Sam Fender: Ο θρίαμβος της παλιομοδίτικης ποπ

Sam Fender Facebook Twitter
Το άλμπουμ είναι γεμάτο παρόμοιες εξομολογήσεις και δυνατές εικόνες από το παρελθόν του.
0

Μόλις την περασμένη εβδομάδα κυκλοφόρησε το «Seventeen going under», το δεύτερο άλμπουμ του Sam Fender, και σε όποιο έντυπο κι αν κοιτάξεις στη Βρετανία παίρνει σχεδόν άριστα. Από την «Guardian» μέχρι την «Evening Standard» ή το NME, άπαντες το βαθμολογούν με εννιάρια και δεκάρια και στην πλειονότητά τους το χαρακτηρίζουν συγκλονιστικό. 

Ως εδώ, καμία αντίρρηση. Το δεύτερο άλμπουμ του 27χρονου Βρετανού ηθοποιού που παράτησε την υποκριτική νωρίς για να ασχοληθεί αποκλειστικά με το τραγούδι έχει τόσο παλμό, θυμό και ενέργεια που είχαμε καιρό να δούμε σε κάποιο άλλο είδος, εκτός φυσικά από το χιπ-χοπ. 

Από την άλλη, τι σημασία έχει αν οι συντοπίτες του τον αποθεώνουν; Στην απέναντι πλευρά, την Αμερική, δεν συμμερίζονται αυτή την άποψη, η κριτική στο «Pitchfork» ήταν κάπως χλιαρή έως μέτρια.

Το επίκεντρό του είναι ο εσωτερικός του κόσμος και όσοι δαίμονες συνεχίζουν να τον «τρώνε». Αυτή η ενδοσκόπηση τον βοήθησε να γράψει μια σειρά από ειλικρινή τραγούδια για τη ζωή του και το πώς αντιλαμβάνεται τον κόσμο γύρω του.

Ο Fender κάνει ποπ, αλλά με κάπως παλιομοδίτικο τρόπο, που δεν ταιριάζει με την εποχή της φτηνής μελωδίας του TikTok. Κι όμως, χαλάει κόσμο στη δημοφιλή πλατφόρμα. Εκατομμύρια χρήστες χρησιμοποιούν τη μουσική του ως μίνι σάουντρακ στα βιντεάκια τους, αν και δεν έχει φτιαχτεί καθόλου γι’ αυτόν τον λόγο. 

Όπως γράφει ο Alexis Petridis στην «Guardian», θα μπορούσε να κάνει έναν «εύκολο», ακόμη πιο mainstream δίσκο, εκμεταλλευόμενος την επιτυχία που είχε το ντεμπούτο του πριν από δύο χρόνια, αλλά, προς τιμήν του, δεν το κάνει. Το «Hypersonic Missiles» είχε πάει στην κορυφή των βρετανικών τσαρτ το 2019.

Η πανδημία, δημιουργικά τουλάχιστον, τον ωφέλησε, παρά τις δηλώσεις του ότι πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της εντελώς μίζερα, πίνοντας, τρώγοντας και παίζοντας βιντεοπαιχνίδια. Στο lockdown συνειδητοποίησε για πρώτη φορά ότι δεν μπορούσε να αντλήσει έμπνευση για τα τραγούδια του από τον περίγυρό του, συγκεκριμένα από τις εμπειρίες του από τις παμπ στις οποίες δούλευε και εμφανιζόταν μαζί με τον αδελφό του. Το επίκεντρό του είναι ο εσωτερικός του κόσμος και όσοι δαίμονες συνεχίζουν να τον «τρώνε». Αυτή η ενδοσκόπηση τον βοήθησε να γράψει μια σειρά από ειλικρινή τραγούδια για τη ζωή του και το πώς αντιλαμβάνεται τον κόσμο γύρω του. 

Spit of you

Τo «Seventeen going under» είναι ένας εντελώς προσωπικός δίσκος. Στο ομώνυμο κομμάτι μιλά για τη μητέρα του, που εργαζόταν ως νοσοκόμα μέχρι που τη χτύπησε το σύνδρομο της ινομυαλγίας – μια σοβαρή μορφή αρθρίτιδας–, κάτι που επηρέασε την ψυχική της υγεία και την ικανότητά της να δουλεύει. Στα δεκαεπτά του έπρεπε να βρει δουλειά για να τη συντηρεί και από την απελπισία σκεφτόταν σοβαρά να πουλάει ναρκωτικά, αλλά εκείνη τον απέτρεψε. Επιπλέον, στα είκοσί του αντιμετώπισε και ο ίδιος μια επικίνδυνη ασθένεια.

Είναι παιδί χωρισμένων γονιών. Η μητέρα του εγκατέλειψε τον πατέρα του όταν ήταν οκτώ ετών, αλλά τελικά έμεινε μαζί της όταν τον έδιωξε από το σπίτι η μητριά του. Έχει έναν μεγαλύτερο αδελφό κατά δέκα χρόνια, επίσης μουσικό.

Στο σχολείο συχνά έπεφτε θύμα bullying επειδή ήταν υπέρβαρος και καθόλου αθλητικός τύπος. Στον δίσκο αναφέρεται σε αυτές του τις εμπειρίες, κυρίως στο ότι τώρα δεν είναι το ίδιο ευαίσθητος και φοβισμένος όπως παλιά και δεν θέλει να εκδικηθεί όσους συμμαθητές του τον πείραζαν. 

Το άλμπουμ είναι γεμάτο παρόμοιες εξομολογήσεις και δυνατές εικόνες από το παρελθόν του. Π.χ. στο κομμάτι «Spit of You», που έγραψε για τη σχέση του με τον πατέρα του, περιγράφει πώς ένιωσε όταν τον είδε να φιλάει στο μέτωπο τη γιαγιά του στο νεκροκρέβατό της και σκέφτηκε ότι κάποια στιγμή θα κάνει το ίδιο, με τον πατέρα του στη θέση της γιαγιάς. Στο «Mantra» εξομολογείται ότι διακατέχεται από το «σύνδρομο του απατεώνα» αλλά και την αμηχανία και την απέχθεια που νιώθει για την απρόσμενη φήμη που έχει αποκτήσει.

«Όταν είσαι διάσημος», λέει στην «Guardian», σε μία από τις καλύτερες μουσικές συνεντεύξεις που έχω διαβάσει τελευταία, «πηγαίνεις σε μέρη όπου περιτριγυρίζεσαι από διπρόσωπους κοινωνιοπαθείς. Σκεφτόμουν ότι τώρα που είμαι διάσημος και ανήκω σε μια ροκ μπάντα, έπρεπε να παίξω τον συγκεκριμένο ρόλο, αλλά τελικά συνειδητοποίησα ότι απλώς ασχολιόμουν με μαλάκες» ‒ και δεν εννοεί μόνο τα άτομα που κινούν τα νήματα της βιομηχανίας αλλά και άλλους μουσικούς, όπως ξεκαθαρίζει στη συνέχεια. 

Aye

Από την άλλη, στο «Aye», το οποίο φέρνει έντονα στον νου το «We didn’t start the fire» του Billy Joel, στρέφει την κριτική του προς τη σύγχρονη αριστερά και αποτυπώνει εύστοχα, σύμφωνα με τον Petridis, την απογοήτευση της λευκής εργατικής τάξης. Ειδικά οι στίχοι «I’m not a fucking patriot anymore / I’m not a fucking singer anymore / I’m not a fucking liberal anymore / I’m not a fucking anything or anyone» (Δεν είμαι ένας γ…ος πατριώτης πια / Δεν είμαι ένας γ…ος τραγουδιστής πια / Δεν είμαι ένας γ…ος φιλελεύθερος πια / Δεν είμαι τίποτα και κανένας) δεν διαφέρουν από τον μηδενισμό του John Lydon και την άγρια μελαγχολία της φωνής του. Εντάξει, δεν ξέρω πού είδε ο Petridis το τελευταίο με τη φωνή, κατά την άποψή μου η ερμηνεία του είναι πιο κοντά στο ορμητικό στυλ της Florence. Σε ένα άλλο σημείο, στο «Paradigms», επιτίθεται στους ολιγάρχες και τους παιδόφιλους.

Στο «Pitchfork», πάντως, διαφωνούν. Θεωρούν πως όταν καυτηριάζει την επικαιρότητα, στιχουργικά βρίσκεται στις πιο αδύναμες στιγμές του άλμπουμ. Κι αυτό δεν προκαλεί εντύπωση, αν σκεφτεί κανείς ότι τραγουδά τα «Woke Κids» είναι «Dickheads». 

Ηχητικά ο Fender εξακολουθεί να αποτίει φόρο τιμής στο είδωλό του, τον Bruce Springsteen, τον οποίο θαυμάζει από τα δεκατέσσερά του. Θα έλεγε κανείς ότι είναι η βρετανική απάντηση στους War on Drugs. Προσωπικά, καθώς οδηγούσα τις προάλλες έτυχε να πέσω πάνω στο «Whole of the moon» των Waterboys και, μπίνγκο, έκανα τη σύνδεση.

Ο Fender, αν και κατάγεται από τον Βορρά κι αυτός ‒λίγο πιο χαμηλά, βέβαια, από τη Σκωτία‒ είναι άξιος απόγονός τους. Οι Βρετανοί λατρεύουν αυτό τον ήχο και δεν είναι οι μόνοι. Ίσως κάποια στιγμή να ακούσουμε το «Seventeen going under» και στο ελληνικό ραδιόφωνο. Πολύ πιθανό, μάλιστα, αυτό να γίνει σύντομα.

Seventeen going under

Μουσική
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Stormzy: Η βρετανική μουσική στα χρόνια του Brexit

Μουσική / Stormzy: Η βρετανική μουσική στα χρόνια του Brexit

Ο πιο χαρισματικός Βρετανός ράπερ της τελευταίας δεκαετίας μπαίνει συχνά σε μπελάδες λόγω του πολιτικού του σχολιασμού και αυτήν τη στιγμή πρωτοστατεί μαζί με άλλους Βρετανούς καλλιτέχνες που αντιδρούν στην πολιτική κατάσταση της χώρας τους.
ΜΑΡΙΑ ΠΑΠΠΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Κι όμως, πέρασε μισός αιώνας από την αυγή των Talking Heads

Βιβλίο / Κι όμως, πέρασε μισός αιώνας από την αυγή των Talking Heads

Τέτοιες μέρες πριν από πενήντα χρόνια, το γκρουπ έκανε το ντεμπούτο του στην σκηνή του θρυλικού κλαμπ CBGB στη Νέα Υόρκη, κι ένα νέο βιβλίο ακολουθεί την πορεία τους από τις πρώτες τους ημέρες μέχρι το είδος εκείνο της επιτυχίας που συνήθως έρχεται με τα δικά της προβλήματα
THE LIFO TEAM
Νανά Τράντου: «Οι συναυλίες δεν θα πεθάνουν ποτέ, είναι μια εμπειρία»

Μουσική / Νανά Τράντου: «Οι συναυλίες δεν θα πεθάνουν ποτέ, είναι μια εμπειρία»

Η artistic και managing director της High Priority Promotions, η μόνη γυναίκα με αυτήν τη θέση στην Ελλάδα, μιλά για τις συναυλίες, τη μουσική σήμερα, τις αλλαγές σε καλλιτέχνες και κοινό και το Memory Corner με τα ιδιαίτερα vintage ρούχα, την άλλη μεγάλη της αγάπη.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Q Lazzarus: Tο τραγικό στόρι του θρυλικού κομματιού «Goodbye Horses».

Μουσική / Q Lazzarus: Tο τραγικό στόρι του θρυλικού κομματιού «Goodbye Horses»

Για χρόνια η Q Lazzarus του «Goodbye Horses», μία από τις πιο αδικημένες ερμηνεύτριες στην ιστορία της ποπ μουσικής, παρέμενε μια μυστηριώδης φιγούρα, τώρα όμως ένα μουσικό ντοκιμαντέρ φωτίζει τη ζωή της.
ΜΑΡΙΑ ΠΑΠΠΑ
Eddie Dark: «Γράφω μουσική επειδή έχω σιχαθεί τα πάντα»

Μουσική / Eddie Dark: «Γράφω μουσική επειδή έχω σιχαθεί τα πάντα»

Από μικρός ένιωθε αποσυνάγωγος. Πιστεύει ότι τα κόμικς είναι η μόνη μορφή τέχνης που είναι τελείως αφιλτράριστη και πιστεύει ότι η γενιά του θα μείνει στην ιστορία ως η γενιά που έχασε τα καλά πράγματα στο τσακ. Ο μουσικός Eddie Dark είναι ο Αθηναίος της εβδομάδας.
M. HULOT
Ερμής

Μουσική / Ermis: «Το τρέμολο του μπουζουκιού ήταν ο αγαπημένος μου ήχος από νιάνιαρο»

O περιζήτητος νέος συνθέτης που έχει συνεργαστεί με τον Good Job Nicky, τη Μαρίνα Σάττι, τη Χάρις Αλεξίου και τον Sidarta επαναπροσδιορίζει τον ήχο του μπουζουκιού και της κλασικής μουσικής με σεβασμό και τόλμη.
M. HULOT
Άξιζαν κάτι καλύτερο τα «100 Χρόνια Ελληνικής Δισκογραφίας»

Daily / Άξιζαν κάτι καλύτερο τα «100 Χρόνια Ελληνικής Δισκογραφίας»

Τα δώδεκα επεισόδια της ομώνυμης σειράς βρίσκονται στο Ertflix, η παρακολούθηση της σειράς όμως υπονομεύεται συχνά από την συμβατική και στεγνή προσέγγιση, και η στημένη παρουσία της Χάρις Αλεξίου στο ρόλο της παρουσιάστριας-αφηγήτριας δεν βοηθάει.  
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΛΙΤΑΚΗΣ
«Πολυαγαπημένη μου Βίβιαν»: Στο φως η επιστολή που έγραψε ο Μάλκολμ ΜακΛάρεν στην Βίβιαν Γουέστγουντ λίγο πριν τον θάνατό του

Μουσική / Η επιστολή μεταμέλειας του Μάλκολμ ΜακΛάρεν προς τη Βίβιαν Γουέστγουντ, λίγο πριν τον θάνατό του

Τα αποκαλυπτήρια μιας επιστολής γεμάτης μετάνοια αλλά και πικρία, την οποία έγραψε –αλλά δεν έστειλε ποτέ– ο διαβόητος μάνατζερ των Sex Pistols προς την πρώην σύντροφο και συνοδοιπόρο του.
THE LIFO TEAM
APON: «Δεν είναι θέμα συγκυριών, είναι θέμα αξίας το αν θα ξεχωρίσεις μέσα στο χάος της σημερινής μουσικής»

Μουσική / APON: «Όταν πήγα να δειγματίσω τα πρώτα μου τραγούδια, γελάγανε»

Η πρωτοφανής επιτυχία ενός νεαρού τραγουδοποιού που με το πρώτο άλμπουμ του προκαλεί πανδαιμόνιο στο ραδιόφωνο και στις μουσικές πλατφόρμες, ενώνοντας μουσικά ένα ετερόκλητο κοινό κάθε ηλικίας.
M. HULOT
H βαθιά υπνωτική ενέργεια του DJ Nobu

Μουσική / H βαθιά υπνωτική ενέργεια του DJ Nobu

Κάθε σετ του είναι μια κατάδυση, μια αργή πτώση σε υποσυνείδητα μοτίβα, σε αχαρτογράφητους ήχους, σε σκοτεινούς διαδρόμους που παραπέμπουν περισσότερο σε τελετουργία παρά σε πάρτι. Ένας από τους σημαντικότερους DJ's της εποχής μας έρχεται στην Αθήνα για ένα βράδι.
ΦΩΦΗ ΤΣΕΣΜΕΛΗ
Χελμός

Μουσική / Χελμός: 30 στιγμές από το πιο «ψηλό» φεστιβάλ του καλοκαιριού

Στημένο στα 1.700 μέτρα, το 3ο Helmos Mountain Festival υποδέχτηκε μερικά από τα πιο αγαπημένα ονόματα της εγχώριας σκηνής, σε ένα τριήμερο που συνδύασε μουσική, φύση και κορυφές - κυριολεκτικά και μεταφορικά.
LIFO NEWSROOM