Με τον Νικήτα Κλιντ στην Cantina Social

Με τον Νικήτα Κλιντ στην Cantina Social Facebook Twitter
Φωτό: Photoharrie.
0

Περπατάω στην Αγίας Θέκλας στου Ψυρρή και περνάω μπροστά από το μπαρ Zas, εκεί όπου το προηγούμενο βράδυ ο Νικήτας Κλιντ έφερε τα CD του (μουσικές με «κολασμένο» μπάσο, ρέγκε, χιπ χοπ, μαυρίλες) και «βάρεσε» τα κομμάτια που αγαπάει, αυτά που τον κάνουν να κλείνει τα μάτια και μετά να τα ανοίγει και να σου μιλάει κοφτά και σοφά για τη σημασία τους. Δίπλα από το Zas βρίσκεται ένα backpackers hotel, πολύχρωμο και οικείο, από αυτά που βλέπαμε τόσα χρόνια στο εξωτερικό και αναρωτιόμασταν γιατί δεν υπάρχουν στην Αθήνα (τότε τα αντίστοιχα hostels ήταν κάτι παρακμιακά κτίρια στη Βερανζέρου, μετά κάτι uber τουριστικά στην Πλάκα). Η περιοχή του Ψυρρή είναι πια περισσότερο κουλ απ' ό,τι 2-3 χρόνια πριν. Τα κατ' επίφασιν μπουζούκια με πέτρα-ξύλο έχουν κλείσει, τα μπαρ της συμφοράς επίσης, η περιοχή έχει μια ατμόσφαιρα γλυκιάς παρακμής και μια αίσθηση ότι μέσα από τις στάχτες του φοίνικα θα αναγεννηθεί μια μεταμοντέρνα κατάσταση, όπου ωραία μπαρ θα συνυπάρχουν με μπουγάτσες Θεσσαλονίκης και καταστήματα με είδη καπνιστών θα γειτονεύουν με sex shops. Η Cantina Social ήταν από πριν το «γαλατικό χωριό» σε μια περιοχή που σπάνια περνούσες ένα τυπικό Σάββατο βράδυ. Γκρίζα κτίρια παρατημένων πολυκατοικιών, σκουριασμένα συντρίμμια από κάγκελα, σαραβαλιασμένα μηχανάκια, ξεχασμένο στοκ από την πραμάτεια ενός παλαιοπώλη, μπουκάλια γκαζόζας και Μαλαματίνας από τους μεσημεριανούς θαμώνες των παράπλευρων καφενείων και μια βιτρίνα με σαραπεντάρια του Καζαντζίδη και των Jam. Ο Νικήτας πίνει το κόκκινο κρασί του στη μέση του μπαρ και μου μιλάει για την Ικαρία, τα ψηλά κύματα και την αγριάδα των βουνών. Μιλάει σαν να ραπάρει, κινείται σαν ένα αγρίμι που είναι προστατευόμενο είδος. «Τώρα ετοιμάζω τον πρώτο μου αμιγώς χιπ-χοπ δίσκο. Ραπάρω περισσότερο, γιατί μου την "είπανε" για τους προηγούμενους δίσκους, ενώ έχω βάλει και στοιχεία ρέγκε και dubstep», μου λέει ενώ σπάει ένα τηλέφωνο με μύλο που αποτελεί το σκηνικό του εξωτερικού χώρου του Cantina Social. Το μαγαζί κλείνει 5 χρόνια φέτος τον Μάιο και ο Χρήστος, αυτός ο υπέροχος τύπος που έχει το μαγαζί (ίσως να είναι και ο πιο κουλ ιδιοκτή- της μπαρ που ξέρω), θέλει να τυπώσει ένα CD με τις επιλογές των DJs που παίζουν μουσική εδώ (αλλά θέλει να το βγάλει στο εμπόριο για να αποκτήσει μια πιο σοβαρή υπόσταση). Ο Νικήτας κινείται ασταμάτητα και μου λέει ότι βαριέται την πολλή ηχογραφημένη μουσική, μου εκθειάζει την Billy Holiday και τις μαύρες μουσικές αυτού του κόσμου. Και ύστερα είναι κι αυτή η γνωστή ιστορία που μια μέρα εμφανίστηκε στην πλατεία Συντάγματος και έκαψε το αμερικανικό διαβατήριό του. «Εγώ είμαι πιο λευκός κι από τους λευκούς, αλλά ακούω σχεδόν μόνο μαύρη μουσική. Ίσως έπαιξε ρόλο ότι η προγιαγιά μου ήταν μαύρη. Αλλά, όπως και να 'χει, μισώ τους Αμερικάνους». Τον θυμάμαι ένα αυγουστιάτικο βράδυ σε ένα παγανιστικό πανηγύρι στους Βρακάδες στην Ικαρία να παρατηρεί στις επτά το πρωί μια κοπέλα που είχε ανέβει σε μια συκιά και μάζευε μαυρόσυκα, ενώ το πρωινό ρετρό φως την έκανε να μοιάζει με ηρωίδα του Τζεφιρέλι. Ο Νικήτας δεν λέει πολλά. Όταν μιλάει είναι σαν να ραπάρει ακατέργαστα, όπως δεν κάνουν όσοι ράπερ βγαίνουν στα κανάλια και τα μπουζούκια και πουλάνε τον άγριο εαυτό τους. «Πάμε μέσα», μου λέει και χαϊδεύει τα ξανθά γένια του. Όλα είναι μια στατιστική. Λόγια, λόγια...

0

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

«Μα πώς γεμίζει αυτή η τρύπα;»: Πριν από 40 χρόνια, τα «Δυο Λουξ» ξάφνιασαν τα Χανιά

Θρυλικά Μπαρ / «Μα πώς γεμίζει αυτή η τρύπα;»: Πριν από 40 χρόνια, τα «Δυο Λουξ» ξάφνιασαν τα Χανιά

Ξέρετε πολλές τσαγερί που να έχουν εξελιχθεί σε ολοήμερα στέκια, να έχουν μισθώσει λεωφορεία για να δουν οι θαμώνες τους μια έκθεση σε άλλον νομό ή να βγάζουν μια βάρκα γεμάτη με μελομακάρονα για κέρασμα στον δρόμο; Και όμως, αυτό το μέρος υπάρχει και έχει ξενυχτήσει γενιές στο λιμάνι των Χανίων.
ΖΩΗ ΠΑΡΑΣΙΔΗ
Χταπόδι με σύκα: Μια για πολλούς άγνωστη και σίγουρα απρόσμενη συνταγή

Γεύση / Χταπόδι με σύκα: Μια για πολλούς άγνωστη και σίγουρα απρόσμενη συνταγή

«Όπου υπάρχουν συκιές, λίγο πιο πέρα αρχίζουν τα βότσαλα και μετά η Μεσόγειος και μετά το χταπόδι. Και κάπου, σ’ ένα πανηγυρικό τραπέζι, συναντώνται το χταπόδι και τα σύκα. Μαγειρεμένο το χταπόδι, μαγειρεμένα και τα λιόκαφτα, ξερά σύκα».
ΝΙΚΟΣ Γ. ΜΑΣΤΡΟΠΑΥΛΟΣ
Η ιεροτελεστία του πανηγυρικού πιλαφιού του Δεκαπενταύγουστου στο Καρπάθιο

Γεύση / Tα πιλάφια του Δεκαπενταύγουστου: Έτσι τιμούν τη μεγάλη γιορτή σε Κάσο και Κάρπαθο

Ακολουθώντας τελετουργικό χρόνων, στήνουν καζάνια πάνω σε φωτιές και φτιάχνουν πιλάφι, κρέας κοκκινιστό και τηγανητές πατάτες για να τιμήσουν τη μεγαλύτερη γιορτή του καλοκαιριού.
ΝΙΚΟΣ Γ. ΜΑΣΤΡΟΠΑΥΛΟΣ
Agora symi

Γεύση / Agora: Η πιο γραφική ανηφόρα της Σύμης οδηγεί σε μια κουζίνα με χαρακτήρα

Σε ένα μικρό μπαλκόνι με θέα τα παστέλ αρχοντικά της Σύμης, ο Χρήστος Σιδηρόπουλος σερβίρει μια ελληνική κουζίνα που συνομιλεί με το παρελθόν χωρίς να το αντιγράφει – μιλάει χαμηλόφωνα, αλλά ακούγεται καθαρά.
ΖΩΗ ΠΑΡΑΣΙΔΗ
Οι ανθοί της cucina povera

Γεύση / Κολοκυθανθοί: Τα λουλούδια της φτωχής αλλά σοφής κουζίνας

Τα άνθη που είτε βουτιούνται στο κουρκούτι είτε γίνονται τροφαντός ντολμάς κρύβουν φθαρτή ομορφιά και μεγάλη γευστική παράδοση — πολύ πριν ο οδηγός Michelin αναδείξει τάσεις σαν το zero waste και το «από το χωράφι στο τραπέζι».
ΝΙΚΟΣ Γ. ΜΑΣΤΡΟΠΑΥΛΟΣ
Αμπέλι, άστρα και συναίσθημα: Ο Θοδωρής Κοντογιάννης και η βιοδυναμική οινοποίηση

Το κρασί με απλά λόγια / Αμπέλι, άστρα και συναίσθημα: Ο Θοδωρής Κοντογιάννης και η βιοδυναμική οινοποίηση

Πώς επηρεάζει η αστρονομία τις καλλιεργητικές πρακτικές στο αμπέλι; Η Υρώ Κολιακουδάκη και ο Παναγιώτης Ορφανίδης σε μια συζήτηση με τον Θοδωρή Κοντογιάννη για τη σχέση του ανθρώπου με τη γη, την τεχνολογία και το κρασί, έξω από τα συνηθισμένα.
ΥΡΩ ΚΟΛΙΑΚΟΥΔΑΚΗ
Οι ιδιαίτερες γεύσεις του καλοκαιριού στο Αιγαίο

Γεύση / Σαρδέλες Καλλονής, Φούσκες, Σκίζα. Αυτή είναι η γεύση του Αιγαίου

Οι μένουλες Καρπάθου, το σπινιάλο Καλύμνου, η σκίζα της Μήλου και η μόστρα της Μυκόνου: Από τον ιωδιούχο αφρό του Αιγαίου ως τα μητάτα των Κυκλάδων, η γεύση του καλοκαιριού αποτυπώνεται σε προϊόντα που φέρουν την ιστορία και το φως των νησιών.
ΝΙΚΟΣ Γ. ΜΑΣΤΡΟΠΑΥΛΟΣ