Καθώς πλησιάζω την είσοδο του Βαλλιάνειου Μεγάρου, ενός από τα πιο επιβλητικά και αναγνωρίσιμα μνημεία της Αθήνας, το βλέμμα μου πέφτει στο πλήθος των τουριστών που βρίσκονται γύρω του, απαθανατίζοντας την εντυπωσιακή του πρόσοψη. Αν και στο κτίριο βρίσκονται σε εξέλιξη εργασίες συντήρησης, στο εσωτερικό του κυριαρχεί μια σπάνια, σχεδόν τελετουργική ησυχία.
Το ιστορικό νεοκλασικό κτίριο της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Ελλάδος (ΕΒΕ) της οδού Πανεπιστημίου παραμένει εκτός λειτουργίας για μεγάλο χρονικό διάστημα. Σύμφωνα με την απόφαση της 46ης συνεδρίασης του Εφορευτικού Συμβουλίου της ΕΒΕ (22 Δεκεμβρίου 2023), το Αναγνωστήριο Εφημερίδων ανέστειλε τη λειτουργία του για να υλοποιηθούν οι αναγκαίες εργασίες αποκατάστασης της οροφής λόγω φθορών και παλαιότητας. Η αποκατάσταση περιλαμβάνει τόσο διακοσμητικές εργασίες («φατνώματα» από γύψο στην οροφή) όσο και πιο στρατηγικές επεμβάσεις που στοχεύουν στην ασφαλή λειτουργία του κτιρίου. Ωστόσο, στις αρχές του 2026 οι ερευνητές, οι ιστορικοί και οι τακτικοί αναγνώστες θα διαβούν ξανά την επιβλητική μαρμάρινη είσοδο και θα έχουν τη δυνατότητα να καθίσουν στα ξύλινα γραφεία και αναλόγια, για να ανοίξουν ιστορικά αντίτυπα ελληνικών εφημερίδων, από τον 19ο αιώνα έως σήμερα.
Το αποτέλεσμα της συντήρησης είναι εντυπωσιακό, καθώς αποκαθίστανται σταδιακά τα δομικά ζητήματα και τα φατνώματα αποκτούν την αρχική τους εικόνα. Το έργο της συντήρησης αναμένεται να ολοκληρωθεί εντός χρονοδιαγράμματος, μέχρι το τέλος του χρόνου.
Όση ώρα βρίσκομαι εκεί, συνειδητοποιώ ότι η ιστορία του μεγάρου μοιάζει με μια συμπυκνωμένη αφήγηση της συμβολής της ελληνικής διασποράς στη διαμόρφωση της νεότερης Αθήνας. Τον Μάρτιο του 1888 τοποθετήθηκε ο θεμέλιος λίθος του μαρμάρινου νεοκλασικού κτιρίου, χάρη στη γενναιοδωρία των αδελφών Παναγή, Μαρίνου και Ανδρέα Βαλλιάνου, Κεφαλλονιτών της διασποράς που θέλησαν να προσφέρουν στην πατρίδα ένα μνημειώδες δώρο. Ο Δανός αρχιτέκτονας Θεόφιλος Χάνσεν ανέλαβε τη μελέτη, ενώ ο Ερνέστος Τσίλλερ επέβλεψε την υλοποίηση, συμβάλλοντας καθοριστικά στη μετατροπή του κτιρίου σε σημείο αναφοράς της αστικής γεωγραφίας.
Και πράγματι, μαζί με την Ακαδημία Αθηνών και το Πανεπιστήμιο, το Βαλλιάνειο σχηματίζει την περίφημη Αθηναϊκή Τριλογία. Το 1903 η ΕΒΕ μεταφέρθηκε εδώ από το κτίριο του Πανεπιστημίου και παρέμεινε για περισσότερο από έναν αιώνα, μέχρι το 2017. Έναν χρόνο αργότερα, εισήλθε στη νέα εποχή της, μεταφέροντας το μεγαλύτερο μέρος των λειτουργιών της στο Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος. Παρ’ όλα αυτά, το Βαλλιάνειο δεν έμεινε ποτέ «σιωπηλό». Φιλοξενεί μέχρι σήμερα τη συλλογή και το Αναγνωστήριο Εφημερίδων που λειτουργούν σαν μια μηχανή του χρόνου.
Την ξενάγησή μας αναλαμβάνουν η Χρυσάνθη Βασιλειάδου, αναπληρώτρια προϊσταμένη της Γραμματείας της ΕΒΕ και πολιτικός μηχανικός, και η Ζωή Γκιννή, η συντηρήτρια βιβλίων και αρχειακού υλικού της ΕΒΕ. Αυτά τα δύο πρόσωπα γνωρίζουν το κτίριο όχι μόνο ως μνημείο αλλά και ως έναν ζωντανό οργανισμό που συνεχίζει να εξελίσσεται.
Παρατηρώ τις σκαλωσιές και τους ανθρώπους που εργάζονται πυρετωδώς. Η μυρωδιά του παλιού χαρτιού πλανιέται στον αέρα. Από τα ψηλά παράθυρα μπαίνει το φως, που παρατηρούμε ότι αλλάζει ένταση και χρώμα ανάλογα με τις καιρικές συνθήκες. Γύρω μου υψώνονται εμβληματικές βιβλιοθήκες, οι οποίες φιλοξενούν αμέτρητους ογκώδεις τόμους που περιμένουν υπομονετικά το άγγιγμα του επόμενου αναγνώστη.
«Στις 12 Οκτωβρίου του 1884 κυκλοφορεί στην εφημερίδα “Ακρόπολις” η είδηση ότι η μεγάλη δωρεά ύψους 1.000.000 δραχμών του Παναγή Βαλλιάνου θα διετίθετο, σύμφωνα και με τη ρητή επιθυμία του ίδιου, για την ανέγερση κατάλληλου κτιρίου σε σχέδια του Θ. Χάνσεν – η Εθνική Βιβλιοθήκη θα στεγαζόταν στα δεξιά του χώρου του Πανεπιστημίου. Στο ίδιο δημοσίευμα διατυπωνόταν, επίσης, η προσδοκία η οικοδόμηση του νέου κτιρίου να γίνει με τέτοιο τρόπο που να επιτρέπει τη μελλοντική του επέκταση, δεδομένου ότι ο αριθμός των βιβλίων της Βιβλιοθήκης συνέχιζε να αυξάνεται με γρήγορους ρυθμούς.
Πράγματι, έναν μήνα αργότερα, τον Νοέμβριο του 1884, ο Γρηγόριος Υψηλάντης, πρεσβευτής της Ελλάδος στην Αυστρία, ενημερώνει τον Δημήτριο Βουλπιώτη, Υπουργό Εκκλησιαστικών και Δημοσίας Εκπαιδεύσεως, ότι ο Θεόφιλος Χάνσεν δέχεται να αναλάβει την εκπόνηση των σχεδίων του κτιρίου της Εθνικής Βιβλιοθήκης χωρίς αμοιβή “ως έργον έρωτος προς την τέχνην αυτού, και προς την Ελλάδα”, μου λέει στην αρχή της κουβέντας μας η κ. Βασιλειάδου.
Και συνεχίζει: «Η κατασκευή του ξεκινά το 1888, με την επίβλεψη των εργασιών να ανατίθεται στον Ερνέστο Τσίλλερ. Ολοκληρώνεται το 1902 και παραδίδεται στο ελληνικό Δημόσιο το 1903. Για τη μεταφορά του υλικού από το Πανεπιστήμιο στο Βαλλιάνειο κατασκευάζεται μια ξύλινη γέφυρα, ενώ έκτακτοι υπάλληλοι προσλήφθηκαν για να επιτηρήσουν τη μεταφορά των βιβλίων». Κλείνοντας θυμίζει ένα απόσπασμα από τον 2ο τόμο του βιβλίου «Ασθενείς και Οδοιπόροι» του Γιώργου Θεοτοκά (Εστία, Αθήνα 1979, σ. 250), στο οποίο αναφέρεται ότι: «Οι μαρμάρινες πάλλευκες σκάλες της Εθνικής Βιβλιοθήκης είχανε χτυπηθεί από οβίδες» (σ.σ. κατά τη διάρκεια των οδομαχιών μεταξύ του ΕΑΜ/ΕΛΑΣ και των κυβερνητικών δυνάμεων που υποστηρίζονταν από βρετανικά στρατεύματα).
Καθώς περπατάμε προς την κεντρική αίθουσα, η κ. Γκιννή, περιγράφει: «Οι φατνωματικές οροφές αποτελούν δομικό στοιχείο του Βαλλιάνειου Μεγάρου. Ως αρχιτεκτονικό στοιχείο συναντώνται συχνά και συνίστανται σε επαναλαμβανόμενα τετράγωνα ή ορθογώνια πλαίσια (φατνώματα), συνήθως ξύλινα ή γύψινα, τα οποία προσφέρουν αισθητική αξία, δημιουργώντας βάθος και πολυτέλεια στον χώρο. Παράλληλα, βελτιώνουν την ακουστική, μειώνοντας την αντήχηση στις μεγάλες αίθουσες και διευκολύνουν άλλες δομικές λειτουργίες, όπως τη διέλευση αεραγωγών. Φατνώματα στην ΕΒΕ συναντάμε τόσο στον πρόδομο όσο και στον χώρο του κεντρικού αναγνωστηρίου. Στον πρόδομο βρίσκονται εκατέρωθεν του χώρου, ενώ στο κεντρικό αναγνωστήριο τοποθετούνται περιμετρικά της αίθουσας, στον χώρο που διαμορφώνεται μεταξύ της κιονοστοιχίας και των τοίχων».
Και εξηγεί: «Οι φατνωματικές οροφές της Βιβλιοθήκης, βάσει των αναλύσεων που πραγματοποιήθηκαν, είναι κατασκευασμένες από γυψοκονίαμα χωρίς οπλισμό. Τα περίτεχνα ανάγλυφα και ο διάκοσμος αποτελούν μάρτυρες μιας εποχής που επένδυε στην αισθητική και την τεχνική αρτιότητα. Με τα χρόνια, τα φατνώματα εμφάνισαν σταδιακά φθορές. Παρόλο που η γενική κατάσταση διατήρησης των φατνωματικών οροφών και του διακόσμου του αναγνωστηρίου είναι καλή, λαμβανομένης υπόψη της ηλικίας του κτιρίου, οι φθορές που παρατηρήθηκαν αφορούν μικρής κλίμακας απώλειες τμημάτων λόγω πτώσης, ρωγμές, τοπικές απώλειες υποστρώματος από παλιότερες επεμβάσεις, π.χ. για τη διέλευση δικτύων ηλεκτρικού ρεύματος, περιορισμένη αποσάθρωση υποστρώματος και αποθέσεις αλάτων, μικρορρηγμάτωση, απολέπιση και αποφλοίωση του χρωματικού στρώματος και επικαθήσεις ρύπων σε όλη την επιφάνεια του διακόσμου. Η συντήρηση όλων αυτών, επομένως, ήταν αναγκαία. Αφορμή για το έργο έδωσε η πτώση μικρών τμημάτων της φατνωματικής οροφής του Αναγνωστηρίου τον Δεκέμβριο του 2023. Τότε, η ΕΒΕ προχώρησε στις ακόλουθες ενέργειες, σε συνεργασία με το ΥΠ.ΠΟ. και το Υ.ΠΑΙ.Θ.Α.: ανέθεσε την τεχνική έκθεση για τη διερεύνηση της μεθόδου κατασκευής και της παθολογίας των υλικών δόμησης της διακοσμητικής οροφής του Αναγνωστηρίου στην εταιρεία Domo+LysisLab, συνεργάστηκε με τη Διεύθυνση Έρευνας και Τεχνικής Υποστήριξης Μελετών και Έργων Αναστήλωσης της ΓΔΑΜΤΕ του ΥΠ.ΠΟ., προκειμένου να διεξαχθεί εργαστηριακή ανάλυση των υλικών κατασκευής θραυσμάτων της φατνωματικής οροφής του Αναγνωστηρίου, ανέθεσε τη μελέτη συντήρησης των φατνωματικών οροφών του Αναγνωστηρίου και του Προδόμου στην εταιρεία cm2project (Ε. Παπαδοπούλου-Α. Κονιδιτσιώτης) και την υλοποίηση του έργου συντήρησης και αποκατάστασης, κατόπιν απόφασης του Κεντρικού Συμβουλίου Νεωτέρων Μνημείων, στην εταιρεία ΑΕΙΝΑΕΣ (Γ. Παυλόπουλος-Μ. Χατζηνικολάου Ε.Ε.)».
Όταν τη ρωτώ τι σηματοδοτεί αυτή η διαδικασία, απαντά: «Το έργο συντήρησης που βρίσκεται σε εξέλιξη δεν είναι απλώς μια τεχνική διαδικασία, είναι μια πράξη σεβασμού προς την αρχιτεκτονική μας κληρονομιά, καθώς η φροντίδα των μνημείων μας δεν είναι πολυτέλεια αλλά ευθύνη. Οι ειδικοί συντηρητές εργάζονται με επαγγελματισμό και ευαισθησία: στερεώνουν σαθρά τμήματα, επανατοποθετούν κομμάτια που είχαν αποκολληθεί, σφραγίζουν ρωγμές και αποκαθιστούν χαμένα ανάγλυφα. Παράλληλα, αφαιρούν άλατα που προκάλεσε η υγρασία, καθαρίζουν τις επιφάνειες από ρύπους και σταθεροποιούν το χρωματικό στρώμα που κινδυνεύει να αποκολληθεί. Το αποτέλεσμα της συντήρησης είναι εντυπωσιακό, καθώς αποκαθίστανται σταδιακά τα δομικά ζητήματα και τα φατνώματα αποκτούν την αρχική τους εικόνα. Το έργο της συντήρησης αναμένεται να ολοκληρωθεί εντός χρονοδιαγράμματος, μέχρι το τέλος του χρόνου».
Φεύγοντας ανοίγω κάποια παλιά τεύχη εφημερίδων από τη δεκαετία του ’80 και διαπιστώνω ότι είναι σχεδόν σοκαριστικό πόσο γρήγορα ο χρόνος εξαφανίζει το «σήμερα». Καθώς απομακρύνομαι από το κτίριο, βλέπω τους επισκέπτες να μαζεύονται γύρω από τις σκάλες. Το Μέγαρο μοιάζει να περιμένει υπομονετικά τη στιγμή που οι πόρτες του θα ανοίξουν ξανά και οι αναγνώστες θα βρεθούν και πάλι στους χώρους του προκειμένου να σκύψουν πάνω από τις σελίδες ενός παρελθόντος που εξακολουθεί να συγκινεί.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LIFO.