Αυτή είναι η πρώτη συνέντευξη που έδωσε ποτέ η Λούλα Αναγνωστάκη- στον Στάθη Τσαγκαρουσιάνο Facebook Twitter
Εικονoγράφηση: Stupid Greg/ LIFO

Αυτή είναι η πρώτη συνέντευξη που έδωσε ποτέ η Λούλα Αναγνωστάκη- στον Στάθη Τσαγκαρουσιάνο

0

«Τι σημαίνει ψυχανώμαλος, ξέρετε;» με ρωτάει η Λούλα Αναγνωστάκη.

 

«Ναι» της απαντάω.

 

«Τι;» επιμένει με μια ξαφνική ένταση στη φωνή.

 

«Αυτός που έχει ανώμαλη ψυχή».

 

«Όχι. Ψυχανώμαλος είναι αυτός που δεν μπορεί να ξεχωρίσει το καλό από το κακό. Και κάνει το κακό χωρίς καμία τύψη. Και δεν διανοείται καν ότι σ' έκανε κουρέλι. Έτσι είναι η Μαύρη Τρύπα στην Ελευθεροτυπία!»

 

Σκύβει και πίνει την πορτοκαλάδα της. Δεν θυμάμαι αν είχε κόκκινα νύχια. Θα ταίριαζαν πάντως στη σκηνή. Τα μαύρα γυαλιά της σκύβουν κι αυτά πάνω απ' το ποτήρι της σαν αρχαίοι ιεροπτέρυγες. Γυρίνοι από πορτοκάλι κολυμπάνε στον χυμό της. Πίνω ένα ουίσκι σκέτο στο διαμέρισμά της, Καψάλη 1, τέταρτος όροφος, πάνω ακριβώς στην πλατεία Κολωνακίου. Υπέροχο διαμέρισμα με χαμηλά, ζεστά φώτα, σκούρο ξύλο, βιβλία και παλιά περιοδικά στο πάτωμα. 

Η τηλεόραση σβηστή. 

 

Δεν δίνω συνεντεύξεις. Πρώτον, το κάνω από σνομπισμό. Δεύτερον, περιφρονώ τα φύλλα. Και τρίτον, ντρέπομαι».

 

«Δεν βλέπετε πια;» τη ρωτάω.

 

«Την ανοίγω για να μην είναι ένα άδειο έπιπλο, αλλά δεν τη βλέπω, τις περισσότερες φορές παίζει μόνη». 

 

Στο σπίτι αυτό μένει με τον Γιώργο Χειμωνά, οι κρεβατοκάμαρές τους βλέπουν στο Da Capo και στο Βρετανικό Συμβούλιο. Το ένα δωμάτιο ήθελε να το σκάψει και να το κάνει πισίνα. «Έτσι κι αλλιώς, το σαλόνι είναι άχρηστο, Γιώργο» είπε στον άντρα της. «Να 'μαστε όλη μέρα στα νερά, θα 'ναι υπέροχα».

 

Όταν της τηλεφώνησα για το ραντεβού, μου είπε: «Η είσοδος είναι ανοιχτή. Υπάρχει guard. Άνοιξε ένα αδαμαντοπωλείο στην πολυκατοικία μας – το είδατε; Η είσοδος είναι ανοιχτή για τους πελάτες». 

 

«Και πουλάει μόνο διαμάντια;» 

 

«Πουλάει απ' όλα. Και ακριβά ρολόγια. Αλλά εγώ το λέω αδαμαντοπωλείο».

 

Πάνω απ' το αδαμαντοπωλείο, στον πρώτο όροφο, μένει μια γριούλα ογδόντα ετών.

 

«Την ξέρετε;» της λέω. «Να μπούμε στο διαμέρισμά της να κάνουμε το τέλειο ριφιφί».

 

Χαμογελάει. Προσποιείται την αμήχανη – από φιλαρέσκεια. Το χιούμορ της είναι αθόρυβο – σαν βουβή ταινία. 

 

Σκέφτομαι, λοιπόν, ότι στο ισόγειο είναι τα διαμάντια και στον τέταρτο όροφο τα μπλουζ. «Διαμάντια και μπλουζ», όπως εκείνο το παλιό της έργο, όπου η ηρωίδα άκουγε τους φίλους της να τη φωνάζουν από τον δρόμο. 

 

Μπλουζ, γιατί η κυρία Αναγνωστάκη έχει μελαγχολίες αυτό τον καιρό. 

 

«Δεν ξέρω, δεν αισθάνομαι περίφημα» μου λέει και προσθέτει με μια ξαφνική ορμή: «Αλλά δεν θα λέμε τέτοια. Δεν θα λέμε καθόλου τέτοια!».

 

«Τότε ας πούμε κάτι φλέγον, κυρία Αναγνωστάκη: Ψάχνω λεφτά! Είναι χαζό να δουλεύουμε. Θέλω έναν πλούσιο να μου κάνει ένα σπόνσορινγκ ζωής».

 

«Κι εγώ το 'χα σκεφτεί. Να πάω στον Κοσκωτά, να του ζητήσω να μου πάρει ένα διαμαντένιο δαχτυλίδι. Θα το 'κανε, νομίζω. Αλλά μόλις είχα προετοιμαστεί να πάω, τον πιάσανε».

 

Διαμαντένιο δαχτυλίδι;! Ποτέ δεν είδα τη Λούλα Αναγνωστάκη να φοράει κοσμήματα. Μαύρο βελούδο, αδιάβροχα Burberry- και αποξηραμένα τριαντάφυλλα. Καμία πολυτέλεια ποτέ –ούτε ακριβό αμάξι, ούτε φίρμες, ούτε καν ένα ρολογάκι Cartier, που θα της πήγαινε. Το στιλ της είναι το ακριβώς αντίθετο του νεοπλουτισμού που γδέρνει τις πόρτες της Καψάλη.

 

«Θυμάστε ένα βράδυ πριν από πολλά χρόνια που με πήρατε μεθυσμένος και μου είπατε ότι σας άρεσε πολύ o "Ήχος του όπλου";»

  

«Κάτι θυμάμαι, ναι».

 

«Κι είχα χαρεί τρομερά τότε γιατί ήσαστε συγκινημένος και ειλικρινής».

 

«Ναι…»

 

«Αλλά με πήρατε την άλλη μέρα και μου ζητήσατε συγγνώμη που τηλεφωνήσατε μεθυσμένος κι εγώ σας ρώτησα: "Δηλαδή, παίρνετε πίσω και τα λόγια που είπατε για το έργο;"»

 

Γελάει.

 

«Κι ένα άλλο βράδυ που με πήρατε και θέλατε σώνει και καλά να πάμε να πιούμε ένα ουίσκι στο Galaxy, κι επιμένατε πολύ, αλλά εγώ δεν ήθελα να σας πω τον αληθινό λόγο που αρνούμαι;»

 

«Ποιον λόγο;»

 

«Με είχατε τρομάξει τότε – είχατε μέσα σας πολλή βία, πολύ θυμό…»

 

«Δεν θυμάμαι». 

 

«Δεν θυμάστε; Μα, δεν θυμάστε;!» 

 

Της διηγούμαι τα ταξίδια μου.

 

«Λοιπόν, θα με θεωρήσετε συντηρητική;» με ρωτάει. «Αλλά εγώ ποτέ δεν θα μπορέσω να κάνω αυτά τα ταξίδια. Φοβάμαι. Αλλά ένας πολύ στενός μου άνθρωπος, ένα παιδί τριάντα ετών, έπαθε σκλήρυνση κατά πλάκας και είναι τώρα σε μια φυλή του Αμαζονίου. Πας εκεί με πιρόγες, δεν έχει άλλο τρόπο. Μένει σ’ ένα μέρος, σαν σανατόριο, έστειλε στους δικούς του μια κασέτα και λέει απλώς: "Είμαι καλά"».

 

«Και θέλετε να πάτε να τον δείτε;»

 

« Αυτό το ταξίδι θα μπορούσα να το κάνω! Λέω στη μάνα του: "Θα πάμε να τον βρούμε, μη στενοχωριέσαι". Αυτό το ταξίδι, ναι, μπορεί να το κάνω».

 

Προς το παρόν, η Λούλα Αναγνωστάκη είναι μια ερημίτισσα του κέντρου. Βγαίνει ελάχιστα και έχει αναγάγει το τηλέφωνο σε Υψηλή Τέχνη. Μιλάει πολύ, ώρες. Μισόλογα, παύσεις, πεζολογίες, επικοινωνιακή βουλιμία. Έχει όλα τα τικ του αγοραφοβικού, αλλά, στην πραγματικότητα, δεν είναι. Ένα βραδάκι που κάνουμε μια βόλτα στην Καψάλη, οι καταστηματάρχες τη δέχονται με τρυφερότητα, η περιπτερού σχεδόν την αγκαλιάζει: «Τι κάνετε, κυρία Χειμωνά;» της λέει με έμφαση.

 

«Είδατε πόσο με αγαπούν;» μου λέει και προχωρεί μ' ένα βήμα ασταθές. Στο φαρμακείο της κυρίας Ζηρίδη μιλάνε για τον καιρό στην Ελβετία και στο απέναντι περίπτερο για τον Ολυμπιακό, που είναι, ας πούμε, ο μεταμοντέρνος της φανατισμός. Στις 45 στροφές καθόμαστε για ένα ποτό. Τα γκαρσονάκια την αναγνωρίζουν, αυτή δεν το παρατηρεί. 

  

«Αύριο θα πάω να δω το έργο σας στο Εθνικό» της λέω.

«Μπορεί και να μη σας αρέσει» απαντά. «Αλλά δεν έχει σημασία αυτό…»

 

«Καμία απολύτως σημασία!» συμφωνώ με σαδισμό, δήθεν.

 

Το νέο έργο της Λούλας Αναγνωστάκη είναι ένα μονόπρακτο για μια αλκοολική γυναίκα στα εξήντα. Την υποδύεται η Βέρα Ζαβιτσιάνου. Φοράει βελούδινο καφέ φόρεμα και κοιτάει κόντρα στον προβολέα. Η ερμηνεία της σπουδαία∙ το έργο, ώριμο. Οι δυσκολίες του έρωτα με τον άντρα της, ο γιος της που έμπλεξε με τη ρουμάνικη μαφία, οι επισκέψεις της στη φυλακή να τον δει, η αβάσταχτη νοσταλγία της ζωής, που όλο είναι κάτι στον αόριστο.

 

Χαίρεται που αρέσει. Αλλά σχεδόν δεν διακρίνω πού σταματάει η γυναικεία της φιλαρέσκεια και πού αρχίζει η καλλιτεχνική της επιβεβαίωση. Στη Λούλα Αναγωστάκη όλα επαμφοτερίζουν. Με κοιτάζει μ' ένα είδος τισαθευμένης λαχτάρας και ρωτά:

 

«Σας άρεσαν τα σεξουαλικά του έργου;» 

 

«Ναι, μ' άρεσαν» απαντώ και την βλέπω να ξανατείνει μηχανικά το χέρι στο πακέτο με τα τσιγάρα.

 

«Πρέπει να κόψω το τσιγάρο – θα πεθάνω» λέει με έναν αμέριμνο μελοδραματισμό και είναι σαν να λέει: «Δεν είναι υπέροχο το να αυτοκαταστρέφεσαι;» 

 

Πρέπει να κόψω το τσιγάρο – θα πεθάνω» λέει με έναν αμέριμνο μελοδραματισμό και είναι σαν να λέει: «Δεν είναι υπέροχο το να αυτοκαταστρέφεσαι;

 

Καπνίζει, όντως, πολύ στο ημίφως του δωματίου της. Σηκώνομαι και βηματίζω ως το παράθυρο. Στα μπαλκόνια της δεν υπάρχει τίποτα, ούτε μια γλάστρα. Γενικά, η αίσθηση που μου αφήνει αυτή η γυναίκα είναι η αίσθηση ενός χαρακτήρα απογυμνωμένου από κάθε επιείκια που συνειδητά διακόσμησε την ερημιά του με δεκάδες κατασκευές― τα τεχνητά άνθη του Καβάφη «που δεν μαραίνονται και δεν σαπίζουν». Είναι ο θρίαμβος ενός εργαστηριακού ρομαντισμού που φτιάχτηκε από κατάθλιψη.

 

Έτσι εξηγείται γιατί αυτή αυτή η φαινομενικά εύθραυστη γυναίκα είναι κλεισμένη στο σπίτι της, ζει μια ζωή χωρίς ψευδαισθήσεις, εξακολουθεί να είναι τόσο μοντέρνα και περιφρονεί, επί της ουσίας, τα μίντια: δεν έχει δώσει ποτέ συνέντευξη και ούτε πρόκειται να δώσει.

 

«Πρώτον, το κάνω από σνομπισμό. Δεύτερον, περιφρονώ τα φύλλα. Και τρίτον, ντρέπομαι».

 

«Τι θα γράψετε για μένα;» με ρωτάει το βραδάκι που περπατάμε στην Καψάλη.

 

«Ε, γενικότητες, δικά μου πράγματα».

 

«Γράψτε ό,τι θέλετε. Μόνο ένα πράγμα μη γράψετε για μένα».

 

«Τι;»

 

«Την ηλικία μου».

 

«Μα, οι καλλιτέχνιδες δεν έχουν ηλικία!» Το σκέφτεται. Χαμογελάει.

 

Ίσως κάνω λάθος, αλλά νομίζω ότι η αληθινή ατμόσφαιρα αυτής της ιδιόρρυθμης καρδιάς δεν βρίσκεται στις μεγάλες εικόνες και στις μεγάλες δηλώσεις αλλά στα λόγια που λες όταν σκοτώνεις την ώρα σου (έχεις παρατηρήσει πόσο αληθινός είσαι τότε;), στα λόγια που λες στο τηλέφωνο όση ώρα το θερμοσίφωνο είναι αναμμένο.

 

«Εσείς δεν πίνετε;» τη ρωτάω όταν μου βάζει το ουίσκι μου. Εν μέρει γιατί θυμάμαι την αλκοολική ηρωίδα της, εν μέρει γιατί θα ταίριαζε στην περίσταση η συγγραφέας να πίνει.

 

«Λίγο. Και όχι μαζί με τσιγάρο – δεν μ' αρέσει ο συνδυασμός».

 

«Αδυνατίσατε» της λέω.

 

«Καλύτερα νεκρή παρά χοντρή!» μου απαντάει. 

Θέατρο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Πολεμικοί Ανταποκριτές: Ψάχνοντας την αλήθεια μέσα στο ζόφο του πολέμου

Θέατρο / Πολεμικοί Ανταποκριτές: Ψάχνοντας την αλήθεια μέσα στον ζόφο του πολέμου

Σε μια περίοδο που ο πόλεμος αποτελεί βασικό συστατικό της καθημερινότητάς μας, μια παράσταση εξετάζει όσα μεσολαβούν μεταξύ γεγονότος και πληροφορίας και πώς διαμορφώνουν την τελική καταγραφή και την ιστορική μνήμη.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Η τραγική ιστορία και η άγρια δολοφονία μιας θαρραλέας περφόρμερ

Θέατρο / Η τραγική ιστορία και η άγρια δολοφονία μιας θαρραλέας περφόρμερ

Όταν η Πίπα Μπάκα ξεκίνησε να κάνει oτοστόπ από την Ιταλία για να φτάσει στην Ιερουσαλήμ δεν φαντάστηκε ότι αυτό το ταξίδι-μήνυμα ειρήνης θα κατέληγε στον βιασμό και τη δολοφονία της. Mια παράσταση που θα δούμε στο Φεστιβάλ Αθηνών αναφέρεται στην ιστορία της.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ο Σίμος Κακάλας ξορκίζει τα χάλια μας με μια κωμωδία γέλιου και αίματος

Θέατρο / Ο Σίμος Κακάλας ξορκίζει τα χάλια μας με μια κωμωδία γέλιου και αίματος

Τα «Κακά σκηνικά» είναι «μια κωμική κόλαση» αφιερωμένη στη ζοφερή ελληνική πραγματικότητα, μια απόδραση από τα χάλια της χώρας, του θεάτρου, του παγκόσμιου γεωπολιτικού γίγνεσθαι, ένα ξόρκι στην κατάθλιψη.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Χρήστος Παπαδόπουλος: «Κάθε μορφή τέχνης χρειάζεται το εσωτερικό βάθος»

Θέατρο / Χρήστος Παπαδόπουλος: «Mε αφορά πολύ το "μαζί"»

Το «τρομερό παιδί» από τη Νεμέα που συμπληρώνει φέτος δέκα χρόνια στη χορογραφία ανοίγει το φετινό 31ο Διεθνές Φεστιβάλ Χορού Καλαμάτας με τους Dance On Ensemble και το «Mellowing», μια παράσταση για τη χάρη και το σθένος της ωριμότητας.  
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Κάνεις χορό γιατί αυτή είναι η μεγάλη σου ανάγκη

Χορός / «Κάνουμε χορό γιατί αυτή είναι η μεγάλη μας ανάγκη»

Με αφορμή την παράσταση EPILOGUE, ο διευθυντής σπουδών της σχολής της Λυρικής Σκηνής Γιώργος Μάτσκαρης και έξι χορευτές/χορεύτριες μιλούν για το δύσκολο στοίχημα τού να ασχολείται κανείς με τον χορό στην Ελλάδα σήμερα.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Μαρία Κωνσταντάρου: «Ερωτεύτηκα αληθινά στα 58»

Οι Αθηναίοι / Μαρία Κωνσταντάρου: «Δεν παίζω πια γιατί δεν υπάρχουν ρόλοι για την ηλικία μου»

Μεγάλωσε χωρίς τη μάνα της, φώναζε «μαμά» μια θεία της, θυμάται ακόμα τις παιδικές της βόλτες στον βασιλικό κήπο. Όταν είπε πως θέλει να γίνει ηθοποιός, ο πατέρας της είπε «θα σε σφάξω». Η αγαπημένη ηθοποιός που έπαιξε σε μερικές από τις σημαντικότερες θεατρικές παραστάσεις αλλά και ταινίες της εποχής της είναι η Αθηναία της εβδομάδας.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ο Γιάννος Περλέγκας ανεβάζει τον «Κατσούρμπο» του Χορτάτση

Θέατρο / Γιάννος Περλέγκας: «Ο Κατσούρμπος μας είναι μια απόπειρα να γίνουμε πιο αθώοι»

Ο Γιάννος Περλέγκας σκηνοθετεί το έργο του Χορτάτση στο πλαίσιο του στο πλαίσιο του Κύκλου Ρίζες του Φεστιβάλ Αθηνών. Τον συναντήσαμε στις πρόβες όπου μας μίλησε για την αξία του Κρητικού συγγραφέα και του έργου του και την ανάγκη για περισσότερη λαϊκότητα στο θέατρο. Κάτι που φιλοδοξεί να μας δώσει με αυτό το ανέβασμα.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Βασίλης Παπαβασιλείου

Απώλειες / Βασίλης Παπαβασιλείου (1949-2025): Ένας σπουδαίος διανοητής του ελληνικού θεάτρου

«Αυτό, λοιπόν, το οφείλω στο θέατρο: τη σωτηρία από την κακομοιριά μου»: Ο σκηνοθέτης, μεταφραστής, ηθοποιός και δάσκαλος Βασίλης Παπαβασιλείου πέθανε σε ηλικία 76 ετών.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
ΕΠΕΞ ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΓΚΟΤΣΟΠΟΥΛΟΣ

Θέατρο / Δημήτρης Γκοτσόπουλος: «Ήμουν ένα αγρίμι που είχε κατέβει από τα βουνά»

Ο ταλαντούχος ηθοποιός φέτος ερμηνεύει τον Νεοπτόλεμο στον «Φιλοκτήτη» του Σοφοκλή. Πώς κατάφερε από ένα αγροτικό περιβάλλον να πρωταγωνιστήσει σε μεγάλες τηλεοπτικές επιτυχίες και γιατί πέρασε ένα ολόκληρο καλοκαίρι στην Πολύαιγο, διαβάζοντας «Βάκχες»;
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Γιάννης Χουβαρδάς: «Το κοινό που έρχεται να σε δει είναι ο καθρέφτης σου»

Θέατρο / Γιάννης Χουβαρδάς: «Το κοινό που έρχεται να σε δει είναι ο καθρέφτης σου»

Ο κορυφαίος Έλληνας σκηνοθέτης διασκευάζει φέτος τις τραγωδίες του Οιδίποδα σε ένα ενιαίο έργο και μιλά στη LiFO, για το πώς η μοίρα είναι μια παρεξηγημένη έννοια, ενώ σχολιάζει το αφήγημα περί «καθαρότητας» της Επιδαύρου, καθώς και τις ακραίες αντιδράσεις που έχει δεχθεί από το κοινό.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
ΓΙΑ 28 ΜΑΙΟΥ Elena Souliotis: Η Ελληνίδα που θα γινόταν η επόμενη Κάλλας 

Θέατρο / Elena Souliotis: Η Ελληνίδα που θα γινόταν η επόμενη Κάλλας 

Σαν σήμερα, το 1943, γεννήθηκε η Ελληνίδα σοπράνο που διέπρεψε για μια ολόκληρη δεκαετία στην Ευρώπη και την Αμερική, αλλά κάηκε εξαιτίας μιας σειράς ιδιαίτερα απαιτητικών ρόλων, τους οποίους ερμήνευσε πολύ νωρίς. Ο κόντρα τενόρος Άρης Χριστοφέλλης, ένας από τους λίγους στην Ελλάδα που γνωρίζουν σε βάθος την πορεία της, περιγράφει την άνοδο και την πτώση της.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Δημήτρης Καπουράνης: «Το αόρατο νήμα που ενώνει τα παιδιά μεταναστών είναι το πένθος»

Θέατρο / Δημήτρης Καπουράνης: «Το αόρατο νήμα που ενώνει τα παιδιά μεταναστών είναι το πένθος»

Από τους Αγίους Σαράντα της Αλβανίας μέχρι τη σκηνή του Εθνικού Θεάτρου, η ζωή του βραβευμένου ηθοποιού, τραγουδιστή και σεναριογράφου είναι μια διαρκής προσπάθεια συμφιλίωσης με την απώλεια. Η παράσταση «Μια άλλη Θήβα» τον καθόρισε, ενώ ο ρόλος του στο «Brokeback Mountain» τού έσβησε κάθε ομοφοβικό κατάλοιπο. Δηλώνει πως αυτό που τον ενοχλεί βαθιά είναι η αδράνεια απέναντι σε όσα συμβαίνουν γύρω μας.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Μιχαήλ Μαρμαρινός: Το έπος μάς έμαθε να αναπνέουμε ΟΙ ΥΠΟΛΟΙΠΟΙ ΑΡΚΕΤΟΙ ΤΙΤΛΟΙ ΣΤΟ ΤΕΛΟΣ

Θέατρο / Μιχαήλ Μαρμαρινός: «Από μια κοινωνία της αιδούς, γίναμε μια κοινωνία της ξεδιαντροπιάς»

Με τη νέα του παράσταση, ο Μιχαήλ Μαρμαρινός επιστρέφει στην Οδύσσεια και στον Όμηρο και διερευνά την έννοια της φιλοξενίας. Αναλογίζεται το «απύθμενο θράσος» της εποχής μας, εξηγεί τη στενή σχέση του έπους με το βίωμα και το θαύμα που χάσαμε και παραμένει σχεδόν σιωπηλός για τη νέα του θέση ως καλλιτεχνικός διευθυντής του Φεστιβάλ Αθηνών.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
13 λόγοι για να πάμε φέτος στο Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου

Θέατρο / 13 λόγοι για να πάμε φέτος στο Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου

Τέχνη με φαντασία, αστείρευτη δημιουργία, πρωτοποριακές προσεγγίσεις: ένα επετειακό, εορταστικό, πολυσυλλεκτικό πρόγραμμα για τα 70 χρόνια του Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου μέσα από 83 επιλογές από το θέατρο, τη μουσική και τον χορό.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Κυνηγώντας τον χαμένο χρόνο σε ένα έργο για την εξουσία

Θέατρο / «Δελφίνοι ή Καζιμίρ και Φιλιντόρ»: Ένα έργο για τη μόνιμη ήττα μας από τον χρόνο

Ο Θωμάς Μοσχόπουλος σκηνοθετεί και γράφει ένα έργο-παιχνίδι, εξετάζοντας τις σχέσεις εξουσίας, τον δημιουργικό αντίλογο και τη μάταιη προσπάθεια να ασκήσουμε έλεγχο στη ζωή.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
ΕΠΕΞ ΧΛΟΗ ΟΜΠΟΛΕΝΣΚΙ: Σκηνογράφος-ενδυματολόγος του θεάτρου και της όπερας

Οι Αθηναίοι / Χλόη Ομπολένσκι: «Τι είναι ένα θεατρικό έργο; Οι δυνατότητες που δίνει στους ηθοποιούς»

Ξεκίνησε την καριέρα της ως βοηθός της Λίλα ντε Νόμπιλι, υπήρξε φίλη του Γιάννη Τσαρούχη, συνεργάστηκε με τον Κάρολο Κουν και τον Λευτέρη Βογιατζή, δούλεψε με τον Φράνκο Τζεφιρέλι και, για περισσότερο από 20 χρόνια, με τον Πίτερ Μπρουκ. Η διεθνούς φήμης σκηνογράφος και ενδυματολόγος Χλόη Ομπολένσκι υπογράφει τα σκηνικά και τα κοστούμια στην «Τουραντότ» του Πουτσίνι και αφηγείται τη ζωή της στη LiFO.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ