Στις αρχές Μαΐου η Νταϊάνα Ρος εμφανίστηκε στο Met Gala 2025 μετά από 47 χρόνια από την πρώτη φορά που είχε ανέβει τα σκαλιά του ΜΕΤ με τον θρυλικό σχεδιαστή Halston. Η επιστροφή της στη βραδιά που είχε θέμα το πολιτισμικό και αισθητικό φαινόμενο του Μαύρου Δανδισμού («Black Dandyism») ως μορφής έκφρασης, αντίστασης και επαναπροσδιορισμού της ταυτότητας των Μαύρων,έγινε με επικό στυλ, τίποτα λιγότερο απ’ όσο αξίζει στη βασίλισσα της μουσικής, με μια εμφάνιση λαμπερή και πολύ προσωπική: το λευκό φόρεμά της, διακοσμημένο με κρύσταλλα και χάντρες, είχε μια ουρά 5,5 μέτρων κεντημένη με τα ονόματα των παιδιών και των εγγονιών της. Η Ρος ήθελε −σε συνεργασία με τον Νιγηριανό σχεδιαστή Ugo Mozie− να τιμήσει την οικογενειακή της κληρονομιά με τα ονόματα των πέντε παιδιών και των οκτώ εγγονών της. Όσο για το δεύτερο ρούχο της την ίδια βραδιά, ήταν ένα δικό της σχέδιο με έμπνευση την ταινία του 1975 «Mahogany» στην οποία πρωταγωνιστούσε και είχε σχεδιάσει τα κοστούμια.
Οι λέξεις που ταιριάζουν στη γυναίκα που εξακολουθεί ως σήμερα να θεωρείται η μεγάλη σταρ της Motown είναι «ανυπέρβλητη ντίβα». Το 2022 κατέπληξε τους πάντες όταν πήγε στο Glastonbury –ενώ η συμμετοχή της το 2020 είχε ακυρωθεί μαζί με όλο το φεστιβάλ λόγω του κορωνοϊού−, πιστή σε μια υπόσχεση που είχε δώσει στο κοινό για μια συναυλία με τις μεγαλύτερες επιτυχίες της καριέρας της, την οποία άνοιξε τραγουδώντας τον ύμνο του Pride «I'm Coming Out».
Η ζωντάνια της είναι το μεγάλο δώρο της Νταϊάνα Ρος. Τραγουδούσε για τον πόνο της αγάπης χωρίς να φαίνεται ότι υποφέρει, με τη ζωτική ορμή μιας μηχανής έτοιμης να συνδεθεί με οποιαδήποτε ενορχήστρωση και στίχο.
Η Νταϊάνα Ρος είναι 81 ετών και κάνει περιοδεία με δώδεκα στάσεις στη Μεγάλη Βρετανία και την Ευρώπη −θα έρθει στο Καλλιμάρμαρο στις 16 Ιουλίου− και άλλες δέκα στις ΗΠΑ μέχρι τον Νοέμβριο. Η ευφορική ατμόσφαιρα των μεγαλύτερων επιτυχιών της, από τα κλασικά τραγούδια των Supremes, όπως τα «Can't Hurry Love», «Baby Love» και «Stop In The Name Of Love», μέχρι τις προσωπικές της επιτυχίες, όπως τα «Chain Reaction» και «Love Hangover», και η μαγνητική της παρουσία εξακολουθούν να μαγεύουν το κοινό, με την ακαταπόνητη τραγουδίστρια να είναι ένα φαινόμενο πιο ασυνήθιστο από όσο νομίζετε.
Stop In The Name Of Love - The Supremes
Οι Supremes, που έγιναν το πιο επιτυχημένο συγκρότημα της Motown κατά τη δεκαετία του 1960 και ένα από τα πιο επιτυχημένα γυναικεία συγκροτήματα όλων των εποχών στον κόσμο και της χάρισαν τον τίτλο «Βασίλισσα της Motown Records», παραμένουν ακόμα και σήμερα το γυναικείο συγκρότημα με τις καλύτερες επιδόσεις στα charts στην ιστορία, με συνολικά 12 ποπ singles που έφτασαν στο νούμερο ένα στο αμερικανικό Billboard Hot 100. Αποχώρησε από τις τις Supremes το 1970 και τα 26 άλμπουμ που κυκλοφόρησε μετά ως σόλο καλλιτέχνιδα έφτασαν στην κορυφή του Billboard Hot 100. Είναι η καλλιτέχνιδα με τα περισσότερα τραγούδια που έφτασαν στο νούμερο ένα στις Ηνωμένες Πολιτείες εκείνη την εποχή, ενώ η επιτυχία της συνεχίστηκε σε όλη τη δεκαετία του 1980 και του 1990.
Ήταν μόλις η δεύτερη Αφροαμερικανίδα υποψήφια για Όσκαρ Α΄ Γυναικείου Ρόλου, με την πρώτη της εμφάνιση στο σινεμά, όταν υποδύθηκε την Billie Holiday στην ταινία «Lady Sings the Blues» (1972), ενώ βραβεύτηκε με Χρυσή Σφαίρα. Το soundtrack της ταινίας έγινε το μόνο σόλο άλμπουμ της που έφτασε στο νούμερο ένα στο αμερικανικό Billboard 200 chart.
Η Νταϊάνα Ρος κατέχει τον τίτλο της «Female Entertainer of the Century», όπως την ονόμασε το Billboard το 1976. Στη σόλο καριέρα της έχει πουλήσει πάνω από 100 εκατομμύρια δίσκους παγκοσμίως και το 2021 το Billboard την κατέταξε στην 30ή θέση στο Hot 100 όλων των εποχών. Από το 1955 έως το 2018 ήταν μια από τους πέντε κορυφαίους καλλιτέχνες στο Billboard Hot 100 singles chart, ενώ για 33 συνεχόμενα χρόνια –αριθμό ρεκόρ− κατακτούσε μια θέση στο top 75 του Ηνωμένου Βασιλείου. Με δυο αστέρια στο Hollywood Walk of Fame, έγινε η πρώτη γυναίκα που κέρδισε το βραβείο Grammy Lifetime Achievement το 2012 και το 2023 (τη δεύτερη φορά ως μέλος των Supremes).



Γεννήθηκε στο Ντιτρόιτ το 1944, σε μια οικογένεια με έξι παιδιά και απέναντι από το σπίτι της έμενε ο William «Smokey» Robinson. Η μητέρα της προσβλήθηκε από φυματίωση και τα παιδιά της οικογένειας πέρασαν τα παιδικά τους χρόνια με τον παππού τους, πάστορα της Εκκλησίας των Βαπτιστών στην Αλαμπάμα. Ήθελε να γίνει σχεδιάστρια μόδας και παρακολούθησε μαθήματα σχεδιασμού ρούχων, καπέλων, κατασκευής πατρόν και ραπτικής σε τεχνικό λύκειο και μαθήματα κοσμετολογίας, για τα οποία, όπως έχει γράψει, της δάνεισε χρήματα ο Smokey Robinson. Το 1960, το κατάστημα Hudson στο κέντρο του Ντιτρόιτ την προσέλαβε ως την πρώτη Αφροαμερικανίδα busgirl (βοηθητικό προσωπικό στον χώρο της εστίασης), ενώ για να έχει επιπλέον εισόδημα δούλευε ως κομμώτρια στη γειτονιά της. Αποφοίτησε από το Τεχνικό Λύκειο Cass το 1962.
Στα δεκαπέντε της έγινε μέλος των Primettes, αδελφό συγκρότημα ενός ανδρικού φωνητικού συγκροτήματος που ονομαζόταν Primes. Είχαν μεγάλη επιτυχία με τις εμφανίσεις τους σε sock hops (σχολικούς χορούς) και η Ρος προσέγγισε τον Smokey Robinson, τον πρώην γείτονά της, για να κάνει οντισιόν για τη Motown. Εκείνος επέμεινε ότι το συγκρότημα έπρεπε πρώτα να κάνει οντισιόν γι’ αυτόν και τελικά προσέλαβε τον κιθαρίστα των Primettes, Marv Tarplin, για μια περιοδεία (ο Tarplin έπαιζε με τον Robinson για τα επόμενα 30 και πλέον χρόνια). Στην αυτοβιογραφία της, «Secrets of a Sparrow», η Ρος έγραψε ότι αυτό ήταν «μια δίκαιη ανταλλαγή». Οι Primettes πέρασαν από οντισιόν για τη Motown και άρχισαν να κάνουν φωνητικά. Στα τέλη του ’60 ηχογράφησαν τα δικά τους τραγούδια, αλλά κανένα δεν σημείωσε πανεθνική επιτυχία.
Το 1961 υπέγραψαν με τη Motown, με την προϋπόθεση να αλλάξουν το όνομά τους. Η γραμματέας της εταιρείας επέλεξε το «Supremes», επειδή ήταν το μόνο όνομα στη λίστα που δεν τελείωνε σε «-ettes». Η Ross φοβήθηκε ότι θα τις περνούσαν για ανδρικό φωνητικό συγκρότημα. Οι Supremes είχαν το 1963 την πρώτη τους επιτυχία και στο τέλος της χρονιάς η Ross έγινε τραγουδίστρια του συγκροτήματος. Έναν χρόνο αργότερα, έφτασαν στο νούμερο ένα με το «Where Did Our Love Go», ανοίγοντας τον δρόμο για μια πρωτοφανή επιτυχία. Με τη μια επιτυχία να διαδέχεται την άλλη, έγιναν το πιο επιτυχημένο φωνητικό συγκρότημα της Motown σε όλη τη δεκαετία του ’60.
Supremes - Where Did Our Love Go (1964)
Η Ross άρχισε να ξεχωρίζει από τα άλλα μέλη του γκρουπ και πίεζε για μεγαλύτερη αμοιβή. Ο ιδρυτής της Motown, Berry Gordy, τελικά μετονόμασε το συγκρότημα σε Diana Ross & the Supremes, για να δικαιολογήσει τη μεγαλύτερη αμοιβή της τραγουδίστριας, όπως έκανε και για άλλα συγκροτήματα στη Motown. Η Ross παρέμεινε στις Supremes μέχρι τις αρχές του 1970.
Η ζωντάνια της είναι το μεγάλο δώρο της Νταϊάνα Ρος. Τραγουδούσε για τον πόνο της αγάπης χωρίς να φαίνεται ότι υποφέρει, με τη ζωτική ορμή μιας μηχανής έτοιμης να συνδεθεί με οποιαδήποτε ενορχήστρωση και στίχο. Με τον Berry Gordy να την πιέζει για όλο και περισσότερες εμφανίσεις άρχισε, λόγω άγχους, να υποφέρει από νευρική ανορεξία, σύμφωνα με την αυτοβιογραφία της. Κατά τη διάρκεια μιας παράστασης το 1967 στη Βοστώνη κατέρρευσε στη σκηνή και νοσηλεύτηκε με εξάντληση. Η Ρος άρχισε να εμφανίζεται ως σόλο καλλιτέχνιδα σε τηλεοπτικά αφιερώματα από το 1968.
Η Motown απέδωσε στη Ρος την ανακάλυψη των Jackson 5. Εν τω μεταξύ, η ηχογράφηση «Someday We'll Be Together» με τις Supremes έγινε η τελευταία επιτυχία του συγκροτήματος που έφτασε στο νούμερο ένα στο Hot 100. Ήταν επίσης το τελευταίο single που έφτασε στο νούμερο ένα στο Billboard Hot 100 της δεκαετίας του 1960. Έκαναν την τελευταία τους κοινή εμφάνιση στο Λας Βέγκας στις 14 Ιανουαρίου 1970.



Μια σπουδαία σόλο καριέρα
Τον Μάιο του 1970, η Ρος κυκλοφόρησε το ομώνυμο ντεμπούτο σόλο άλμπουμ της, και το «Ain't No Mountain High Enough» έγινε το πρώτο σόλο single της που έφτασε στο νούμερο ένα. Τα επόμενα άλμπουμ, «Everything Is Everything» (1970) και «Surrender» (1971), κυκλοφόρησαν λίγο αργότερα. Το 1971, η μπαλάντα «I'm Still Waiting» έγινε το πρώτο της σόλο που έφτασε στο νούμερο ένα στο Ηνωμένο Βασίλειο. Αργότερα, το 1971, η Ρος πρωταγωνίστησε στο πρώτο της σόλο τηλεοπτικό special, «Diana!», στο οποίο συμμετείχαν οι Jackson 5.
Το 1973 η Motown κυκλοφόρησε το «Diana & Marvin», ένα ντουέτο άλμπουμ με τον Marvin Gaye, επίσης καλλιτέχνη της Motown, που έγινε διεθνής επιτυχία, και το 1974 έγινε η πρώτη Αφροαμερικανίδα που παρουσίασε τα βραβεία Όσκαρ μαζί με τους John Huston, Burt Reynolds και David Niven. Η δεύτερη ταινία της, «Mahogany», με την ιστορία μιας επίδοξης σχεδιάστριας μόδας που γίνεται μοντέλο και επίκεντρο της βιομηχανίας μόδας, δεν γνώρισε μεγάλη επιτυχία. Η Ρος είχε φύγει από την παραγωγή πριν ολοκληρωθούν τα γυρίσματα, ενώ το «Time» κατηγόρησε τον Berry Gordy που σκηνοθέτησε την ταινία για «σπατάλη ενός από τους φυσικούς πόρους της Αμερικής: της Νταϊάνα Ρος». Παρ’ όλα αυτά, η Ρος είχε την τρίτη της επιτυχία που έφτασε στο νούμερο ένα στις ΗΠΑ με το «Theme from Mahogany (Do You Know Where You're Going To)».
Diana!
Στο «An Evening with Diana Ross» υποδύθηκε τη θρυλική καλλιτέχνιδα του καμπαρέ Josephine Baker και τις τραγουδίστριες μπλουζ Bessie Smith και Ethel Waters και η εκπομπή ήταν υποψήφια για Emmy.
Αυτό που έβαλε τέλος στη σύντομη καριέρα της στη μεγάλη οθόνη και συνέβαλε στην απροθυμία των στούντιο του Χόλιγουντ να κάνουν ταινίες αποκλειστικά με μαύρους ηθοποιούς ήταν η αποτυχία του αφροαμερικανικού ριμέικ του «Μάγου του Οζ» με τον τίτλο «The Wiz», στο οποίο ο Michael Jackson έπαιζε τον ρόλο του Σκιάχτρου. Εκείνη την εποχή ήταν το πιο ακριβό μιούζικαλ που έγινε ποτέ, και είχε ζημία δεκάδων εκατομμυρίων δολαρίων.
Το 1979, η Νταϊάνα Ρος κυκλοφόρησε το «The Boss», συνεχίζοντας να κάνει επιτυχία στο κοινό της χορευτικής μουσικής, καθώς το ομώνυμο τραγούδι έγινε το νούμερο ένα χορευτικό single. Έναν χρόνο αργότερα κυκλοφορεί το πιο επιτυχημένο άλμπουμ της μέχρι σήμερα, το «Diana», που περιείχε το ντουέτο της με τον Lionel Richie στην μπαλάντα «Endless Love». Το τραγούδι θα γινόταν το έκτο και τελευταίο single της που έφτασε στο νούμερο ένα του Billboard Hot 100.
Diana Ross & Lionel Richie Endless Love 1981
Μετά από 20 χρόνια αποχώρησε από τη Motown και υπέγραψε με την RCA Records την πιο ακριβή συμφωνία στην ιστορία της μουσικής, ένα συμβόλαιο 20 εκατομμυρίων δολαρίων, το οποίο της έδινε τον πλήρη έλεγχο της παραγωγής των άλμπουμ της, με πρώτο το «Why Do Fools Fall in Love», που πούλησε πάνω από ένα εκατομμύριο αντίτυπα. Λίγο αργότερα ίδρυσε τη δική της εταιρεία παραγωγής με την επωνυμία Anaid Productions, το όνομά της γραμμένο ανάποδα. Άρχισε να κάνει επενδύσεις σε ακίνητα και εκτεταμένες περιοδείες στις Ηνωμένες Πολιτείες και στο εξωτερικό.
Το 1983 έδωσε μια δωρεάν συναυλία στο Great Lawn του Central Park, η οποία μεταδόθηκε ζωντανά παγκοσμίως από το Showtime. Τα έσοδα επρόκειτο να διατεθούν για την κατασκευή μιας παιδικής χαράς με το όνομά της. Εξαιτίας της καταρρακτώδους βροχής η συναυλία μετατέθηκε για την επόμενη μέρα, αλλά τα αναμνηστικά που υποτίθεται ότι θα πωλούνταν για να συγκεντρωθούν χρήματα για την παιδική χαρά είχαν ήδη καταστραφεί. Η Ρος παρέδωσε στον δήμαρχο της Νέας Υόρκης μια επιταγή 250.000 δολαρίων για το έργο. Η παιδική χαρά «Νταϊάνα Ρος» χτίστηκε τρία χρόνια αργότερα.
Τη δεκαετία του ’80 έκανε ένα ντουέτο με τον φίλο της Julio Iglesias, τραγούδησε τη μπαλάντα «Missing You» του Lionel Richie, η οποία γράφτηκε ως φόρος τιμής στον Marvin Gaye, που είχε σκοτωθεί νωρίτερα εκείνη τη χρονιά, και συνεργάστηκε με τον Barry Gibb των Bee Gees στο «Chain Reaction», που έφτασε στο νούμερο ένα στο Ηνωμένο Βασίλειο και άλλα μέρη του κόσμου.

Το 1988 επέστρεψε στη Motown, που είχε πουληθεί στην MCA Records, ως μέτοχος και συνιδιοκτήτρια. Από τα μέσα της δεκαετίας του ’80 οι δίσκοι της δεν σημείωναν πια εμπορική επιτυχία, αλλά η ίδια ήταν ήδη ζωντανός θρύλος. Όταν τραγούδησε το 1991 μια επιλογή από τις επιτυχίες της στη Μεγάλη Βρετανία ενώπιον της Βασίλισσας Ελισάβετ Β' και του Πρίγκιπα Φίλιππου, στο Victoria Palace Theatre του Λονδίνου, το άλμπουμ της «The Force Behind the Power» έγινε πλατινένιο στο Ηνωμένο Βασίλειο και πυροδότησε την επιστροφή της στα τσαρτς με το hit single «When You Tell Me That You Love Me», ενώ τρία χρόνια αργότερα το «One Woman: The Ultimate Collection», μια συλλογή με επιτυχίες της, έγινε νούμερο ένα στο Ηνωμένο Βασίλειο και τέσσερις φορές πλατινένιο. Το 1999 ονομάστηκε η πιο επιτυχημένη τραγουδίστρια στην ιστορία των charts του Ηνωμένου Βασιλείου, με βάση τον απολογισμό των επιτυχιών της καριέρας της. Σύντομα θα τη διαδεχόταν η Madonna. Την ίδια χρονιά, η Νταϊάνα Ρος παρουσίασε τα MTV Video Music Awards και σόκαρε το κοινό αγγίζοντας το γυμνό στήθος της ράπερ Lil' Kim.
Η προσπάθεια μιας ιστορικής επανένωσης των Supremes απέτυχε και η απόπειρα να κάνει περιοδεία μαζί τους ακυρώθηκε, αν και πήραν καλές κριτικές, λόγω των μέτριων πωλήσεων.
Μετά τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου συνεργάστηκε με τις θρυλικές τραγουδίστριες Patti LaBelle και Eartha Kitt, μεταξύ άλλων, για μια ηχογράφηση της κλασικής ντίσκο επιτυχίας των Sister Sledge «We Are Family», τα κέρδη της οποίας θα πήγαιναν στις οικογένειες των θυμάτων της 11ης Σεπτεμβρίου.
Τα προβλήματα με το αλκοόλ την οδήγησαν σε κέντρο απεξάρτησης όταν συνελήφθη για οδήγηση υπό την επήρεια αλκοόλ το 2002.



Από τα μέσα της δεκαετίας του 2000 οι εμφανίσεις της, φιλανθρωπικές ή ως γκεστ σταρ, αναζωπυρώνουν τις επιτυχίες της, όπως με τους Westlife, σε μια διασκευή της επιτυχίας της από το 1991 «When You Tell Me That You Love Me», που έφτασε στο νούμερο 2 του UK Singles Chart το 2005. Την ίδια χρονιά λάνσαρε τη συλλογή μακιγιάζ M.A.C. Icon, ως μέρος της σειράς Icon της εταιρείας καλλυντικών, ενώ παρουσιάστηκε ως τιμώμενη καλεσμένη στο Legends Ball Weekend της Oprah Winfrey, μια τριήμερη γιορτή προς τιμήν 25 Αφροαμερικανίδων στον χώρο της τέχνης, της ψυχαγωγίας και των πολιτικών δικαιωμάτων.
Τιμήθηκε από μεγάλα φεστιβάλ και διοργανώσεις ως κορυφαία καλλιτέχνιδα και το 2014 απέσπασε το βραβείο Ella Fitzgerald για «την εξαιρετική της συμβολή στη σύγχρονη τζαζ φωνητική» στο Διεθνές Φεστιβάλ Τζαζ του Μόντρεαλ. Το 2016 τιμήθηκε με το Προεδρικό Μετάλλιο Ελευθερίας από τον Πρόεδρο Ομπάμα.
Το 2017 εμφανίστηκε στο Home Shopping Network για να προωθήσει το πρώτο της άρωμα, Diamond Diana, που εξαντλήθηκε μέσα σε λίγες ώρες. Κυκλοφόρησε το εικοστό πέμπτο στούντιο άλμπουμ της, «Thank You», τον Νοέμβριο του 2021, το οποίο γράφτηκε και ηχογραφήθηκε κατά τη διάρκεια του lockdown λόγω της πανδημίας του COVID-19 και περιέχει το πρώτο της πρωτότυπο υλικό από το «Every Day Is a New Day» του 1999.
Η Νταϊάνα Ρος έχει παντρευτεί δύο φορές και έχει πέντε παιδιά. Ήταν ζευγάρι με τον Berry Gordy της Motown και ήταν έγκυος από τον Gordy όταν παντρεύτηκε τον Robert Ellis Silberstein, με τον οποίο απέκτησε άλλα δυο παιδιά. Έρωτα της ζωής της θεωρεί τον δεύτερο σύζυγό της, τον Νορβηγό μεγιστάνα της ναυτιλίας Arne Næss Jr., με τον οποίο απέκτησε άλλα δυο παιδιά.
Η μεγάλη ντίβα, η θεά της μουσικής, λέει ότι το να πλένει τα πιάτα στο χέρι πρωί και βράδυ είναι ο καλύτερος διαλογισμός.
