Αν μια συλλογή είναι ένα ζωντανός οργανισμός, η συλλογή της Ειρήνης Παναγοπούλου είναι ένα παράδειγμα αυτής της αντίληψης, της ιδέας ότι μια συλλογή μεγαλώνει, ωριμάζει, αγγίζει και εξερευνά νέες περιοχές και πεδία, ενώ εμβαθύνει σε έννοιες που συνδέουν έργα τέχνης όλων των μέσων, αντικείμενα λαϊκής και εφαρμοσμένης τέχνης, αρχειακό υλικό, βιβλία και πολιτιστικά αντικείμενα.
Η Συλλογή Ειρήνης Γ. Παναγοπούλου (Συλλογή IYP) βρίσκεται στη Βούλα, στη Β. Παύλου 146, και στεγάζεται σε έναν ειδικά διαμορφωμένο χώρο που χρησιμεύει ως χώρος εργασίας, εκθεσιακός χώρος, αρχείο, βιβλιοθήκη και αποθηκευτικός χώρος.
Η συλλογή εκτείνεται σε ένα εντυπωσιακό χρονολογικό εύρος, από τον 16ο αιώνα έως σήμερα, όπως μπορεί να διαπιστώσει ο επισκέπτης της πρώτης έκθεσης που ανοίγει στο κοινό. Πρόκειται για μια ομαδική έκθεση με περισσότερα από 80 έργα, που αντανακλά και τη δέσμευση της συλλέκτριας στην ανακάλυψη και την υποστήριξη αναδυόμενων καλλιτεχνικών φωνών και στην ανάδειξη των ανταλλαγών και των διασταυρώσεων μεταξύ Ανατολής και Δύσης, με έμφαση στις καλλιτέχνιδες και στις γυναίκες δημιουργούς από την ελληνική διασπορά και την ευρύτερη περιοχή της Μεσογείου.
«Η γενιά μου μεγάλωσε με τις ευαισθησίες μας ως γυναικών να μην εκφράζονται ελεύθερα. Για μένα αυτή η έκφραση της ελευθερίας μέσα στα έργα των γυναικών είναι ένα μικρό δείγμα της ανάγνωσης που κάνω στα έργα και της ανάγνωσης που αναζητώ. Αναζητώ τον τρόπο να αντιμετωπίσω κι εγώ την ευαλωτότητα της ζωής σε έναν κόσμο που συνεχίζει να μας περιορίζει».
Ο τίτλος αυτής της πρώτης έκθεσης, «Fernweh ή νοσταλγία για άγνωστους τόπους», προέρχεται από τον γερμανικό όρο «Fernweh» που εκφράζει τον πόθο της ανακάλυψης και την αστείρευτη ανάγκη για μια γνωριμία με το άγνωστο. Σε αυτό το προκλητικό πεδίο του ανεξερεύνητου πνευματικού τόπου συναντά κάποιος τα έργα της συλλογής, που έρχονται να συνδέσουν την επιθυμία και την εμπειρία, την ανάγκη διερεύνησης των επίσημων αφηγημάτων μέσω προσωπικών ιστοριών, δημιουργώντας ένα δίκτυο σχέσεων ακόμα και φαινομενικά ασύνδετων, οι οποίες προσφέρουν μια προκλητική και ερεθιστική ευκαιρία να δημιουργήσει κάθε επισκέπτης το προσωπικό του αφήγημα, να υφάνει –όπως η συλλογή– ένα δίχτυ εννοιών, ιστορικών περιόδων και κοινωνικoπολιτικών γεγονότων όπως του προσφέρονται μέσα από από τους θεμελιώδεις άξονες της Συλλογής Ειρήνης Παναγοπούλου και τις πέντε ενότητες της έκθεσης, «Ρομαντισμός - Ελληνική Αρχαιότητα», «Το ταξίδι της ύπαρξης», «Εξερευνήσεις και αποστολές», «Συγκρούσεις και εκτοπισμοί», «Ιδανικοί κόσμοι».
Μπαίνοντας στην έκθεση, η συνάντηση του Σαλβαντόρ Νταλί μέσα από ένα σχέδιο της θεάς Αθηνάς με ένα έργο του Αλέξη Ακριθάκη, φόρο τιμής στον υπαρξιστή ποιητή Γιώργο Μακρή που έγραψε το 1944 «…να ανατινάξουμε την Ακρόπολη!», με μια αργυροτυπία του Edward Steichen με την Ισιδώρα Ντάνκαν στην Ακρόπολη, μια φωτογραφία του Ormond Gigli για το περιοδικό «TIME» με το μοντέλο να ποζάρει στην Κνωσό, ένα φωτογραφικό άλμπουμ ανώνυμου από το 1880 με φωτογραφίες των αγαλμάτων από το παλιό Μουσείο της Ακρόπολης, τα «Αποκατεστημένα Αγάλματα» του Kader Attia και οι φωτογραφίες μιας γυναικείας φωνής της Francesca Woodman, που έσβησε νωρίς αλλά πρόλαβε να αφήσει ένα σημαντικό έργο με φανταστικές απεικονίσεις γυναικών ως Καρυάτιδων, δίνουν μια πρώτη γεύση στον επισκέπτη και την ελευθερία να υφάνει το δικό του νήμα αφήγησης, να φτιάξει τη δική του ιστορία και να συνδέσει ζωές, πρακτικές και εντυπώσεις οι οποίες αφήνουν ένα καλλιτεχνικό ίχνος που στις μέρες μας καθένας μπορεί να διαβάσει με τον δικό του τρόπο, αναζητώντας μέσα από την τέχνη τη δική του εικόνα και αλήθεια για τον κόσμο που τον περιβάλλει και τον κόσμο μέσα στον οποίο φαντάζεται ή ονειρεύεται να υπάρχει.
Το μήνυμα, ενώ παραμένει το ίδιο, αλλάζει με κάθε ανάγνωση και απευθύνεται με τρόπο διαφορετικό στον καθένα μας, που καλείται να πυροδοτήσει τη φαντασία και την περιέργειά του για να εξερευνήσει, όπως οι περιηγητές μέσα στους αιώνες, το πλούσιο και πάντα ανήσυχο τοπίο της τέχνης, που διαμορφώνεται και αναδύεται μέσα στον χρόνο με τους πιο απρόβλεπτους τρόπους. Παίρνοντας ως αφορμή την παρουσίαση έργων από διαφορετική χρονολογική περίοδο με κοινή θεματική, μπορεί κάποιος να δημιουργήσει τους δικούς του διαλόγους ανάμεσα στα έργα, ακόμα και το δικό του πλαίσιο, όπως το υπαγορεύει η συγκίνηση ή η εντύπωση που έχουν τη δύναμη να προκαλέσουν τα έργα τέχνης.
«Η κ. Παναγοπούλου δάνειζε έργα εδώ και πολλά χρόνια στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, αλλά αυτή είναι η πρώτη έκθεση που ανοίγει στο κοινό και εκπροσωπεί τη συλλογή» εξηγεί η επιμελήτρια της έκθεσης Κατερίνα Χατζή. «Οπότε, ήθελα να αναδείξω τους βασικούς άξονες της συλλογής, με σκοπό να φανεί το εύρος της (χρονολογίες, χώρες προέλευσης των δημιουργών) και η ποικιλία όσων την συγκροτούν, έργα τέχνης, αντικείμενα design, ιστορικά αντικείμενα, αρχεία. Έχουμε μέσα που δεν περιορίζονται στην τέχνη, αλλά έχουν να κάνουν με την καταγραφή της ιστορίας και την αντίληψη της πραγματικότητας μέσω των αντικειμένων. Αναρωτιόμουν πώς θα μπορούσαμε να δώσουμε την αίσθηση που έχω από αυτήν τη συλλογή και ποια είναι τα πιο βασικά πράγματα που ξεχωρίζουν, έτσι συνάντησα μια έννοια που μου φάνηκε ότι εκπροσωπεί τον άξονα αυτής της συλλογής, τον όρο “Fernweh”, κάτω από τον οποίο συγκροτήθηκαν οι ενότητες της έκθεσης».
Η Ειρήνη Παναγοπούλου συλλέγει συστηματικά εδώ και είκοσι χρόνια. Ο πατέρας της ήταν και εκείνος συλλέκτης, με μια συλλογή που αποτελούνταν από παλιά χαλιά μέχρι χάρτες και σύγχρονη ελληνική τέχνη της εποχής του, κυρίως από τη δεκαετία του ’70. Μεγάλωσε με αυτές τις παραστάσεις και την ανάμνηση να βλέπουν μαζί εκθέσεις και να μοιράζονται τη χαρά της συλλογής. Με κάποια πράγματα που είχε στο μυαλό της να έχουν αρχίσει να παίρνουν σχήμα, μετά από δυο δεκαετίες αισθάνθηκε ότι ήρθε η ώρα μαζί με μια ομάδα συνεργατών να μοιραστούν αυτήν τη συλλογή, να τη δείξουν παραέξω και να επιτρέψουν τη διαφορετική επιμέλεια και τη διαφορετική ανάγνωση από το κοινό, θεωρώντας ότι κάθε επισκέπτης θα έχει κάτι να εισπράξει από αυτή την εμπειρία.
«Μοιραζόμαστε απόψεις και ιδέες, ειδικά στην επιμέλεια, και ο καθένας έρχεται με τη δική του οπτική και διαβάζει διαφορετικά τα έργα της συλλογής. Αυτή είναι η ομορφιά της», εξηγεί όταν μας υποδέχεται στην έκθεση. «Έχουμε αρχίσει με αυτό τον όροφο και έχουμε οραματιστεί τη συνέχεια αυτού του ξεκινήματος με εκδηλώσεις, δημοσιεύσεις, βιβλία. Η ομάδα μας αναπτύσσεται. Προσωπικά μου δίνει μεγάλη χαρά και ελπίζω αυτήν τη χαρά να τη μοιραστώ με περισσότερο κόσμο. Ο χώρος είναι πλέον ανοιχτός και επισκέψιμος, λειτουργεί ως βιβλιοθήκη και ως αρχείο, οπότε ο καθένας μπορεί να ζητήσει βοήθεια σε σχέση με την αναζήτησή του, μπορεί να ψάξει για κάποια θέματα ή απλώς να ενημερωθεί, να δει κάτι καινούργιο».
Δεν περνά απαρατήρητη η παρουσία των καλλιτέχνιδων, των θαρραλέων και συχνά υποτιμημένων φωνών στην ιστορία της τέχνης. Στην έκθεση στέκονται ισότιμα δίπλα στους άνδρες. Είναι μια ενδιαφέρουσα πτυχή, όπως και το γεγονός ότι δεν διαχωρίζονται τα αντικείμενα ανάλογα με το πόσο πολύτιμα είναι ή από τι υλικό είναι φτιαγμένα. Σημασία έχει η αφήγηση. Η νέα ιστορία που γεννιέται μπροστά στα μάτια κάθε επισκέπτη –ο οποίος κάθε φορά που θα επισκεφθεί την έκθεση θα έχει τη δυνατότητα να παρατηρήσει τη λεπτομέρεια, να δει την ιστορία που γεννιέται πέρα από το προφανές–, αυτή που δημιουργεί η προσωπική του ανάγνωση, θα συγκροτήσει τη δική του εμπειρία και τη σύνδεσή του με μια συλλογή που επιδέχεται πολλαπλές αναγνώσεις.
«Αυτή η συλλογή είναι η ματιά μιας συλλέκτριας, ξεκάθαρα, είναι τα θέματα που έχω βιώσει στη ζωή μου και τα ψάχνω εδώ. Δεν είναι μια αυστηρά εικαστική συλλογή αλλά μια συλλογή από διαφορετικά αντικείμενα που το ένα υποστηρίζει το άλλο», λέει η κ. Παναγοπούλου. «Η γενιά μου μεγάλωσε με τις ευαισθησίες μας ως γυναικών να μην εκφράζονται ελεύθερα. Για μένα αυτή η έκφραση της ελευθερίας μέσα στα έργα των γυναικών είναι ένα μικρό δείγμα της ανάγνωσης που κάνω στα έργα και της ανάγνωσης που αναζητώ. Αναζητώ τον τρόπο να αντιμετωπίσω κι εγώ την ευαλωτότητα της ζωής σε έναν κόσμο που συνεχίζει να μας περιορίζει».
Το ενδιαφέρον σε αυτή την έκθεση είναι ότι εστιάζει, όπως και η συλλογή, στις γυναίκες δημιουργούς, χωρίς να τις τοποθετεί σε ανεξάρτητη ενότητα ή σε διαφορετική περιοχή, δίνοντάς τους έτσι μια θέση ίση με εκείνη των ανδρών και αντάξια του έργου τους. Έρχεται να συμπληρώσει άλλη μια αναζήτηση της συλλέκτριας, που αφορά τις σχέσεις των καλλιτεχνών μεταξύ τους, το πώς ενθάρρυναν ο ένας τον άλλον, πώς η εποχή τους επηρέασε την έκφραση του έργου τους. Μέσα από αντικείμενα που στοιχειοθετούν αυτήν τη σχέση, γράμματα, αλληλογραφία, προσκλήσεις που υπάρχουν σε συρτάρια και προθήκες, συμπληρώνεται η ανάγνωση των έργων. «Ευελπιστούμε κάθε φορά με διαφορετική ανάγνωση και επιμέλεια να αναδεικνύουμε άλλες σχέσεις και διαφορετικές ιστορίες μέσα από τη συλλογή» λέει η κ. Παναγοπούλου.
«Για να γίνεις συλλέκτης», επισημαίνει, «πρέπει να φτάσεις σε μια ωριμότητα. Ωστόσο, και οι νέοι μπορεί να συλλέγουν με τον δικό τους τρόπο. Σε ό,τι με αφορά, έχω μια προσκόλληση στις “δασκάλες μου”, τη Λίντα Μπένγκλις, τη Νίκι ντε Σεν Φαλ, την Τζούντι Σικάγο, ενώ είχα την ευκαιρία να γνωρίσω τις σύγχρονές μου Guerilla Girls και το έργο καλλιτεχνών όπως η Κίκι Σμιθ και η Μόνα Χατούμ, που αγγίζουν θέματα γυναικείας ταυτότητας και επιμένουν να διατυπώνουν θαρραλέα τις απόψεις τους μέσα από την τέχνη τους ακόμα και σε πολύ δύσκολα χρόνια. Είναι η δύναμή μου, όπως χαρά και δύναμή μου είναι και αυτός ο χώρος που περικλείει αυτές τις ιστορίες».
Ανακαλύπτοντας νέες αλήθειες και ιστορίες μέσα από το παρελθόν και το παρόν
Στην πρώτη ενότητα, «Ρομαντισμός - Ελληνική Αρχαιότητα», παρουσιάζεται η εξιδανικευμένη αναζήτηση του ωραίου και του υψηλού και η φαντασιακή προβολή της Ελλάδας ως «λίκνου του δυτικού πολιτισμού» μέσα από το πρίσμα του ρομαντισμού, το φιλελληνικό κίνημα και τις σύγχρονες αναγνώσεις. Καλλιτέχνες και ρομαντικοί διανοούμενοι μέχρι και σήμερα διατηρούν τη ρομαντική θεώρηση της Ελλάδας ως «λίκνου του δυτικού́ πολιτισμού́», ενώ άλλοι, αποδεχόμενοι την αδιάλειπτη αισθητική γοητεία της, δεν διστάζουν να αναγνωρίσουν ή να σχολιάσουν μέσα από τη δική τους οπτική τη διαρκή επίδρασή της στη δημιουργία αντικειμένων και έργων τέχνης. Για παράδειγμα, σε αυτή την ενότητα η «Διακήρυξη της Ελληνικής Ανεξαρτησίας από τον Μητροπολίτη Παλαιών Πατρών» του Alphonse de Neuville (1835-1885) συναντά το «Πορτρέτο νεαρού άνδρα με ελληνική φορεσιά» του José Gutiérrez de la Vega (1791-1865) αλλά και τη «Σειρά φυτικής αρχαιολογίας» του Christoph Keller (γεν. 1967).
Το ταξίδι της ύπαρξης, η διαρκής αναζήτηση του ανθρώπου που επιδιώκει καθ’ όλη τη διάρκεια του βίου του να βρεθεί σε ποικίλες συναισθηματικές, βιωματικές και νοητικές καταστάσεις, οι οποίες προσφέρουν μοναδικές ευκαιρίες αλληλεπίδρασης με το «άλλο» και ταυτόχρονα συμβάλλουν στην αυτοπραγμάτωση και την προσωπική εξέλιξη, δίνει τον τίτλο της δεύτερης ενότητας. Από την «Εφημερίδα των Κυριών» της Ελληνίδας φεμινίστριας του 19ου αιώνα Καλλιρρόης Παρρέν (1861-1940), τις βιτρίνες με τα «Νυφικά και βαπτιστικά φορέματα» του Γιώργου Παραλή, το έργο της άγνωστης σε πολλούς Pegeen Vail Guggenheim (1925-1967), κόρης της διάσημης συλλέκτριας Πέγκι Γκουγκενχάιμ, «Μήνας του μέλιτος», το γεμάτο ζωντάνια μπαρ του Αλέξη Ακριθάκη, ένα σκηνικό για το χορόδραμα «Περσεφόνη» του Νίκου Χατζηκυριάκου-Γκίκα (1903-1944) μέχρι ένα «εικονοστάσι» που συνδέει θρησκευτικές εικόνες του 18ου και του 19ου αιώνα με το «Talisman 01» από νέον του Άγγελου Πλέσσα και το έργο «Μοναχός που ζωγραφίζει» του Νικόλαου Γύζη, φανερώνεται η επιδίωξη του ανθρώπου για την εύρεση νοήματος και σκοπού που θα τον οδηγήσει στην ελευθερία και την αυτοεκπλήρωση μέσα από μια εσωτερική διεργασία.
Οι «Εξερευνήσεις και Αποστολές», που δίνουν τίτλο στην τρίτη ενότητα, αναφέρονται στη δίψα της ανακάλυψης του αγνώστου που συνοδεύει τον άνθρωπο από τότε που άρχισε να μετακινείται και να ταξιδεύει. Η κατάκτηση του αγνώστου έχει αποτελέσει έναν από τους βασικούς μοχλούς για την εξέλιξη του πολιτισμού, διευρύνοντας διαρκώς τα εκάστοτε όρια της γνώσης. Από την επιθυμία ανακάλυψης νέων, απομακρυσμένων τόπων, που άλλαξε για πάντα την παγκόσμια γεωγραφία και ιστορία, διευκόλυνε την ανταλλαγή αγαθών, ιδεών και πολιτισμών μεταξύ του «παλαιού» και του «νέου» κόσμου, με τίμημα την απάνθρωπη εκμετάλλευση και υποδούλωση των αυτόχθονων πληθυσμών, μέχρι την ανθρώπινη περιέργεια που τον 19ο και τον 20ό αιώνα μετατοπίστηκε και επικεντρώθηκε στην κατανόηση του φυσικού κόσμου, επεκτείνοντας έτσι την επιστημονική γνώση σε τομείς όπως η βιολογία, η ανθρωπολογία και η γεωλογία, καλλιτέχνες όπως οι σύγχρονοι Ανδρέας Αγγελιδάκης με το έργο του «Box Encyclopedia» (2012), Κωνσταντίνος Ξενάκης με την «Ευρωπαϊκή Ένωση» (1982), Χρύσα Ρωμανού με το έργο «Χάρτης – Λαβύρινθος» (1997) συναντούν ανάμεσα σε άλλα τα «Μαγγελάνικα ή Η άγνωστη γη του νότου» (1618) του Petrus Bertius ή τον Χάρτη της Μεγάλης Ελλάδας, μια έκδοση του «Εθνικού Κήρυκα» στη Νέα Υόρκη το 1920.
Η τέταρτη ενότητα, «Συγκρούσεις και εκτοπισμοί», φανερώνει ότι η κατάκτηση και η διεκδίκηση δεν εκδηλώνονται μόνο ως δημιουργική ώθηση, αλλά συχνά πυροδοτούν συγκρούσεις που οδηγούν σε πολέμους με εκτεταμένες και πολυεπίπεδες επιπτώσεις. Πέρα από τις ανυπολόγιστες απώλειες σε ανθρώπινες ζωές και τα ψυχικά τραύματα που αφήνει πίσω του ο κάθε πόλεμος, οι κοινωνικές και οικονομικές δομές διαλύονται, οι υποδομές καταστρέφονται και ολόκληροι πληθυσμοί εκτοπίζονται βίαια από τις εστίες τους. Η πάλη για επιβίωση και η αναζήτηση μιας ασφαλέστερης και αξιοπρεπέστερης ζωής έχει οδηγήσει διαχρονικά σε αμέτρητα προσφυγικά ρεύματα. Οι καλλιτέχνες απεικονίζουν μια ακόμα κρυμμένη πίσω από την εικόνα πραγματικότητα, την ιστορία της λαχτάρας της επιβίωσης, της ελπίδας αλλά και της δημιουργικής δύναμης που κρύβει το διαρκώς επινοητικό ανθρώπινο ον. Από την ελαιογραφία του Γεώργιου Προκοπίου (1876-1940) «Στο πεδίο της μάχης», τον καθηλωτικό «Πόλεμο» του Στέλιου Φαϊτάκη, τους κολυμβητές του Adrian Paci που προσπαθούν να φτάσουν σε μια ασφαλή ακτή μέχρι το «The Constellations» της Bouchra Khalili, το έργο «Πολεμιστής ΙΙΙ» της Λητώς Κάττου και τα πιάτα και γλυπτά της Ελένης Βερναδάκη, τα έργα αυτής της ενότητας είναι ένα πανόραμα-ύμνος στη θέληση για ζωή, που εμποτίζεται από αναφορές και αναμνήσεις της προσωπικής μυθολογίας και της συλλογικής μνήμης.
Επίλογος της έκθεσης η πέμπτη και τελευταία ενότητα, οι «Ιδανικοί κόσμοι». Το αδιόρατο νήμα της επιθυμίας για το ιδεατό είναι πιθανό να εκτείνεται πέρα από τα όρια της παρούσας πραγματικότητας, υφαίνοντας ουτοπικές ή δυστοπικές συνθήκες όπου εδρεύουν οι φαντασιακοί ιδανικοί κόσμοι. Καλλιτέχνες όπως ο Ράλλης Κοψίδης με το έργο «Ο Ροβινσώνας Κρούσος στο νησί του», ο Δαυίδ Σαμπεθάι με το «Ο Δον Κιχώτης ατενίζει τους φανταστικούς εχθρούς του / Η επιστροφή του ιππότη», η Maja Bajević με το «Σοσιαλιστές», ο Βλάσης Κανιάρης με το «Τιμής ένεκεν στους τοίχους», ανάμεσα σε άλλους, σχολιάζοντας την υπάρχουσα πραγματικότητα εκφράζουν μια επιθυμία για φυγή προς την ουτοπία, έναν κόσμο φαντασίας μέσα στον οποίο δημιουργούν το μυθοπλαστικό τους σύμπαν. Σε αυτούς τους κόσμους, φανταστικά πλάσματα και υπερβατικές πραγματικότητες λειτουργούν ως συμβολικές ή σατιρικές αντανακλάσεις της σύγχρονης κοινωνίας, αναδεικνύοντας τις αντιφάσεις και τις ελπίδες του ανθρώπου.