Τρεις μέρες στη Ζυρίχη με το χέρι του Πικάσο και μια όπερα-φιάσκο

Τρεις μέρες στη Ζυρίχη με το χέρι του Πικάσο και μια όπερα-φιάσκο Facebook Twitter
Η λίμνη της Ζυρίχης μοιάζει τόσο πολύ με θάλασσα που σου δημιουργεί την ψευδαίσθηση ότι βρίσκεσαι σε λιμάνι της Μεσογείου.
0

Ζυρίχη, με λιακάδα. Η πρώτη εικόνα που έχω απ’ την πόλη είναι ένας Βίκινγκ με skate και σκούπα που περιφέρεται στον δρόμο (άγνωστο αν είναι καθαριστής του δήμου ή απλά κυκλοφορεί με μια ψάθινη σκούπα) και μάλλον είναι συνηθισμένο θέαμα, γιατί δεν φαίνεται να εκπλήσσει κανέναν.

Η δεύτερη εικόνα είναι η αριστερή παλάμη του Πικάσο. Το γύψινο ομοίωμα του χεριού του που έφτιαξε σε φυσικό μέγεθος το 1937, την ίδια χρονιά με την «Γκερνίκα», είναι μέρος της έκθεσης «La Main de Picasso» στην γκαλερί Gmurzynska, στην οποία μπαίνουμε λίγο πριν κλείσει. Η πολύ ευγενική κυρία που μας υποδέχεται θερμά μάς ενημερώνει ότι έχουμε μόλις πέντε λεπτά για να δούμε τα εκθέματα (σχεδόν όλα ασύλληπτης αξίας έργα από την πρώιμη περίοδο του Πικάσο), ωστόσο μας προσφέρει από ένα ποτήρι λευκό κρασί και μας στέλνει στο βάθος που βρίσκεται η πολύτιμη παλάμη. Μετά μας δείχνει τον πίνακα με τις τρεις γυναίκες, την πρώτη εκδοχή του, γιατί ο Πικάσο τις ζωγράφισε αρκετές φορές. Μας ρωτάει από πού είμαστε και όταν ακούει «Έλληνες», αρχίζει να μιλάει με ενθουσιασμό για τις διακοπές της στα νησιά του Ιονίου.

Η Ζυρίχη το καλοκαίρι ζει γύρω από τη λίμνη, οι κάτοικοι κάθε εθνικότητας και χρώματος σουλατσάρουν στις όχθες της μέχρι αργά το βράδυ, κολυμπάνε στα νερά της, τρώνε και πίνουν, λιάζονται με τις ώρες και ακούνε ρεγκετόν (το ρεγκετόν και το μπραζίλιαν φανκ είναι ο λαϊκός ήχος της Ζυρίχης).

Η έκθεση έχει καταπληκτικά έργα, όπως το σχέδιο με το κορίτσι πάνω στο άλογο και ένα αγόρι στα λευκά, που στη συνέχεια ο Πικάσο έφτιαξε σε διάφορες παραλλαγές, μόνο με το αγόρι, αλλά και έναν σπάνιο πίνακα μικρού μεγέθους από την κυβιστική περιόδό του. Αυτό που με εντυπωσίασε, όμως, περισσότερο είναι η ίδια η μικρή γκαλερί που έχει σχεδιάσει η Ζάχα Χαντίντ και είναι από μόνη της έργο τέχνης. Φουτουριστική, με εκτυφλωτικό λευκό στους τοίχους και στο πάτωμα, με μαύρα σχέδια που θυμίζουν Καντίνσκι και μαύρα ράφια-γλυπτά, είναι η πιο όμορφη γκαλερί που έχω δει ποτέ, και η εγκάρδια υποδοχή της κυρίας (μάλλον η ιδιοκτήτρια) μας εντυπωσιάζει. Βγαίνοντας, και πριν ακούσω την πόρτα να κλειδώνει πίσω μας, βλέπω την ημερομηνία στο τζάμι και αντιλαμβάνομαι ότι ήταν η ημέρα των εγκαινίων της έκθεσης, που βασίστηκε σε μια ακαδημαϊκή εργασία του Dr Jérôme Neutres με τίτλο «Το αριστερό χέρι του Θεού: Ανάλυση του γύψινου γλυπτού της παλάμης του Πάμπλο Πικάσο». Το κοινό της γκαλερί είναι πάμπλουτοι, υποψήφιοι πελάτες που έχουν να διαθέσουν εκατομμύρια ευρώ για έργα τέχνης και κάποιοι ξέμπαρκοι φιλότεχνοι σας κι εμάς που την επισκέπτονται μόνο για να θαυμάσουν.

Τρεις μέρες στη Ζυρίχη με το χέρι του Πικάσο και μια όπερα-φιάσκο Facebook Twitter
Η μικρή γκαλερί Gmurzynska, σχεδιασμένη από τη Ζάχα Χαντίντ, είναι από μόνη της ένα έργο τέχνης.
Τρεις μέρες στη Ζυρίχη με το χέρι του Πικάσο και μια όπερα-φιάσκο Facebook Twitter
Το γύψινο ομοίωμα του χεριού του Πικάσο, που έφτιαξε σε φυσικό μέγεθος το 1937, είναι μέρος της έκθεσης «La Main de Picasso».

Η Ζυρίχη το καλοκαίρι ζει γύρω από τη λίμνη, οι κάτοικοι κάθε εθνικότητας και χρώματος σουλατσάρουν στις όχθες της μέχρι αργά το βράδυ, κολυμπάνε στα νερά της, τρώνε και πίνουν, λιάζονται με τις ώρες και ακούνε ρεγκετόν (το ρεγκετόν και το μπραζίλιαν φανκ είναι ο λαϊκός ήχος της Ζυρίχης). Η λίμνη μοιάζει τόσο πολύ με θάλασσα που σου δημιουργεί την ψευδαίσθηση ότι βρίσκεσαι σε λιμάνι της Μεσογείου, τα πάρκα που απλώνονται παραλιακά από άκρη σε άκρη είναι ατελείωτα και με μεγάλα δέντρα, πλήθος κόσμου είναι ξαπλωμένο στο γρασίδι ή ρεμβάζει στα νερά, φαινομενικά όλα είναι χαλαρά και ανθρώπινα, κανείς δεν φαίνεται να έχει άγχος, κανείς δεν βιάζεται.

Δεν είναι τυχαίο ότι η Ζυρίχη παίζει μόνιμα στην τριάδα των πόλεων με την καλύτερη ποιότητα ζωής στον κόσμο, τα πάντα λειτουργούν στην εντέλεια, ήρεμα, με ασφάλεια, αργά, μάλλον βαρετά. Μας το επιβεβαιώνει και ένα ζευγάρι Ελλήνων που επέλεξε να έρθει πριν από τέσσερα χρόνια και έμεινε μόνιμα εδώ. «Μπορεί να είναι πανάκριβη πόλη, αλλά η καθημερινότητα είναι πολύ πιο εύκολη από της Αθήνας», λένε. Τρώνε noodles σε ένα παγκάκι ντυμένοι οικογενειακώς στα λευκά και το παιδί τους ταΐζει με κομματάκια γαρίδας τις πάπιες.

Τρεις μέρες στη Ζυρίχη με το χέρι του Πικάσο και μια όπερα-φιάσκο Facebook Twitter
Η πρώτη εικόνα που έχω απ’ την πόλη είναι ένας Βίκινγκ με skate και σκούπα που περιφέρεται στον δρόμο και μάλλον είναι συνηθισμένο θέαμα, γιατί δεν φαίνεται να εκπλήσσει κανέναν.

Το λευκό πρέπει να είναι κάποιου είδους ενδυματολογικός κώδικας, γιατί το βράδυ στα μπαρ της νέας πόλης, όλοι, άντρες-γυναίκες, ήταν επίσης ντυμένοι στα λευκά, από την κορυφή μέχρι τα νύχια. Δεν μάθαμε ποτέ αν υπήρχε κάποιος ιδιαίτερος λόγος για αυτήν τη μονοχρωμία, αν ντύθηκαν έτσι μόνο τη συγκεκριμένη μέρα, ή αν είναι απλά μια νέα τάση (όπως τα φουσκωτά χείλια στα κορίτσια και τα νύχια των είκοσι εκατοστών).

Περιμένοντας να ανοίξει η Fraumünster (η εκκλησία που έχει παράθυρα με βιτρό του Σαγκάλ και του Αυγούστου Τζιακομέτι) καθόμαστε στο καφέ ενός ξενοδοχείου με υπέροχη θέα στο ποτάμι και στην παλιά πόλη, δίπλα στο μαγαζί του Λουμπουτέν (στη βιτρίνα έχει τα παπούτσια με τα σχέδια του Κακανιά), και κάποιος έχει πάθει ψύχωση με το «Since I Don’t Have You» των Skyliners. Μέχρι να πιούμε τον καφέ πρέπει να έπαιξε στο repeat καμιά δεκαριά φορές: «Δεν έχω σχέδια και πρόγραμμα, δεν έχω ελπίδες και όνειρα, δεν έχω τίποτα, αφού δεν έχω εσένα. Δεν έχω επιθυμίες, δεν έχω ευτυχισμένες στιγμές, δεν έχω τίποτα αφού δεν έχω εσένα». Δεν πρέπει να υπάρχουν πιο απελπισμένοι, πιο καταθλιπτικοί στίχοι χωρισμού και δεν πρέπει να έχει γραφτεί και πιο όμορφο τραγούδι καψούρας. Παίζει και ξαναπαίζει, αλλά δεν διαμαρτύρεται κανείς – την ώρα που φεύγουμε ο DJ βάζει το «I don’t want to set the world on fire» των Ink Spots. Πίσω από την εκκλησία το βράδυ έχει μια γιορτή, κάτι σαν πανηγύρι με σουίνγκ και παραδοσιακή μουσική κάτω από μια τεράστια σκηνή, με βρόμικο φαγητό και άφθονη μπίρα και ανθρώπους άνω των 60 που ξεφαντώνουν σαν 15χρονα. 

Σάββατο βράδυ και στη Sechseläutenplatz (την τεράστια πλατεία μπροστά απ’ την όπερα που βλέπει στη λίμνη και φτάνει μέχρι την πλατεία Bellevue) έχει στηθεί μια γιγάντια οθόνη που παίζει σκηνές με άριες από μαγνητοσκοπημένες όπερες, με πλήθος κόσμου να παρακολουθεί όρθιο, τρώγοντας παγωτό, και με μια καταπληκτική τάξη που στην αρχή τη ζηλεύεις, αλλά όσο περνάει η ώρα γίνεται τρομακτική. Στις καρέκλες κάθονται μόνο ηλικιωμένοι, ενώ ολόκληρες οικογένειες περιφέρονται πίσω τους με απόλυτη ησυχία, σαν να παρακολουθούν λιτανεία. Περιμένουμε μισή ώρα στην ουρά για να πάρουμε παγωτό και μόλις έρχεται η σειρά μας πιάνει μια καταρρακτώδης βροχή που αναγκάζει τους πάντες να το βάλουν στα πόδια.

Τρεις μέρες στη Ζυρίχη με το χέρι του Πικάσο και μια όπερα-φιάσκο Facebook Twitter
Το ποτάμι Limmat, με ωραία, ιστορικά μπαρ και στις δύο όχθες του, που διασχίζει τη Ζυρίχη πριν καταλήξει στις μοντερνιστικές αποβάθρες.
Τρεις μέρες στη Ζυρίχη με το χέρι του Πικάσο και μια όπερα-φιάσκο Facebook Twitter
Αν σε συγκινούν τα πανάκριβα αυτοκίνητα, οι δρόμοι της είναι σαν έκθεση νέων μοντέλων που στοιχίζουν πιο ακριβά από ένα διαμέρισμα στη Διονυσίου Αρεοπαγίτου.

Η Ζυρίχη είναι μια μετρίου μεγέθους πόλη που μπορείς να την περπατήσεις, εύκολα πας παντού με τα πόδια, ή σχεδόν παντού, έχει όπερα, έχει μουσεία, έχει παλιά πόλη που το βράδυ κατακλύζεται από Ασιάτες τουρίστες, έχει κι ένα ποτάμι –το Limmat– με ωραία, ιστορικά μπαρ και στις δύο όχθες του, που τη διασχίζει πριν καταλήξει στις μοντερνιστικές αποβάθρες. Και αν σε συγκινούν τα πανάκριβα αυτοκίνητα, οι δρόμοι της είναι σαν έκθεση νέων μοντέλων, που στοιχίζουν πιο ακριβά από ένα διαμέρισμα στη Διονυσίου Αρεοπαγίτου: Mercedes SLR McLaren, Ferrari Enzo, Ferrari SA Aperta και Ferrari 599 GTO, Lamborghini Aventador και Lamborghini Gallardo Spyder, Maybach Landaulet, Aston Martin DB4 Zagato, Jaguar XJ220, Bugatti Veyron, Bentley Flying Star, Alfa Romeo Spider, Rolls-Royce, Koenigsegg Agera R, μια ατελείωτη παρέλαση που σου θυμίζει ότι δίπλα σου υπάρχει ένα παράλληλο σύμπαν βαθύπλουτων που μπορεί να αγοράσει οτιδήποτε μπορεί να πουληθεί. 

Στις όχθες του ποταμού και κοντά στον κεντρικό σιδηροδρομικό σταθμό είναι χτισμένο το Flussbad Oberer Letten Badi, μια τσιμεντένια κατασκευή της δεκαετίας του ’50 με προβλήτα 400 μέτρων όπου μπανιαρίζονται και ψήνονται στον ήλιο όσοι προτιμούν τη βιομηχανική αισθητική. Το Flussbad Oberer Letten (που φαίνεται να είναι πιο ελιτίστικο από τη λίμνη) σχεδιάστηκε από την αρχιτέκτονα Elsa Burckhardt-Blum και χτίστηκε στο στυλ του «υγιεινού μοντερνισμού» το 1952, εντελώς αφαιρετικά. Δεν έχει καθόλου διακοσμητικά στοιχεία, αλλά αν κοιτάξεις τη σκάλα από το μπροστινό μέρος της προβλήτας μοιάζει να έχει φτερά. Η Λέτεν, η περιοχή στην απέναντι όχθη που φιλοξενούσε κάποτε τον σταθμό των τρένων, άρχισε να ερημώνει μόλις έκλεισε ο σταθμός και έγινε από τις πιο κακόφημες, αλλά κατάφεραν να την «καθαρίσουν» και να τη μετατρέψουν σε αυτό που είναι σήμερα: ένα συγκρότημα με χώρους για άθληση και ψυχαγωγία που μαζεύει κόσμο κάθε ηλικίας από όλα τα περίχωρα.

Κυριακή πρωί στο Sprüngli –στον δρόμο με τα μαγαζιά των σχεδιαστών, τα κοσμηματοπωλεία και τα ρολογάδικα– η ουρά για τραπέζι φτάνει μέχρι την επόμενη γωνία, αλλά έχουμε προλάβει να καθίσουμε πριν ξεκινήσει ο χαμός. Το Sprüngli είναι το καλύτερο ζαχαροπλαστείο/καφέ της πόλης, μάλλον και το πιο παλιό, γιατί ο David Sprüngli το άνοιξε το 1836 και αμέσως έγινε από τους κορυφαίους παραγωγούς σοκολάτας στην Ελβετία. Το Sprüngli έχει το αγαπημένο μου σοκολατένιο γλυκό, το καλύτερο που έχω φάει ποτέ, το truffles cake. Πίνουμε την περίφημη σοκολάτα του μαγαζιού (που συνοδεύεται από μους σοκολάτας, σε ξεχωριστό πιατάκι) και τρώμε βάφλες με φρούτα του δάσους. Γύρω μας καλοντυμένοι Ασιάτες παραγγέλνουν τόσα πολλά γλυκά που δεν τα χωράει το τραπέζι και βγάζουν άπειρες φωτογραφίες.

Εκτός από σοκολάτα και φοντί, αυτό που έχει σε αφθονία η Ζυρίχη είναι τέχνη – έχουμε πετύχει το Zurich Art Weekend και τα event του τριημέρου είναι αμέτρητα. Ο Κορεάτης ρεσεψιονίστ στο ξενοδοχείο μάς δίνει ένα βιβλιαράκι-οδηγό με εικαστικά και συναυλίες και μας στέλνει στο Escher Wyss, μια περιοχή με έντονη νυχτερινή ζωή, με τρέντι μπαρ με κοκτέιλ, μπιραρίες-ζυθοποιεία, και μοδάτα κλαμπ που μαζεύουν «καλό» κόσμο. Μας σημειώνει στον χάρτη τις οδούς Hardstrasse και Viaduktstrasse – οι στοές κάτω από τον σιδηρόδρομο της Viaduktstrasse είναι γεμάτες με μαγαζιά με χιψτερορούχα και αξεσουάρ. Στην Escher Wyss υπάρχει η Kunsthalle Zürich, η Αίθουσα Τέχνης της Ζυρίχης, ένα μουσείο σύγχρονης τέχνης που φτιάχτηκε σε μια πρώην ζυθοποιία το 1985, ένα τούβλινο κτίριο με διάφορους χώρους που σχηματίζουν ένα συγκρότημα από γκαλερί και μουσεία που δεν συνδέονται μεταξύ τους, αλλά πρέπει να βγαίνεις στον δρόμο και να ξαναμπαίνεις στο καθένα από διαφορετικές πόρτες.

Τρεις μέρες στη Ζυρίχη με το χέρι του Πικάσο και μια όπερα-φιάσκο Facebook Twitter
Το έργο του Maurizio Cattelan «La Rivoluzione siamo noi».

Στην οροφή, ακριβώς πάνω από την κεντρική είσοδο της Löwenbräukunst, μάς υποδέχονται δυο νυχτερίδες-γλυπτά, έργα της Monster Chetwynd, που μοιάζουν με παιδικά παιχνίδια – το δεξί γράφει «we are pollinators». Μπαίνοντας στο Migros Museum of Contemporary Art ένας άντρας που αρχικά νομίζεις ότι είναι ζωντανός κρέμεται από μια μεταλλική κρεμάστρα. Μοιάζει με περφόρμανς, αλλά είναι το έργο του Maurizio Cattelan «La Rivoluzione siamo noi». Λίγο πιο πέρα υπάρχει ένας μεγάλος πύραυλος από μέταλλο που θα μπορούσε να τον είχε σχεδιάσει παιδί. Το κύριο αφιέρωμα της Kunsthalle Zürich περιλαμβάνει έργα της Καλιφορνέζας Liz Larner σε τεράστιους βιομηχανικούς χώρους φωτεινούς και βαμμένους με ένα λευκό που σε ζαλίζει, έτσι ακόμα και τα πλαστικά σκουπίδια περασμένα σε σχοινί –που είναι το βασικό έργο της– είναι επιβλητικά και σε αναγκάζουν να τα πάρεις στα σοβαρά (είναι φοβερό το πόσο μπορεί να αναδείξει τα εκθέματα το σωστό στήσιμο). Εκτός από τα σκουπίδια, σε μία επίσης τεραστίων διαστάσεων αίθουσα, εκθέτει μεταλλικά χέρια κρεμασμένα απ’ το ταβάνι – δυστυχώς την είχε προλάβει ο Πικάσο. Στην επόμενη (επίσης τεράστια) αίθουσα περιφερόμαστε ανάμεσα σε σωρούς με χώματα και παραγεμισμένα τσουβάλια, γύψινους σκύλους που κοιμούνται δίπλα ή πάνω τους και βράχια κολλημένα στους τοίχους. Δεν θυμάμαι αν είναι κι αυτά δικά της, θυμήθηκα όμως μια γνωστή μου, ιστορικό τέχνης, που μου είχε πει κάποτε «όταν βλέπεις μοντέρνα τέχνη και σε ροκανίζει το σαράκι της αμφιβολίας, απλά να θυμάσαι ότι η τέχνη είναι όπως τα μαθηματικά, αν δεν ξέρεις πρόσθεση δεν μπορείς να καταλάβεις τι είναι οι ακολουθίες».

Τρεις μέρες στη Ζυρίχη με το χέρι του Πικάσο και μια όπερα-φιάσκο Facebook Twitter
Στην επόμενη αίθουσα περιφερόμαστε ανάμεσα σε σωρούς με χώματα και παραγεμισμένα τσουβάλια, γύψινους σκύλους που κοιμούνται δίπλα ή πάνω τους και βράχια κολλημένα στους τοίχους.

Με γνώσεις προχωρημένων μαθηματικών ή χωρίς, το μουσείο Kunsthaus Zurich στην άλλη πλευρά της πόλης είναι ασύγκριτα πιο ενδιαφέρον, από μόνο του λόγος για να επισκεφτείς τη Ζυρίχη. Από τον Οκτώβριο του 2020 που έγιναν τα εγκαίνια της νέας πτέρυγας, ενός νέου μουσείου στη Heimplatz που ενώθηκε με το αρχικό κτίριο του 1910 με υπόγεια διάβαση και διπλασίασε τον συνολικό εκθεσιακό χώρο, το Kunsthaus Zurich έγινε ένα από τα πιο σημαντικά αξιοθέατα της πόλης. Το νέο κτίριο, όπως και ο υπόγειος χώρος που συνδέει τα δύο μουσεία, είναι σχεδιασμένα από τον Βρετανό αρχιτέκτονα Ντέιβιντ Τσίπερφιλντ, ενώ τα μόνιμα εκθέματα είναι εκπληκτικά. Εκτός από μια μεγάλη συλλογή από έργα του Έντβαρτ Μουνκ, του Ρουσό, του Cy Tombly, φιλοξενεί 200 έργα από τη συλλογή Bührle που είναι μοναδικά, απίθανα έργα του Βαν Γκογκ, κι επίσης Γκογκέν, Μονέ, Σεζάν, Ντεγκά, Ελ Γκρέκο, Πικάσο, πρώιμα έργα του Τζάκσον Πόλοκ. Είναι από τα πιο ωραία μουσεία της Ευρώπης αυτήν τη στιγμή και σίγουρα το πιο σημαντικό της Ελβετίας.

Τρεις μέρες στη Ζυρίχη με το χέρι του Πικάσο και μια όπερα-φιάσκο Facebook Twitter

Όσο ευχάριστη έκπληξη ήταν το μουσείο Kunsthaus Zurich, τόσο δυσάρεστη ήταν η βραδιά στην όπερα, ο βασικός λόγος που έχουμε έρθει μέχρι εδώ, η «Λουτσία» του Ντονιτσέτι με τη Λιζέτ Οροπέσα. Η παράσταση εξελίχθηκε στο απόλυτο φιάσκο, γιατί ενώ καθίσαμε στις θέσεις μας και περιμέναμε να ξεκινήσει η όπερα, βγήκε μια κυρία ντυμένη με πράσινη λαμέ τουαλέτα και μας ανακοίνωσε ότι η σοπράνο ήταν αδιάθετη, είχε κολλήσει κόβιντ και ήταν αδύνατο να τραγουδήσει. Μας είπε, με έκφραση πόνου στο πρόσωπό της, ότι παραλίγο να ακυρωθεί η παράσταση, γιατί ήταν πολύ δύσκολο να βρουν την τελευταία στιγμή σοπράνο που να μπορεί να ερμηνεύσει τη Λουτσία. Ευτυχώς, ο μαέστρος σκέφτηκε ότι υπάρχει μια νέα (και ολίγον άπειρη) σοπράνο που θα μπορούσε να σώσει την κατάσταση, η οποία έκανε διακοπές στη Νότια Γερμανία. Την εντόπισαν το μεσημέρι και η γυναίκα ήρθε στη Ζυρίχη άρον άρον για να κάνει ό,τι μπορεί, της φόρεσαν μια μπλε τουαλέτα, βγήκε στη σκηνή, και κάπου εδώ η «Λουτσία» από τραγική ιστορία και δράμα γίνεται κωμωδία. Γιατί η σοπράνο τραγουδούσε σε μια άκρη της σκηνής τον ρόλο της Λουτσία αλλά ΔΕΝ ερμήνευε, γιατί μπορεί να τη χαρακτήρισαν «άπειρη», αλλά είναι άπειρη με μυαλό, δεν βγήκε στη σκηνή χωρίς πρόβες και με άγνωστη σκηνοθεσία, βγήκε μια άλλη «βοηθός» και έκανε τη Λουτσία, η οποία ανοιγόκλεινε το στόμα και έκανε την όπερα επιθεώρηση – ίδια η Κορίνα απ’ τα «Εγκλήματα». Οπότε έγινε μια πολύ ωραία ατμόσφαιρα. Γελάσαμε πολύ, χειροκροτήσαμε τη Λουτσία-παρωδία, νευριάσαμε από τη χάλια σκηνοθεσία, δικαιολογήσαμε (κάπως) και την Οροπέσα –γιατί κι εγώ στη θέση της θα δήλωνα αδιαθεσία για να γλιτώσω απ’ τα χέρια του σκηνοθέτη–, γυρίσαμε στο ξενοδοχείο και φάγαμε από 30 μακαρόν για να συνέλθουμε. Τέλος πάντων, το κοινό φάνηκε να διασκεδάζει και χειροκροτούσε όρθιο αυτό το φιάσκο και δεν υπήρξε ούτε μία διαμαρτυρία. Δεν θέλω να φανταστώ τι θα γραφόταν σήμερα αν αυτό συνέβαινε στην Αθήνα.

Το όνομα της σοπράνο που έσωσε τους διοργανωτές, αλλά όχι και τη βραδιά, είναι Σοφία Θεοδωρίδη, Γερμανίδα. Για άπειρη, ήταν μια χαρά.

Ταξίδια
0

ΑΦΙΕΡΩΜΑ

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Πώς η ανάβαση στο Έβερεστ κατέληξε από ηρωικό κατόρθωμα σε μαζική μπίζνα

Ταξίδια / Πώς η ανάβαση στο Έβερεστ κατέληξε από ηρωικό κατόρθωμα σε μαζική μπίζνα

Η συντριπτική πλειονότητα των αναβατών είναι πελάτες που πληρώνουν εξαψήφια ποσά και μεταξύ αυτών που ανέβηκαν πρόσφατα στην «κορυφή του κόσμου» ήταν κάποιοι τυφλοί, δύο 13χρονοι, αρκετοί εβδομηντάρηδες, ακόμη και άτομα που είχαν υποστεί διπλό ακρωτηριασμό.
THE LIFO TEAM
«Το χωριό μου, ο Δεσύλλας Μεσσηνίας, είναι ένας μικρός κρυφός παράδεισος»

Γειτονιές της Ελλάδας / «Το χωριό μου, ο Δεσύλλας Μεσσηνίας, είναι ένας μικρός κρυφός παράδεισος»

Ο Μάριος Γκρόγκος μιλά για τον τόπο του με την ανεμπόδιστη θέα στον μεσσηνιακό κάμπο, για ένα μέρος που πια έχει όλα κι όλα δύο μαγαζιά – έχει όμως και μια ομάδα κατοίκων που στήνει φεστιβάλ και εκθέσεις φωτογραφίας και ανανεώνει εθελοντικά την όψη του χωριού.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΥΡΙΑΖΗΣ
Αβινιόν/Αρλ

Ταξίδια / Ένα road trip στην Αβινιόν των επτά Παπών και στην Αρλ του Βαν Γκογκ

Γοτθική αρχιτεκτονική, μια «δεύτερη Ρώμη», πολλά δωρεάν μουσεία, φοιτητές να πίνουν μπύρες σε ζωντανές πλατείες και φιλότεχνοι που αναζητούν την αύρα που ενέπνευσε τον Ολλανδό ζωγράφο, αλλά και τον Πικάσο και τον Γκογκέν. Δυο πόλεις που σε κάνουν να ξεχνάς με το ιστορικό τους κέντρο όλα τα βάσανα του ταξιδιού.
ΚΟΡΙΝΑ ΦΑΡΜΑΚΟΡΗ
Όλα από την αρχή στο Σκαμνέλι, σε ένα Ζαγοροχώρι 25 κατοίκων

Γειτονιές της Ελλάδας / Όλα από την αρχή στο Σκαμνέλι, ένα Ζαγοροχώρι 25 κατοίκων

Ο Φίλιππος Φραγκούλης άφησε πίσω του μια πολυετή καριέρα στις τράπεζες προκειμένου να επιστρέψει στις ρίζες του, στην Τύμφη. Αντικατέστησε τα meetings με τα πυκνά δάση που αποτελούν πλέον το φόντο της νέας του πορείας στη ζωή, έχοντας όμως να αντιμετωπίσει πια τις δυσκολίες ενός ορεινού τόπου.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΥΡΙΑΖΗΣ
Πώς είναι η καθημερινότητα ενός τριαντάρη στο ψηλότερο χωριό των Βαλκανίων;

Γειτονιές της Ελλάδας / Πώς είναι η καθημερινότητα ενός τριαντάρη στο ψηλότερο χωριό των Βαλκανίων;

Ο Άρης Αβέλλας περιγράφει τη ζωή του στη Σαμαρίνα, σε ένα μέρος που τραβάει την προσοχή ξένων αλπινιστών, σε έναν τόπο όπου όταν λιώνουν τα χιόνια μπορεί κανείς να βολτάρει σε καταρράκτες, να θαυμάσει άγρια ζώα, να δροσιστεί σε βάθρες.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΥΡΙΑΖΗΣ
Η καθημερινή ρουτίνα ενός πλοίου της γραμμής τον χειμώνα

Ταξίδια / Η καθημερινή ρουτίνα ενός πλοίου της γραμμής τον χειμώνα

Πήραμε το πλοίο της γραμμής για να κάνουμε το δρομολόγιο που κάνουν οι ναυτικοί μετ’ επιστροφής, χωρίς να κατέβουμε σε κάποιο λιμάνι. Η διαδρομή μας ήταν Πειραιάς – Κύθνος – Σέριφος – Σίφνος – Κίμωλος – Μήλος και πίσω, ενώ άλλες μέρες προστίθενται κάποιοι ακόμα προορισμοί, με τερματικό λιμάνι εκείνο της Σαντορίνης. Στις περίπου 17 ώρες προσπαθήσαμε να δούμε και να καταγράψουμε τη ζωή τον χειμώνα μέσα σε ένα από τα πολλά πλοία που ταξιδεύουν αδιάκοπα στις ελληνικές θάλασσες.
ΜΙΧΑΛΗΣ ΓΕΛΑΣΑΚΗΣ
Adrère Amellal: Μια μέρα στο ξενοδοχείο που φωτίζεται με κεριά στην όαση της Σίβα

Ταξίδια / Adrère Amellal: Μια μέρα στο ξενοδοχείο που φωτίζεται με κεριά στην όαση της Σίβα

Σε έναν αλλόκοτο υπερμεγέθη όγκο που ορθώνεται στην έρημο θυμίζοντας σεληνιακό τοπίο λειτουργεί ένα οικολογικό και απόλυτα μίνιμαλ αισθητικής ξενοδοχείο χωρίς ίντερνετ, ούτε τηλέφωνο, ούτε καν ερ-κοντίσιον.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Ο τόπος μου, ο Κάμπος της Χίου

Γειτονιές της Ελλάδας / H ζωή μου στον Κάμπο της Χίου, εκεί που οι λαλάδες κοκκινίζουν τη γη

Η Μάρω Χατζελένη περιγράφει την καθημερινότητά της στον τόπο που μεγάλωσε και επέστρεψε, σε ένα μέρος όπου αρχοντικά, περιβόλια και στέρνες με πηγάδια συνυπάρχουν μαγικά.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΥΡΙΑΖΗΣ
Ο τόπος μου, η Καλοσκοπή

Γειτονιές της Ελλάδας / Mπορεί να ξαναζωντανέψει ένα χωριό είκοσι ατόμων στο βουνό της Γκιώνας;

Μια ομάδα κατοίκων φιλοδοξεί να αναζωογονήσει ένα ορεινό χωριό με άπλετο πράσινο, με άφθονα τρεχούμενα νερά και πηγές, την Καλοσκοπή Φωκίδας που βρίσκεται μόλις δυόμιση ώρες μακριά από την Αθήνα. Και δείχνει να τα καταφέρνει!
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΥΡΙΑΖΗΣ
Ο τόπος μου, οι Λειψοί

Γειτονιές της Ελλάδας / Η ζωή μου στους ακριτικούς Λειψούς, εκεί που σταματά ο χρόνος

Ο Κωνσταντίνος Μπουράκης μας μιλά για τη ζωή στο νησί που κερδίζει την υπογεννητικότητα και αποτελεί έναν από τους πιο ποιοτικούς οικολογικούς προορισμούς της Ελλάδας.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΥΡΙΑΖΗΣ