Το τραμ με το όνομα «Πόθος»: κριτική της Λουίζας Αρκουμανέα

Το τραμ με το όνομα «Πόθος»: κριτική της Λουίζας Αρκουμανέα Facebook Twitter
Ο σκηνοθέτης φαίνεται πως προτίμησε τον δρόμο της λιτότητας και της «κανονικότητας», όσον αφορά την όψη και τη διαχείριση του υλικού του. Αφήνοντας στην άκρη ανούσια ευρήματα και αυτοσχεδιαστικά σκέρτσα, στράφηκε με προσοχή στο σύμπαν του έργου και στους ήρωες που το κατοικούν.
0

Γιατί είναι τόσο συγκλονιστική και ολέθρια η συνάντηση της Μπλανς με τον Στάνλεϊ; Ποιος είναι ο μηχανισμός που ενεργοποιείται όταν η ξεθωριασμένη, απελπισμένη, αλλά ερωτευμένη με την ποίηση γυναίκα εισβάλλει στο φτωχικό και καθόλου ποιητικό διαμέρισμα της αδερφής της και του συζύγου της, εκεί όπου ακόμη και οι γλόμποι κρέμονται γυμνοί από το ταβάνι;


Από το θρυλικό πρώτο ανέβασμα του έργου, το 1947 στο Μπρόντγουεϊ, έως σήμερα, οι μελετητές έχουν επιστρατεύσει πάσης φύσεως εργαλεία προκειμένου να ξεκλειδώσουν το μυστήριο του Λεωφορείου ο Πόθος. Όσοι από αυτούς εστιάζουν στην κοινωνική διάσταση του έργου βλέπουν στα πρόσωπα των δύο κεντρικών ηρώων τους φορείς μιας αναπότρεπτης ιστορικής εξέλιξης: το τέλος του αριστοκρατικού Νότου με το αμαρτωλό παρελθόν, όπως αυτό ενσαρκώνεται από την Μπλανς Ντιμπουά, από τη μία, και την επικράτηση του αφυπνισμένου προλεταριάτου, δηλαδή του Στάνλεϊ Κοβάλσκι, από την άλλη. «Μήπως μπαίνουμε στην εποχή του Στάνλεϊ;» αναρωτιόταν στις σημειώσεις του ο Ελία Καζάν, ο πρώτος –και επιδραστικότερος– σκηνοθέτης του έργου.

Ο Καζάν υπερασπίστηκε το δίκαιο του Στάνλεϊ, τον είδε ως θύμα που αναγκάζεται να αμυνθεί απέναντι σ' έναν απρόσμενο και επικίνδυνο εισβολέα: τη φαντασμένη, μυθομανή κουνιάδα του που έρχεται για να καταστρέψει επιδεικτικά την οικιακή και ερωτική ισορροπία του με τη Στέλλα. Σύντομα η Μπλανς θα έβρισκε τους δικούς της υπερασπιστές, με πρωτεργάτη τον σκηνοθέτη Χάρολντ Κλέρμαν, που αντέστρεψε ριζικά τα δεδομένα: ο Κλέρμαν αφηγήθηκε την ιστορία μιας ευαίσθητης, ντελικάτης γυναίκας που οδηγείται στην παράνοια από την κτηνώδη συμπεριφορά ενός εχθρικού περιβάλλοντος, βασικός εκπρόσωπος του οποίου είναι ο Στάνλεϊ Κοβάλσκι.

Παρόλο που καταβάλλεται φιλότιμη προσπάθεια από τη μεριά των συντελεστών και των ηθοποιών, δεν καταφέρνουμε να βιώσουμε τα έντονα, ανάμεικτα συναισθήματα που θα περιμέναμε να απελευθερώσει η συνάντησή μας με αυτούς τους βασανισμένους, γεμάτους πάθη ήρωες του Τένεσι Γουίλιαμς.

Άλλοι μελετητές προτίμησαν ως μοντέλο ερμηνείας του Λεωφορείου τον αρχετυπικό αγώνα μεταξύ απολλώνειου και διονυσιακού στοιχείου, με την καλλιεργημένη Μπλανς να ενσαρκώνει το πρώτο και τον ζωώδη Στάνλεϊ το δεύτερο, ενώ, αντίστοιχα, άλλοι αναγνώρισαν τη διαχρονική διαμάχη μεταξύ ευγενούς πνεύματος και φλεγόμενης σάρκας να διαδραματίζεται πάνω στα μουχλιασμένα πλακάκια των Κοβάλσκι.

Οι ψυχολογικές αναγνώσεις του Λεωφορείου, με τη σειρά τους, υποστήριξαν πως η αντιπαράθεση Μπλανς-Στάνλεϊ δεν είναι παρά η εξωτερικευμένη δραματοποίηση του αγώνα που πραγματοποιείται στο ίδιο το μυαλό της Μπλανς. Αποζητώντας απεγνωσμένα την ψυχική επαφή και την αγάπη, η Μπλανς επιδίδεται σε μαραθώνιο σωματικής σπατάλης, χρησιμοποιώντας το σεξ ως όπλο ενάντια στον θάνατο.


Η αδυναμία συμφιλίωσης του πόθου με την ποίηση, του «χαμηλού» με το «υψηλό», του ένδοξου παρελθόντος με το ταπεινό, απελπισμένο παρόν, προκαλεί τραγική ρωγμή στον ψυχισμό της. Αποξενωμένη από τον εαυτό της, η Μπλανς περιφέρεται αναζητώντας τον Χαμένο Παράδεισό της, τον οποίο ουδέποτε θα βρει, εφόσον αδυνατεί να γυρίσει πίσω τον χρόνο. Ζει, έτσι, ταυτόχρονα σε δύο διαστάσεις, της πραγματικότητας και των ψευδαισθήσεων, έως ότου η πρώτη τη συνθλίψει ανεπανόρθωτα και η δεύτερη την καταπιεί εντελώς.

Το τραμ με το όνομα «Πόθος»: κριτική της Λουίζας Αρκουμανέα Facebook Twitter
Καθίσταται γρήγορα φανερή η τεράστια προσπάθεια που έχει καταβάλει η ηθοποιός και ο τρόπος με τον οποίο μάχεται για την ηρωίδα της μέχρι τέλους στέκεται πραγματικά συγκινητικός. Όσο κι αν αγωνίζεται όμως, δεν καταφέρνει να εκπέμψει αληθινό σήμα κινδύνου.

Διαβάζοντας ότι ο Μιχαήλ Μαρμαρινός άλλαξε τον τίτλο του έργου, εγκατέλειψε δηλαδή το «λεωφορείο» των Γκάτσου-Βολανάκη-Οικονομόπουλου (που ήταν οι αρχικοί μεταφραστές του έργου στην Ελλάδα) για να ανέβει στο ακριβέστερο ιστορικά «τραμ», περίμενα ότι η παράσταση θα διεπόταν από έντονη διάθεση ρεβιζιονισμού και επανεξέτασης των δεδομένων. Ο σκηνοθέτης, όμως, φαίνεται πως προτίμησε τον δρόμο της λιτότητας και της «κανονικότητας», όσον αφορά την όψη και τη διαχείριση του υλικού του. Αφήνοντας στην άκρη ανούσια ευρήματα και αυτοσχεδιαστικά σκέρτσα, στράφηκε με προσοχή στο σύμπαν του έργου και στους ήρωες που το κατοικούν.


Από αυτούς, μεγαλύτερη βαρύτητα έδωσε στην Μπλανς της Μαρίας Ναυπλιώτου. Καθίσταται γρήγορα φανερή η τεράστια προσπάθεια που έχει καταβάλει η ηθοποιός και ο τρόπος με τον οποίο μάχεται για την ηρωίδα της μέχρι τέλους στέκεται πραγματικά συγκινητικός. Όσο κι αν αγωνίζεται όμως, δεν καταφέρνει να εκπέμψει αληθινό σήμα κινδύνου. Όσο κι αν πασχίζουμε, δεν μπορούμε να ξεπεράσουμε την αίσθηση ότι βλέπουμε μια νέα, δυνατή γυναίκα στα καλύτερά της: συμπαγής και αγέρωχη, αλλάζοντας τη μία χολιγουντιανή τουαλέτα μετά την άλλη, η Ναυπλιώτου εκπέμπει υγεία και λάμψη.

Κι ενώ έχει στιγμές ευάλωτης γλυκύτητας, όταν π.χ. ο Στάνλεϊ της δίνει «δώρο» για τα γενέθλιά της κι εκείνη καταπίνει ανυποψίαστη το δόλωμα, σε γενικές γραμμές ουδόλως εκθέτει τις ρωγμές ενός πλάσματος σπασμένου εσωτερικά ή εύθραυστου. Φευγαλέα ίσως εισπράττουμε μια τέτοια αίσθηση στο τέλος, όταν η Μπλανς ετοιμάζεται να κατέβει στην πλατεία και αρχίζει να μιλάει «σαλεμένη» στους θεατές, είναι όμως πολύ αργά, η σκηνή μετέωρη, το συναίσθημα αβέβαιο, και η βασική εντύπωση δεν προλαβαίνει να ανατραπεί.


Επιπλέον, η πρόσχαρη και καλοπροαίρετη Μπλανς της Ναυπλιώτου δεν αφήνει να φανεί η πιο σκοτεινή πλευρά της ηρωίδας: της χειριστικής γυναίκας που φλερτάρει επικίνδυνα με τον άνδρα της αδερφής της, που λέει συνεχώς ψέματα, και που στο παρελθόν φέρθηκε με εκούσια σκληρότητα στον νεαρό σύζυγό της. Δεν έχει νόημα να εξιδανικεύουμε την Μπλανς, είναι «τέρας» όσο είναι και «θύμα», και αυτή η πολυπλοκότητα απουσιάζει από την παράσταση.

Αν εξαιρέσουμε μερικές στιγμές τρυφερότητας με τη σύντροφό του, ο Στάνλεϊ του Χάρη Φραγκούλη εμφανίζεται κυρίως ως ένας εκνευρισμένος νεαρός άνδρας που σπεύδει να κατεβάσει με το «καλημέρα» τα παντελόνια του για ν' αποδείξει την αρσενική κυριαρχία του. Το cool αυτό αγόρι, που παραμένει συμπαθές ό,τι κι αν κάνει –ακόμη κι όταν γραπώνει εφετζίδικα τα πλαστικά μπουκαλάκια που του πετούν και τ' ανοίγει με τα δόντια–, δεν συνιστά ουσιαστική απειλή για την Μπλανς της Ναυπλιώτου: ουδέποτε δηλαδή αισθανόμαστε ότι η ηρωίδα κινδυνεύει αληθινά απ' αυτόν και, ως εκ τούτου, στη σκηνή του βιασμού ο Στάνλεϊ καταλήγει να μασουλάει τα πούπουλα της ρόμπας της. Δεν υπάρχει καμία ερωτική ένταση ανάμεσά τους, καμία χημεία. Έτσι, χωρίς την ηλεκτρομαγνητική δύναμη του σεξ, το Τραμ δυσκολεύεται να προχωρήσει.

Το τραμ με το όνομα «Πόθος»: κριτική της Λουίζας Αρκουμανέα Facebook Twitter
Συμπαθής η Θεοδώρα Τζήμου ως Στέλλα, πώς μπορεί όμως ένα ανήσυχο ξωτικό που «πεταρίζει» πέρα-δώθε στην ομολογουμένως μεγάλη σκηνή του Δημοτικού Θεάτρου να πείσει για τη γήινη πλευρά της ηρωίδας της;


Συμπαθής η Θεοδώρα Τζήμου ως Στέλλα, πώς μπορεί όμως ένα ανήσυχο ξωτικό που «πεταρίζει» πέρα-δώθε στην ομολογουμένως μεγάλη σκηνή του Δημοτικού Θεάτρου να πείσει για τη γήινη πλευρά της ηρωίδας της; Παρ' όλα αυτά, η σκηνή του τσακωμού της με τον Στάνλεϊ-Φραγκούλη αποδεικνύεται από τις καλύτερες της παράστασης, μία από τις ελάχιστες στιγμές όπου δραστηριοποιούμαστε συναισθηματικά.

Ο Μιτς του Άγγελου Τριανταφύλλου, ένας χαριτωμένος Γκούφι που δεν βγάζει ποτέ «δόντια»: όταν ο ήρωας λέει απαξιωτικά στην Μπλανς «δεν είσαι αρκετά τίμια για να σε πάρω στο σπίτι της μάνας μου», η φράση πρέπει κανονικά να προκαλεί ανατριχίλα από τη φρίκη της μικροαστικής υποκρισίας και στενομυαλιάς που εκπέμπει.

Η παράσταση με το άχαρο όνομα και τη μεγάλη διάρκεια διαθέτει, τέλος, μερικά ωραία ευρήματα, με κορυφαίο το γδύσιμο του γλόμπου από το χάρτινο καπελάκι του: η πράξη αυτή, που προκαλεί κάθε φορά την υστερική αντίδραση της Μπλανς, συνιστά ένα ευφυές σχόλιο πάνω στο δίπολο ψευδαίσθηση-πραγματικότητα και σε όσα παθαίνουμε όταν χάσουμε βιαίως την πρώτη και αναγκαστούμε ν' αντιμετωπίσουμε τη δεύτερη.

Μέσα από τη συνοδεία μπλουζ ήχων, τους οποίους παράγουν οι ηθοποιοί ζωντανά επί σκηνής, το Τραμ φιλοδοξεί να ενσταλάξει μια μελαγχολική διάθεση στην ψυχή του θεατή. Στην πραγματικότητα, παρόλο που καταβάλλεται φιλότιμη προσπάθεια από τη μεριά των συντελεστών και των ηθοποιών, δεν καταφέρνουμε να βιώσουμε τα έντονα, ανάμεικτα συναισθήματα που θα περιμέναμε να απελευθερώσει η συνάντησή μας με αυτούς τους βασανισμένους, γεμάτους πάθη ήρωες του Τένεσι Γουίλιαμς.

 

Ιnfo:

Το τραμ με το όνομα «Πόθος»

Σκηνοθεσία: Μιχαήλ Μαρμαρινός

Μουσική: Άγγελος Τριανταφύλλου

Φωτισμοί: Γιάννης Δρακουλαράκος

Βοηθοί σκηνοθέτη: Ηλιάνα Καλαδάμη, Μαριλένα Κατρανίδου

Παίζουν: Μαρία Ναυπλιώτου, Χάρης Φραγκούλης, Θεοδώρα Τζήμου, Άγγελος Τριανταφύλλου, Ευαγγελία Καρκατσάνη, Αdrian Frieli

Δημοτικό Θέατρο Πειραιά, Ηρώων Πολυτεχνείου 32, Τηλ.: 210 4143310

Ημέρες και ώρες παραστάσεων: Τετάρτη, Πέμπτη, Παρασκευή 20:30, Σάββατο 18:00 & 21:00, Κυριακή 19:00

Τιμές εισιτηρίων: Διακεκριμένη: €30, Α' Ζώνη: €25 / Φοιτητικό-Ανέργων: €20, B' Ζώνη: €20 / Φοιτητικό-Ανέργων: €15, Γ' Ζώνη: €15 / Φοιτητικό-Ανέργων: €10

Θέατρο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ένα δώρο που άργησε να φτάσει

Θέατρο / «Κοιτάξτε πώς φέρονταν οι αρχαίοι στους ξένους! Έτσι πρέπει να κάνουμε κι εμείς»

Ένα δώρο που έφτασε καθυστερημένα, μόλις είκοσι λεπτά πριν το τέλος της παράστασης - Κριτική της Λουίζας Αρκουμανέα για το «ζ-η-θ, ο Ξένος» σε σκηνοθεσία Μιχαήλ Μαρμαρινού.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
Η Κασσάνδρα της Έβελυν Ασουάντ σημάδεψε το φετινό καλοκαίρι

Θέατρο / Η Κασσάνδρα της Έβελυν Ασουάντ σημάδεψε την «Ορέστεια»

Η «Ορέστεια» του Θεόδωρου Τερζόπουλου συζητήθηκε όσο λίγες παραστάσεις: ενθουσίασε, προκάλεσε ποικίλα σχόλια και ανέδειξε ερμηνείες υψηλής έντασης και ακρίβειας. Ξεχώρισε εκείνη της Έβελυν Ασουάντ, η οποία, ως Κασσάνδρα, ερμήνευσε ένα αραβικό μοιρολόι που έκανε πολλούς να αναζητήσουν το όνομά της. Το φετινό καλοκαίρι, η παράσταση επιστρέφει στη Θεσσαλονίκη, στους Δελφούς και στο αρχαίο θέατρο Φιλίππων.
M. HULOT
Η Λίνα Νικολακοπούλου υπογράφει και σκηνοθετεί τη μουσικοθεατρική παράσταση «Χορικά Ύδατα»

Θέατρο / «Χορικά Ύδατα»: Ο έμμετρος κόσμος της Λίνας Νικολακοπούλου επιστρέφει στη σκηνή

Τραγούδια που αποσπάστηκαν από το θεατρικό τους περιβάλλον επιστρέφουν στην πηγή τους, σε μια σκηνική τελετουργία γεμάτη εκπλήξεις που φωτίζει την τεράστια καλλιτεχνική παρακαταθήκη της στιχουργού.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
«Το ημέρωμα της στρίγγλας»: Ήταν ο Σαίξπηρ μισογύνης;

The Review / «Το ημέρωμα της στρίγγλας»: Ήταν ο Σαίξπηρ μισογύνης;

Γιατί εξακολουθεί να κερδίζει το σύγχρονο κοινό η διάσημη κωμωδία του Άγγλου βάρδου κάθε φορά που ανεβαίνει στη σκηνή; Ο Χρήστος Παρίδης και η Βένα Γεωργακοπούλου συζητούν με αφορμή την παράσταση που σκηνοθετεί η Εύα Βλασσοπούλου.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
«Darkest White»: Ένα σύμπαν που εξερευνά την ανθεκτικότητα και τη δύναμη της γυναίκας 

Θέατρο / «Darkest White»: Ο εμφύλιος από την πλευρά των χαμένων

Το έργο της Δαφίν Αντωνιάδου που θα δούμε στο Φεστιβάλ Αθηνών, εξερευνά μέσω προσωπικών και ιστορικών αναμνήσεων και μέσα από την ανθεκτικότητα και τη δύναμη της γυναικείας παρουσίας, ιστορίες εκτοπισμού και επιβίωσης. 
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Beytna: Μια παράσταση χορού που είναι στην ουσια ένα τραπέζι με φίλους

Φεστιβάλ Χορού Καλαμάτας / Beytna: Μια παράσταση χορού που είναι στην ουσία ένα τραπέζι με φίλους

Ο σπουδαίος λιβανέζος χορευτής και χορογράφος Omar Rajeh, επιστρέφει με την «Beytna», μια ιδιαίτερη περφόρμανς με κοινωνικό όσο και γαστριμαργικό αποτύπωμα, που θα παρουσιαστεί στο πλαίσιο του φετινού 31ου Διεθνούς Φεστιβάλ Χορού Καλαμάτας.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Η νύφη και το «Καληνύχτα, Σταχτοπούτα»

Θέατρο / Η Καρολίνα Μπιάνκι παίρνει το ναρκωτικό του βιασμού επί σκηνής. Τι γίνεται μετά;

Μια παράσταση-περφόρμανς που μέσα από έναν εξαιρετικά πυκνό και γοητευτικό λόγο, ένα κολάζ από εικόνες, αναφορές, εξομολογήσεις, όνειρα και εφιάλτες μάς κάνει κοινωνούς μιας ακραίας εμπειρίας, χωρίς να σοκάρει.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
Ακούγεσαι Λυδία, Ακούγεσαι ίσαμε το στάδιο

Επίδαυρος / «Ακούγεσαι, Λυδία, ίσαμε το στάδιο ακούγεσαι»

Κορυφαίο πρόσωπο του αρχαίου δράματος, συνδεδεμένη με εμβληματικές παραστάσεις, ανατρέχει σε δεκαπέντε σταθμούς της καλλιτεχνικής της ζωής στην Επίδαυρο και αφηγείται προσωπικές ιστορίες, επιτυχίες και ματαιώσεις, εξαιρετικές συναντήσεις και συνεργασίες, σε μια πορεία που αγγίζει τις πέντε δεκαετίες.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ο Ούρλιχ Ράσε και το παρασκήνιο της ιστορίας της Ισμήνης

Θέατρο / Η σκηνή του Ούρλιχ Ράσε στριφογύριζε - και πέταξε έξω την Ισμήνη

Στην παράσταση που άνοιξε την Επίδαυρο, ο Γερμανός σκηνοθέτης επέλεξε να ανεβάσει μια Αντιγόνη χωρίς Ισμήνη. Η απομάκρυνση της Κίττυς Παϊταζόγλου φωτίζει τις λεπτές –και άνισες– ισορροπίες εξουσίας στον χώρο του θεάτρου.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ο Θάνος Παπακωνσταντίνου μέσα στη γοητεία και στον τρόμο του Δράκουλα

Πρώτες Εικόνες / Dracula: Η υπερπαραγωγή που έρχεται το φθινόπωρο στην Αθήνα

Ο Θάνος Παπακωνσταντίνου μιλά αποκλειστικά στη LiFO για την πιο αναμενόμενη παράσταση της επερχόμενης σεζόν, για τη διαχρονική γοητεία του μύθου που φαντάστηκε ο Μπραμ Στόκερ στα τέλη του 19ου αιώνα, για το απόλυτο και το αιώνιο μιας ιστορίας που, όπως λέει, τον «διαλύει».
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ερωτευμένος με τον Κρέοντα

Θέατρο / Ο Rasche αγάπησε τον Κρέοντα περισσότερο από την Αντιγόνη

«Η εκφορά του λόγου παραδίδεται αμαχητί σε μια άκρατη δραματικότητα, σε ένα υπερπαίξιμο, σε μια βεβιασμένη εμφατικότητα, σε έναν στόμφο παλιακό που θα νόμιζε κανείς πως έχει εξαλειφθεί πλέον. Η σοβαροφάνεια σε όλο το (γοερό) μεγαλείο της». Έτσι ξεκίνησε φέτος η Επίδαυρος.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
Πολεμικοί Ανταποκριτές: Ψάχνοντας την αλήθεια μέσα στο ζόφο του πολέμου

Θέατρο / Πολεμικοί Ανταποκριτές: Ψάχνοντας την αλήθεια μέσα στον ζόφο του πολέμου

Σε μια περίοδο που ο πόλεμος αποτελεί βασικό συστατικό της καθημερινότητάς μας, μια παράσταση εξετάζει όσα μεσολαβούν μεταξύ γεγονότος και πληροφορίας και πώς διαμορφώνουν την τελική καταγραφή και την ιστορική μνήμη.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Η τραγική ιστορία και η άγρια δολοφονία μιας θαρραλέας περφόρμερ

Θέατρο / Η τραγική ιστορία και η άγρια δολοφονία μιας θαρραλέας περφόρμερ

Όταν η Πίπα Μπάκα ξεκίνησε να κάνει oτοστόπ από την Ιταλία για να φτάσει στην Ιερουσαλήμ δεν φαντάστηκε ότι αυτό το ταξίδι-μήνυμα ειρήνης θα κατέληγε στον βιασμό και τη δολοφονία της. Mια παράσταση που θα δούμε στο Φεστιβάλ Αθηνών αναφέρεται στην ιστορία της.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ο Σίμος Κακάλας ξορκίζει τα χάλια μας με μια κωμωδία γέλιου και αίματος

Θέατρο / Ο Σίμος Κακάλας ξορκίζει τα χάλια μας με μια κωμωδία γέλιου και αίματος

Τα «Κακά σκηνικά» είναι «μια κωμική κόλαση» αφιερωμένη στη ζοφερή ελληνική πραγματικότητα, μια απόδραση από τα χάλια της χώρας, του θεάτρου, του παγκόσμιου γεωπολιτικού γίγνεσθαι, ένα ξόρκι στην κατάθλιψη.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Χρήστος Παπαδόπουλος: «Κάθε μορφή τέχνης χρειάζεται το εσωτερικό βάθος»

Θέατρο / Χρήστος Παπαδόπουλος: «Mε αφορά πολύ το "μαζί"»

Το «τρομερό παιδί» από τη Νεμέα που συμπληρώνει φέτος δέκα χρόνια στη χορογραφία ανοίγει το φετινό 31ο Διεθνές Φεστιβάλ Χορού Καλαμάτας με τους Dance On Ensemble και το «Mellowing», μια παράσταση για τη χάρη και το σθένος της ωριμότητας.  
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Κάνεις χορό γιατί αυτή είναι η μεγάλη σου ανάγκη

Χορός / «Κάνουμε χορό γιατί αυτή είναι η μεγάλη μας ανάγκη»

Με αφορμή την παράσταση EPILOGUE, ο διευθυντής σπουδών της σχολής της Λυρικής Σκηνής Γιώργος Μάτσκαρης και έξι χορευτές/χορεύτριες μιλούν για το δύσκολο στοίχημα τού να ασχολείται κανείς με τον χορό στην Ελλάδα σήμερα.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Μαρία Κωνσταντάρου: «Ερωτεύτηκα αληθινά στα 58»

Οι Αθηναίοι / Μαρία Κωνσταντάρου: «Δεν παίζω πια γιατί δεν υπάρχουν ρόλοι για την ηλικία μου»

Μεγάλωσε χωρίς τη μάνα της, φώναζε «μαμά» μια θεία της, θυμάται ακόμα τις παιδικές της βόλτες στον βασιλικό κήπο. Όταν είπε πως θέλει να γίνει ηθοποιός, ο πατέρας της είπε «θα σε σφάξω». Η αγαπημένη ηθοποιός που έπαιξε σε μερικές από τις σημαντικότερες θεατρικές παραστάσεις αλλά και ταινίες της εποχής της είναι η Αθηναία της εβδομάδας.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ