ΤΑ ΤΑΞΙΔΙΑ ΣΤΟ ΕΞΩΤΕΡΙΚΟ αυξάνονται εδώ και δεκαετίες. Το ίδιο όμως και ο εθνικισμός. Αυτό «δεν θα έπρεπε» να ισχύει. Αν και κανείς, εκτός ίσως από τον Μαρκ Τουέιν, δεν πίστεψε ποτέ στην πραγματικότητα ότι «τα ταξίδια σκοτώνουν την προκατάληψη, τη μισαλλοδοξία και τη στενομυαλιά», ήταν θεμιτό να περιμένουμε μια μείωση των εχθροτήτων και των αλληλοσπαραγμών καθώς οι άνθρωποι, και οι λαοί, έρχονταν όλο και περισσότερο σε επαφή μεταξύ τους.
Κι όμως, μάλλον το αντίθετο συμβαίνει. Η σκλήρυνση των σχέσεων μεταξύ Κίνας και Δύσης από το 2012 περίπου και μετά ήρθε μετά από μια εποχή τουριστικής κίνησης και φοιτητικών ανταλλαγών από το ένα μέρος στο άλλο. Οι Βρετανοί και οι Ιταλοί είναι από τους πιο παραγωγικούς ταξιδιώτες στον κόσμο. Και οι δύο χώρες όμως έχουν υπερψηφίσει κόμματα ή και δημοψηφίσματα που θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν εθνικιστικά την τελευταία δεκαετία. Το 1995, το οκτώ τοις εκατό των Αμερικανών σχεδίαζαν ένα ταξίδι στο εξωτερικό μέσα στους επόμενους έξι μήνες. Το 2023, το ποσοστό αυτό είχε ξεπεράσει το είκοσι τοις εκατό. πάνω από το ένα πέμπτο το έκαναν. Σε ποια από αυτές τις δύο περιόδους οι ΗΠΑ ήταν πιο διεθνιστικές;
Γιατί απέτυχαν τα ταξίδια; Η πιο ευγενική εξήγηση είναι ότι είναι πολλοί, ισχυροί και σύνθετοι οι παράγοντες που οδήγησαν στην έξαρση των εθνικισμών και ότι τα πράγματα θα ήταν ακόμη χειρότερα χωρίς την αύξηση των διεθνών ταξιδιών.
Λίγα πράγματα έχουν γεράσει με τόσο κωμικοτραγικό τρόπο όσο η η πεποίθηση που είχε εκφράσει ο Μαρκ Ζούκερμπεργκ ότι η διαδικτυακή επαφή θα «έφερνε τον κόσμο πιο κοντά». Τουλάχιστον, όμως, οι άνθρωποι αναγνωρίζουν πόσο στραβά πήγε αυτό. Αντιθέτως, μοιάζει σχεδόν με ταμπού το να επισημάνει κανείς ότι τα ταξίδια έχουν επίσης αποτύχει παταγωδώς ως συνδετικός παράγοντας του ανθρώπινου είδους. Στην Ευρώπη, συνηθίζαμε να χλευάζουμε τους Αμερικανούς για το πόσο λίγοι πολίτες των ΗΠΑ είχαν διαβατήριο. Όταν όμως μόνο το 3% των Αμερικανών κατείχε έγκυρο διαβατήριο, στην εξουσία βρισκόταν ο «διεθνιστής» Τζορτζ Μπους ο πρεσβύτερος ή ο Μπιλ Κλίντον. Τώρα που έχουν διαβατήριο σχεδόν οι μισοί, στον Λευκό Οίκο βρίσκεται ο Ντόναλντ Τραμπ.
Γιατί απέτυχαν τα ταξίδια; Η πιο ευγενική εξήγηση είναι ότι είναι πολλοί, ισχυροί και σύνθετοι οι παράγοντες που οδήγησαν στην έξαρση των εθνικισμών και ότι τα πράγματα θα ήταν ακόμη χειρότερα χωρίς την αύξηση των διεθνών ταξιδιών. Μια άλλη εξήγηση θα μπορούσε να είναι ότι το μεγαλύτερο μέρος της ταξιδιωτικής αύξησης οφείλεται σε ανθρώπους που εξαρχής διακρίνονταν από ανοιχτές και φιλελεύθερες αντιλήψεις. Οι άνθρωποι που έχουν μεγαλύτερη ανάγκη την έκθεση σε άλλες χώρες και σε άλλες κουλτούρες, είναι εκείνοι που εξακολουθούν να αποφεύγουν τα ταξίδια.
Καθένα από αυτά τα επιχειρήματα μοιάζει εύλογο, αλλά το ίδιο ισχύει και για ένα τρίτο: ότι τα ταξίδια δεν θα έπρεπε ποτέ να έχουν επενδυθεί με τέτοιες ηρωικές αξιώσεις. Αν το τακτικό πέρασμα των συνόρων είχε από μόνο του την ιδιότητα να ισχυροποιεί τον ομφάλιο λώρο της επικοινωνίας και της συμπόνοιας μεταξύ ανθρώπων από διαφορετικές χώρες, η Ευρώπη θα είχε ένα πολύ πιο ήρεμο παρελθόν. Με άλλα λόγια, είναι απολύτως εφικτό να είσαι ένας κοσμογυρισμένος εθνικιστής χωρίς αυτό να αποτελεί οξύμωρο σχήμα. Είναι εφικτό να εμπλέκεσαι με έναν άλλο πολιτισμό ενώ τον έχεις ήδη απορρίψει. Κάποιοι επιμένουν στη διαφορά μεταξύ «τουρίστα» και «ταξιδιώτη». Αυτό όμως, επί της ουσίας, αποτελεί έναν ταξικό διαχωρισμό και τίποτα περισσότερο, αντίστοιχο με αυτόν που διαχωρίζει –συχνά αυθαίρετα– τους «ομογενείς» από τους «μετανάστες».
Με στοιχεία από The Financial Times