γλάρος» ορμάει στους θεατές Facebook Twitter
Φωτ.: Γκέλυ Καλαμπάκα
Όταν ο «Γλάρος» ορμάει στους θεατές Facebook Twitter
Φωτ.: Γκέλυ Καλαμπάκα
Όταν ο «Γλάρος» ορμάει στους θεατές Facebook Twitter
Προσκολλημένος στον μητρικό μαστό, ο ήρωας δεν θα καταφέρει ποτέ να απογαλακτιστεί ψυχικά και να ανοίξει τα φτερά του καλλιτεχνικά. Φωτ.: Γκέλυ Καλαμπάκα

Και αυτή η συνειδητή ακύρωση των διαχωριστικών γραμμών μεταξύ «θεάτρου» και «ζωής», όπως την υπαγορεύει το κείμενο του Τσέχοφ, θα συνεχιστεί σε όλο το πρώτο μέρος. Οι ηθοποιοί επιβεβαιώνουν διαρκώς την παρουσία μας: κάθε φορά που βγαίνουν από τα παρασκήνια μας κοιτάζουν –πότε με έκπληξη, πότε με ανησυχία–, μοιάζει λες και η σκηνή έχει χάσει τα όριά της, σε λίγο θα μας καταπιεί, όλο και κάποιο μέλος του θιάσου βγαίνει μπροστά μας ή κάθεται δίπλα μας, μας απευθύνεται επιτακτικά, πού θα πάει αυτή η κατάσταση, πάει ο «τέταρτος τοίχος», έπεσε για τα καλά, κι εμείς «ανοχύρωτοι», με τα φώτα διαρκώς αναμμένα και στραμμένα πάνω μας, βιώνουμε έναν υπόκωφο εκνευρισμό από αυτό το αδιάκοπο πάρε-δώσε, πήγαινε-έλα, κοίτα με να σε κοιτώ, ευρήματα γνωστά, που όχι μόνο αποσπούν την προσοχή μας αλλά φαντάζουν και ιδιαιτέρως τετριμμένα ως τέτοια.

Μήπως, αναρωτιέται κανείς αναδρομικά, τα εν λόγω «ευρήματα» έχουν σκοπό να φανερώσουν ακριβώς αυτό; Ότι, δηλαδή, η μοδάτη επιτήδευση, η αυτοαναφορικότητα, η κατάρριψη των ρόλων (ηθοποιοί-θεατές), τα χειλόφωνα, τα παράξενα, «προχωρημένα» (κινηματογραφικά) φώτα, καμία ουσία, καμία πρωτοπορία δεν εξασφαλίζουν από μόνα τους; Αν αυτές είναι οι «νέες φόρμες» που ονειρεύεται ο Τρέπλιεφ, τότε δεν αρκούν, όπως θα ανακαλύψει και ο ίδιος, αφού σπάσει αμέτρητες φορές το κεφάλι του.

Προσκολλημένος στον μητρικό μαστό, ο ήρωας δεν θα καταφέρει ποτέ να απογαλακτιστεί ψυχικά και να ανοίξει τα φτερά του καλλιτεχνικά. Η τέταρτη πράξη, το τελευταίο μέρος της παράστασης, θα αναπαραστήσει ακριβώς αυτό: την οπισθοδρόμηση του Τρέπλιεφ, την οριστική φυλάκισή του στις «παλιές» φόρμες, στο πλέον συμβατικό θέατρο, με κανονικά δωμάτια, τέσσερις τοίχους, παλιομοδίτικους ανέμους και φώτα «θεατρικά». Αυτός είναι ο ρεαλισμός που μας ανέθρεψε, το «θέατρο της μαμάς» από το οποίο δεν θα ξεφύγουμε ποτέ, όσο κι αν φωνάζουμε ή γκρεμίζουμε επιδεικτικά την αυλαία.  

Όταν ο «Γλάρος» ορμάει στους θεατές Facebook Twitter
Εξαιρετικός ο Αινείας Τσαμάτης ως αιωνίως ανικανοποίητος και πικραμένος Τρέπλιεφ. Φωτ.: Γκέλυ Καλαμπάκα

Πόσο συναρπαστικά, πόσο απολαυστικά, πράγματι, ενσαρκώνει η Θεοδώρα Τζήμου αυτήν τη διάσταση της αποπλάνησής μας! Είναι η Αρκάντινα, η ναρκισσίστρια ηθοποιός, η ντίβα, η σαρωτική αυτοθαυμαζόμενη προσωπικότητα που γνωρίζει πολύ καλά πώς να ανεβάζει την πιο μελοδραματική, grande «παράσταση», όλα τα παλιά, δοκιμασμένα «κόλπα», ένα φιλί στα μαλλιά, μια γονυκλισία, μεγάλες χειρονομίες και ενσυνείδητοι θεατρινισμοί που θα σαγηνεύσουν τον γιο της ή τον εραστή της (αλλά κι εμάς), καθηλώνοντάς τους διαπαντός στην ίδια θέση υποταγής, θαυμασμού και παράλυσης. 

Εξαιρετικός ο Αινείας Τσαμάτης ως αιωνίως ανικανοποίητος και πικραμένος Τρέπλιεφ που δεν μπορεί να ησυχάσει λεπτό έτσι όπως τον διαπερνά ολόκορμα η στέρηση της αγάπης, η ερωτική απόρριψη και η αυτοαμφισβήτηση με αποτέλεσμα να περιφέρεται ολοένα πιο νευρικός, αναζητώντας ένα νόημα που δεν θα του χαριστεί ποτέ.

Αφοπλιστικός στην απλότητά του ο Μανώλης Μαυροματάκης ως Τριγκόριν, ευθύβολοι η Νατάσα Εξηνταβελώνη ως Μάσα και ο Φιντέλ Ταλαμπούκας ως γιατρός Ντορν, συμπαθής, με αυτό το υπερεκφραστικό πρόσωπο του «βωβού» σινεμά, ο Δρόσος Σκώτης ως Σόριν. Η Νίνα της Δήμητρας Βλαγκοπούλου αναδύεται ίσως υπερβολικά ηλεκτρισμένη, νευρωτικά υπερχειλίζουσα, προκαλώντας έτσι τον συγκινησιακό μετεωρισμό του θεατή.

Όταν ο «Γλάρος» ορμάει στους θεατές Facebook Twitter
Πόσο συναρπαστικά, πόσο απολαυστικά, πράγματι, ενσαρκώνει η Θεοδώρα Τζήμου αυτήν τη διάσταση της αποπλάνησής μας! Φωτ.: Γκέλυ Καλαμπάκα

Ο Γλάρος του Δημήτρη Καραντζά σφυρηλατεί μερικές κορυφαίες στιγμές σύνδεσης με το έργο, σκηνές υποδειγματικές, λεπτομέρειες λαμπρές: η μπεκετική σιωπή της Αρκάντινα-Τζήμου, που στέκεται για ώρα κοιτάζοντάς μας και καλώντας μας να την κοιτάξουμε κι εμείς, ενεργοποιώντας πληθώρα μεταθεατρικών συνάψεων στον θεατρικό μας εγκέφαλο∙ η πλάτη του Τσαμάτη-Τρέπλιεφ, που κάθεται «έξω» από το παλιό δωμάτιο, περιεργαζόμενος όσα γίνονται «μέσα», δημιουργώντας ένα πολυεπίπεδο καθρέφτισμα μεταξύ ορώντα και ορώμενου (εμείς που κοιτάζουμε αυτόν που κοιτάζει κ.ο.κ.)∙ το μικρό κομμάτι ασπρόμαυρου καρό πατώματος που απλώνεται και καταλαμβάνει συμβολικά όλον τον «χώρο» της σκηνής, όταν αυτή παραδίδεται στις «παλιές» φόρμες (έξοχη η σύλληψη του Κωνσταντίνου Σκουρλέτη), συνθέτουν μερικά από τα αξέχαστα σημεία του μωσαϊκού της παράστασης.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το συνολικό σκηνοθετικό σχέδιο «διαβάζει» το κείμενο του Τσέχοφ δυναμικά, πρωτότυπα, ευρηματικά, ευνοώντας νέες δυνατότητες ανακάλυψής των νοημάτων του. Νομίζω, όμως, ότι ο σκηνοθέτης θα μπορούσε να σηματοδοτήσει εναργέστερα το πλαίσιο μέσα στο οποίο ξεδιπλώνονται όλες αυτές οι προθέσεις, έτσι ώστε να μπορεί και ο θεατής να συμμετάσχει γόνιμα στο «παιχνίδι» μεταξύ του «παλιού» και του «νέου», που τόσο γοητευτικό μπορεί να αποδειχθεί και τόσες χαρές να εξασφαλίσει, αν στηθεί σωστά.

Χωρίς αυτή την επεξεργασία, χωρίς αυτήν τη μέριμνα, περνάμε, δυστυχώς, το πρώτο μέρος της παράστασης ελαφρώς χαμένοι, αμήχανοι, νιώθοντας διαρκώς ότι κάποιος μας κλείνει το «μάτι» και μας τραβά απ’ το «χέρι»...  

Όταν ο «Γλάρος» ορμάει στους θεατές Facebook Twitter
Ο Γλάρος του Δημήτρη Καραντζά σφυρηλατεί μερικές κορυφαίες στιγμές σύνδεσης με το έργο, σκηνές υποδειγματικές, λεπτομέρειες λαμπρές. Φωτ.: Γκέλυ Καλαμπάκα

Βρείτε περισσότερες πληροφορίες για την παράσταση εδώ

Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.

Το νέο τεύχος της LiFO δωρεάν στην πόρτα σας με ένα κλικ.

Θέατρο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Δημήτρης Καραντζάς

Θέατρο / Δημήτρης Καραντζάς: «Θέλω να μιλήσω για την απόλυτη βία τού να ζεις»

Δεκαπέντε χρόνια μετά την πρώτη του δουλειά, ο Δημήτρης Καραντζάς γράφει και σκηνοθετεί στη Στέγη ένα πρωτότυπο έργο, μια περφόρμανς-παραβολή για τη βία και τον εθισμό μας σε αυτή.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Αινείας Τσαμάτης: «Από το Εθνικό δεν τόλμησα να περάσω ούτε απέξω, από συστολή και άγχος»

Θέατρο / Αινείας Τσαμάτης: «Από το Εθνικό δεν τόλμησα να περάσω ούτε απέξω»

Ένας από τους πιο αγαπητούς και συνεπείς ηθοποιούς της γενιάς του βρίσκεται αντιμέτωπος με μια μεγάλη θεατρική πρόκληση: τον Τρέπλιεφ στον «Γλάρο» του Τσέχοφ που ανεβάζει ο Δημήτρης Καραντζάς.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Θεοδώρα Τζήμου

Portraits 2023 / Θεοδώρα Τζήμου: «Δεν τη φοβάμαι τη μοναξιά πια»

Από τις πιο συνεπείς και ταλαντούχες ηθοποιούς της γενιάς της, η Θεοδώρα Τζήμου καταφέρνει μέσα από τις ερμηνείες της να επαναφευρίσκει συνεχώς τον εαυτό της, όπως έκανε και φέτος στους «Πέρσες» και στον «Θείο Βάνια».
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Αργύρης Ξάφης: «Η φράση “πάμε κι ό,τι γίνει” είναι ενδεικτική μιας νοοτροπίας που μας έχει γαμήσει σε αυτή τη χώρα σε κάθε επίπεδο»

Θέατρο / Αργύρης Ξάφης: «Να μου προτείνουν τι; Να αναλάβω το Εθνικό; Δεν με ενδιαφέρει»

Το «Πιο όμορφο σώμα που έχει βρεθεί ποτέ σε αυτό το μέρος» είναι από τις πιο επιτυχημένες παραστάσεις της σεζόν και με την ευκαιρία βρεθήκαμε με τον Αργύρη Ξάφη στο θέατρο Θησείο.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Τι συμβαίνει με το Θεατρικό Μουσείο;

Θέατρο / Τι συμβαίνει με το Θεατρικό Μουσείο;

Η υπουργός Πολιτισμού, Λίνα Μενδώνη, μιλά για τις εργασίες μεταστέγασής του στην οικία Αλεξάνδρου Σούτσου, για την πολύτιμη αρχειακή συλλογή αλλά και για το τι αναμένεται να γίνει με τα καμαρίνια σπουδαίων ηθοποιών.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Περιμένοντας τον Γκοντό του Θεόδωρου Τερζόπουλου

Θέατρο / «Περιμένοντας τον Γκοντό»: Ο Θεόδωρος Τερζόπουλος ανατρέπει όσα γνωρίζαμε για το αριστούργημα του Μπέκετ

Ένα ταξίδι, μια παράσταση, μια συνάντηση με τον σημαντικότερο εν ζωή Έλληνα σκηνοθέτη: από το Μιλάνο στην Αθήνα, από το Piccolo Teatro στη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση, το «Περιμένοντας τον Γκοντό» του Θεόδωρου Τερζόπουλου προσφέρει μια ριζοσπαστική ανάγνωση του έργου του Μπέκετ.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
Σαν πλοίο που ναυάγησε, σα νούφαρο που μάδησε

Κριτική Θεάτρου / Σαν πλοίο που ναυάγησε, σαν νούφαρο που μάδησε

Επιχειρώντας να αποδώσει τη «φαινομενικά ασύνδετη μορφή ενός ονείρου που υπακούει στη δική του λογική», όπως αναφέρει ο Στρίνμπεργκ στο «Ονειρόδραμα», η Γεωργία Μαυραγάνη επέλεξε να μιλήσει για το ίδιο το θέατρο.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
42' με τον Βασίλη Βηλαρά

Θέατρο / Βασίλης Βηλαράς: «Το θέατρο είναι ένα ομοφοβικό και χοντροφοβικό επάγγελμα»

Στην Πειραματική Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου και στον «Καταποντισμό» ο ηθοποιός και σκηνοθέτης φέρνει στο φως μαρτυρίες από την γκέι Ελλάδα της Μεταπολίτευσης μέσα από επιστολές που στάλθηκαν στο περιοδικό ΑΜΦΙ, το πρώτο μέσο που άρθρωσε δημόσια λόγο στην Ελλάδα για την εμπειρία των ΛΟΑΤΚΙ+ ατόμων.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Καύσωνας: Το όνειρο και ο εφιάλτης του ελληνικού καλοκαιριού σε μια παράσταση

Θέατρο / Καύσωνας: Το όνειρο και ο εφιάλτης του ελληνικού καλοκαιριού σε μια παράσταση

Βασισμένος σε διηγήματα της Βίβιαν Στεργίου, μέσα από αποσπασματικές αφηγήσεις χαρακτηριστικών συμπεριφορών ντόπιων, τουριστών και expats, ο σκηνοθέτης Γιάννης Παναγόπουλος διερευνά τη μεταβατική φάση από τα ’90s μέχρι το 2020, μιλώντας για την πραγματικότητα της γενιά του -των millennials- στην παράσταση που ανεβαίνει στη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
«Οι γριές που μαζεύουν την τσουκνίδα», μάγισσες και μαγείρισσες της μυστικής Θεσσαλίας

Θέατρο / «Οι γριές που μαζεύουν την τσουκνίδα», οι μάγισσες και οι μαγείρισσες της μυστικής Θεσσαλίας σε μια παράσταση

Με έμπνευση από τη θεσσαλική λαογραφία και σε σύγχρονη σκηνική φόρμα, ο Κωνσταντίνος Ντέλλας σκηνοθετεί μια παράσταση για τις αόρατες γυναίκες της παράδοσης, αποκαλύπτοντας την κοινωνική απομόνωση, τον παραγκωνισμό τους, ακόμα και την απόκρυψη του γυναικείου σώματος.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ράνια Σχίζα: «Να γουστάρεις, αυτό είναι το κέρδος. Μόνο έτσι προχωράς στη ζωή»

Θέατρο / Ράνια Σχίζα: «Να γουστάρεις, αυτό είναι το κέρδος. Μόνο έτσι προχωράς στη ζωή»

Μια ηθοποιός με λεπτές ποιότητες, εξαιρετικές συνεργασίες, επιμονή και πάθος μιλά για την επιλογή της να δώσει προτεραιότητα στην οικογένειά της σε πολλές φάσεις της καριέρας της.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ