Στην αρχή κυνηγούσαμε αλγορίθμους. Αναζητούσαμε τους καλλιτέχνες που μπορούσαν να τους σπάσουν και να κάνουν τα δικά τους. Αλλά ήρθε ευτυχώς η απενοχοποίηση και παίξαμε με τη γενεαλογία των υλικών και των δεδομένων σαν να είναι ένα πράγμα.
Ξεκινάς πρωτόγονος, κάνοντας παιχνίδια με τις σκιές στον τοίχο της σπηλιάς σου, μετά κρεμάς ένα πανί και λες ιστορίες με θέατρο σκιών, περνάει ο καιρός, φτιάχνεις ταινίες δίχως λόγια και ήχο, μετά μπαίνουν και αυτά, έρχεται και αυτό που λέγεται video art και κάποιοι φωνάζουν «είναι τέχνη τώρα αυτό;» και μετά μιλάμε για digital art, καταλαβαίνουμε ότι η τέχνη δεν χωρίζεται σε digital και μη, παίζουμε με την τεχνητή νοημοσύνη και πάλι κάποιοι φωνάζουν «είναι τέχνη τώρα αυτό;». Και συνεχίζεις.
Η βασική τοπογραφία του Πεδίου είναι μια ελληνική φαντασίωση. Παραμένει εμπνευσμένη από το ευρωπαϊκό μοντέλο περιπάτου με ελικοειδείς διαδρομές που σε καλούν να τις ανακαλύψεις. Έχει σχεδιαστεί έτσι ώστε να βγαίνεις από τις κύριες οδούς, να περιπλανιέσαι, να ανακαλύπτεις. Εμείς απλώς βάζουμε το έναυσμα της περιέργειας προκειμένου να χαθείς. Μπορεί να νομίζεις ότι από εκεί που πας δεν υπάρχει τίποτα. Πιθανότατα σε περιμένει μια έκπληξη.
«Σε αυτά τα Plāsmata έχουμε κάνει τη μεγαλύτερη χρήση τεχνολογίας και γι’ αυτόν τον λόγο η τεχνολογία είναι σχεδόν αόρατη. Γιατί ο εχθρός της τέχνης είναι το προφανές, κι αν η τεχνολογία φαίνεται πάρα πολύ, άσ’ το».
H Κατερίνα Κομιανού μου είχε πει κάποια στιγμή: «Περπατάω τα βράδια με μια κάμερα και χρησιμοποιώ κανονικό φιλμ, οπότε δεν μπορώ να παρέμβω μετά, δεν σηκώνει διόρθωση. Κάνω βόλτες, ξεκινάω απ’ τα Εξάρχεια, κατεβαίνω στην Ομόνοια, κατάλαβες τώρα εσύ». «Κατάλαβα, κατάλαβα», απάντησα. Και μετά είδα τα φιλμ της Κατερίνας που καταγράφουν μια Αθήνα παλιά κι όμως σημερινή, ασπρόμαυρη κι όμως τωρινή. Κειμήλια του τώρα. Ο Έρωτας-σιντριβάνι στην πλατεία Αμερικής, το Πολυτεχνείο και η εσωτερική αναφορά στο Ιδιώνυμο της Κατερίνας Γώγου για το ασπρόμαυρο της ζωής.

Τελικά, ό,τι κι αν χρησιμοποιήσεις, πάλι με data δουλεύεις. Τώρα, αν τα data σου είναι χώμα και νερό και φτιάχνεις τον Αδάμ και την Εύα, αν αγαπάς το αναλογικό όσο εμείς ή αν σηκώνεις δεδομένα από τον κυβερνοχώρο και δημιουργείς αντίστοιχα πλασματικούς κόσμους και ιστορίες, η διαδικασία αλλάζει, αλλά ο στόχος είναι κοινός: η δημιουργία αυτού που έφτιαξες πρώτα στο μυαλό σου. Σε αυτά τα Plāsmata έχουμε κάνει τη μεγαλύτερη χρήση τεχνολογίας και γι’ αυτόν τον λόγο η τεχνολογία είναι σχεδόν αόρατη. Γιατί ο εχθρός της τέχνης είναι το προφανές, κι αν η τεχνολογία φαίνεται πάρα πολύ, άσ’ το.
Άρα κάνουμε αυτό το παιχνίδι που μπορείς να έχεις το φυσικό αντικείμενο, ένα βίντεο, αλλά και κάτι που έχει παραχθεί εξ oλοκλήρου με χρήση ΑΙ, το οποίο, όμως, όταν το δεις, νιώθεις ότι είναι ταινία της δεκαετίας του ’50. Όχι, δεν φοβάμαι ότι θα πάθει κάτι η τέχνη με τη χρήση ΑΙ. Δεν θεωρώ ότι θα αντικατασταθεί η ικανότητα του ανθρώπινου νου. Εκτός αν κατακτήσει το υποσυνείδητο και εισχωρήσει εκεί που δεν πήγαμε ποτέ ούτε οι ίδιοι.

Κάθισε να παρακολουθήσεις το The Sleight of the machine της Μαρίας Μαυροπούλου. Ο ταχυδακτυλουργός, αυτός ο γοητευτικός μάγος –oh, Houdini, where art thou?– παίζει με το μυαλό σου. Σε κοιτάζει στα μάτια και εμφανίζει λαγούς από το καπέλο του, βλέπεις ότι τα δάχτυλά του έχουν κάτι το παράδοξο, γιατί εκεί κάπως δεν τα καταφέρνει καλά το ΑΙ, και όταν σου μαρτυράμε ότι «όχι, δεν είναι φιλμ φτιαγμένο από αποσπάσματα αρχείου από τον καιρό που τα τσίρκα ταξίδευαν από χωράφι σε χωράφι αλλά η Μαυροπούλου έγινε η μάγος του αλγορίθμου», τότε, ναι, σταματάς να παλεύεις να τα δεις όλα λογικά, όλα τακτοποιημένα μέσα σε συγκεκριμένο τόπο και εποχή.
Βρείτε περισσότερες πληροφορίες για την εικαστική έκθεση εδώ.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.