Κατιάνα Μπαλανίκα Facebook Twitter
Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO

Κατιάνα Μπαλανίκα: «Μέσα μου είμαι κουτάβι, γι’ αυτό και με πάταγαν όλοι»

0

Γεννήθηκα στην Αθήνα, οι γονείς μου είχαν γεννηθεί κι εκείνοι στην Αθήνα. Η μητέρα μου καταγόταν από τη Λευκάδα και ο πατέρας μου, που ήταν χρυσοχόος, από την Κέρκυρα. Έχω έναν αδελφό ψυχίατρο στην Ιταλία, από τον δεύτερο γάμο του πατέρα μου, και πέντε αδέλφια από τον δεύτερο γάμο της μητέρας μου. Τα τελευταία χρόνια ζούμε σε μια οικογενειακή πολυκατοικία με τους δίδυμους αδελφούς μου και τις δυο αδελφές μου.

• Καταρχάς, με μεγάλωσε η γιαγιά μου μέχρι κάποια ηλικία, γιατί η μανούλα μου έλειπε. Τότε λέγαμε ότι έλειπε γιατί «ήταν στο κολέγιο», έτσι λέγαμε την εξορία, τη Μακρόνησο. Χρόνια αργότερα, όταν έκανα ψυχοθεραπεία, μου είπαν ότι έχω πρόβλημα λόγω έλλειψης της μητέρας μου, εγκατάλειψης. Η μητέρα μου δεν με εγκατέλειψε, την μαρτυρήσαν συγγενείς της και την πήραν όταν ήμουν επτά μηνών – γύρισε από την εξορία όταν ήμουν τεσσάρων ετών.  

• Η γιαγιά μου ήταν μια γυναίκα δυναμική που είχε μια κόρη στην εξορία και έναν γιο καταδικασμένο σε θάνατο. Όταν ήρθαν οι Αμερικάνοι και ο Ερυθρός Σταυρός να δουν πώς είναι οι πολιτικοί κρατούμενοι στην Ελλάδα, ο θείος μου, που ήταν καθηγητής των Αγγλικών, σηκώθηκε και μίλησε. Δεν είχε να χάσει τίποτα και όσα είπε κυκλοφόρησαν, έτσι πήρε αναστολή και σώθηκε, αλλά καταστράφηκε: μέχρι το 1974 ήταν κλεισμένος σε ένα δωμάτιο, δεν του επέτρεπαν να διδάξει, δεν μπορούσε να κάνει τίποτα.

Αν μου προτείνουν κάτι ωραίο, θα ήθελα να ξανακάνω τηλεόραση. Αλλά νομίζω ότι δεν μας θυμούνται πια. Είναι ηλικιακό το ζήτημα και αρχίζει από τα πενήντα. Κι εγώ δεν κάνω ούτε σπρώξιμο, ούτε γλείψιμο, ούτε γνωριμίες, τίποτα.

• Η μητέρα μου ξαναπαντρεύτηκε και ο πατριός μου ήταν αυτός που πήρε την οικογένεια και τη σήκωσε στην πλάτη του σε αυτά τα πολύ δύσκολα μετεμφυλιακά χρόνια. Αυτός με μεγάλωσε, από αυτόν πήρα τις κούκλες που έπαιζα. Έκανε πέντε παιδιά με τη μητέρα μου, τρία κορίτσια και δυο αγόρια, που τα έκανε μετά τα σαράντα – ευτυχώς, αλλιώς θα γένναγε ακόμα, μέχρι να έρθει το αγόρι. Καταλαβαίνετε ότι το σπίτι μας έμοιαζε με την οικογένεια Χωραφά.

• Στην οικογένεια όλοι διάβαζαν πολύ. Και ήθελαν να μορφωθούμε όλοι, αυτό ήταν και το όνειρο και το εφόδιο, όχι τα χρήματα, όπως σήμερα. Η προγιαγιά μου ήταν δασκάλα, η γιαγιά μου είχε τελειώσει το σχολαρχείο και η μάνα μου ήταν πάνω από το κεφάλι μας, όχι μόνο το δικό μας αλλά και πάνω από το κεφάλι των παιδιών της γειτονιάς – είχε το ταλέντο της δασκάλας. Απέναντί μας έμενε μια μοδίστρα που ο γιος της δεν σκάμπαζε. Της λέει η μάνα μου «φέρ’ τον, βρε Σοφία, να τον διαβάζω», και τον έστρωσε κι έγινε ηλεκτρολόγος μηχανολόγος. Όταν πέθανε η μάνα μου σπάραξε, έλεγε «δεν θα γινόμουν τίποτα χωρίς εκείνη». Ο γιος μου έκανε κάτι κολλυβογράμματα. Έρχεται μια μέρα, βλέπω ωραία καλλιγραφικά στο τετράδιο, λέω «Μάκη μου, τι έγινε;». «Μου το ’πε η γιαγιά», απαντάει. Εγώ, ό,τι κι αν έλεγα, δεν έπιανε.

Κατιάνα Μπαλανίκα Facebook Twitter
Είχα προτάσεις, αλλά ήθελα να παίζω με ανθρώπους που ήξερα και με ήξεραν, με τους οποίους είχα σχέση, ήμασταν σε έναν οικογενειακό κύκλο, αν μπορώ να το πω έτσι. Ήθελα να νιώθω ασφάλεια. Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO

• Έβγαλα το δημοτικό στον Χολαργό και μετά με εξετάσεις πήρα υποτροφία και πήγα στο Pierce, που ήταν ένα πολύ καλό σχολείο. Ήμουν ένα παιδί φοβισμένο, δειλό και μαζεμένο – και τώρα έτσι είμαι, μη νομίζεις. Μου έχει μείνει ο φόβος, η μυστικοπάθεια που επικρατούσε στο σπίτι, να μη μιλήσουμε. Όταν έβλεπα στολή, έκλαιγα, μου έμεινε αυτό. Σκέψου, όταν έκανα τη Σάσα, που γινόταν χαμός, έπρεπε να παίρνω την αδελφή μου μαζί, που είναι η σταρ της οικογένειας, για να πάω σε μια δημόσια υπηρεσία να βγάλω ένα χαρτί. Εκείνη τους ψαρώνει όλους με το «καλημέρα».

• Εγώ τους ψαρώνω από άλλη πλευρά, το κάνω από άμυνα. Μου έμεινε αυτό από τότε που άκουγα να με λένε «σέξι», έβγαζα νύχια. Γιατί ήμουν αγοροκόριτσο, δεν είχα επίγνωση, ούτε επιτήδευση, με ενοχλούσε να το ακούω. Έλεγαν ότι είμαι απρόσιτη και μπλαζέ – καμία σχέση. Εγώ ήξερα μέσα μου ότι είμαι κουτάβι, γι’ αυτό και με πάταγαν όλοι όταν με γνώριζαν.

• Στο σχολείο γνώρισα μία από τις πιο παλιές μου φίλες, την Κάτια Δανδουλάκη, ήμασταν στο ίδιο σχολικό, κι εκείνη με υποτροφία. Αν και πήγαμε στο κολέγιο, κανένας τότε δεν κοκορευόταν για τον πλούτο του ούτε ήταν απρόσιτος. Φορούσαμε μια συγκεκριμένη στολή και τέλος, δεν υπήρχε επίδειξη. Με τα καλλιτεχνικά δεν είχα σχέση, είχα όμως με τον αθλητισμό, έκανα χορό, λάτρευα την κίνηση.

• Η μητέρα μου είχε ταλέντο και όταν ήταν νέα την ήθελαν στη Λυρική. Ήθελε να τη βγάλει στο θέατρο η Κοτοπούλη, που είχε κάνει μια ερασιτεχνική παράσταση με τον Μουζενίδη, τον οποίο είχα μετά καθηγητή. Ήταν ταλέντο, τραγουδούσε υπέροχα, αλλά, φυσικά, δεν την άφησαν από το σπίτι να κάνει κάτι τέτοιο. Έτσι ο θείος μου έσπρωξε εμένα στο θέατρο. Συναίνεσαν όλοι, μόνο η γιαγιά μου, που ήταν ξανθιά και γαλανομάτα και ακόμα και όταν δεν έβλεπε αρνιόταν να βάλει γυαλιά, για να φαίνονται τα όμορφα μάτια της, παραξενεύτηκε και είπε «ούτε φεγγαροπρόσωπη είσαι ούτε γαλανά μάτια έχεις, τι θα κάνεις εκεί;».

Κατιάνα Μπαλανίκα Facebook Twitter
Η Κατιάνα Μπαλανίκα στο εξώφυλλο του περιοδικού Ρομάντσο, 31/08/1982
Κατιάνα Μπαλανίκα Facebook Twitter
Κατιάνα Μπαλανίκα, Σόφη Ζαννίνου και Πωλίνα

• Έτσι έδωσα στο Εθνικό και μπήκα με μια φοβερή φουρνιά: Αρζόγλου, Απέργης, Βαγενά, Χατζησάββας, Στασινοπούλου, Τριφύλλη, Σμυρναίου, Μαλτέζου. Είχαμε καταπληκτικούς καθηγητές, όπως ο Βόκοβιτς, είχαμε και τον Χορν, που δεν ήταν καλός δάσκαλος, τρεις μήνες έμεινε. Στη σχολή έκανα μόνο δράμα, μία φορά μόνο στο δεύτερο έτος με πήραν να κάνω μια που περνούσε από τη σκηνή γελώντας· ήταν από κάτω η Παξινού και είπε «ωραία γελάει αυτή». Πώς βρέθηκα μετά να κάνω κωμωδία είναι μια άλλη ιστορία.

• Έπαιξα σε μια παράσταση, την Τρισεύγενη, με την Άννα Κυριακού και μετά, επειδή δεν αντιμετώπισα καλά πράγματα, δηλαδή για να παίξω έπρεπε να κάνω «άλλα κόλπα» και να κουνήσω την ουρά μου, δεν ευδοκίμησε η πορεία μου στο θέατρο· ωστόσο έπρεπε να δουλέψω.

• Ήξερα τον Κώστα Χατζή και είχα κάνει μαζί του δυο τραγούδια για την Ελβετία στα ελληνικά και τα γαλλικά. Ζήτησα δουλειά, αλλά είχε κλείσει και με έστειλε να με δει ο Μαρίνος που ήταν τότε στον Ρήγα, στην Πλάκα, και ζητούσε μια κοπέλα. Μου δίνει τον Διαμαντή, τον κιθαρίστα του, και με τη Λιλάντα Λυκιαρδοπούλου καθόμαστε όλη νύχτα και ετοιμάζουμε τραγούδια. Πάω στην οντισιόν, λέω τραγούδια με την κιθάρα, με παίρνουν. Έρχεται ο Μαρίνος –ευχαριστήθηκε που με πήραν–, αλλά εγώ, με το τρακ που είχα, δεν μπορούσα να συγχρονιστώ με την κιθάρα, όχι με την ορχήστρα. Του λένε, λοιπόν, του Γιώργου «αυτό το ωραίο κορίτσι αφήστε το πάνω στη σκηνή να το βλέπουμε, αλλά μην το αφήνετε να τραγουδάει».

Γιώργος Μαρίνος - Κατιάνα Μπαλανίκα, Το Δεσποινάκι

• Τη δεύτερη χρονιά ο Γιώργος, που ήμασταν τότε ένα διάστημα μαζί, είπε «αν δεν πάρετε την Κατιάνα, δεν θα είμαι ούτε κι εγώ». Με στήριξε πολύ, ξενυχτάγαμε με τις ώρες να μάθω να λέω τη «Μαύρη φορντ». Μου έλεγε «όχι έτσι, σαν τον φαντάρο, αγάπη μου, γυναικεία το χέρι, έτσι». Τέλος πάντων, τα κατάφερε, τα κατάφερα κι εγώ και μετά τον Ρήγα μετακομίσαμε στη Μέδουσα. Ήμασταν πια πολύ φίλοι και μέχρι το 1974 ήμασταν μαζί.

• Το 1974 παντρεύτηκα κι έφυγα. Έγινε χαμός γιατί ο Γιώργος με θεωρούσε «δική του», με βασάνιζε και λίγο, δεν με άφηνε να δουλέψω το καλοκαίρι και διάφορα τέτοια. Ήταν μια κατάσταση πατριαρχική, όπως θα τη λέγαμε σήμερα. Τα καλοκαίρια δεν είχα να φάω κι ας με ζητούσαν από μαγαζιά, από θέατρα, δεν με άφηνε να πάω αλλού. Ήταν δάσκαλος, έμαθα πολλά, ζήσαμε πολλά μαζί, είναι ένας άνθρωπος της ζωής μου. Και για τα χρόνια που ήμασταν μαζί δεν μετάνιωσα ποτέ, για τίποτα, ήταν και είναι σημαντικά στην καριέρα μου. Αυτό που συνέβαινε εκεί, στη Μέδουσα, μέσα από ατέλειωτες πρόβες ήταν ανεπανάληπτο, κάτι μαγικό, παλλόμενο, γι’ αυτό δεν το ξεχνά κανείς. Και γινόταν μέσα στη δικτατορία, σκέψου το, σχεδόν απίθανο.

Κατιάνα Μπαλανίκα Facebook Twitter
Η Κατιάνα Μπαλανίκα (Τζένη) και ο Νίκος Μπουσδούκος (Πυργιώτης) στην επιθεώρηση Βίρα τις Άγκυρες (1998) στο Εθνικό Θέατρο

• Τότε, πριν φύγω, είχε έρθει ο Κούρκουλος με τον Ντασέν και μου πρότειναν να παίξω στην Όπερα της πεντάρας. Είπα όχι και ο Κούρκουλος τραβούσε τα μαλλιά του. Αν έχω μετανιώσει; Όχι. Έφυγα στην Αμερική με τον Στηβ, που είναι ένα άλλο κεφάλαιο στη ζωή μου. Ο Στηβ ήταν αυτό που ήταν, ζούσε σε ένα δικό του σύμπαν, είχε φτιάξει έναν δικό του κόσμο όπου όλα ήταν κανονικά γι’ αυτόν. Πέρασα και πολύ καλά και πολύ άσχημα. Στην Αμερική δεν έκανα τίποτα, μόνο όταν ήρθε ο Πλέσσας με τη Λιλάντα κάναμε μια συναυλία – ήμουνα και έγκυος θυμάμαι. Ήμουν στο σπίτι μου, εκεί γέννησα τον γιο μου. Tο ήθελα πολύ αυτό το παιδί –περάσαμε δυσκολίες και νοσοκομεία–, γι’ αυτό θέλησα να το προστατεύσω, να είναι μακριά από τις αναταράξεις της οικογένειας, το διεκδίκησα αυτό. Έχω την αποκλειστική ευθύνη της ανατροφής του, ήθελα να μη φοβάται, να νιώθει ασφάλεια, όπως μεγάλωσε η μάνα μου εμάς. Όταν έγινα μάνα κατάλαβα τι σημαίνει χωρίς όρια, άδολη αγάπη, να μην περιμένεις τίποτα. Ήθελα να μην είναι μέσα στα φουστάνια μου, να είναι αυτόνομος, να χειραφετηθεί και να έχει αρχές. Έτσι έγινε και είναι ένας πολύ καλός άνθρωπος, με καλή πορεία, καλός πατέρας· έχω και δυο εγγόνια, την Κατιάνα και τη Ρεβέκκα.

• Όταν γυρίσαμε πίσω, το 1978, βρήκαμε μια άλλη Αθήνα. Στη Μέδουσα δούλεψα άλλη μια φορά μετά από πολύ καιρό, δούλεψα στο Νοτούρνο με τη Χριστιάνα και τον Μπιθικώτση. Δούλεψα στα κέντρα και έκανα κάτι που εκείνη την εποχή δεν έκαναν άλλες, κάτι που θύμιζε και καμπαρέ και μιούζικ χολ. Το πρόβλημα ήταν πως δεν είχαμε δικά μας τραγούδια, παίρναμε τα ξένα και βάζαμε στίχους, δεν υπήρχε αυτό το πρωτογενές, το να συνδυάζεις το τραγούδι με το σόου. Μετά τα κέντρα, λοιπόν, για να βγω στο θέατρο έπρεπε να περάσω από διάφορες επιθεωρήσεις όπου το βασικό στην εμφάνισή μου ήταν ότι σε ένα συγκεκριμένο τραγούδι θα γδυνόμουν, θα έμενα με το μαγιό και, τσουπ, θα έκανα κι ένα νούμερο. Μετά τον Μαρίνο με κυνηγούσε πολύ αυτό το στερεότυπο, σήμερα αυτό μπαίνει σε λέξεις και λέγεται «σεξιστικό». Έκανα αμάν, ίδρωσα να το αποτινάξω, να μην το θυμούνται κάθε φορά που με έβλεπαν.

• Κάποια στιγμή έγινε το κλικ, άρχισα στο θέατρο, με τον Καρακατσάνη, με την Παναγιωτοπούλου, με τη Ράντου. Είχα προτάσεις, αλλά ήθελα να παίζω με ανθρώπους που ήξερα και με ήξεραν, με τους οποίους είχα σχέση, ήμασταν σε έναν οικογενειακό κύκλο, αν μπορώ να το πω έτσι. Ήθελα να νιώθω ασφάλεια. Είχα αρχίσει να κάνω και τηλεόραση, στην ΕΡΤ τότε, το Θέατρο της Δευτέρας, το «Πράγματα και θάματα», ένα μουσικό επιθεωρησιακό σόου με την Πωλίνα και τη Ζαννίνου, από τα πρώτα που έγιναν σκέψου, είχαμε όλες κοστούμια από τα μαγαζιά που δουλεύαμε–, και μια σειρά, το «Κορίτσι από το ποτάμι».

Κατιάνα Μπαλανίκα Facebook Twitter
Εγώ γι’ αυτόν τον ρόλο σκέφτηκα πως, πρώτον, η Σάσα πρέπει να είναι ντυμένη Φιλοθέη, κυρία. Δεύτερον την έπαιξα σαν γκέι. Γιατί ποια γυναίκα λέει τέτοιες ατάκες; Στον νου μου είχα πάντα τους γκέι φίλους μου. Για μένα αυτός ήταν ο ρόλος. Κάποια στιγμή σκέφτηκε ο Ρήγας να κάνω κάτι με τον Αντώνη και του είπα «αυτό αν το κάνεις, πάει η Σάσα, πρέπει να φύγει από το σίριαλ», γιατί η Σάσα ήταν φίλη της Χριστίνας.

• Μετά ήρθαν τα ιδιωτικά κανάλια και η Σάσα Παπαδήμα στην «Ντόλτσε Βίτα». Με παίρνει η Άννα (σ.σ. Παναγιωτοπούλου) και μου λέει «είναι ένα σίριαλ και υπάρχει ένας ρόλος που τα παιδιά θέλουν να παίξεις εσύ, αλλά ντρέπονται να σου το πουν. Δεν είναι μεγάλος, αλλά έχω να σου πω κάτι: είναι πολύ ωραίος ρόλος και πιστεύω ότι θα πάρεις το σίριαλ και θα φύγεις. Σε συμβουλεύω να το κάνεις». Και το ’κανα, με τη δική μου αίσθηση του πράγματος. Εγώ γι’ αυτόν τον ρόλο σκέφτηκα πως, πρώτον, η Σάσα πρέπει να είναι ντυμένη Φιλοθέη, κυρία. Δεύτερον την έπαιξα σαν γκέι. Γιατί ποια γυναίκα λέει τέτοιες ατάκες; Στον νου μου είχα πάντα τους γκέι φίλους μου. Για μένα αυτός ήταν ο ρόλος. Κάποια στιγμή σκέφτηκε ο Ρήγας να κάνω κάτι με τον Αντώνη και του είπα «αυτό αν το κάνεις, πάει η Σάσα, πρέπει να φύγει από το σίριαλ», γιατί η Σάσα ήταν φίλη της Χριστίνας. Κάναμε ένα δοκιμαστικό και το κατάλαβε· η Σάσα είναι όμορφη, σέξι, αλλά δεν έχει ποτέ γκόμενο. Γιατί; Γιατί είναι τρελή και αδαής και τρέχει πίσω από τους άντρες. Δεν ξέρει την τύφλα της, αλλά είναι φίλη και τη φιλία την έχει πάνω απ’ όλα. Αυτό είναι το βασικό της χαρακτηριστικό, αν την έβαζες να κάνει κάτι με τον Αντώνη θα την κατέστρεφες. Μου έλεγαν μερικοί τότε: «Εσύ έπρεπε να κάνεις τη Χριστίνα». Όχι, αν έκανα τη Χριστίνα θα ήταν πορνό.

826
To νέο τεύχος της LiFO δωρεάν στην πόρτα σας με ένα κλικ.

• Στη συνέχεια, αυτό που με ενδιέφερε ήταν να μην έχει σχέση ο ένας μου ρόλος με τον άλλο, και το πάλεψα. Έτσι, η Καίτη Τόνγκα στις «Σαββατογεννημένες» δεν είχε σχέση με τη Σάσα. Με ενδιέφερε να κάνω τους ρόλους δικούς μου κάθε φορά, να μη θυμίζουν τον παλιότερό μου εαυτό. Τα σκεφτόμουν όλα αυτά κι έστηνα τον ρόλο και την εικόνα του πριν ξεκινήσω, γιατί στην τηλεόραση δεν έχεις χρόνο, δεν είναι θέατρο που έχεις καιρό μπροστά σου και πάνω στην εικόνα μαθαίνεις. Στην τηλεόραση για έναν χαρακτήρα πρέπει να βρεις κάτι και να στηριχτείς, τρία πράγματα, και αυτά να κρατήσεις. Υπηρετείς με συνέπεια τα χαρακτηριστικά, φτιάχνεις ραχοκοκαλιά, μόνο έτσι γίνεται.

• Αν μου προτείνουν κάτι ωραίο, θα ήθελα να ξανακάνω τηλεόραση. Αλλά νομίζω ότι δεν μας θυμούνται πια. Είναι ηλικιακό το ζήτημα και αρχίζει από τα πενήντα. Κι εγώ δεν κάνω ούτε σπρώξιμο, ούτε γλείψιμο, ούτε γνωριμίες, τίποτα. Ας πούμε, παίρνουν μια γυναίκα που είναι 40 και 50 για να κάνει μια εβδομηντάρα, δεν παίρνουν εμένα που είμαι σε αυτή την ηλικία. Αυτό δεν συμβαίνει μόνο εδώ. Η Μέριλ Στριπ ήταν η πρώτη που έβαλε τις φωνές πριν από χρόνια, καταγγέλλοντας μια κατάσταση που επικρατούσε στη βιομηχανία. Και τώρα τελευταία βλέπεις ότι γυναίκες ηθοποιοί μαζεύονται και κάνουν τις δικές τους παραγωγές. Εδώ δεν υπάρχει βιομηχανία και δεν υπάρχει και αυτό το σταρ-σύστεμ. Το οποίο, αν υπήρχε, λεγόταν «Αλίκη Βουγιουκλάκη» και νομίζω πως με τον θάνατό της άλλαξε οριστικά. Επειδή ο χρόνος περνάει και τις παίρνει τις ιστορίες, θα ήθελα να πω ότι σαν άνθρωπος ήταν αφάνταστα δοτική, καθόλου ανταγωνιστική, δεν είχε να ζηλέψει κανέναν, ήταν αστεία, δεν σκοτιζόταν για την υστεροφημία της, και ας ήταν η μεγαλύτερη από κάθε άλλης. Η Αλίκη ήταν ένα μικρό παιδί που ήξερε τα πάντα και έπαιζε στον κόσμο των μεγάλων. Ο θάνατό της μου στοίχισε πολύ, ένιωσα ότι έχασα ένα μεγάλο στήριγμα της ζωής μου.

Κατιάνα Μπαλανίκα Facebook Twitter
Η Κατιάνα Μπαλανίκα με την Αλίκη Βουγιουκλάκη και τη Γωγώ Ατζολετάκη το 1985.

• Αυτόν τον χειμώνα κάνουμε το έργο του Ζουζέπ Μαρία Μπενέτ Ζουρνέτ, Δυο γυναίκες χορεύουν, με την Ιωάννα Ασημακοπούλου, σε σκηνοθεσία του Πυγμαλίωνα Δαδακαρίδη. Παραγωγός είναι η Ελένη Ράντου που είναι ένα χρυσό, ταλαντούχο παιδί απ’ όλες τις απόψεις. Δεν είναι μόνο καλή ηθοποιός, είναι γνώστρια του θεάτρου, γράφει, ψάχνεται, έχει αντίληψη. Είναι μια πολύ καλή φίλη και όταν κάνει κάτι, το κάνει με όλη της την καρδιά. Έχουμε δουλέψει πολλές σεζόν μαζί, ταιριάζαμε στη σκηνή. Σε αυτό το έργο κολλάγαμε στην παραγωγή και είπε «θα το κάνω». Η ιστορία είναι πολύ ρεαλιστική, μας αφορά σχεδόν όλους σήμερα, αν σκεφτείς ότι όλοι οι μεγάλοι άνθρωποι έχουν έναν βοηθό στο σπίτι, συνήθως μια γυναίκα, που τους προσέχει. Επίσης, ξέρουμε όλοι οι άνθρωποι που είμαστε σε μεγαλύτερη ηλικία ότι είμαστε μακριά από τα παιδιά μας ή ότι δεν μας δίνουν σημασία, υπάρχει ο φόβος των γηρατειών και του γηροκομείου, η δυσκολία τού να βάλουμε μια ξένη γυναίκα στη ζωή μας. Η μεγαλύτερη γυναίκα που υποδύομαι θέλει να ρουφήξει από τη ζωή της άλλης και σε όλο αυτό το πλέγμα συναισθημάτων με πολλές ανατροπές βλέπεις πόσο δύσκολες είναι οι προσεγγίσεις, πόσο θέλουμε τη μοναξιά μας, αλλά θέλουμε και την επαφή. Νομίζω ότι είναι πολύ δύσκολο πράγμα και η σύνδεση και η οικειότητα και η εμπιστοσύνη. Καθένας μας φέρνει εμπειρίες, τραύματα, βιώματα σε μια σχέση που δεν είναι απόλυτα οικειοθελής. Εδώ συναντιούνται δυο γενιές, με συγκρούσεις και αντιστάσεις, με διαφορετική οπτική, με άλλες επιθυμίες για το πώς θα πάρουν πίσω τη ζωή τους, παλεύοντας και μεταξύ τους μέχρι να φτάσουν σε ένα «μαζί» που σήμερα μοιάζει σχεδόν ακατόρθωτο. Είναι ένα έργο που, όπως και να είσαι, σε όποια ηλικία, ταυτίζεσαι, έχεις σκεφτεί ή έχεις πει και νιώσει όλα αυτά τα τόσο αντιφατικά πολλές φορές συναισθήματα για έναν άλλο, μεγαλύτερο ή νεότερο.

• Αν κοιτάξω σήμερα το εαυτό μου στον καθρέφτη είμαι ευγνώμων, βλέπω έναν άνθρωπο χορτάτο. Έχω ζήσει τη ζωή μου, δεν έχω μετανιώσει ούτε για τα «όχι» ούτε για τα «ναι», δεν αξίζει τον κόπο. Οι εποχές ήταν αλλιώς, οι παρέες άλλες, μεγαλώσαμε και μαζευτήκαμε και βαρεθήκαμε κιόλας. Μην είμαστε αγνώμονες και γκρινιάρηδες, περάσαμε ωραία. Σημασία έχει να έχεις φίλους, οικογένεια και να μπορείς να είσαι αυτάρκης. Και να γελάς με την καρδιά σου.

Ευχαριστούμε θερμά το ξενοδοχείο Villa Brown Ermou (Πετράκη 26, Αθήνα, 210 3314782) για τη φιλοξενία της φωτογράφισης.

Δείτε περισσότερες πληροφορίες για την παράσταση «Δυο γυναίκες χορεύουν» εδώ

Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.

Θέατρο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Μπομπ Γουίλσον

Απώλειες / Μπομπ Γουίλσον (1941-2025): Το προκλητικό του σύμπαν ήταν ένα και μοναδικό

Μεγάλωσε σε μια κοινότητα όπου το θέατρο θεωρούνταν ανήθικο. Κι όμως, με το ριζοσπαστικό του έργο σφράγισε τη σύγχρονη τέχνη του 20ού αιώνα, σε παγκόσμιο επίπεδο. Υποκλίθηκε πολλές φορές στο αθηναϊκό κοινό – και εκείνο, κάθε φορά, του ανταπέδιδε την τιμή.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
H ανάληψη του Οιδίποδα αναβάλλεται επ’ αόριστον

Θέατρο / H ανάληψη του Οιδίποδα αναβάλλεται επ’ αόριστον

Ο «Οιδίποδας» του Γιάννη Χουβαρδά συνενώνει τον «Τύραννο» και τον «Επί Κολωνώ» σε μια παράσταση, παίρνοντας τη μορφή μιας πυρετώδους ανασκαφής στο πεδίο του ασυνείδητου - Κριτική της Λουίζας Αρκουμανέα.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
Ζιλιέτ Μπινός: Η Ιουλιέτα των Πνευμάτων στην Επίδαυρο

Θέατρο / Ζιλιέτ Μπινός: Η Ιουλιέτα των Πνευμάτων στην Επίδαυρο

Η βραβευμένη με Όσκαρ ηθοποιός προσπαθεί να παραμείνει συγκεντρωμένη μέχρι την κάθοδό της στο αργολικό θέατρο. Παρ’ όλα αυτά, βρήκε τον χρόνο να μας μιλήσει για τους γυναικείους ρόλους που τη συνδέουν με την Ελλάδα και για τη σημασία της σιωπής.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Όλα όσα ζήσαμε στο 79ο Φεστιβάλ της Αβινιόν: από το «La Distance» του Ροντρίγκες έως τη μεγάλη επιτυχία του Μπανούσι

Θέατρο / Όλα όσα ζήσαμε στο 79ο Φεστιβάλ της Αβινιόν

Οι θερμές κριτικές της «Liberation» και της «Le Monde» για το «ΜΑΜΙ» του Μπανούσι σε παραγωγή της Στέγης του Ιδρύματος Ωνάση είναι απλώς μια λεπτομέρεια μέσα στις απανωτές εκπλήξεις που έκρυβε το πιο γνωστό θεατρικό φεστιβάλ στον κόσμο.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Κωνσταντίνος Ζωγράφος: Ο «Ορέστης» του Τερζόπουλου

Θέατρο / Κωνσταντίνος Ζωγράφος: «Ο Τερζόπουλος σου βγάζει τον καλύτερό σου εαυτό»

Ο νεαρός ηθοποιός που πέρυσι ενσάρκωσε τον Πυλάδη επιστρέφει φέτος ως Ορέστης. Με μια ήδη πλούσια διαδρομή στο θέατρο δίπλα σε σημαντικούς δημιουργούς, ετοιμάζει ένα νέο έργο εμπνευσμένο από το Νεκρομαντείο του Αχέροντα.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
«Μάλιστα κύριε Ζαμπέτα»: Αξίζει η παράσταση για τον «μάγκα» του ελληνικού πενταγράμμου;

The Review / «Μάλιστα κύριε Ζαμπέτα»: Αξίζει η παράσταση για τον «μάγκα» του ελληνικού πενταγράμμου;

Με αφορμή την παράσταση γι’ αυτόν τον αυθεντικό δημιουργό που τις δεκαετίες του 1950 και του 1960 μεσουρανούσε, ο Χρήστος Παρίδης και η Βένα Γεωργακοπούλου σχολιάζουν τον αντίκτυπό του στο κοινό σήμερα.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
«Οιδίπους Τύραννος» και «Οιδίπους επί Κολωνώ» του Σοφοκλή: Η άνοδος, πτώση και η αποθέωση

Αρχαίο Δράμα Explained / «Οιδίπους Τύραννος» και «Οιδίπους επί Κολωνώ» του Σοφοκλή: Η άνοδος, η πτώση και η αποθέωση

Τι μας μαθαίνει η ιστορία του Οιδίποδα, ενός ανθρώπου που έχει τα πάντα και τα χάνει εν ριπή οφθαλμού; Η κριτικός θεάτρου Λουίζα Αρκουμανέα επιχειρεί μια θεωρητική ανάλυση του έργου του Σοφοκλή.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
Αλίκη Βουγιουκλάκη: Στη ζωή έσπαγε τα ταμπού, στο θέατρο τα ταμεία

Θέατρο / Αλίκη Βουγιουκλάκη: Πώς έσπαγε τα ταμεία στο θέατρο επί 35 χρόνια

Για δεκαετίες έχτισε, με το αλάνθαστο επιχειρηματικό της ένστικτο, μια σχέση με το θεατρικό κοινό που ακολουθούσε υπνωτισμένο τον μύθο της εθνικής σταρ. Η πορεία της ως θιασάρχισσας μέσα από παραστάσεις-σταθμούς και τις μαρτυρίες συνεργατών της.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Νίκος Καραθάνος: «Εμείς είμαστε οι χώρες, τα κείμενα, οι πόλεις, εμείς είμαστε οι μύθοι»

Θέατρο / Νίκος Καραθάνος: «Εμείς είμαστε οι χώρες, τα κείμενα, οι πόλεις, εμείς είμαστε οι μύθοι»

Στον πολυαναμενόμενο «Οιδίποδα» του Γιάννη Χουβαρδά, ο Νίκος Καραθάνος επιστρέφει, 23 χρόνια μετά, στον ομώνυμο ρόλο, ακολουθώντας την ιστορία από το τέλος προς την αρχή και φωτίζοντας το ανθρώπινο βάθος μιας τραγωδίας πιο οικείας απ’ όσο νομίζουμε.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ένα δώρο που άργησε να φτάσει

Θέατρο / «Κοιτάξτε πώς φέρονταν οι αρχαίοι στους ξένους! Έτσι πρέπει να κάνουμε κι εμείς»

Ένα δώρο που έφτασε καθυστερημένα, μόλις είκοσι λεπτά πριν το τέλος της παράστασης - Κριτική της Λουίζας Αρκουμανέα για το «ζ-η-θ, ο Ξένος» σε σκηνοθεσία Μιχαήλ Μαρμαρινού.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
Η Κασσάνδρα της Έβελυν Ασουάντ σημάδεψε το φετινό καλοκαίρι

Θέατρο / Η Κασσάνδρα της Έβελυν Ασουάντ σημάδεψε την «Ορέστεια»

Η «Ορέστεια» του Θεόδωρου Τερζόπουλου συζητήθηκε όσο λίγες παραστάσεις: ενθουσίασε, προκάλεσε ποικίλα σχόλια και ανέδειξε ερμηνείες υψηλής έντασης και ακρίβειας. Ξεχώρισε εκείνη της Έβελυν Ασουάντ, η οποία, ως Κασσάνδρα, ερμήνευσε ένα αραβικό μοιρολόι που έκανε πολλούς να αναζητήσουν το όνομά της. Το φετινό καλοκαίρι, η παράσταση επιστρέφει στη Θεσσαλονίκη, στους Δελφούς και στο αρχαίο θέατρο Φιλίππων.
M. HULOT
Η Λίνα Νικολακοπούλου υπογράφει και σκηνοθετεί τη μουσικοθεατρική παράσταση «Χορικά Ύδατα»

Θέατρο / «Χορικά Ύδατα»: Ο έμμετρος κόσμος της Λίνας Νικολακοπούλου επιστρέφει στη σκηνή

Τραγούδια που αποσπάστηκαν από το θεατρικό τους περιβάλλον επιστρέφουν στην πηγή τους, σε μια σκηνική τελετουργία γεμάτη εκπλήξεις που φωτίζει την τεράστια καλλιτεχνική παρακαταθήκη της στιχουργού.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
«Το ημέρωμα της στρίγγλας»: Ήταν ο Σαίξπηρ μισογύνης;

The Review / «Το ημέρωμα της στρίγγλας»: Ήταν ο Σαίξπηρ μισογύνης;

Γιατί εξακολουθεί να κερδίζει το σύγχρονο κοινό η διάσημη κωμωδία του Άγγλου βάρδου κάθε φορά που ανεβαίνει στη σκηνή; Ο Χρήστος Παρίδης και η Βένα Γεωργακοπούλου συζητούν με αφορμή την παράσταση που σκηνοθετεί η Εύα Βλασσοπούλου.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
«Darkest White»: Ένα σύμπαν που εξερευνά την ανθεκτικότητα και τη δύναμη της γυναίκας 

Θέατρο / «Darkest White»: Ο εμφύλιος από την πλευρά των χαμένων

Το έργο της Δαφίν Αντωνιάδου που θα δούμε στο Φεστιβάλ Αθηνών, εξερευνά μέσω προσωπικών και ιστορικών αναμνήσεων και μέσα από την ανθεκτικότητα και τη δύναμη της γυναικείας παρουσίας, ιστορίες εκτοπισμού και επιβίωσης. 
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Beytna: Μια παράσταση χορού που είναι στην ουσια ένα τραπέζι με φίλους

Φεστιβάλ Χορού Καλαμάτας / Beytna: Μια παράσταση χορού που είναι στην ουσία ένα τραπέζι με φίλους

Ο σπουδαίος λιβανέζος χορευτής και χορογράφος Omar Rajeh, επιστρέφει με την «Beytna», μια ιδιαίτερη περφόρμανς με κοινωνικό όσο και γαστριμαργικό αποτύπωμα, που θα παρουσιαστεί στο πλαίσιο του φετινού 31ου Διεθνούς Φεστιβάλ Χορού Καλαμάτας.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Η νύφη και το «Καληνύχτα, Σταχτοπούτα»

Θέατρο / Η Καρολίνα Μπιάνκι παίρνει το ναρκωτικό του βιασμού επί σκηνής. Τι γίνεται μετά;

Μια παράσταση-περφόρμανς που μέσα από έναν εξαιρετικά πυκνό και γοητευτικό λόγο, ένα κολάζ από εικόνες, αναφορές, εξομολογήσεις, όνειρα και εφιάλτες μάς κάνει κοινωνούς μιας ακραίας εμπειρίας, χωρίς να σοκάρει.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
Ακούγεσαι Λυδία, Ακούγεσαι ίσαμε το στάδιο

Επίδαυρος / «Ακούγεσαι, Λυδία, ίσαμε το στάδιο ακούγεσαι»

Κορυφαίο πρόσωπο του αρχαίου δράματος, συνδεδεμένη με εμβληματικές παραστάσεις, ανατρέχει σε δεκαπέντε σταθμούς της καλλιτεχνικής της ζωής στην Επίδαυρο και αφηγείται προσωπικές ιστορίες, επιτυχίες και ματαιώσεις, εξαιρετικές συναντήσεις και συνεργασίες, σε μια πορεία που αγγίζει τις πέντε δεκαετίες.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ