Η ΕΡΓΑΣΙΟΜΑΝΙΑ αποτελεί ένα ολοένα πιο διαδεδομένο φαινόμενο στους σύγχρονους επαγγελματικούς κύκλους. Πολλοί επιτυχημένοι άνθρωποι εργάζονται ακατάπαυστα, αφιερώνοντας 13 και πλέον ώρες την ημέρα και παραμελώντας την προσωπική τους ζωή. Αυτή η παθολογία χαρακτηρίζεται από την αδιάκοπη ενασχόληση με την εργασία, τις εμμονικές σκέψεις γύρω από αυτήν και τη δουλειά που φτάνει πολύ πέρα από τις πραγματικές απαιτήσεις της εργασιακής θέσης.
Οι εργασιομανείς νιώθουν την ανάγκη να δουλεύουν ακόμα κι όταν έχουν ήδη εξασφαλίσει οικονομική άνεση και αντλούν ελάχιστη ευχαρίστηση από τη δουλειά τους. Το αποτέλεσμα είναι μια ζωή χωρίς χαρά, ικανοποίηση και νόημα, καθώς και σχέσεις που φθείρονται από την έλλειψη χρόνου και συναισθηματικής διαθεσιμότητας.
Αυτή η συμπεριφορά σπάνια αλλάζει με απλές προτροπές του τύπου «δούλεψε λιγότερο». Οι ρίζες της βρίσκονται συνήθως στη βαθύτερη ψυχολογία του ατόμου. Πολλοί εργασιομανείς έχουν εσωτερικεύσει από νωρίς την ιδέα ότι η αγάπη –από γονείς, συντρόφους ή φίλους– πρέπει να «κερδηθεί» μέσω συνεχούς προσπάθειας και εξαιρετικών επιδόσεων. Αυτή η πεποίθηση, αν δεν αντιμετωπιστεί, μπορεί να έχει καταστροφικά αποτελέσματα.
Πολλοί ενήλικες συνεχίζουν αυτό το μοτίβο: έμαθαν ότι ήταν περισσότερο αγαπητοί όταν αρίστευαν και συνεχίζουν να κυνηγούν την αποδοχή μέσα από την αδιάκοπη εργασία.
Στη ζωή μάς προσφέρονται δύο είδη «ανταμοιβών»: οι εσωτερικές και οι εξωτερικές. Οι πρώτες αφορούν άυλα στοιχεία όπως η αγάπη, η ευτυχία και οι σχέσεις, ενώ οι δεύτερες σχετίζονται με υλικά αγαθά, χρήματα και κοινωνικό status. Παρόλο που και οι δύο είναι σημαντικές, έρευνες δείχνουν πως, μετά την κατάκτηση ενός στοιχειωδώς καλού επιπέδου διαβίωσης, η αληθινή ικανοποίηση προέρχεται από τις εσωτερικές ανταμοιβές. Ωστόσο, πολλοί φαίνεται να θεωρούν ότι τα υλικά επιτεύγματα αρκούν, παραμελώντας τους δικούς τους ανθρώπους και αφιερώνοντας όλη τους την ενέργεια στην καριέρα τους. Έτσι, δημιουργούν μέσα τους μια λανθασμένη ψυχολογική «συντόμευση»: πιστεύουν υποσυνείδητα ότι αν έχουν αρκετή επιτυχία, θα αποκτήσουν και την αγάπη που επιθυμούν.
Η προέλευση αυτής της λανθασμένης αντίληψης εντοπίζεται συχνά στην παιδική ηλικία. Παιδιά που μεγαλώνουν με εργασιομανείς γονείς είναι πιθανότερο να επαναλάβουν την ίδια συμπεριφορά, θεωρώντας τη φυσιολογική. Επιπλέον, όταν η γονική αγάπη δίνεται υπό όρους –όταν δηλαδή το παιδί νιώθει αγαπητό μόνο όταν έχει επιτυχίες–, τότε διαμορφώνεται η πεποίθηση ότι η αξία του και η αγάπη που εισπράττει εξαρτώνται από την απόδοσή του. Πολλοί ενήλικες συνεχίζουν αυτό το μοτίβο: έμαθαν ότι ήταν περισσότερο αγαπητοί όταν αρίστευαν και συνεχίζουν να κυνηγούν την αποδοχή μέσα από την αδιάκοπη εργασία.
Με την πάροδο του χρόνου, η εργασιομανία έχει δυσανάλογο κόστος: οι απολαβές από την εργασία μειώνονται σε σχέση με τις απώλειες στην προσωπική ζωή. Ο εργασιομανής συχνά αδυνατεί να κατανοήσει γιατί οι κοντινοί του άνθρωποι, αντί να τον θαυμάζουν για την αφοσίωσή του, παραπονιούνται για την απουσία του, φυσική και συναισθηματική. Για να αρχίσει να αντιμετωπίζει κανείς το πρόβλημα, είναι σημαντικό να ακολουθήσει τρία βασικά βήματα:
• Να αναγνωρίσει τη ρίζα του προβλήματος: Ο εργασιομανής καλείται να ανατρέξει στην παιδική του ηλικία και να αναρωτηθεί αν η αγάπη των γονιών του εξαρτιόταν από τις επιδόσεις του. Αυτή η επίγνωση βοηθά στην κατανόηση του εσωτερικού «σεναρίου» που οδηγεί στην ανάγκη για συνεχή διάκριση.
• Να δίνει αυτό που επιθυμεί να λάβει: Η πραγματική αγάπη δεν αγοράζεται με χρήμα ή επιτυχία, αλλά προσφέρεται μέσω της παρουσίας μας και της συναισθηματικής διαθεσιμότητας. Η συνειδητή αφιέρωση χρόνου και προσοχής στους αγαπημένους μας ανθρώπους αποτελεί σημαντικό βήμα προς την αποκατάσταση των σχέσεων.
• Να σχεδιάσει την αλλαγή πλεύσης: Η αλλαγή δεν συμβαίνει από τη μια μέρα στην άλλη. Απαιτεί αναγνώριση της κατάστασης, συνεργασία με τους κοντινούς μας ανθρώπους και σταδιακή διαμόρφωση ενός διαφορετικού τρόπου ζωής, η οποία μπορεί να ξεκινήσει με μικρά βήματα, όπως οι διακοπές χωρίς οθόνες, να προχωρήσει με την αναδιοργάνωση της καθημερινότητάς μας και, αν χρειαστεί, να φτάσει ως την αλλαγή καριέρας.
Η εργασιομανία δεν είναι απλώς υπερβολική αφοσίωση στην εργασία· είναι μια βαθιά ριζωμένη ψευδαίσθηση ότι η αγάπη και η αξία μας εξαρτώνται από τις επιδόσεις μας. Η απελευθέρωση από αυτή την αυταπάτη ξεκινά με την αναγνώριση της αλήθειας: η αγάπη δεν κερδίζεται με υπερωρίες, αλλά με παρουσία, φροντίδα και γνήσια σύνδεση.
Με στοιχεία από The Atlantic.