ΣΤΗΝ ΠΡΟΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΘΕΣΗ της ημερήσιας διάταξης στο δημοτικό συμβούλιο της περασμένης Δευτέρας μπήκε το θέμα της εκμίσθωσης σε ιδιώτη του Αναπαυτηρίου μέσω πλειοδοτικού διαγωνισμού, γεγονός που δημιουργεί εύλογα τη σκέψη ότι ο δήμος επιδίωξε να περάσει «χαμηλά» το ζήτημα και την επιλογή του για το μέλλον του κτιρίου, που αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα του εμβληματικού έργου του Δημήτρη Πικιώνη, το οποίο έχει κηρυχθεί ιστορικό διατηρητέο μνημείο και έργο τέχνης.
Παρότι η διοίκηση του κεντρικού δήμου επιμένει δημόσια ότι η συμμετοχή των πολιτών και η ανοιχτή διαβούλευση αποτελούν κεντρικούς άξονες της πολιτικής του, με τον δήμαρχο Αθηναίων, Χάρη Δούκα, να δηλώνει ότι «με τη συμμετοχή των πολιτών, αλλάζουμε την πόλη» και να υπογραμμίζει σε παρεμβάσεις του τη σημασία της «συνδιαμόρφωσης» στις αποφάσεις του δήμου, η συγκεκριμένη απόφαση για το μέλλον του Αναπαυτηρίου ελήφθη ερήμην συλλογικοτήτων που έχουν δώσει μάχες για την περιοχή, όπως η Κίνηση Πολιτών Φιλοπάππου, και κυρίως χωρίς να ζητηθεί η γνώμη της ΑΜΚΕ «Δημήτρης Πικιώνης», με πρόεδρο την Αγνή Πικιώνη.
Σε πλήρη αντίθεση με τη λύση που είχε προκρίνει η διοίκηση Μπακογιάννη, δηλαδή την αποκατάσταση και αξιοποίηση του Αναπαυτηρίου από τον ίδιο τον δήμο, η πρόταση της διοίκησης Δούκα μεταφέρει πλέον την ευθύνη σε ιδιώτη, ο οποίος θα αναλάβει τόσο την επένδυση όσο και την αποκατάσταση του μνημείου.
Η ΑΜΚΕ, που έχει συσταθεί για τη μελέτη, την προστασία, την ανάδειξη και τη συντήρηση του έργου του σπουδαίου αρχιτέκτονα, υποστηρίζει σταθερά ότι το Συγκρότημα Αναπαυτηρίου και Εκκλησίας Αγίου Δημητρίου Λουμπαρδιάρη αποτελεί ενιαίο υποσύνολο του συνολικού έργου των διαμορφώσεων και είναι το τμήμα που έχει υποστεί τις μεγαλύτερες αλλοιώσεις, επεκτάσεις και παρεμβάσεις στο πέρασμα των χρόνων. Επομένως, τονίζει πως πρώτα πρέπει να γίνει η πλήρης αποκατάσταση του συνόλου στην αρχική του μορφή και στη συνέχεια θα πρέπει να αναζητηθεί η κατάλληλη χρήση που θα σέβεται το μνημειακό σύνολο.
Από τη δεκαετία του ’60, όταν το Αναπαυτήριο εκμισθώθηκε από τον ΕΟΤ, στον οποίο ανήκε και η ευθύνη της διαχείρισής του, το μνημείο του Πικιώνη έχει υποστεί σοβαρές αλλοιώσεις. Κατά τις δεκαετίες της εκμίσθωσής του έγιναν εκτεταμένες αυθαίρετες παρεμβάσεις που παραμόρφωσαν την αρχική αρχιτεκτονική και επηρέασαν ακόμη και τον προστατευόμενο περιβάλλοντα αρχαιολογικό χώρο. Η αντικατάσταση υλικών, οι άτυπες επεκτάσεις και οι πρόχειρες κατασκευές αλλοίωσαν τον χαρακτήρα του συγκροτήματος και κακοποίησαν το μνημείο, το οποίο από το 2005 παραμένει εγκαταλελειμμένο.
Επί δημαρχίας Κώστα Μπακογιάννη, το Αναπαυτήριο μεταβιβάστηκε στον δήμο Αθηναίων από την Εταιρεία Δημοσίων Ακινήτων (ΕΤΑΔ), που είναι μια θυγατρική του Υπερταμείου στην οποία έχει περιέλθει η περιουσία του ΕΟΤ.
Σύμφωνα με τον πρώην δήμαρχο, ο δήμος Αθηναίων θα αναλάμβανε την αποκατάσταση, τη συντήρηση και την προστασία του χώρου. Στόχος ήταν να λειτουργήσει εκ νέου ως χώρος αναψυχής και ανάπαυσης για τους επισκέπτες του λόφου Φιλοπάππου. Με βάση τη σύμβαση, η ΕΤΑΔ εκμίσθωσε το Αναπαυτήριο στον δήμο Αθηναίων για 20 χρόνια.
Σε πλήρη αντίθεση με τη λύση που είχε προκρίνει η διοίκηση Μπακογιάννη, δηλαδή την αποκατάσταση και αξιοποίηση του Αναπαυτηρίου από τον ίδιο τον δήμο, η πρόταση της διοίκησης Δούκα μεταφέρει πλέον την ευθύνη σε ιδιώτη, ο οποίος θα αναλάβει τόσο την επένδυση όσο και την αποκατάσταση του μνημείου.
Ο Παναγιώτης Χαρλαύτης, αντιδήμαρχος Παιδείας, Ψηφιακής Διακυβέρνησης, Περιουσίας και Δόμησης, εισηγητής της πρότασης στο δημοτικό συμβούλιο, μίλησε για «ένα ακίνητο» για το οποίο ο δήμος «πληρώνει πέντε χιλιάρικα τον μήνα», υπογραμμίζοντας ότι «το μισθωτήριο με την ΕΤΑΔ είναι εξόχως αλμυρό» και ότι η προηγούμενη δημοτική αρχή «δεν έκανε τίποτα» για 15-16 μήνες μετά την ψήφιση της παραχώρησης του ακινήτου, όπως συνεχώς χαρακτήριζε το Αναπαυτήριο.
Όπως τόνισε, ο μελλοντικός μισθωτής «θα πρέπει αναγκαστικά να τηρήσει την αδειοδοτική διαδικασία», καθώς «ο χώρος είναι και αρχαιολογικός και μνημείο και τα πάντα», άρα «ούτε μοκέτες, ούτε καρέκλες, ούτε ό,τι του έρθει» μπορεί να βάλει κάποιος χωρίς έγκριση από τα αρμόδια συλλογικά όργανα μηχανικών του υπουργείου Πολιτισμού, της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας και του υπουργείου Περιβάλλοντος. Υποστήριξε επίσης ότι η λύση αυτή «κόβει τον γόρδιο δεσμό» Μπακογιάννη και επιχειρεί να δώσει διέξοδο σε ένα ακίνητο που ο δήμος «αναγκαστικά θα πληρώνει» για χρόνια.
Η επιχειρηματολογία αυτή μοιάζει μάλλον εύθραυστη για τον Κώστα Μπακογιάννη, ο οποίος υποστήριξε ότι η διαβεβαίωση πως η αυστηρή αδειοδότηση «καλύπτει» τον δήμο δεν αποτελεί από μόνη της εγγύηση ότι η ιστορία δεν θα επαναληφθεί: «Έχουμε και άλλες περιπτώσεις κτιρίων στην Αθήνα που δόθηκαν όλες αυτές οι βαριές αδειοδοτήσεις και έχουν κακοποιηθεί. Και το Αναπαυτήριο του Πικιώνη τις ίδιες άδειες πήρε. Όμως αυτό δεν σταμάτησε τον τότε εκμισθωτή από το να κάνει τις αυθαιρεσίες που έκανε», ανέφερε, ενώ υποστήριξε ότι εφόσον βρεθεί τελικά εκμισθωτής, «για να βγαίνει, θα ασελγήσει πάνω στο κτίριο του Πικιώνη».
Για τον σχεδιασμό της διοίκησης Δούκα να παραχωρήσει την αποκατάσταση και τη λειτουργία του Αναπαυτηρίου σε ιδιώτη, μίλησε για μια επιλογή που παραγνωρίζει τον συμβολισμό και τη σημασία του μνημείου για την Αθήνα, «ενώ μιλάμε για έναν εμβληματικό χώρο, που θα μπορούσε να αποκατασταθεί με έξοδα του δήμου Αθηναίων και να πάρει τη θέση που του αξίζει. Νομίζω ότι, όπως το κάνετε, δείχνετε ασέβεια, δείχνετε αναισθησία και αναλγησία στην ιστορία της πόλης», ανέφερε. Και ζήτησε να αποσυρθεί ο διαγωνισμός, ώστε ο δήμος να προχωρήσει με δική του μελέτη στην αποκατάσταση και να λειτουργήσει το Αναπαυτήριο όπως λειτουργεί άλλους χώρους σε όλη την πόλη.
Στην τοποθέτησή του, ο Χάρης Δούκας αντέτεινε ότι ο δήμος εφαρμόζει ακριβώς όσα προβλέπει η σύμβαση που είχε υπογραφεί το 2022 μεταξύ του δήμου Αθηναίων και της ΕΤΑΔ, στην οποία το Αναπαυτήριο χαρακτηρίζεται ως «τουριστικό περίπτερο» και εκμισθώνεται για «εκμετάλλευση ως αναψυκτήριο». Τόνισε ότι η χρήση αυτή δεν αποτελεί επιλογή της σημερινής δημοτικής αρχής, αλλά δέσμευση που απορρέει από τη συμφωνία της περιόδου Μπακογιάννη, σημειώνοντας ότι «θα πρέπει να υπάρχει μια συνέπεια» και ότι «η σύμβαση που υπογράφηκε τα λέει όλα», υπενθυμίζοντας έτσι ότι πλαίσιο είχε τεθεί εξαρχής για το μέλλον του χώρου, καθώς ο δήμος εφαρμόζει αυτά που είχε υπογράψει η διοίκηση Μπακογιάννη.
Ωστόσο, η επισήμανση αυτή δεν αποτυπώνει πλήρως τα δεδομένα. Η ΕΤΑΔ είχε παραχωρήσει τον χώρο στον δήμο Αθηναίων με ενοίκιο, και ο δήμος ήταν εκείνος που θα αναλάμβανε την αποκατάσταση και τη λειτουργία του Αναπαυτηρίου ως χώρου αναψυχής και κοινωφελούς χρήσης. Η σημερινή δημοτική αρχή, αντιθέτως, επιλέγει να αλλάξει το μοντέλο αξιοποίησης και να παραχωρήσει το μνημείο σε ιδιώτη μέσω διαγωνισμού, αναθέτοντάς του τόσο την αποκατάσταση όσο και την εκμετάλλευση του χώρου. Έτσι, ενώ το πλαίσιο Μπακογιάννη συγκέντρωνε την ευθύνη στον δήμο, η πρόταση της διοίκησης Δούκα μεταφέρει πλέον τον έλεγχο και τις παρεμβάσεις σε ιδιωτικό φορέα.
Καθώς ανοίγει μια νέα συζήτηση για το μέλλον του Αναπαυτηρίου, αρχιτέκτονες που έχουν μελετήσει το έργο του Δημήτρη Πικιώνη λένε στη LiFO ότι έχει σημασία να θυμηθούμε τι ήταν πραγματικά το Αναπαυτήριο και ποιον ρόλο είχε σχεδιαστεί να υπηρετεί. Το Αναπαυτήριο, όπως μας εξηγούν, σχεδιάστηκε, όπως θα λέγαμε σήμερα, με βάση την αρχή της συμπεριληπτικότητας. Αυτή είναι η ουσία του και εκφράζεται μέσα από τρεις βασικές ιδιότητες.
Πρώτον, το Αναπαυτήριο ήταν για όλους, χωρίς αποκλεισμούς και χωρίς κοινωνικές διακρίσεις. Ο Πικιώνης το οραματίστηκε ως έναν χώρο ανοιχτό σε κάθε Αθηναίο και κάθε επισκέπτη της πόλης. Κι αυτή η ελεύθερη πρόσβαση σε όλους ενίσχυε τον ανοιχτό και δημοκρατικό του χαρακτήρα.
Δεύτερον, η κατασκευή του έχει εγγενή απλότητα και ο ίδιος ο Πικιώνης το προόριζε ως ένα σημείο θέασης σε επαφή με τους λόφους της Πνύκας, των Νυμφών και των Μουσών/Φιλοπάππου που θεωρούσε ιερούς τόπους. Το κυλικείο του Αναπαυτηρίου ήταν σχεδιασμένο ως ένας πολύ μικρός χώρος για να προσφέρει τα απαραίτητα για μια στάση ανάπαυσης. Έναν καφέ, ένα νερό, ένα αφέψημα. Κατά την αντίληψή του, ο επισκέπτης που ανηφορίζει από την πόλη προς την Ακρόπολη περνά μέσα από την Ιστορία και στο Αναπαυτήριο θα πρέπει να βρίσκει τον χώρο για μια παύση, έναν σταθμό για να ανασάνει, να συλλογιστεί και να προσηλωθεί στο τοπίο, βλέποντας απέναντί του τον Παρθενώνα. Αυτή ήταν η βαθύτερη πρόθεση του αρχιτέκτονα και αυτόν τον ρόλο οραματίστηκε για το κτίσμα.
Τρίτον, το κτίσμα έχει μελετημένη φέρουσα ικανότητα. Ο Πικιώνης καθόρισε με ακρίβεια πόσα άτομα μπορούσε να υποδεχθεί, σχεδιάζοντας συγκεκριμένα καθίσματα και χώρους, ώστε να υπάρχει ισορροπία ανάμεσα στη λειτουργικότητα και τον σεβασμό προς το ιστορικό τοπίο. Αυτή η φέρουσα ικανότητα, δυστυχώς, παραβιάστηκε εξαρχής, και κλιμακώθηκε βάναυσα, με επεμβάσεις που ακολούθησαν διαχρονικά.