Οι Σκιαδαρέσες έγραψαν (επιτέλους) το «Τραγούδι του μαλ*κα»

85’ με τις Σκιαδαρέσες Facebook Twitter
Ψιλοαργήσαμε να καταλάβουμε τι σημαίνει ανταπόκριση. Φωτ.: Freddie F./LifO
0

Οι Σκιαδαρέσες είναι μοναδική περίπτωση στη σύγχρονη ελληνική ποπ. Και πρωτόγνωρη, γιατί είναι καθαρά ιντερνετικό φαινόμενο – έσκασαν μέσα στην καραντίνα από ένα κανάλι στο YouTube με τραγούδια που εκφράζουν με απλό και απροσποίητο τρόπο τις ανησυχίες μιας γενιάς της οποίας τις ανάγκες και τα ενδιαφέροντα αγνοούν τα παραδοσιακά μέσα. Τα δύο κορίτσια (δίδυμες αδελφές, η Νίκη και η Όλγα) γράφουν τραγούδια για όλα αυτά που ζουν και τις απασχολούν, με απόλυτη ελευθερία, ακομπλεξάριστα και με τη γλώσσα που μιλάει η γενιά τους, με χιούμορ και μια έντονη αίσθηση χαράς – που στη μεταδίδουν, γιατί είναι ξεκάθαρο ότι λατρεύουν αυτό που κάνουν.

«Μπορεί ο ήλιος να μαυρίσει, η Ανατολή να γίνει Δύση, να σιχαθούμε όλοι τη Caesar's σαλάτα, τη ζωή να παρατείνουν, όλα αυτά μπορεί να γίνουν, όμως ο μαλάκας θα ‘ναι πάντα μαλάκας» λένε οι στίχοι του πιο πρόσφατου χιτ τους, «Το τραγούδι του μαλάκα», το οποίο καταλήγει: «Γύρισα όλο τον πλανήτη, γύρισα την Ουγκάντα, την Αυστραλία. Δυο πράγματα δεν έχουν τέλος, το σύμπαν και η μαλακία».

«Ήταν πολύ δύσκολη η διαχείριση γιατί δεν υπάρχει πιο ελληνική λέξη από τη λέξη “μαλάκας”», λένε σχολιάζοντας το τραγούδι. «Σε κάθε τραγούδι υπάρχει ένας μαλάκας, απλά δεν τον αναφέρει ο δημιουργός του. Η λέξη “μαλάκας” δεν είναι σικάτη, μπορείς να την πεις και βρισιά, αλλά και δεν είναι, γιατί με τους φίλους σου λες “ρε μαλάκα” και είναι κάτι διαφορετικό».

«Δεν μας ενδιαφέρει καθόλου να πάμε σε κάποια εταιρεία» λένε. «Είναι πολύ δικό μας αυτό που κάνουμε, που για να λειτουργεί έτσι όπως λειτουργεί θα πρέπει να έχουμε ελευθερία να το κάνουμε. Να μην υπάρχουν όροι, να γίνεται όποτε μας έρθει όρεξη, κι άμα θέλουμε να μην το κάνουμε...

Η Νίκη έχει μόλις επιστρέψει από τον Καναδά όπου ολοκλήρωσε τα γυρίσματα για μια ελληνοκαναδέζικη ταινία και ένα βιντεοκλίπ, γιατί τραγουδάει και το τραγούδι των τίτλων. Είναι με τζετ λαγκ αλλά πολύ ευδιάθετη. Οι Σκιαδαρέσες είναι ηθοποιοί και προέρχονται από καλλιτεχνική οικογένεια. Ο μπαμπάς τους είναι ο Γεράσιμος Σκιαδαρέσης και η μαμά τους η Μπέσυ Μάλφα, οπότε ήταν μάλλον αναπόφευκτη η καλλιτεχνική πορεία τους.

«Πάντα συνδυάζαμε το τραγούδι με το θέατρο», λένε, «έχει τύχει οι δουλειές μας να έχουν και τραγούδια, αλλά τα δικά μας τραγούδια προέκυψαν στην καραντίνα. Είχαμε γράψει δύο-τρία πολύ μικρές, έντεκα χρονών, με αγγλικό στίχο (η Νίκη τραγουδάει τον στίχο και γελάνε), αλλά δεν το ξανακάναμε για χρόνια. Το “Πάμε Ναύπλιο” ήταν το πρώτο κομμάτι που γράψαμε». «Δεν ήξερα να παίζω κιθάρα, χαζεύαμε παίζοντας κάποια άλλα τραγούδια, ήξερα δύο συγχορδίες», λέει η Νίκη. «Εκείνη την εποχή ακούγαμε το “Cleopatra” των Lumineers, βρήκαμε κάπως τα ακόρντα, είπα να δοκιμάσω να βάλω δικούς μου στίχους πάνω τους και βγήκε αυτό».

«Γίνατε ηθοποιοί λόγω της μαμάς και του μπαμπά;».

«Όχι, λόγω του “Μέρλιν” του BBC που βλέπαμε στο δημοτικό. Είχαμε επίσης τρέλα με τον Dr. Who, έπαιζε στον ΣΚΑΪ πολύ παλιά και τον βλέπαμε με τη γιαγιά, πηγαίναμε τις Κυριακές σε πάρτι σε παιδότοπο και αγχωνόμασταν αν θα προλάβουμε να γυρίσουμε να δούμε το επεισόδιο. Μετά προέκυψαν τα τραγούδια. Κάναμε φωνητική παλιά, αλλά λίγο, όχι πολλά πράγματα».

«Μου λες ότι δεν ξέρατε να παίζετε κιθάρα, δεν είχατε πιάσει ποτέ;».

«Τώρα πιάσαμε, στην καραντίνα», λέει η Νίκη. «Στην αρχή που έπαιζα χάλια αλλά λίγο, μου έλεγαν “α, είσαι παιδί-θαύμα, πόσο γρήγορα το έκανες”, τώρα που έχουν περάσει τρία χρόνια και ακόμα έχω μείνει στο ίδιο στάδιο, μου λένε “πότε θα μάθεις κιθάρα;”».  

85’ με τις Σκιαδαρέσες Facebook Twitter
Οι Σκιαδερέσες είναι πολύ επιτυχημένες, τα νούμερα για δυο κορίτσια που τα έκαναν όλα μόνα τους, χωρίς κανένα πρόμο και χωρίς εταιρεία να τις στηρίζει, είναι τεράστια, το ίδιο και η αγάπη του κόσμου που γεμίζει τα live τους. Φωτ.: Freddie F./LifO

«Το τραγούδι είναι για σας χόμπι ή δουλειά;».

«Ξεκίνησε ως χόμπι, αλλά πλέον είναι και δουλειά». Οι Σκιαδερέσες είναι πολύ επιτυχημένες, τα νούμερα για δυο κορίτσια που τα έκαναν όλα μόνα τους, χωρίς κανένα πρόμο και χωρίς εταιρεία να τις στηρίζει, είναι τεράστια, το ίδιο και η αγάπη του κόσμου που γεμίζει τα live τους, κι είναι λογικό να είναι περιζήτητες για τις δισκογραφικές εταιρείες. Οι ίδιες τονίζουν ότι δεν θέλουν να φτιάξουν άλμπουμ, ούτε να πάρουν στα σοβαρά τις προτάσεις που έχουν.

«Δεν μας ενδιαφέρει καθόλου να πάμε σε κάποια εταιρεία» λένε. «Είναι πολύ δικό μας αυτό που κάνουμε, που για να λειτουργεί έτσι όπως λειτουργεί θα πρέπει να έχουμε ελευθερία να το κάνουμε. Να μην υπάρχουν όροι, να γίνεται όποτε μας έρθει όρεξη, κι άμα θέλουμε να μην το κάνουμε... Έχουμε πολλά στυλ, έχουμε πολλές βρισιές στα κομμάτια μας, που για ραδιόφωνο είναι απαγορευτικές. Γενικά νομίζω ότι πλέον έχει πάει πολύ στα χέρια των δημιουργών η μουσική και ψιλοπεθαίνουν οι εταιρείες, γιατί ο κάθε καλλιτέχνης μπορεί να κάνει τη δική του. Το ζήτημα είναι ότι δεν έχουν διάθεση να αλλάξουν ούτε οι εταιρείες ούτε το ραδιόφωνο, ενώ έχει αλλάξει ο πελάτης. Με νύχια και με δόντια κρατιούνται σε αυτό που ήταν κάποτε και πιστεύουν ότι θα αναβιώσουν το παρελθόν, αλλά αυτό δεν πρόκειται να συμβεί ποτέ.

»Επίσης, τα συμβόλαιά τους είναι φυλακή. Κερδίζεις ένα τηλεπαιχνίδι και το βραβείο είναι ένα συμβόλαιο με μια εταιρεία, δεν ξέρουν σε τι φυλακή μπαίνουν τα παιδιά. Ότι θα έχεις το 4% και θα παίρνεις ψίχουλα ή ότι θα σου γράψουν τραγούδια και θα σε κάνουν για το σκυλάδικο, γιατί μόνο αυτό πουλάει. Κάποιοι που μας προσέγγισαν μάς είχαν ζητήσει να βγάζουμε μόνο πέντε τραγούδια τον χρόνο. Δεν γίνεται να μας φιμώσει κάποιος έτσι, αν κρατάς κρυμμένα τα κομμάτια που γράφεις, δεν έχεις διάθεση να δοκιμάσεις κάτι άλλο».

Η μουσική που φτιάχνουν έχει πολλές αναφορές και πατάει σε πολλά είδη, από R&B και κλασική μπαλάντα μέχρι και αυτό-που-κάποτε-ονομαζόταν indie pop, ντίσκο αλλά και χιπ-χοπ, κι ας μην είναι αναγνωρίσιμα. Στο «Multiple Choices» το μέτρημά τους είναι τέλειο, ο τρόπος που τρέχουν οι στίχοι, κι ας μην έχει μουσικά όργανα, είναι σαν χιπ-χοπ κομμάτι. 

Multiple choice - Σκιαδαρέσες

«Συνήθως γράφουμε πάνω στον στίχο», εξηγούν, «και επειδή γράφουμε πάρα πολύ λόγο, ποτέ ένα τραγούδι μας δεν έχει περισσότερη μουσική και λίγο στίχο ή αραιό στίχο, συνήθως είναι σαν ραπάρισμα. Μεγαλώνοντας ακούγαμε πολύ συγκεκριμένα πράγματα, ο μπαμπάς άκουγε πάρα πολύ Beatles, η μαμά Queen, είχαμε ένα CD απ' το “Lion King”, το μιούζικαλ, που το είχαμε λιώσει. Επίσης, ακούγαμε δύο κομμάτια της Πρωτοψάλτη, τη “Σκανδάλη” και αυτό που έλεγε “η καταιγίδα θα τσακίσει το κατάρτι, ένας αγέρας θα φυσήξει δυνατός”, τον “Κυρ Αντώνη”, γενικά Χατζιδάκι, αλλά επειδή δεν είχαμε υπολογιστή, γιατί μας άφηναν μία ώρα την ημέρα να παίξουμε παιχνίδια, δεν ψάχναμε μουσικές, ούτε είχαμε mp3, αυτά ήρθαν πολύ πιο μετά. Στα παιδικά χρόνια ακούγαμε ό,τι CD είχαν οι γονείς στο αυτοκίνητο. Και ό,τι ακουγόταν στο ραδιόφωνο. Τώρα πια δεν ακούμε καθόλου ραδιόφωνο, μόνο ιντερνετικά κάποια πράγματα. Πιο μεγάλες ασχοληθήκαμε να ψάξουμε τι μας αρέσει να ακούμε.

Φτιάξαμε το “Πάμε Ναύπλιο” λίγο πριν πάμε διακοπές στην Τήνο και το παίζαμε σε όλους. Μόλις γυρίσαμε στην Αθήνα λέμε “δεν γράφουμε κι άλλο;”. Γράψαμε σε σύντομο χρονικό διάστημα εφτά κομμάτια κι αφού τα παίζαμε στην οικογένειά μας λέμε “μήπως να τα κάνουμε κάτι;”. Τότε κάναμε παρέα με τον Στάμο Σέμση, που είναι κατά κάποιον τρόπο παραγωγός μας και ενορχηστρωτής των κομματιών, και του ζητήσαμε να μας πει μια γνώμη. Του είχαμε παίξει το “Δεν μένω μακριά” και το “Τραγούδι του Βαγγέλη”, τα τράβηξε βίντεο και μας είπε “θα τα βάλω στο κανάλι μου”. Ανέβηκαν και πήγαν πολύ καλά, αλλά εμείς επιμέναμε να κάνουμε βίντεο το “Πάμε Ναύπλιο” γιατί ήταν το πρώτο μας τραγούδι. Θέλαμε να το κάνουμε κανονικό βίντεο, εκείνος το τράβηξε την ώρα που το παίζαμε για να το ακούσει μετά και τελικά το ανέβασε. Παίζαμε με μια ξεκούρδιστη κιθάρα, δεν ξέραμε ότι την κουρδίζεις την κιθάρα τότε, μου την είχε κουρδίσει μία-δυο φορές ο πρώην μου όταν είχε έρθει στο σπίτι. Όταν ανέβηκε, μας έπιασε πανικός, το είχε δει πολύς κόσμος, σκεφτόμασταν “μήπως πρέπει να αλλάξουμε χώρα;”.

Το τραγούδι του Βαγγέλη - Σκιαδαρέσες

Τώρα που κάνουμε πρόβα και με άλλους μουσικούς για τις συναυλίες συνειδητοποιούμε ότι τα πρώτα κομμάτια που έχουμε γράψει έχουν νότες που δεν υπάρχουν. Προσπαθεί o Φάνης Ζαχόπουλος, ο μουσικός που μας συνοδεύει, να παίξει και μας λέει “ξέρετε, αυτή η νότα που τραγουδάτε δεν υπάρχει, ή εδώ από 7/4 το κάνετε 8/4 και δεν βγαίνει, δεν μπορούμε να πατήσουμε σε αυτό”. Εμείς το κάναμε επειδή πήγαινε έτσι ο στίχος.

Ψιλοαργήσαμε να καταλάβουμε τι σημαίνει ανταπόκριση. Το βλέπαμε από την αρχή ότι πάει καλά και ανέβαιναν τα νούμερα στο YouTube, αλλά επειδή ήταν καραντίνα και ο κόσμος ήταν μέσα και τότε όλοι ανέβαζαν πράγματα που έκαναν και γίνονταν πάρα πολλά viral, σκεφτόμασταν ότι είναι απλώς μια τάση, θα γίνει φασαρία στο YouTube και that’s all. Πέρασε καιρός για να καταλάβουμε ότι είναι πιο σταθερό αυτό που συμβαίνει, ότι θα κρατήσει και ότι χτίζεται μια βάση τώρα. Το καταλάβαμε μάλλον μετά το πρώτο μας live. Στο πρώτο live στου Ζωγράφου δεν περιμέναμε καν να έχει κόσμο. Και γέμισε ο χώρος!

Μας αγχώνει πολύ το επόμενο βήμα αλλά ταυτόχρονα και όχι – επειδή είναι κάτι δικό μας, το κάνουμε ό,τι θέλουμε, όπως νιώθουμε. Π.χ. αν νιώθουμε ότι δεν θέλουμε να το κάνουμε πια, δεν θα το κάνουμε πια. Θα κάνουμε κάτι άλλο. Δεν μας πιέζει κανείς να το κάνουμε σώνει και καλά. Επίσης, για μας οι Σκιαδαρέσες δεν είναι το συγκρότημα, είναι η συνεργασία μεταξύ μας. Οπότε μπορεί να αποφασίσουμε μια μέρα ότι δεν θέλουμε να γράφουμε πια και να κάνουμε live, αλλά θέλουμε να γράψουμε ένα παιδικό βιβλίο, κι αυτό Σκιαδαρέσες θα ’ναι. Οπότε ναι μεν μας αγχώνει που πάει προς πιο επαγγελματική κατεύθυνση, αλλά ταυτόχρονα δεν μας αγχώνει το να το χάσουμε. Θέλουμε πολύ να κάνουμε ένα θεατρικό μαζί, να παίζουμε και να τραγουδάμε, προς τα κει το πάμε, αλλά δεν είμαστε έτοιμες να γράψουμε κάτι δικό μας. Ωστόσο, και τις συναυλίες τις κάνουμε πολύ πιο θεατρικές, πάντα έχουμε ένα κόνσεπτ, ας πούμε στη Ρεματιά, όπου κάναμε πέρσι live, το κόνσεπτ ήταν ότι έχουμε ξεμείνει στο φεγγάρι. Είναι ένα πρότζεκτ που έχει μέσα και πρόζα, σκετσάκια στα οποία εντάσσονται τα τραγούδια, δεν κάνουμε ποτέ σκέτο live».  

85’ με τις Σκιαδαρέσες Facebook Twitter
Θέλουμε πολύ να κάνουμε ένα θεατρικό μαζί, να παίζουμε και να τραγουδάμε, προς τα κει το πάμε, αλλά δεν είμαστε έτοιμες να γράψουμε κάτι δικό μας. Φωτ.: Freddie F./LifO

«Γενικά μας δίνουν κίνητρο να γράψουμε οι εμπειρίες μας», λέει η Όλγα. «Μπορεί να μου κολλήσει μια φράση, ας πούμε “ό,τι και να πεις έχεις δίκιο γιατί σ’ αγαπώ”. Μου είχε κολλήσει αυτή η φράση και γράψαμε ένα κομμάτι πάνω σ’ αυτή. Βέβαια όλο το υπόλοιπο κομμάτι το έγραψε η Νίκη, αλλά το catch phrase είναι δικό μου. Αν μας κολλήσει κάποια φράση, αν έχουμε ένα κείμενο που αξίζει να το πούμε με μελωδία, αν ζήσουμε κάτι έντονο, έναν χωρισμό ή μια απόρριψη, λέμε “κάπως να το εκτονώσω αυτό το πράγμα”, όλα αυτά μας δίνουν κίνητρο να γράψουμε».

«Καμιά φορά με εμπνέει να κοιτάζω τη φύση», προσθέτει η Νίκη, «το τι γίνεται κατά τη διάρκεια της ημέρας. Προσπαθώ να δω τα πράγματα λίγο διαφορετικά, τι άλλο θα μπορούσαν να είναι πέρα από αυτό που είναι.

Το χιούμορ είναι το μεγαλύτερο όπλο. Το χρησιμοποιούμε πάρα πολύ και χωράει παντού. Τσαντίζομαι όταν ακούσω ένα τραγούδι, όταν διαβάσω ένα βιβλίο, όταν δω μια ταινία που δεν έχει ούτε ένα ψήγμα χιούμορ, δεν μου φαίνεται αληθινό. Γιατί στην καθημερινότητα και στη ζωή, ακόμα και κακό χιούμορ να έχεις, έχεις χιούμορ. Οπότε όταν κάτι είναι τελείως στεγνό από χιούμορ δεν μπορείς να ταυτιστείς, λες “δεν μπορεί να είναι αληθινό αυτό”».

«Δεν είμαι γενικά υπέρ του υπερβολικού κοινωνικοπολιτικού περιεχομένου, γιατί θεωρώ ότι όλα είναι κοινωνικοπολιτικά, δηλαδή και όταν μιλήσουμε για κάτι ερωτικό θεωρώ ότι είναι κοινωνικοπολιτικό», λέει η Όλγα. «Δηλαδή τα γκομενικά τι είναι; Το κοινωνικοπολιτικό γενικά ως έννοια είναι αποτέλεσμα του ατόμου, άρα όταν ασχολείσαι με το άτομο και αναλύεις το άτομο, αναγκαστικά αυτό αφορά και το κοινωνικοπολιτικό. Η ελευθερία του λόγου που χρησιμοποιείς στο τραγούδι σου υπονοεί την ελευθερία του ατόμου, τα πάντα, ενώ κοινωνικοπολιτικά στο μυαλό μας είναι μόνο το περιβάλλον και οι εκλογές».

85’ με τις Σκιαδαρέσες Facebook Twitter
Το χιούμορ είναι το μεγαλύτερο όπλο. Το χρησιμοποιούμε πάρα πολύ και χωράει παντού. Φωτ.: Freddie F./LifO

Ο τρόπος που εκφράζονται στα κομμάτια τους είναι ένα ισχυρό κίνητρο για να τις ακούσει το κοινό που μπορεί να ταυτιστεί και να βρει εκπροσώπους της γενιάς τους που το αφορούν όσα λένε. Η συναισθηματική αβεβαιότητα, το friendzone, τα πλακάκια της κουζίνας, το σεξ. Οι Σκιαδαρέσες γράφουν ωμά, τρυφερά, αληθινά και δεν μασάνε τα λόγια τους: «α) σε θέλω ακόμα, β) πέφτω σε κώμα, γ) με γάμησες, με γάμησες τελείως». Το σεξ είναι κάτι που μέχρι να σκάσουν οι νέοι ράπερ ήταν ταμπού στην ελληνική μουσική, και είναι η πρώτη γενιά που μιλάει γι’ αυτό απενοχοποιημένα και με ειλικρίνεια. «Όσο είναι ένοχο είναι καυλωτικό το σεξ και οι γυναίκες είναι written by men, στην ελληνική σκηνή τουλάχιστον» λένε.

«Και δεν γίνεται αυτά τα νέα παιδιά που μιλάνε γι’ αυτά που τα αφορούν, αυτά που ζουν, αυτά που θέλουν, να τα πετάς από όλα τα μέσα. Τους εξαφανίζεις από τα ραδιόφωνα και από παντού, δεν τους αναφέρεις πουθενά, ενώ είναι αυτό που συμβαίνει αυτήν τη στιγμή στην Ελλάδα. Δηλαδή δεν γίνεται να συμβαίνουν όλα αυτά και να μην είναι πουθενά, σε κανένα μέσο, πουθενά» λένε. «Είναι ντροπή».

Πριν κλείσουμε τις ρωτάω πόση σχέση έχουν με όλα αυτά τα ονόματα που λέγεται ότι θυμίζουν όταν μιλούν γι’ αυτές, τις Cocorosie, την Αρλέτα, τους Κατσιμιχαίους.

«Μια χαρά είναι όλοι, αυτές τις αναφορές τις έχουμε ακούσει όλες. Σε κανέναν δεν θυμίζουμε όμως One Direction που θα θέλαμε» λένε και ξεκαρδίζονται.

Την Πέμπτη 29/6 οι Σκιαδαρέσες εμφανίζονται στο Θέατρο Βράχων Μελίνα Μερκούρη στον Βύρωνα, στις 21:30, με 12 ευρώ. Τα υπόλοιπα live τους είναι στις 20/6 στο φεστιβάλ της Μονής Λαζαριστών στη Θεσσαλονίκη, στις 11/7 στο Θέατρο "Ερωφίλη" στο Ρέθυμνο και στις 13/7 στο Κηποθέατρο Ν. Καζαντζάκης στο Ηράκλειο. 
Μουσική
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

CHECK 10 χρόνια σκοτεινών και χορευτικών ηλεκτρονικών ήχων από την Bedouin Records

Μουσική / 10 χρόνια σκοτεινών και χορευτικών ηλεκτρονικών ήχων από την Bedouin Records

Μια κουβέντα με τον Salem Rashid Skourlis, τον ιδρυτή της ανεξάρτητης δισκογραφικής εταιρείας ακραίου και ambient ηλεκτρονικού ήχου, έναν Έλληνα που ζει μεταξύ Τόκιο και Μπανγκόκ και διαπρέπει στο εξωτερικό.
ΜΑΡΙΑ ΠΑΠΠΑ
Κ.atou: «Kάποιοι χαλάνε λεφτά για να βγουν έξω ένα βράδυ, μην τους το χαλάς»

Οι Αθηναίοι / Κ.atou: «Kάποιοι ξοδεύουν λεφτά για να βγουν έξω ένα βράδυ, μην τους το χαλάς»

Η DJ που έχει δει στο Ντιτρόιτ να ακούνε το set της δυο κουνέλια έμαθε πρόσφατα τι πάει να πει «τέκνο με κ», ενώ η πόλη που πιστεύει ότι έχει την καλύτερη ηλεκτρονική σκηνή τώρα δεν είναι το Βερολίνο. Έχοντας ταξιδέψει σε τόσα μέρη, είναι χαρούμενη που ζει στην Αθήνα, αλλά δεν μπορεί να μείνει στο κέντρο της.
ΖΩΗ ΠΑΡΑΣΙΔΗ
10 πράγματα για τον Enrico Sangiuliano

Μουσική / Enrico Sangiuliano, ένας περφεξιονιστής του dancefloor

Ο DJ που έχει δει πολλές κυκλοφορίες του να μπαίνουν στα «κομμάτια της χρονιάς», όπως το remix που έκανε με τη σύζυγό του Charlotte de Witte στο «The Age of Love», επιστρέφει στην Αθήνα το Σάββατο 9 Μαρτίου. Συγκεντρώσαμε λοιπόν δέκα πράγματα που πρέπει να ξέρετε για εκείνον πριν χορέψετε στα πολλά του BPM.
ΦΩΦΗ ΤΣΕΣΜΕΛΗ
Jack Lamar ένας ράπερ που ξεπετάγεται με ορμή από την Γενιά Α μιλάει στη LiFO

Μουσική / Jack Lamar: Ο δεκάχρονος ράπερ που ξεπετάγεται με ορμή στο ελληνικό TikTok

Συναντήσαμε τον ράπερ που ανήκει στη Γενιά Α ενώ γύριζε το βιντεοκλίπ του «Oh Oh» στην πλατεία Συντάγματος. Ηχογράφησε το πρώτο του κομμάτι στα οχτώ, λέει πως οι βρισιές στο τραπ δεν τον αγγίζουν, κλείνει τα αυτιά του ή τις προσπερνά.
ΜΙΝΑ ΚΑΛΟΓΕΡΑ
Ρίχαρντ Στράους: Κυνηγώντας μουσικούς ανεμόμυλους

Συμφωνική Μουσική - Ιστορίες / Ρίχαρντ Στράους: Κυνηγώντας μουσικούς ανεμόμυλους

Πώς θα αφηγούμασταν μουσικά τον Δον Κιχώτη του Θερβάντες; Με αφορμή το ομώνυμο συμφωνικό ποίημα του Ρίχαρντ Στράους, η Ματούλα Κουστένη βουτά σε έναν συναρπαστικό μουσικό κόσμο.
ΜΑΤΟΥΛΑ ΚΟΥΣΤΕΝΗ