Λίγες μέρες στο νησί που γεννήθηκες. Δεν παίρνεις το αυτοκίνητο για τα βουνά, τις ερημιές που σ' αρέσουν. Κάτι έχει αλλάξει φέτος. Κάθεσαι μέσα και διαβάζεις. Και δεν είναι ένα από τα συνηθισμένα σκαμπανεβάσματα της ζωής - που άλλοτε σε σπρώχνει στη δράση κι άλλοτε στη σιωπή. Είναι ένα defragmentation που κάνεις στον κόσμο και τον εαυτό σου. Το βράδυ, που κλείνεις το παράθυρο, μερικές φορές βλέπεις τα άστρα καθαρά -οι Πλειάδες που δεν άφηναν τη Σαπφώ να κοιμηθεί - είσαι πάλι χαμένος κάτω από τη μακρινή τους λάμψη.
Δεν είσαι ακριβώς συγκινημένος, ούτε το μπούνκερ -το παιδικό σου δωμάτιο- σού ανακαλεί ωραίες μνήμες. Σπανίως σκέφτεσαι τα παιδικά Χριστούγεννα. Κι όποτε αναρωτιέσαι πού πήγε η παιδική λαχτάρα κάτω από το δέντρο, μέσα σου βρίσκεις μόνο τη στωική «αθαυμαστία», το nil admirari του Κικέρωνα. Το θαύμα έχει σπάσει - παιχνίδι που έπεσε από τα χέρια μας - στέκεσαι ψιλοψύχραιμος μπροστά στις σκόρπιες βίδες. Αλλά αυτό έχει συμβεί προ πολλού!
Είναι τόσο όμορφο το νησί σου! Τα κυπαρίσσια της Αναφωνήτρας στη βροχή, η θάλασσα που σπάει στα θεόρατα βράχια της δυτικής ακτής, τα βρεγμένα λιβάδια στο Κανόνι. Βλέπεις τις ωραίες εικόνες, γνωρίζοντας πως αρκετά χάρηκες τον ανθό χωρίς ρίζα, αρκετά αυτοσχεδίασες –πρέπει να ντύνεσαι καλά αν θες να ανέβεις στα βουνά.
Για να γίνω σαφής: όταν είμαστε παιδιά, ο κόσμος είναι ένα όλον, ηρωικό και θαυμαστό, με αρχή μέση και τέλος -κάτι σαν τον κόσμο του Ομήρου. Το χέρι μας το κινεί κάποιος θεός, ή ο μπαμπάς μας -διχασμός κανένας. Μετά μεγαλώνουμε: ο κόσμος σπάει, ο μπαμπάς πεθαίνει, προσωπικότητα και μοναξιά αναδύονται αλληλένδετες, υπάρχουν πράγματα που γίνονται και πράγματα που δεν γίνονται, γεννιέται μια ένταση μέσα μας που δεν ησυχάζει ποτέ - όπως η θάλασσα. Δεν είμαστε μέρος ενός θαύματος, αλλά μια μονάδα θνητή –τελεία και πάυλα.
Τότε είναι η στιγμή της απόφασης. Η επιλογή του τρόπου που θα ζήσεις, οι αξίες που θα ακολουθήσεις, ο ορισμός των κανόνων βάσει των οποίων θα συμπεριφερθείς. Είναι η στιγμή της ενηλικίωσης.
Αυτές τις μέρες, τις ψυχρές και καθαρές, που ζεις με τα ελάχιστα και κουβεντιάζεις για την Κρίση με μια αγράμματη γειτόνισσα, συνειδητοποιείς λοιπόν ότι εσύ, αυτήν την απόφαση δεν την έχεις πάρει ακόμα με τρόπο οριστικό. Από υπολογισμό κατ' αρχήν (θέλεις και την έξω λάμψη και τη μέσα φωτιά), από καθήλωση σε κάτι εφηβικό έπειτα (έχεις αγαπήσει τα κουσούρια σου και χαίρεσαι την ανευθυνότητά σου).
Αλλά κάτι δεν δουλεύει πια! Αν και απέφευγες να επιλέξεις τρόπο και στρατόπεδο - επέλεξε η ζωή για σένα. Βλέπεις πια ποιός είσαι και πού στέκεσαι. Κυρίως, μετράς τους φίλους που έθαψες, και συνειδητοποιείς ότι δεν έχεις άλλο χρόνο για χαιδέματα.
Τώρα εσύ έχεις τα κλειδιά της γιορτής. Εσύ πρέπει να φέρεις τα μελομακάρονα στο σπίτι. Εσύ να πείς στα παιδάκια το παραμύθι με τα δώρα. Σού φάινεται μπελάς, αλλά πρέπει να το κάνεις.
Δεν είναι λόγος να μελαγχολείς, ή να σιχτιρίζεις- αντιθέτως. «Ενώ μπαίνουμε στα ίδια ποτάμια, τρέχει συνεχώς διαφορετικό νερό» -το είπε κι ο Ηράκλειτος. Ακόμα και σε αυτό το επεισόδιο (το τελικό), η ζωή σου μπορεί να γίνει κάτι κυριολεκτικά ανεπανάληπτο.
Πλύσου, ξυρίσου, ντύσου -και πήγαινε στο τραπέζι.
Ευτυχισμένο το 2012!