«Zιλ και Τζιμ»: Μια αυθάδικη αναθεώρηση

«Zιλ και Τζιμ»: Μια αυθάδης αναθεώρηση Facebook Twitter
Στα κινηματογραφικά εγχειρίδια το «Ζιλ και Τζιμ» αναφέρεται, μεταξύ άλλων, ως ωδή στον amour fou.
0

Το χέρι μου στο κινηματογραφικό Ευαγγέλιο, αν κάποιος ισχυριστεί ότι το «Ζιλ και Τζιμ» (1962) δεν αποτελεί ταινία-ορόσημο για το ρεύμα της Nouvelle Vague και για το σινεμά γενικότερα ή, ακόμα χειρότερα, ότι πρόκειται για σκουπίδι, θα υπερασπιστώ μέχρι θανάτου το δικαίωμά του να πάρει την άποψή του και να τη βάλει εκεί που ξέρει. Ωστόσο, η σχέση μας με το σινεμά, με τους δημιουργούς και, προπάντων, με τις δημιουργίες (πρέπει να) είναι δυναμική, αλλιώς θα καταστούν μουσειακό είδος. Και, για να μείνουμε εντός θέματος, θυμόμαστε όλοι από το γκονταρικό «Bande a part» (1964) πώς αντιμετωπίζει η νεολαία τα μουσεία, έτσι; 

O Φρανσουά Tριφό, σκηνοθέτης του «Ζιλ και Τζιμ», εισήλθε με κρότο στη διεθνή κινηματογραφική σκηνή με τα αξεπέραστα «400 χτυπήματα» (1959), συνοψίζοντας στο τελικό πλάνο με έναν απλό αλλά ιδιοφυή τρόπο την ακαταμάχητη ροπή του ανθρώπινου πνεύματος προς την ελευθερία. Ξεκίνησε έτσι ένα καταπληκτικό work in progress με τις περιπέτειες του Αντουάν Ντουανέλ, που ενέπνευσε από το «Up» του Μάικλ Άπτεντ ως την τριλογία «Before» του Ρίτσαρντ Λινκλέιτερ. Aπό εκεί και πέρα, ο υπογράφων υποστηρίζει μια αιρετική άποψη, την οποία μπορείτε κάλλιστα να λοιδορήσετε: τον Τριφό τον χάσαμε πάνω στη δημιουργική ωρίμανσή του, όταν αυτός ο άνθρωπος που εμφανέστατα αγαπούσε με πάθος τα κινηματογραφικά είδη σταμάτησε να τα αντιμετωπίζει ως αφορμή για μοντερνισμούς και υιοθέτησε μια πιο κλασικότροπη σκηνοθετική προσέγγισή τους. 

Το «Ζιλ και Τζιμ» είναι μια ταινία σε διαρκή κίνηση, μιμείται, θαρρείς, τους ήρωες που τρέχουν στο διάσημο στιγμιότυπο στη γέφυρα και, ευτυχώς, κατά διαστήματα «τρέχει» πιο γρήγορα από τη γλώσσα του αφηγητή – που, είπαμε, έχει πάρα πολλά να πει και δεν ξέρει τι να πρωτοδιαλέξει.

Επίσης, αν και επί της αρχής δεν στηρίζω την αναχρονιστική κριτική αποτίμηση, οφείλω να παραδεχτώ ότι η στάση του σινεμά του προς τις γυναίκες σε ορισμένες περιπτώσεις είναι συζητήσιμη. Δεν θα ήθελα να πω σεξιστική, αν και ο τρόπος που η Κάθριν παρουσιάζεται στην ταινία πρωτίστως ως αυτάρεσκη (και συνειδητή) πηγή βασάνων για τους δύο άρρενες και παραμένει απρόσιτη ακόμα και για τον παντογνώστη αφηγητή ίσως αποτελεί μια σχετική απόδειξη − διάολε, δεν χωράει καν το όνομά της στον τίτλο της ταινίας. 

«Zιλ και Τζιμ»: Μια αυθάδης αναθεώρηση Facebook Twitter
Είναι ομολογουμένως μια ταινία που δεν θα κρίνει ποτέ την απόφαση των ηρώων να συζήσουν για ένα διάστημα στην εξοχή και που είναι αρκετά προοδευτική ως προς ένα μοντέλο σχέσης που σπάνια είχε απασχολήσει τόσο ανοιχτά το σινεμά.

Το «Ζιλ και Τζιμ», λοιπόν, στα κινηματογραφικά εγχειρίδια αναφέρεται, μεταξύ άλλων, ως ωδή στον amour fou –μα έχει χρόνο και ψυχραιμία για να μιλήσει έτσι γι’ αυτόν εκείνος που χάνεται στη δίνη του;−, ως υπόδειγμα ρομαντισμού –αφενός ο Τριφό αποδομεί τις παραδοσιακές ρομαντικές αφηγήσεις και κάθε άλλο παρά ρομαντικοποιεί το παρελθόν, αφετέρου περισσότερο στη φιλία των Ζιλ και Τζιμ εστιάζει– και, τέλος, ως μια κατάδειξη του πλήγματος που κατάφερε ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος στη σταθερότητα και στην ψυχική ηρεμία όσων τον έζησαν − μα ο πόλεμος περνάει και δεν ακουμπάει στο έργο και οι Ζιλ και Τζιμ για άλλα πράγματα καίγονται.   

Τώρα, αν ζητήσεις από τους σινεφίλ να απαριθμήσουν τα βασικά χαρακτηριστικά του γαλλικού σινεμά, το «Ζιλ και Τζιμ» είναι ένας βασικός λόγος που ελάχιστοι θα παραλείψουν τη φλυαρία και το ménage a trοis.

«Zιλ και Τζιμ»: Μια αυθάδης αναθεώρηση Facebook Twitter
Οι χαρακτήρες στο έργο υπεραναλύουν τα συναισθήματά τους − περισσότερο μιλούν για τον έρωτα, παρά τον κάνουν.

Ως προς το πρώτο στοιχείο, οι χαρακτήρες στο έργο υπεραναλύουν τα συναισθήματά τους − περισσότερο μιλούν για τον έρωτα, παρά τον κάνουν. Ο δε αφηγητής είναι πανταχού παρών, σχολιάζει, συμπληρώνει, επεξηγεί, συχνά στέκεται εμπόδιο στην απρόσκοπτη απόλαυση της βασικής αρετής της ταινίας, που είναι το διαρκές παιχνίδι με τη φόρμα, οι εμπνεύσεις της στιγμής, η κινηματογραφικώς εννοούμενη αποθέωση της στιγμής μέσω του τρικ του freeze frame και, πάνω από όλα, η κινητικότητά της.

Το «Ζιλ και Τζιμ» είναι μια ταινία σε διαρκή κίνηση, μιμείται, θαρρείς, τους ήρωες που τρέχουν στο διάσημο στιγμιότυπο στη γέφυρα και, ευτυχώς, κατά διαστήματα «τρέχει» πιο γρήγορα από τη γλώσσα του αφηγητή – που, είπαμε, έχει πάρα πολλά να πει και δεν ξέρει τι να πρωτοδιαλέξει. Ούτε λίγο, ούτε πολύ, η ταινία περιλαμβάνει τη μισή αλφάβητο της γλώσσας του μοντέρνου σινεμά κι αυτό αποτελεί μια αντικειμενική πραγματικότητα που, πιθανότατα, υπερβαίνει τις αναθεωρητικές προσεγγίσεις και απαντά εμφατικά στην αυθάδεια διάφορων γραφιάδων, συμπεριλαμβανομένου του υπογράφοντος.

Ως προς το δεύτερο στοιχείο, είναι, ομολογουμένως, μια ταινία που δεν θα κρίνει ποτέ την απόφαση των ηρώων να συζήσουν για ένα διάστημα στην εξοχή και αρκετά προοδευτική προς ένα μοντέλο σχέσης που σπάνια είχε απασχολήσει τόσο ανοιχτά το σινεμά – αν και ο Λιούμπιτς του Design for Living (1933) θα διαμαρτυρόταν δικαιολογημένα. Ας είμαστε ειλικρινείς, όμως, ο Τριφό μια χαρά θα κρίνει τον τρόπο που η Κάθριν χειραγωγεί τους δυο χαρακτήρες, οι οποίοι, θα επαναλάβουμε, κέρδισαν μια θέση στον τίτλο μόνο για τους ίδιους.

«Zιλ και Τζιμ»: Μια αυθάδης αναθεώρηση Facebook Twitter
Είναι μια ταινία σε διαρκή κίνηση, μιμείται, θαρρείς, τους ήρωες που τρέχουν στο διάσημο στιγμιότυπο στη γέφυρα και, ευτυχώς, κατά διαστήματα «τρέχει» πιο γρήγορα από τη γλώσσα του αφηγητή.

Ευτυχώς, η ιστορία ήρθε για να διορθώσει την αδικία, καθιστώντας τη Ζαν Μορό τη μοναδική ηθοποιό που μπορεί να μνημονεύσει ο μέσος διαβασμένος σινεφίλ −ευπρόσδεκτοι στα σινεφιλικά trivia games μας όσοι μπόρεσαν να επικαλεστούν από μνήμης τους Όσκαρ Βέρνερ και Ανρί Σερ− και χαρίζοντας στο «Le Tourbillon de la Vie» της ηρωίδας της κινηματογραφική και μουσική αθανασία, καθώς και μια δεύτερη ζωή, έξω από το πλαίσιο της ταινίας. Μια Μορό που κατορθώνει με τσαγανό να υπερβεί τον άχαρο ρόλο της «νύφης που φόρεσε μαύρα» στους δύο (για τον Τριφό «αθώους» ώσπου να τη γνωρίσουν) άντρες και διεκδικεί με τσαμπουκά την αυτόνομη θέση της (και την τρίτη διάστασή της) στην ανισόρροπη δυναμική μεταξύ τους. Μια ισορροπία που θα αποκαθιστούσε πλαγίως και πονηρά ο Γκοντάρ δυο χρόνια μετά, σε μια (πολύ) υπόγεια ερωτική, άτυπη «απάντηση» στον συνοδοιπόρο του με το «Bande a part» − ο αθεόφοβος θα έβαζε ακόμα και την τριπλέτα του να τρέξει, στη σκηνή που επικαλεστήκαμε στην εισαγωγή.

Εσείς, πάντως, μην τρέξετε μακριά από τις αίθουσες που παίζουν την ταινία. Είναι από εκείνες που ωφελεί να επισκέπτεσαι σε διαφορετικά στάδια της ζωής σου, για να διαγνώσεις πού στέκεσαι ως προς αυτές, ως προς τον εαυτό σου και τους γύρω σου και, κυρίως, ως προς τα «τραγικά ρομάντζα» και την εξιδανίκευσή τους. 

Η ταινία «Ζιλ και Τζιμ» κυκλοφορεί στους κινηματογράφους την Πέμπτη 24 Ιουλίου από τη Summer Classics.

Οθόνες
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

ΕΠΕΞ Γιάννης Φάγκρας: «Το μικρόβιο της απληστίας μπορεί να μας κάνει όλους κανίβαλους»

Οθόνες / Γιάννης Φάγκρας: «Η απληστία μπορεί να μας κάνει όλους κανίβαλους»

Την ανθρώπινη απληστία με φόντο το προσφυγικό διαπραγματεύεται η ταινία «Μικρός Ανθρωποφάγος», μια «πανκ περιπέτεια», σύμφωνα με τον σκηνοθέτη της, που συμμετέχει στο φετινό 66ο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Θεσσαλονίκης.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Ο Ντάνιελ Ντέι Λιούις ήθελε να γίνει στρατιώτης αλλά τελικά έμαθε να κατασκευάζει βιολιά

Pulp Fiction / Ντάνιελ Ντέι Λιούις, μας έλειψες

Ο διάσημος ηθοποιός ήρθε στην Αθήνα και μας μίλησε αποκλειστικά για την επεισοδιακή πρώτη του επίσκεψη στην Ελλάδα, όταν ακόμη ήταν μακρυμάλλης έφηβος στα χρόνια της χούντας, και για την επάνοδό του στα πλατό μαζί με τον γιο του, Ρόναν, μαζί με τον οποίο έγραψε για πρώτη φορά σενάριο για την ταινία «Ανεμώνη».
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Ντέπυ Γοργογιάννη: «Ο intimacy coordinator θα ενταχθεί και στη δική μας κουλτούρα»

Θέατρο / Πώς γυρίζουμε σήμερα μια σκηνή βιασμού;

Το θέατρο και ο κινηματογράφος διεθνώς επανεξετάζουν τον τρόπο με τον οποίο στήνονται οι ερωτικές και βίαιες σκηνές: μέχρι ποιο σημείο μπορεί να εκτεθεί ένα σώμα; Η Ντέπυ Γοργογιάννη εξηγεί τον ρόλο του intimacy coordinator και τον τρόπο που τίθενται τα όρια.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Πριν από το break, ο Γιώργος Λάνθιμος τα λέει όλα

Οθόνες / Γιώργος Λάνθιμος: «Το θέμα είναι πώς ξαναβρίσκεις τη χαρά»

Παραδέχεται πως η δημιουργία ενός έργου τέχνης δεν είναι μια ανώδυνη διαδικασία. Και πως χρειάζεται ένα διάλειμμα. Πήρε στάση απέναντι σε όσα συμβαίνουν στη Γάζα γιατί «Αν είσαι άνθρωπος με οποιαδήποτε ενσυναίσθηση, δεν μπορείς να μη μιλήσεις». Λίγο πρίν την κυκλοφορία της ταινίας Βουγονία που σκηνοθετεί, ο Γιώργος Λάνθιμος μίλησε στη LifO.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Θανάσης Βαλτινός: Η νουβέλα «Η Κάθοδος των Εννιά» του διακεκριμένου συγγραφέα

Οθόνες / «Η Κάθοδος των Εννιά»: Η διάσημη νουβέλα του Θανάση Βαλτινού

Πεθαίνει σαν σήμερα ο διακεκριμένος Έλληνας συγγραφέας. Αυτή είναι η ιστορία ενός από τα εμβληματικότερα βιβλία του και η βραβευμένη μεταφορά της στον κινηματογράφο, το 1984, από τον Χρίστο Σιοπαχά.
ΦΩΝΤΑΣ ΤΡΟΥΣΑΣ
Η Ιζαμπέλ Ιπέρ έπαιξε σε 120 ταινίες. Σε αυτές τις 10 ξεπέρασε τον εαυτό της

Οθόνες / Η Ιζαμπέλ Ιπέρ έπαιξε σε 120 ταινίες. Σε αυτές τις 10 ξεπέρασε τον εαυτό της

Με αφορμή το αφιέρωμα που ετοίμασε το Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης για μία από τις σπουδαιότερες ηθοποιούς της εποχής μας, επιλέγουμε 10 ταινίες της, στις οποίες έχει αποτυπωθεί η τεράστια υποκριτική της δυναμική και η ικανότητά της να μεταμορφώνεται εσωτερικά με κάθε ρόλο.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Βιμ Βέντερς: Τι θα δούμε στο μεγάλο αφιέρωμα που έρχεται στη Στέγη

Οθόνες / Βιμ Βέντερς: Τι θα δούμε στο μεγάλο αφιέρωμα που έρχεται στη Στέγη

Ένα μοναδικό μεγάλο αφιέρωμα στον σπουδαίο δημιουργό για ένα τριήμερο σε όλους τους χώρους της Στέγης, με προβολές των ταινιών του, ένα masterclass και μια συζήτησή του με την Αφροδίτη Παναγιωτάκου στην Κεντρική Σκηνή.
M. HULOT
Steve Blame: «Το σημαντικότερο πράγμα στη ζωή είναι να παραμένεις καλός άνθρωπος»

Οθόνες / Steve Blame: «Το σημαντικότερο πράγμα στη ζωή είναι η καλοσύνη»

Υπήρξε από τις πιο αναγνωρίσιμες διεθνώς τηλεοπτικές περσόνες, όντας ο κεντρικός παρουσιαστής του MTV. Σήμερα ο 66χρονος τηλεοπτικός παραγωγός, συγγραφέας και σεναριογράφος ζει πλέον μόνιμα στην Αθήνα, όμως ο έρωτας με την Ελλάδα κρατάει από πολύ παλιά. Ο Steve Blame αφηγείται τη ζωή του στη LifO.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ