«Βάτραχοι» του Αριστοφάνη: Η ποίηση θα σώσει τον κόσμο;

ΚΑΡΑΖΗΣΗΣ ΧΑΤΖΟΠΟΥΛΟΣ Facebook Twitter
Τα αίματα άναψαν άμα τη εμφανίσει του Ακύλλα Καραζήση. Επιτέλους κάτι ενδιαφέρον συνέβη! Πολύτιμος σύμμαχός του εδώ, ο δαιμόνιος Νίκος Χατζόπουλος, ένας Αισχύλος μπλαζέ, απολαυστικός και ντίβα. Φωτ.: Πηνελόπη Γερασίμου
0

Απαρηγόρητος και θυμωμένος τριγυρνούσε ο Τρελός στις πλατείες των χωριών διαλαλώντας τον θάνατο του Θεού. Οι άνθρωποι τον κοιτούσαν παραξενεμένοι και τον κορόιδευαν για το παραλήρημά του. Αν όμως άκουγε κανείς προσεκτικά, θα διέκρινε την απόγνωση στα λόγια του, καθώς αδυνατούσε να κατανοήσει πώς καταφέραμε εμείς οι άνθρωποι να εξαντλήσουμε τη θάλασσα∙ πώς καταφέραμε να σβήσουμε τον ορίζοντα μ’ ένα σφουγγάρι.

Μονάχα ο Τρελός μπορούσε να συλλάβει τον πραγματικό αντίκτυπο αυτής της απώλειας; Κάθε φορά, μονάχα ένας τρελός τολμά να θέσει τα δριμεία και ακατάληπτα ερωτήματα; «Υπάρχει ακόμα ένα πάνω κι ένα κάτω; Δεν περιπλανιόμαστε σαν μέσα σ’ ένα απέραντο μηδέν; Δεν νιώθουμε την ανάσα του κενού χώρου; Δεν κάνει περισσότερο κρύο; Δεν έρχεται η νύχτα, πάντα η νύχτα, πάνω μας; Δεν πρέπει ν’ ανάβουμε φανάρια στο καταμεσήμερο;».

Ίσως αντίστοιχα ερωτήματα με αυτά του Νίτσε οδήγησαν, αιώνες πριν, τον πιο μυαλωμένο τρελό, τον Αριστοφάνη, σε μια παιγνιώδη Νέκυια. Στους «Βατράχους», ο Διόνυσος κατεβαίνει στον Άδη για να πάρει μαζί του έναν ποιητή που θα σώσει την πόλη. 

Ανολοκλήρωτες προθέσεις, εξασθενημένες εντάσεις, φτωχή εικονοποιία, ισχνή αφηγηματικότητα. Και, το πιο σημαντικό, αδυναμία ανάδειξης του βαθύτερου διακυβεύματος του έργου: ούτε γιορτή, ούτε νόστος∙ ούτε κατάβαση, ούτε ανάβαση, αλλά κάτι χλιαρό κι αναποφάσιστο στη μέση.

Γιατί είναι ήδη αργά. Χάθηκαν οι Σάτυροι και πνίγηκαν οι Νύμφες. Στέρεψε ο Πάνω Κόσμος από νόημα. Έσβησε ο ήλιος. Το καλύτερο που έχουμε να περιμένουμε έχει ήδη γραφτεί κι εμείς κοιτάμε συνέχεια προς τα πίσω. Τι θα μας σώσει; Ποιος θα μας σώσει; Δεν μένει παρά μια κατάβαση στα ενδότερα, μια καταβύθιση στα θλιμμένα νερά του Αχέροντα. 

Βάτραχοι Facebook Twitter
Φωτ.: Πηνελόπη Γερασίμου

Αυτήν θα επιχειρήσουμε∙ όχι απελπισμένοι, αλλά αναίσχυντοι και λοίδοροι, κλέβοντας περίσσειο κρέας από τους βωμούς, στα δώματα του Άδη θα περιπλανηθούμε παρέα με τον Βωμολόχο Διόνυσο. Κι αφού ξεγελάσουμε τον Κέρβερο και τους πιστωτές μας –χρέη άφθονα πήραμε μαζί μας–, αφού διασχίσουμε πλήθη από σκιές, θα φτάσουμε εκεί όπου πάντοτε μας περίμεναν –γιατί οι νεκροί ποιητές δεν έδιωξαν ποτέ κανέναν που τους αναζήτησε. 

Πώς όμως θα αναγνωριστούμε; Ποια ιερά παιχνίδια θα πρέπει να εφεύρουμε για να τους συναρπάσουμε; (Λένε κάποιοι πως οι νεκροί ποιητές είναι σαν παιδιά και τους αρέσει να επιδεικνύουν τα παιχνίδια τους). Πώς θα τους πείσουμε, εν τέλει, να μας ακολουθήσουν πίσω στη ζωή, τώρα που τους χρειαζόμαστε περισσότερο από ποτέ;

Οι «Βάτραχοι» γράφονται το 405 π.Χ.. Ο Ευριπίδης έχει μόλις πεθάνει, όπως κι ο Σοφοκλής, έναν χρόνο πριν (πάει μισός αιώνας που απεβίωσε ο Αισχύλος). Η Αθήνα, λίγο πριν από το τέλος ενός ολέθριου πολέμου που θα σημάνει τη λήξη της παντοδυναμίας της, βρίσκεται ήδη στα πρόθυρα της εξάντλησης. Με τους «Βατράχους» ο Αριστοφάνης μετατρέπει τη συλλογική παρακμή σε κωμωδία. Φαντασιώνεται την Ανάσταση νεκρών ως μια γιορτή, έναν ευφρόσυνο αγώνα: για δύο ώρες, ο Ευριπίδης και ο Αισχύλος διαγωνίζονται επί σκηνής παίζοντας θέατρο μέσα στο θέατρο. Είναι τόσο πρόθυμοι να γυρίσουν κοντά μας, που κάνουν το παν με τη στιχουργική τους τέχνη για να το καταφέρουν.

Και έτσι, μέσα από τη σάτιρα, την παρωδία, τις ιλαρότητες και τους εμπαιγμούς, δηλαδή μέσα απ’ τη δύναμη της αριστοφανικής κωμωδίας, καταλαβαίνουμε πως ακόμη κι όταν οι σπουδαίοι ποιητές έχουν χαθεί, είναι η ποίηση που θα σώσει τον κόσμο.

Βάτραχοι Facebook Twitter
Φωτ.: Πηνελόπη Γερασίμου

«Όρθρος ενός τέλους. Λυγμός του κωμικού», επισημαίνει ο ποιητής Νίκος Α. Παναγιωτόπουλος στην εισαγωγή της γόνιμης μετάφρασής του (εξαιρετική η απόδοση των χορικών). Γιατί μια μεγάλη κωμωδία όπως οι «Βάτραχοι», εάν ευτυχούσαν να ενσαρκωθούν σε μια παράσταση που θα λειτουργούσε ως «μαγική» τελετή, ως Νέκυια, θα κατάφερναν να μας οδηγήσουν στους λειμώνες της ποίησης. 

Ανεκτίμητη διέλευση, οργιώδης επιτέλεση, και πώς να τα κατορθώσει κανείς. Ποιος μπορεί να δεξιωθεί σήμερα τον Διόνυσο, ποιος θα ξαναζωντανέψει τις απαγορευμένες μουσικές, ποιος θα μας αποκαλύψει ότι ο Αισχύλος ζει μες στον Σοφοκλή, ο Σοφοκλής στον Ευριπίδη, η τραγωδία στην κωμωδία και ο θρήνος μέσα στον κώμο; 

Η Αργυρώ Χιώτη επεδίωξε να προσεγγίσει αυτό το μεικτό πνεύμα μελαγχολίας κι ευφορίας στην παράσταση που είδαμε προ ημερών στην Επίδαυρο, αλλά δεν τα κατάφερε.

«Φυτεμένο» στη μέση του πουθενά, σε μια άδεια επί της ουσίας ορχήστρα, το γυναικείο ντουέτο Διόνυσου-Ξανθία, με τους εναλασσόμενους ρόλους αφεντικού και δούλου, έφερε μια υποψία από την ανέμελη τρυφερότητα του Δον Κιχώτη και του Σάντσο Πάντσα, ενώ ενίοτε παρέπεμπε και στη μοναχικότητα των πλανόδιων ηρώων του Μπέκετ∙ αυτή όμως η γοητευτική πρόθεση αποδείχθηκε ευάλωτη – δεν γονιμοποιήθηκε στην πορεία, ατόνησε και χάθηκε.  

Βάτραχοι Facebook Twitter
Φωτ.: Πηνελόπη Γερασίμου

Όσο περισσότερο κινούσαν οι δυο τους προς τον Κάτω Κόσμο, τόσο αναφαινόταν η έλλειψη σκηνοθετικής ευρηματικότητας και φαντασίας. Καμία από τις συναντήσεις τους (με τον Ηρακλή, με τον Χάροντα, με τους Βατράχους, με τον Αιακό, με τις Ξενοδόχες κ.ο.κ.) δεν ερέθισε το ενδιαφέρον μας σε κωμικό, οπτικό ή άλλο επίπεδο, καθώς η σχηματική απόδοσή τους δεν εξυπηρετούσε ούτε την αίσθηση μιας εσωτερικής καταβύθισης ούτε μιας εμπνευσμένης θεατρικότητας. 

Καταδικασμένοι, από ένα σημείο και μετά, να κάνουν τα πάντα πάνω σε μια στενότατη μεταλλική αερογέφυρα (παραπομπή στο αρχαίο έθιμο του γεφυρισμού;), οι ηθοποιοί στερούνταν την ελευθερία τους. Αντί, όμως, αυτή η συνθήκη να λειτουργεί ως δημιουργική πρόκληση, ανάγκαζε εμάς τους θεατές να περιορίζουμε το βλέμμα μας σε μια στενή λωρίδα «γης». Ακόμη κι όταν αυτή η συνθήκη ανατράπηκε στο τελευταίο μέρος της παράστασης, το κακό είχε ήδη γίνει. 

Στριμωγμένα επάνω σε μια «γραμμή», τα μέλη του Χορού κρέμονταν από τις άκρες, στέκονταν ή ανεβοκατέβαιναν εκτελώντας διαρκώς κινήσεις ανδρείκελων – προφανώς προσπαθούσαν με αυτή την ατυχή μέθοδο κάπως να παραπέμψουν στους «υπνωτισμένους» μύστες των αρχαίων Ελευσινίων ή στις επί των αγγείων εξεικονίσεις τους. Το αποτέλεσμα συνέθετε τελικά μια κινησιολογική φλυαρία που προκαλούσε ζάλη και σύγχυση στον θεατή. 

Βάτραχοι Facebook Twitter
Φωτ.: Πηνελόπη Γερασίμου

Συμπαθέστατος ο Ξανθίας της Εύης Σαουλίδου, το ίδιο και ο cool Διόνυσος της Μαρίας Κεχαγιόγλου – άνετος και ανάλαφρος με το αθλητικό κασκέτο του. Οι δύο ηθοποιοί, όμως, δεν κατάφεραν να πιάσουν τον ταύρο της κωμωδίας από τα κέρατα αφήνοντάς μας με ένα αίσθημα ανικανοποίητου.   

Ευτυχώς τα αίματα άναψαν άμα τη εμφανίσει του Ακύλλα Καραζήση. Επιτέλους κάτι ενδιαφέρον συνέβη! Εμφανίστηκε κάποιος να μας ξυπνήσει: ένας φαφλατάς, εφετζής, επιδειξιμανής, κολπατζής αλλά και ταυτόχρονα αξιαγάπητος Ευριπίδης ήρθε να ταρακουνήσει αναζωογονητικά μια απονευρωμένη παράσταση που έως εκείνη τη στιγμή έμοιαζε να σέρνεται. Πολύτιμος σύμμαχός του εδώ, ο δαιμόνιος Νίκος Χατζόπουλος, ένας Αισχύλος μπλαζέ, απολαυστικός και ντίβα.

Δυστυχώς, η σημαντική ανακούφιση που πρόσφεραν οι δύο αυτοί ερμηνευτές στο τελευταίο μέρος δεν στάθηκε ικανή να αναιρέσει τη συνολική εντύπωση. Ανολοκλήρωτες προθέσεις, εξασθενημένες εντάσεις, φτωχή εικονοποιία, ισχνή αφηγηματικότητα. Και, το πιο σημαντικό, αδυναμία ανάδειξης του βαθύτερου διακυβεύματος του έργου: ούτε γιορτή, ούτε νόστος∙ ούτε κατάβαση, ούτε ανάβαση, αλλά κάτι χλιαρό κι αναποφάσιστο στη μέση. Η περιπλάνηση στους λειμώνες της ποίησης προσωρινά αναβάλλεται...

Συντελεστές

Μετάφραση: Νίκος Α. Παναγιωτόπουλος

Σκηνοθεσία: Αργυρώ Χιώτη

Σκηνικά: Εύα Μανιδάκη

Μουσική: Jan Van Angelopoulos

Κοστούμια: Άγγελος Μέντης

Φωτισμοί: Τάσος Παλαιορούτας

Παίζουν (με σειρά εμφάνισης): Εύη Σαουλίδου (Ξανθίας), Μαρία Κεχαγιόγλου (Διόνυσος), Μιχάλης Βαλάσογλου (Ηρακλής), Μανούκ Καρυωτάκης (Νεκρός), Ευθύμης Θέου (Χάρος, Αιακός, Πλούτων), Τζωρτζίνα Χρυσκιώτη (Θεράπαινα, Ξενοδόχα Α’), Χαρά Κότσαλη (Ξενοδόχα Β’), Δήμητρα Βλαγκοπούλου (Υπηρέτης), Ακύλλας Καραζήσης (Ευριπίδης), Νίκος Χατζόπουλος (Αισχύλος), Αντώνης Μυριαγκός (Κορυφαίος)

Χορός βατράχων και μυστών: Μιχάλης Βαλάσογλου, Δήμητρα Βλαγκοπούλου, Ευθύμης Θέου, Μανούκ Καρυωτάκης, Χαρά Κότσαλη, Σπύρος Μάστορας, Αντώνης Μυριαγκός, Τζωρτζίνα Χρυσκιώτη

Εκτέλεση παραγωγής: Μαρία Δούρου / Vasistas

Θέατρο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

«Ιφιγένεια η εν Ταύροις» του Ευριπίδη στο αρχαίο θέατρο της Επιδαύρου σε σκηνοθεσία Γιώργου Νανούρη και μετάφραση Γιώργου Ιωάννου

Λουίζα Αρκουμανέα / «Ιφιγένεια η εν Ταύροις»: Πώς επέρχεται η σωτηρία στους ανθρώπους;

Κριτική για την παράσταση «Ιφιγένεια η εν Ταύροις» του Ευριπίδη που παρουσιάστηκε στο αρχαίο θέατρο της Επιδαύρου, σε σκηνοθεσία Γιώργου Νανούρη και μετάφραση Γιώργου Ιωάννου.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
Νικαίτη Κοντούρη

Θέατρο / Νικαίτη Κοντούρη: «Είναι τόσο λάθος να χαρακτηρίζουν τον Ευριπίδη μισογύνη»

Μια συζήτηση για τις «Βάκχες», μια από τις πιο γοητευτικές και «επικίνδυνες» τραγωδίες του Ευριπίδη, που ανεβαίνει τον Αύγουστο στην Επίδαυρο, σε σκηνοθεσία Νικαίτης Κοντούρη.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Βάτραχοι

Θέατρο / «Βάτραχοι» του Αριστοφάνη: Μπορούν οι ποιητές να σώσουν την πόλη και την τιμή της;

Η Αργυρώ Χιώτη κάνει το ντεμπούτο της στο Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου, αναζητώντας τη σημασία τον κομβικού ρόλου της ποίησης ως υλικού κοινωνικής συνοχής σε μια εποχή πνευματικής κρίσης σαν τη σημερινή.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Αργύρης Ξάφης: «Η φράση “πάμε κι ό,τι γίνει” είναι ενδεικτική μιας νοοτροπίας που μας έχει γαμήσει σε αυτή τη χώρα σε κάθε επίπεδο»

Θέατρο / Αργύρης Ξάφης: «Να μου προτείνουν τι; Να αναλάβω το Εθνικό; Δεν με ενδιαφέρει»

Το «Πιο όμορφο σώμα που έχει βρεθεί ποτέ σε αυτό το μέρος» είναι από τις πιο επιτυχημένες παραστάσεις της σεζόν και με την ευκαιρία βρεθήκαμε με τον Αργύρη Ξάφη στο θέατρο Θησείο.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Τι συμβαίνει με το Θεατρικό Μουσείο;

Θέατρο / Τι συμβαίνει με το Θεατρικό Μουσείο;

Η υπουργός Πολιτισμού, Λίνα Μενδώνη, μιλά για τις εργασίες μεταστέγασής του στην οικία Αλεξάνδρου Σούτσου, για την πολύτιμη αρχειακή συλλογή αλλά και για το τι αναμένεται να γίνει με τα καμαρίνια σπουδαίων ηθοποιών.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Περιμένοντας τον Γκοντό του Θεόδωρου Τερζόπουλου

Θέατρο / «Περιμένοντας τον Γκοντό»: Ο Θεόδωρος Τερζόπουλος ανατρέπει όσα γνωρίζαμε για το αριστούργημα του Μπέκετ

Ένα ταξίδι, μια παράσταση, μια συνάντηση με τον σημαντικότερο εν ζωή Έλληνα σκηνοθέτη: από το Μιλάνο στην Αθήνα, από το Piccolo Teatro στη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση, το «Περιμένοντας τον Γκοντό» του Θεόδωρου Τερζόπουλου προσφέρει μια ριζοσπαστική ανάγνωση του έργου του Μπέκετ.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
Σαν πλοίο που ναυάγησε, σα νούφαρο που μάδησε

Κριτική Θεάτρου / Σαν πλοίο που ναυάγησε, σαν νούφαρο που μάδησε

Επιχειρώντας να αποδώσει τη «φαινομενικά ασύνδετη μορφή ενός ονείρου που υπακούει στη δική του λογική», όπως αναφέρει ο Στρίνμπεργκ στο «Ονειρόδραμα», η Γεωργία Μαυραγάνη επέλεξε να μιλήσει για το ίδιο το θέατρο.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
42' με τον Βασίλη Βηλαρά

Θέατρο / Βασίλης Βηλαράς: «Το θέατρο είναι ένα ομοφοβικό και χοντροφοβικό επάγγελμα»

Στην Πειραματική Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου και στον «Καταποντισμό» ο ηθοποιός και σκηνοθέτης φέρνει στο φως μαρτυρίες από την γκέι Ελλάδα της Μεταπολίτευσης μέσα από επιστολές που στάλθηκαν στο περιοδικό ΑΜΦΙ, το πρώτο μέσο που άρθρωσε δημόσια λόγο στην Ελλάδα για την εμπειρία των ΛΟΑΤΚΙ+ ατόμων.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Καύσωνας: Το όνειρο και ο εφιάλτης του ελληνικού καλοκαιριού σε μια παράσταση

Θέατρο / Καύσωνας: Το όνειρο και ο εφιάλτης του ελληνικού καλοκαιριού σε μια παράσταση

Βασισμένος σε διηγήματα της Βίβιαν Στεργίου, μέσα από αποσπασματικές αφηγήσεις χαρακτηριστικών συμπεριφορών ντόπιων, τουριστών και expats, ο σκηνοθέτης Γιάννης Παναγόπουλος διερευνά τη μεταβατική φάση από τα ’90s μέχρι το 2020, μιλώντας για την πραγματικότητα της γενιά του -των millennials- στην παράσταση που ανεβαίνει στη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
«Οι γριές που μαζεύουν την τσουκνίδα», μάγισσες και μαγείρισσες της μυστικής Θεσσαλίας

Θέατρο / «Οι γριές που μαζεύουν την τσουκνίδα», οι μάγισσες και οι μαγείρισσες της μυστικής Θεσσαλίας σε μια παράσταση

Με έμπνευση από τη θεσσαλική λαογραφία και σε σύγχρονη σκηνική φόρμα, ο Κωνσταντίνος Ντέλλας σκηνοθετεί μια παράσταση για τις αόρατες γυναίκες της παράδοσης, αποκαλύπτοντας την κοινωνική απομόνωση, τον παραγκωνισμό τους, ακόμα και την απόκρυψη του γυναικείου σώματος.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ράνια Σχίζα: «Να γουστάρεις, αυτό είναι το κέρδος. Μόνο έτσι προχωράς στη ζωή»

Θέατρο / Ράνια Σχίζα: «Να γουστάρεις, αυτό είναι το κέρδος. Μόνο έτσι προχωράς στη ζωή»

Μια ηθοποιός με λεπτές ποιότητες, εξαιρετικές συνεργασίες, επιμονή και πάθος μιλά για την επιλογή της να δώσει προτεραιότητα στην οικογένειά της σε πολλές φάσεις της καριέρας της.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ένας λυκάνθρωπος πρωταγωνιστεί στη νέα, απίστευτη παράσταση του Ευριπίδη Λασκαρίδη

Θέατρο / Ένας λυκάνθρωπος πρωταγωνιστεί στη νέα, απίστευτη παράσταση του Ευριπίδη Λασκαρίδη

Ο τρόμος στο θέατρο και τον κινηματογράφο, η περίοδος γύρω από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και ο γερμανικός εξπρεσιονισμός, οι εικαστικές τέχνες, τα αμερικανικά μιούζικαλ και οι μεταμορφώσεις χωράνε στο «Lapis Lazuli» που ανεβαίνει στη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση.
M. HULOT