Ο Σταμάτης Φασουλής στο γαλαξία του Τρίτου Στεφανιού

Ο Σταμάτης Φασουλής στο γαλαξία του Τρίτου Στεφανιού Facebook Twitter
Ογδόντα ρόλους από δύο μονολόγους έβγαλε ο Σταμάτης Φασουλής.
0


 

Τότε που πρωτοδιάβασα το Τρίτο Στεφάνι

Όταν πρωτοβγήκα στο θέατρο το 1972, στον Επιθεωρητή, βοηθός σκηνοθέτη ήταν ο Διαγόρας Χρονόπουλος. Είχαν έρθει κατά τη διάρκεια μιας πρόβας και τον συνέλαβαν για αντιδικτατορική δράση. Όταν βγήκε από τη φυλακή, μαζί με όλα τα κακά που έζησε εκεί, μου είπε ότι διάβαζαν για ανεξήγητους λόγους το Τρίτο Στεφάνι και μου το έδωσε. Ενθουσιάστηκα με το βιβλίο για τους ίδιους λόγους που είμαι ακόμα ενθουσιασμένος. Ήταν η πρώτη φορά που έβλεπες ένα κείμενο, στο οποίο η καθαρεύουσα, τα γαλλικά, η αργκό, το «γαμιέσαι», το απόσπασμα από ένα Λατίνο συγγραφέα γειτόνευε μ' ένα λαϊκό τραγούδι. Πρώτη φορά συνάντησα τέτοια πολυγλωσσία. Ήταν μια Ελλάδα που σπαρτάραγε μέσα από αυτήν τη γλώσσα. Δεν είχε σχέση με την ηθογραφία, αλλά είχε όλο το ήθος και το έθος των τότε Ελλήνων. Ενθουσιάστηκα τόσο πολύ που, επειδή γράφαμε τότε την πρώτη μας επιθεώρηση, το Και συ χτενίζεσαι, έγραψα ένα νούμερο, τη Σοφία, που ήταν ξεπατικωτούρα από τη Νίνα από το Τρίτο Στεφάνι. Ο Ταχτσής, όταν το κατάλαβε, χαμογέλασε...

Το 1972 έχει περάσει μόνο ένας χρόνος από την κυκλοφορία του έργου. Δεν το ξέρει κανείς. Είχε βγει το '62 και είχε πάει άπατο και το '71 επανεκδόθηκε . Μετά το '73 και το '74 το διάβασαν όλοι. Η Αριστερά δεν το είχε υποδεχθεί καλά και αυτή ήταν δυστυχώς και ευτυχώς που κρατούσε τα σκήπτρα της διανόησης. Είναι γνωστή η κουβέντα της Έλλης Αλεξίου: «Αν είναι δυνατόν να είναι μυθιστόρημα δύο γυναίκες που συζητούν πάνω από κάτι μπουγαδόνερα». Ενόχλησε και κάποιους καταξιωμένους συγγραφείς, το «μετερίζι» που δεν καλοείδε κάποιον που έρχεται από το πουθενά και τους ξεσηκώνει. Ο ίδιος ο Ταχτσής κιόλας ζει μια ζωή αρκετά ευάλωτη. Παρ' όλα αυτά, είναι τέτοιος ο θόρυβος που κάνει η ανάγνωσή του που δεν μπορεί να αφήσει αδιάφορο τον κόσμο. Θέματα που τα θεωρούσαμε ασήμαντα έγιναν πρωταγωνιστικά. Λέξεις που ήταν εν αχρηστία αποκτήσανε ξαφνικά το νόημά τους. Και μια φτήνια που υπάρχει δίπλα σε κάτι λαμπερό και που χαρακτηρίζει τον Έλληνα. Μια χυδαιότητα δίπλα στην άκρατη ποιητική διάσταση κάνει τη δική της «πρεμιέρα».

Η ελληνική κοινωνία δεν επέτρεπε τότε στον εαυτό της να φοβηθεί από τον καθρέφτη της. Ήταν υπεράνω. Νόμιζε πως ήταν ο διπλανός της που σκιτσάρεται. Σήμερα το έργο το βλέπω ως ένα διαστημικό ταξίδι στο παρελθόν. Ένα ταξίδι επιστημονικής φαντασίας στο παρελθόν για πράγματα που δεν ξέρουμε, που αγνοούμε. Τώρα γνωρίζουμε μόνο τα παιδικά και τα εγγόνια αυτών των αισθημάτων. Δεν θα την αναπαραστήσουμε την Ελλάδα ηθογραφικά. Δεν θα δείτε στη σκηνή κουρελούδες. Θα ήθελα, όμως, να πάμε πίσω στο χρόνο και να δούμε πώς ζούσε τότε ο κόσμος.

Η θεατρική μου «καθοδήγηση»

Αυτό το βιβλίο με σφράγισε σε όλες μου τις θεατρικές εκφράσεις. Αυτή την πανσπερμία γλώσσας τη χρησιμοποίησα και στη σκηνοθεσία και στο παίξιμο. Έχω πάντα στοιχεία επιθεωρησιακά, εξπρεσιονιστικά, νατουραλιστικά και ποιητικά. Γιατί έτσι ήταν το κείμενο. Η γλώσσα δεν ερχόταν στην υπηρεσία του συγγραφέα, αλλά του εκάστοτε αισθήματος. Αυτό είναι ένα μεγάλο άλμα που γίνεται στην ελληνική λογοτεχνία και στην ελληνική έκφραση. Η γλώσσα δεν είναι συγγραφική υπογραφή, είναι ανάλογα με το αίσθημα και το χαρακτήρα που υποβάλλει η σκηνή.

Ήταν τότε καθαρά προοδευτικό να διαβάζεις Ταχτσή. Μην κοιτάς τώρα που έχει ξεφτιλιστεί η λέξη. Τη θέση του προοδευτικού έχει πάρει το μεταμοντέρνο. Η Αθήνα σήμερα είναι προντεμοντέ. Έχει επέλθει μια ευζωία και μια συρρίκνωση εναλλαγής αισθημάτων που μπορεί να μεταλλαχθεί σε κάτι καλό. Αυτό που λέμε «τεχνολογία» μπορεί ακόμα τώρα να είναι κάτι ψυχρό, αλλά είναι τέτοιες οι ελευθερίες της που μπορεί να φέρει μια ποιοτική και ποιητική αλλαγή.

'Ηταν η πρώτη φορά που έβλεπες ένα κείμενο στο οποίο η καθαρεύουσα, τα γαλλικά, η αργκό, το "γαμιέσαι", το απόσπασμα από ένα Λατίνο συγγραφέα γειτόνευε μ' ένα λαϊκό τραγούδι.

Ο συγγραφέας και εγώ...

Τον Ταχτσή τον είχα συναντήσει δύο τρεις φορές κοινωνικά. Δεν ήταν φίλος μου. Δεν μπόρεσα να του δείξω τον ουσιαστικό θαυμασμό μου. Το έργο του νομίζω ότι τον ξεπέρασε. Τα έργα ξεπερνάνε τους συγγραφείς. Δεν με ενδιαφέρει ο συγγραφέας, με ενδιαφέρει το έργο του γιατί περιέχει και αυτόν και την προέκτασή του.

Και σήμερα θα ήταν μεγάλο σοκ ένας καταξιωμένος συγγραφέας να έχει διπλή ζωή το βράδυ. Αν και η κοινωνία στάθηκε αρκετά ανεκτική απέναντί του. Είχε μια προσωπική χάρη, ένα «στεφάνι φωτός» που τον έκανε να ξεπερνάει τον αντικρουόμενο χαρακτήρα του. Όπως είναι και το Τρίτο Στεφάνι. Αντικρουόμενες υποθέσεις. Εγώ το είχα συνυφάνει με τον ίδιο. Ήξερα από την αρχή ποιος είναι και τι κάνει. Μια έκπληξη και μια αμηχανία ένιωσα για το πώς θ' αντιμετωπίσω το βιβλίο. Και μετά το διαβάζω και με την πρώτη φράση «Που να μη σώσουν αυτοί που δεν με άφησαν να κάνω την έκτρωση» παθαίνω το δικό μου σοκ.

Ο Σταμάτης Φασουλής στο γαλαξία του Τρίτου Στεφανιού Facebook Twitter
Νένα Μεντή
Η παράσταση...

Δεν σταματάω ν' ανεβάζω ελληνικά έργα. Ακόμα και όταν κάνω ένα ξένο, δίπλα κάνω ένα ελληνικό. Το έχω για ρημάδι. Μου είναι πιο κατανοητό, αλλά έχει περισσότερες απαιτήσεις. Μου είναι τόσο παρήγορος, όμως, ο ήχος της ελληνικής φωνής. Δεν ξέρω τι στέκεται σήμερα θεατρικά. Δεν με ενδιαφέρει κιόλας. Ύστερα, πάντοτε αγαπούσα ό,τι δεν στέκεται. Δεν με ενδιέφερε ποτέ η κατάφαση και η παντογνωσία. Για μένα η τέχνη είναι ό,τι τελειώνει μ' ένα ερωτηματικό. Και όλο το έργο (Τρίτο Στεφάνι) τελειώνει μ' ένα ερωτηματικό. Μια αμφιβολία για τα πάντα. Σε κάθε σκηνή έχουμε ένα μότο: «Τι να 'κανα;» ρωτάει ο ήρωας. Είναι σαν να απευθύνεται στο κοινό. Κανείς δεν έχει να προτείνει μια λύση σε όλον αυτό τον κυκεώνα. Από τη μία το επίσημο κράτος και από την άλλη όλο αυτό το χαμαιτυπείο... Το «τι να 'κανα;» όταν είναι γνήσιο ερωτηματικό δεν είναι μια δικαιολογία. Γιατί εσύ πρέπει ν' απαντήσεις. Δεν υπάρχει, βέβαια, απάντηση. Γι' όλα φταίει ένα προσόν και συνάμα ελάττωμα που έχουμε: μια αβάσταχτη ελαφρότητα. Αβάσταχτη! Είναι αυτό που λέει ο Νίτσε: «Οι Έλληνες από την πολλή ελαφρότητα απέκτησαν μεγάλο βάθος». Χαρακτηρίζει και το Τρίτο Στεφάνι αυτό.

Οι μεταφορές μυθιστορημάτων στο θέατρο είναι κάτι που απεχθάνομαι...

Δεν είναι και από τα πιο εύκολα πράγματα που έχω κάνει στη ζωή μου. Δεν υπολόγισα μέσα στον ενθουσιασμό μου κάτι πάρα πολύ βασικό: ότι το έργο είναι δύο γυναικείοι μονόλογοι και πρέπει να γίνουν ογδόντα ρόλοι. Και ενώ ο μονόλογος, ο γυναικείος, με την επιλογή των λέξεων και το συντακτικό εκφράζει το χαρακτήρα, ο χαρακτήρας, όταν πρέπει να μιλήσει, τι γλώσσα θα έχει; Αυτό με σκότωσε, με κούρασε πάρα πολύ. Έφτασα σ' ένα σημείο που σχεδόν το μετάνιωσα. Αυτό που θέλω να κάνω είναι κάτι που δεν ενέκρινα ποτέ. Δε μου αρέσουν οι διασκευές μυθιστορημάτων. Και, παρ' όλα αυτά, επεδίωξα να γίνει. Είναι οι αντιφάσεις του ανθρώπου. Πώς το ζήτησα κάτι τέτοιο; Έλα, ντε! Είναι αυτό που λέει ο Προυστ «επεδίωξε να πεθάνει για μια γυναίκα που δεν ήταν καν ο τύπος του». Εγώ είμαι έτοιμος να πεθάνω καλλιτεχνικά για να γίνει ένα μυθιστόρημα θεατρικό έργο. Δεν θα το ξανακάνω. Αν αυτό μου έγινε βάσανο σε ένα έργο που το ξέρω όσο λίγα πράγματα στον κόσμο, καταλαβαίνεις τι θα σήμαινε να το κάνω σε ένα έργο που δεν το ξέρω τόσο καλά.

Το έργο το ζηλεύω πολύ. Δεν το φθονώ, όμως. Δεν έχω προσθέσει κανένα χαρακτήρα. Δεν έχω καμιά ιδιοκτησία πάνω στο έργο. Μόνο στην εφευρετικότητα να το μεταφέρω. Πολλές φορές, σε κρίση μεγαλομανίας, λέω πως τη μεταφορά που έχω κάνει εγώ δεν μπορεί να την κάνει κανείς. Σε σχέση με άλλο διασκευαστή, όχι με τον Ταχτσή. Γιατί έχω πιάσει έξι στοιχεία που είναι διάσπαρτα μέσα στο έργο, και τα έχω κάνει μια ατάκα.

Δεν ψάχνω ποτέ για αντιστοιχίες στο τότε και στο σήμερα μέσα στο έργο. Μου φαίνεται κωμικό και σχεδόν ερασιτεχνική άποψη πάνω στο θέατρο. Το δικό μου το μάτι είναι σημερινό. Το 1972 δεν ξέρω αν θα μπορούσα να το ανεβάσω καν. Δεν θα ήξερα καθόλου. Σήμερα το χέρι πηγαίνει μόνο του στην ανάπτυξη μιας φράσης Αστεία αστεία έχω γράψει 320 επιθεωρησιακά νούμερα. Τότε δεν θα ήξερα να συνδέσω δύο προτάσεις. Έχω παίξει και 60 έργα και ξέρω πια πώς να χρησιμοποιήσω τους ήρωες. Όπως και ο Ταχτσής παίρνει από όλα τα είδη της γλώσσας έτσι και εγώ παίρνω από όλα τα είδη του θεάτρου. Και μερικά είναι αρκετά τολμηρά. Αστικό θέατρο, μπρεχτικές αναζητήσεις, επιθεωρησιακές ατάκες, κωμικά πράγματα, όλα αυτά εναλλάσσονται όπως η γλώσσα στο στόμα των ηρώων. Πάντα, όμως, φοβάμαι μην ξεφύγω. Μέχρι την τελευταία ώρα. Αυτός ο φόβος είναι που σε κρατάει δίπλα στο έργο και δεν σε αφήνει να το παραμελήσεις.

Και μετά...

Μετά θα κάνω κάτι πολύ μικρό. Ένα μονόπρακτο για ένα μικρό θέατρο. Να ηρεμήσω λίγο.

0

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ο Σίμος Κακάλας ξορκίζει τα χάλια μας με μια κωμωδία γέλιου και αίματος

Θέατρο / Ο Σίμος Κακάλας ξορκίζει τα χάλια μας με μια κωμωδία γέλιου και αίματος

Τα «Κακά σκηνικά» είναι «μια κωμική κόλαση» αφιερωμένη στη ζοφερή ελληνική πραγματικότητα, μια απόδραση από τα χάλια της χώρας, του θεάτρου, του παγκόσμιου γεωπολιτικού γίγνεσθαι, ένα ξόρκι στην κατάθλιψη.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Χρήστος Παπαδόπουλος: «Κάθε μορφή τέχνης χρειάζεται το εσωτερικό βάθος»

Θέατρο / Χρήστος Παπαδόπουλος: «Mε αφορά πολύ το "μαζί"»

Το «τρομερό παιδί» από τη Νεμέα που συμπληρώνει φέτος δέκα χρόνια στη χορογραφία ανοίγει το φετινό 31ο Διεθνές Φεστιβάλ Χορού Καλαμάτας με τους Dance On Ensemble και το «Mellowing», μια παράσταση για τη χάρη και το σθένος της ωριμότητας.  
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Κάνεις χορό γιατί αυτή είναι η μεγάλη σου ανάγκη

Χορός / «Κάνουμε χορό γιατί αυτή είναι η μεγάλη μας ανάγκη»

Με αφορμή την παράσταση EPILOGUE, ο διευθυντής σπουδών της σχολής της Λυρικής Σκηνής Γιώργος Μάτσκαρης και έξι χορευτές/χορεύτριες μιλούν για το δύσκολο στοίχημα τού να ασχολείται κανείς με τον χορό στην Ελλάδα σήμερα.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Μαρία Κωνσταντάρου: «Ερωτεύτηκα αληθινά στα 58»

Οι Αθηναίοι / Μαρία Κωνσταντάρου: «Δεν παίζω πια γιατί δεν υπάρχουν ρόλοι για την ηλικία μου»

Μεγάλωσε χωρίς τη μάνα της, φώναζε «μαμά» μια θεία της, θυμάται ακόμα τις παιδικές της βόλτες στον βασιλικό κήπο. Όταν είπε πως θέλει να γίνει ηθοποιός, ο πατέρας της είπε «θα σε σφάξω». Η αγαπημένη ηθοποιός που έπαιξε σε μερικές από τις σημαντικότερες θεατρικές παραστάσεις αλλά και ταινίες της εποχής της είναι η Αθηναία της εβδομάδας.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ο Γιάννος Περλέγκας ανεβάζει τον «Κατσούρμπο» του Χορτάτση

Θέατρο / Γιάννος Περλέγκας: «Ο Κατσούρμπος μας είναι μια απόπειρα να γίνουμε πιο αθώοι»

Ο Γιάννος Περλέγκας σκηνοθετεί το έργο του Χορτάτση στο πλαίσιο του στο πλαίσιο του Κύκλου Ρίζες του Φεστιβάλ Αθηνών. Τον συναντήσαμε στις πρόβες όπου μας μίλησε για την αξία του Κρητικού συγγραφέα και του έργου του και την ανάγκη για περισσότερη λαϊκότητα στο θέατρο. Κάτι που φιλοδοξεί να μας δώσει με αυτό το ανέβασμα.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Βασίλης Παπαβασιλείου

Απώλειες / Βασίλης Παπαβασιλείου (1949-2025): Ένας σπουδαίος διανοητής του ελληνικού θεάτρου

«Αυτό, λοιπόν, το οφείλω στο θέατρο: τη σωτηρία από την κακομοιριά μου»: Ο σκηνοθέτης, μεταφραστής, ηθοποιός και δάσκαλος Βασίλης Παπαβασιλείου πέθανε σε ηλικία 76 ετών.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
ΕΠΕΞ ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΓΚΟΤΣΟΠΟΥΛΟΣ

Θέατρο / Δημήτρης Γκοτσόπουλος: «Ήμουν ένα αγρίμι που είχε κατέβει από τα βουνά»

Ο ταλαντούχος ηθοποιός φέτος ερμηνεύει τον Νεοπτόλεμο στον «Φιλοκτήτη» του Σοφοκλή. Πώς κατάφερε από ένα αγροτικό περιβάλλον να πρωταγωνιστήσει σε μεγάλες τηλεοπτικές επιτυχίες και γιατί πέρασε ένα ολόκληρο καλοκαίρι στην Πολύαιγο, διαβάζοντας «Βάκχες»;
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Γιάννης Χουβαρδάς: «Το κοινό που έρχεται να σε δει είναι ο καθρέφτης σου»

Θέατρο / Γιάννης Χουβαρδάς: «Το κοινό που έρχεται να σε δει είναι ο καθρέφτης σου»

Ο κορυφαίος Έλληνας σκηνοθέτης διασκευάζει φέτος τις τραγωδίες του Οιδίποδα σε ένα ενιαίο έργο και μιλά στη LiFO, για το πώς η μοίρα είναι μια παρεξηγημένη έννοια, ενώ σχολιάζει το αφήγημα περί «καθαρότητας» της Επιδαύρου, καθώς και τις ακραίες αντιδράσεις που έχει δεχθεί από το κοινό.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
ΓΙΑ 28 ΜΑΙΟΥ Elena Souliotis: Η Ελληνίδα που θα γινόταν η επόμενη Κάλλας 

Θέατρο / Elena Souliotis: Η Ελληνίδα που θα γινόταν η επόμενη Κάλλας 

Σαν σήμερα, το 1943, γεννήθηκε η Ελληνίδα σοπράνο που διέπρεψε για μια ολόκληρη δεκαετία στην Ευρώπη και την Αμερική, αλλά κάηκε εξαιτίας μιας σειράς ιδιαίτερα απαιτητικών ρόλων, τους οποίους ερμήνευσε πολύ νωρίς. Ο κόντρα τενόρος Άρης Χριστοφέλλης, ένας από τους λίγους στην Ελλάδα που γνωρίζουν σε βάθος την πορεία της, περιγράφει την άνοδο και την πτώση της.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Δημήτρης Καπουράνης: «Το αόρατο νήμα που ενώνει τα παιδιά μεταναστών είναι το πένθος»

Θέατρο / Δημήτρης Καπουράνης: «Το αόρατο νήμα που ενώνει τα παιδιά μεταναστών είναι το πένθος»

Από τους Αγίους Σαράντα της Αλβανίας μέχρι τη σκηνή του Εθνικού Θεάτρου, η ζωή του βραβευμένου ηθοποιού, τραγουδιστή και σεναριογράφου είναι μια διαρκής προσπάθεια συμφιλίωσης με την απώλεια. Η παράσταση «Μια άλλη Θήβα» τον καθόρισε, ενώ ο ρόλος του στο «Brokeback Mountain» τού έσβησε κάθε ομοφοβικό κατάλοιπο. Δηλώνει πως αυτό που τον ενοχλεί βαθιά είναι η αδράνεια απέναντι σε όσα συμβαίνουν γύρω μας.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Μιχαήλ Μαρμαρινός: Το έπος μάς έμαθε να αναπνέουμε ΟΙ ΥΠΟΛΟΙΠΟΙ ΑΡΚΕΤΟΙ ΤΙΤΛΟΙ ΣΤΟ ΤΕΛΟΣ

Θέατρο / Μιχαήλ Μαρμαρινός: «Από μια κοινωνία της αιδούς, γίναμε μια κοινωνία της ξεδιαντροπιάς»

Με τη νέα του παράσταση, ο Μιχαήλ Μαρμαρινός επιστρέφει στην Οδύσσεια και στον Όμηρο και διερευνά την έννοια της φιλοξενίας. Αναλογίζεται το «απύθμενο θράσος» της εποχής μας, εξηγεί τη στενή σχέση του έπους με το βίωμα και το θαύμα που χάσαμε και παραμένει σχεδόν σιωπηλός για τη νέα του θέση ως καλλιτεχνικός διευθυντής του Φεστιβάλ Αθηνών.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
13 λόγοι για να πάμε φέτος στο Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου

Θέατρο / 13 λόγοι για να πάμε φέτος στο Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου

Τέχνη με φαντασία, αστείρευτη δημιουργία, πρωτοποριακές προσεγγίσεις: ένα επετειακό, εορταστικό, πολυσυλλεκτικό πρόγραμμα για τα 70 χρόνια του Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου μέσα από 83 επιλογές από το θέατρο, τη μουσική και τον χορό.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Κυνηγώντας τον χαμένο χρόνο σε ένα έργο για την εξουσία

Θέατρο / «Δελφίνοι ή Καζιμίρ και Φιλιντόρ»: Ένα έργο για τη μόνιμη ήττα μας από τον χρόνο

Ο Θωμάς Μοσχόπουλος σκηνοθετεί και γράφει ένα έργο-παιχνίδι, εξετάζοντας τις σχέσεις εξουσίας, τον δημιουργικό αντίλογο και τη μάταιη προσπάθεια να ασκήσουμε έλεγχο στη ζωή.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
ΕΠΕΞ ΧΛΟΗ ΟΜΠΟΛΕΝΣΚΙ: Σκηνογράφος-ενδυματολόγος του θεάτρου και της όπερας

Οι Αθηναίοι / Χλόη Ομπολένσκι: «Τι είναι ένα θεατρικό έργο; Οι δυνατότητες που δίνει στους ηθοποιούς»

Ξεκίνησε την καριέρα της ως βοηθός της Λίλα ντε Νόμπιλι, υπήρξε φίλη του Γιάννη Τσαρούχη, συνεργάστηκε με τον Κάρολο Κουν και τον Λευτέρη Βογιατζή, δούλεψε με τον Φράνκο Τζεφιρέλι και, για περισσότερο από 20 χρόνια, με τον Πίτερ Μπρουκ. Η διεθνούς φήμης σκηνογράφος και ενδυματολόγος Χλόη Ομπολένσκι υπογράφει τα σκηνικά και τα κοστούμια στην «Τουραντότ» του Πουτσίνι και αφηγείται τη ζωή της στη LiFO.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ