Το τραπ, οι «τραπιστές» και γιατί πρέπει να μιλάμε (και να κρίνουμε)

Το τραπ, οι «τραπιστές» και γιατί πρέπει να μιλάμε (και να κρίνουμε) Facebook Twitter
Αν ήταν αληθινή παρωδία, θα μπορούσε να σωθεί ως ακάθαρτο και ειρωνικό σχόλιο για διάφορες αποδεκτές αξίες, ακόμα και τις αξίες της μουσικής παιδείας ή ενός πολιτικά ορθού ανθρωπισμού. Δεν είναι όμως παρωδία ούτε πλάγιο «κριτικό σχόλιο» το τραπ.
0

ΠΩΣ ΜΠΟΡΕΙΣ, ΚΥΡΙΕ ΜΟΥ, να μιλάς/-τε για το τραπ και τους τράπερς όταν έχεις αγκαλιάσει στη ζωή σου οχληρούς ήχους και κάμποσο θόρυβο από τα ροκ ημερολόγια;

Δεν ήταν πρότυπα ηθικής, ούτε πάντα στιχουργικά και μουσικά άξια λόγου τα σχήματα. Και φυσικά δεν άρεσαν στους παλαιότερους, στους δικούς μας «γέρους» που αφόριζαν τη βαβούρα και όλα όσα ήρθαν μαζί της, σε εκείνες τις δεκαετίες που το ροκ γνώρισε τη μεγάλη του άνθιση και μέχρι τις πρώτες γενιές των ηλεκτρονικών και χιπ-χοπ μουσικών που λογοδοτούσαν ακόμα σε μια παράδοση μουσική. Πώς δικαιούμαστε να κρίνουμε αρνητικά;

Είναι θέμα ηλικίας; Μπορεί. Ενδεχομένως με τα χρόνια γινόμαστε οπαδοί μιας ορθοδοξίας, της ορθοδοξίας της νιότης μας, και από τον άμβωνα των τότε γούστων μας να κρίνουμε αυστηρά τις «αιρέσεις» των νεότερων.

Δεν αποκλείεται να δρα κι αυτός ο μηχανισμός ενός φθόνου ανάμικτου με το παράπονο του χρόνου, με την αίσθηση της μη κατανόησης κόσμων που διαθέτουν άλλους κώδικες από τους οικείους μας.

Εδώ όμως αναφερόμαστε σε κατηγορίες της μουσικής που λογοδοτούν, με διαφορετικό τρόπο η καθεμία, στην ιδέα ότι η τέχνη αυτή δεν μπορεί να ενσωματώνει όλη τη σαβούρα του καπιταλιστικού υπερ-ρεαλισμού δίχως τίποτα άλλο και να αξιώνει σεβασμό. 

Νομίζω όμως ότι με το τραπ και τον «τραπισμό» το θέμα δεν εξαντλείται στην αποξένωση των γενεών και στη στεγανοποίηση των γούστων τους. Με όποιο κριτήριο και αν προσεγγίσεις τον χώρο αυτό (και όχι μεμονωμένα πρόσωπα και ψευδώνυμα που τον απαρτίζουν) δεν σώζεται.

Το τραπ μοιάζει να είναι ένας καπιταλιστικός υπερ-ρεαλισμός με λούμπεν επιχρωματισμό. Επομένως δεν παραπέμπει σε κάτι αιρετικό ή εναντιωματικό, δεν είναι κάποιου είδους αντικουλτούρα που τρομάζει «τους γέρους αστούς», παρά το αντίθετο: ο υπερ-ρεαλισμός του είναι ένας hyper-realism, όχι σουρεαλιστική υπέρβαση των όρων της πραγματικότητας, μα περισσότερο κορεσμός σημείων από μια αλητο-γκλάμορους ζωή.

Μια υπερβολή που δεν καταφέρνει να γίνει παρωδία ή κριτικό σχόλιο. Μια υπερβολή που παράγει απλώς χρήμα και συσσώρευση ινσταγκραμικής πόζας. Αν ήταν αληθινή παρωδία, θα μπορούσε να σωθεί ως ακάθαρτο και ειρωνικό σχόλιο για διάφορες αποδεκτές αξίες, ακόμα και τις αξίες της μουσικής παιδείας ή ενός πολιτικά ορθού ανθρωπισμού.

Δεν είναι όμως παρωδία ούτε πλάγιο «κριτικό σχόλιο» το τραπ. Πιο πεζό από την πεζότητα, πιο ωμό από την ωμότητα, πιο σεξουαλικό από το σεξ.

Κάποτε, ακόμα και το πιο τραχύ πανκ ξεχείλιζε από μια αρνητικότητα που στρεφόταν κατά των εξουσιών, αναζητώντας μια θολή αλλά πάντως τρυφερή και εγκάρδια αναρχία. Υπήρχε ένα riot στοιχείο, μια εξεγερσιακή διάθεση που μπορούσε τελικά να συμβιώνει με πιο λόγιες, μεσοαστικές και μουσικά απαιτητικές φόρμες.

Φυσικά υπήρξαν και υπάρχουν πάντα οι «σατανιστές» σε κάτι περιοχές του μέταλ, οι υπερμεταδότες της κουλτούρας των ναρκωτικών στην ψυχεδέλεια, κάμποσοι φουσκωμένοι αλαζόνες των ροκ μεγαθηρίων.

Όμως η μεγάλη διαφορά παίζεται στα ίχνη, στα τραγούδια. Είδαν το φως μορφές συγκίνησης που, όπως φαίνεται, άντεξαν στον χρόνο, χτίζοντας μια πολύ πιο πλούσια αισθητική από τα μέλη των γκρουπ, τους οπαδούς, τα εξωτερικά σήματα της νεανικής κουλτούρας. Και προφανώς οι ροκ κουλτούρες αποτέλεσαν μέρος επίσημων πολιτισμικών μηχανισμών (παρά τους στίχους που ενίοτε σάρκαζαν τα «συστήματα»), ύφαναν όμως ευαισθησίες που γρήγορα φάνηκε ότι ξεπερνούν τις πρωτόλειες, εφηβικές ρίζες τους.

Γι’ αυτό και με το πέρασμα του χρόνου δημιουργήθηκε ένας ιστός ακροατών σύγχρονης μουσικής που δεν τους αφορούν πια τα στεγανά. Ακούνε Ξαρχάκο, Floyd ή Metallica, μπορούν να περάσουν από τον Brian Eno στην απλή indie τραγουδοποιία ή στη σύγχρονη τζαζ και τους νέους πειραματιστές της.

Εδώ όμως αναφερόμαστε σε κατηγορίες της μουσικής που λογοδοτούν, με διαφορετικό τρόπο η καθεμία, στην ιδέα ότι η τέχνη αυτή δεν μπορεί να ενσωματώνει όλη τη σαβούρα του καπιταλιστικού υπερ-ρεαλισμού δίχως τίποτα άλλο και να αξιώνει σεβασμό.  

Με όλα τα πιθανά κριτήρια που μπορούμε να φανταστούμε, κοινωνικά-πολιτισμικά ή απλώς μουσικά και ύφους, οι τραπιστές της πισίνας και των τατουάζ δεν μας αφορούν. Επειδή όμως εδώ και χρόνια πάνε να εγκατασταθούν στο κέντρο μιας «νεανικής σκηνής» και διεκδικούν μαζικά ακροατήρια, πρέπει να τους πάρουμε στα σοβαρά.

Στο κάτω-κάτω η φετιχοποίηση μιας νεότητας που δεν επιτρέπεται να μιλάμε γι’ αυτήν (διότι είμαστε άλλης εποχής) μοιάζει με δείγμα έμμεσου γεροντικού πατερναλισμού. Αντιθέτως, αν μας νοιάζει αυτό που βλέπουμε γύρω και αν δεν έχουμε παραιτηθεί από το παρόν για να φυλάμε τα κειμήλια των αναμνηστικών μας, αν εντέλει πραγματικά αγαπάμε τα παιδιά μας –ή τα εγγόνια μας– δεν είναι καθόλου κακό να τους υπενθυμίζουμε ότι η μουσική υπάρχει και η ποίηση υπάρχει. Να τους λέμε ότι ακόμα και η βρόμικη, σκληρή, ανελέητη μουσική και ποίηση υπάρχουν. Μόνο που δεν θα τη βρουν στους SNIK και Light και στους άλλους αλλά κάπου έξω από αυτή τη σκηνή των πλουτοκρατικών ονείρων και των σεξιστικών φαντασιώσεων μιας ναυαγισμένης λαϊκότητας.


 

Οπτική Γωνία
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Στέλιος Νέστωρ: «Ό,τι έκανα, δεν το έκανα για να ρίξω τη δικτατορία αλλά γιατί ντρεπόμουνα» 

Θεσσαλονίκη / Στέλιος Νέστωρ: «Δεν ήμουν από αυτούς που κάθονται σπίτι τους, βγάζουν λεφτά, τρώνε και πίνουνε» 

Μια πολιτική φυσιογνωμία που έδινε πάντα ηχηρό «παρών» στα πολιτικά και πολιτιστικά πράγματα της Θεσσαλονίκης. Μιλώντας στη LiFO, ζωντανεύει ένα μεγάλο κομμάτι της ιστορίας της πόλης, από την Κατοχή και τη χούντα μέχρι την ίδρυση του Μεγάρου.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Κοινωνική κατοικία: Μπορεί το παράδειγμα της La Borda να εφαρμοστεί στην Αθήνα;

Συνεταιριστική κατοικία / Μπορούμε να αντιγράψουμε τη Βαρκελώνη και να λύσουμε το στεγαστικό;

Ενώ στην Ευρώπη παρατηρείται αναζωπύρωση των συνεταιριστικών στεγαστικών κινημάτων, στην Ελλάδα, ειδικά στην Αθήνα, η στεγαστική κρίση οξύνεται. Το παράδειγμα της La Borda στη Βαρκελώνη θα μπορούσε να δώσει τη λύση, χρειάζεται όμως πολιτική βούληση.
ΝΤΙΝΑ ΚΑΡΑΤΖΙΟΥ
«Ο Άγνωστος Στρατιώτης στη μάχη της πολιτικής εικόνας»

Βασιλική Σιούτη / Ο Άγνωστος Στρατιώτης στη μάχη της πολιτικής εικόνας

Η κυβέρνηση αξιοποίησε τη ρύθμιση για τη φύλαξη του Μνημείου του Άγνωστου Στρατιώτη για να αλλάξει την πολιτική ατζέντα και να ενισχύσει την απήχησή της στο συντηρητικό κοινό, παρά τις διαφοροποιήσεις ακόμη και μέσα στην κυβερνητική παράταξη.
ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΣΙΟΥΤΗ
Λίγες λέξεις για τον Διονύση Σαββόπουλο

Οπτική Γωνία / Λίγες λέξεις για τον Διονύση Σαββόπουλο

«Ό,τι όμως και αν υπήρξε ο Διονύσης Σαββόπουλος, είχε τη δόνηση, τον λοξό τόνο, μια διάθεση μεταμόρφωσης και γιορτής. Επέστρεφε σε μια πάμφωτη αυλή, περιμένοντας τους φίλους, το νόημα της συνάθροισης».
ΝΙΚΟΛΑΣ ΣΕΒΑΣΤΑΚΗΣ
ΕΠΕΞ Στην εποχή του Οφθαλμού

Ιλεκτρίσιτυ / Στην εποχή του Οφθαλμού

Οι κρίσεις ευνοούν την εξουσία, διατηρώντας ένα επίπεδο φόβου μες στην κοινωνία, νομιμοποιώντας μέτρα που ανακουφίζουν τον φόβο αυξάνοντας τον έλεγχο, και δημιουργώντας ευκαιρίες για τη διοχέτευση του κεφαλαίου.
ΧΑΡΗΣ ΚΑΛΑΪΤΖΙΔΗΣ
Μετά τα ερείπια της Γάζας: ποιος μπορεί να χτίσει ξανά την ελπίδα;;

Οπτική Γωνία / Η Γάζα μετά τον πόλεμο: Υπάρχει ελπίδα;

Η καθηγήτρια της Νομικής Σχολής του ΕΚΠΑ και μέλος του Κέντρου Ερευνών για το Δημόσιο Διεθνές Δίκαιο, Μαρία Γαβουνέλη, αναλύει τις προκλήσεις της ανοικοδόμησης, τον ρόλο της Ευρώπης και της Ελλάδας και το αβέβαιο μέλλον μιας λύσης δύο κρατών.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Πόσοι ηλικιωμένοι ζουν μόνοι και κανείς δεν τους αναζητά;

Ακροβατώντας / Πόσοι ηλικιωμένοι ζουν μόνοι και κανείς δεν τους αναζητά;

Οι μοναχικοί θάνατοι ηλικιωμένων ανθρώπων είναι ένα φαινόμενο που ολοένα εντείνεται και στη χώρα μας, όπως και σε ολόκληρο τον κόσμο. Ας μπει στον δημόσιο διάλογο, μήπως πειστούν οι αρμόδιοι ότι πρόκειται για ένα σοβαρό θέμα.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΕΛΑΚΗΣ
Πελοπόννησος: Σιδηρόδρομος ή ποδηλατόδρομος;

Ρεπορτάζ / Πελοπόννησος: Σιδηρόδρομος ή ποδηλατόδρομος;

Η προκήρυξη διαγωνισμών για την εκπόνηση μελετών που αφορούν τη χρήση της ιστορικής σιδηροδρομικής γραμμής Πελοποννήσου ως ποδηλατοδρόμου έχει προκαλέσει έντονες αντιδράσεις. Διατυπώνονται σοβαρές επιφυλάξεις για την οριστική απώλεια μιας εμβληματικής υποδομής με υψηλή ιστορική, τουριστική και συγκοινωνιακή αξία.
ΝΤΙΝΑ ΚΑΡΑΤΖΙΟΥ
Πολιτική κινητικότητα που δεν αλλάζει τίποτα 

Οπτική Γωνία / Πολιτική κινητικότητα που δεν αλλάζει τίποτα 

Οι δημοσκοπήσεις αποτυπώνουν ξανά τη φθορά εμπιστοσύνης προς το πολιτικό σύστημα, με κυβέρνηση και αντιπολίτευση να δείχνουν ανήμπορες να ανατρέψουν το κλίμα απαξίωσης, όπως και οι νέοι παίκτες – που είναι παλιοί. 
ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΣΙΟΥΤΗ
«Ο Ρόμπερτ Κένεντι Τζ. κάνει επίθεση στη δημόσια υγεία»

Υγεία / «Ο Ρόμπερτ Κένεντι Τζ. κάνει επίθεση στη δημόσια υγεία»

Δημήτρης Δασκαλάκης: Ο διακεκριμένος ελληνικής καταγωγής λοιμωξιολόγος, που παραιτήθηκε πρόσφατα από επιτελική θέση  καταγγέλλοντας το υπουργείο Υγείας των ΗΠΑ για εξωθεσμικές πιέσεις και αντιεπιστημονικές πρακτικές, μιλά για την απόφασή του, τη δημόσια υγεία στην Αμερική, τον Covid, τον HIV αλλά και την αφύπνιση του επικίνδυνου «ιού» του φασισμού.   
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Γιατί η Ελλάδα κινδυνεύει να χάσει τη «φέτα ΠΟΠ»;

Ρεπορτάζ / Γιατί η Ελλάδα κινδυνεύει να χάσει τη «φέτα ΠΟΠ»;

Πάνω από 312.000 θανατώσεις ζώων, φόβοι για lockdown και απειλή για μείωση των εξαγωγών του εθνικού προϊόντος μας εξαιτίας της ευλογιάς των προβάτων. Εμβολιασμός ή εκρίζωση του ιού; Ειδικοί μιλούν στη LiFO για το τι διακυβεύεται πραγματικά.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Yπήρξε έστω και μία μέρα τα τελευταία 15 χρόνια που δεν μπήκες Instagram; Δεν υπήρξε. Δεν είσαι ο μόνος.

Social Media / Yπήρξε έστω και μία μέρα τα τελευταία 15 χρόνια που δεν μπήκες Instagram; Δεν υπήρξε. Δεν είσαι ο μόνος.

Kαθορίζει την εικόνα μας, τη διάθεσή μας, τα οικονομικά μας, καθορίζει τον τρόπο που ζούμε. Θα έλεγε κανείς πως, μετά την έλευσή του, μια πετυχημένη selfie, σαν την περίφημη selfie των Oscar του 2014, αλλάζει τον μικρόκοσμο που ζούμε. Ο Χαράλαμπος Τσέκερης, κύριος ερευνητής ΕΚΚΕ και πρόεδρος της Εθνικής Επιτροπής Βιοηθικής & Τεχνοηθικής, αναλύει το φαινόμενο Instagram.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ