Είμαστε όλοι Νοσταλγοί

Είμαστε όλοι Νοσταλγοί Facebook Twitter
Μπαρμπαρά Κασσέν
1

Άπειρα τα φιλοσοφικά βιβλία που γράφονται για το καλό και το κακό, την εξουσία ή την έννοια της κουλτούρας. Φιλόσοφοι της μόδας ή του χαβιαριού αναλώνονται σε κοινές πεποιθήσεις για το τι δύναται ή οφείλει κανείς να πράξει και κυρίως ποιος είναι ο σκοπός και ο προορισμός του. Αλλά οι πραγματικοί φιλόσοφοι δεν έμαθαν ποτέ τη βεβαιότητα κανενός ιστορικού τόπου και καμιάς πατρίδας και πάντοτε έθεταν ως αρχική εικόνα αυτή του φιλοσόφου-πλάνητα, του σωκρατικού ανθρώπου της Αγοράς ή του περιπατητή («ο περιπατητής βγαίνει από το δάσος στο ξέφωτο» έγραφε ο Χάιντεγγερ). Ακολουθώντας τα χνάρια του ταξιδιώτη και του περιπατητή η Μπαρμπαρά Κασσέν, μία από τις σημαντικότερες φιλοσόφους αυτήν τη στιγμή στην Ευρώπη, πηγαίνει τη φιλοσοφική αναζήτηση ακόμα παραπέρα: μένοντας σε ένα μεσογειακό σπίτι στην Κορσική, ανάμεσα σε λεμονιές και συκιές, πάνω από τον πύργο του Σενέκα, αναρωτιέται τι, άραγε, να σημαίνει «Νοσταλγία». «Κάθε νησί είναι ποντισμένο στον κόσμο, κοσμικό και κοσμολογικό, με τον έναστρο ουρανό πάνω από τα κεφάλια μας και την απεραντοσύνη απέναντι, αισθητή στο βλέμμα» γράφει, ξεκινώντας το φιλοσοφικό της ταξίδι καθώς αντικρίζει τον ανοιχτό ορίζοντα της θάλασσας. Και μετατρέποντας το θέμα της Νοσταλγίας σε οντολογικό ζήτημα, μένει να αναρωτιέται, όπως έκανε κάποτε ο Σωκράτης στον Φαίδρο ανάμεσα στα δέντρα και την υγρή αλαφράδα του Ιλισσού, τι είναι αυτό που μας κάνει να αναζητούμε την ουσία. Γιατί, άραγε, πάντα επιστρέφουμε πάντα σε αυτό που θεωρούμε πατρίδα, τι διαμορφώνει τη Νοσταλγία και γιατί είναι μια λέξη τόσο έντονα θεωρητικά, γλωσσικά και φιλοσοφικά χρωματισμένη είναι μερικά από τα ερωτήματα που θέτει στο πολύ όμορφο βιβλίο της Η Νοσταλγία, μεταφρασμένο από τη Σεσίλ-Ιγγλέση Μαργέλλου για τις εκδόσεις Μελάνι.

H Κασσέν ασπάζεται τελικά την ποιητική οπτική του Καβάφη στην ερμηνεία της, ότι σημασία έχει το «ταξίδι»: η ένταση της επιθυμίας που ενέχει η νοσταλγία είναι πιο έντονη από τη στιγμή της επίτευξής της.


Καταρχάς, σε αντίθεση με ό,τι πιστεύεται, η Κασσέν επισημαίνει πως η Νοσταλγία δεν είναι ελληνική επινόηση αλλά ελβετική λέξη. Παρότι ξεκινάει να διερευνάται από τον Όμηρο ως Νόστος (η επιστροφή στην πολυπόθητη πατρίδα), ως Νοσταλγία (ως άλγος, δηλαδή ως νόσος) φαίνεται να καταχωρίζεται μόλις τον 17ο αιώνα από έναν Ελβετό γιατρό! Ουσιαστικά, πρόκειται για την ομηρική ανάγκη επιστροφής στο ρίζωμα, μια κυρίαρχη έννοια που διαπερνά τους αιώνες. Εξετάζοντας αρχικά την περίπτωση του Οδυσσέα και την εγγενή αντίφαση τού να επιστρέφει στο σπίτι του αλλά να παραμένει αιώνιος οδοιπόρος, η Κασσέν ασπάζεται τελικά την ποιητική οπτική του Καβάφη στην ερμηνεία της, ότι σημασία έχει το «ταξίδι»: η ένταση της επιθυμίας που ενέχει η νοσταλγία είναι πιο έντονη από τη στιγμή της επίτευξής της. Την αντίφαση αυτή του ταξιδευτή που θέλγεται από την επιθυμία της επιστροφής περισσότερο από την ίδια την ικανοποίησή της την αναπαριστά με γλαφυρό τρόπο παραπέμποντας, στον περιώνυμο «Οδυσσέα» του Ντε Κίρικο. Η πόρτα στον κορυφαίο εκείνο πίνακα του 1968 φαίνεται να παραμένει πάντα ανοιχτή, γεγονός που καταδεικνύει την ανάγκη της αιώνιας επιστροφής. Η δεδομένη επανάληψη της μόνιμης επιστροφής στον ριζωματικό τόπο είναι αναπόσπαστα δεμένη με τη νεοπλατωνική και χριστιανική έννοια της «ευτυχούς επιστροφής στον τόπο καταγωγής, με τον Οδυσσέα δεμένο στο κατάρτι του σαν Εσταυρωμένο, να εικονίζει την ψυχή. Στη σύγχρονη εποχή αυτή η θεώρηση αφήνεται να αποκρυπτογραφηθεί στην αναστοχαστική επανάληψη, εν είδει κύκλου κύκλων που κάνει η εγελιανή γλαύκα της Αθηνάς, όσο και στη μεταστοιχείωση που επιτελεί ο Νίτσε μέσω της βούλησης για δύναμη, με την αιώνια επιστροφή του ιδίου». Μπαίνοντας έτσι σε βαθιά φιλοσοφικά νερά και αναλαμβάνοντας τον ρόλο του Νοσταλγού, η Κασσέν δεν μπορεί να μην ορίσει την αδιάκοπη επιθυμία για την επιστροφή στον αιώνιο τόπο, πιάνοντας τον μοναδικό μίτο που συνδέει τον ταξιδευτή ή τον εξόριστο με την αρχική εκείνη συνθήκη: όχι μόνο τις αναμνήσεις και τις εικόνες που μπορεί να κρατάει από την πατρίδα αλλά κυρίως τη γλώσσα, τη μητρική του γλώσσα, που ζωντανεύει τη σχέση με τον ευλογημένο τόπο και τη σχηματοποιεί. Αντίστροφα πάλι, η απομάκρυνση από την πατρίδα και τη μητρική γλώσσα μετασχηματίζει και αποπολιτογραφεί αυτήν τη σχέση, καθιστώντας την τελικά ακόμα πιο ισχυρή. Η γλώσσα συμβολοποιεί την πατρίδα, την αναδεικνύει και την ορίζει – με αυτή την έννοια η Νοσταλγία καθίσταται μια έννοια άκρως χρωματισμένη πολιτικά. Καταδικασμένοι μονίμως στην εξορία, για παράδειγμα, οι Εβραίοι παρασέρνονταν από τη μελαγχολική νοσταλγία γι' αυτό που θέλησαν, σε κάθε περίπτωση, αλλά δεν μπόρεσαν και να ζήσουν ως πατρίδα, και ο μοναδικός τους τρόπος να την ανασκευάζουν νοερά ήταν η γλώσσα. «Την προχιτλερική Ευρώπη; Δεν μπορώ να πω ότι δεν τη νοσταλγώ καθόλου. Τι απέμεινε από αυτή; Απέμεινε η γλώσσα» αναρωτιόταν η φιλόσοφος Χάνα Άρεντ, εξηγώντας πως αυτό που νοσταλγείς ως επιστροφή στην πατρίδα εκφράζεται μέσω της γλώσσας – αυτό είναι το "μόνο που μπορούμε να πάρουμε μαζί απ' την παλιά πατρίδα μας, και εγώ πάσχισα πάντα να διατηρήσω ανέπαφο και ζωντανό αυτό το αναντικατάστατο πράγμα"». Ταυτισμένη κατ' επέκταση με την Άρεντ, θαυμάζοντας το θάρρος αλλά και την ανένταχτη στοχαστικότητά της, η βραβευμένη ακαδημαϊκός Κασσέν συνεχίζει το νοσταλγικό ταξίδι της μέσα στη γλώσσα. Και εκτιμώντας αυτόν που «κι ανθρώπων γνώρισε πολλών τους τόπους και τη γνώμη», κατανοεί την Άρεντ ως τον πολύτροπο άνθρωπο που καταπιάστηκε με ακόμα μεγαλύτερη φιλοσοφική βαθύτητα με την έννοια του ανοίκειου και του ξένου, όσο η γλώσσα την απομάκρυνε και την έκανε να νοσταλγεί την ίδια την καταγωγή της, τα γερμανικά. Τα γερμανικά που αγάπησε πριν τα μιλήσουν οι ναζί, η γλώσσα της ποίησης και της φιλοσοφίας, είναι αυτά που της θύμισαν επιτελεστικά αυτό που θα μπορούσε να είναι η πατρίδα. Εξού και ότι η Άρεντ είναι εκείνη που κατέγνωσε στη γραφειοκρατική γλώσσα των Ναζί –δηλαδή στο απόλυτο κλισέ– την κοινοτοπία του κακού αλλά και την αποσύνθεση της γλώσσας από τα ίδια της τα παιχνίδια με μοναδικό σκοπό την προπαγάνδα. «Στην πραγματικότητα, επειδή ακριβώς φέρουμε την ευθύνη των λέξεων που χρησιμοποιούμε, μια ευθύνη δημιουργού και όχι αποδέκτη ή επικοινωνιακού πορθμέα, γι' αυτό η γλώσσα αποτελεί κι αυτή επίσης πολιτικό πράγμα. Όλη η αρεντιανή αντίληψη της γλώσσας έχει τις ρίζες της στον αριστοτελικό ορισμό του ανθρώπου, ως ζώου λόγου έχοντος, πολιτικότερου των άλλων ζώων, ακριβώς επειδή είναι προικισμένος με λόγο» επισημαίνει η Κασσέν, ακολουθώντας την κορυφαία Εβραία φιλόσοφο στο οντολογικό της ταξίδι. Και πού καταλήγει; Στο απαρασάλευτο νόημα της προσφυγιάς. Στον ξεριζωμό, αφού το ρίζωμα είναι η έννοια που διαπερνά κάθε οπτική και γλωσσική θεώρηση της Νοσταλγίας: ο πόνος πηγάζει από την οδυνηρή συνθήκη του ξεριζωμού, το ρίζωμα είναι το ίχνος που οριοθετεί τι σημαίνει για τον καθένα οίκος, σπίτι και πατρίδα. Αυτόματα το μυαλό αναμοχλεύει την οδυνηρή συνθήκη του πρόσφυγα ως την πανανθρώπινη, οντολογική και γλωσσική συνθήκη όπου «ο κόσμος όπου μπορούμε να "ζούμε μαζί" δεν είναι σημείο αφετηρίας αλλά σημείο άφιξης, ίσως μάλιστα και μια ρυθμιστική αρχή». Κόντρα σε κάθε ομογενοποίηση και αναδεικνύοντας την πολλαπλότητα των πολλών καταγωγών, γλωσσών και πατρίδων, η νοσταλγία κάνει τα θεμέλια της ασφάλειας να τρίζουν και την πατρίδα να έρχεται κοντά μας ως διαρκές έλλειμμα, ως αδιάκοπη και ανικανοποίητη νοσταλγία. Αυτό ακριβώς το σπάσιμο της κανονικότητας που προκαλεί η κατάσταση του πρόσφυγα είναι ο μόνος τρόπος να μην είμαστε ποτέ σίγουροι για την ταυτότητα μας και να νιώθουμε περισσότερο άνθρωποι. Ίσως, τελικά, η ανθρώπινη κατάσταση που προϋποθέτει η Νοσταλγία να μπορεί να συνοψιστεί στην απαρασάλευτη, οδυνηρή αλλά τόσο διδακτική συνθήκη της προσφυγιάς. Και τις μέρες που ζούμε είναι πιο καθοριστική από ποτέ – ένα ζωντανό μάθημα για όλους μας.

Βιβλίο
1

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Για τον Ομάρ Καγιάμ

Ποίηση / «Πίνε, και μη θαρρείς κουτέ, και συ πως είσαι κάτι»: Τα Ρουμπαγιάτ του Ομάρ Καγιάμ

Πεθαίνει σαν σήμερα το 1131 ο μεγάλος Ιρανός ποιητής που έγραψε αριστουργηματικά ποιήματα για τη ματαιότητα των πραγμάτων, τη μεγαλοσύνη της στιγμής και το νόμο του εφήμερου.
ΝΙΚΟΛΑΣ ΝΤΑΜΟΝ ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ
Το πίσω ράφι/ Μαρία Πάουελ «Δεσμά αίματος»

Το πίσω ράφι / «Η ευλογία αλλά και η κατάρα που είναι η οικογένεια»

Η Μαρία Πάουελ, με τη νουβέλα της «Δεσμά αίματος», ζωντάνεψε μια βυθισμένη στη μοναξιά και κυριευμένη από πάθος γυναίκα χωρίς να μαρτυρήσει ούτε ένα από τα εξωτερικά της χαρακτηριστικά, κι εξερεύνησε ένα θέμα που ίσως δεν θα πάψει ποτέ να μας ταλανίζει, την οικογένεια.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
«Από τότε που με έφεραν εδώ, έχω πειστεί ότι έχω πεθάνει»

Βιβλίο / «Από τότε που με έφεραν εδώ, έχω πειστεί ότι έχω πεθάνει»

Το πρωτότυπο science fiction μυθιστόρημα «Οι υπάλληλοι» της Δανής Όλγκα Ράουν κερδίζει υποψηφιότητα για Booker, προβλέποντας εικόνες από τη ζωή αλλόκοτων υπαλλήλων στο μέλλον, βγαλμένες από το πιο ζοφερό παρόν.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Ευάρεστος Πιμπλής: «Η ηδονή σήμερα τρομάζει – και αυτό λέει πολλά για εμάς»

Βιβλίο / Ευάρεστος Πιμπλής: «Η ηδονή σήμερα τρομάζει και αυτό λέει πολλά για εμάς»

Ο πρωτοεμφανιζόμενος συγγραφέας μιλά στη LiFO με αφορμή το βιβλίο του «Πέρα από τη συναίνεση» για μερικά από τα πιο δύσκολα ζητήματα της εποχής: τη βία μέσα στη φαντασίωση, τον νέο πουριτανισμό, τα όρια της επιθυμίας και την εύθραυστη, συνεχώς μεταβαλλόμενη έννοια του τι σημαίνει να είσαι άνδρας σήμερα.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Μοντ Ρουαγιέ: «Πού θα βρίσκονται σε δέκα χρόνια όλοι αυτοί που μας επιτίθενται;»

Lgbtqi+ / Μοντ Ρουαγιέ: «Πού θα βρίσκονται σε δέκα χρόνια όλοι αυτοί που μας επιτίθενται;»

Στο εξαιρετικά ενδιαφέρον βιβλίο «Τρανσφοβία» που μόλις κυκλοφόρησε στα ελληνικά, η τρανσφεμινίστρια Μοντ Ρουαγιέ επιχειρεί να καταγράψει τη νέα πραγματικότητα για την τρανς συνθήκη και τα τρανς δικαιώματα.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
H παλιά Εθνική Βιβλιοθήκη ανοίγει ξανά τις πύλες της

Αποκλειστικές φωτογραφίες / Η παλιά Εθνική Βιβλιοθήκη ανοίγει ξανά τις πόρτες της

Η LiFO μπήκε στο ιστορικό Βαλλιάνειο Μέγαρο το οποίο, μετά την ολοκλήρωση των αναγκαίων εργασιών αποκατάστασης και συντήρησης, θα υποδεχθεί ξανά το κοινό στις αρχές του 2026.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
«Gaslighting»: Είναι όλα στο μυαλό σου!

Βιβλίο / «Gaslighting»: Είναι όλα στο μυαλό σου!

Τι είναι το gaslighting; Το επίκαιρο και διαφωτιστικό δοκίμιο της Kέιτ Άμπραμσον αποτελεί μια διεξοδική, εις βάθος ανάλυση ενός όρου που έχει κατακλύσει το διαδίκτυο και την ποπ κουλτούρα και χρησιμοποιείται πλέον ευρέως.
ΕΙΡΗΝΗ ΓΙΑΝΝΑΚΗ
Το woke στο «καναβάτσο»

Βιβλίο / Τι είναι τελικά το woke; Δύο βιβλία εξηγούν

Δύο αξιόλογα βιβλία που εστιάζουν στην πολυσυζητημένή και παρεξηγημένη σήμερα woke κουλτούρα κυκλοφόρησαν πρόσφατα στα ελληνικά, εμπλουτίζοντας μια βιβλιογραφία περιορισμένη και μάλλον αρνητικά διακείμενη.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Σκοτ Φιτζέραλντ «Ο Μεγάλος Γκάτσμπυ»

Το πίσω ράφι / «Ο Μεγάλος Γκάτσμπυ». Ένα αριστούργημα. Δίχως υπερβολή

O Φράνσις Σκοτ Φιτζέραλντ ζωντανεύει την εκλεπτυσμένη βαρβαρότητα της αμερικανικής αστικής τάξης, το κυνήγι του αμερικανικού ονείρου και μαζί τη διάλυση μιας κολοσσιαίας ψευδαίσθησης.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Η Έλεν ντε Γουίτ έγραψε τον «Τελευταίο Σαμουράι». Χρειάστηκε 25 χρόνια για το νέο της βιβλίο

Βιβλίο / Η Έλεν ντε Γουίτ έγραψε τον «Τελευταίο Σαμουράι». Χρειάστηκε 25 χρόνια για το νέο της βιβλίο

Η μυθιστορηματική περίπτωση της Ντε Γουίτ αποδεικνύει ότι οι καλοί συγγραφείς πάντα δικαιώνονται. Και το βιβλίο της «Οι Άγγλοι καταλαβαίνουν το μαλλί», τη σπάνια ευφυΐα της.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Μαρία Μήτσορα «Ζήτα Ήτα Θήτα»

Προδημοσίευση / Μαρία Μήτσορα «Ζήτα Ήτα Θήτα»

Μια αποκλειστική πρώτη δημοσίευση από το εν εξελίξει βιβλίο «Ανθός ΜεταΝοήματος» της Μαρίας Μήτσορα, μιας αθόρυβης πλην σημαντικότατης παρουσίας στην ελληνική λογοτεχνία, που θα κυκλοφορήσει από τις εκδόσεις Πατάκη μέσα στο 2026.
THE LIFO TEAM
«Πώς αλλάζει κανείς, πώς φτάνει σε σημείο να μην αναγνωρίζει τον εαυτό του»

Το πίσω ράφι / «Πώς αλλάζει κανείς, πώς φτάνει σε σημείο να μην αναγνωρίζει τον εαυτό του»

Το μυθιστόρημα «Δαμάζοντας το κτήνος» της Έρσης Σωτηροπούλου είναι χτισμένο στην εικόνα της «μοναξιάς που μοιράζονται πολλοί άνθρωποι μαζί». Επανεκδίδεται σε λίγες μέρες από τον Πατάκη.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Μάργκαρετ Άτγουντ: «Δεν νομίζω να με αγαπούσε ο Πλάτωνας»

Βιβλίο / Μάργκαρετ Άτγουντ: «Δεν νομίζω να με αγαπούσε ο Πλάτωνας»

Μία από τις σημαντικότερες συγγραφείς της εποχής μας. Στη συνέντευξή της στη LifO δίνει (ανάμεσα σε άλλα) οδηγίες για το γράψιμο και τη ζωή, τη γνώμη της για τον Πλάτωνα αλλά και για την αξία των συμβολικών μύθων.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Σεξ, (πολλά) ναρκωτικά και rock & roll με τον Μάρτιν Σκορσέζε

Βιβλίο / Σεξ, (πολλά) ναρκωτικά και rock & roll με τον Μάρτιν Σκορσέζε

Στο νέο βιβλίο του, που κυκλοφορεί δύο χρόνια μετά τον θάνατό του, ο Ρόμπι Ρόμπερτσον, ο ηγέτης του θρυλικού συγκροτήματος The Band, μιλάει για όσα έζησε με τον διάσημο σκηνοθέτη και κολλητό του στο ηδονιστικό Χόλιγουντ της δεκαετίας του '70.
THE LIFO TEAM
Ο «Θάνατος του Βιργιλίου» και τρία ακόμα λογοτεχνικά διαμάντια

Βιβλίο / Ο «Θάνατος του Βιργιλίου» και τρία ακόμα λογοτεχνικά διαμάντια

Τα έργα-σταθμοί της λογοτεχνίας, από την υψηλή ποίηση μέχρι τη μυθοπλασία, ανέκαθεν αποτύπωναν τα ακραία σημεία των καιρών, γι’ αυτό είναι επίκαιρα. Παραθέτουμε τέσσερα αντιπροσωπευτικά παραδείγματα που βγήκαν πρόσφατα.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ

σχόλια

1 σχόλια
υπεροχη σύνοψη όπως και υπέροχη δουλειά πρέπει να είναι και το βιβλίο. Σπουδάζω πολιτικές επιστήμες στην Γερμανία και νιώθω από καιρό έναν ασχημο κορεσμό από τα "άπειρα τα φιλοσοφικά βιβλία που γράφονται για το καλό και το κακό, την εξουσία ή την έννοια της κουλτούρας", σε σημείο που η ματαιότητα των έργων αυτών με πέμπει μάλλον σε μηδενιστικές τάσεις και σκέψεις. Η εστίαση της φιλοσοφικής αναζήτησης στην Νοσταλγία μου είναι κάτι άγνωστο ως τώρα αλλά πολύ καταπραϋντικό και ελπιδοφόρο. Ευχαριστώ πολυ για το άρθρο σας! Υ.Γ. Ταιριαστό άσμα εδώ, η Αγία Νοσταλγία του Θανάση Παπακωνσταντίνου