Η «Παρεξήγηση» του Καμύ ως παραισθησιογόνο όνειρο

Το παραισθησιογόνο όνειρο του Γιάννη Χουβαρδά Facebook Twitter
Εξαιρετική και η Πηνελόπη Τσιλίκα ως Μάρθα. Φωτο: Ελευθερία Νικολαΐδου
0

Η Μάρθα επιθυμεί να εγκαταλείψει αυτό το πανδοχείο, όπου πέρασε τη ζωή της χωμένη σε μια κοιλάδα δίχως ορίζοντα. Θέλει να ταξιδέψει νότια, στη θάλασσα, εκεί όπου ο ήλιος κάνει τα κορμιά «χρυσαφένια, αλλά κούφια, σα να μην υπάρχει τίποτα μέσα».

Η μητέρα αδιαφορεί για το αν θα παραμείνει στο πανδοχείο ή τι θα διαδραματιστεί μέσα σε αυτό. Έχει αποκάμει. Ακόμη και το αίμα της το νιώθει κουρασμένο. Μοναδική προσδοκία της, τώρα πια, να παραδοθεί στον ύπνο, στη λησμονιά, στην ακινησία.

Ο Γιαν καταφθάνει ινκόγκνιτο σε αυτό το ίδιο πανδοχείο, φλεγόμενος να κάνει τη Μητέρα και τη Μάρθα, την αδελφή του, ευτυχισμένες. Να ξαναβρει, μετά από είκοσι χρόνια εξορίας, την πατρίδα του και να πάψει να είναι ένας ξένος.

Απόδραση, νόστος, λήθη: θα συναντηθούν οι επιθυμίες των τριών προσώπων; Ένα πλέγμα αμφισημίας, τραγικής ειρωνείας και ανέφικτου τους τυλίγει ολοένα και πιο σφιχτά. Κανένας δεν λέει αυτό που θέλει να πει και κανένας δεν εμφανίζεται ως αυτό που είναι. Ο Γιαν αποκρύπτει την ταυτότητά του ως μέλος της οικογένειας, η μάνα και η αδελφή του κατεργάζονται ανυποψίαστες τη δολοφονία του πλούσιου κυρίου που έσκασε στο κατώφλι τους.

«Θα σας περιποιηθούμε πολύ καλά και σίγουρα δεν θα παραπονεθείτε ποτέ για την υποδοχή που σας επιφυλάξαμε», λέει η Μάρθα στον άγνωστο που είναι ο αδελφός της, ενώ λίγο αργότερα, αφού έχει ρουφήξει το ολέθριο τσάι, ο ετοιμοθάνατος γιος θα πει στη μητέρα του: «Σας είμαι ευγνώμων για το πώς με δεχτήκατε».

Η «Παρεξήγηση» μοιάζει να είναι μια τραγωδία για τον χρόνο: για το ασύμπτωτο των επιθυμιών, για το ασυγχρόνιστο ή το ετεροχρονισμένο, την αδυναμία των ανθρώπων να βρεθούν στον ίδιο τόπο, την ίδια στιγμή.

Όλα ξεκαθαρίζουν, όταν είναι «πια πολύ αργά»... Ο Γιαν αποφασίζει να φύγει από το πανδοχείο, ενώ έχει ήδη αρχίσει να πεθαίνει. Αν δεν είχε δειλιάσει να πει το όνομά του, αν είχε συστηθεί ως αυτός που πραγματικά είναι, όπως επέμενε η σύζυγός του, ίσως όλα είχαν πάρει διαφορετική τροπή. Μα κι αν η μητέρα είχε προλάβει να πάει στο δωμάτιό του εγκαίρως, ίσως να είχε αποτρέψει το κακό. 

Το παραισθησιογόνο όνειρο του Γιάννη Χουβαρδά Facebook Twitter
Απόδραση, νόστος, λήθη: θα συναντηθούν οι επιθυμίες των τριών προσώπων; Φωτο: Ελευθερία Νικολαΐδου

Η Παρεξήγηση μοιάζει να είναι μια τραγωδία για τον χρόνο: για το ασύμπτωτο των επιθυμιών, για το ασυγχρόνιστο ή το ετεροχρονισμένο, την αδυναμία των ανθρώπων να βρεθούν στον ίδιο τόπο, την ίδια στιγμή, με την ίδια καθαρότητα προθέσεων και ενεργειών, αυτών ακριβώς που, αν δηλώνονταν αβίαστα, θα γεννούσαν τη σύμπνοια, τη συνεύρεση, την αποδοχή, την αναγνώριση. Το ότι δεν μπορούν να το κάνουν, το ότι εμποδίζονται από χίλιες μεριές, το ότι διαρκώς αισθάνονται να υπολείπονται ή να προπορεύονται της «κατάλληλης στιγμής» συνιστά την τραγικότητα της ανθρώπινης κατάστασης. Αυτό που οι Αρχαίοι αποκαλούσαν «μοίρα» και που ο Καμύ επιχειρεί να μεταφέρει εδώ με σύγχρονους όρους.

Όμως, τελικά, όπως θα αποδειχτεί στην Τρίτη Πράξη, ο χρόνος έρχεται στην ώρα του. Τα πράγματα συμβαίνουν όταν είναι να συμβούν, αφυπνίζοντας εντός μας την κατάφωρη αγωνία της ύπαρξης. Η μητέρα δεν θα είχε καταλάβει πόσο αγαπάει τον γιο της, αν δεν τον είχε σκοτώσει. Η Μάρθα δεν θα συνειδητοποιούσε την απέραντη μοναξιά της, αν συνέχιζε να ζει με τη μητέρα της. Και ο Γιαν δεν θα καταλάμβανε την πραγματική του θέση –αυτή του «ξένου»– αν δεν είχε φερθεί ως τέτοιος.

«Αν ο άνθρωπος θέλει να τον αναγνωρίσουν, θα πρέπει απλώς να πει ποιος είναι. Αν σωπάσει ή επιλέξει το ψέμα, πεθαίνει μόνος και τα πάντα γύρω του είναι βουτηγμένα στη δυστυχία», γράφει ο Καμύ μιλώντας για την Παρεξήγηση, την οποία χαρακτηρίζει ως «έργο εξέγερσης»: γιατί το να φανερωθείς –στον εαυτό σου, στους άλλους, στον κόσμο–, να ορθώσεις το ανάστημά σου απέναντι στο παράλογο, αποδεχόμενος τις συνέπειες και πασχίζοντας για τη λύτρωση, συνιστά, τελικά, μια πράξη εξέγερσης. Η βαθύτερη τραγωδία είναι αυτή της μη φανέρωσης: αυτή είναι που μας καθιστά ξένους και στερημένους – αναγνώρισης, επαφής, σύνδεσης, αγάπης.  

Το παραισθησιογόνο όνειρο του Γιάννη Χουβαρδά Facebook Twitter
Συγκινητικά μεταδίδει η Μαριάννα Κάλμπαρη αυτό το «σκίσιμο», τη στιγμιαία αναλαμπή που τρέφει καταιγιστικά την ενόρμηση θανάτου της ηρωίδας:

Στο σκηνικό σύμπαν που έπλασε ο Γιάννης Χουβαρδάς ο χρόνος μοιάζει να έχει σταματήσει προ πολλού το ταχύ βάδισμά του. Σε τούτο το «πανδοχείο» όλα εκτυλίσσονται αργά και ζαλισμένα, υπό την επήρεια ανεξιχνίαστων ουσιών.

Το κεχριμπαρένιο φως που λούζει απαλά τα αντικείμενα και τα πρόσωπα, οι ζεστές αποχρώσεις που κυκλοφορούν σαν τη «μελένια μυρωδιά των κίτρινων τριαντάφυλλων» (αυτά που περιγράφει ο Γιαν μιλώντας για την Αλγερία της εξορίας του), η μελαγχολική μπλουζ μουσική του Μπλέιν Ρέινινγκερ, που εκχέεται ζωντανά από μια γωνία, δημιουργώντας αμυδρά την αίσθηση ότι βρισκόμαστε σε κάποιο τρυφερά παρακμιακό καταγώγι μιας άλλης χώρας και εποχής, ο καπνός που διαρκώς θολώνει τα περιγράμματα, όλα συνεργάζονται αρμονικά για να μεταφέρουν τον θεατή σε μια διάσταση μυθική και συνάμα σύγχρονη, ένα γοητευτικό καθαρτήριο βραδύτητας και νωχέλειας, στο οποίο άπαξ και εισέλθεις θα καταλήξεις στη συνομοταξία των Λωτοφάγων.

Φροντίζουν γι’ αυτό οι δύο αλλόκοτες γυναικείες φιγούρες που περιμένουν σερνάμενες στην ξύλινη κουπαστή του μπαρ, αδιάφορες για την άφιξή σου, καίτοι άψογα ενδεδυμένες με τα στενά δερμάτινα φορέματά τους, ιέρειες ενός ναού που δεν υπηρετεί καμία θρησκεία, αφοσιωμένες σε μία και μοναδική τελετουργία που ξορκίζει εδώ και χρόνια τη μίζερη καθημερινότητά τους: το έγκλημα. Δύο Σειρήνες ή δύο Κίρκες, αλλά και δύο αλά Κλουζό Διαβολογυναίκες που δεν εγκαταλείπουν ποτέ τη φωλιά τους, που μοιάζουν σαν να ήταν πάντα εκεί και δεν πρόκειται ποτέ να φύγουν, όσο κι αν η νεότερη εξ αυτών διακηρύσσει την αδημονία της να ταξιδέψει μακριά, σε μέρη ηλιόλουστα.

Η Δεύτερη Πράξη μάς μεταφέρει στο πάνω επίπεδο της σκηνής: ο Γιαν, στριμωγμένος μέσα σε ένα στενόχωρο δωμάτιο-φέρετρο που δεν του επιτρέπει ούτε τα πόδια του να απλώσει, ωσάν άλλος Γκρέγκορ Σάμσα, ανεπιθύμητος κι αυτός στο ίδιο του το σπίτι –στο οποίο επέστρεψε ενώ δεν είχε φύγει ποτέ–, συναντά το τέλος του, την ώρα που το γιγάντιο σκαθάρι-alter ego του αλωνίζει στο μπαρ του κάτω ορόφου και παρακολουθεί ειρωνικά το αναπόφευκτο, επισφραγίζοντας βωβά και σουρεαλιστικά τον εφιάλτη ετούτης της μεταμόρφωσης που δεν έχει συντελεστεί. 

Το παραισθησιογόνο όνειρο του Γιάννη Χουβαρδά Facebook Twitter
Κανένας δεν λέει αυτό που θέλει να πει και κανένας δεν εμφανίζεται ως αυτό που είναι. Φωτο: Ελευθερία Νικολαΐδου

Είναι στη διάρκεια της Τρίτης Πράξης, όμως, όπου όλα κουμπώνουν δυναμικά και αποκτούν την επιδιωκόμενη σκηνική ισχύ τους: η ένταση και το νόημα που έμοιαζαν να μας διαφεύγουν, που αιωρούνταν τόση ώρα ασχημάτιστα και υπόκωφα στην ατμόσφαιρα, συγκροτούνται ξαφνικά ενώπιόν μας τόσο μέσα από την κατάρρευση της Μητέρας («πώς να ζήσω δίχως την αγάπη του γιου μου;») όσο και από το ξέσπασμα της κόρης, που έρχεται για πρώτη φορά αντιμέτωπη με το ψυχρό αδιέξοδο της κατάστασής της για να επιλέξει κι εκείνη, ως ύστατο καταφύγιο, τον θάνατο.

Συγκινητικά μεταδίδει η Μαριάννα Κάλμπαρη αυτό το «σκίσιμο», τη στιγμιαία αναλαμπή που τρέφει καταιγιστικά την ενόρμηση θανάτου της ηρωίδας: αν η ηθοποιός πλάθει με μοναδική γλαφυρότητα στα δύο πρώτα μέρη τη Μητέρα ως ζόμπι, ως νεκροζώντανη που αποσυντίθεται σε αργή κίνηση, που θέλει να πεθάνει, αλλά δεν μπορεί, ενσαρκώνοντας την κόπωση ως υπαρξιακή θέση και κατάσταση, τώρα, στο τέλος, αποδίδει ευθύβολα το μοιραίο σκίρτημα, τη ρωγμή από την οποία ξεχύνεται η ζωή όταν είναι πλέον πολύ αργά για να βιωθεί.

Εξαιρετική και η Πηνελόπη Τσιλίκα ως Μάρθα: ένα παλλόμενο δοχείο ανεκπλήρωτων, στραπατσαρισμένων επιθυμιών, ένα αφίλητο σώμα μολυσμένο από την ίδια του τη μοναξιά, μεταμορφώνεται σπαρακτικά σε μαύρο κύκνο που αφήνει τα σκοτάδια του να ξεχυθούν, καθιστώντας αιχμηρά ορατή ενώπιόν μας την τραγικά αργοπορημένη εξέγερση ετούτης της καταβροχθισμένης κόρης.

Το παραισθησιογόνο όνειρο του Γιάννη Χουβαρδά Facebook Twitter
Αδύναμος ο Αναστάσης Ροϊλός ως Γιαν, διατηρεί μια απαθή αποστασιοποίηση που δεν εγείρει κανενός είδους συναισθηματική αντίδραση από τον θεατή. Φωτο: Ελευθερία Νικολαΐδου

Αδύναμος ο Αναστάσης Ροϊλός ως Γιαν, διατηρεί μια απαθή αποστασιοποίηση που δεν εγείρει κανενός είδους συναισθηματική αντίδραση από τον θεατή, ενώ μάλλον άχαρη και ακατέργαστη αποδεικνύεται η παρουσία της Φλομαρίας Παπαδάκη στον ρόλο της συζύγου του.

Ιδιαίτερα εναρμονισμένοι και εμπνευσμένοι οι συντελεστές που ασχολήθηκαν με την όψη του εγχειρήματος –η Εύα Μανιδάκη στη σκηνογραφία, η Ιωάννα Τσάμη στα κοστούμια, η Χριστίνα Θανάσουλα στους φωτισμούς–, μας χαρίζουν, υπό τη σκηνοθετική καθοδήγηση του Γιάννη Χουβαρδά, μια εμπειρία υπνωτιστική με την υφή ενός παραισθησιογόνου, βραδυφλεγούς ονείρου που βλέπει κανείς αποκοιμώμενος για λίγο στην ακτή, ενόσω τα κύματα γλείφουν απαλά τα κουρασμένα άκρα του με την αλμύρα του τραγικού.

Δείτε πληροφορίες για την παράσταση «Η Παρεξήγηση» εδώ

Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.

To νέο τεύχος της LiFO δωρεάν στην πόρτα σας με ένα κλικ.

Θέατρο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Γιατί δεν εμποδίσαμε τον Αρτούτο Ούι;

Κριτική / «Η άνοδος του Αρτούρο Ούι»: Οι εφιάλτες του Μπρεχτ εξακολουθούν να στοιχειώνουν

Η παράσταση που ανεβαίνει στο θέατρο ARK σε σκηνοθεσία Άρη Μπινιάρη αποτελεί μια εντυπωσιακή, σύγχρονη πρόταση πάνω στο έργο που είχε γράψει ο μεγάλος συγγραφέας το 1941.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
«Μπλε»: Πότε μια περφόρμανς μετατρέπεται σε αληθινή εμπειρία για τον θεατή;

Κριτική: Λουίζα Αρκουμανέα / «Μπλε»: Πότε μια περφόρμανς μετατρέπεται σε αληθινή εμπειρία για τον θεατή;

Στην παράσταση-περφόρμανς της Άννας Λεμονάκη, που παρουσιάστηκε στο Βιομηχανικό Πάρκο ΠΛΥΦΑ, η αφήγηση δεν αποτυπώνεται ποτέ σε μια ένσαρκη διαδικασία μεταμόρφωσης.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Κυνηγώντας τον χαμένο χρόνο σε ένα έργο για την εξουσία

Θέατρο / «Δελφίνοι ή Καζιμίρ και Φιλιντόρ»: Ένα έργο για τη μόνιμη ήττα μας από τον χρόνο

Ο Θωμάς Μοσχόπουλος σκηνοθετεί και γράφει ένα έργο-παιχνίδι, εξετάζοντας τις σχέσεις εξουσίας, τον δημιουργικό αντίλογο και τη μάταιη προσπάθεια να ασκήσουμε έλεγχο στη ζωή.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
ΕΠΕΞ ΧΛΟΗ ΟΜΠΟΛΕΝΣΚΙ: Σκηνογράφος-ενδυματολόγος του θεάτρου και της όπερας

Οι Αθηναίοι / Χλόη Ομπολένσκι: «Τι είναι ένα θεατρικό έργο; Οι δυνατότητες που δίνει στους ηθοποιούς»

Ξεκίνησε την καριέρα της ως βοηθός της Λίλα ντε Νόμπιλι, υπήρξε φίλη του Γιάννη Τσαρούχη, συνεργάστηκε με τον Κάρολο Κουν και τον Λευτέρη Βογιατζή, δούλεψε με τον Φράνκο Τζεφιρέλι και, για περισσότερο από 20 χρόνια, με τον Πίτερ Μπρουκ. Η διεθνούς φήμης σκηνογράφος και ενδυματολόγος Χλόη Ομπολένσκι υπογράφει τα σκηνικά και τα κοστούμια στην «Τουραντότ» του Πουτσίνι και αφηγείται τη ζωή της στη LiFO.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
«Φάουστ» του Άρη Μπινιάρη, ένα μιούζικαλ από την Κόλαση

Θέατρο / Φάουστ: Ένα μιούζικαλ από την κόλαση

«Ζήσε! Μας λέει ο θάνατος, ζήσε!», είναι το ρεφρέν του τραγουδιού που επαναλαμβάνεται ξανά και ξανά, εν μέσω ομαδικών βακχικών περιπτύξεων – Κριτική της Λουίζας Αρκουμανέα για την παράσταση «Φάουστ» του Γκαίτε σε σκηνοθεσία Άρη Μπινιάρη στο Εθνικό Θέατρο.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
Η Αριάν Μνουσκίν τα βάζει με τους δράκους της Ιστορίας

Θέατρο / Η Αριάν Μνουσκίν τα βάζει με τους δράκους της Ιστορίας

Η μεγάλη προσωπικότητα του ευρωπαϊκού θεάτρου Αριάν Μνουσκίν επιστρέφει στο Φεστιβάλ Αθηνών με το Θέατρο του Ήλιου για να μιλήσουν για τα τέρατα της Ιστορίας που παραμονεύουν πάντα και απειλούν τον ελεύθερο κόσμο. Με αφορμή την παράσταση που αποθεώνει τη σημασία του λαϊκού θεάτρου στην εποχή μας μοιραζόμαστε την ιστορία της ζωής και της τέχνης της, έννοιες άρρηκτα συνδεδεμένες, που υπηρετούν με πάθος την πρωτοπορία, την εγγύτητα που δημιουργεί η τέχνη και τη μεγαλειώδη ουτοπία.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
ΕΠΕΞ ΤΙΤΛΟΙ ΣΤΟ ΤΕΛΟΣ Νίκος Χατζόπουλος

Νίκος Χατζόπουλος / «Αν σκέφτεσαι μόνο το ταμείο, κάποια στιγμή το ταμείο θα πάψει να σκέφτεται εσένα»

Ο Νίκος Χατζόπουλος έχει διανύσει μια μακρά πορεία ως ηθοποιός, σκηνοθέτης, μεταφραστής και δάσκαλος υποκριτικής. Μιλά στη LIFO για το πόσο έχει αλλάξει το θεατρικό τοπίο σήμερα, για τα πρόσφατα περιστατικά λογοκρισίας στην τέχνη, καθώς και για τις προσεχείς συνεργασίες του με τον Γιάννη Χουβαρδά και τον Ακύλλα Καραζήση.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Τι θα δούμε φέτος στο Διεθνές Φεστιβάλ Χορού Καλαμάτας;

Χορός / Τι θα δούμε φέτος στο Διεθνές Φεστιβάλ Χορού Καλαμάτας;

Maguy Marin, Χρήστος Παπαδόπουλος, Damien Jalet, Omar Rajeh και άλλα εμβληματικά ονόματα του χορού πρωταγωνιστούν στις 20 παραστάσεις του φετινού προγράμματος του 31ου Διεθνούς Φεστιβάλ Χορού Καλαμάτας, που θα πραγματοποιηθεί από τις 18-27 Ιουλίου.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
«Μια άλλη Θήβα»: Η πιο αθόρυβη επιτυχία της θεατρικής Αθήνας

The Review / «Μια άλλη Θήβα»: Η παράσταση-φαινόμενο που ξεπέρασε τους 100.000 θεατές

O Χρήστος Παρίδης συνομιλεί με τη Βένα Γεωργακοπούλου για την θεατρική παράσταση στο Θεάτρο του Νέου Κόσμου, σε σκηνοθεσία Βαγγέλη Θεοδωρόπουλου, που διανύει πλέον την τρίτη της σεζόν σε γεμάτες αίθουσες. Ποιο είναι το μυστικό της επιτυχίας της; Το ίδιο το έργο ή οι δύο πρωταγωνιστές, ο Θάνος Λέκκας και ο Δημήτρης Καπουράνης, που καθήλωσαν το κοινό;
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
«Διαβάζοντας Ευριπίδη καταλαβαίνεις πού πάτησε η ακροδεξιά»

Θέατρο / «Διαβάζοντας Ευριπίδη καταλαβαίνεις πού πάτησε η ακροδεξιά»

Η Μαρία Πρωτόπαππα σκηνοθετεί την «Ανδρομάχη» στην Επίδαυρο, με άντρες ηθοποιούς στους γυναικείους ρόλους, εξερευνώντας τις πολιτικές και ηθικές διαστάσεις του έργου του Ευριπίδη. Η δημοκρατία, η ελευθερία, η ηθική και η ευθύνη ηγετών και πολιτών έρχονται σε πρώτο πλάνο σε μια πολιτική και κοινωνική τραγωδία με πολυδιάστατη δομή.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Η «Χρυσή Εποχή»

Αποστολή στο Νόβι Σαντ / Κωνσταντίνος Ρήγος: «Ήθελα ένα υπέροχο πάρτι όπου όλοι είναι ευτυχισμένοι»

Στη νέα παράσταση του Κωνσταντίνου Ρήγου «Χρυσή Εποχή», μια συμπαραγωγή της ΕΛΣ με το Φεστιβάλ Χορού Βελιγραδίου, εικόνες από μια καριέρα 35 ετών μεταμορφώνονται ‒μεταδίδοντας τον ηλεκτρισμό και την ενέργειά τους‒ σε ένα ολόχρυσο ξέφρενο πάρτι.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
CHECK Απόπειρες για τη ζωή της: Ψάχνοντας την αλήθεια για τις υπέροχες, βασανισμένες γυναίκες και τις τραγικές εμπειρίες τους

Θέατρο / Η βάρβαρη εποχή που ζούμε σε μια παράσταση

Ο Μάρτιν Κριμπ στο «Απόπειρες για της ζωή της» που ανεβαίνει στο Θέατρο Θησείον σκιαγραφεί έναν κόσμο όπου κυριαρχεί ο πόλεμος, ο θάνατος, η καταπίεση, η τρομοκρατία, η φτώχεια, ο φασισμός, αλλά και ο έρωτας.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
To νόημα τού να ανεβάζεις Πλάτωνα στην εποχή του ΤikTok

Άννα Κοκκίνου / To νόημα τού να ανεβάζεις το Συμπόσιο του Πλάτωνα στην εποχή του tinder

Η Άννα Κοκκίνου στη νέα της παράσταση αναμετριέται με το «Συμπόσιο» του Πλάτωνα και τις πολλαπλές όψεις του Έρωτα. Εξηγεί στη LiFO για ποιον λόγο επέλεξε να ανεβάσει το αρχαίο φιλοσοφικό κείμενο, πώς το προσέγγισε δραματουργικά και κατά πόσο παραμένουν διαχρονικά τα νοήματά του.
M. HULOT
«Άμα σε λένε “αδελφή”, πώς να δεχτείς την προσβολή ως ταυτότητά σου;»

Θέατρο / «Άμα σε λένε “αδελφή”, πώς να δεχτείς την προσβολή ως ταυτότητά σου;»

Η παράσταση TERAΣ διερευνά τις queer ταυτότητες και τα οικογενειακά τραύματα, μέσω της εμπειρίας της αναγκαστικής μετανάστευσης. Μπορεί τελικά ένα μέλος της ΛΟΑΤΚΙΑ+ κοινότητας να ζήσει ελεύθερα σε ένα μικρό νησί;
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ο Αντώνης Αντωνόπουλος από μικρός είχε μια έλξη για τα νεκροταφεία ή Όλα είναι θέατρο αρκεί να στρέψεις το βλέμμα σου πάνω τους ή Η παράσταση «Τελευταία επιθυμία» είναι ένα τηλεφώνημα από τον άλλο κόσμο

Θέατρο / «Ας απολαύσουμε τη ζωή, γιατί μας περιμένει το σκοτάδι»

Ο Αντώνης Αντωνόπουλος, στη νέα του παράσταση «Τελευταία Επιθυμία», δημιουργεί έναν χώρο όπου ο χρόνος για λίγο παγώνει, δίνοντάς μας τη δυνατότητα να συναντήσουμε τους νεκρούς αγαπημένους μας.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Όσα (δε) βλέπουν τα μέντιουμ

Θέατρο / Όσα (δε) βλέπουν τα μέντιουμ

«Δεν πηγαίνουμε ποτέ στη Μόσχα, όμως η επιθυμία γι’ αυτήν κυλάει διαρκώς μέσα μας» - Κριτική της Λουίζας Αρκουμανέα για τη sold-out παράσταση «Τρεις Αδελφές» του Τσέχοφ, σε σκηνοθεσία Μαρίας Μαγκανάρη στο Εθνικό Θέατρο.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
Θέμελης Γλυνάτσης: Ας ξεκινήσουμε με το να είμαστε πολύ πιο τολμηροί με τους ρόλους που δίνουμε στους νέους καλλιτέχνες, κι ας μην είναι τέλειοι

Θέατρο / Μια όπερα με πρωταγωνιστές παιδιά για πρώτη φορά στην Ελλάδα

Μεταξύ χειροποίητων σκηνικών και σκέψεων γύρω από τη θρησκεία και την εξουσία, «Ο Κατακλυσμός του Νώε» δεν είναι άλλη μια παιδική παράσταση, αλλά ανοίγει χώρο σε κάτι μεγαλύτερο: στη δυνατότητα τα παιδιά να γίνουν οι αυριανοί δημιουργοί, όχι απλώς οι θεατές.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ